8 Ιουλ 2017

Κριτικὲς παρατηρήσεις στὸ Σχέδιο Νόμου γιὰ τὴ νομικὴ ἀναγνώριση τῆς ταυτότητας φύλου

Γενικὲς παρατηρήσεις
Κατὰ τὸ ἰσχῦον σύστημα, τὸ φύλο καθορίζεται μὲ βάση  τὰ ἐξωτερικὰ γεννητικὰ ὄργανα καὶ στὴ συνέχεια, ἡ κατάταξη σὲ ἀνδρικὸ ἢ γυναικεῖο φύλο ἀναγράφεται στὴ ληξιαρχικὴ πράξη γεννήσεως τοῦ νεογνοῦ. Τὸ φύλο, ὡς σημαντικὸ στοιχεῖο ἐξατομικεύσεως τοῦ ἀνθρώπου, διέπεται ἀπὸ τὴν ἀρχή της μὴ ἐλεύθερης ἐπιλογῆς, τῆς σταθερότητας καὶ τῆς μὴ μεταβλητότητας. Γιὰ παράδειγμα, ἡ ἐπιλογὴ φύλου στὴν ἐξωσωματικὴ γονιμοποίηση δὲν ἐπιτρέπεται παρὰ μόνον γιὰ νὰ ἀποφευχθεῖ κληρονομικὴ ἀσθένεια ποὺ συνδέεται μὲ τὸ φύλο (ΑΚ 1455 § 2). Ἔτσι τὸ φύλο οὔτε ἐπιλέγεται ἐλεύθερα, οὔτε καὶ μεταβάλλεται ἐλεύθερα. Κατ’ ἐξαίρεση, τὸ ἑλληνικὸ δίκαιο μνημονεύει τὸν ὄρο “ἀλλαγὴ φύλου” στὸ ν. 344/1976, ἄρθρ. 14 (Μεταβολαὶ στοιχείων ληξιαρχικῶν πράξεων) καὶ στὸ ἄρθρ. 11 § 3 (ἐνημέρωση ἀσθενοῦς) ν. 3418/2005 ποὺ εἶναι ὁ Κώδικας Ἰατρικῆς Δεοντολογίας. Γιὰ τὴν ἀλλαγὴ δὲν χρειαζόταν ποτὲ κάποια δικαστικὴ ἄδεια, ἀλλὰ τὸ δικαστήριο ἐκαλεῖτο νὰ κρίνει ἂν δικαιολογεῖται  γιὰ πολὺ σοβαροὺς λόγους ἡ μεταβολὴ τῆς ληξιαρχικῆς πράξης γεννήσεως. Οὔτε ἐπιβάλλεται ὁπωσδήποτε νὰ....
προηγηθεῖ κάποια χειρουργικὴ ἐπέμβαση ἢ ἰατρικὴ θεραπεία. Ἑπομένως δὲν φαίνεται ἀπαραίτητο ἕνα νέο νομοθέτημα.

Εἰδικὲς παρατηρήσεις
Τὸ ἄρθρο 1 τοῦ Σχεδίου Νόμου (στὸ ἑξῆς: ΣχΝ), ἀναγορεύει τὴν ἀναγνώριση τῆς ταυτότητας φύλου σὲ στοιχεῖο τῆς προσωπικότητας τοῦ προσώπου καὶ προβλέπει ὅτι τὸ πρόσωπο ἔχει δικαίωμα στὸ σεβασμὸ τῆς προσωπικότητάς του μὲ βάση τὰ χαρακτηριστικά του φύλου του. Τὸ ἄρθρο 2 περιέχει στὴν § 1 ὁρισμὸ τῆς ταυτότητας φύλου καὶ τονίζει ὅτι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο τὸ ἄτομο βιώνει τὸ φύλο του μπορεῖ νὰ εἶναι διαφορετικὸς ἀπὸ τὸ βιολογικὸ (καταχωρισμένο) φύλο. Στὴν § 2 τοῦ ἴδιου ἄρθρου  περιγράφονται  τὰ  χαρακτηριστικὰ φύλου μὲ βάση σωματικὰ χαρακτηριστικά. Δηλαδὴ τὸ ἄτομο ποὺ ἔχει δικαίωμα στὴν ἀναγνώριση τῆς ταυτότητας φύλου, ὅπως τὴν αἰσθάνεται καὶ εἶναι ἀνεξάρτητη ἀπὸ τὸ βιολογικὸ φύλο, ἔχει δικαίωμα σεβασμοῦ τῆς προσωπικότητάς του μὲ βάση χαρακτηριστικὰ φύλου ποὺ συνδέονται μὲ πρωτογενῆ καὶ δευτερογενῆ σωματικὰ χαρακτηριστικά. Αὐτὸ προξενεῖ σύγχυση, διότι ἀναφέρεται καὶ πάλι στὸ βιολογικὸ φύλο. Ἀφενὸς ὑπάρχει δικαίωμα ἀναγνώρισης μιᾶς ταυτότητας, κατὰ βούληση καὶ ἀφετέρου τὰ χαρακτηριστικὰ φύλου ποὺ δικαιολογοῦν τὸν σεβασμὸ εἶναι μόνον βιολογικά. Εἶναι φανερὸ ὅτι φύλο χωρὶς ἀναφορὰ σὲ βιολογικὰ γνωρίσματα δὲν ὑπάρχει.

Ἀπὸ τὸ ἄρθρο 3 προκύπτει ὅτι στὴν οὐσία δὲν ὑπάρχουν προϋποθέσεις γιὰ τὴν ἀλλαγὴ ἢ διόρθωση τοῦ φύλου, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ νὰ εἶναι τὸ ἄτομο ἐνήλικο (ὀρθῶς) καὶ ἄγαμο. Πρέπει βεβαίως νὰ συντρέχει ἀσυμφωνία ταυτότητας καὶ καταχωρισμένου φύλου, ὥστε αὐτὸ νὰ συμφωνεῖ στὴ βούληση, στὴν προσωπικὴ αἴσθηση τοῦ σώματος καὶ στὴν ἐξωτερικὴ εἰκόνα, ποὺ δὲν ἀποκλείεται ὅμως νὰ βρίσκονται σὲ διάσταση καὶ μεταξύ τους. Δὲν ἀπαιτεῖται οὔτε ψυχιατρικὴ ἐξέταση οὔτε πάροδος ὁρισμένου χρόνου ἀσυμφωνίας. Ἀπὸ τὸ ἕνα ἄκρο, νὰ ἀπαιτεῖται ὁπωσδήποτε νὰ ἔχει προηγηθεῖ ἰατρικὴ ἐπέμβαση, φθάνουμε στὸ ἄλλο ἄκρο, νὰ μὴν ἀπαιτεῖται τίποτε. Ἃς σημειωθεῖ ὅτι καὶ τὸ ΕΔΔΑ δέχεται ὡς νόμιμη τὴν προϋπόθεση ἰατρικῆς διάγνωσης.

Ὡς πρὸς τὸ γάμο, ὀρθῶς ἀπαιτεῖται νὰ μὴν ὑφίσταται, διότι καὶ ἂν ὑφίστατο, θὰ ἐθεωρεῖτο ἀνυπόστατος μετὰ τὴν μεταβολή, ἀφοῦ θὰ ἐπρόκειτο γιὰ γάμο μεταξὺ προσώπων τοῦ ἰδίου φύλου. Ἔγγαμος δὲν μπορεῖ νὰ ζητήσει διόρθωση φύλου. Δὲν ἀπαγορεύεται ὅμως νὰ συνάψει γάμο ὁ ἄγαμος, ἐὰν διορθώσει τὸ φύλο του. Αὐτὸ ὁδηγεῖ στὴν οὐσία στὴ σύναψη γάμου μεταξὺ προσώπων τοῦ ἰδίου φύλου, δηλ. στὴν καταστρατήγηση τῶν προϋποθέσεων τοῦ γάμου. Ἐκτός των ἄλλων δημιουργεῖ δισεπίλυτα προβλήματα ὡς πρὸς τὴν ἀπόκτηση τέκνων.

Στὸ ἄρθρο 4 ΣχΝ, προβλέπεται ὅτι ἡ διόρθωση γίνεται μὲ δικαστικὴ ἀπόφαση κατὰ τὴν ἑκούσια δικαιοδοσία. Εἶναι θετικὸ ὅτι ἀκολουθεῖται ἡ δικαστικὴ ὁδός, αὐτὸ ὅμως ἀναιρεῖται στὴν οὐσία, ἐπειδὴ ὁ δικαστὴς περιορίζεται στὸ νὰ δέχεται τὴ δήλωση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ μεταβάλει φύλο, χωρὶς νὰ ἐλέγχει ἂν εἶναι δικαιολογημένη ἡ ἀλλαγὴ ἢ ἔστω σοβαρὴ ἡ ἀπόφαση τοῦ αἰτοῦντος. Μὲ τὴ δικαστικὴ ἀπόφαση ἡ ὁποία ἔχει ἄμεση ἰσχύ, θὰ διορθωθεῖ ἡ ληξιαρχικὴ πράξη γεννήσεως, χωρὶς νὰ μνημονεύεται ἡ δικαστικὴ ἀπόφαση καὶ θὰ συμμορφώνονται οἱ ὑπηρεσίες στὶς ὁποῖες θὰ χρησιμοποιεῖται, χωρὶς ἀντιρρήσεις. Αὐτὸ εἶναι ἐπικίνδυνο, διότι πλήττεται  ἡ ἀσφάλεια δικαίου καὶ ἡ βεβαιότητα ὅτι πρόκειται γιὰ τὸ ἴδιο πρόσωπο. Εἶναι αὐτονόητο ὅτι μιὰ ὑπηρεσία πρέπει νὰ ἐλέγχει μήπως ἔχει γίνει κάποιο λάθος ἢ πρόκειται γιὰ ἄλλο πρόσωπο.

Στὸ ἄρθρο 4 § 4, προβλέπεται ἡ μεταβολὴ μόνον μιὰ φορά. Δηλαδὴ τὸ ἴδιο δικαστήριο θὰ ἔλθει καὶ θὰ ἀποφανθεῖ ὅτι τὸ πρόσωπο αἰσθάνεται  πάλι ὅπως τὸ φύλο ποὺ ἐγκατέλειψε καὶ στὸ ὁποῖο θέλει νὰ ἐπανέλθει. Αὐτὸ πλήττει τὴν ἀξιοπιστία τοῦ προσώπου, ἀλλὰ καὶ τὸ κύρος τοῦ δικαστηρίου. Ἀφοῦ ὅμως στὴ νέα ληξιαρχικὴ πράξη δὲν ἐπιτρέπεται νὰ καταγραφεῖ ἡ μεταβολή, τὸ δικαστήριο δὲν θὰ μπορεῖ νὰ ἐλέγχει ὅτι ἔχει γίνει ἤδη μεταβολὴ καὶ πιθανὸν νὰ πιστεύει ὅτι ἡ αἰτούμενη μεταβολὴ εἶναι ἡ μεταβολὴ γιὰ πρώτη φορά.

Κατὰ τὸ ἄρθρο 5, ἡ διόρθωση τοῦ φύλου ἰσχύει ἔναντι ὅλων ἀπὸ τὴν καταχώριση στὸ ληξιαρχεῖο. Ἐξακολουθοῦν νὰ ὑφίστανται τὰ δικαιώματα καὶ οἱ ὑποχρεώσεις ποὺ εἶχαν δημιουργηθεῖ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀλλαγή. Ἐπίσης κατὰ τὸ ἑπόμενο ἄρθρο 6, καταβάλλεται κάθε προσπάθεια νὰ τηρηθεῖ ἡ μυστικότητα. Ἡ μυστικότητα ὅμως αὐτὴ δὲν εἶναι δυνατή, διότι θὰ χρειασθεῖ νὰ ἐπιβεβαιώνεται κάθε φορᾶ ἡ ταυτοπροσωπία τοῦ προσώπου. Ἐκτός των ἄλλων θὰ δημιουργοῦνται κίνδυνοι ἀποφυγῆς ἐκπληρώσεως τῶν ὑποχρεώσεων ἢ διαφυγῆς  καὶ τραυματίζεται  πάλι ἡ ἀσφάλεια τῶν συναλλαγῶν.

Κατὰ τὸ ἄρθρο 5 § 2, ἂν ὁ φορέας ἔχει τέκνα, δὲν ἐπηρεάζονται τὰ δικαιώματα καὶ οἱ ὑποχρεώσεις ἀπὸ τὴ γονικὴ μέριμνα καὶ δὲν ἐπέρχεται μεταβολὴ στὴ ληξιαρχικὴ πράξη γέννησης τῶν τέκνων. Δηλαδὴ θὰ ἐξακολουθεῖ νὰ γράφεται τὸ ἴδιο πρόσωπο ὡς πατέρας ἢ ὡς μητέρα. Ἄρα τὸ πρόσωπο θὰ ἐγγράφεται ἀλλιῶς στὴ δική του ληξιαρχικὴ πράξη, δηλ. μὲ τὸ  διορθωμένο φύλο, καὶ ἀλλιῶς στὴ ληξιαρχικὴ πράξη τοῦ τέκνου, ὅπου θὰ διατηρεῖται τὸ καταχωρισμένο φύλο. Αὐτὸ θὰ δημιουργεῖ σύγχυση καὶ φανερώνει ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ ἀδιέξοδα στὰ ὁποῖα ὁδηγεῖ τὸ ΣχΝ, διότι οὔτε καὶ τὸ ἀντίθετο ἐνδείκνυται, δηλ. νὰ μεταβληθεῖ καὶ ἡ ληξιαρχικὴ πράξη του τέκνου. Ἀκόμη, ἡ μὴ μεταβολὴ στὴ γονικὴ μέριμνα, σημαίνει ὅτι τὸ τέκνο θὰ ἐξακολουθεῖ νὰ διαβιώνει ἢ νὰ ἐπικοινωνεῖ μὲ πρόσωπο τὸ ὁποῖο μετέβαλε φύλο, ἀλλὰ ἐξακολουθεῖ ἀπέναντι στὸ τέκνο νὰ ἐπιτελεῖ  τὸ πρὶν ἀπὸ τὴ μεταβολὴ γονεϊκὸ πρότυπο. Καὶ τὰ δύο παραδείγματα δὲν συνάδουν μὲ τὸ συμφέρον τοῦ τέκνου.

Κατὰ τὸ ἄρθρο 7 § 1 ΣχΝ, ἡ ἀπόφαση διορθώσεως φύλου ἀρκεῖ νὰ εἶναι ὁριστικὴ καὶ τροποποιεῖται ὁ νόμος τῶν ληξιαρχικῶν πράξεων, κατὰ τὸν ὁποῖο (ν. 344/1976, ἄρθρ. 13 § 1), ἀπαιτεῖται τελεσίδικη δικαστικὴ ἀπόφαση γιὰ μιὰ μεταβολή. Ἐὰν τὸ φύλο μεταβάλλεται μὲ ἁπλῶς ὁριστικὴ ἀπόφαση, στὴν οὐσία ἀκυρώνονται τὰ ἔνδικα μέσα ἐναντίον μιᾶς τόσο σοβαρῆς ἀποφάσεως.

 Συγκριτικὸ Δίκαιο
"Στὴν Ἀγγλία ὁ Νόμος τοῦ 2004 προβλέπει ὅτι ἕνας εἰδικὸς γιατρὸς ἢ ἕνας εἰδικὸς ψυχολόγος, ὅπως ἐπίσης καὶ ἕνας δεύτερος γιατρός, ὀφείλουν νὰ βεβαιώσουν τὴν ὕπαρξη μιᾶς "ἐπίμονης δυσφορίας φύλου". Ἐν συνεχεία μιὰ Ἐπιτροπὴ Εἰδικῶν, ἀποτελούμενη ἀπὸ γιατροὺς καὶ νομικοὺς ἀποφασίζει ἂν θὰ ἐπιτρέψει τὴν ἀλλαγὴ τῆς προσωπικῆς καταστάσεως μετὰ ἀπὸ μελέτη τοῦ φακέλου.
Στὴν Ἱσπανία ὁ Νόμος τοῦ 2007 προβλέπει ὅτι ὁ γιατρὸς πρέπει νὰ βεβαιώσει ὅτι ὁ αἰτῶν/ ἡ αἰτοῦσα ἔχει ψυχιατρικὴ παρακολούθηση γιὰ δύο ἔτη καὶ ἔχει ὑποβληθεῖ σὲ ὀρμονολογικὴ θεραπεία.
Σχετικοὶ Νόμοι ὑπάρχουν στὴν Πορτογαλία, στὸ Καντόνι τῆς Ζυρίχης καὶ στὴν Ὁμοσπονδιακὴ Δημοκρατία τῆς Γερμανίας ἀπὸ τὸ 2011. Ὁ προηγούμενος Γερμανικὸς Νόμος τοῦ 1980 προϋπέθετε ἐγχείρηση γιὰ τὴν διαδικασία ἀλλαγῆς φύλου. Ἡ σχετικὴ διάταξη κρίθηκε ὡς ἀντισυνταγματική, δηλαδὴ ὡς ἀντικείμενη στὴν ἀρχὴ τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας καὶ στὴν ἀρχὴ τῆς ἐλεύθερης ἀνάπτυξης προσωπικότητας".

Συμπέρασμα
Τὸ ΣχΝ ἀναγνωρίζει τὴ μεταβολὴ φύλου μὲ βάση τὴ βούληση τοῦ προσώπου καὶ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ βιολογικό του φύλο, στὴν οὐσία χωρὶς προϋποθέσεις. Μὲ βάση τὶς γενικὲς καὶ εἰδικὲς παρατηρήσεις ποὺ προηγήθηκαν, δὲν μπορεῖ νὰ γίνει δεκτό.

Ἐπιτροπὴ Βιοηθικῆς 
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.