13 Απρ 2016

Σίσκος Μιχαήλ: Ὁ τελευταῖος Ρωμηὸς κάτοικος τῆς Πρώτης

Γράφει ἡ Ἑλένη-Παταπία Σκούπα, ὑποψήφια διδάκτωρ Γεωπονικῆς ΑΠΘ, 
Ζωὴ πολυμέριμνη,
 χωρὶς καμμία ἐσωτερικὴ εὐτυχία
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι σὲ ὅλα ἀχόρταγος, θέλει ν᾿ ἀπολάψει πολλά, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ τὰ προφτάξει ὅλα. Καὶ βασανίζεται.
Ὅποιος ὅμως φτάξει σὲ μιὰ κατάσταση ποὺ νὰ εὐχαριστιέται μὲ τὰ λίγα, καὶ νὰ μὴ θέλει πολλά, ἔστω κι ἂν μπορεῖ νὰ τ᾿ ἀποχτήσει, ἐκεῖνος λοιπὸν εἶναι ὁ εὐτυχισμένος.
Δὲν τὸ κάνει ἀπὸ οἰκονομία, εἴτε γιατὶ ἔχει τὴν ἰδέα πὼς τὰ πολλὰ τὸν βλάφτουνε στὴν ψυχὴ ἢ στὸ σῶμα. Ἀλλὰ γιατὶ στὰ λίγα καὶ στὰ ἁπλὰ βρίσκει πιὸ ἁγνὴ ἱκανοποίηση.
Καὶ περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα, ἐπειδὴ μὲ τὰ ἁπλὰ καὶ μὲ τὰ λίγα δὲν χάνει τὸν ἑαυτό του. «Τὶς ἔστι πλούσιος; Ὁ ἐν ὀλίγῳ ἀναπαυόμενος». Φώτης Κόντογλου
Καταμεσὶς καλοκαιριοῦ, τὸν Αὔγουστο τοῦ 2010 μὲς στὴν ζέστη καὶ τὴν ὑγρασία τῆς Πόλης ἡ ἀναγγελία ἀπὸ τὰ μεγάφωνα “Adalar adalar”, ἀκούστηκε σὰν βάλσαμο στὶς ψυχὲς ὅσων περιμέναμε καρτερικὰ νὰ ἐπιβιβαστοῦμε στὸ καραβάκι τῆς γραμμῆς ἀπὸ τὸ Kabatas γιὰ τὰ νησιά. Κόσμος πολύς…
Τὸ δεύτερο ταξίδι στὴν Θεοφρούρητο Πόλη· στὸ καύχημα τῶν ζώντων ὑπὸ τὴν τοῦ ἡλίου ἀνατολὴ -καὶ ὄχι μόνο-. Τὸ πρῶτο ἂς ποῦμε τουριστικό, τὸ δεύτερο ἐξερευνητικό. Κι αὐτὸ γιατί ἕναν τόπο δὲν τὸν γνωρίζεις ἀπὸ τὰ ἀξιοθέατα ἀλλὰ πολὺ περισσότερο ἀπὸ τοὺς...
ἀνθρώπους του.

Στὸ μυαλό μου συνεχῶς γυρίζουν τὰ λόγια τῆς πολίτισσας φίλης μου: “Θὰ ἐπισκεφτοῦμε καὶ τὸν Κυρ-Μιχάλη, τὸ παλλικάρι τῆς Πρώτης”. Θὰ γνώριζα λοιπόν, ἀπὸ κοντὰ ἕναν γνήσιο Ρωμηό, γέννημα θρέμμα τῶν Πριγκιποννήσων καὶ δὴ τῆς Πρώτης. Ἄλλο νὰ διαβάζεις στά βιβλία ἱστορίες γιὰ τοὺς Ρωμηοὺς τῆς Πόλης κι ἄλλο νὰ τὰ ζεῖς καὶ νὰ τὰ βιώνεις live… ὅπως λένε κι οἱ νεοέλληνες!

Ἀφήνοντας πίσω μας τὴν Βυζαντινὴ Πόλη μὲ τοὺς ἐπιβλητικοὺς τρούλους τῆς Ἁγίας Σοφίας νὰ δεσπόζουν μεγαλοπρεπῶς, καὶ διασχίζοντας τὴν θάλασσα τοῦ Μαρμαρὰ ἄρχισε νὰ ξεπροβάλλει δειλὰ-δειλὰ ἡ Πρώτη ἢ ἀλλιῶς τὸ νησὶ τοῦ κυρ-Μιχάλη… Οἱ ναοὶ καὶ τὰ μεγαλοπρεπῆ κτίρια τῆς Ρωμηοσύνης ἁρμονικὰ δεμένα μὲ τὰ παραθεριστικὰ θέρετρα τῶν Ρωμηῶν ἔχουν κάνει ἤδη τὴν ἐμφάνισή τους. Πλέον τὸ νησί, ὀνομάζεται Kinaliada, στὰ τουρκικά, γιὰ τὸ ἐρυθρὸ χρῶμα τοῦ ἐδάφους καὶ προέρχεται ἀπὸ τὴν τουρκικὴ λέξη kina ποὺ σημαίνει κόκκινο.

Ἀφοῦ ἀποβιβαστήκαμε ἀπὸ τὸ βαπόρι τὸ ὁποῖο συνέχιζε τὴν πορεία του γιὰ τὰ ἄλλα νησάκια, πήραμε τὸν δρόμο γιὰ τὴν Rum Kilisesi, τὸν ναὸ τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου. Πρὶν φτάσουμε στὴν ἐκκλησία ἀντικρίσαμε ἕνα διώροφο ἐγκαταλελειμμένο κτίριο, ἕτοιμο νὰ καταρρεύσει ἀπὸ τὸ πέρασμα τῶν χρόνων. “Εδώ, πῆγε τὶς πρῶτες τάξεις τοῦ Δημοτικοῦ ἡ μητέρα μου καὶ ἡ θεία μου. Εἶναι ἡ Ἀστικὴ Κοινοτικὴ Σχολὴ τῆς Πρώτης. Σταμάτησε ὅμως νὰ λειτουργεῖ τὸ 1972”, μοῦ εἶπε ἡ φίλη μου.
Πόσες εἰκόνες, φωνές, γέλια, ἱστορίες καὶ ἀναμνήσεις νὰ κρύβουν μέσα τους αὐτοὶ οἱ τοῖχοι. Καὶ κεῖ ποὺ κάποτε ἀνθοῦσε, τώρα γέρασε πιὰ καὶ δὲν τοῦ δίνει κανένας σημασία, θεωρώντας το μόνο βάρος, ἐπικίνδυνο γιὰ τοὺς κατοίκους καὶ τοὺς περαστικοὺς καθὼς καὶ κακόγουστο γιὰ τὴν φυσικὴ ὀμορφιὰ τῆς περιοχῆς.

Προχωρώντας δύο βήματα ἀντικρίσαμε τὸν αὐλόγυρο τῆς ἐκκλησίας. Ἡμέρα Κυριακή, περίοδος θερινὴ ὁπότε σίγουρα θὰ ἔχει Λειτουργία. Μπαίνοντας μέσα στὸν ἀνακαινισμένο ναό, ἀνάβουμε τὸ κερί μας καὶ προσκυνᾶμε τὶς εἰκόνες. Κόσμος ἐλάχιστος περὶ τὰ δέκα ἄτομα. Κι αὐτὸ λόγω καλοκαιριοῦ, ἐξ αἰτίας τοῦ ὅτι ἐπιστρέφουν στὸ νησὶ οἱ Πρωτιανοὶ ἐκ Πόλεως καὶ ἐξ Ἑλλάδος.

Αὐτὰ τὸ καλοκαίρι, γιατί τὸν χειμώνα ἡ Παναγιὰ μένει μόνη της… Ἐνορίτες δὲν ὑπάρχουν πλέον ἐκτὸς ἀπὸ τὸν… Στὸ δεξὶ ἀναλόγιο στέκεται ὁ κυρ-Μιχάλης καὶ μὲ τὴν στιβαρή του φωνὴ ψέλνει καὶ διαβάζει. “Μόνος μου ἔμαθα τὸ Νη-Πα-Βου-Γα”, ὅπως μᾶς ἔλεγε ἀργότερα. Ἄκουγε ἀπὸ μικρὸς τὰ τροπάρια καὶ ὅταν ἔμεινε μόνη της ἡ ἐκκλησία δίχως ψάλτη, ἀναγκάστηκε νὰ γίνει ὁ ἴδιος. Περπάταγε στὸν δρόμο καὶ ἔκανε πρόβες τὸ Χερουβικὸ καὶ τὸ Κοινωνικὸ γιὰ νὰ τὰ μάθει.
Ζῆλος καὶ ἐπιθυμία στὴν διακονία τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας.

Κάποτε, ἔτυχε νὰ ἔχει Δεσπότη στὴν Παναγιὰ καὶ εἶχε ἀγχωθεῖ ὁ κυρ-Μιχάλης, πῶς θὰ τὰ καταφέρει. Στὸ τέλος τῆς Λειτουργίας ἀφοῦ ὁ Δεσπότης τὸν συνεχάρη τὸν ρώτησε: “Σὲ ποιὸν ἦχο ἔψαλλες τὸ Χερουβικό;” κι ἐκεῖνος ἀπαντάει. “Στόν ἦχο τοῦ Μιχάλη”. Ἁπλός, ταπεινὸς καὶ μὲ φόβο Θεοῦ. Φωνὴ καμπάνα καὶ σωστή. Τόσα χρόνια, ποτὲ δὲν πῆρε λεφτὰ ἀπὸ τὸ παγκάρι τῆς ἐκκλησίας ὡς ψάλτης. Σωματικὰ γερασμένος, παλλικάρι ψυχικά! Μόνος (κι ὁ νοῶν νοείτω) κρατάει ἀνοιχτὴ τὴν ἐκκλησία, ἔχοντας κάνει συμφωνία μὲ τὴν Παναγία ὅτι ἂν δὲν βρεῖ ἄλλον ἀντικαταστάτη νὰ Τὴν διακονήσει, νὰ μὴν τὸν πάρει ἀπὸ τὴν ζωή… Τέτοια πίστη καὶ ἀγάπη γιὰ τὴν Παναγία. Τέτοια ἁπλότητα καὶ ἀμεσότητα μόνο στὰ συναξάρια τῶν Ἁγίων νὰ τὴν συναντήσει κανείς…

Ὁ κυρ-Μιχάλης γεννήθηκε τὸ 1931 στὴν Πρώτη. Οἱ γονεῖς του Δημήτριος καὶ Καλλιρόη. Εἶχε κι ἄλλες δύο ἀδελφές. Τὴν Στυλιανὴ καὶ τὴν Μαρίκα. Ἡ οἰκογένειά του δὲν ἦταν εὔπορη. Ὁ πατέρας του ψαρὰς κι ἡ μητέρα του ἐξέτρεφε ὄρνιθες καὶ πούλαγε τὰ αὐγὰ στοὺς Πρωτιανούς, πέντε γρόσια τὸ ἕνα. Φτωχοὶ στὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ μὰ ἀρχοντάνθρωποι στὴν ζωή.
Σὲ ἡλικία τεσσάρων χρονῶν ἡ θεοσεβούμενη μάνα του, γιὰ νὰ γίνει καλὸς χριστιανός, τὸν πῆγε στὴν ἐκκλησία στὸν παπα-Θεοδόσιο, κι ἀπὸ τότε μέχρι σήμερα, 81 χρόνια, εἶναι μέσα σ΄αὐτήν. Μᾶς ἔλεγε χαρακτηριστικά, καὶ συγκινιόταν κάθε φορᾶ: “Αὐτῆς τῆς ἐκκλησίας ἡ μάνα εἶμαι. Ὅλη μου τὴν ζωὴ τὴν ἔχω θυσιάσει γι΄ αὐτὴν τὴν ἐκκλησία”. “Anadan babadan” ποὺ λέμε, ὅλοι του οἱ συγγενεῖς βαπτίστηκαν, παντρεύτηκαν καὶ κηδεύτηκαν στὴν ἐκκλησία τῆς Πρώτης.

Σὲ ἡλικία ὀκτὼ χρονῶν ἔμαθε νὰ ψάλλει τὸ “Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου” κι ἀπὸ τότε μέχρι καὶ τὸ Πάσχα τοῦ 2015 τὸ ἔλεγε στὴν ἐκκλησία. Κάθε Μεγάλη Παρασκευή, κι ἂς μὴν εἶχε παπά, γύριζε μόνος του τὸν σταυρὸ μὲ τὸν Χριστό… ψέλνοντας μὲ τρεμάμενη ἀπὸ τὴν συγκίνηση φωνή, τὸ ”Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου”. Τὴν Μεγάλη Τρίτη ἔλεγε τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς, Μεγάλη Παρασκευὴ ἔψελνε τὸν ἑσπερινό, κατέβαζε τὸν Χριστὸ ἀπ΄ τὸν σταυρό, τὸν τύλιγε μὲ τὸ σεντόνι καὶ τὸν πήγαινε στὸ ἱερό. Μόνος του ἔριχνε λουλούδια στὸν Ἐπιτάφιο, μόνος του θυμιάτιζε, μόνος του διάβαζε τρισάγιο στοὺς διακόσιους πενήντα κεκοιμημένους Ρωμηοὺς τῆς Πρώτης.

Μόνος τὴν περιφορὰ τοῦ Ἐπιταφίου μόνος του καὶ τὰ ἐγκώμια. Μόνος του ἔριχνες δάφνες τὸ Μεγάλο Σάββατο, μόνος διάβαζε τὸ Εὐαγγέλιο, μόνος τὸ Χριστὸς Ἀνέστη ὑπὸ τοὺς ἤχους τῆς πρωτιανῆς καμπάνας. Μόνος καὶ τὴν εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως τὴν γύρναγε μέσα στὴν ἐκκλησία καὶ στὸ τέλος τὴν τοποθετοῦσε πάνω στὸν ἐπιτάφιο. Ἔτσι, κάπως γιόρταζε τὴν ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν ἡ Νῆσος Πρώτη τὰ τελευταία δέκα χρόνια. Δυστυχῶς ἱερέας νὰ πάει στὶς ἀκολουθίες δὲν ὑπῆρχε, ἀλλὰ ὁ κυρ-Μιχάλης ὡς γνήσιος ὀρθόδοξος ἐπιθυμοῦσε νὰ ἑορτάσει τὰ Σεπτὰ Πάθη, τὴν Σταύρωση καὶ τὴν ἁγία Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ἔστω καὶ μόνος του…

Ἀπὸ τὸ 1952, ἦταν μέλος τῆς ἐφοροεπιτροπῆς καὶ ἐδῶ καὶ εἴκοσι πέντε χρόνια ἀσκοῦσε τὰ καθήκοντα τοῦ προέδρου, τοῦ ἱεροψάλτη τοῦ ναοῦ τῆς Θεοτόκου καθὼς καὶ τὰ καθήκοντα τοῦ καντηλανάφτη τὰ τελευταία δύο χρόνια, καθὼς ὁ κυρ-Δημητρὸς δὲν μποροῦσε πλέον νὰ διακονήσει. Ὁ ὅρος πρόεδρος δὲν τοῦ ἄρεσε καὶ δὲν τὸν ἀναγνώρισε ποτέ, λέγοντας ἐμφατικὰ ὅτι ἦταν ἁπλῶς ἕνας ὑπηρέτης τῆς κοινότητας, τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐκκλησίας.

Ἡ ἐκκλησία σχεδὸν εἶχε κατεδαφιστεῖ κι ἔτσι τὸ 1997 ἄρχισαν ριζικὲς ἀνακαινιστικὲς ἐργασίες στὶς κτηριακὲς ἐγκαταστάσεις τοῦ ναοῦ. Ἰσχυροποιήθηκαν τὰ θεμέλια ποὺ στήριξαν τὴν δομικὴ ἀντοχὴ τοῦ κτηρίου, κατασκευάστηκε νέα στέγη, ἔγινε ἀνακαίνιση καὶ ἐπέκταση τοῦ ἐπιτροπικοῦ, ὀρθομαρμάρωση, καθαρισμὸς τῶν ἁγιογραφιῶν ἐνῶ ἀγοράσθηκαν νέα ἱερὰ σκεύη καὶ ἔγινε ὁ καλλωπισμὸς τοῦ περιβόλου-κήπου τοῦ ναοῦ. Εὐπρεπίστηκε τὸ κοινοτικὸ ρωμαίικο κοιμητήριο καὶ ἀνακαινίσθηκε τὸ ἁγίασμα τὴ Ἁγίας Φωτεινῆς τὸ ὁποῖο ἀνήκει στὸν ναὸ καὶ γιὰ περισσότερο ἀπὸ τριάντα πέντε χρόνια ἦταν ἐγκαταλειμμένο. Οἱ ἀνακαινιστικὲς ἐργασίες τελείωσαν τὸ 2000. Κι ὅλα αὐτά, μὲ χορηγίες ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα κι ἀπὸ τὰ χρήματα ποὺ ἔριχναν στὸ παγκάρι γιὰ κερὶ οἱ Ἀρμένιοι. Μὰ πάνω ἀπὸ ὅλα ἡ θυσία καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ κυρ-Μιχάλη γιὰ τὴν Ρωμηοσύνη καὶ τὴν Παναγιά του.

Εἶχε κι ἕνα σπίτι ἡ ἐκκλησία μὲ γερὸ ἐνοίκιο ποὺ καθόντουσαν Ὀθωμανοί. Ἔτσι, τὸν καιρὸ ποὺ ἡ ἐκκλησία ἦταν ἑτοιμόρροπη, ἀποφάσισαν νὰ πουλήσουν τὸ σπίτι γιὰ νὰ σωθεῖ ἡ ἐκκλησία. Ἀφοῦ ἔγιναν ὅλα αὐτὰ τὰ ἔργα, μία μέρα ζήτησε τὸν κύριο Μιχάλη, ὡς πρόεδρος ποὺ ἦταν, ἕνα ἀνώτατο στέλεχος τῆς ὁμογένειας. “κ. Σίσκο, τοῦ λέει, ἐσεῖς μὲ ποιὸ δικαίωμα πουλᾶτε τὸ κτῆμα πού ἀνήκει στὸ ἑλληνικὸ κράτος”;. Ἀφοῦ τοῦ ἔδωσε εὐγενικά, ὅλες τὶς ἐξηγήσεις ὁ κυρ-Μιχάλης, γυρνάει στὸ τέλος καὶ τοῦ λέει: “κ. Σίσκο θὰ σὲ μαυρίσω ἐσένα…”, γιὰ νὰ πάρει τὴν πρέπουσα ἀπάντηση ἀπὸ τὸν τελειόφοιτο τοῦ δημοτικοῦ… “Μὲ τί θὰ μὲ μαυρίσεις; Μὲ πίσσα; Μὲ κατράμι; Μὲ λαδομπογιά; Μὲ κάρβουνα; Μὲ τί;;; Ἐγὼ τὸ δικό σου μαύρισμα, δὲν τὸ φοβοῦμαι γιατί θὰ πλυθῶ καὶ θὰ φύγουν οἱ μαυρίλες. Ἐγὼ τὸ μαύρισμα τοῦ Θεοῦ μόνο φοβούμαι”! Θύσατε θυσίαν δικαιοσύνης καὶ ἐλπίσατε ἐπὶ Κύριον (ψαλμὸς 4,6).

Τὸ σχολεῖο τῆς Πρώτης
Χαμογελαστὸς πάντα καὶ πειραχτήρι πρῶτο, ἦταν ὁ κυρ-Μιχάλης. Τὸ πιὸ ζωηρὸ παιδὶ τοῦ νησιοῦ καὶ σωστὸ ἀλητάκι, ὅπως τὸν χαρακτήριζαν ἀρκετοί. Ὅμως, ὁ Θεός, αὐτὸ τὸ ἀλητάκι διάλεξε νὰ Τὸν διακονήσει, ὅταν οἱ περισσότεροι Ρωμηοὶ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Μεγάλος του καημὸς ἦταν νὰ ἀνακαινίσει καὶ τὸ σχολεῖο δίπλα στὸν ναό. Εἶχε χρέος νὰ τὸ κάμει, μᾶς ἔλεγε, γιατί ἐκεῖ μάθανε γράμματα οἱ παπποῦδες του, οἱ γονεῖς του καὶ πόσοι ἄλλοι Ρωμηοί. Ἔλεγε στὸν δεσπότη: “Ἂν τὸ σχολεῖο τοῦτο κατεδαφιστεῖ, θὰ μείνει μία μαύρη κηλίδα στὴν ὁμογένεια καὶ στὴν Ρωμηοσύνη”.

Ὁ Ἅγιος Θεὸς ὅμως δὲν τὸν ἄφησε νὰ καταπιαστεῖ καὶ μὲ αὐτὸ τὸ ἔργο γιατί ἤδη εἶχε κάνει πολλὰ γιὰ τὴν ἀγάπη Του. Ἔτσι, στὶς 26 Μαρτίου 2016 τὸν κάλεσε κοντά Του.
“Στον Παράδεισο δὲν ξέρω ἂν θὰ μπῶ, ἀλλὰ στὴν πόρτα, ἐκεῖ κοντά, εἶμαι σίγουρος ὅτι θὰ τὰ καταφέρω νὰ εἴμαι”, ἔλεγε καὶ γέλαγε ταπεινά.
Στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία του, λίγοι Ρωμηοὶ μὰ πολλοὶ Ἀρμένιοι καὶ Τοῦρκοι. Ἦταν ὁ πιὸ ἀγαπητὸς κάτοικος τοῦ νησιοῦ καὶ κανένας δὲν βρέθηκε ποτὲ νὰ τὸν κακοκαρδίσει. Γιὰ τοὺς Ρωμηοὺς εἶναι ἡ ἱστορία τῆς Πρώτης καὶ γιὰ τὴν Παναγιά μας ποὺ τόσο εὐαρέστησε, τὸ παιδί Της…

Εὐχόμαστε ἀπὸ κεῖ ποὺ εἶναι νὰ μεσιτεύει γιὰ ὅλη τὴν Ρωμηοσύνη καὶ ἰδιαιτέρως γιὰ τὴν Πρώτη, ποὺ τόσο ἀγάπησε καὶ μέχρι τέλους διακόνησε. Γνωρίζοντας ὅτι φεύγει ἀπὸ τὴν ἐπίγεια ζωή, τηλεφώνησε ἀπὸ τὸ νοσοκομεῖο ποὺ νοσηλευόταν στὴν ἀδελφή του καὶ τῆς ἔδωσε τὶς τελευταῖες του ἐντολὲς - ἐπιθυμίες.
“Μαρίκα, τὴν Μ. Πέμπτη νὰ πᾶς νὰ βγάλεις τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Μ. Παρασκευὴ τὸν ἐπιτάφιο στὴν Παναγία. Καὶ τὸ σχολεῖο μὴν ξεχάσεις…”.

Ἡ Ρωμηοσύνη εἰν’ φυλὴ συνόκαιρη τοῦ κόσμου. Κανένας δὲν εὑρέθηκε γιὰ νὰ τὴν ἐξαλείψει, γιατί σκέπει τὴν ‘ πὸ τάψη ὁ Θεός μου. Ἡ Ρωμηοσύνη θὰ χαθεῖ ὄντας ὁ κόσμος λείψει (Βασίλης Μιχαηλίδης).

Κάθε φορᾶ ποὺ τὸν ἐπισκεπτόμασταν, ὅταν μᾶς ξεπροβόδιζε καὶ τοῦ λέγαμε: “Κ.Μιχάλη τί θέλετε νὰ σᾶς φέρουμε ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα;”, μᾶς ἀπαντοῦσε: “Λίγο λιβάνι παιδιά, γιὰ τὴν ἐκκλησία καὶ μὴν μᾶς ξεχνᾶτε, νὰ ἐρχόσαστε νὰ μᾶς βλέπετε”…
Ἴσως ἡ γοργόνα στὸν Κεράτιο νὰ ρωτάει ἂν ζεῖ ἡ Ὀρθοδοξία στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ μεῖς νὰ πρέπει νὰ τῆς ἀπαντήσουμε “Ζεῖ καὶ Βασιλεύει”!

Αὐτὸς ἦταν ὁ κυρ-Μιχάλης, ὁ τελευταῖος Ρωμηὸς κάτοικος τῆς Πρώτης ποὺ κράταγε ὄχι Θερμοπύλες, γιατί αὐτὲς μία μέρα διήρκεσαν, ἀλλὰ κάτι πολὺ παραπάνω καὶ ἀσύλληπτο στὸν ἀνθρώπινο νοῦ. Κράταγε ἀναμμένο τὸ καντήλι τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ ὅτι αὐτὸ μπορεῖ νὰ τοῦ κόστιζε. Ἀκόμα καὶ τὴν ἴδια του τὴν ζωή… Ἡ ἀγάπη του ὅμως γιὰ τὸν ἁγιασμένο τόπο, ὅλα μπορεῖ νὰ τὰ νικήσει.

Καλὸ παράδεισο καὶ καλὴ ἀντάμωση κυρ-Μιχάλη!
Χαῖρε Ἁγία Κωνσταντινούπολη γιὰ τὰ μυρίπνοα ἄνθη σου!




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.