8 Νοε 2012

Ἀγγελολογία - Δαιμονολογία

Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος ἐφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Πειραιῶς
Βασικὴ διάκριση τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας εἶναι ἡ διάκριση μεταξὺ κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου. Ἄκτιστος, δήλ. ἀδημιούργητος, χωρὶς αἰτία δημιουργίας εἶναι μόνον ὁ Ἅγιος Τριαδικὸς Θεός, ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Κτιστός, δήλ. δημιουργημένος, μὲ αἰτία δημιουργίας εἶναι ὁ νοερὸς καὶ αἰσθητὸς κόσμος Ὁ ἄκτιστος, παντοδύναμος, ἄπειρος καὶ πανάγαθος Ἅγιος Τριαδικὸς Θεὸς πρὶν δημιουργήσει τὸν κτιστὸ αἰσθητό, ὑλικὸ καὶ ὁρατὸ αὐτὸν κόσμο, δημιούργησε τὸν κτιστὸ νοητό, πνευματικὸ καὶ ἀόρατο κόσμο. Δημιούργησε τὸν κόσμο τῶν ἀΰλων, τῶν ἐπουρανίων Ἀσωμάτων Δυνάμεων. Γι’αὐτὸ λέει : «ὅταν ἐποίησα ἄστρα, ἤνεσαν μὲ ἄγγελοι». στὴν ἀρχή, ὅταν δημιούργησε τοὺς Ἀγγέλους, τοὺς ἄφησε στὴν ἐξουσία τους. Ἕνας, λοιπόν, ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους, ὁ λεγόμενος Ἑωσφόρος, πρῶτος ἀνάμεσα στοὺς Ἀγγέλους καὶ διορισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ εἶναι ἀφέντης, ἀρχηγὸς σ’ ἕνα Ἀγγελικὸ Τάγμα, ὑπερηφανεύθηκε καὶ σκέφθηκε νὰ βάλει τὸν θρόνο τοῦ πάνω ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ παρευθὺς μόνο ποῦ τὸ συλλογίσθηκε, ἔπεσε κάτω στὴν ἄββυσο τῆς γὴς καὶ ἀπὸ Ἄγγελος, ποῦ ἦταν, ἔγινε διάβολος. Καὶ καταπόδι του, μαζί του πῆγε ὅλο τὸ τάγμα του καὶ ἔγιναν...
ἀπὸ φωτεινοὶ σκοτεινοὶ καὶ ἀπὸ Ἄγγελοι δαίμονες. Ἄλλοι μὲν ἔφθασαν ἕως τὸν Ἅδη, ἄλλοι ἀπέμειναν πάνω στὴ γῆ, ἄλλοι στὸ νερό, ἄλλοι στὸν ἀέρα, αὐτοὶ δήλ. ποῦ λέγονται ἐναέρια τελώνια τῶν ψυχῶν. Τότε, λοιπόν, ὅταν σχίσθηκε ὁ οὐρανὸς καὶ ἔπεφταν οἱ δαίμονες, ὁ Μέγας Ἀρχιστράτηγος Μιχαήλ, βλέποντας τὴν ἐλεεινὴ ἔκπτωση τῶν Ἀγγέλων, κατενόησε τὴν αἰτία τῆς πτώσεώς τους, καὶ γι’αὐτὸ μὲ τὴν ὑποταγὴ καὶ τὴν ταπείνωση, ποὺ ἔδειξε ὡς εὐχάριστος δοῦλος καὶ πιστὸς οἰκέτης πρὸς τὸν Δεσπότην τοῦ Θεό, διεφύλαξε καὶ τὴν δική του δόξα καὶ λαμπρότητα, ποὺ τοῦ χαρίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ τὴν δόξα τῶν ἄλλων Ἀγγελικῶν ταγμάτων. Γι’αὐτὸ ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς ὑποταγῆς καὶ εὐγνωμοσύνης τοῦ διορίσθηκε ἀπὸ τὸν Παντοκράτορα Θεὸ νὰ εἶναι πρῶτος τῶν Ἀγγελικῶν τάξεων.
Ἀφοῦ συγκέντρωσε καὶ ἕνωσε σὲ ἕνα τους χοροὺς τῶν Ἀγγέλων, φώναξε σ’αὐτοὺς τὸ «Προσχωμεν». Δήλ. ἂς προσέξουμε καὶ ἂς καταλάβουμε τί ἔπαθαν αὐτοὶ οἱ δαίμονες, ποὺ ἔπεσαν ἐξαιτίας τῆς ὑπερηφανίας τους, οἱ ὁποῖοι πρὶν ἀπὸ λίγο ἦταν μαζί μας Ἄγγελοι καὶ ἂς στοχασθοῦμε τί εἶναι ὁ Θεὸς καὶ τί εἶναι ὁ Ἄγγελος. Διότι ὁ μὲν Θεὸς εἶναι Δεσπότης καὶ Δημιουργὸς ἠμῶν τῶν Ἀγγέλων, οἱ δὲ Ἄγγελοι εἴμαστε δοῦλοι καὶ κτίσματα τοῦ Θεοῦ. Στάθηκε τότε στὸ μέσον τους καὶ εἶπε : «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου Θεοῦ». Δήλ. σταθῆτε καλά, σταθῆτε μὲ φόβο Θεοῦ. Καὶ παρευθὺς σὲ ὅποια κατάσταση βρισκόταν τότε ὁ καθένας, σ’ αὐτὴ καὶ στάθηκε, παρέμεινε. Ἀφοῦ μ’αὐτὸν τὸν τρόπο ἀνύμνησε καὶ δόξασε τὸν Θεὸν τῶν ὅλων, ἀνεβόησε ἐκεῖνο τὸν θεῖο καὶ ἀγγελικὸ ὕμνο μαζὶ μὲ ὅλους τους Ἀγγέλους : «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης σου». 
Αὐτό, λοιπόν, τὸ μυστήριο παραλαμβάνοντας ἀπὸ ἀρχαία παράδοση καὶ ἐμεῖς τὴν σημερινὴ ἑορτὴ ἑορτάζουμε οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ὄχι γιατί ἔπεσε ὁ διάβολος, ἀλλὰ γιατί σήμερα ἔγινε ἡ σύσταση, ἡ μάζωξη, ἡ σύναξη τῶν Ἀγγέλων, δήλ. ἡ προσοχή, ἡ ὁμόνοια καὶ ἡ ἕνωση.
Ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης σημειώνει ὅτι, ἐπειδὴ αὐτὸ τὸ μυστήριο τῆς Συνάξεως τῶν Ἀγγέλων τὸ παρελάβαμε ἐξ ἀρχαίας παραδόσεως, καθὼς γράφεται σὲ πολλοὺς χειρόγραφους Συναξαριστές, θαυμάζει καὶ ἀπορεῖ, πῶς μερικοί, καὶ μάλιστα σοφοί, τόλμησαν νὰ ποῦν ὅτι αὐτὸ εἶναι μύθος καὶ μυθάριον! Κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο, εἶναι ἀποστολικὸ παράγγελμα τὸ νὰ κρατοῦμε τὶς παραδόσεις, ποῦ παρελάβαμε. Καὶ αὐτοί, ποῦ τὸ λένε αὐτό, ἀλλοῦ πολλὰ λένε περὶ φυλακῆς τῶν Ἐκκλησιαστικῶν παραδόσεων, ὅπου βέβαια αὐτὴ τὴν ἀρχαία παράδοση βεβαιώνουν καὶ ἄλλοι, ἐκ τῶν ὁποίων ἕνας εἶναι ὁ Φιλαλδελφείας Μακάριος ὁ χρυσοκέφαλος, στοὺς δύο λόγους τοῦ «Εἰς τοὺς ταξιάρχας» καὶ «Εἰς τὰ ἐννέα τάγματα». Ἂν καὶ προβάλλουν ὅτι στὴν οὐράνια ἱεραρχία ὑπάρχει τάξη ἀπαράβατη νὰ φωτίζονται καὶ νὰ τελειώνονται οἱ κατώτερες τάξεις τῶν Ἀγγέλων ἀπὸ τὶς ἀνώτερες, ἀποκρίνεται ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὅτι ὄντως αὐτὸ ἀληθεύει, ὅσο καιρὸ μένει ἀσύγχυτη ἡ τάξη κάθε χοροστασίας.
Ἀπὸ τὸ μυστήριο αὐτὸ τῆς Συνάξεως τῶν Ἀγγέλων πῆραν οἱ λειτουργιολόγοι ἅγιοι Πατέρες, ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, ὁ Μ. Βασίλειος καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τὶς φράσεις «Προσχωμεν» καὶ «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου» καὶ τὶς ἐνέταξαν στὶς Θεῖες Λειτουργίες, ποὺ συνέγραψαν.
Ἄγγελος σημαίνει ἀγγελιοφόρος, διαγγελεύς, δήλ. αὐτὸς ποὺ ἀγγέλει, ἀναγγέλει στοὺς ἀνθρώπους τὰ θελήματα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἄγγελος εἶναι φύσις νοερά, δήλ. κανένας δὲν μπορεῖ νὰ τὴν καταλάβει. Εἶναι καὶ ἀεικίνητος, δήλ. κινεῖται πάντοτε, ὅπως καὶ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος πότε δὲν στέκεται σ’ἕνα τόπο, ἀλλὰ περπατᾶ ἀπὸ τόπο σὲ τόπο. Εἶναι καὶ αὐτεξούσιος ὁ Ἄγγελος, δήλ. ὁ Θεὸς δὲν τὸν κρατᾶ ὡς Ἄγγελο, ἂν θέλει νὰ γίνει κακός, γιατί, ἂν τὸν κρατοῦσε, ὁ διάβολος δὲν θὰ γινόταν ἀπὸ Ἄγγελος, ποὺ ἦταν πρῶτα, διάβολος. Εἶναι καὶ ἀσώματος, δήλ. δὲν ἔχει σῶμα, κορμὶ σὰν τὸν ἄνθρωπο, οὔτε μάκρος ἔχει, οὔτε πλάτος, οὔτε βάθος. Εἶναι πάντοτε ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ, γιατί ὑπηρετεῖ τὸν Θεὸ σὲ ἔργα καὶ σὲ δοξολογίες. Σὲ ἔργα μέν, γιατί τὸν στέλνει ὁ Θεὸς τὸν Ἄγγελο καὶ κάνει ὅ,τι τοῦ ὁρίσει, ἢ ψυχὴ νὰ πάρει ἢ ἅγιο νὰ ὑπηρετήσει ἢ ὅραση νὰ δείξει ἢ νὰ κάνει κάποια ἄλλη θεϊκὴ ὑπηρεσία. Σὲ δοξολογίες δέ, γιατί ὑμνεῖ τὸν Θεὸ καὶ δοξάζει τὴν ἄπειρή Του δύναμη.
Ποιὰ εἶναι ἡ φύση τῶν Ἀγγέλων καὶ τί εἶδος καὶ ὁμοίωμα ἔχουν, κανεὶς δὲν ξέρει, παρὰ μόνο αὐτὸς ὁ Θεός, ποὺ τοὺς ἔπλασε.
Ἔχουν καὶ ἀθανασία οἱ Ἄγγελοι, γιατί ποτὲ δὲν ἀποθνήσκουν, οὔτε φθείρονται, οὔτε χάνονται. Ἀσώματοι δὲ λέγονται οἱ Ἄγγελοι ἐν συγκρίσει μὲ τὸ δικό μας σῶμα. Ἐν συγκρίσει, ὅμως, μὲ τὸν Θεὸ βρίσκονται παχεῖς καὶ ὑλικοί. Εἶναι καὶ τρεπτοὶ οἱ Ἄγγελοι κατὰ γνώμην, δήλ. ἀλλάζουν τὴν γνώμη τους, ὅπως μία φορὰ τὴν ἄλλαξαν κάποιοι ἀπ’αὐτοὺς καὶ ἔγιναν ἀπὸ Ἄγγελοι δαίμονες. Εἶναι φωτεινοὶ καὶ λαμπροί. Ἔχουν τὸ φῶς ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὄχι ἀπὸ τοῦ λόγου τους. Δὲν ἔχουν ἀνάγκη γλώσσας ἢ ἀκοῆς, γιατί χωρὶς προφορικὸ λόγο καὶ χωρὶς ἀκοὴ αἰσθητὴ καταλαβαίνουν τὸ πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι καὶ περιγραπτοὶ οἱ Ἄγγελοι, δήλ. ὅταν εἶναι σ’ἕνα τόπο, δὲν εἶναι σὲ ἄλλο. Ὅταν εἶναι στὸν οὐρανό, δὲν εἶναι στὴ γῆ καὶ ὅταν εἶναι στὴ γῆ, δὲν εἶναι στὸν οὐρανό. Δὲν τοὺς κρατᾶ οὔτε θύρα, οὔτε τοῖχος, οὔτε κλειδονιά, οὔτε φραγμός, οὔτε τίποτε ἄλλο. Ἔχουν τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὸν φωτισμὸ ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Δὲν ξέρει κανεὶς πῶς εἶναι ἡ φύση τους, ἂν ὅλοι εἶναι ὅμοιοι ἢ ἄλλοι μικρότεροι καὶ ἄλλοι μεγαλύτεροι. Μόνο ὁ Θεός, ποὺ τοὺς ἔπλασε, τοὺς γνωρίζει. Εἶναι δυνατοὶ καὶ ἕτοιμοι στὸν ὁρισμὸ τοῦ Θεοῦ. Κάστρα, τόπους, χῶρες καὶ Ἐκκλησίες ἐπιτηροῦν, φυλάττουν καὶ βοηθοῦν. Κάθε βαπτισμένος Ὀρθόδοξος Χριστιανός, εἴτε ἁμαρτωλὸς εἴτε δίκαιος εἶναι, ἔχει τὸν φύλακα Ἄγγελό του. Ὅλα τὰ ἄλλα ἔθνη ἔχουν ἀπὸ ἕνα Ἄγγελο. Πόσοι εἶναι στὸν ἀριθμό, κανεὶς δὲν τὸ εἶπε οὔτε τὸ ξέρει, παρ’ὅλο ποὺ ὁ προφήτης Δανιὴλ λέει «χίλιαι χιλιάδες καὶ μύριαι μυριάδες». Ὡστόσο κι αὐτὸς δὲν εἶπε ὅλη τὴν ποσότητα τῶν Ἀγγέλων. Ἔχουν δὲ τὴν Χάριν ἐκ Θεοῦ νὰ σχηματίζονται σὲ ὅποιο σχῆμα τοὺς ὁρίσει ὁ Θεὸς[1].
Στὴν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ, ὅταν ἀναγινώσκουμε τὸν προοιμιακό, ὑπάρχει καὶ ὁ ἑξῆς στίχος, ποὺ ἀναφέρεται στοὺς Ἀγγέλους, καὶ τὸν ὁποῖο τὸν ψάλλουμε ὡς κοινωνικὸ ὅταν ἑορτάζουν οἱ Ἄγγελοι: «Ὁ ποιῶν τοὺς Ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα»[2]. Δήλ. ὁ Κύριος εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔπλασε τοὺς ἀγγέλους Τοῦ τόσο ταχεῖς καὶ λεπτούς, ὅπως οἱ ἄνεμοι, καὶ τοὺς ἀΰλους λειτουργούς, ποὺ Τὸν ὑπηρετοῦν, μὲ δραστικὴ ἐνέργεια καὶ φωτεινὴ λαμπρότητα σὰν τὴν φλόγα τοῦ πυρός. Ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἑρμηνεύοντας αὐτὸν τὸν στίχο, λέει χαρακτηριστικὰ ὅτι ὁ παροφητάναξ Δαβὶδ μὲ τὰ λόγια αὐτὰ κηρύττει τὸν Θεὸ δημιουργό της νοητῆς καὶ ἀοράτου φύσεως. Ὀνόμασε τοὺς Ἀγγέλους πνεύματα καὶ πῦρ, φανερώνοντας μὲ τὰ ὀνόματα αὐτὰ τὸ ὀξυκίνητο καὶ δραστήριό τους καὶ περιγράφοντας τὴν φύση καὶ τὴν οὐσία τους, γιατί εἶναι πνεύματα νοερὰ καὶ πῦρ ἄυλον.
Ο Μ. Βασίλειος λέει : «Ἡ μὲν οὐσία τῶν Ἀγγέλων ἀέριον πνεῦμα, εἰ τύχοι, ἢ πῦρ ἄυλον κατὰ τὸ γεγραμμένον. Διὸ ἐν τόπω εἰσὶ καὶ ὁρατοὶ γίνονται ἐν τῷ εἴδει τῶν οἰκείων αὐτῶν σωμάτων τοῖς ἀξίοις ἐμφανιζόμενοι. Ὁ μέντοι ἁγιασμὸς ἔξωθέν ἐστι τῆς οὐσίας αὐτῶν. Οὐ γὰρ φύσει ἅγιαι αἳ τῶν οὐρανῶν Δυνάμεις, ἀλλὰ κατὰ ἀναλογίαν της πρὸς ἀλλήλους ὑπεροχῆς τοῦ ἁγιασμοῦ τὸ μέτρον παρὰ τοῦ Πνεύματος ἔχουσι».
Λέει καὶ Θεολόγος Γρηγόριος: «Σὺ δὲ ὅρα ὅτι οὐκ ἔχομεν οὐδὲ τὴν νοητὴν φύσιν καὶ ἐπουράνιον ἀσωμέτως ἰδεῖν, εἰ καὶ ἀσώματος, πῦρ γὰρ καὶ πνεῦμα προσαγορευομένην ἢ γινομένην. Ποιεῖν γὰρ λέγεται τοὺς Ἀγγέλους πνεύματα καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα. Εἰ μὴ ποιεῖν μὲν ἐστι τὸ συντηρεῖν τῷ λόγω, καθ’ὂν ἐγένοντο, πνεῦμα δὲ ἀκούει καὶ πῦρ, τὸ μὲν ὡς νοητὴ φύσις, τὸ δὲ ὡς καθάρσιος. Ἐπεῖ καὶ τῆς πρώτης οὐσίας (τοῦ Θεοῦ δήλ.) τὰς αὐτᾶς οἶδα κλήσεις. Ἢ ὅτι ἐγγύτατα, ἄλλως ἄλλη ἑλλαμπομένη κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς φύσεως καὶ τῆς τάξεως».
Ὁ δὲ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει : «Οὐ τί ποτὲ εἰσὶν οἱ Ἄγγελοι τὴν οὐσίαν παρίστησι, ἀλλὰ τὴν ἐνέργειαν διὰ τῶν στοιχείων τούτων ἐμφαίνει».
Λέει δὲ καὶ ὁ Θεοδώρητος : «Ὀξεία μὲν ἡ τοῦ Πνεύματος φύσις, ἰσχυρὰ δὲ τοῦ πυρὸς ἡ ἐνέργεια. Ἀγγέλοις δὲ χρώμενος ὑπηρέταις ὁ Θεὸς καὶ εὐεργετεῖ τοὺς ἀξίους καὶ κολάζει τοὺς ἐναντίους. Ὅθεν τὰ Σεραφὶμ ἐμπρησταὶ ἑρμηνεύονται. Διὰ τοῦο καὶ πυρὸς ἐμνημόνευσε τὴν κολαστικὴν σημαίνων ἐνέργειαν»[3].
Ἡ ἀποστολὴ τῶν Ἀγγέλων ἐπισημαίνεται στὸν Ἄπ. Παῦλο, ὅπου στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ χαρακτηρίζει τοὺς Ἀγγέλους «λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν»[4], δήλ. ὑπηρετικὰ πνεύματα, τὰ ὁποῖα ἀποστέλλονται ἀπὸ τὸν Θεό, γιὰ νὰ διακονήσουν αὐτούς, ποὺ πρόκειται νὰ κληρονομήσουν τὴν σωτηρία. Γι’ αὐτὸ δημιουργήθηκαν οἱ Ἄγγελοι, γιὰ τὴν ὑπηρεσία τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν οἰκονομία τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.
Οἱ Ἄγγελοι δοξολογοῦν τὸν Ἅγιο Τριαδικὸ Θεὸ μὲ τὸ «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ», τὸ ὁποῖο ἀποκαλύπτει  τὸ Τριαδολογικὸ δόγμα. Τὰ τρία «Ἅγιος» προσιδιάζουν στὶς τρεῖς ὑποστάσεις, στὰ τρία πρόσωπα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τὸ «Κύριος» στὴ μία κοινὴ οὐσία, φύση τῆς Θεότητος. Δήλ. ἅγιος ὁ Θεὸς Πατήρ, ἅγιος ὁ Θεὸς Υἱός, ἅγιο τὸ Θεῖο Πνεῦμα.
«Χαρὰ γίνεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ἐνὶ ἁμαρτωλῶ μετανοούντι»[5]. Οὐράνια ἀγγελικὴ χαρά, ἀγαλλίαση καὶ πανήγυρη γίνεται, ὅταν ἕνας ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος μετανοεῖ. Οἱ Ἄγγελοι πανηγυρίζουν γιὰ τὴν μετάνοια καὶ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, διότι μὲ τοὺς σωζομένους ἀναπληρώνεται τὸ ἐκπεσὸν τάγμα τοῦ Ἑωσφόρου.  
Ἂν καὶ «οὐδεὶς τῶν ἐν σαρκί… Ἀγγέλου οὐσίαν ἐθεάσατο», ὅπως γράφει ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ὅμως μέσα στὴν ἱστορία πάμπολλες εἶναι οἱ ἐμφανίσεις καὶ τὰ θαύματα τῶν ἁγίων Ταξιαρχῶν. Στὶς ἐμφανίσεις αὐτὲς γίνεται ὁρατὴ μόνο ἡ μορφὴ καὶ τὸ σχῆμα τους, ὄχι ὅμως καὶ ἡ οὐσία τους. Ἐμεῖς οἱ θνητοὶ ἀντιλαμβανόμαστε τὶς θεωρίες αὐτὲς εἴτε μὲ τὶς σωματικές μας αἰσθήσεις, ὅταν ἐμφανίζονται ὡς ἁπλοὶ ἄνθρωποι, εἴτε μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας, ὅταν ἐμφανίζονται «ἐν θεωρία ἀληθινὴ καὶ οὐσιώσει», κατὰ τὸν ἀββᾶ Ἰσαὰκ τὸν Σύρο.
Μιχαὴλ[6] θὰ πεῖ «δύναμις Θεοῦ» ἢ «ἀρχιστράτηγος δυνάμεως Κυρίου». Ὁ Μιχαὴλ ὁ ἐνδοξότατος καὶ λαμπρότατος Ταξιάρχης τῶν Ἀσωμάτων Δυνάμεων πολλὲς εὐεργεσίες καὶ χάριτες φαίνεται ὅτι ἔδειξε στὸ γένος τῶν ἀνθρώπων καὶ στὴν Π.Δ. καὶ στὴν Νέα Χάριν τοῦ Εὐαγγελίου.
Στὴν Π.Δ. ἔχουμε πλῆθος ἐμφανίσεων τοῦ Ἀρχιστρατήγου Μιχαήλ, διότι αὐτὸς φανερώθηκε στὴν περιπλανωμένη Ἄγαρ καὶ τὸν υἱὸ τῆς Ἰσμαὴλ γιὰ νὰ τοὺς παραμυθήσει, στὸν Πατριάρχη Ἀβραάμ, ὅταν ἐπρόκειτο νὰ θυσιάσει τὸν υἱὸ τοῦ Ἰσαάκ, ἔπειτα στὸν Λώτ, ὅταν τὸν λύτρωσε μαζὶ μὲ τὶς κόρες του ἀπὸ τὸ θεόσταλτο πῦρ καὶ ἀπὸ τὴν καταστροφὴ τῶν Σοδόμων. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ φανερώθηκε στὸν Πατριάρχη Ἰακώβ, ὅταν τὸν λύτρωσε ἀπὸ τὰ φονικὰ χέρια τοῦ ἀδελφοῦ του Ἠσαύ. Αὐτὸς προπορευόταν μπροστὰ ἀπὸ τὴν παρεμβολὴ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ὅταν ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία τῶν Αἰγυπτίων καὶ μὲ τὸν στύλο τοῦ πυρὸς καὶ τῆς νεφέλης τοὺς διευκόλυνε τὴν δυσκολία τῆς ὁδοιπορίας. Αὐτὸς φανερώθηκε στὸν μάντη Βαλαάμ, ὅταν ἐκεῖνος πορευόταν γιὰ νὰ καταρασθεῖ τὸν Ἰσραηλιτικὸ λαό, φοβερίζοντας τὸν καὶ φανερὰ ἐμποδίζοντας τὸν ἀπὸ μιὰ τέτοια πράξη. Αὐτὸς φανερώθηκε καὶ κατὰ τὸν θάνατο τοῦ προφήτου Μωϋσέως, ὅποτε ἐπετίμησε τὸν παμβέβηλο ἐχθρό. Αὐτός, καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ ρώτησε ποιὸς εἶναι, ἀποκρίθηκε? «Ἐγὼ ἀρχιστράτηγος Κυρίου νυνὶ παραγέγονα»[7]. Αὐτὸς φανερώθηκε στὸν προφήτη Γεδεῶν, στὸν Μανωὲ καὶ τὴν γυναίκα του, καταργώντας τὴν στειρότητά της. Στοὺς χρόνους τοῦ προφητάνακτος Δαβὶδ ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαὴλ σκότωσε ἑβδομήντα χιλιάδες λαοῦ σὲ διάστημα τριῶν ὡρῶν καὶ κατὰ τὴν περιγραφὴ τοῦ προφητάνακτος ἦταν ψηλὸς ἀπὸ τὴν γῆ ὡς τὸν οὐρανὸ καὶ κρατοῦσε στὸ χέρι τοῦ γυμνὸ ξίφος. Αὐτὸς ἐμφανίσθηκε στὸν προφήτη Ἠλία, ποὺ κοιμόταν στὴν ἔρημο, ὅπου εἶχε καταφύγει, γιὰ νὰ ἀποφύγει τὴν ὀργὴ τῆς Ἰεζάβελ, παρουσιάσθηκε καὶ τοῦ εἶπε : «Ἀναστηθι καὶ φάγε». Τοῦ εἶχε δὲ ἤδη φέρει ζεστὸ ψωμὶ καὶ δοχεῖο μὲ νερό. Ἀργότερα ὁ ἴδιος Ἀρχάγγελος τοῦ μήνυσε νὰ συναντήσει τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Βασιλέως καὶ νὰ τοὺς μεταφέρει ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ἀλλοῦ βρίσκουμε πάλι τὸν Ἀρχιστράτηγο Μιχαὴλ νὰ κατακόπτει ἑκατὸ χιλιάδες Ἀσσυρίους, νὰ διαφυλάττει τοὺς τρεῖς Παῖδες ἀπὸ τὴν «κάμινον τοῦ πυρὸς τὴν φλεγομένην» καὶ τὸν προφήτη Δανιὴλ στὸν λάκκο τῶν λεόντων. Τέλος, μετέφερε μὲ θαυμαστὸ τρόπο τὸν προφήτη Ἀββακοὺμ στὴν Βαβυλώνα, γιὰ νὰ θρέψει τὸν προφήτη Δανιὴλ μέσα στὸν λάκκο.
Οἱ ἐμφανίσεις τοὺς Ἀρχιστρατήγου Μιχαὴλ συνεχίσθηκαν καὶ μετὰ τὴν ἔνσαρκο οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι, λοιπόν, Αὐτὸς καὶ στὴν Νέα Χάριν ἐλευθέρωσε τοὺς Ἀποστόλους ἀπὸ τὴν φυλακή, ὁδήγησε τὸν Ἀπόστολο καὶ Διάκονο Φίλιππο στὴ βάπτιση τοῦ εὐνούχου, ἐμφανίσθηκε στὸν Κορνήλιο κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς του καὶ τοῦ εἶπε νὰ καλέσει τὸν Ἄπ. Πέτρο, γιὰ νὰ τὸν βαπτίσει. Ἐλευθέρωσε τὸν Ἄπ. Πέτρο, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ σκοτώσει ὁ Ἡρώδης γιὰ χάρη τῶν Ἰουδαίων, ἀπὸ τὴν φυλακή, ἐνῶ τὸν ἴδιο τὸν Ἡρώδη, ποὺ ὑπερηφανεύθηκε, τιμώρησε μὲ θάνατο. Ἐμφανίσθηκε στὸν Ἄπ. Παῦλο, ὅταν κινδύνευε τὸ πλοῖο καὶ τοῦ εἶπε νὰ μὴν φοβᾶται. Ἐπίσης, ὁ ἴδιος ὁ Ταξιάρχης ἐτάραττε τὸ νερὸ στὴν κολυμβήθρα, ποὺ βρισκόταν στὴν Προβατικὴ πύλη, καὶ θεραπεύονταν κατ’ἔτος οἱ ἀσθενεῖς. Αὐτόν, τέλος, εἶδε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στὴν Ἀποκάλυψη καὶ σύμφωνα μ’αὐτὴν πρόκειται νὰ φονεύσει τὸν Ἀντιχιστο κατὰ τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου.
Στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία μέχρι τὶς ἡμέρες μας δὲν ἦταν λίγες οἱ φορὲς ποὺ ὁ Ἀρχιστράτηγος Μιχαὴλ ἐπισκέφθηκε τὸν κόσμο. Βοήθησε τὸν Μ. Κῶν/νὸ νὰ κατατροπώσει τοὺς ἐχθρούς, γι’αὐτὸ καὶ κατὰ προτροπὴ τοῦ ὁ ἅγιος Βασιλεὺς ἔκτισε ναὸ τοῦ Ταξιάρχη Μιχαὴλ στὸ Σωσθένειο. Ἔσωσε μὲ θαυμαστὸ τρόπο τὴν Κῶν/λὴ ἀπὸ τὸν κίνδυνο τῶν Ἀβάρων, Περσῶν καὶ τῶν Ἀγαρηνῶν. Ἐπίσης, ἔσωσε τὴν πόλη Ἀκολία παρὰ τὴν Μαύρη θάλασσα ἀπὸ τοὺς Σαρακηνούς. Στὶς Κολοσσὲς τῆς Φρυγίας διαφύλαξε ἀκέραιο τὸ ὁμώνυμο προσκύνημά του ἀπὸ τὴν ὁρμὴ τῶν ποταμῶν, ποὺ κατευθύνονταν ἀπειλητικοὶ ἐπάνω του, δημιουργώντας μία τεράστια ὀπή, μέσα στὴν ὁποία χωνεύθηκαν τὰ νερά τους. Στὰ Γέρμια, στὴν Θάσο, στὸν Πανορμίτη τῆς Σύμης καὶ στὸ Μανταμάδο τῆς Λέσβου ἀπειράριθμα εἶναι τὰ θαύματα τῆς παρουσίας τοῦ Ταξιάρχη Μιχαὴλ μέχρι σήμερα. Στὴν Ι. Μ. Δοχειαρίου Ἁγίου Ὅρους, τέλος, ἀένναα θαυματουργεῖ μζὶ μὲ τὸν ἐπίσης Ἀρχιστράτηγο Γαβριήλ, στὸ ὄνομα τῶν ὁποίων τιμᾶται.
Ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαὴλ δὲν παύει καὶ στὶς ἡμέρες μας τῆς ἀποστασίας καὶ ἄκρας ἀνομίας νὰ παρουσιάζεται σὲ καθαροὺς καὶ ἀξίους ἀνθρώπους, ποὺ βιώνουν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν τελειότητα καὶ τὴν κατὰ Χάριν θέωση. Ἔτσι, ἔχουμε ἐμφανίσεις του στοὺς μακαριστοὺς Γέροντες Φιλόθεο Ζερβάκο, Ἰάκωβο Τσαλίκη, Παΐσιο τὸν Ἁγιορείτη, Δημήτριο τὸν Γκαγκαστάθη καὶ Ἄνθιμο τὸν Ἁγιαννανίτη. Καὶ ἄλλα πολλὰ ἱστοροῦνται γι’αὐτόν. Γι’αὐτὸ καὶ ἐμεῖς στὴν σημερινὴ πάνσεπτη πανήγυρη τὸν προβάλλουμε ὡς προστάτη καὶ φύλακα τῆς ζωῆς μας.
Μαζὶ μὲ τὸν Ἀρχάγγελο Μιχαὴλ ἑορτάζουμε σήμερα καὶ τὸν ὡραιότατο καὶ χαριέστατο Ἀρχάγγελο Γαβριήλ. Γαβριὴλ[8] θὰ πεῖ «Θεὸς καὶ ἄνθρωπος», κατὰ τὸν Πρόκλο Κωνσταντινουπόλεως, Γι’αὐτὸ καὶ αὐτὸς ὑπηρέτησε ἑξαιρέτως στὸ μυστήριο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Θεανθρώπου Λόγου. Καὶ αὐτὸς πολλὲς εὐεργεσίες ἔκανε στὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ στὴν Π.Δ. καὶ στὴν Κ.Δ.
Στὴν Π.Δ. στὴν προφητεία τοῦ Δανιὴλ ἀναφέρεται αὐτολεξεὶ τὸ ὄνομά του, ὅταν ἐξήγησε στὸν Δανιὴλ τὴν ὅραση, ποῦ εἶδε περὶ τῶν βασιλέων Μήδων, Περσῶν καὶ Ἑλλήνων. «Γαβριήλ, γὰρ φησι, συνέτισον ἐκεῖνον (τὸν Δανιὴλ δήλ.) τὴν ὅρασιν»[9]. Καὶ πάλι ὁ ἴδιος ὁ Γαβριὴλ φανέρωσε στὸν ἴδιο τὸν Δανιὴλ ὅτι μετὰ ἀπὸ 490 χρόνια θὰ ἔλθει ὁ Χριστός. «Καὶ ἰδού, φησίν, ἀνὴρ Γαβριήλ, ὂν εἶδον ἐν τὴ ὀράσει ἐν τὴ ἀρχή, πετόμενος καὶ ἤψατό μου ὡσεὶ ὥραν θυσίας ἑσπερινῆς καὶ συνέτισε μὲ»[10]. Αὐτὸς εἶναι, ὁ ὁποῖος εὐηγγέλισε καὶ τὴν γυναίκα τοῦ Μανωὲ ὅτι θὰ γεννήσει τὸν Σαμψῶν. Αὐτὸς εἶναι, ὁ ὁποῖος εὐηγγέλισε τὸν Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἄννα ὅτι πρόκειται νὰ γεννήσουν τὴν Κυρία καὶ Δέσποινα Θεοτόκο.
Στὴ Νέα Διαθήκη αὐτὸς εἶναι, ὁ ὁποῖος εὐηγγέλισε τὸν Ζαχαρία, ὁ ὁποῖος στεκόταν στὰ δεξιὰ τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος, ὅτι θὰ γεννήσει τὸν Μέγα Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο. Αὐτὸς ἔτρεφε καὶ τὴν ἀειπάρθενο Μαριὰμ δώδεκα χρόνια μέσα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων μὲ οὐράνια τροφή. Αὐτὸς εἶναι, ὁ ὁποῖος εὐηγγέλισε καὶ τὴν Θεοτόκο ὅτι πρόκειται νὰ γεννήσει ἐκ Πνεύματος Ἁγίου τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς φάνηκε στὸ ὅραμα τοῦ Ἰωσὴφ καὶ τοῦ εἶπε νὰ μὴν φοβηθεῖ, ἀλλὰ νὰ παραλάβει τὴν γυναίκα τοῦ Μαριάμ, ἐπειδὴ τὸ παιδί, ποῦ θὰ γεννηθεῖ ἀπὸ αὐτήν, εἶναι ἐκ Πνεύματος Ἁγίου. Αὐτὸς φάνηκε καὶ στοὺς ποιμένες καὶ τοὺς εὐαγελίσθηκε ὅτι γεννήθηκε ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός. Αὐτὸς σὲ ὅραμα εἶπε στὸν Ἰωσὴφ νὰ παραλάβει τὸ παιδίο καὶ τὴν μητέρα του καὶ νὰ φύγει στὴν Αἴγυπτο. Καὶ πάλι ὁ ἴδιος του εἶπε νὰ ἐπιστρέψει στὴν γῆ Ἰσραήλ. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς διδασκάλους καὶ ἀσματογράφους θεωροῦν ὅτι ὁ θεῖος Γαβριὴλ ἦταν ὁ λευχειμονῶν ἐκεῖνος Ἄγγελος, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἀπεκύλισε τὸν λίθον ἀπὸ τὴν θύρα τοῦ μνημείου τοῦ ζωοδότου Ἰησοῦ καὶ καθόταν πάνω του. Καὶ αὐτὸς ἦταν, ποῦ εὐαγγελίσθηκε τὶς Μυροφόρες περὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Καὶ γιὰ νὰ μιλήσουμε καθολικά, ὁ θειότατος Γαβριὴλ ὑπηρέτησε στὸ Μυστήριο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ Λόγου ἀπ’ἀρχῆς ἕως τέλους. Γι’αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ παρέλαβε νὰ τὸν συνεορτάζει μαζὶ μὲ τὸν Ἀρχάγγελο Μιχαὴλ καὶ νὰ ἐπικαλεῖται τὴν Χάριν καὶ τὴν βοήθειά του.
Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἀνωτέρω δύο πασίγνωστους Ἀρχαγγέλους, ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι Ἀρχάγγελοι, λιγότερο γνωστοὶ , τὰ ὀνόματα τῶν ὁποίων εἶναι : ἃ) Ραφαὴλ[11], β) Οὐριὴλ[12], γ) Ραγουήλ, δ) Σαριήλ, καὶ ἐ) Ρεμιὴλ[13]. Ἄγνωστα εἶναι στοὺς πολλοὺς καὶ τὰ ὀνόματα τῶν διαφόρων δαιμόνων, ὅπως ἃ) Σεϊρὶμ[14], β) Σεντὶμ[15], γ) Λιλὶθ[16], δ) Ἀσμοδαῖος[17], ε) Ἀζαζὲλ[18], στ) Σατανᾶς[19], ζ) Σαμαήλ, η) Μαστεμὰ καὶ θ) Βελίαρ.
Ἐννέα εἶναι τὰ τάγματα τῶν ἁγίων Ἀγγέλων, κατὰ τὸν Ἀρεοπαγίτην καὶ φιλάγγελον Διονύσιον[20]? αὐτὰ διαμοιράζονται σὲ τρεῖς Ἱεραρχίες? στὴν πρώτη, τὴ μέση καὶ τὴν τελευταία. Ἡ μὲν πρώτη Ἱεραρχία περιέχει τοὺς ἁγιωτάτους Θρόνους, τὰ Χερουβὶμ καὶ τὰ Σεραφίμ? ἡ δὲ μέση περιέχει τὶς Κυριότητες, τὶς Δυνάμεις καὶ τὶς Ἐξουσίες? ἡ δὲ τελευταία περιέχει τὶς Ἀρχές, τοὺς Ἀρχαγγέλους καὶ τοὺς Ἀγγέλους. Οἱ Θρόνοι, λοιπόν, δηλώνουν, κατὰ τὸν αὐτὸν Διονύσιον, ὅτι εἴναι  ἐξηρημένοι (ὑπεράνω) ἀπὸ κάθε ταπεινὴ ἐλάττωσι καὶ ὅτι ἀναφέρονται ὑπερκοσμίως πρὸς τὰ ἄνω? τὰ δὲ Χερουβὶμ φανερώνουν ὅτι ἔχουν τὸ γνωστικὸν καὶ θεοπτικὸν καὶ τῆς ὑπερτάτης φωτοδοσίας δεκτικὸν καὶ θεωρητικόν, ἐπειδὴ τὸ ὄνομα «Χερουβὶμ» στὰ ἑβραϊκὰ ἑρμηνεύεται πλῆθος γνώσεως ἢ χύσις σοφίας? ὁ δὲ Χρυσόστομος λέγει? «Τί γὰρ ἐστὶ Χερουβίμ; Πεπληθυσμένη γνῶσις»[21]? τὰ Σεραφὶμ δηλώνουν ὅτι ἔχουν τὸ ἀεικίνητον περὶ τὰ θεία καὶ ἀκατάληκτον καὶ τὸ θερμὸν καὶ ὀξὺ καὶ ὑπερζέον, γι’αὐτὸ καὶ ὀνομάζονται  Σεραφίμ, τὸ ὁποῖο στὰ ἑβραϊκὰ σημαίνει Θερμαίνοντας ἢ Πρηστηρίους? ὁ δὲ Χρυσόστομος λέγει? «Τί δὲ Σεραφίμ; Ἔμπυρα στόματα»[22]?οἱ Κυριότητες δηλώνουν ὅτι ἔχουν κάποια ἐλεύθερη καὶ ἀδούλωτη ἀναγωγή, ἐφιεμένην τῆς ὄντως Κυριότητος καὶ Κυριαρχίας? οἱ δὲ Δυνάμεις σημαίνουν ὅτι ἔχουν κάποια ἀρρενωπὸν καὶ ἀκατάσειστον ἀνδρεία σὲ ὅλες τὶς θεοειδεῖς ἐνέργειες, ποῦ πράττουν? οἱ Ἐξουσίες φανερώνουν ὅτι ἔχουν τὴν εὔκοσμον καὶ ἀσύμφυρτον εὐταξία περὶ τὰς θείας ὑποδοχᾶς καὶ τὸ τεταγμένον τῆς ὑπερκοσμίου καὶ νοερᾶς ἐξουσιότητος? οἱ Ἀρχὲς δηλώνουν τὸ θεοειδῶς ἀρχικὸν καὶ ἡγεμονικὸν μετὰ τάξεως ἱερᾶς? οἱ δὲ Ἀρχάγγελοι φανερώνουν ὅτι καὶ πρὸς τὴν ὑπερούσιον ἀρχὴν ἀρχικῶς ἐπιστρέφουν καὶ τοὺς Ἀγγέλους ἑνοποιοῦν, σύμφωνα μὲ τὶς εὔκοσμες καὶ ἀόρατες ἡγεμονίες τους, στὶς ὁποῖες τάχθηκαν? Ἄγγελοι  δὲ ὀνομάζονται, γιατί ἀγγέλουν σ’ἐμᾶς προσεχέστερον τὰ θελήματα τοῦ Θεοῦ[23].
Ο Μ. Βασίλειος στὰ ἔργα τοῦ[24] ἔχει τρεῖς ἀπαριθμήσεις : ἃ) Ἀρχαί, Ἐξουσίαι, Δυνάμεις, Θρόνοι, Κυριότητες. β) Θρόνοι, Κυριότητες, Ἀρχαί, Ἐξουσίαι, Δυνάμεις, Ἀγγέλων στρατιαί, Ἀρχαγγέλων ἐπιστασίαι καὶ γ) Ἀγγέλων χοροστασίαι, Ἀρχαγγέλων ἐπιστασίαι, Δόξαι Κυριοτήτων, Προεδρίαι Θρόνων, Δυνάμεις, Ἀρχαί, Ἐξουσίαι.
Σχετικὰ μὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀγγέλων λέει ὁ Χρυσορρήμων: «Ὅτι γὰρ ἅπας ὁ ἀὴρ ἀγγέλων ἐμπέπλησται, ἄκουσον τί φησιν ὁ Παῦλος? ‘ὀφείλουσιν αἳ γυναῖκες ἐξουσίαν ἔχειν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς διὰ τοὺς ἀγγέλους’»[25]. Δήλ. ὅτι ὁ ἀέρας εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἀγγέλους, ἄκουσε τί λέει ὁ Παῦλος? ‘ὀφείλουν οἱ γυναῖκες ἀπὸ συστολὴ καὶ ντροπὴ πρὸς τοὺς ἀγγέλους, ποῦ ἀοράτως εἶναι παρόντες, νὰ ἔχει στὸ κεφάλι τῆς κάλυμμα, τὸ ὁποῖο εἶναι σύμβολο τῆς ἐξουσίας, ποῦ ἔχει πάνω σ’αὐτὴν ὁ ἄνδρας.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στὸν Λόγο τοῦ εἰς τὸ Βάπτισμα λέει ὅτι ὁ Χριστός, ὡς Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ προανάρχου Πατρὸς καὶ Θεός, εἶναι τὸ πρῶτο καὶ κατὰ φύσιν Φῶς, γιατί λάμπει ὡς ἥλιος, καθότι Αὐτὸς εἶναι τὸ Φῶς τὸ ἀληθινόν, τὸ ὁποῖο φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον καὶ καθότι Αὐτὸς εἶναι ὁ αὐτουργὸς καὶ δημιουργὸς κάθε κτιστοῦ φωτός, τόσο τοῦ φωτός, ποῦ ὑπάρχει στοὺς Ἀγγέλους, ὅσο καὶ τοῦ φωτός, ποῦ ὑπάρχει στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Ἄγγελος εἶναι τὸ δεύτερο κατὰ Χάριν φῶς, κατὰ τὸν Θεολόγο Γρηγόριο : «Δεύτερον γὰρ φῶς Ἄγγελος, τοῦ πρώτου φωτὸς ἀπορροὴ τὶς ἢ μετουσία, τὴ πρὸς αὐτὸ νεύσει καὶ ὑπουργία τὸν φωτισμὸν ἔχουσα, οὐκ οἶδα, εἴτε τὴ τάξει τῆς στάσεως μεριζομένη τὸν φωτισμόν, εἴτε τοῖς μετροις τοῦ φωτισμοῦ τὴν τάξιν λαμβάνουσα». Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ τρίτο κατὰ Χάριν φῶς, κατὰ τὸν Θεολόγο Γρηγόριο. «Τρίτον φῶς ἄνθρωπος, ὁ καὶ τοῖς ἔξω δῆλον ἐστι (ἤτοι τοῖς Ἔλλησι-εἰδωλολάτραις)? φῶς γὰρ τὸν ἄνθρωπον ὀνομάζουσι διὰ τὴν τοῦ ἐν ἠμὶν λόγου δύναμιν? καὶ ἠμῶν αὐτῶν πάλιν οἱ θεοειδέστεροι καὶ μᾶλλον Θεῶ πλησιάζοντες». Ὁ Ἅγιος Τριαδικὸς Θεὸς εἶναι ὁ Δημιουργός του φωτός, ποῦ ὑπάρχει τόσο στοὺς Ἀγγέλους καὶ στοὺς ἀνθρώπους, ὅσο καὶ στὸν ἥλιο, τὴ σελήνη καὶ τὰ ἄστρα. Γι’ αὐτὸ τὸ φῶς καὶ ἡ δόξα δὲν ἀναβλύζουν μόνο ἀπὸ τὸ ἡλιοστάλακτο πρόσωπό Του, ἀλλὰ εἶναι ντυμένος ὅλος διόλου μὲ τὸ φῶς σὰν μὲ φόρεμα, καθὼς περὶ αὐτοῦ εἶπε ὁ προφητάναξ Δαβίδ: «Ὁ ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον»[26].
Οἱ Ἄγγελοι πρὶν τὴν ἔνσαρκο οἰκονομία τοῦ Θεοῦ Λόγου ἦταν δυσκίνητοι στὸ κακό, μετά, ὅμως, ἀπὸ αὐτὴ ἔλαβαν καὶ τὸ νὰ εἶναι ἀκίνητοι σ’ αὐτό. Καὶ καθὼς οἱ ἄνθρωποι μὲ τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου ἀνεκλήθησαν ἀπὸ τὸ πτῶμα τῆς ἁμαρτίας, ἔτσι καὶ ἡ οὐσία τῶν Ἀγγέλων εὐεργετήθηκε ἀπὸ τὸ νὰ μὴν παρατρέπεται πλέον στὸ κακό. Γι’ αὐτὸ ὁ Θεολόγος Γρηγόριος στὸν Λόγο τοῦ εἰς τὸ Πάσχα λέει : «Σήμερον σωτηρία τῷ κόσμω, ὅσος τὲ ὁρατὸς καὶ ὅσος ἀόρατος» , ἐννοώντας ὡς ἀόρατο κόσμο τοὺς Ἀσωμάτους Ἀγγέλους καὶ ὡς σωτηρία τὴν ἀτρεψία τους, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ Νικήτας. Καὶ ὁ ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Βρυέννιος λέει στὸν Λόγο του στὴν Λαμπρὰ Κυριακή : «Ἄγγελοι τὴν ἀτρεψίαν ἀμφιεννύσθωσαν».
Λέει καὶ ὁ Δαμασκηνὸς Ἰωάννης: «Οἱ Ἄγγελοι δυσκίνητοι πρὸς τὸ κακόν, ἀλλ’οὐκ ἀκίνητοι? νῦν δὲ (μετὰ τὴν ἐνανθρώπησιν δήλ.) καὶ ἀκίνητοι οὐ φύσει, ἀλλὰ χάριτι καὶ τὴ τοῦ μόνου ἀγαθοῦ προσεδρεία». Καὶ ὁ Θεσσαλονίκης Γρηγόριος εἶπε : «Ἐντεῦθεν Ἄγγελοι νῦν τὸ ἀπερίτρεπτον ἔλαβον, ἔργω παρὰ τοῦ Δεσπότου μαθόντες της πρὸς αὐτὸν ὁμοιώσεως, οὐ τὴν ἔπαρσιν οὖσαν, ἀλλὰ τὴν ταπείνωσιν». Λέει καὶ ὁ θεοφόρος Μάξιμος : «Τρία εἰσὶ τάγματα, ἄγγελοι, ἄνθρωποι, δαίμονες. Τὸ μὴ πίπτειν οὐ κατ’οὐσίαν οἱ Ἄγγελοι κέκτηνται, ἀλλὰ κατὰ προαίρεσιν? οὐ γὰρ ἀκίνητοι φύσει πρὸς τὸ κακὸν εἰσιν ἐπεῖ οὔτε ὁ σατανᾶς ἐπεσεν ἄν, ὡς ἐκ φύσεως μὴ δυνάμενος τοῦτο ποιεῖν? ἀλλὰ δυσκίνητοι πρὸς τὸ ἐναντίον πεφύκασιν, ὡς καὶ ὁ θεολόγος λέγει Γρηγόριος».
Λέει καὶ ὁ θεολόγος Γρηγόριος : «Πρῶτον μὲν ἐννοεῖ ὁ Θεὸς τὰς ἀγγελικᾶς δυνάμεις καὶ οὐρανίους. Καὶ τὸ ἐννόημα ἔργον ἤν, Λόγω συμπληρούμενον καὶ Πνεύματι τελειούμενον. Καὶ οὕτως ὑπέστησαν λαμπρότητες δεύτεραι, λειτουργοί της πρώτης λαμπρότητος… Βούλομαι μὲν εἰπεῖν ὅτι ἀκινήτους (ὑποληπτέον ταύτας) πρὸς τὸ κακὸν καὶ μόνην ἐχούσας τὴν τοῦ καλοῦ κίνησιν? ἄτε περὶ Θεὸν οὔσας καὶ τὰ πρῶτα ἐκ Θεοῦ λαμπομένας (τὰ γὰρ ἐνταύθα δευτέρας ἐλλάμψεως). Πείθει δὲ μὲ μὴ ἀκινήτως, ἀλλὰ δυσκινήτους καὶ ὑπολαμβάνειν ταύτας καὶ λέγειν ὁ διὰ τὴν λαμπρότητα ἑωσφόρος σκότος διὰ τὴν ἔπαρσιν καὶ γενόμενος καὶ λεγόμενος. Αἳ τὲ ὑπ’αὐτὸν ἀποστατικαὶ δυνάμεις δημιουργοί της κακίας τὴ τοῦ καλοῦ φυγὴ καὶ ἠμὶν πρόξενοι»[27].
Μία ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς τοῦ Ἄπ. Παύλου εἶναι καὶ ἡ πρὸς Κολασσαεῖς. Σκοπὸς τῆς συγγραφῆς της πρὸς Κολασσαεῖς ἐπιστολῆς τοῦ Ἄπ. Παύλου ἦταν ἡ ὕπαρξη μερικῶν Χριστιανῶν τῶν Κολασσῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν πονηρὸ δόγμα καὶ αἵρεση, ἐπειδὴ νόμιζαν ὅτι οἱ ἄνθρωποι δὲν προσφερθήκαμε στὸν Θεὸ καὶ Πατέρα διὰ τῆς μεσιτείας τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ, ἀλλὰ διὰ τῆς μεσιτείας τῶν Ἀγγέλων, νομίζοντας τάχα πῶς εἶναι ἄτοπο καὶ εὐτελὲς νὰ πιστεύουν ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ φανερώθηκε στοὺς ἐσχάτους καιροὺς γιὰ μιὰ τέτοια μεσιτεία, τὸν καιρὸ ποῦ οἱ Ἄγγελοι ἦταν ἀρκετοὶ νὰ μᾶς προσφέρουν στὸν Θεό, καθὼς στὴν Π.Δ. ὅλα διὰ τῶν Ἀγγέλων οἰκονομοῦνταν. Αὐτοί, ποῦ εἶχαν αὐτὴ τὴν αἵρεση, λέγονταν Ἀγγελικοί. Γι’ αὐτή, λοιπόν, τὴν αἰτία γράφει ὁ Ἄπ. Παῦλος αὐτὴ τὴν ἐπιστολὴ καὶ τοὺς λέει ὅτι ὁ Χριστός, στὸν Ὁποῖο πίστευσαν, εἶναι εἰκόνα καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, μέσω τοῦ Ὁποίου τὰ πάντα δημιουργήθηκαν, καὶ ὅτι ἔπρεπε Αὐτός, ποῦ εἶναι ὁ Δημιουργός, νὰ γίνει καὶ πρωτότοκός της κτίσεως καὶ πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα, γιὰ νὰ ἑνώσει καὶ νὰ ζωοποιήσει τὰ πάντα. Σὲ ὅλη σχεδὸν τὴν ἐπιστολὴ τοὺς διδάσκει νὰ μὴν πλανῶνται, νομίζοντας ὅτι σώθηκαν διὰ τῶν Ἀγγέλων καὶ ὄχι διὰ τοῦ Χριστοῦ.  
Κατὰ τὸν ἅγιο Ἐπιφάνιο Κύπρου στὸ βιβλίο τοῦ «Πανάριον», αὐτοὶ ὀνόμασαν τοὺς ἑαυτοὺς τους  Ἀγγελικούς, ἢ γιατί ὑπερηφανεύονταν πῶς εἶχαν τάξη Ἀγγέλων κατὰ τὴν πολιτεία, ἢ γιατί φλυαροῦσαν ὅτι ὁ κόσμος κτίσθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους. Σύμφωνα μὲ τὸν θεῖο Θεοδώρητο, λέγονταν Ἀγγελικοί, γιατί ἔλεγαν ὅτι ὁ νόμος δόθηκε διὰ τῶν Ἀγγέλων. Γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς σέβονταν καὶ τοὺς λάτρευαν. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἐν Λαοδικεία Σύνοδος (364 μ.Χ.), ποῦ βρίσκεται κοντὰ στὶς Χῶνες καὶ τὶς Κολασσαῖς, ἐξέδωσε ἐναντίον αὐτῆς τῆς αἱρέσεως τὸν 35ο Κανόνα της, ὁ ὁποῖος λέει : «Ὅτι οὐ δεῖ χριστιανοὺς ἐγκαταλείπειν τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπιέναι καὶ Ἀγγέλους ὀνομάζειν καὶ συνάξεις ποιεῖν, ἄπερ ἀπηγόρευται. Εἰ τὶς οὒν εὑρεθῆ ταύτη τὴ κεκρυμμένη εἰδωλολατρεία σχολάζων, ἔστω ἀνάθεμα, ὅτι ἐγκατέλιπε τὸν Κύριον ἠμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, καὶ εἰδωλολατρεία προσῆλθεν»[28]. Δήλ. ὁ παρὼν Κανὼν ἀναθεματίζει τοὺς Χριστιανοὺς ἐκείνους, ποῦ ἀφήνουν μὲν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ νὰ ἐπικαλοῦνται τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Θεό, συνάγονται δὲ σὲ ναοὺς τῶν Ἀγγέλων (τὸν καιρὸ ἐκεῖνο ὑπῆρχε ναὸς τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ στὰ μέρη ἐκεῖνα τῆς Λαοδικείας γι’ αὐτὴν τὴν αἰτία) καὶ τοὺς ἐπικαλοῦνται σὰν Θεοὺς καὶ ἀκολούθως μὲ τὸν κεκρυμμένο αὐτὸν τρόπο γίνονται εἰδωλολάτρες καὶ κοσμολάτρες. Αὐτὰ τὰ λέει ὁ παρὼν Κανὼν ὄχι γιὰ νὰ μᾶς ἐμποδίσει ἀπὸ τὸ νὰ ἐπικαλούμασθε σὰν μεσίτες τοὺς Ἀγγέλους πρὸς βοήθειά μας, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐμποδίσει τὴν ὑπερβολὴ τῆς ἐπικλήσεως. Ἡ αἰτία, γιὰ τὴν ὁποία ἡ Σύνοδος αὐτὴ ἐξέδωσε αὐτὸν τὸν Κανόνα, εἶναι γιατί, ὅπως λέει ὁ Θεοδώρητος, ἡ αἵρεση αὐτὴ ἔμεινε πολλοὺς χρόνους στὴ Φρυγία καὶ τὴν Πισσιδεία, τῶν ὁποίων μητρόπολη ἦταν ἡ Λαοδικεία. Ἡ Λαοδικεία ἦταν κοντὰ στὶς Κολασσαῖς, ποῦ ὑποκεινταν στὴν Λαοδικεία, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Σύνοδος ἐμπόδισε νὰ ἐπικαλοῦνται τοὺς Ἀγγέλους ὡς Θεοὺς μὲ λατρευτικὴ πίστη.
Στὸ Ὀρθόδοξο ἑορτολόγιο, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Σύναξη τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν καὶ Ἀρχιστρατήγων Μιχαὴλ καὶ Γαβριὴλ καὶ πασῶν τῶν Τιμίων, Ἐπουρανίων Δυνάμεων Ἀσωμάτων, ποὺ ἑορτάζεται στὶς 8 Νοεμβρίου, ὑπάρχουν κι ἄλλες ἑορτὲς τῶν Ἀρχαγγέλων. Στὶς 6 Σεπτεμβρίου ἑορτάζεται τὸ ἐν Χώναις θαῦμα τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, στὶς 8 καὶ 18 Ἰουνίου ἑορτάζεται ἡ σύναξις τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, στὶς 26 Μαρτίου ἑορτάζεται ἡ σύναξις τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ ὡς καθυπουργήσαντος τῷ θείω μυστηρίω τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, στὶς 11 Ἰουνίου ἑορτάζεται ἡ σύναξις τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ ἐν τῷ Ἄδειν καὶ στὶς 13 Ἰουλίου ἑορτάζεται ἡ σύναξις τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ. Παρέλκει νὰ ποῦμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει ὁρίζει παλαιόθεν κάθε Δευτέρα νὰ τιμῶνται οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι.
Ὁλοκληρώνοντας τὴν ἀναφορά μας στὴν ἀγγελολογία, σημειώνουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ἂν καὶ στὸν παρόντα πτωτικὸ κόσμο εἶναι λίγο κατώτερος ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους – «ἠλλάτωσας αὐτὸν βραχὺ τί παρ’ ἀγγέλους»[29], δήλ. τὸν ἔκανες ὀλίγον τί κατώτερο ἀπὸ τοὺς Ἄγγελους – ἐντούτοις ἡ προοπτική του εἶναι νὰ ξεπεράσει τοὺς Ἀγγέλους καὶ νὰ γίνει ἀνώτερός τους. Σκοπὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ κατὰ Χάριν θέωσή του, νὰ γίνει ἕνας μικρὸς Θεὸς μὲ τὴν βοήθεια τοῦ κατὰ φύσιν Θεοῦ, νὰ γίνει ἅγιος. Αὐτό, ἄλλωστε, ἔκανε ὁ Χριστὸς μὲ τὴν Ἁγία Ἀνάληψή Του, κατὰ τὴν ὁποία θέωσε τὴν ἀνθρώπινη φύση. Ἡ ἀνθρώπινη φύση ἑνωμένη πλέον ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀχωρίστως καὶ ἀδιαιρέτως μὲ τὴν θεία φύση στὸ ἕνα πρόσωπο, στὴν μία ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἀνεβαίνει πάνω ἀπὸ κάθε Ἀγγελικὸ Τάγμα καὶ τοποθετεῖται ἐκ δεξιῶν του Πατρός. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία βρίθει ἀπὸ θεωμένους ἀνθρώπους, τοὺς Ἁγίους μας, οἱ ὁποῖοι ἀποκαλοῦνται «ἐπίγειοι ἄγγελοι, οὐράνιοι ἄνθρωποι» καὶ καυχᾶται γιὰ τὴν Παναγία μας, ἡ ὁποία μακαρίζεται ὡς «τιμιωτέραν τῶν Χερουβὶμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ». Ἄλλωστε καὶ ὁ Ὀρθόδοξος μοναχισμὸς πολὺ εὔστοχα ἀποκαλεῖται ὡς ἀγγελικὴ πολιτεία, ὡς ἰσάγγελος καὶ ὑπεράγγελος βίος, γιατί ἀποτελεῖ μία πρόληψη τῶν ἐσχάτων, ἀφοῦ προσπαθεῖ ἀπὸ τώρα, ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή, νὰ ἐπιτελέσει τὸ ἔργο τῶν Ἀγγέλων καὶ νὰ ἐξομοιωθεῖ μὲ αὐτούς, μέσω τῆς ἀκατάπαυστης δοξολογίας τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, τῆς νοερᾶς καὶ ἀδιαλείπτου προσευχῆς, τῆς παρθενίας, τῆς ὑπακοῆς, τῆς ἀκτημοσύνης καὶ τῆς ἐκκοπῆς τοῦ ἰδίου θελήματος. Τέλος, ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ μὲ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα ἔχουμε καθαρισθεῖ καὶ ὁδηγηθεῖ στὴν θεογνωσία καὶ ἀναβιβασθήκαμε στὴν κατάσταση τῶν Ἀγγέλων.

Ἀρχίζοντας τὸν λόγο μας γιὰ τὴν δαιμονολογία, θὰ πρέπει νὰ ξεκαθαρίσουμε ὅτι ὁ διάβολος ὑπάρχει, εἶναι προσωπικὴ ὕπαρξη ὡς πεπτωκὸς ἄγγελος. Αὐτὸ τὸ τονίζουμε, διότι ὁ διάβολος ἔχει καταφέρει νὰ μᾶς πλανέψει, βάζοντας στὸ νοῦ μας τὴ σκέψη ὅτι δὲν ὑπάρχει. Οἱ Ὀρθόδοξοι πιστεύουμε σὲ προσωπικό, ὄχι ἀπρόσωπο Θεό. Δὲν πιστεύουμε σὲ μία ἀόριστη ἀνώτερη δύναμη, γιατί ἀνώτερη δύναμη εἶναι καὶ ὁ Σατανᾶς, ὁ διάβολος καὶ τὰ δαιμόνια, τὰ ὁποία πιστεύουν μὲν στὸν Τριαδικὸ Θεό, τὸν ὁποῖο ἀναγνωρίζουν ὡς δημιουργό τους, ἀλλὰ φρίττουν. Οἱ Ὀρθόδοξοι πιστεύουμε σὲ συγκεκριμένη ἀνώτερη δύναμη, ποὺ εἶναι ὁ προσωπικὸς Ἅγιος Τριαδικὸς Θεός, ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ἀλλὰ δὲν φρίττουμε. Τὸν λατρεύουμε, τὸν προσκυνοῦμε, τὸν δοξολογοῦμε, τὸν παρακαλοῦμε, τὸν εὐχαριστοῦμε, τὸν κοινωνοῦμε μὲ Ἄχραντα Μυστήρια. Ἡ λέξη «διάβολος» προέρχεται ἀπὸ τὴν πρόθεση «διὰ» καὶ τὸ ρῆμα «βάλλω» καὶ σημαίνει κατηγορῶ, συκοφαντῶ, ψεύδομαι. Ὁ διάβολος εἶναι ὁ πρῶτος εἰσηγητὴς τῆς ἁμαρτίας, ὁ πρωταίτιος τῆς ἁμαρτίας, εἶναι ὁ ἴδιος αὐτοαμαρτία, ὁ ὁποῖος «ἁρπαγμὸν ἠγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῶ»[30]. Ὁ ὅσιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος λέει ὅτι ὁ διάβολος εἶναι ὁ εἰσηγητὴς τῆς ἄνεσης. Ὁ διάβολος εἶναι μεγάλος «θεολόγος». Γνωρίζει τὴν Π.Δ. καὶ τὴν Κ.Δ., τὰ Πατερικὰ συγγράμματα, τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ τὶς ἀποφάσεις τῶν ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Κάνει νηστεῖες, ἀγρυπνίες. Ἔχει ὅμως ὑπερηφάνεια, πονηρία καὶ ἀμετανοησία. Δὲν ἔχει πνευματικὴ διάκριση, δήλ. ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλάνθαστη αἴσθηση τοῦ ὄντως ἀγαθοῦ Θεοῦ καὶ φωτισμὸ τῶν σκοτεινῶν σημείων του. Ὁ διάβολος δὲν θέλει ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ γνωρίσουν τὴν ἀλήθεια ἐν Χριστῷ καὶ ἐν τὴ Ὀρθοδόξω Ἐκκλησία. Εἶναι ὁ χειρότερος ἐχθρὸς καὶ πολέμιος τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.
Γιὰ τὸν Ἑωσφόρο κάνει λόγο καὶ ὁ προφήτης Δαυὶδ στὸ ψαλτήριον? «Ὑμεῖς δὲ ὡς ἄνθρωποι ἀποθνήσκετε καὶ ὡς εἰς τῶν ἀρχόντων πίπτετε»[31]. Γιατί κι αὐτὸς ἄρχων ἦταν τοῦ ἀγγελικοῦ τάγματος, ἀλλὰ ἐπειδὴ ὑπερηφανεύθηκε, γι’αὐτὸ καὶ ἐξέπεσε. Ὁ δὲ προφήτης Ἠσαΐας λέγει γι’αὐτὸν τὸ ἑξῆς? «Πῶς ἐξέπεσεν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ὁ Ἑωσφόρος ὁ πρωΐ ἀνατέλλων; Συνετρίβη εἰς τὴν γῆν ὁ ἀποστέλλων πρὸς πάντα τὰ ἔθνη; Σὺ εἴπας ἐν τὴ διανοία σου? Εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναβήσομαι, ἐπάνω τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ θήσω τὸν θρόνον μου καὶ ἔσομαι ὅμοιος τῷ Ὑψίστω? νῦν δὲ εἰς τὸν Ἅδην κάθεται καὶ εἰς τὰ θεμέλια της γὴς»[32]. Καὶ ὁ Κύριος στὸ κατὰ Λουκᾶν ἅγιον Εὐαγγέλιον λέγει? «Ἐθεώρουν τὸν Σατανᾶν ὡς ἀστραπὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα»[33].
Μερικοὶ διδάσκαλοι προσαρμόζουν στὴν πτώση αὐτὴ τοῦ ἑωσφόρου καὶ τῶν δαιμόνων καὶ στὴν ἀνδραγαθία τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ τὰ ρητὰ ἐκεῖνα τῆς Ἀποκαλύψεως, τὰ ὁποία λένε? «Καὶ ἐγένετο πόλεμος ἐν τῷ οὐρανῶ, ὁ Μιχαὴλ καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ ἐπολέμησαν μετὰ τοῦ δράκοντος καὶ ὁ δράκων ἐπολέμησε καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ καὶ οὐκ ἴσχυσαν, οὔτε τόπος εὑρέθη αὐτῶν ἔτι ἐν τῷ οὐρανῶ. Καὶ ἐβλήθη ὁ δράκων ὁ μέγας, ὁ ὄφις ὁ ἀρχαῖος ὁ καλούμενος διάβολος καὶ ὁ σατανᾶς, ὁ πλανῶν τὴν οἰκουμένην ὅλην, ἐβλήθη εἰς τὴν γῆν καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ μετ’αὐτοῦ ἐβλήθησαν»[34]. Δήλ. καὶ ἔγινε πόλεμος στὸν οὐρανό, ὅπου ὁ δράκων μὲ τὴν εἰδωλολατρεία προσπάθησε νὰ στήσει τὸν θρόνο του, ἐξαλείφοντας ἀπὸ τὶς διάνοιες τῶν ἀνθρώπων τὴν πίστη καὶ τὴν λατρεία τοῦ ἑνὸς καὶ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ. Καὶ ὁ Μιχαὴλ καὶ οἱ ἄγγελοι, ποῦ ἐκτελοῦσαν τὶς διαταγές του, ἦλθαν νὰ πολεμήσουν μὲ τὸν δράκοντα. Καὶ ὁ δράκων πολέμησε καὶ οἱ ἄγγελοί του μαζί του. Καὶ δὲν ὑπερίσχυσαν, ἀλλὰ ἡ ἥττα τοῦ ἦταν τόσο μεγάλη, ὥστε δὲν βρέθηκε πλέον θέση γι’αὐτὸν στὸν οὐρανό. Καὶ ρίφθηκε ὁ δράκων ὁ μεγάλος, ὁ παλαιὸς ὄφις, ποῦ παρέσυρε τοὺς πρωτοπλάστους στὴν παράβαση, ὁ καλούμενος διάβολος καὶ ὁ σατανᾶς, ὁ ὁποῖος πλανᾶ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Ρίφθηκε στὴν γῆ καὶ οἱ σκοτεινοὶ ἄγγελοί του ρίφθηκαν καὶ αὐτοὶ μαζὶ μ’αὐτόν.
Λέει καὶ ὁ κορυφαῖος Ἄπ. Πέτρος? «Εἰ γὰρ ὁ Θεός  Ἀγγέλων ἁμαρτησάντων οὐκ ἐφείσατο, ἀλλὰ σειραῖς ζόφου ταρταρώσας παρέδωκεν εἰς κρίσιν τετηρημένους»[35], δήλ. διότι, ἐὰν ὁ Θεὸς ἀκόμη καὶ τοὺς ἀγγέλους, ὅταν ἁμάρτησαν, δὲν λογαρίασε, ἀλλὰ ἁλυσοδεμένους στὸ σκότος, τοὺς ἔρριξε στὸν τάρταρο καὶ τοὺς παρέδωσε νὰ φυλάττονται γιὰ νὰ δικασθοῦν κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως.
Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἄπ. Ἰούδας λέει? «Ἀγγέλους τέ τους μὴ τηρήσαντας τὴν ἑαυτῶν ἀρχήν, ἀλλ’ἀπολιπόντας τὸ ἴδιον οἰκητήριον, εἰς κρίσιν μεγάλης ἡμέρας δεσμοῖς ἀϊδίοις ὑπὸ ζόφον τετήρηκεν»[36], δήλ. καὶ τοὺς ἀγγέλους, ποῦ δὲν φύλαξαν τὸ ὑψηλό τους ἀξίωμα, ἀλλὰ ἐγκατέλειψαν τὴν οὐράνια κατοικία καὶ ζωή τους, τοὺς ἔχει φυλάξει γιὰ νὰ δικασθοῦν κατὰ τὴν μεγάλη ἡμέρα τῆς παγκοσμίου Κρίσεως δεμένους κάτω ἀπὸ πνευματικὸ σκοτάδι καὶ παντελῆ ἄγνοια τῆς θείας Χάριτος καὶ ἀληθείας μὲ δεσμὰ αἰώνια, ποῦ δὲν θὰ συντριβοῦν ποτέ.
Ὁ Θεοδώρητος λέει πὼς ὁ ἑωσφόρος καὶ οἱ ἄγγελοί του ἐξέπεσαν ἀπὸ ὅλες τὶς τάξεις τῶν ἀγγέλων, συμπεραίνοντας αὐτὸ ἀπὸ τὸ λόγιό του Ἄπ. Παύλου, τὸ ὁποῖο λέει : «Οὐκ ἔστιν ἠμὶν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας»[37]. Δήλ. διότι πραγματικὰ δὲν ἔχουμε νὰ παλαίψουμε μὲ ἀντιπάλους ὁμοίους μας, μὲ αἷμα καὶ σάρκα, σὰν τὴν δική μας, ἀλλὰ ἡ πάλη καὶ ὁ πόλεμός μας εἶναι πρὸς τὶς ἀρχές, πρὸς τὶς ἐξουσίες.  Νά τί λέει κατὰ λέξη: «Ἐκ τῶν ἁγίων ἤσαν ταγμάτων οἱ πονηροὶ δαίμονες, ἀλλὰ καὶ διὰ πονηρίαν τῆς τάξεως ἐκείνης ἐξέπεσαν. Ἔχουσι δὲ καὶ νῦν τὰς προσηγορίας εἰς ἔλεγχον τῆς βδελυρίας». Συμφωνεῖ σ’αὐτὸ καὶ ὁ θεῖος Ἱερώνυμος, ὅτι δήλ. οἱ ἐκπεσόντες ἄγγελοι ἐξέπεσαν ὄχι ἀπὸ ἕνα τάγμα, ἀλλὰ ἀπὸ πολλά. Βεβαιώνει αὐτὸν τὸν λόγο του ἀπὸ τὸ παραπάνω ρητό του μεγάλου Παύλου.
Ὅμως, ὁ θεοφόρος Μάξιμος καὶ ὁ Δαμασκηνὸς Ἰωάννης ὑποστηρίζουν ὅτι μόνο ἀπὸ τὴν ἐνάτη τάξη τῶν ἀγγέλων ἔπεσαν ὅσοι ἄγγελοι ἔπεσαν. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἀποκαλεῖ τὸν ἑωσφόρο πρῶτον τῶν ἀγγέλων καὶ λέει ὅτι αὐτὸς ἐκτραχηλίσθηκε ἀπὸ τὸν ἀγγελικὸ κολοφώνα. Μὲ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο συμφωνεῖ τόσο ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος ὅσο καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος. Ὁ Ἱερώνυμος ἐκλαμβάνει τὸν ἑωσφόρο ὡς ἀνώτατον πάντων τῶν ἀγγέλων. Ὁ Τερτυλλιανὸς τὸν θεωρεῖ ὡς ἐξέχοντα καὶ σοφώτατον πάντων καὶ ὅτι ὁ ἑωσφόρος ἐξέπεσε ἀπὸ τὸ τάγμα τῶν Σεραφίμ, παρ’ὅλο ποῦ ὁ θεῖος Μάξιμος καὶ ὁ Δαμασκηνὸς Ἰωάννης τὸν θεωροῦν ὡς πρῶτο της ἐνάτης τάξεως τῶν ἀγγέλων.
Τότε στὴν πτώση τοῦ ἑωσφόρου ἔγινε πόλεμος στὸν οὐρανό, κατὰ τὴν ἱερὰ Ἀποκάλυψη. Γι’αὐτὸ κάθε τάξη καὶ ἁρμονία τῶν ὑπερκοσίων οὐσιῶν συνεχύθη καὶ ἀνεστράφη, καθότι ἔπεσαν καὶ ἀπὸ τὰ ἀνώτερά του Ἀρχαγγελικοῦ τάγματος, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἦταν καὶ ὁ Μιχαήλ. Ἐπειδή, λοιπόν, τὰ ἀνώτερα Ἀρχαγγελικὰ τάγματα ἀντέστρεψαν τὴν τάξη καὶ ἀντὶ νὰ μυήσουν καὶ νὰ φωτίσουν τὰ κατώτερα τάγματα στὸ ἀγαθό, τὰ μύησαν στὸ κακὸ καὶ τὰ σκότισαν, γι’αὐτὸ ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ, ἀφοῦ στάθηκε στὴν οἰκεία τάξη τοῦ ἀγαθοῦ, μύησε τὶς ἀνωτέρω ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες νὰ μείνουν στὴν τάξει τοῦ ἀγαθοῦ, στὴν ὁποία κτίσθηκαν. Λοιπόν, τί ἄτακτο ἢ ἄτοπο ἀκολουθεῖ, ἂν ὁ κατώτερος Μιχαήλ, ποῦ ἔμεινε στὸ ἀγαθό, βλέποντας τὶς ἀνωτέρω ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες νὰ ἐκπίπτουν ἀπὸ τὸ ἀγαθό, τὶς μύησε καὶ τὶς δίδαξε νὰ μένουν στὸ ἀγαθό; Βεβαίως κανένα.
Καὶ στὴ δική μας ἱεραρχία, ὅταν ὁ ἱερεὺς καὶ ὁ ἱεράρχης ἀτακτοῦν καὶ κακῶς φρονοῦν, καὶ διάκονος καὶ μοναχός, ποῦ εὐτακτοῦν καὶ φρονοῦν ὀρθῶς, μποροῦν νὰ τοὺς νουθετήσουν καὶ νὰ τοὺς εὐτακτήσουν, καθὼς πάμπολλα παραδείγματα ὑπάρχουν[38].
Ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου ἔχει καταργηθεῖ μὲ τὸν Σταυρικὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως λέει ἕνας ἅγιος της Ἐκκλησίας μας τὸ σῶμα τοῦ διαβόλου ἔχει νεκρωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ καὶ τελεσίδικα. Μένει ὅμως μόνο ἡ οὐρὰ τοῦ ἐνεργή. Ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ ὑπάρχει ἡ οὐρὰ τοῦ διαβόλου γιὰ περισσότερο ἀγώνα καὶ δοκιμὴ τῶν ἀνθρώπων καὶ γιὰ μεγαλύτερο οὐράνιο μισθὸ καὶ στεφάνια. Ἐπίσης, ἡ ὕπαρξη τοῦ διαβόλου ὠφελεῖ τοὺς ἀνθρώπους, διότι γνωρίζοντας ὅτι οἱ ἐχθροί μας εἶναι ἀκόμη ζωντανοὶ καὶ μᾶς πολεμοῦν, δὲν κοιμόμαστε καὶ ἀμελοῦμε, ἀλλὰ παραμένουμε ξύπνιοι καὶ προσεκτικοί.
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος κάνει λόγο γιὰ τὴν κοροϊδία, τὸ ξεγέλασμα τοῦ διαβόλου. Τρία πράγματα, λέει, διέφυγαν τῆς προσοχῆς τοῦ διαβόλου : ἃ) ἡ παρθενία τῆς Μαρίας, β) ἡ σύλληψη τοῦ Κυρίου καὶ γ) ἡ Σταύρωση.
Ὁ διάβολος προσβάλλει τοὺς ἀνθρώπους μὲ τοὺς λογισμούς, τοὺς ὁποίους ὁ ἄνθρωπος θὰ πρέπει νὰ ἔχει τὴν πνευματικὴ διάκριση νὰ μὴν ἀνοίγει διάλογο μαζί τους, νὰ τοὺς ἀντικρούει καὶ νὰ μὴν συγκατατίθεται. Συνήθως ὁ διάβολος ἐπιτίθεται στὸν ἄνθρωπο μὲ τὰ δαιμόνια-πάθη τῆς καταλαλιᾶς καὶ τῆς κατακρίσεως, τῆς ὕβρεως, τοῦ φθόνου, τοῦ ψεύδους, τοῦ θυμοῦ καὶ τῆς ὀργῆς, τῆς ὑπερηφανείας, τῆς βλασφημίας, τῆς μωρολογίας καὶ φλυαρίας, τοῦ τόκου καὶ τοῦ δόλου, τῆς ὀκνηρίας καὶ τοῦ ὕπνου, τῆς φιλαργυρίας, τῆς μέθης, τῆς μνησικακίας, τῆς μαγείας καὶ γοητείας, τῆς γαστριμαργίας, τῆς εἰδωλολατρείας, τῆς ἀρσενοκοιτίας, τῆς χρωματοπροσωπίας, τῆς μοιχείας καὶ πορνείας, τοῦ φόνου, τῆς κλοπῆς, τῆς ἀσπλαγχνίας, τοῦ σχίσματος καὶ τῆς αἱρέσεως. Ἡ πνευματικὴ ἐγρήγορση τοῦ ἀνθρώπου ἔναντι τῶν ἀνωτέρω παθῶν ἐπιτυγχάνεται κυρίως μὲ τὴν Χάριν τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν προσοχὴ τοῦ ἑαυτοῦ μας, τὴν προσευχή, τὴν μετάνοια, τὴν ἐξομολόγηση, τὴν μετοχὴ στὴ μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἰδίως στὸ ὑπερφυὲς μυστήριο τῆς Θείας Μεταλήψεως τοῦ Τιμίου Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Κυρίου, μὲ τὴν ταπείνωση. Αὐτὰ εἶναι τὰ κλειδιὰ τῆς νήψεως. Τρία πράγματα φοβᾶται περισσότερο ὁ διάβολος : τὸ βάπτισμα, τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Θεία Κοινωνία Τὸ πόσο σημαντικὴ εἶναι γιὰ τὸν πνευματικό μας ἀγώνα ἡ ἀρετὴ τῆς ταπείνωσης, φαίνεται ἀπὸ τὸ ἑξῆς περιστατικὸ τοῦ Μ. Ἀντωνίου : «Εἶδον ἐγὼ τὰς παγίδας τοῦ διαβόλου ἀπλωμένας ἐπὶ πάσαν τὴν γῆν. Καὶ ἠρωτήθην : Τὶς δύναται ἐκφυγεῖν ἀπὸ τὰς παγίδας τοῦ διαβόλου; Καὶ ἤκουσα φωνὴν λέγουσα μοὶ : Ὁ ταπεινός». Δὲν θὰ πρέπει ποτὲ νὰ ξεχνοῦμε ὅτι ὁ διάβολος, προκειμένου νὰ μᾶς παρασύρει, νὰ μᾶς πλανέψει, ὥστε νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ὑπερηφάνεια καὶ τὴν ἀπώλεια «μετασχηματίζεται ἀκόμη καὶ εἰς ἄγγελον φωτός». Παίρνει τὴ μορφὴ φωτεινοῦ ἀγγέλου, ἀκόμη καὶ ἁγίων καὶ τῆς Παναγίας καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ.
Κατακλείουμε τὴν ταπεινή μας ἀναφορὰ στὴ δαιμονολογία, ἀναφερόμενοι σ’ ἕνα περιστατικὸ ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Γέροντος Παϊσίου, ποὺ δείχνει τὴν ὑπερηφάνεια καὶ τὴν ἀμετανοησία τοῦ διαβόλου. Ὁ Γέρων Παΐσιος ἀπὸ τὴν μεγάλη ἀγάπη, ποὺ εἶχε, προσευχόταν γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Μία φορὰ λυπήθηκε ἀκόμη καὶ αὐτὸν τὸν διάβολο καὶ προσευχήθηκε ἔντονα γιὰ νὰ μετανοήσει καὶ νὰ σωθεῖ ὁ διάβολος. Ξαφνικά του ἐμφανίζεται ὁ διάβολος, τοῦ βγάζει τὴ γλώσσα καὶ τοῦ λέει : «Καὶ ποιός σου εἶπε ρὲ ὅτι θέλω ἐγὼ νὰ μετανοήσω καὶ νὰ σωθῶ; Ἐγὼ νὰ μετανοήσω; Ὁ Θεὸς νὰ μετανοήσει»!
Τέλος, δὲν θὰ πρέπει νὰ λησμονοῦμε ὅτι στὴν ἱστορία ἔχουμε πέντε μεγάλες πτώσεις : τοῦ Σατανᾶ, τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὕας, τοῦ Ἰούδα, τοῦ Πάπα καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.  


[1] ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΥΠΟΔΙΑΚΟΝΟΣ, ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΥΣ, Θησαυρός, ἔκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θὲσ/κὴ 2004, σσ. 245-269.
[2] Ψάλμ. 103, 4.
[3] ΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΖΙΓΑΒΗΝΟΣ - ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ἑρμηνεία εἰς τοὺς ΡΝ΄  Ψαλμοὺς τοῦ Δαβίδ, τ. Γ΄, ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, 
  Θὲσ/κὴ 1983, σσ. 40-41.
[4]Ἑβρ. 1, 14.
[5] Λούκ. 15, 10
[6] Ἀριθμοί, Ἃ΄ Παραλειπομένων, Δανιήλ.
[7] Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ 5, 14.
[8] Δανιήλ.
[9] Δᾶν. 8,16
[10] Δᾶν. 9, 21
[11] Ἃ΄ Παραλειπομένων.
[12] Α΄, Β΄ Παραλειπομένων.
[13] Ἐνώχ.
[14] Λευιτικόν, Δ΄ Βασιλειῶν,  Β΄ Παραλειπομένων.
[15] Ψάλμ. 106, Δευτερονόμιον.
[16] Ἠσαΐας 34.
[17] Τωβὶτ 3.
[18] Λευιτικόν.
[19] Ἃ΄ Παραλειπομένων.
[20] ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ, Περὶ οὐρανίου ἱεραρχία.ς
[21] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος  Γ΄ περὶ  ἀκαταλήπτου.
[22] Ό.π.
[23] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ἑορτοδρόμιον ἤτοι ἑρμηνεία εἰς τοὺς ἀσματικοὺς κανόνας τῶν Δεσποτικῶν καὶ Θεομητορικῶν ἑορτῶν, τ. Γ΄, ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θὲσ/κὴ 1987, σσ. 396 – 397.
[24] Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, Περὶ Ἁγίου Πνεύματος, Εἰς τὴν Ἑξαήμερον, Περὶ Πίστεως.
[25] Ἃ΄ Κόρ. 11, 10. ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος εἰς τὴν Ἀνάληψιν.
[26] Ψάλμ. 103, 2.
[27] ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Λόγος εἰς τὴν Χριστοῦ Γέννησιν.
[28] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ.  433-434.
[29] Ἑβρ. 2, 7.
[30] Φιλιπ. 2, 6.
[31]Ψάλμ. 
[32] Ἤσ. 14, 12-15.
[33] Λούκ. 10, 18.
[34] Ἀποκ. 12, 7-9.
[35] Β΄ Πέτρ. 2, 4.
[36] Ἰούδ. 6.
[37] Ἐφεσ. 6, 12.
[38] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Β΄ (Νοέμβριος-Δεκέμβριος) ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θὲσ/κὴ 2003,                 
   σσ. 63-68.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.