Γεννήθηκε στὸ Βορνιτσένι τῆς
Ρουμανίας. Κατὰ κόσμον ὀνομαζόταν Γεώργιος Ἰγκνὰτ καὶ ἦταν ὁ μεγαλύτερος ἀπὸ τὰ
ὀκτὼ ἀδέλφια του. Τὸ 1922 ἀναχώρησε γιὰ τὴ σκήτη Μάγκουρα καὶ τὸ ἑπόμενο ἔτος ἐκάρη
μοναχός. Τὸ 1924 χειροτονήθηκε διάκονος γιὰ τὸν μεγάλο ζῆλο ποὺ εἶχε γιὰ τὴν Ἐκκλησία.
Μαζὶ μὲ τὸν μικρὸ ἀδελφό του
Δημήτριο, τὸν μετέπειτα Ἱερομόναχο Διονύσιο (1909-2004), ἄνδρα μεγάλης ἀρετῆς,
τὸ 1926 ἦλθαν στὸ Κελλὶ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῆς Καψάλας, ὅπου ἐκάρη μεγαλόσχημος
καὶ χειροτονήθηκε διάκονος. Κατόπιν πῆγαν στὸ Κελλὶ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς
Θεοτόκου. Τὸ 1930 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Ζοῦσε μὲ μεγάλη πενία καὶ εὐλάβεια.
Στὴ συνέχεια πῆγαν στὸ Κελλὶ τοῦ Ἁγίου Τύχωνος στὴν ἴδια περιοχὴ τῆς ἡσυχαστικῆς
Καψάλας. Τὸ 1937 ἦλθαν στὸ Κελλὶ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου – Κολιτσοῦ. Ἐργάσθηκαν μὲ ζῆλο
γιὰ τὴν ἀνακαίνιση τοῦ Κελλιοῦ. Μὲ εὐλάβεια, ἀγάπη, κατάνυξη καὶ προσοχὴ τελοῦσε
ἀπαράβατα ὅλες τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ τὶς συχνὲς Θεῖες Λειτουργίες.
Οἱ πολλοὶ πειρασμοὶ δὲν τὸν ἔκαμπταν
καὶ οἱ θεῖες παρηγοριὲς δὲν ἔλειπαν ἀπὸ τὴ ζωή του. Ὑπῆρξε διακριτικὸς καὶ
καλοκάγαθος Πνευματικός. Οἱ δαίμονες προσπαθοῦσαν νὰ...
τὸν ἀποθαρρύνουν, μὰ δὲν τὰ
κατάφερναν. Γέροντα εἶχε τὸν π. Γεδεῶν († 1979). Ἡ ἀγρυπνία ἦταν καθημερινή. Στὸ
Ἅγιον Ὅρος ἦλθε μόνο γιὰ τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Μὲ τὴ χάρη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ
Παναγάθου Θεοῦ ἔγινε κληρονόμος της. Ὅπως ἔλεγε ὁ ἀδελφός του Διονύσιος, «Γι’ αὐτὸ
ὁ Θεός, ποὺ εἶναι τόσο καλὸς καὶ ποὺ τόσο πολύ μᾶς ἀγαπάει, μᾶς ἔδωσε αὐτὴ τὴν
“ψεύτικια” ζωή, γιὰ νὰ ἑτοιμαστοῦμε γιὰ τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν! Ἐκεῖ εἶναι ἡ
πατρίδα μας, ἡ ἀληθινὴ πατρίδα μας, κι ὄχι ἐδῶ, ποὺ ζοῦμε! Ἐδῶ εἴμαστε
μουσαφιραῖοι!».
Ἀνεπαύθη ἐν Κυρίω τὴν 1.3.1965.
Πηγές–Βιβλιογραφια: Κωνσταντίνου Ρώιμπα, Πνευματικὲς
νουθεσίες Γέροντος π. Διονυσίου Ρουμάνου Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὅρος 2004.
Πηγή: Μοναχοῦ Μωυσέως Ἁγιορείτου,
Μέγα Γεροντικὸ ἐναρέτων ἁγιορειτῶν τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος Τόμος Β΄ – 1956-1983, Ἐκδόσεις
Μυγδονία, Ἃ΄ Ἔκδοσις, Σεπτέμβριος 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου