14 Δεκ 2013

«Πνεῦμα δυνάμεως ἀγάπης καὶ κυρίως σωφρονισμοῦ»

Γράφει ὁ  Ἀρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος
Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς ΙΑ' Λουκᾶ Τῶν Ἁγίων Προπατώρων (Β' Τιμ. α' 8-18)
Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ θὰ ἀκούσουμε τὴν Κυριακὴ στοὺς ναούς μας, εἶναι ἕνα κείμενο ἀπὸ τὸ πρῶτο κεφάλαιο τῆς Β' πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολῆς τοῦ π. Παύλου. Εἶναι ἕνα κείμενο, στὸ ὁποῖο φαίνεται ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως καὶ στὸ τέλος γίνεται ἐπαινετικὴ ἀλλὰ καὶ ἀρνητικὴ ἀναφορὰ γιὰ κάποια πρόσωπα. Ἐπειδὴ ἡ ὁμολογία εἶναι θέμα καίριο γιὰ τὸν κάθε συνειδητὸ πιστό, πόσο μᾶλλον γιὰ τοὺς ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐμβαθύνουμε στὸ πνεῦμα τῆς Ἀποστολικῆς Ὁμολογίας, ἀλλὰ καὶ στὶς συνέπειες ποὺ ἔχει αὐτὴ σ΄ ἐμᾶς. Καὶ δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ἡ ὁμολογία, ἐκτός της πίστεως, ἀπαιτεῖ καὶ τὸ θάρρος. Ἀπαιτεῖ τὴν πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ τὴ δύναμη, γιὰ τὶς ὁποῖες κάνει λόγο ὁ Ἀπόστολος στὸ κείμενό του.
Ἑπομένως, ἀφοῦ οἱ πιστοὶ ἔχουμε λάβει ὄχι «πνεῦμα δειλίας, ἀλλὰ δυνάμεως καὶ σωφρονισμοῦ» (Β' Τιμ. Α' 7), εἶναι ἀπαράδεκτο τὸ νὰ ντρεπόμαστε νὰ ὁμολογοῦμε αὐτὴ τὴν ἀλήθεια ποὺ δὲν εἶναι ἄλλη, ἀπὸ τὸ Θεανδρικὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εὐθὺς ἐξ' ἀρχῆς λοιπόν, παραγγέλλει στὸν μαθητὴ τοῦ Τιμόθεο: «Μὴ ἐπαισχυνθεῖς». Μὴ ντραπεῖς δηλ. νὰ δίδεις τὴν μαρτυρία σου περὶ τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ οὔτε γιὰ ἐμένα νὰ ντρέπεσαι ποὺ εἶμαι δέσμιος, ὄχι γιὰ ἄλλους λόγους, ἀλλὰ χάριν τοῦ Ἁγίου Του ὀνόματος.
Καὶ κατόπιν τῆς θερμῆς αὐτῆς προτροπῆς γιὰ τὴν Ὁμολογία, στὸ ἱερὸ κείμενο ἀναπτύσσεται ἡ Χριστολογικὴ καὶ Σωτηριολογικὴ ἀποκάλυψη. Ἡ ἀλήθεια δηλ. πού εἶναι....
ἀνάγκη νὰ γνωρίζουν οἱ πιστοί, ἀφοῦ αὐτὸ εἶναι οὐσιαστικὰ τὸ κήρυγμα καὶ ἡ πρόσκληση τῆς Σωτηρίας στὸν κόσμο, ποὺ κηρύσσει ἡ Ἐκκλησία μας.
«Αὐτὸς μας ἔσωσε καὶ μᾶς κάλεσε μὲ ἱερὴ κλήση ποὺ μᾶς ἁγιάζει. Μᾶς ἔσωσε καὶ μᾶς κάλεσε ὄχι γιὰ τὰ ἔργα μας, ἀλλὰ γιατί ὁ ἴδιος εἶχε τὴν ἀγαθὴ θέληση καὶ μᾶς πρόσφερε τὴ χάρη του, λόγω τῆς σχέσεώς μας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Μᾶς ἔδωσε λοιπὸν τὴ χάρη του καὶ μᾶς πρόσφερε τὴ σωτηρία αὐτή, προτοῦ δημιουργηθοῦν ὅσα ἔγιναν μέσα στὸ χρόνο, ἐπειδὴ τὴν εἶχε ἀποφασίσει προαιώνια. Αὐτὴ δὲ ἡ χάρις, φανερώθηκε τώρα μὲ τὴν ἐμφάνιση στὴ γῆ τοῦ Σωτῆρος μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος κατήργησε τὸν θάνατο καὶ ἔφερε στὸ φῶς ζωὴ καὶ ἀθανασία διὰ τοῦ Εὐαγγελίου, γιὰ τὸ ὁποῖο ἐγὼ ὁρίστηκα κήρυκας καὶ Ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος τῶν ἐθνικῶν» ( Β' Τιμ. Α' 9-11).

Πράγματι ἀδελφοί μου, μόνο θεόπνευστος νοῦς καὶ καρδιὰ ποὺ ἔχει καταστεῖ κατοικητήριον τῆς Ἁγίας Τριάδος, θὰ μποροῦσε «ἐν βραχὺ ρήματι» νὰ χαράξει αὐτὲς τὶς ἀλήθειες! Ἀλλὰ καὶ πάλι, ὁ Ἀπόστολος ἐπανέρχεται στὸ κεντρικὸ θέμα τῆς ὁμολογίας, τονίζοντας ὅτι γιὰ ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀνέφερε, δὲν ντρέπεται «οὐκ ἐπαισχύνομαι»! «Δὲν ντρέπομαι, διότι γνωρίζω σὲ ποιὸν ἔχω στηρίξει τὴν ἐμπιστοσύνη μου. Ἔχω ἐμπιστοσύνη, διότι γνωρίζω, εἶμαι πεπεισμένος ἀπολύτως, ὅτι Ἐκεῖνος ἔχει τὴν δύναμη τοῦτο τὸν θησαυρὸ τῆς πίστεως καὶ τὴν ἀμοιβὴ πού μου ἀναλογεῖ νὰ τὰ διαφυλάξει μέχρι τὴν ἡμέρα ἐκείνη τῆς δευτέρας Τοῦ παρουσίας» (Β' Τιμ. Α' 12).
Καὶ κατόπιν τῆς διδασκαλίας αὐτῆς, περιγράφει τώρα ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν τὴ ζωή του καὶ τὰ παθήματά του. Τὸ κάνει αὐτό, γιὰ νὰ παραδειγματιστεῖ τὸ ἀγαπημένο πνευματικό του τέκνο, ὁ Τιμόθεος. Τὸν παρακινεῖ νὰ ἔχει ὡς φωτεινὸ παράδειγμα τῆς Εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, τὴ δική του γνήσια καὶ ὑγιῆ διδασκαλία περὶ τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ: «Ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων ὧν παρ' ἐμοῦ ἤκουσας, ἐν πίστει καὶ ἀγάπη τὴν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Β' Τιμ. Α'13).
Ἐπειδὴ ὅμως τὸ θέμα τῆς ἐν Χριστῷ ὁμολογίας εἶναι ἀπὸ τὰ οὐσιώδη της Χριστιανικῆς ζωῆς, συνεχίζει νὰ τοῦ ὑπενθυμίζει καὶ πρόσωπα, τόσο ἀπὸ θετικῆς, ὅσο καὶ ἀπὸ ἀρνητικῆς πλευρᾶς, ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὸ Εὐαγγέλιο.
Μὴ μιμηθεῖς αὐτοὺς ποὺ μὲ ἐγκατέλειψαν, τοῦ παραγγέλλει μὲ πόνο. Ἀντιθέτως, στὴν οἰκογένεια τοῦ Ὀνησιφόρου, εἴθε νὰ δώσει ὁ Κύριος πλούσιο τὸ ἔλεός του, διότι αὐτὸς πολλὲς φορὲς μὲ ἀνακούφισε καὶ δὲν ντράπηκε - «οὐκ ἐπαισχύνθη» - τὴν ἁλυσίδα τῶν δεσμῶν μου, ἀλλὰ καὶ στὴ Ρώμη ἔφτασε καὶ μὲ ἀναζήτησε ἐπιμόνως καὶ μὲ βρῆκε.
Καὶ φυσικά, αὐτὴ ἡ ἐπιμονὴ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Ἀπόστολο, κρύβει καὶ τὸ θάρρος καὶ τὴν ἀρετὴ τῆς Ὁμολογίας. Ἀλλὰ ἐδῶ τώρα, τίθεται ἕνα ἐρώτημα. Καλά, αὐτοὶ ποὺ ἔμειναν πιστοὶ «ἄχρι τέλους». Οἱ ἄλλοι ποὺ εἶναι καὶ ἐπισημαίνονται μάλιστα ὡς παράδειγμα πρὸς ἀποφυγήν, γιὰ ποῖον λόγο τὸν ἐγκατέλειψαν καὶ μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο, τὸν Κύριο καὶ Θεό; Εἶναι τραγικό, ἀλλὰ ἐπιβάλλεται νὰ γίνει εἰδικὸς λόγος. Ἐγκατέλειψαν τὴν πίστη καὶ τὸν Ἀπόστολο, διότι φοβήθηκαν μήπως φυλακιστοῦν καὶ αὐτοὶ ἀπὸ τὸν Νέρωνα.
«Ἀπεστράφησαν μέ». Πόσος πόνος στὸν λόγο αὐτὸ τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου. Μὲ ἀρνήθηκαν, ἀφοῦ πρῶτα ἀρνήθηκαν τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Ἀρνήθηκαν νὰ ὁμολογήσουν τὴν πίστη. Συμβιβάστηκαν. Ὁ ζῆλος ἐξατμίστηκε. Καὶ ὅταν ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ ζῆλος τῆς πίστεως χάνονται, τότε τὴν καρδιὰ τὴν γεμίζει ἡ ντροπὴ καὶ ὁ φόβος τοῦ κόσμου. Ἔτσι, ἐκτὸς τῶν ἁγίων μαρτύρων, ὑπάρχουν δυστυχῶς καὶ οἱ πεπτωκότες. Αὐτοὶ ποὺ προτιμοῦν «τὴν ἡσυχία τους». Αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι κοστολογοῦν τόσο πολὺ τὴν ὑπόληψη τοῦ κόσμου καὶ τὴν ἀξία τῆς χαμοζωῆς, ὥστε φτάνουν ν' ἀρνηθοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ αὐτὴν τὴν αἰωνιότητα. Τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ἀλλ' ἂς μὴ νομίσουμε ὅτι οἱ θλιβερὲς αὐτὲς καταστάσεις ἔκαναν τὴν ἐμφάνισή τους μόνο κατὰ τὰ ἔτη τῶν σκληρῶν διωγμῶν. Δυστυχῶς, οἱ συμβιβασμοὶ καὶ οἱ προδοσίες, ὡς καρκινώματα, ἐμφανίζονται σὲ κάθε ἐποχὴ καὶ σὲ ὅλα τὰ γεωγραφικὰ μήκη καὶ πλάτη. Παρουσιάζονται ὄχι μόνο σὲ ἁπλοϊκοὺς πιστοὺς ποὺ δὲν φρόντισαν νὰ ρίξουν γερὰ τὰ θεμέλια της πίστεως στὴν ὕπαρξή τους, ἀλλὰ τὸ διαπιστώνει κανεὶς καὶ σὲ ὅλα δυστυχῶς τὰ ἐπίπεδα, κλήρου, μοναχισμοῦ καὶ λαοῦ. Εἶναι δὲ πολὺ χαρακτηριστικό, ὅτι τὰ ὀνόματα τῶν προσώπων ποὺ μὲ βαθιὰ θλίψη ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος «Φύγελλος καὶ Ἐρμογένης», δὲν ἦταν οὔτε τυχαῖοι, οὔτε φυσικὰ ἐχθροὶ ἐξ' ἀρχῆς. Ἦταν συνεργάτες τοῦ μεγαλύτερου τῶν Ἀποστόλων. Καὶ φυσικά, αὐτὸς ποὺ ντροπιάζεται αἰωνίως, δὲν εἶναι ὁ Ἀπόστολος, ἀλλ' αὐτοὶ οἱ ἀποστάτες.
Ἂν λοιπόν, ὑπεροχικὰ πρόσωπα στὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, ξεφεύγουν καὶ ἀρνοῦνται τελικῶς, τόσο τὴν πίστη, ὅσο καὶ τοὺς Ἀποστόλους, καὶ γενικώτερα τοὺς Πατέρες καὶ διδάσκαλους, ἕως καὶ τὶς ἡμέρες μας, κατανοεῖ κανεὶς πόση προσοχὴ χρειάζεται στὸ νὰ μένει κανεὶς ἑδραῖος καὶ ἀμετακίνητος ἐπὶ τῶν ἐπάλξεων τῆς ἐν Χριστῷ ὁμολογίας.

Εἶναι εὔκολη ἡ ὁμολογία; Εἶναι καὶ εὔκολη ἀλλὰ καὶ δύσκολη. Εὔκολη ὅταν κανεὶς ἀποδεχθεῖ ἀπολύτως καὶ χωρὶς κρατούμενα τὸν Κύριο. Ὅταν ζεῖ τὴ ζωὴ Τοῦ μέσα στὸ Σῶμα Του ποὺ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Δύσκολη ὅμως καὶ ἀδύνατη, ὅταν ὁ «πιστὸς» θέλει νὰ συμβιβάσει τὰ ἀσυμβίβαστα, νομίζοντας ὅτι καὶ τὸν Θεὸ μπορεῖ νὰ λατρεύει, ἀλλὰ καὶ ὁ κόσμος νὰ τὸν θεωρεῖ δικό του. Χρειάζεται ὅμως προσοχὴ καὶ διάκρισις.
Τὸ θέμα τῆς ὁμολογίας - καὶ μάλιστα τὶς ὀρθές του προδιαγραφὲς - γιὰ νὰ μὴν καταντᾶ ἄκριτο καὶ φαιδρό, γιὰ νὰ μὴ φέρει πνευματικὴ ζημία ἀντὶ καλοῦ καὶ ὠφελείας, πρέπει νὰ συνοδεύεται μὲ διάκριση. Δὲν εἶναι καὶ τόσο ἁπλὸ ὅσο ἴσως ἐξ' ἀρχῆς φαίνεται. Εἶναι πολύπτυχο καὶ ἀπαιτεῖ ὄχι μόνο τὴν ἁγνὴ διάθεση ἐκ μέρους τοῦ πιστοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν στιβαρὴ χειραγωγία ἀπὸ ἔμπειρο ἢ ἔμπειρους πνευματικοὺς πατέρες.
Βεβαίως, τὸν Ἀπόστολο Τιμόθεο τὸν κρατοῦσε γερὰ καὶ τὸν διαπαιδαγωγοῦσε ἐν Χριστῷ ὁ μέγιστος τῶν Ἀποστόλων. Καὶ ἂν ἐρευνήσουμε, θὰ διαπιστώσουμε πὼς πίσω ἢ καλύτερα δίπλα ἀπὸ τὸν κάθε ὁμολογητὴ ἢ μάρτυρα τῆς ἀμωμήτου πίστεώς μας, βρίσκεται ἕνας αὐθεντικὸς πνευματικὸς πατέρας ποὺ ἀνδρωσε καὶ γύμνασε μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἡρωίκη ὕπαρξη. Διότι καὶ στὸ σημεῖο αὐτό, θὰ πρέπει νὰ γνωρίζουμε, πὼς λειτουργοῦν οἱ πνευματικοὶ νόμοι. Εἶναι δὲ ἀδύνατον νὰ φέρει κανεὶς εὐλογημένα ἀποτελέσματα ὅταν ξεκινᾶ μόνος ἢ τὸ ἀκόμα χειρότερο, ὅταν τὴν «ἀποτείχισή» του ἢ τὴν ἀποκοπή του ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, τὴν τοποθετεῖ στὰ ὁμολογιακὰ δῆθεν ἐπίπεδα καὶ τὸ σχίσμα θέλει νὰ τὸ δικαιολογήσει ὡς δῆθεν Πατερικὴ γραμμὴ καὶ αὐθεντικὴ Ὀρθοδοξία. Τὸ δὲ ἀκόμα χειρότερο εἶναι τοῦτο. Πῶς ἐνῶ ἀργὰ ἢ γρήγορα συνειδητοποιεῖ κανεὶς τὴν πλάνη καὶ τὴν παρασπονδία του, «αἰσχύνεται» ὅμως καὶ νὰ τὴν ὁμολογήσει. Καὶ γιατί αὐτό; Διότι τώρα φοβᾶται νὰ ἀντιμετωπίσει τὸν συρφετὸ τῆς ὁμάδας τῶν «συναγωνιστῶν» ποὺ καὶ αὐτοὶ ἴσως, ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἴδιον νὰ ὁδηγήθηκαν στὴν κατ' ἄτομο ἢ καὶ στὴν ὁμαδικὴ «ἀποτείχιση» καὶ ἀποκοπῆ.
Ἀλλ' ἐπιβάλλεται στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ ἀγγίξουμε καὶ μία παραπλήσια καὶ κρυφὴ ἢ καὶ φανερὴ πληγή. Τὸ πόσες δηλ. ψυχές, κατὰ τὰ ἄλλα ἀγαθὲς καὶ εἰλικρινεῖς, διστάζουν ἢ καὶ φοβοῦνται νὰ ὁμολογήσουν τὴν ἀλήθεια. Φοβοῦνται καὶ δειλιάζουν, λόγω του ὅτι ἔχουν ἐγκλωβιστεῖ σὲ καθαρὰ ἀνθρώπινες καταστάσεις. Καθοδηγοῦνται δηλ. ἀπὸ πρόσωπα ποὺ ἔχουν ἡμιμάθεια σὲ θέματα ὀρθοδόξου βιωτῆς καὶ Πατερικῆς παραδόσεως. Σὲ ὁμάδες μὲ ρευστὴ δογματικὴ συνείδηση. Ἀποτέλεσμα; Νὰ ἀρνοῦνται ὄχι μόνο τὴν αὐθεντικὴ ὁμολογία, ἀλλὰ καὶ τὴν πιὸ ἁπλὴ ἔστω διαμαρτυρία σὲ θέματα ποὺ ἅπτονται τὴν οὐσία καὶ αὐτῆς τῆς ζωῆς, ὅπως εἶναι γιὰ παράδειγμα ὁ λεγόμενος «ἐγκεφαλικὸς θάνατος», ἀλλὰ καὶ τόσα ἄλλα γιὰ τὰ ὁποία θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποδείξουν ὅτι καὶ εὐαισθησία ὑπάρχει στοὺς κόλπους τους, μὰ καὶ ὅτι γνωρίζουν νὰ ξεχωρίζουν τὴν αὐθεντικὴ Ἀποστολικὴ καὶ πατερικὴ φωνή, ἀπὸ τὸν ψευδοσυναισθηματισμὸ καὶ τὶς νόθες Ἐκκλησιαστικὲς καταστάσεις.
Εἴθε, ὁ Κύριος Ἰησοῦς νὰ χαρίζει τὸν φωτισμό, τὴν διάκριση καὶ τὴν ὁμολογία σὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις τῆς πίστεως καὶ τῆς ζωῆς μας.
Ἀμὴν.

1 σχόλιο:

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.