ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ Τ' ΩΡΑΙΟΤΕΡΟ
"Δὲν τὸ 'γραψαν οἱ ποιητὲς τοῦ Ἀγώνα τὸ τραγούδι.
τὴν μελωδία τῆς Λευτεριᾶς, τοῦ Ἀγώνα τὸ μεθύσι.
Ἐσεῖς τὸ γράψατε παιδιά, τὸ ποίημα τ' ὡραιότερο στῶν φυλακῶν τῆς Λευκωσίας τοὺς τοίχους
και σε χαρτὶ μονόφυλλο τοὺς πιὸ ἁπλούς, μὰ πιὸ τρανούς γιὰ τὴν Πατρίδα στίχους ..."
Ροῦλα Ἰωαννίδου Σταύρου
(Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ ποίημά μου "Τὰ παιδιὰ τῆς ἀγχόνης" στὰ βιβλία μου
"Μοιρασμένη Λευκωσία" καὶ "Τῆς νήσου Κύπρου κωπηλᾶται")
ANΔΡΕΑΣ ΖΑΚΟΣ
ΙΑΚΩΒΟΣ ΠΑΤΑΤΣΟΣ
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΜΙΧΑΗΛ
Ἀπαγχονίζονται στὶς Κεντρικὲς Φυλακὲς Λευκωσίας ἀπὸ τὶς ἀγγλικὲς ἀρχὲς κατοχῆς οἱ ἀγωνιστὲς τῆς ΕΟΚΑ Ἀνδρέας Ζάκος (25 χρονῶν), Χαρίλαος Μιχαὴλ (21 χρονῶν), καὶ Ἰάκωβος Πατάτσος, (22 χρονῶν).
9 Αὐγούστου 1956. Ο γαλανὸς οὐρανὸς τῆς μεγαλονήσου μᾶς μαύρισε γιὰ ἄλλη μία φορά, θρηνώντας τρία παλικάρια ποὺ δὲν τὰ φόβιζε ὁ θάνατος γιατί θεωροῦσαν τὴ ζωὴ περιττὴ μέσα στὴ σκλαβιά. Τρεῖς νέοι Ἕλληνες καὶ μπροστά τους μόνο ἡ ἀγχόνη καὶ τὸ φῶς τῆς λευτεριᾶς ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ τοῦ ἀντισταθοῦν. Ανδρέας Ζάκος, Ἰάκωβος Πατάτσος, Χαρίλαος Μιχαήλ.
Ο Ανδρέας Ζάκος ειδε τὸ φῶς τῆς σύντομης γι’ αὐτὸν ζωῆς πάνω στὴ γῆ το 1932 (12 Νοεμβρίου) στὸ χωριὸ Λινοῦ. Ὡστόσο μεγάλωσε στὸ χωριὸ Λεύκα. Φοίτησε στοΠαγκύπριο Γυμνάσιο στη Λευκωσια καὶ ἀποφοίτησε τελικὰ ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ Σχολὴ Σολέας. Γονεῖς τοῦ οἱ Χαρίλαος καὶ Ἀφροδίτη Ζάκου καὶ ἀδέλφια οἱ Γεώργιος, Ἀδόλφος, Ἀστέρω καὶ Εὐρούλα. Ἐργαζόταν σχεδιαστὴς στην Κυπριακὴ Μεταλλευτικὴ Ἐταιρεία στο Ξερό, ὅταν ἄρχισε ἠ ΕΟΚΑ την ἐπαναστατική της δράση γιὰ Ἐλευθερία τῆς Κύπρου καὶ Ἕνωσή της μὲ τὴν Ἑλλάδα. Ἦταν ἁγνὸς καὶ ἐνθουσιώδης ἰδεολόγος. Φιλοσοφοῦσε τὴ ζωή, λέγοντας ὅτι, ἂν εἶναι νὰ προσφέρει ὁ ἄνθρωπος τὴ ζωή του γιὰ τὰ πιστεύω του, ἀξίζει νὰ τὸ κάνει ἐνόσω εἶναι νέος.
Ἀγαπητὲ ἀδερφέ, ὅταν θὰ πάρεις τὸ γράμμα μου αὐτό, θὰ ἔχω φύγει γιὰ πάντα. (Ὑπάρχει κανεὶς ποῦ θὰ μείνει;) Ἡ ὥρα τοῦ θανάτου πλησιάζει. Μὰ στὴν ψυχὴ μᾶς φωλιάζει ἡ ἠρεμία. Τὴν στιγμὴ αὐτὴ ἀκοῦμε τὴν...
Ἡρωικὴ Συμφωνία τοῦ Μπετόβεν. Στὴ θέση ποὺ βρισκόμαστε τώρα, οὔτε μὲ τὸ μικροσκόπιο δὲν μποροῦμε ν’ ἀνακαλύψουμε ποῦ ὑπάρχει τραγωδία στὸν θάνατο. Τότε μόνο θὰ αἰσθανόμουν λύπη, ἂν ἤξερα ὅτι θὰ μποροῦσα νὰ μείνω πάντα νέος καὶ ἀθάνατος, ἂν ἀπέφυγα τὴν ἐκτέλεση. Νομίζω πὼς μὲ τὴν ἐκτέλεση θὰ μείνω πάντα νέος κι ἀθάνατος. Πρῶτα ἢ ὕστερα θὰ ἔπρεπε νὰ διαθέσω τὴ ζωή μου. Δὲν βλέπω πιὸ κατάλληλη στιγμὴ ἀπὸ τὴν τωρινὴ γιὰ νὰ τὸ κάμω. Δίνε θάρρος στὴν οἰκογένεια. Προσπάθησε νὰ παρηγορήσεις τὴ μητέρα μας. Ὁ πρῶτος της γιὸς ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς θὰ εἶσαι ἐσὺ καὶ ὄχι ἐγώ.
Σὲ φιλῶ,
Ὁ ἀδερφός σου Ἀνδρέας
Τὰ πιὸ πάνω ἔγραφε στὸ τελευταῖο του γράμμα πρὸς τὸν ἀδελφό του ὀ 25χρονος Ἀγωνιστής Ανδρεας Ζάκος λιγο προτοῦ ὁδηγηθεῖ στὴν ἀγχόνη καὶ περάσει στὸ πάνθεο τῶν ἀθάνατων ἀγωνιστῶν τῆς κυπριακῆς Ἐλευθερίας.
Ξεχώριζε γιὰ τὸ ἦθος, τὴν εὐγένεια καὶ τὴν προσήλωσή του στὰ ἑλληνικὰ ἰδεώδη. Σὲ νεαρὴ ἡλικία πρωτοστάτησε στὴν ἵδρυση καὶ λειτουργία ἑλληνικῶν σωματείων στὴν περιοχὴ τῆς Σολιᾶς. Ο Ζάκος ήταν μία εὐγενικὴ ψυχή. Τοῦ ἄρεσε ἡ μουσική, οἱ ξένες γλῶσσες, ἡ μελέτη τῆς Ἱστορίας τῆς πατρίδας του. Ποῦ νὰ τὸ φανταζόταν πὼς καὶ ὁ ἴδιος θὰ γινόταν κάποια στιγμὴ μέρος αὐτῆς τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας;
Ὁ μεγαλύτερός του ἀδελφός Γεωργιος υπηρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς πυρῆνες της ΠΕΟΝ, μία ἀπὸ τὶς προεπαναστατικὲς ἐνέργειες τῆς ὁποίας ἦταν καὶ ἡ δολιοφθορὰ στὰ ἠλεκτροφόρα καλώδια τῆς Ἀρχῆς Ἠλεκτρισμοῦ, μὲ ἀποτέλεσμα τὴ συσκότιση τῆς Λευκωσίας καὶ τὴ διάλυση τῶν ἑορταστικῶν ἐκδηλώσεων γιὰ τὴ στέψη τῆς βασίλισσας Ἐλισάβετ στὸ Κυβερνεῖο τὸ Μάιο 1953. Ο Γιῶργος προσπαθοῦσε νὰ κρατήσει μακριὰ ἀπὸ τὰ μυστικὰ τῆς Ὀργάνωσης τὸ φλογερὸ ἀδελφό του Ἀνδρέα, ὁ ὁποῖος ὅμως ἐντάχθηκε στην ΕΟΚΑ με τὸ ξεκίνημα τοῦ ἀγώνα καὶ ὄργωσε τὴν περιοχὴ Λεύκας-Πύργου, ἑτοίμασε κρησφύγετα καὶ στρατολόγησε ἄνδρες ὡς μέλη της ΕΟΚΑ. Γιὰ νὰ μπορεῖ ἀπερίσπαστα νὰ προσφέρει τὶς ὑπηρεσίες του στὸν ἀγώνα, ὁ Ἀνδρέας κατέφυγε σὲ ἀνταρτικὴ ὁμάδα στὴν περιοχὴ τῆς Γαληνῆς, ὅπου ἐπιδόθηκε σὲ ἀναγνωρίσεις στόχων γιὰ μελλοντικὲς ἐπιθέσεις καὶ δολιοφθορές, σύμφωνα μὲ ὁδηγίες του Αρχηγοὺ Διγενῆ.
Μὲ τὴν ὁμάδα του Μάρκου Δράκου στὶς 15 Δεκεμβρίου 1955 έστησαν ἐνέδρα στὸ Μερσινάκι, κοντὰ στοὺς ἀρχαίου Σόλους σὲ ἕνα ἀγγλικὸ τζίπ. Κατὰ τὴ σύγκρουση ποὺ ἀκολούθησε σκοτώθηκε ἕνας ἄγγλος καὶ ὁ πρῶτος νεκρὸς της ΕΟΚΑ σε μάχη ὀΧαράλαμπος Μοῦσκος. Ο Μάρκος Δράκος καταφερε νὰ διαφύγει τραυματισμένος, ἐνῶ οἰ Ανδρέας Ζακος και Χαρίλαος Μιχαήλ καθηλωθηκαν ἀπὸ τὸν Ἄγγλο ταγματάρχη Κουμπ καὶ τελικὰ συνελήφθησαν. Ο Ἀνδρέας Ζάκος ἦταν τραυματισμένος ἐνῶ ὁ Μιχαὴλ ὄχι ἀλλὰ ἀρνήθηκε νὰ φύγει καὶ νὰ ἀφήσει τὸν φίλο του τραυματισμένο.
Ἀνάμεσα στον Κουμπ καὶ τον Ζάκο μεσολαβησε μία στιχομυθία. Ὅταν ὁ ταγματάρχης ρώτησε τον Ζάκο γιατί τους πυροβόλησαν αὐτὸς ἀπάντησε: «Εἶμαι Ἕλληνας καὶ ἀγωνίζομαι γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς πατρίδας μου».
Ἀνάμεσα σὲ ἄλλα λίγο πρὶν τὸν ἀπαγχονισμὸ γράφει στὸν πατέρα τοῦ στις 7Αυγούστου: Ὅπως σᾶς εἶπα ἀφοῦ εἴμαστε χριστιανοί, πιστεύουμε στὴν Οὐράνια βασιλεία καὶ δὲν πρέπει νὰ μᾶς φοβίζει ὁ θάνατος. Ἐξάλλου ἐμεῖς ἔχουμε τὸ πλεονέκτημα νὰ ξέρουμε τὴν ὥρα τοῦ θανάτου μας καὶ ἔτσι νὰ προπαρασκευαστοῦμε.
Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς δίκης καὶ τῆς παραμονῆς του στὸ κελὶ τῶν μελλοθανάτων ὀΑνδρέας Ζάκος επεδειξε σπάνια ψυχικὰ χαρίσματα. Τὴν καταδίκη του σὲ θάνατο ἀπὸ τὸν Ἄγγλο δικαστὴ Σῶ, ἄκουσε μὲ ἀπόλυτη ψυχραιμία. Ὁ ἴδιος ἔδινε θάρρος στοὺς γονεῖς καὶ συγγενεῖς του μέχρι τὴν τελευταία στιγμή. Ἡ τελευταία του ἐπιθυμία ἦταν νὰ ἀκούσει τὴν ἡρωικὴ Συμφωνία τοῦ Μπετόβεν.
Ὁ Ἀνδρέας Παναγίδης ἔγραψε ὅτι ὁ Ζάκος καὶ οἱ ἄλλοι πέθανα μὲ ὑπερηφάνεια. Τραγουδοῦσαν μισὴ ὥρα πρὶν ἐκτελεστοῦν καὶ τὴν ὥρα τῆς ἐκτέλεσης φώναζαν ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς Ἑνώσεως.
Ο Ζάκος είδε μὲ θάρρος τὸ θάνατο στὰ μάτια. Δὲ λιγοψύχησε οὔτε μία στιγμή. Δὲ ζήτησε νὰ τὸν λυπηθοῦν. Ἀντίθετα, ἀπαίτησε νὰ γίνει ὅσο τὸ δυνατὸ πιὸ γρήγορα ἡ ἐκτέλεσή του. Εἶπε μάλιστα στοὺς φρουροὺς τοῦ “ἐκεῖνος ποὺ θὰ κάνει τὴ δουλειὰ (δηλαδὴ ὁ δήμιος), νὰ τὴν κάνει ὅσο γίνεται γρηγορότερα”. Ως τελευταία ἐπιθυμία, σύμφωνα μὲ μαρτυρία Ἄγγλου φρουροῦ, ζήτησε νὰ διαβιβαστεῖ στὸν Ἀρχηγὸ της ΕΟΚΑ Διγενή το μήνυμα νὰ συνεχίσουν τὸν Ἀγώνα μέχρι τὴν ἀπόκτηση τῆς ἐλευθερίας. Κι ὅταν οἰ Άγγλοι του εἶπαν πὼς τέτοιο μήνυμα δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ διαβιβασθεῖ αὐτὸς χαμογέλασε καὶ εἶπε μὲ σιγουριὰ ὄτι “καποιος θὰ βρεθεῖ νὰ τὸ διαβιβάσει”.
Λίγο πρὶν τὸν ἀπαγχονισμὸ του Ζάκου καὶ του Μιχαήλ (ἀλλὰ καὶ τοῦ Ἰάκωβου Πατάτσου ποὺ ὁδηγήθηκε στὴν ἀγχόνη τὴν ἴδια μέρα) μέλη της ΕΟΚΑ απήγαγαν ἕνα Βρετανὸ ἡλικιωμένο πολίτη, γιὰ νὰ ζητήσουν ἀνταλλαγή του μὲ τοὺς ἀγωνιστὲς ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἐκτελεστοῦν. Τότε ὀ Ζάκος, σὲ ἕνα δεῖγμα σπάνιας μεγαλοψυχίας γιὰ μελλοθάνατο, ἀπηύθυνε ἀπὸ τὶς Φυλακὲς μήνυμα στοὺς συναγωνιστὲς τοῦ καλώντας τους νὰ ἀφήσουν ἀμέσως ἐλεύθερο τὸ Βρετανὸ χωρὶς ὅρους.
Αὐτὸς ἦταν ὁ Ἀνδρέας Ζάκος. Ὁ Ἀγωνιστής, ὁ Πατριώτης, ὁ Ἄνθρωπος!
Ὁ δεύτερος ἥρωας ποὺ ἀπαγχονίστηκε στὶ 9 Αὐγούστου ἦταν ὀ Ιάκωβος Πατάτσος.Γεννήθηκε στὴ Λευκωσία την 1η Ἰουλίου 1934. Γονείς τοῦ ἦταν οἱ Ἀνδρέας καὶ Ροδοῦ Πατάτσου καὶ ἡ ἀδερφὴ τοῦ ἦταν ἡ Χλόη. Διακρινόταν ἰδιαίτερα τόσο γιὰ τὰ πατριωτικά του αἰσθήματα ὅσο καὶ γιας τὴ θρησκευτικότητά του. Ὀργανωμένος στην ΟΧΕΝ Λευκωσίας, ἀποτέλεσε ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα στελέχη τῆς πρωτεύουσας, σχεδιάζοντας καὶ ἐκτελώντας πληθώρα ἐπιχειρήσεων. Τὸν συνέλαβαν στὴν τουρκικὴ συνοικία τῆς Λευκωσίας καὶ τὸν κατηγόρησαν γιὰ ἐπίθεση καὶ φόνο ἑνὸς Τούρκου παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν βρέθηκε τίποτα πάνω του οὔτε ὅπλο οὔτε ἄλλο ἐνοχοποιητικὸ στοιχεῖο. Στὴν πραγματικότητα ἦταν ἀθῶος, γιατί ὁ Τοῦρκος εἶχε ἐκτελεστεῖ ἀπὸ ἄλλο μέλος της ΕΟΚΑ. Ὅμως καταδικάστηκε σὲ θάνατο ἀπὸ τὴν ψευδομαρτυρία μίας τούρκισσας.
Τὴν παραμονὴ τῆς ἐκτέλεσής του τὸν ἐπισκέφθηκε ἡ μητέρα του. «Μάνα μου δὲν θέλω νὰ λυπηθεῖς ποὺ θὰ μὲ στερηθεῖς. Νὰ σαὶ περήφανη καὶ νὰ ξέρεις πὼς θὰ βαδίσω στὴν ἀγχόνη ψύχραιμα σὰν ἀληθινὸς Ἕλληνας. Ὁ Θεὸς εἶναι μεγάλος». Ο Ιάκωβος Πατάτσος ηταν ἕνας σπάνιος Χριστιανός. Γνώμονα στὶς ἐνέργειές του εἶχε πάντα τὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ τὶς χριστιανικὲς ἀρετές. Ἦταν μάλιστα καὶ κατηχητής. Ὁ ἴδιος ἔλεγε χαρακτηριστικά: «Ποθῶ μία χριστιανικὴ λευτερωμένη Κύπρο».
Ἦταν μόλις 22 χρόνων ὅταν βάδισε πρὸς τὴν ἀγχόνη. Τὴν αὐγὴ της 9ης Αὐγούστου 1956 από τὶς φυλακὲς ἀκούγονταν φωνές, πατριωτικὰ τραγούδια, ζητωκραυγές. Οι τρεῖς νέοι περίμεναν μὲ ἀνυπομονησία τὸν θάνατο. Τραγουδοῦσαν γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ την ΕΟΚΑ. Ἔψαλλαν γιὰ ἄλλη μία φορὰ τὸ μεγαλεῖο της φυλῆς.
Ἡ Χριστιανικὴ ἀρετὴ του Πατάτσου καὶ τὸ ὅλο ἀγωνιστικό του ἦθος φαίνονται ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς ποὺ ἔγραψε ὅταν ἦταν φυλακισμένος. Ὅμως τὸ συγκλονιστικὸ ἀποκορύφωμα , τὸ κύκνειο ἄσμα του, ὀ Ιάκωβος Πατάτσος το γράφει πρὸς τὴ μητέρα τοῦ στις 8 Αὐγούστου 1956:
«Ἀγαπημένη μου μητέρα, Χαῖρε. Εὑρίσκομαι μεταξὺ ἀγγέλων. Τώρα ἀπολαμβάνω τοὺς κόπους μου. Τὸ πνεῦμα μου φτερουγίζει γύρω ἀπὸ τὸ θρόνο τοῦ Κυρίου. Θέλω νὰ χαίρεις ὅπως κι ἐγώ. Ἂν κλαίεις θὰ λυποῦμαι. Τὸ ὄνομά σου θὰ γραφτεῖ στὴν ἱστορία, γιατί ἐδέχθης νὰ θυσιασθεῖ τὸ παιδί σου γιὰ τὴν πατρίδα. Εἶναι καιρὸς τώρα νὰ καμαρώσεις τὸ παιδί σου. Εὑρίσκεται ἐκεῖ ψηλὰ ὅπου ψάλλουν οἱ Ἄγγελοι. Χαῖρε ἀγαπημένη μου μητέρα. Μὴν κλαίεις γιὰ νὰ ἀκούσεις τὴν ἀγγελική μου φωνὴ νὰ ψάλλει Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ. Ψάλλε καὶ σὺ μαζί μου. Ψάλλε προσεύχου, δόξαζε τὸν Θεὸν σὲ ὅλην τὴν ζωήν”.
Ο Ιάκωβος Πατάτσος τελειωσε τὸ δημοτικὸ σχολείο “Ελενειο” στη Λευκωσία καὶ ἦταν ἀπόφοιτός της Σχολῆς Σαμουήλ. Ἐργαζόταν ὡς γραφέας στὸν Οἶκο Παρασκευαΐδη. Ἦταν μέλος της ΟΧΕΝ καὶ ἐντάχθηκε στὸν Ἀγώνα πρὶν ἀπὸ το 1955. Μὲ τὴν ἔναρξη τοῦ ἀγώνα κατατάχθηκε σὲ ὁμάδες ρίψης βομβῶν καὶ ἀργότερα στὸ ἐκτελεστικὸ Λευκωσίας. Λόγω ὅμως τῶν θρησκευτικῶν του πεποιθήσεων προβληματιζόταν νὰ λάβει μέρος σὲ ἐκτελέσεις. Η δράση του στὸν ἀγώνα συνταυτιζόταν μὲ τὴ θρησκεία καὶ ὅ,τι ἔκαμνε τὸ ἔκαμνε, ἐπειδὴ πίστευε ὅτι καὶ ἡ ἐλευθερία εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ.
Τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1956 συνεργάστηκε μὲ το Σταῦρο Στυλιανίδη καὶ ἄλλα στελέχη της ΕΟΚΑ στην κατασκευὴ καὶ τοποθέτηση βόμβας στις 20 Μαρτίου 1956 στο κρεβάτι τοῦ Κυβερνήτη Χαρντιγκ. Στις 23 Ἀπριλίου 1956 ανέλαβε μὲ τὸ συναγωνιστῆ του Γεώργιο Παλαιολόγο την ἐκτέλεση ἑνὸς προδότη ἀστυνομικοῦ, ἐναντίον τοῦ ὁποίου ἔγινε καὶ προηγουμένως ἀνεπιτυχὴς ἀπόπειρα. Ἡ ἐπίθεση ἔγινε ἔξω ἀπὸ τὸν κεντρικὸ ἀστυνομικὸ σταθμὸ Σεραγίου Λευκωσίας. Ἡ προσπάθεια ἀπέτυχε καὶ ὁ Ἰάκωβος, ποὺ ἔπεσε ἀπὸ τὸ ποδήλατό του βρέθηκε στὸ στόχαστρο Τούρκου εἰδικοῦ χωροφύλακα. Δεύτερος Τοῦρκος ἀστυνομικός, ὀ Νιχὰτ Βασίφ, ἅρπαξε τὸν Ἰάκωβο, ὅποτε ὁ Παλαιολόγος πυροβόλησε θανάσιμα τὸν Νιχὰτ καὶ τὸν ἐλευθέρωσε. Στὴ συνέχεια ὅμως τὸ πλῆθος τῶν Τουρκοκυπρίων ποὺ προσέτρεξε τὸν ἀκινητοποίησε καὶ συνελήφθη. Ὁ Παλαιολόγος κατέφυγε στὸ ἀντάρτικο καὶ ὀ Πατάτσος κατηγορηθηκε γιὰ τὴν ἐκτέλεση τοῦ Νιχὰτ καὶ ὁδηγήθηκε στὴν ἀγχόνη.
Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ὀλιγόμηνης κράτησής του στὰ κελιὰ τῶν μελλοθανάτων τόνωνε μὲ τὴ θρησκευτική του πίστη τοὺς ἄλλους κατάδικους, δημιουργώντας ἀτμόσφαιρα κατάνυξης καὶ πνευματικῆς ἀνάτασης. Ἡ ψυχικὴ δύναμη τοῦ ἥρωα, φαίνεται ἀπὸ τὰ γραπτά του, ὅταν γνώριζε ἤδη ὅτι θὰ ἐκτελοῦνταν. Στις 24 Ἰουλίου 1956, γράφει:«Αἶσχος στοὺς Ἄγγλους!!! Αἶσχος !!! Οἱ Ἄγγλοι εἶναι αἱμοχαρεῖς δυνάσται. Οἱ Ἄγγλοι εἶναι κτήνη. Θὰ τολμήσουν τὰ τέρατα νὰ βάψουν ἀκόμη μίαν φορὰν τὰ χέρια τους μὲ αἷμα ἀθώων… Ὅπως φαίνεται, πολὺ σύντομα θὰ ἀρχίσουν οἱ ἐκτελέσεις. Ἦρθε ὁ Ζάκος μαζὶ μὲ τὸν Χαρίλαον. Τότε ἀρχίσαμε νὰ ζητωκραυγάζομεν ὑπὲρ τῆς ΕΟΚΑ… Τέλος, μαζὶ ἐψάλλαμε τὸν Ἐθνικὸν Ὕμνον». Ο Ιάκωβος Πατάτσος, σὰν γνήσιος Ἕλληνας τῆς Κύπρου, βάδισε πρὸς τὸν θάνατο μὲ ψηλὰ τὸ κεφάλι. Κοινώνησε ἀπὸ τὰ χέρα τοῦ ἱερέα Ἀντωνίου Ἐρωτοκρίτου καὶ ἔψαλε, ἐνῶ τοῦ περνοῦσαν τὴ θηλειᾶ στὸ λαιμὸ (ὅπως βεβαιώνει ὁ συγκρατούμενός του Χρύσ. Παναγῆς), τὸ «Τὴ Ὑπερμάχω Στρατηγῶ».
Ἡ μητέρα τοῦ Ἰάκωβου ἀναφέρει: «Θυμοῦμε τὴν τελευταία φορὰ ποὺ ἐπήα νὰ τὸν δῶ…Τοὺς ἐφέρναν. Ἐτραουδοῦσαν. Δυνατά, μὲ θάρρος. Ἐπουμπουρίζαν οἱ φυλακές. Προπάντος ὁ δικός μου. Ἐξεχώριζα τὴ φωνή του. Ἦταν τὸ «ξύπνα καημένε μου ραγιά», ποὺ ἐλέγαν. Ἐφιληθήκαμεν. Ἐκράτουν τὸν τζιαι ἐκράταν μὲ σφικτά. «Καληνύχτα τζιαι καλὴν αὔριο γιέ μου» τοῦ εἶπα. Ἐπιασεν μὲ ἡ Ἐγγλέζα περίλυπη τζὶ ἐπῆρεν μὲ ἔξω. Ἔξω ποὺ ἐπήα ἐκατάλαβα τί τοῦ εἶπα. «Καλὴν αὔριον γιέ μου!» Πιον ἐπῆρεν μὲ τὸ παράπονο. Ἔκλαψα…ἔκλαψα…Ἔγειρνέν μου νερὸν ἡ Ἐγγλέζα…Δὲν θυμοῦμαι τίποτε ἄλλο.”
Ο Χαρίλαος Μιχαῆλ ειναι ὁ τρίτος ἥρωας ποὺ ἐκτελέστηκε στις 9 Αὐγούστου 1956. Ἦταν μόλις 20 χρονῶν. Εἶχε συλληφθεῖ μαζὶ μὲ τονΖάκο στην ἴδια μάχη καὶ καταδικάστηκε μὲ τὴν ἴδια κατηγορία. Γεννήθηκε στὸ κατεχόμενο σήμερα χωριό Γαληνη τὸ 1936. Γονείς τοῦ οἱ Μιχαὴλ Θεοχάρης καὶ Ἀφροδίτη Μιχαὴλ καὶ ἀδέλφια οἱ Γιάγκος, Χατζηχαμπής, Ἠλίας, Ἀνδρέας καὶ Μαρία.
Ἐργάστηκε ὡς ὑπάλληλος στην Κυπριακὴ Μεταλλευτικὴ Ἑταιρεία. Ὅμως ὅπως γράφτηκε γὶ΄ αὐτὸν «ἂν καὶ ἔλαβε μόρφωση δημοτικοῦ μόνον σχολείου, εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ ἀντῆχον αἳ μυστικαὶ ὑπαγορεύσεις τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως». Ἐντάχθηκε στὸν ἀγώνα της ΕΟΚΑ καὶ ὑπηρέτησε μαζὶ μὲ τὰ ἀδέλφια του καὶ τὸν πατέρα του
Λέγεται ὅτι τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ δικαστὴς ἀνήγγειλε τὴν θανατική του καταδίκη, ὀΧαρίλαος Μιχαήλ στραφηκε συγκινημένος πρὸς τὸν δικηγόρο ὑτου καὶ τοῦ ψιθύρισε:«Εἶχα φόβον μήπως ὁ δικαστής μου ἐχάριζε τὴν ζωήν, ἐπειδὴ εἶμαι νεαρός. Πῶς θὰ ἀντίκριζα τὸν Ζάκον;»
Ἦταν ἀχώριστος φίλος καὶ στενὸς συνεργάτης του Ανδρέα Ζάκου με τὸν ὁποῖο κατέφυγε στὸ ἀντάρτικο στις 17 Νοεμβρίου 1955, ἐπανδρώνοντας ἀνταρτικὴ ὁμάδα στὴν περιοχὴ Γαληνῆς, ἀφοῦ εἶχαν στὸ μεταξὺ κατασκευάσει κρησφύγετα καὶ λημέρια στὴν ὀρεινὴ αὐτὴ περιοχή. Σὲ ἕνα μήνα, στις 15 Δεκεμβρίου 1955, ἡ ὁμάδα τοὺς συνενώθηκε μὲ τὴν ὁμάδα τοῦ Μάρκου Δράκου γιὰ τὴν ἐνέδρα στὸ Μερσινάκι, στὸ 38ο μίλι τοῦ δρόμου Λευκωσίας – Κάτω Πύργου, κοντὰ στοὺς ἀρχαίους Σόλους. Στὴν ἐπίθεση οἱ ἥρωες της ΕΟΚΑ Χαρίλαος Μιχαήλ, Ἀνδρέας Ζάκος, Χαράλαμπος Μούσκος και Μαρκος Δράκος, μαζὶ μὲ τέσσερις ἄλλους συναγωνιστές τους, βρέθηκαν ἀντιμέτωποι μὲ τὸν ἐμπειροπόλεμο ταγματάρχη Κοὺμπ τοῦ ἀγγλικοῦ στρατοῦ καὶ τὸ δεκανέα Μόρουμ, ὁ ὁποῖος σκοτώθηκε. Σκοτώθηκε ἐπίσης καὶ ὀΧαράλαμπος Μοῦσκος. Ο Ανδρέας Ζάκος συνεληφθη βαριὰ τραυματισμένος. Μαζί του συνελήφθη καὶ ὀ Χαρίλαος Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος δὲν θέλησε νὰ ἐγκαταλείψει τραυματισμένο τὸ φίλο του.
Ο Ζάκος όπως ξέρουμε ζήτησε καὶ ἄκουε δίσκους κλασσικὴς μουσικῆς τὶς τελευταῖες μέρες πρὶν τὴν ἐκτέλεση. Ὁ Μιχαὴλ ὅμως ἐπέμενε νὰ ἀκούσει δίσκους δημοτικῶν καὶ λαϊκῶν τραγουδιῶν. Ὁ ἱερέας τῶν φυλακῶν σημειώνει γιὰ τον Χαρίλαο Μιχαήλ: «Ὁ Χαρίλαος Μιχαὴλ ἦτο πολὺ νεαρὸς καὶ ὅσες φορὲς πῆγα κοντὰ τοῦ εἶχε πάντοτε τὸ χαμόγελο στὰ χείλη, σὰν κάτι τὸ εὐχάριστο νὰ περίμενε. Ἦτο ὁλογομίλητος καὶ δὲν ἐφαίνετο οὔτε σκυθρωπὸς οὔτε σκεπτικός. Ἐϊμαι βέβαιος ὅτι μὲ τὸ ἴδιο χαμόγελο ἀνῆλθε καὶ στὴν ἀγχόνη».
Λίγο πρὶν τὸ τέλος, γράφει ὀ Χαρίλαος Μιχαήλ στους γονεῖς του: «Ἀγαπητοί μου γονεῖς, ὅταν θὰ διαβάζετε τὸ γράμμα μου αὐτό, ἐγὼ θὰ ἔχω σβήσει γιὰ πάντα ἀπὸ τὴ ζωή. Μὴ νομίσετε ὅμως ὅτι αὐτὸ μὲ λυπεῖ. Ἀπεναντίας, ἐπειδὴ γνωρίζω ἴα ποιὸν σκοπὸ θὰ ἐκτελεσθῶ αἰσθάνομαι τὸν εὐατόν μου ἰσχυρὸν καὶ γαλήνιον καὶ εἶμαι ἔτομος νὰ τὰ ἀντιμετωπίσω ὅλα μὲ ἀφάνταστη ψυχραιμία. Τί κι ἂν ζήσω 50 καὶ 60 χρόνια, πάλι θὰ πεθάνω καὶ μάλιστα ἄδοξα. Δὲν θέλω νὰ λυπάστε καθόλου γιὰ μένα…»
Τὸ βράδυ τῆς Τετάρτης, 8 Αὐγούστου, λίγες μόνο ὧρες πρὶν ἀπὸ τὴν ἐκτέλεσή του, καλοδέχτηκε τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα τοῦ στις Κεντρικὲς Φυλακὲς Λευκωσίας με τὸ τραγούδι “Ξυπνα καημένε μου Ραγιά” καὶ τοὺς ἀποχαιρέτησε μὲ αὐτὰ τὰ λόγια :
“Έχω τὸ θάρρος νὰ πατήσω τὴν ἀγχόνη, πατέρα. Ἐσύ, μάνα, νὰ τὸ ἔχεις εὐχαρίστηση καὶ νὰ τὸ κρατεῖς καύχημα ποὺ πεθαίνω γιὰ τὴν πατρίδα.”
Ἀναφέρεται ὅτι τὴν ὥρα τῆς ἐκτέλεσης ἕνας ἄγγλος ἀξιωματικὸς προσπάθησε νὰ τοῦ πεῖ κάτι, τὸν σταμάτησε λέγοντας: «Ἔννοιά σας, οἱ Ἕλληνες ξέρουν νὰ πεθαίνουν.”
Στόν τόπο τους μέσα,στήν προαιώνια πατρίδα τους μέσα.....
ΑπάντησηΔιαγραφήΔικαίωμα ζωῆς νά μήν ἔχουν καί ἐλευθερίας....
(ἀπό Ἀνατολή καί Δύση μᾶς πολιορκοῦν...μά σάν ἐλεύθερα πουλιά τούς ἀφήνωμε πίσω στήν κόλασή τους τή ἐπίγεια...)
Καλλιόπη