20 Απρ 2013

Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μετεωρίτης, 20 Ἀπριλίου 1380

(1302-1380)
Γεννήθηκε στὴ Νέα Πάτρα, τὴ σημερινὴ Ὕπατη τῆς Φθιώτιδος, ἀπὸ γονεῖς ἐπιφανεῖς, περὶ τὸ 1302. Νωρὶς ἔμεινε ὀρφανός. Τὴν καλὴ ἀνατροφή του μὲ ἀγάπη ἀνέλαβε ὁ θεῖος του. Ὁ ζῆλος του γιὰ μάθηση τὸν ἔκανε νὰ κάθεται ἔξω ἀπὸ τὰ σχολεῖα ν’ ἀκούει τὰ μαθήματα, ἐπειδὴ δὲν εἶχε τὰ ἀπαιτούμενα ἔξοδα γιὰ τοὺς δασκάλους του. Βλέποντας ἐκεῖνοι «τὸ πρόθυμον καὶ εὐπάρεδρον, ἐδίδασκον αὐτὸν καὶ δίχα μισθοῦ». Ἡ εὐφυΐα του τὸν βοήθησε νὰ μορφωθεῖ ἐξαίρετα.
Μετὰ τὴν κατάληψη τῆς πόλεώς του ἀπὸ τοὺς Καταλανοὺς (1319), κατέφυγε στὴ Θεσσαλονίκη, ὅπου ὁ θεῖος του ἀνεπαύθη στὴ μονὴ Ἀκαπνίου, στὸν Ἄθωνα, τὴν Κωνσταντινούπολη, τὴν Κρήτη καὶ πάλι στὸν Ἄθωνα, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἀπὸ Ἀνδρόνικος ὀνομάσθηκε Ἀθανάσιος (1332). Ἀσκήτευσε κοντὰ στὴ σκήτη τοῦ Μαγουλά, στὴ θέση Μηλέα. Ὑποτάχθηκε στοὺς ἐνάρετους ἡσυχαστὲς Γέροντες Γρηγόριο καὶ Μωϋσῆ καὶ «πάντα τὰ τῆς ὑπηρεσίας ἀβαρῶς ἔξετελει».
Οἱ συχνὲς ἐπιδρομὲς τῶν πειρατῶν ἀνάγκασαν νὰ χωρίσει ἡ εὐλογημένη συνοδεία. Ὁ Ἀθανάσιος, μαζὶ μὲ τὸν Γέροντά του Γρηγόριο, ἔφυγαν ἀπὸ τὸ Ὅρος κι ἀναζητώντας νέο ἡσυχαστικὸ τόπο, μέσω Θεσσαλονίκης καὶ Βέροιας, ἔφθασαν στοὺς Σταγούς, στὴ σημερινὴ Καλαμπάκα, ὅπου βρίσκονται «λίθοι ὑψίκομοι καὶ εὐμεγέθεις ἀπὸ κτίσεως κόσμου», τὰ γνωστὰ Μετέωρα. Οἱ σχισμὲς τῶν βράχων ὑπῆρξαν ἡ πρώτη κατοικία τους.
Στὴν κορυφὴ τοῦ μεγαλύτερου βράχου ὁ ὅσιος, μαζὶ μὲ τὸν ὅσιο...
ωάσαφ, ἵδρυσε τὴν πρώτη κοινοβιακὴ μονὴ τοῦ πέτρινου δάσους, κατὰ τὰ ἁγιορείτικα πρότυπα πρὸς τιμὴ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος καὶ τῆς Θεοτόκου. Ἡ ἀρετὴ του συγκέντρωσε γύρω του πολλοὺς μοναχούς, γιὰ τοὺς ὁποίους συνέταξε τὸν κανονισμὸ τοῦ κοινοβίου, στὸ πνεῦμα τῆς ἀσκητικῆς παραδόσεως. Στὰ τελευταῖα του ἔτη ἀποσύρθηκε σὲ σπήλαιο τοῦ βράχου, ποὺ σώζεται μέχρι σήμερα, ὅπου «ἀμερίμνως ὁ γέρων ἠσύχαζεν». Μετὰ τὴν ὀσιακὴ κοίμησή του, ὁ τάφος του, ποὺ μόνος του τὸν εἶχε ἀνοίξει, εὐωδίασε. Τοῦ εἶχε δοθεῖ τὸ χάρισμα τῆς προφητείας καὶ τῆς προοράσεως πλούσια.
Ὁ ὅσιος Ἀθανάσιος ὑπῆρξε μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες μορφὲς τοῦ ἡσυχασμοῦ τοῦ 14ου αἰώνα· χαρισματοῦχος, διακριτικός, θαυματουργὸς πατήρ. Συνδεόταν μὲ τοὺς ὁσίους Γρηγόριο τὸν Σιναΐτη, Δανιὴλ τὸν ἡσυχαστή, Ἰσίδωρο καὶ Κάλλιστό τούς Οἰκουμενικοὺς Πατριάρχες καὶ ἄλλους.
Ὁ βίος του γράφηκε ἀπὸ ἀνώνυμο μαθητή του, λίγα ἔτη μετὰ τὴν κοίμησή του. Ποιητὴς τῆς ἀκολουθίας του εἶναι ὁ Ἰουστίνος Δεκαδύο. Τοιχογραφίες του σώζονται στὰ καθολικὰ τῶν μονῶν τῆς Μεταμορφώσεως καὶ τοῦ ἁγίου Νικολάου τοῦ Ἀνάπαυσα τῶν Μετεώρων. Στὴ μονὴ τοῦ Μεγάλου Μετεώρου φυλάγεται ἡ χαριτόβρυτη κάρα τοῦ ἁγίου κτήτορός της, τοῦ θεοφόρου Ἀθανασίου, γιὰ τὸν ὅποιο πολλοὶ πολλὰ ἔγραψαν.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 20 Ἀπριλίου.
Μοναχοῦ Μωύσεως Ἁγιορείτου, Ἅγιοι Ἁγίου Ὅρους, Ἐκδόσεις Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2007

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.