2 Νοε 2012

Ποίημα: «Ὁ πόνος τοῦ Μακρυγιάννη»

“Κριτής” τοῦ Ἔθνους του τὸ Εἰκοσιένα
Τουρκιὰ ἀρνήθηκε, δὲ σκύβει αὐχένα.
Δὲ συμβιβάζεται γιὰ τὴν Πατρίδα
Ρωμιὸς γεννήθηκε, ζεῖ τὴν ἐλπίδα.

Μεσ' τὴν πανήγυρι τ' ἀφέντη Ἁγιάννη,
σύμφωνο ἔκλεισε κι ὅρκο τοῦ κάνει.
Νάτος, τὸ ἐφτίαξε δικό του ἀσκέρι,
ἀστράφτει τ' ἅρματα, κι «εὐχὴν ἀναμέλπει»

Σπάθα καὶ ἅρματα τοῦ Μακρυγιάννη,
Τοῦρκος τὰ γνώρισε, φόβος τὸν πιάνει.
Εὐθὺς ὁ λόγος του, ζωὴ θυσία,
δὲν τὸν ἐπρόσβαλε ὑποκρισία.

Ποτάμια αἵματα, φέρνουν τὴ Νίκη,
μὰ ὁ Πολέμαρχος μάτι δὲν...
κλείνει.
Μάουρερ ὕπουλον, Τοῦρκος δὲν φτάνει,
κι ἀμέσως ἔσυρε τὸ γιαταγάνι.

Κλεῖστε τὶς θύρες δα, καὶ θὰ σφαγοῦμε.
Δὲν πολεμήσαμε γιὰ ν' ἀρνηθοῦμε.
Ποιὸς τὸ ἐτόλμησε ξένη θρησκεία,
νὰ φέρει ἐπάρατη «φραμασσωνεία»;

Τὰ μοναστήρια μας τὰ ἐσφραγίσαν,
κι ἀγωνιστῶν παιδιὰ περιφρονῆσαν.
Ρωμιοὶ σακάτηδες ταπεινωμένοι,
κι ὁ Μπαρμπαγιάννης μας δὲν ὑπομένει.

«Σύνταγμα» ζήτησε, δὲν κάνει πίσω.
Ἔθνος μου Ἅγιο, πῶς νὰ σ' ἀφήσω;
Ἐπολεμήσαμε γιὰ Ἐλευθερία,
Φράγκοι μᾶς φέρανε νέα δουλεία.


Καὶ ἡ φαμίλια του, πῶς θὲ ν' ἀντέξει;
«Παρὰ» δὲ σύναξε γιὰ νὰ ξοδέψει.
Χαράζει σκέψεις του γιὰ τὸν ἀγώνα,
πλοῦτος τοῦ Ἔθνους μας εἰς τὸν αἰώνα.

Φίλοι ἀχώριστοι μὲ Τουρκοφάγο,
δάκρυζαν κι ἔλεγαν, δὲν παίρνει ἄλλο.
Στύλος ἀκλόνητος μὲς στὴ γενιά του,
ἄνδρας ἀτρόμητος ὡς στὰ στερνά του.

Ζεῖ τὰ μυστήρια καὶ ἀναμένει...
ἒνδοξ' ἀσκέρι τοῦ τὸν περιμένει...
Τὰ πάντα πρόσφερες γιὰ τὴν Πατρίδα,
ἡ Εὐχή σου, Γέροντα, χρυσὴ ἐλπίδα!
                  π. Ἰωὴλ
                  Κόνιτσα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.