11 Ιαν 2016

Μία σύντομη ἀναφορὰ γιὰ τὴ θέση τῆς γυναίκας στὴν προχριστιανικὴ ἐποχή, στὸν Χριστιανισμὸ καὶ στὸ Ἰσλὰμ

Ἱερὰ Μητρόπολις Πειραιῶς, Γραφεῖο ἐπὶ τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν παραθρησκειῶν
(Τὸ «πείραμα τῆς Ὀλλανδίας» καὶ τὰ «πειράματα» τῶν... Χριστιανομάχων!)
Ἔχουμε γράψει ἐπανειλημμένα γιὰ τὴν πλήρη χρεωκοπία τοῦ Ἀθεϊσμοῦ καὶ τοῦ Διαλεκτικοῦ Ὑλισμοῦ, ὁ ὁποῖος θέλει νὰ παρουσιάζεται μὲ τὸ προσωπεῖο τοῦ ρεαλισμοῦ καὶ τῆς ἐπιστημονικῆς ἐγκυρότητας. Πρόκειται γιὰ μία χρεωκοπία ἡ ὁποία ἔγινε ἰδιαίτερα αἰσθητὴ μετὰ τὴν κατάρρευση τῶν μαρξιστικῶν καθεστώτων τῶν χωρῶν τῆς ἀνατολικῆς Εὐρώπης στὰ τέλη τοῦ 20ου αἰῶνος, τοῦ ἀπαταιῶνος. Ἡ μονολιθικότητα, ὁ δογματισμός του, ἡ ἐπιμονὴ γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῶν ἰδεοληψιῶν του καὶ προπάντων ἡ μανία μὲ τὴν ὁποία ἐπιτίθεται κατὰ τῆς χριστιανικῆς πίστης, ἀποτελοῦν τὰ κύρια χαρακτηριστικά του γνωρίσματα. Ὅλα μπορεῖ νὰ τὰ ἀνεχθεῖ, νὰ τὰ «ἑρμηνεύσει», σύμφωνα μὲ τὰ δόγματά του, ἀκόμα καὶ νὰ συνταχθεῖ μὲ τὶς πλέον ἀπίθανες θρησκευτικὲς πίστεις, (ὅπως λ.χ. τὸ ἐξωφρενικὸ σύγχρονο φαινόμενο, νὰ συντάσσεται ὁ Ἀθεϊσμὸς μὲ τὸν Νεοπαγανισμό), ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πίστη στὸν ἀληθινὸ Θεό!
Συνήθης τακτική του, νὰ ἐπικαλεῖται κάποια χωρία τῆς ἁγίας Γραφῆς, τὰ ὁποία φαίνονται μὲ μία πρώτη ματιὰ στὴν ἐποχὴ μας σκανδαλώδη καὶ ἀναχρονιστικά, νὰ τὰ ἀπομονώνει ἀπὸ τὴν...
ἱστορική τους συνάφεια καὶ νὰ τὰ παρερμηνεύει, μὲ σκοπὸ  νὰ χλευάσει καὶ νὰ κλονίσει τὴν πίστη τῶν ἀφελῶν. Μία ἄλλη δόλια μεθόδευσή του εἶναι ἐπίσης νὰ προβάλλει κάποιες ἐπιφανειακὲς ὁμοιότητες τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου, προκειμένου νὰ καταλήξει σὲ κάποια αὐθαίρετα συμπεράσματα, ὅτι δῆθεν ὅλες οἱ θρησκεῖες, (μαζὶ καὶ ἡ Ὀρθοδοξία), περίπου, διδάσκουν τὰ ἴδια πράγματα, τὰ ὁποῖα ὁ σύγχρονος πολιτισμένος ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ ἀπορρίψει καὶ νὰ περιφρονήσει, διότι αὐτὰ ἀνήκουν σ’ ἕνα σκοταδιστικὸ παρελθόν.

Σὲ μία τέτοια προσπάθεια φαίνεται ὅτι ἐπιδόθηκε ὁ κατὰ τὰ ἄλλα συμπαθέστατος κ. Παντελὴς Μπουκάλας μὲ πρόσφατο ἄρθρο του στὴν ἐφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», (13-12-2015), μὲ τίτλο: «Η ΒΙΒΛΟΣ, ΤΟ ΚΟΡΑΝΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΤΗΣ ΟΛΛΑΝΔΙΑΣ». Ὁ ἀρθρογράφος, προφανῶς ἀθεϊστικῶν καὶ ἀντιχριστιανικῶν πεποιθήσεων, πῆρε ἀφορμὴ ἀπὸ μία κακόγουστη φάρσα, ἡ ὁποία ἔγινε στὴν Ὀλλανδία, γιὰ νὰ «ξεσπαθώσει» καὶ νὰ «ξεσκεπάσει» τὸν δῆθεν μισογυνισμὸ τοῦ Χριστιανισμοῦ, τὸν ὁποῖο ταυτίζει μὲ ἐκεῖνον τοῦ Ἰσλάμ!

Σύμφωνα μὲ τὸν ἀρθρογράφο: «Δύο Ὀλλανδοὶ κωμικοί, ποὺ ὁρισμένοι ἴσως καὶ νὰ τοὺς χαρακτήριζαν δαιμόνιους, σατανικοὺς ἢ διαβολικούς, γιὰ νὰ ἀποδείξουν διὰ τῆς σατιρικῆς τους ἐκπομπῆς “Dit is Normal” πόσο βαθιά, σχεδὸν γονιδιακὰ προκατειλημμένοι εἶναι οἱ Ὀλλανδοὶ ἀπέναντι στὸ Ἰσλάμ, ἔκαναν κάτι ἁπλό: Ἕντυσαν μία Βίβλο μὲ τὸ ἐξώφυλλο τοῦ Κορανίου, βγῆκαν στοὺς δρόμους καὶ σταματώντας τυχαίους περαστικούς, τοὺς διάβαζαν χωρία ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη (ἀπὸ τὴν πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολὴ τοῦ Παύλου συγκεκριμένα) καὶ ἀπὸ τὴν Παλαιὰ (ἀπὸ τὸ Δευτερονόμιον καὶ τὸ Λευιτικόν). Τρόμαζαν οἱ περισσότεροι ἀκούγοντάς τα καὶ αὐτόματα, ἀλλὰ καὶ μὲ σιγουριά, ἔλεγαν ὅτι τίποτε καλύτερο δὲν μπορεῖ νὰ περιμένει κανεὶς ἀπὸ τὸ Κοράνι. Γιατί ἦταν ἀπολύτως βέβαιοι ὅτι τὰ χωρία: (“Δὲν θὰ ἐπιτρέψω σὲ μία γυναίκα νὰ διδάξει”, λ.χ., ἢ “Ἂν δύο ἄντρες κοιμοῦνται μεταξύ τους θὰ πρέπει νὰ θανατωθούν”) προέρχονταν ἀπὸ τὸ βιβλίο ποὺ λατρεύουν σὰν θεόπνευστο οἱ μουσουλμάνοι.

Καὶ ὅταν οἱ κωμικοί, ποὺ κάθε ἄλλο παρὰ πλάκα ἔκαναν καθὼς φαίνεται, ἐνημέρωναν τοὺς διαβάτες πὼς ὅσα τοὺς διάβασαν δὲν ἦταν κομμάτια τοῦ “αὐτονόητα” καὶ “αὐταπόδεικτα” ἐπιθετικοῦ καὶ πολεμόχαρου Κορανίου ἀλλὰ τῆς “αὐτονόητα” καὶ “αὐταπόδεικτα” εἰρηνικῆς καὶ φιλάνθρωπης Βίβλου, ἔπεφταν ἀπὸ τὰ σύννεφα, δεδομένου ὅτι τὸ φαινόμενο τῆς ἀπ’ οὐρανόθεν πτώσεως ἐξ ἐκπλήξεως (τὸ ‘ἀπ’ οὐρανόθεν’ τὸ δανείζομαι ἀπὸ τὸν Ὅμηρο) δὲν παρατηρεῖται μονάχα στὰ δικά μας μέρη».

Ὁ ὑπότιτλος τοῦ ἄρθρου: «Ἡ γυναίκα στὴ σύναξη πρέπει νὰ ἀκούει καὶ νὰ μαθαίνει σιωπηλὴ καὶ σὲ ὑποταγή. Δὲν ἐπιτρέπω σὲ γυναίκα νὰ διδάσκει στὴν ἐκκλησία οὔτε νὰ κάνει τὸν ἀφέντη στὸν ἄντρα, ἀλλὰ νὰ μένει σιωπηλή», ποὺ εἶναι μία περικοπή, (σὲ μετάφραση), ἀπὸ τὴν Α΄ πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολή, (2,11-12), τοῦ ἀποστόλου Παύλου, μᾶς δίδει τὴν κεντρικὴ προσπάθεια τοῦ ἀρθρογράφου νὰ ἀποδείξει ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς καταργεῖ τὴν ἰσοτιμία ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς καὶ τοποθετεῖ τὴν γυναίκα ἀπέναντι στὸν ἄνδρα σὲ θέση δουλικῆς ὑποταγῆς.

Παίρνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὰ παραπάνω θὰ παραθέσουμε στοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες πολὺ συνοπτικὰ καὶ σὲ γενικὲς γραμμές, ποιὰ ἦταν ἡ θέση τῆς γυναίκας στὴν προχριστιανικὴ ἐποχή, σὲ ποιὸ ὕψος περιωπῆς τὴν ἀνύψωσε ὁ Χριστὸς μὲ τὴν διδασκαλία του καὶ ἐν κατακλείδι ποιὰ εἶναι ἡ θέση της μέχρι σήμερα στὸ Ἰσλὰμ μὲ βάση τὸ Κοράνιο. 

Ἡ θέση τῆς γυναίκας στὴν προχριστιανικὴ ἐποχὴ
Σχετικὰ μὲ τὸ θέμα αὐτὸ παραθέτουμε ἕνα μικρὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ ἕνα σημαντικὸ σύγγραμμα, («Ἡ Ἐκκλησία τῶν Μαρτύρων», ἔκδ. «Ἡ Ζωή», Ἀθῆναι 1960, σελ.115-116), ποὺ ἀποδίδει ἄριστα τὴ θέση τῆς γυναίκας στὸν προχριστιανικὸ κόσμο: «Ἡ γυναίκα τὴν ἐποχὴν ποὺ ἐνεφανίσθη ὁ Χριστιανισμὸς ἦτο τὸ θύμα ἀπὸ κοινωνικῆς καὶ ἠθικῆς ἀπόψεως. Ὑπανδρεύετο νέα διὰ νὰ μεταπέση ἀπὸ τὴν ἀπόλυτον κυριαρχίαν τοῦ πατέρα, (patria potestis), εἰς τὴν αὐθεντίαν τοῦ συζύγου. Ἐλάχιστα δικαιώματα τῆς ἔδιδε τὸ ρωμαϊκὸν δίκαιον. Εἰς τὴν οὐσίαν ἦτο σκλάβα τοῦ ἀνδρός. Κατὰ τὰ χρόνια τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ εἶχεν ἀρχίσει εἰς τὴν ρωμαϊκὴν κοινωνίαν κάποια χειραφέτησις τῆς γυναικός. Τί τὸ ὄφελος ὅμως, ἡ χειραφέτησις αὐτὴ ἦταν συνδυασμένη μὲ τοὺς χαλαροὺς ἠθικοὺς νόμους.

Ἔτσι ἡ γυναίκα μετέπιπτεν ἀπὸ τῆς Σκύλλας εἰς τὴν Χάρυβδιν. Ἐπαυεν ἴσως εἰς ἕνα βαθμὸν νὰ εἶναι δούλη ἑνὸς κακοῦ κοινωνικοῦ συστήματος, ἔμμενεν ὅμως σκλάβα τοῦ ἀχαλίνωτου πάθους τοῦ ἀνδρός. Καὶ ἐὰν αὐτὴ ἦταν ἡ θέσις τῆς ἐλευθέρας, τῆς συζύγου, ἀναλογίζεται κανεὶς εἰς ποῖον βάθος καταπτώσεως καὶ κακομεταχειρίσεως εὐρίσκοντο αἱ χιλιάδες ἐκεῖναι τῶν δυστυχισμένων πλασμάτων ποὺ ἤσαν δοῦλαι. Ἐὰν εἰς τὸν ἄρρενα δοῦλον ἦταν φρικτὴ καὶ κάτω ἀπὸ τὸ κτῆνος ἡ θέσις του, πόσον χειροτέρα θὰ ἦταν τῆς δούλης γυναικός; Ἐὰν εἰς τὸν γυναικωνίτην τῆς οἰκογένειας ἦταν σκλάβα ἡ σύζυγος, εἰς πόσον μεγαλυτέραν καὶ ποικιλωτέραν βαναυσότητα θὰ ὑπέκειτο τὸ ἀγορασμένο ἐκεῖνο ὄν, ποῦ ὀνομάζετο ‘πράγμα’…»;

Οἱ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι, οἱ διδάσκαλοι καὶ καθοδηγητὲς τῶν ἀρχαίων, μὲ προεξάρχοντα τὸν κορυφαῖο Ἀριστοτέλη, εἶχαν ἀποφανθεῖ καὶ θεσμοθετήσει τὴν ἀσύγκριτη κατωτερότητα τῆς γυναικείας φύσεως, σὲ σχέση μὲ τὴ φύση τοῦ ἀνδρός: «ἔτι δὲ τὸ ἄρρεν πρὸς τὸ θῆλυ φύσει τὸ μὲν κρεῖττον τὸ δὲ χεῖρρον. Τὸν μὲν ἄρχον τὸ δὲ ἀρχόμενον» (Ἀριστοτέλους, Πολιτικά, Α΄,1254b,12-14)!  Ὁ Ἡσίοδος ἔγραψε πὼς ἡ γυναίκα εἶναι «γόνος ὀλέθριος» (Θεογ. στ. 590). Ὁ Θαλὴς εὐχαριστοῦσε τὴν Τύχη, ποὺ δὲν γεννήθηκε γυναίκα (Διογ. Λαερτ.Ι.33). Ὁ Δημόκριτος ὑποστήριζε πὼς «ἡ πιὸ μεγάλη προσβολὴ γιὰ τὸν ἄντρα εἶναι νὰ κυβερνᾶται ἀπὸ γυναίκα» (Ἀπ. 111) καὶ πὼς «εἶναι φρικτὸ νὰ μιλάει ἡ γυναίκα» (Ἀπ. 110). Ὁ Δημοσθένης ἔβλεπε μόνο χρηστικὴ ἀξία στὶς γυναῖκες: «διαθέτουμε πόρνες γιὰ τὴν ἀπόλαυσή μας, παλλακίδες γιὰ νὰ μᾶς παρέχουν καθημερινὴ φροντίδα καὶ συζύγους γιὰ νὰ μᾶς παρέχουν νόμιμα τέκνα καὶ γιὰ νὰ ἀποτελοῦν τοὺς πιστοὺς φύλακες τοῦ οἴκου μας» (Δημοσθένης, «Κατὰ Νέαιρας», 122)! Ἂν αὐτὰ πρέσβευαν γιὰ τὴ γυναίκα οἱ μορφωμένοι φιλόσοφοι, ἂς σκεφτοῦμε πῶς συμπεριφέρονταν οἱ ἀμαθεῖς μάζες τῶν ἀντρικῶν πληθυσμῶν στὶς τραγικὲς αὐτὲς ὑπάρξεις!

Ἡ θέση τῆς γυναίκας στὴν Καινὴ Διαθήκη
Ἀπὸ τὴν θέση τῆς ἐσχάτης αὐτῆς καταπτώσεως, παρέλαβε τὴν γυναίκα ὁ Χριστὸς καὶ τὴν ἀνύψωσε στὴ θέση ποὺ τῆς ἁρμόζει στὴν νέα ἐποχὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης. Τὰ καινοδιαθηκικὰ κείμενα μᾶς δίδουν τὴν εἰκόνα τῆς καταξιωμένης γυναικός, ὡς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, σὲ σχέση ἰσοτιμίας μὲ τὸν ἄνδρα. Ἡ καταξίωση τῆς γυναίκας στὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου, ἡ ὁποία ἀναδείχθηκε ἡ «τιμιωτέρα τῶν Χερουβὶμ καὶ ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ», ὡς μητέρα τοῦ Κυρίου μας, φθάνει σὲ τέτοιο ὕψος, ὥστε νὰ ξεπερνᾶ ἀκόμη καὶ τὴν φύση, ὄχι μόνον τοῦ ἀνδρός, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀγγέλων. Στὰ πλαίσια τῆς ἐπὶ τοῦ ὅρους ὁμιλίας τοῦ Κυρίου γίνεται λόγος γιὰ τὴν γυναίκα στὴν συνάφεια τοῦ λόγου περὶ διαζυγίου, (Ματθ.5,31-32 καὶ 19,2-12).

Ὁ Χριστὸς μὲ τὴν νέα του νομοθεσία ἔρχεται νὰ προστατεύσει τὴν ἀξιοπρέπεια τῆς γυναίκας ἀπὸ τὴν αὐθαιρεσία τοῦ ἀνδρός, ἀνυψώνοντας ἔτσι τὴν κοινωνική της θέση. Ἀργότερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος θὰ κάνει ἕνα βῆμα πιὸ πέρα μὲ ὅσα γράφει γιὰ τὸν χριστιανικὸ γάμο στὴν Α΄ Κορ.7,1-16, ὅπου ὁμιλώντας γιὰ τὶς συζυγικὲς σχέσεις, τοποθετεῖ τὴν ἐξουσία τοῦ ἀνδρὸς στὸ γυναικεῖο σῶμα καὶ τὴν ἐξουσία τῆς γυναικὸς στὸ ἀνδρικὸ σῶμα, σὲ σχέση ἰσοτιμίας. Καὶ ἐπὶ πλέον ἀναγνωρίζει καὶ στὴν γυναίκα τὸ δικαίωμα καὶ τὴν πρωτοβουλία γιὰ τὸ διαζύγιο.

Μία ἄλλη ἀπόδειξη τοῦ νέου ριζικοῦ τρόπου ἀξιολογήσεως τοῦ γυναικείου φύλου ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ τὸ ζήτημα τῶν γυναικῶν μαθητριῶν Του. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημοσίας Του δράσεως δημιουργεῖ παράλληλα μὲ τὸν κύκλο τῶν δώδεκα κύκλο μαθητριῶν, ἀνάμεσα στὶς ὁποῖες ἐξέχουσα θέση κατεῖχε ἡ Θεοτόκος. Σύνολο μαθητριῶν γυναικῶν κοντὰ σ’ ἕναν ἄνδρα, σ’ ἕναν ραβίνο, ἦταν ἕνα ἐκπληκτικὸ γεγονός, κάτι τὸ ἀδιανόητο γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τῆς Παλαιστίνης τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ γενικά τοῦ ἀρχαίου κόσμου.

Ἐπίσης διαπιστώνουμε ὅτι ὁ Χριστὸς ἐρχόταν πολὺ συχνὰ σὲ ἐπαφὴ μὲ γυναῖκες περιθωριακές, ἢ διαβόητες πόρνες, ὅπως ἡ Σαμαρείτιδα, ἡ αἱμορροοῦσα, ἡ πόρνη ποὺ ἄλειψε τὰ πόδια του μὲ μύρο, κ.ἂ. Στὴν περίπτωση τῆς Σαμαρείτιδος ἀποτελεῖ ἔνδειξη ἰδιαιτέρας τιμῆς πρὸς τὸ γυναικεῖο φύλο τὸ γεγονὸς ὅτι, ὄχι ἁπλῶς ἀνοίγει θεολογικὸ διάλογο μὲ μία ἁπλοϊκὴ γυναίκα, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀποκαλύπτει τὴν μεσσιανική του ἰδιότητα. Ἐπίσης ἡ Μαρία, ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου κάθεται στὰ πόδια του καὶ ἀκούει τὸν λόγο του. Λίγο ἀργότερα στὴν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου θὰ ἀποκαλύψει στὴν Μάρθα μεγάλες θεολογικὲς ἀλήθειες, (βλ. Ἰω.11,25-26). Ἐπίσης οἱ μυροφόρες γυναῖκες ἀξιώνονται νὰ γίνουν οἱ πρῶτοι αὐτόπτες μάρτυρες καὶ οἱ πρῶτοι κήρυκες τῆς ἀναστάσεως. Ὁ Κύριος θέλοντας νὰ ἀνταμείψει τὸν ἡρωισμὸ καὶ τὴν αὐταπάρνηση τῶν γυναικῶν αὐτῶν, ἐμφανίζεται πρῶτα σ’ αὐτὲς καὶ ὄχι στοὺς δώδεκα.

Ἀργότερα, ὅπως μαρτυροῦν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, οἱ ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου καὶ ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Παράδοση, οἱ γυναῖκες θὰ παίξουν σημαντικότατο ρόλο στὴν διάδοση καὶ ἐξάπλωση τοῦ εὐαγγελίου σὰν συνεργάτες καὶ συνοδοὶ τῶν ἀποστόλων. Ὅπως γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν Παράδοση, ἡ ἁγία Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἡ ἁγία Φωτεινὴ ἡ Σαμαρείτις, ἡ ἁγία Θέκλα, ἡ ἁγία Παρασκευὴ κ.ἂ. ἀσκήσανε ἱεραποστολικὸ ἔργο. Στὶς ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου ἀναφέρονται ἀκόμη ἀρκετὰ ὀνόματα γυναικῶν, ποὺ ἦταν συνεργάτιδές του, ὅπως ἡ Φοίβη, ἡ Πρίσκιλλα, ἡ Μαριάμ, ἡ Ἰουνία, ἡ Τρύφαινα, ἡ Τρυφώσα κ.ἂ.

Ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου οἱ περικοπὲς Α΄ Κορ.11,2-16, Ἐφ. 5,22-24, Α΄ Τιμ.2,11-12, καὶ Γαλ. 3,26-28 μποροῦν νὰ μᾶς δώσουν μία εἰκόνα σχετικὰ μὲ τὴ θεολογία του γιὰ τὴν γυναίκα καὶ πιὸ συγκεκριμένα, πῶς ὁ Παῦλος βλέπει τὴν γυναίκα, στὴν ὀντολογική της σχέση μὲ τὸν ἄνδρα, ὅπως καὶ τὴν θέση της μέσα στὸ χῶρο τῆς λατρείας καὶ τῆς οἰκογενείας. Εἰδικότερα, ἡ περικοπὴ Α΄ Τιμ.2,11-12, (τὴν ὁποία μνημονεύει καὶ ὁ ἀρθρογράφος), ἀναφέρεται στὸ θέμα τῆς ὑπακοῆς τῆς γυναικὸς στὸν ἄνδρα, ἀλλὰ καὶ στὴ θέση της μέσα στὸ χῶρο τῆς λατρείας, στὰ ὁποῖα (θέματα), ἀναφέρονται ἐπίσης καὶ οἱ περικοπὲς Α΄ Κορ.11,2-16, καὶ Ἐφ. 5,22-24.

Ἑπομένως θὰ πρέπει νὰ ἑρμηνεύσουμε τὴν ἐν λόγω περικοπῆ μὲ βάση τὶς δύο ἄλλες, (Α΄ Κορινθίους καὶ Ἐφεσίους). Ὁ Παῦλος παίρνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ κάποιες ἐνθουσιαστικὲς τάσεις τῶν γυναικῶν, ποὺ εἶχαν ἐκδηλωθεῖ μὲ ἀνδρικὴ συμπεριφορὰ στὸν χῶρο τῆς λατρείας στὴν Κόρινθο, ἔρχεται νὰ καθορίσει τὴν ἱεραρχικὴ θέση τῶν δύο φύλων, τὴν συμπεριφορὰ καὶ τὴν ἐξωτερική τους ἐμφάνιση. Ἔτσι κατὰ τὸν Παῦλο ὁ ἄνδρας εἶναι ἡ «κεφαλὴ» τῆς γυναικός, (Α΄ Κορ.11,3), ὡς ἀρχὴ τῆς δημιουργίας της, ἀφοῦ ἀπὸ τὴ πλευρὰ τοῦ Ἀδὰμ ἐπλάσθη ἡ Εὕα. Ὅπως δὲ ὁ Πατήρ, ἂν καὶ εἶναι ἀϊδίως ὁ Γεννήτωρ τοῦ Υἱοῦ, ὅμως ὡς ὁμοούσιος πρὸς τὸν Υἱόν, εἶναι ἴσος καὶ ὁμότιμος πρὸς αὐτόν, ἔτσι καὶ ὁ ἄνδρας, ἂν καὶ εἶναι «κεφαλὴ» τῆς γυναικὸς ὡς ἀρχὴ τῆς δημιουργίας της, ὡστόσο ὡς ὁμοούσιος πρὸς τὴν γυναίκα εἶναι ἴσος καὶ ὁμότιμος πρὸς αὐτήν.

Ἐπίσης στὴν περικοπὴ Ἐφ.5,22-24 ἡ γυναίκα καλεῖται νὰ ὑποταχθεῖ στὸν ἄνδρα κατὰ τὸ πρότυπο τῆς ὑπακοῆς τῆς Ἐκκλησίας στὸν Χριστό. Ἐπειδὴ δὲ ἡ ὑπακοὴ αὐτὴ δὲν ἔχει δουλικό, ἀλλὰ χαρισματικὸ χαρακτήρα, γίνεται δηλαδὴ ἐλεύθερα καὶ ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστό, ἀντίστοιχα καὶ ἡ ὑπακοὴ τῆς γυναίκας πρὸς τὸν ἄνδρα δὲν πρέπει νὰ ἔχει δουλικὸ χαρακτήρα, ἀλλὰ νὰ γίνεται ἐλεύθερα καὶ ἀπὸ ἀγάπη πρὸς αὐτὸν καὶ τὸν Χριστόν.

Ὅταν ὁ Παῦλος δίδει τὸ προβάδισμα στὸν ἄνδρα καὶ ζητᾶ τὴν ὑπακοὴ ἀπὸ τὴν γυναίκα, αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ἔχει δικαίωμα ὁ ἄνδρας νὰ ἀσκεῖ καταπιεστικὴ ἐξουσία καὶ βία πρὸς τὴν γυναίκα, διότι αὐτὰ εἶναι ἔργα ποὺ χαρακτηρίζουν τὸν παλαιὸν ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας καὶ δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὴν καινὴ κτίση τῆς νέας ἐν Χριστῷ ζωῆς. Τὸ πρωτεῖο τοῦ ἀνδρὸς δὲν εἶναι πρωτεῖο ἐξουσίας, ἀλλὰ πρωτεῖο κενώσεως, διακονίας καὶ θυσίας, ποὺ ἀποτελοῦν ἔκφραση τῆς ἀγάπης του πρὸς αὐτήν. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ ἀγαπητικὸ περιεχόμενο τοῦ πρωτείου θέλει νὰ δηλώσει ὁ Παῦλος ὅταν προσθέτει παρὰ κάτω στὸν στίχο 25: «οἱ ἄνδρες ἀγαπᾶτε τὰς γυναίκας ἑαυτῶν, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἠγάπησε τὴν Ἐκκλησία».

Ὅπως τώρα ὁ Παῦλος θεμελιώνει πάνω σὲ χριστολογικὴ βάση τὶς σχέσεις ἀνδρὸς καὶ γυναικός, κατὰ παρόμοιο τρόπο, δηλαδὴ χριστολογικά, θεμελιώνει τὴν ἱεραρχικὴ θέση ἀνδρῶν καὶ γυναικὼν μέσα στὴ λατρεία. Ἑπομένως ὅταν παραγγέλει στὴν γυναίκα νὰ σιωπᾶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς λατρείας, δὲν τὸ κάνει γιὰ νὰ καταστείλει τὸ προφητικὸ χάρισμα τῆς γυναικός, (βλ. Α΄ Κορ.11,5), διότι τότε θὰ ἐρχόταν σὲ ἀντίφαση μὲ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ νὰ καταστείλει τὴν ἀταξία καὶ ἀκαταστασία τῆς λατρευτικῆς σύναξης ποὺ προερχόταν ἀπὸ τὴν φλυαρία κάποιων γυναικῶν.

Τέλος ἡ περικοπὴ Γαλ. 3,26-28 «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἰς ἐστὲ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ»,  ἀποτελεῖ τὴν κλασικὴ βαπτισματικὴ διακήρυξη τοῦ Παύλου γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ υἱοθεσία, τὴν ἰσότητα καὶ τὴν ὀντολογικὴ ἑνότητα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, πέρα ἀπὸ κάθε διάκριση κοινωνική, φυλετική, ἢ τῶν δύο φύλων. Στὴ νέα αὐτὴ κατάσταση τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς υἱοθεσίας δὲν ἰσχύει οὔτε ἡ περιτομή, οὔτε ἡ ἀκροβυστία. Ἡ σωτηρία ποὺ προσέφερε ὁ Χριστὸς ἔχει οἰκουμενικὲς διαστάσεις. Διασπᾶ τοὺς κοινωνικοὺς καὶ φυλετικοὺς φραγμοὺς καὶ μᾶς ἑνώνει ὅλους, Ἰουδαίους καὶ Ἐθνικούς, ἐλευθέρους καὶ δούλους, ἄνδρες καὶ γυναῖκες στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία κατὰ τρόπο ἰσότιμο. Ὡστόσο μὲ τὴν ὑπέρβαση τῆς διακρίσεως τῶν δύο φύλων δὲν σημαίνει ὅτι καταργεῖ τὶς φυσικὲς διαφορές, (βιολογικὲς καὶ ψυχικές), τῶν φύλων, ποὺ δόθηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸ κατὰ τὴν δημιουργία τοῦ ἀνδρὸς καὶ τῆς γυναικός. Μὲ βάση δὲ αὐτὲς τὶς διαφορὲς καλεῖται τὸ κάθε φύλο νὰ ἐκπληρώσει τὴν ἰδιαίτερη λειτουργική του ἀποστολὴ μέσα στὸ χῶρο τῆς οἰκογενείας καὶ τῆς κοινωνίας. 

Ἡ θέση τῆς γυναίκας στὸ Ἰσλὰμ
Ἐνῶ τὰ καινοδιαθηκικὰ κείμενα μᾶς δίδουν τὴν εἰκόνα τῆς πλήρως καταξιωμένης γυναικός, ὡς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ σὲ σχέση ἰσοτιμίας μὲ τὸν ἄνδρα, διαμετρικὰ ἀντίθετη εἶναι ἡ εἰκόνα ποὺ μᾶς δίδει γιὰ τὴν γυναίκα τὸ Κοράνιο, ὅπου τονίζεται ξεκάθαρα καὶ ἀπερίφραστα ἡ ὑπεροχὴ τοῦ ἀνδρὸς ἔναντι αὐτῆς: «Οἱ ἄνδρες», λέγει ὁ Μωάμεθ, «εἶναι οἱ προστάτες καὶ οἱ κύριοι τῶν γυναικῶν, γιατί ὁ Ἀλλάχ, ἔχει χαρίσει ἀνώτερο βαθμὸ στοὺς ἄνδρες ἀπὸ τὶς γυναῖκες, καὶ ἐπειδὴ ξοδεύουν ἀπὸ τὶς περιουσίες τους» (Στάδιο 4, οἱ Γυναῖκες, ἐδάφ. 34). Ἡ γυναίκα δηλαδὴ δὲν ἔχει κανένα δικαίωμα, καμιὰ ἀξία, δὲν διαφέρει καθόλου ἀπὸ ἕνα κτῆμα καὶ εἶναι ἀπόλυτα ἐξαρτημένη ἀπὸ τὸν ἄνδρα της, ὁ ὁποῖος τὴν ἐξουσιάζει.

Πολὺ ἐντυπωσιακὴ ἐπίσης εἶναι ἡ ἀντίθεση τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας στὸ θέμα τοῦ γάμου σὲ σχέση μὲ τὴν ἀντίστοιχη στὸ Ἰσλάμ. Στὸ μεγάλο αὐτὸ κοινωνικὸ θέμα τὸ Ἰσλὰμ καθιερώνει τὴν πολυγαμία τοῦ ἀνδρός, ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα τοῦ ἰδρυτοῦ του Μωάμεθ, ὁ ὁποῖος σύμφωνα μὲ τὴν βιογραφία του ἐνυμφεύθη ἐννέα γυναῖκες, (κατ’ ἄλλους δεκαπέντε), μία ἐκ τῶν ὁποίων, ἡ Ἀϊσά, ἦταν ἡλικίας μόλις ἐννέα ἐτῶν! Σύμφωνα μὲ τὸ Κοράνιο: «Κι’ ἂν φοβάσθε νὰ ἀδικήσετε τὶς ὀρφανές, (σὲ περίπτωση γάμου), τὰ ὀρφανά, τότε νὰ παντρεύεστε ἄλλες δύο, ἢ τρεῖς, ἢ τέσσερις γυναῖκες τῆς ἐκλογῆς σας. Κι’ ἂν ὅμως φοβάσθε ἀκόμη μήπως τὶς ἀδικήσετε, τότε νὰ παντρεύεστε μόνο μία, ἢ ὅποιες ἔχετε αἰχμάλωτες» (Στάδιο 4, οἱ Γυναῖκες, ἐδάφ. 3).

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς σχολιάζοντας τὸν πολυγυνισμὸ τοῦ Μωάμεθ, ἀναφέρει: «Οὗτος ὁ Μαμέδ, (Μωάμεθ), πολλᾶς ληρωδίας, (μωρολογίες), συντάξας ἑκάστη τούτων προσηγορίαν ἐπέθηκεν. Οἶον, (ὅπως γιὰ παράδειγμα), ἡ γραφὴ τῆς γυναικὸς καὶ ἐν αὐτὴ τέσσαρας γυναίκας προφανῶς λαμβάνων νομοθετεῖ καὶ παλλακᾶς, ἐὰν δύνηται χιλίας, ὄσας ἡ χεὶρ αὐτοῦ κατάσχη ὑποκειμένας ἐκ τῶν τεσσάρων γυναικῶν, (οἱ ὁποῖες θὰ ὑπακούουν στὶς τέσσαρες γυναῖκες)» (PG.94,769D).

Παρὰ κάτω ἀναφερόμενος στὸ θέμα τῶν σεξουαλικῶν σχέσεων στὸ χῶρο τῆς οἰκογένειας, ἀποκαλύπτει τὴν ἐσχάτη κατάπτωσή της καὶ ἀπὸ ντροπὴ συστέλλεται νὰ ἀπαριθμήσει τὰ ὅσα ἀκατονόμαστα γράφονται στὸ Κοράνιο: «Στὴν ἴδια Γραφὴ [δηλαδὴ στὸ Κοράνιο] ὁ Μωάμεθ παραγγέλει τὰ ἀκόλουθα: ‘Δούλεψε τὴ γῆ ποὺ ὁ Θεός σοῦ ἔδωκε καὶ φρόντησέ την, κᾶνε δὲ αὐτὸ καὶ μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο, γιὰ νὰ μὴν ἀναφέρω [ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος], ὅπως κάνει ἐκεῖνος, [ὁ Μωάμεθ], ὅλα τὰ αἰσχρὰ’» (PG. 94,769D).

Ἀπὸ ὅσα παρὰ πάνω ἀναφέραμε καθίσταται, πιστεύουμε, ἀντιληπτὴ γιὰ κάθε ἀμερόληπτο καὶ ἀπροκατάληπτο ἐρευνητὴ τῆς ἀλήθειας, ἡ χαώδης, ἡ ἀγεφύρωτη ἀπόσταση ποὺ χωρίζει τὸν Χριστιανισμὸ ἀπὸ τὴν προχριστιανικὴ εἰδωλολατρία, ἀλλὰ καὶ τὸ Ἰσλάμ, στὸ ἐν λόγω θέμα. Θλιβόμαστε εἰλικρινὰ γιὰ τὴν ἀτυχῆ προσπάθεια τοῦ ἀρθρογράφου νὰ διαστρεβλώσει τὴν πραγματικότητα, προκειμένου νὰ ἀποδείξει, ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι δῆθεν ἀναχρονιστικὸς καὶ ὀπισθοδρομικὸς γιὰ τὰ δεδομένα τῆς σύγχρονης κοινωνίας.

Δυστυχῶς ἡ δημοσιογραφία πρωτοπορεῖ σὲ αὐτὴ τὴν κατρακύλα, ὡς «σημεῖο τῶν καιρῶν». Ὅμως οὐδόλως φοβούμαστε, διότι ἡ ἀλήθεια, ὅσο καὶ νὰ ἀπωθεῖται, ὅσο καὶ ἂν πολεμεῖται, δὲν μπορεῖ νὰ σβήσει καὶ στὸ τέλος φανερώνεται καὶ μαζὶ φανερώνει καὶ τὶς ἐπιδιώξεις ὅσων τὴν κακοποιοῦν. Ἐν προκειμένω, ὁ κ. Παντελὴς Μπουκάλας, κάνοντας μία ἀγωνιώδη προσπάθεια νὰ «ἰσλαμοποιήσει» τὸν Χριστιανισμό, βρίσκεται ἔκθετος στοὺς ἀντικειμενικοὺς ἀναγνῶστες του, διότι ἀποδεικνύεται ὅτι δὲν γνωρίζει οὔτε τί ἐστὶ Ἰσλάμ, οὔτε τί ἐστὶ Ὀρθοδοξία! Λυπούμεθα εἰλικρινά!   

Ἐκ τοῦ Γραφείου ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων καὶ τῶν Παραθρησκειῶν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.