Παραμονὴ Πρωτοχρονιᾶς συζητοῦσα μὲ δύο ἐξαίρετους νέους, τέλος πάντων νεότερούς μου, ὁ ἕνας κοντὰ στὰ 30, ὁ ἄλλος κοντὰ στὰ 40. Συζητούσαμε σὰν φίλοι, πολιτισμένοι καὶ ἀλληλοεκτιμώμενοι, ἀνταλλάσσαμε ροκιὲς καὶ κοπλιμέντα, δίναμε ἕναν τόνο ἑορταστικὸ καὶ φιλάλληλο σὲ μία χρονιὰ ποὺ ἀνέτελλε σκυθρωπὴ ὅσο νὰ ‘ναι. Καὶ ἀνακάλυπτα μὲ εὐχάριστη ἔκπληξη ὅτι, παρ’ ὅλη τὴν πνευματικὴ ἕλξη, δὲν μοιραζόμασταν τὰ ἴδια στερεότυπα.
Τὸ σημαντικότερο στερεότυπο, γύρω ἀπὸ τὸ ὁποῖο βουΐζαμε σὰν διψασμένες μέλισσες, ἦταν ἡ οἰκογένεια.....
Πολὺ ἁδρά, σχεδὸν ἁπλουστευτικά: οἱ συνομιλητές μου ὑποστήριζαν ὅτι ἡ ἑλληνικὴ οἰκογένεια εἶναι καταπιεστικὴ ἕως εὐνουχιστική· ἐγὼ ὑποστήριζα ὅτι ἡ μεγαλύτερη καταπίεση ποὺ ἀσκεῖ ἡ ἑλληνικὴ οἰκογένεια εἶναι τὸ παραχαίδεμα τῶν κανακάρηδων καὶ τῶν πριγκιπέσων, δηλαδὴ μία ἀντίστροφη καταπίεση, μία ὑπερπροσφορὰ εὐκολιῶν καὶ προστασίας, ποὺ πνίγει, μπουκώνει καὶ καθηλώνει. Ἀλλὰ ποιὸς φταίει περισσότερο; Ἡ ὑπερπροστατευτικὴ καὶ ὑπερταϊστικὴ Ἑλληνίδα μάνα, ἥ “σοὺ ἄφησα σκεπασμένο τὸ φαΐ, ἂν ἀργήσεις” καὶ “βάλε τὸ κασκόλ, γύρισε χιονιάς”; Ἢ ὁ μαντράχαλος καὶ ἡ μουλάρα τῶν 25-30 χρονῶν ποὺ σιτίζονται ἀπὸ τὸ χαρτζιλίκι τῶν συνταξιούχων γονιῶν περιμένοντας τὴ μεγάλη καριέρα καὶ τὴν ἀναγνώριση τῶν πριγκιπικῶν προσόντων;
Τὸ θέτω τόσο ἁδρά, γιὰ νὰ φτάσουμε σὲ μερικὲς....
διαπιστώσεις. Ἂς ποῦμε, οἱ γονεῖς τῶν σημερινῶν 20-40 εὐθύνονται γιὰ τὴν ἀπόκρυψη τῶν ὑλικῶν δυσχερειῶν τοῦ βίου ἀπὸ τοὺς γόνους τοὺς ― ὅσοι τουλάχιστον γνώρισαν ἔνδεια καὶ δυσκολία. Ἡ ἀνάμνηση τῆς φτώχειας τοὺς ὁδήγησε νὰ τὴν ἀποκρύψουν, καὶ νὰ ὑπερκαλύψουν τὰ μανάρια μὲ πλησμονὴ ὑλικῶν ἀγαθῶν· νὰ τὰ ἀναστήσουν σὰν πρίγκιπες, μὲ ἰδιωτικὰ σχολεῖα, ἰδιαίτερα, πολυτελῆ ροῦχα καὶ παιχνίδια, ταξίδια, σπουδὲς ἐξωτερικοῦ, ἀκόμη καὶ ὅταν αὐτὲς οἱ δαπάνες στράγγιζαν τὸ οἰκογενειακὸ βαλάντιο. Οἱ γονεῖς εἶχαν ξεπεράσει τὴν ἀνέχεια καὶ τὴν ταπεινὴ καταγωγή, εἶχαν ἐνσωματωθεῖ στὸ Μεσαῖο· οἱ γόνοι ἔπρεπε νὰ ἀπογειωθοῦν στὸ Ἀνώτερο, νὰ ἐκπληρώσουν τὸ ὄνειρο: κοσμοπολιτισμός, μετασπουδές, ἐκλέπτυνση. Μία ἀναδυόμενη ἀργόσχολη τάξη. Ἀλλὰ ἀπὸ ποῦ θὰ ἀντλοῦσαν πόρους αὐτοὶ οἱ δανδῆδες;
Ἀκόμη καὶ χωρὶς τὴν κρίση, καὶ πρὶν ἀπ’ αὐτήν, ὅλη αὐτὴ ἡ ἀπόκρυψη καὶ τὸ παραχαίδεμα, οἱ προβολὲς τῶν γονιῶν πάνω στοὺς γόνους, ἡ ὑπεραναπλήρωση, εἶχαν ἤδη ὁδηγήσει στὸν φενακισμὸ καὶ ἀπὸ ‘κεῖ ἀπευθείας στὴ ματαίωση. Οἱ βλαστοὶ μεγάλωναν τρυφηλοί, ὑπερενημερωμένοι, πόπ, εὐαίσθητοι, καὶ ἀνυπεράσπιστοι, σὲ ἕναν κόσμο αὐξανόμενης σκληρότητας, ἐρημίας καὶ ἀτομοκεντρισμού. Ἡ κρίση εἶχε ἐμφανιστεῖ, δομικὴ καὶ ἀμείλικτη, στὴν ἐργασία καὶ στὶς σχέσεις, πολὺ πρὶν ἀπὸ τὸ χρηματοπιστωτικὸ καὶ ἐθνικὸ κράχ. Ὑπὸ μία ἔννοια, ἡ ἐνδημικὴ ἀμεριμνησία τῶν πριγκιπικῶν γόνων καὶ τῶν ὑπερδανεισμένων οἰκογενειῶν τοὺς προοικονομοῦσε τὴν κατάληξη ἑνὸς λαοῦ ποὺ ζοῦσε μὲ δανεικὰ ἀπὸ τὸ μέλλον, διαρρηγνύοντας τοὺς δεσμοὺς μὲ τὸ παρελθόν, παραχώνοντας τὴ μισητὴ σβουνιὰ τῆς καταγωγῆς.
Ἡ οἰκογένεια πέθανε. Χμμ… Ποιὰ οἰκογένεια ἀκριβῶς; Ἡ ἑλληνική, ἡ ὑπερπροστατευτική… Αὐτὴ ποὺ εἰκονογραφεῖ γκροτέσκα ἡ ταινία “Κυνόδοντας”. Μὰ περιγράφει τὴν ἑλληνικὴ οἰκογένεια, τὴ μικροαστικὴ καὶ λαϊκή, τὴ μεσαία, τὸ σὲτ ψυχοπαθῶν ποῦ βιαιοπραγοῦν γύρω ἀπὸ μία πισίνα, σὲ μία περίκλειστη ἔπαυλη; Πιστεύω ὅτι αὐτὴ καὶ ἄλλες πὸπ ἀπεικονίσεις οἰκογένειας στὴν πρόσφατη κινηματογραφικὴ παραγωγὴ ἀντηχοῦν μία θεμελιώδη ἀδυναμία τῶν δημιουργῶν τους· ἀδυναμία νὰ ἀφουγκραστοῦν τὸ πραγματικό, ἀδυναμία νὰ ἀφουγκραστοῦν τὸ κύριο: τὴν ὑπερχειλίζουσα πολυσθενῆ σχέση τοῦ μέσα μὲ τὸ ἔξω, τοῦ ἑνὸς μὲ τοὺς πολλούς, τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ πετσί του, μὲ τὸ πρόσωπό του. Ἀδυναμία νὰ ἀφουγκραστοῦν τὴν ἀγάπη σὰν κατόρθωμα, καὶ σὰν θεμελιώδη προϋπόθεση τοῦ Ἐγὼ κινούμενου πρὸς τὸν Ἄλλο. (Κάτι ποὺ τὸ εἶδε καὶ τὸ ὑποστασίωσε συγκινητικὰ ἡ ἔκκεντρη “Στρέλα”.) Ὁ φερ’ εἰπεῖν Κυνόδοντας, καὶ κάθε Κυνόδοντας, ἀντλεῖ τὴν ἀλήθεια τῆς ἀφήγησής του ἀπὸ κατασκευές, ἀπὸ ἄλλες ἀφηγήσεις, ἀντλεῖ ἀπὸ φόρμες καὶ καταλήγει σὲ φόρμα, κενὴ περιεχομένου· εἶναι ἕνα simulacrum, ὁμοίωμα ποὺ ἔχει λησμονήσει πιὰ τὸ μακρινό του πρωτότυπο· καθότι δὲν μετουσιώνει καμιὰ πραγματικότητα, ἁπλῶς κάνει κόπι-πέιστ τὶς ἀναφορές του. Κατὰ τοῦτο, μοιάζει μὲ τὴ διάχυτη στάση τῶν μορφωμένων νέων ποὺ μεμψιμοιροῦν γιὰ τὴν εὐνουχιστικὴ οἰκογένεια, καὶ ἐννοοῦν ὄχι τὴ δική τους, ἀλλὰ τὴν οἰκογένεια ποὺ ἔχουν δεῖ στὶς ταινίες τοῦ Χάνεκε καὶ τοῦ Δόγματος. Ὡσὰν ἡ ζωὴ νὰ ἀντλεῖται ἀπὸ τὴν τέχνη…
Ὑλικὲς προϋποθέσεις, κοινωνικοψυχολογικοὶ ὄροι, αἰσθητικὰ καὶ φαντασιωσικὰ συμφραζόμενα. Καὶ ἡ εἰρωνεία: ἡ γενιὰ ἡ πιὸ ποτισμένη, ἑκουσίως καὶ ἀκουσίως, ἀπὸ τὸν ἀτομικισμὸ ἀποφεύγει τὴν ἀτομικὴ εὐθύνη, τὴν ἐνηλικίωση λ.χ., καὶ κλαυθμηρίζει γιὰ τὴ βαριὰ φτερούγα τῆς καταγωγικῆς οἰκογένειας. Μὰ ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ εἰρωνεία εἶναι ἡ πιὸ τρυφερὴ ἀντίφαση ποὺ τυλίγει τούτη τὴ γενιά, τῶν ἀγαπημένων φίλων καὶ τῶν παιδιῶν μας.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου