1 Μαρ 2017

Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Βατοπαιδινὸς ὡς ὑποτακτικός τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ τοῦ Ἠσυχαστοῦ (Μέρος Β')

Ἀρχιμανδρίτου Ἐφραίμ, Καθηγουμένου τῆς Ἱ.Μ. Μονῆς Βατοπαιδίου
Μολονότι ὁ μακάριος Γέροντας Ἰωσὴφ ἦταν ἄκρος ἡσυχαστής, θεωροῦσε ὡς θεμέλιο τοῦ μοναχοῦ τὴν παναρετή τῆς ὑπακοῆς. Γιὰ αὐτὸ παιδαγωγοῦσε τὸν ὑποτακτικό του, ποὺ σὲ κάποιους ἴσως φανεῖ ὅτι ὁ τρόπος ἦταν πολὺ σκληρός, γιὰ νὰ πάρει τὸ πνεῦμα καὶ τοὺς καρποὺς τῆς ἀληθινῆς ὑπακοῆς. Ὁ ἴδιος ἀναφωνοῦσε καὶ παρότρυνε τοὺς ὑποτακτικούς του: «Ὢ μακαρία ὑπακοὴ -καὶ πάλιν ὑπακοὴ- σὲ ἐσένα ἁρμόζουν ἀναμφιβόλως τὰ σκῆπτρα. Παιδί μου, ἐμεῖς μὲ τὸν γερο-Ἀρσένιο γιὰ νὰ γευθοῦμε αὐτὰ τὰ οὐράνια ἀγαθά, ἐχύσαμε στὴν ἂσκηση ἄφθονο αἷμα. Ἐσεῖς μόνο μὲ μία ἐπιμέλεια στὴν ὑπακοὴ ἀπολαμβάνετε ἴση Χάρη μὲ ἐμᾶς. Κρατᾶτε τέκνα μου τὴν ὑπακοὴ μὲ ὅλη σας τὴν ψυχή. Ἄλλη ὁδὸς ἀπὸ αὐτὴν δὲν ὑπάρχει εὐκολότερη καὶ ἀνώτερη»[1]. Θεωροῦσε ὁ μακάριος Γέροντας «ὄντως μέγα κατ’ ἀλήθειαν τὸ μυστήριον τῆς ὑπακοῆς». Γράφει σὲ ἐπιστολή του: «Ἡ ὑπακοὴ ἢ ἡ παρακοὴ δὲν σταματᾶ εἰς τὸν Γέροντα, ἀλλὰ δι’ αὐτοῦ ἀνατρέχει εἰς τὸν Θεόν... Μὲ τόσην ἀγάπην ὀφείλει νὰ ἀποβλέπη εἰς τὸν Γέροντα ὡς νὰ βλέπη...
τύπον Χριστοῦ»[2].

Ὁ Γέροντάς μας Ἰωσὴφ ἦταν πολὺ ἐπιδέξιος στὶς χειρωνακτικὲς ἐργασίες, στὰ λεγόμενα μαστοριλίκια, ἒπιαναν τὰ χέρια του. Αὐτὸς ἔκανε τὸ νέο κελὶ τοῦ Γέροντός του στὴ Μικρὴ Ἁγία Ἄννα, αὐτὸς ἀναλάμβανε νὰ κάνει τὶς ὁποιεσδήποτε κατασκευὲς χρειάζονταν γιὰ τὴ συντήρησή τους ἐκεῖ. Κάποιο πρωινὸ θὰ ἒφτιαχνε μία σόμπα γιὰ τὸν μεγάλο Γέροντα, γιατί πλέον τὸ κρύο ἐκείνου τοῦ χειμώνα εἶχε γίνει ἀνυπόφορο, ἐνῶ καὶ ὁ Γέροντας εἶχε ἐξασθενήσει πολύ. Ὅμως γιὰ ἕναν ἀνεξήγητο λόγο ὅλα πήγαιναν ἀνάποδα, ὑπῆρχε ἔντονη δαιμονικὴ ἐνέργεια. Τότε ὁ Γέροντάς μας πῆγε στὸν μεγάλο Γέροντα γιὰ νὰ τὸν ρωτήσει τί συμβαίνει. Ἀναφέρει ὁ ἴδιος: «Πῆγα, λοιπόν, τοῦ κτύπησα τὴν πόρτα καὶ μοῦ ἄνοιξε. Μόλις μὲ εἶδε ταραγμένο, ἄρχισε νὰ γελάει. «Γέροντα, λέω, τί συμβαίνει ἐδῶ; καὶ γιατί μοῦ εἶπες τὸ πρωὶ σὰν πρόρρηση "ἂν τελειώσω"; Ἀφοῦ ξέρεις πὼς γιὰ μένα αὐτὸ ἦταν παιχνίδι». «Ἐσὺ τί συμπέρανες πῶς ἦταν», μοῦ εἶπε χαριεντιζόμενος. «Πειρασμός, τοῦ εἶπα, σατανικὴ ἐνέργεια». «Αὐτὸ ἦταν, μοῦ ἀπάντησε. Καὶ ἄκουσε νὰ μάθεις αὐτὸ ποὺ σὲ σένα φαίνεται μυστήριο. Τὸ βράδυ στὴν προσευχή μου, ὅταν τελείωσα καὶ ἤθελα νὰ ἡσυχάσω, εἶδα τὸν σατανᾶ καὶ ἀπειλοῦσε νὰ μοῦ φέρει ἐμπόδια καὶ πειρασμὸ στὴν ἀπόφασή μου, ποὺ εἶχα προγραμματίσει. Καὶ ἐγὼ εἶπα στὸν Χριστὸ μας- "Κύριέ μου, μὴν τὸν ἐμποδίσεις, γιὰ νὰ τοῦ δείξω πὼς σὲ ἀγαπῶ καὶ θὰ ὑπομείνω τὸ κρύο, ὅσο ἐπιτρέψεις Ἐσύ". Καὶ αὐτὸς ἦταν ὁ λόγος, παιδί μου, ποὺ ἔγιναν ὅλα αὐτά, γιὰ νὰ μὴν ἔχω σύντομα θέρμανση, καθὼς ἐσεῖς ἐπιθυμούσατε νὰ μοῦ ἑτοιμάσετε»[3].

Τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου τὸ 1948 ὁ π. Σωφρόνιος ἔγινε μεγαλόσχημος μοναχός, ὅπου μετονομάστηκε σὲ Ἰωσήφ. Ἔλαβε τὸ ὄνομα τοῦ Γέροντός του σὰν ἰδιαίτερη τιμὴ καὶ εὐλογία. Ὁ ἴδιος ὁ μεγάλος Γέροντας ὁμολογοῦσε γιὰ τὸν νεόκουρο συνώνυμο ὑποτακτικό του ὅτι ὑπῆρχε «πλήρης Χάριτος» καθὼς ἦταν «ἐργάτης ὑπακοῆς». Τὴν κουρὰ ἐτέλεσε ὡς ἐφημέριος ὁ παπα-Ἐφραὶμ ὁ Κατουνακιώτης. Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ μακαρίου Γέροντος Ἰωσὴφ τοῦ Ἠσυχαστοῦ ὁ παπα-Ἐφραὶμ ἦταν πλέον ὁ πνευματικός τοῦ Γέροντός μας Ἰωσὴφ καὶ ἄρρητη πνευματικὴ ἀγάπη συνέδεσε τοὺς δύο ἀσκητὲς κάτω ἀπὸ τὴν ἴδια πνευματικὴ πατρότητα.

Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστὴς ἐκμυστηρευόταν τὶς ὑψηλὲς πνευματικές του ἐμπειρίες στὸν ὑποτακτικό του γιὰ νὰ τὸν ἐνισχύει πνευματικὰ καὶ νὰ μὴν ἀποθαρρύνεται στὸν ἀγώνα του. Ἔτσι τοῦ ἀνέφερε γιὰ τὴν ἐπίσκεψη ποὺ δέχτηκε ἀπὸ τὴν Κυρία Θεοτόκο στὸ ἐκκλησάκι τοῦ Τιμίου Προδρόμου στὴ Μικρὴ Ἁγία Ἄννα, ὅταν ἦταν πολὺ θλιμμένος ἀπὸ διάφορους ἐξωτερικοὺς πειρασμοὺς καὶ συκοφαντίες. Ἡ ἴδια ἡ Παναγία ἐμφανίστηκε καὶ τοῦ εἶπε: «Δὲν σοῦ εἶπα νὰ ἔχεις τὴν ἐλπίδα σου σὲ μένα; γιατί ἀποθαρρύνεσαι; Νά, πάρε τὸν Χριστό!». Καὶ κατόπιν ὁ Χριστός, τὸ θεῖο Βρέφος, τὸν χάιδεψε τρεῖς φορὲς στὸ μέτωπο καὶ στὸ κεφάλι καὶ τὸν γέμισε μὲ ἄρρητη εὐωδία καὶ πνευματικὴ εὐφροσύνη[4]. Ἄλλη φορᾶ τοῦ ἔλεγε πὼς ἔβλεπε μὲ τὸ ὀπτικό τῆς ψυχῆς του σὰν σὲ τηλεόραση τὸν π. Ἀθανάσιο νὰ ἔρχεται ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Παύλου ὡς τὸ ἀσκητήριό τους[5]. Τοῦ περιέγραφε ἐπίσης μὲ λεπτομέρεια τὶς θεωρίες, τὰ θεία ὁράματα ποὺ τοῦ ἀποκάλυπτε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ὅπως τὴν πόλη τοῦ Θεοῦ, τὸν παράδεισο[6].

Τὸ νὰ γίνει κάποιος ὑποτακτικὸς σὲ ἕναν Γέροντα σὰν τὸν Γέροντα Ἰωσὴφ τὸν Ἡσυχαστὴ δὲν ἦταν εὔκολη ὑπόθεση. Πολλοὶ προσπαθοῦσαν καὶ δὲν τὰ κατάφερναν καὶ ἔφευγαν. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο δὲν ἤθελε ὁ Γέροντας ἀρχικὰ νὰ δεχτεῖ τὸν π. Σωφρόνιο. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ὅμως ποὺ τὸν δέχτηκε, κατόπιν θείας πληροφορίας ὅπως προαναφέραμε, ἦταν ἀπαιτητικὸς μὲ τὸν ὑποτακτικό του. Καὶ αὐτὸ δὲν γινόταν βέβαια γιὰ ἰδιοτελεῖς λόγους, ἀλλὰ προσέβλεπε πάντοτε στὴν πνευματικὴ ὠφέλεια καὶ πρόοδο τοῦ ὑποτακτικοῦ του. Τὸν παιδαγωγοῦσε μὲ αὐστηρότητα καὶ μὲ ἀγάπη, μὲ ἐπιτίμια καὶ μὲ νουθεσίες. Τοῦ προκαλοῦσε τὶς ἀπαραίτητες τομὲς γιὰ νὰ καθαρθεῖ ἡ καρδία ἀπὸ τὰ πάθη, ὥστε νὰ ἀρχίσει νὰ βιώνει τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, τὸν ἁγιασμό.

Ὁ Γέροντάς μας Ἰωσὴφ ἔζησε σὰν ὑποτακτικός τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ τοῦ Ἠσυχαστοῦ δώδεκα χρόνια. Στὴ Μικρὴ Ἁγία Ἄννα ἔζησε γιὰ ἔξι χρόνια. Οἱ συνθῆκες ζωῆς ἐκεῖ ἦταν πολὺ σκληρὲς καὶ τὸ πρόγραμμα ἦταν πολὺ αὐστηρό, παρόλα τὰ προβλήματα ὑγείας ποὺ εἶχε σὲ βαθμὸ ἐπικίνδυνο γιὰ τὴ ζωή του, ἀφοῦ εἶχε γαστρορραγίες καὶ αἱμοπτύσεις, ἐν τούτοις ὁ νέος μοναχὸς κρατοῦσε τὴν πίστη καὶ δὲν ὀπισθοχωροῦσε, ἀφήνοντας, ἀκόμα καὶ αὐτὴν τὴν ὑγεία του, στὴν πατρικὴ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἀκολουθώντας τὸ πρότυπο τοῦ παραδείγματος τοῦ Γέροντός του, ποὺ ἔβλεπε τὰ πάντα μὲ βάση τὴν πίστη καὶ ὄχι μὲ βάση τὴν λογική. Ὅταν ἄρχισε ἡ αἱμόπτυση τοῦ Γέροντός μας, τότε εἶπε ὁ μεγάλος Γέροντας: «Ἀρσένιε, τελείωσε. Πρέπει νὰ φύγουμε. Ἐὰν καὶ ὁ Ἰωσὴφ ἀρρωστήσει τί θὰ κάνουμε ἐδῶ μέσα»; Ὁ Χαράλαμπος ἦταν ἱερέας, ὁ παπα-Ἐφραὶμ ἦταν φιλάσθενος καὶ ἄρρωστος ἐξ ἀρχῆς, ὁ γερο-Ἀρσένιος ἦταν 70 χρονῶν, εἶχαν πλέον πρόβλημα συντηρήσεως, ποιὸς θὰ ἔφερνε σὲ πέρας τὶς καθημερινὲς ἐργασίες, ἀφοῦ ὁ Γέροντάς μας Ἰωσὴφ ἦταν αὐτὸς ποὺ τὶς διεκπεραίωνε.

Τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1953, μία νύχτα μὲ φεγγάρι, πῆραν στὸν ὦμο τους τὰ ἐλάχιστα πράγματά τους καὶ κατέβηκαν στὴ Νέα Σκήτη σὲ κάποιες μεμονωμένες καλύβες γύρω ἀπὸ τὸν πύργο τῆς Σκήτης. Ἐκεῖ στὴ Νέα Σκήτη ὁ Γέροντάς μας Ἰωσὴφ γιὰ ἕναν χρόνο, ἀπὸ τὸν Μάιο τοῦ 1957 ἕως τὸν Μάιο τοῦ 1958, ὑπηρέτησε καὶ σὰν Δικαῖος. Πρὶν ἀκόμη τὴν κοίμηση τοῦ μεγάλου Γέροντος εἶχε ἀποκτήσει πνευματικὸ πλοῦτο ποὺ ἀπὸ τὴν πολλή του ἀγάπη σκόρπιζε σὲ ὅσους εἶχαν ἀνάγκη συμβουλῆς καὶ παρηγορίας. Ὑπάρχουν ἐπιστολὲς ἐκείνης τῆς περιόδου, ὅπου φαίνεται τὸ μεγάλο ὕψος τῆς πνευματικῆς ἐμπειρίας τοῦ ὑποτακτικοῦ μοναχοῦ Ἰωσήφ, ἐνῶ ἡ θεολογία του δὲν προερχόταν ἀπὸ ἀκαδημαϊκὴ γνώση, ἐξάλλου τέτοια δὲν εἶχε, ἀλλὰ ἦταν προσωπικὸ βίωμά του.

Ὅταν ἀρρώστησε ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστὴς μὲ καρδιακὴ ἀνεπάρκεια τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1959 ἀνέλαβε ὁ Γέροντάς μας πρωτοβουλία γιὰ τὴ θεραπεία του. Γράφει σὲ μία ἐπιστολή του: «Χωρὶς νὰ τὸν ἐρωτήσω, γιατί δὲν μοῦ ἐπέτρεπε, ἐμερίμνησα μὲ τὸν παπα-Ἐφραὶμ καὶ ἐφέραμεν γιατρὸν ἀπὸ ἔξω κατ’ εὐθείαν καὶ χάρις τῷ Θεῷ ἐκερδίσαμεν φαίνεται τὴ μάχην. Ὁ γιατρὸς ἦτο κατ’ εὐχὴν καλὸς ἐπιστήμων καὶ ἡ διάγνωσις πέτυχε. Τώρα κάνωμεν τὴν κατὰ συνταγὴν θεραπείαν καὶ τὰ ἀποτελέσματα εἶναι καλά. Ἡ πάθησις εἶναι τῆς καρδίας καὶ εἶναι προχωρημένης μορφῆς, ἐλπίζομεν ὅμως καλὰ ἀποτελέσματα ἐκεῖ ποὺ τὰ πάντα ἤσαν χαμένα».

Τελικὰ ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστὴς κοιμήθηκε ὀσιακὰ τὴν ἡμέρα τῆς κοιμήσεως τῆς Παναγίας, τὴν ὁποία εὐλαβεῖτο τόσο πολύ, στὶς 15 Αὐγούστου 1959 σὲ ἡλικία 62 ἐτῶν. Ἀπὸ τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1959, παρακινούμενος ἀπὸ πνευματικὰ παιδιὰ τοῦ μεγάλου Γέροντος, ὁ Γέροντάς μας ἄρχισε νὰ συγγράφει τὸν βίο του καὶ τὸ 1963 εἶχε ὁλοκληρώσει τὴν πρώτη βιογραφία σὲ ἐπιστολιμαία μορφὴ[7].

Ὑπολογίζεται ὅτι ἀπὸ τὴ "ρίζα" τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ τοῦ Ἠσυχαστοῦ προέρχονται ἄμεσα, περισσότεροι ἀπὸ 1000 μοναχοὶ καὶ μοναχές. Ἐπειδὴ τὸ προγνώριζε αὐτὸ ὁ Γέροντας δὲν ἐπέτρεψε στοὺς ὑποτακτικούς του μετὰ τὸν θάνατό του νὰ ζήσουν μαζί, ἀλλὰ τοὺς χώρισε, κάτι ἀσυνήθιστο βέβαια στὴν ἁγιορειτικὴ τάξη. Προγνώριζε ὅτι αὐτοὶ θὰ γίνουν Ἡγούμενοι καὶ Γέροντες μεγάλων κοινοβίων. Ὅταν βρισκόταν στὶς σπηλιὲς τῆς Μικρᾶς Ἁγίας Ἄννης τὸν εἶχε ἐπισκεφθεῖ ὁ Ἰωάννης Μπίτσιος ἀπὸ τὴν Οὐρανούπολη, τὴν περίοδο ποὺ ὁ Γέροντας εἶχε ἀποκτήσει τοὺς τρεῖς ὑποτακτικούς του, Γέροντα Ἰωσὴφ Βατοπαιδινό, Γέροντα Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτη καὶ Γέροντα Χαράλαμπο Διονυσιάτη. Ὁ κ. Μπίτσιος ρώτησε τὸν Γέροντα ἂν αὐτοὶ οἱ τρεῖς νέοι μοναχοὶ ἦταν τῆς συνοδείας του καὶ ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ τοῦ ἀποκρίθηκε προφητικά: «Βλέπεις αὐτὰ τὰ καλογέρια, Γιάννη; Θὰ ἔρθει ὥρα ποὺ αὐτὰ τὰ καλογεράκια θὰ γεμίσουν μὲ μοναχοὺς τὸ Ἅγιον Ὅρος». Αὐτὴ ἡ προφητεία ἐπαληθεύτηκε μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ παρόλες τὶς λογικὰ ἀντίξοες καὶ ἀδύνατες συνθῆκες καὶ περιστάσεις. Γιατί ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι, τρία καλογεράκια τί θὰ μποροῦσαν νὰ κάνουν; ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστὴς ἀρχικὰ ἦταν μὲ τοὺς Ζηλωτές, ἀλλὰ κατόπιν ἀποκαλυπτικοῦ ὁράματος καὶ θείας φωνῆς ποὺ τοῦ ἔλεγε ὅτι «ἡ ζῶσα Ἐκκλησία εἶναι στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο» ἐπέστρεψε σὲ κοινωνία μὲ τὴν κανονικὴ Ἐκκλησία παρόλο τὸν πόλεμο καὶ τὶς συκοφαντίες ποὺ δέχτηκε ἀπὸ τοὺς Ζηλωτές. Ὅλα κατευθύνονταν ἀπὸ τὴ θεία Πρόνοια. Καὶ ἡ ἀποδοχὴ τῶν συγκεκριμένων ὑποτακτικῶν του, καὶ ἡ ἀπομάκρυνσή του ἀπὸ τοὺς Ζηλωτές, καὶ ὁ χωρισμὸς τῶν ὑποτακτικῶν του σὲ διαφορετικὲς συνοδεῖες.

Τὸ γεγονὸς ὅτι στὰ σημερινὰ κοινόβια τοῦ Ἁγίου Ὅρους συμβαδίζουν ἡ ὑπακοὴ καὶ ἡ ἡσυχία, ὅτι ὑπάρχει αὐτὴ ἡ σύζευξη μεταξὺ ὑπακοῆς καὶ ἡσυχίας, νομίζουμε ὅτι ὀφείλεται κατὰ κύριο λόγο στὸν μακάριο Γέροντα Ἰωσὴφ τὸν Ἡσυχαστὴ καὶ τοὺς ὑποτακτικούς του. Ὁ Γέροντάς μας Ἰωσὴφ παρέλαβε ὡς γνήσιος ὑποτακτικὸς τὸ ὑποτακτικὸ ἀλλὰ καὶ τὸ ἡσυχαστικὸ πνεῦμα τοῦ μακαρίου Γέροντος τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Ἠσυχαστοῦ. Αὐτὸ τὸ πνεῦμα παραλάβαμε καὶ ἐμεῖς ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο Γέροντά μας Ἰωσὴφ καὶ προσπαθοῦμε μὲ τὶς ταπεινὲς δυνάμεις μας νὰ τὸ διαφυλάξουμε καὶ νὰ τὸ παραδώσουμε καὶ στοὺς μεταγενεστέρους.

Ἑσπερίδα μὲ θέμα τὸν Γέροντα Ἰωσὴφ τὸν Ἡσυχαστὴ πραγματοποιήθηκε στὸ πλαίσιο τῶν ΚΒ’ Παυλείων πού διοργάνωσε ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Βεροίας, τὴν Τετάρτη, 1 Ἰουνίου 2016.
[1] Ἰωσὴφ Μ.Δ., Ἱερομόναχος Χαράλαμπος Διονυσιάτης, χ.τ. 2002, σ. 94.
[2] Γέροντος Ἰωσήφ, Ἔκφρασις μοναχικῆς ἐμπειρίας, Ἐπιστολὴ 14, ἔκδ. Ἱερὰ Μονὴ Φιλοθέου, Ἅγιον Ὅρος 620 03, σ. 104 καὶ σ. 102
[3] Γέροντος Ἰωσὴφ Βατοπαιδινοῦ, Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστής, Βίος Διδασκαλία «Ἡ Δεκαφωνος Σάλπιγξ», Ἱερὰ Μεγίστη Μονὴ Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὅρος 112016, σσ.  134-135.
[4] Γέροντος Ἰωσὴφ Βατοπαιδινοῦ, Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστής, Βίος Διδασκαλία «Ἡ Δεκαφωνος Σάλπιγξ», Ἱερὰ Μεγίστη Μονὴ Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὅρος 112016, σσ.  155-157
[5] Ο.π., σσ. 138-139.
[6] Βλ. Ο.π., σσ. 77-82.
[7] Βλ. Γέροντος Ἰωσὴφ Βατοπαιδινοῦ, Θείας Χάριτος ἐμπειρίες, Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστής, Ἐπιστολιμαία βιογραφία Ἀνέκδοτες ἐπιστολὲς καὶ ποιήματα, Ἱερὰ Μεγίστη Μονὴ Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὅρος 2005.

ΔΕΙΤΕ ΤΟ Α΄ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.