(Αἴγινα 21-27 Αὐγούστου 1993)
Ἡ Ὀρθόδοξη πίοτη καὶ ζωή, τὸ Ὀρθοξοξο δηλαδὴ φρόνημα καὶ ἦθος, εἶναι τὸ φρόνημα τοῦ ταπεινοῦ Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος Θεὸς ὧν "...ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ Σταυροῦ..." (Φιλιπ. β' 8). Τὸ φρόνημα αὐτὸ καλεῖται νὰ πραγματώσει στὴ ζωὴ τοῦ ὁ Ὀρθόδοξος πιστὸς καὶ εἶναι ἀναγκαῖο νὰ ἀντιληφθεῖ ὅτι εἶναι Ἀσυμβίβαστο μὲ τὸ φρόνημα τοῦ ἀποκρυφισμοῦ.
Σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι κομμάτι τοῦ σύμπαντος νοουμένου μονιστικά, ὅπως πιστεύει ὁ Ἀποκρυφισμὸς γενικότερα, Ἀλλὰ εἶναι δημιούργημα τῆς ἀγάπης τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὁ Δημιουργός, ὁ ὁποῖος δὲν ταυτίζεται μὲ τὰ δημιουργήματά του, προνοεῖ γι' αὐτὰ καὶ δὲν ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο ἕρμαιο στὰ χέρια ἀνύπαρκτης εἱμαρμένης. ἀπὸ τὴν ἐλεύθερη προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι τὸ κυριότερο δῶρο μὲ τὸ ὁποῖο ἔχει προικισθεῖ ἀπὸ τὸ Θεό, ἐξαρτᾶται τὸ ἐὰν θὰ κάνει στὴ ζωὴ τοῦ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ δικό του θέλημα ἡ ὄχι. Ὁ ἄνθρωπος, ἐπειδὴ εἶναι ἐλεύθερος, εἶναι καὶ ὑπεύθυνος γιὰ τὶς πράξεις του. Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ κύριος της ἱστορίας καὶ ὄχι τὸ ἀπρόσωπο ἀνατολίτικο "κισμέτ", τὸ ὁποῖο εἶναι τελείως ξένο ὄχι μόνο πρὸς τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸν δυτικὸ πολιτισμὸ...
γενικότερα.Τὸ εὐσεβὲς φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας, ἔτσι ὅπως βιώνεται καὶ αὐθεντικὰ ἐκφράζεται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους, εἶναι φρόνημα ἀσκητικὸ καὶ προϋποθέτει ἀγώνα. Καλεῖ τὸν ἄνθρωπο σὲ φιλότιμο ἀγώνα, προκειμένου νὰ ἐξέλθει ἀπὸ τὴν ἐγωκεντρική, αὐτονομημένη, ἄλογο ζωὴ τῶν παθῶν καὶ τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ εἰσέλθει στὴν ἔλλογο καὶ κατὰ φύσιν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸς ὁ Ἀγώνας εἶναι ποὺ δίνει πραγματικὴ χαρὰ στὸν ἄνθρωπο.
Ἀντίθετα ὁ Ἀποκρυφισμὸς μὲ τὶς θρηοκευτικὴς τάξεως αὐθαίρετες δοξασίες του, λατρεύοντας τὴν κτίση καὶ ὄχι τὸν κτίσαντα καὶ ἀποδίδοντας στὴν κτίση φανταστικὲς ἰδιότητες καὶ δυνάμεις, δικαιώνει, κολακεύει καὶ τροφοδοτεῖ τὰ πάθη καὶ τὶς κατώτερες ὁρμὲς στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν μεταβάλλει σὲ ἄβουλο καὶ ἀνεύθυνο ὄν.
Τὸ φρόνημα τοῦ Χριστοῦ συνίσταται στὴν αὐτοκένωση "ἐν ἐλευθερία". Ἡ κένωση τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα ἀνάγκης, ἀλλὰ ἐλευθέρας βουλήσεώς του, προκειμένου νὰ Ἀναζητήσει τὸν πεσμένο ἄνθρωπο. Εἶναι καρπὸς ἀγάπης. Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς κενώσεως ἦταν ἡ πρόσληψη τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἕνωσή του μὲ τὸν Θεὸ σὲ ἕνα πρόσωπο, στὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι ἡ κένωση τοῦ Χριστοῦ ἐσήμαινε ἀνύψωση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ θάνατος, ἡ Ἀνάσταση καὶ ἡ Ἀνάληψή Του ὁδήγησαν τὸν ἄνθρωπο στὴ νίκη κατὰ τοῦ θανάτου, στὴν Ἀνάσταση, σὲ ζωὴ
Ἀφθαρσίας καὶ Ἀθανασίας καὶ τὸν κατέστησε μέτοχό της δόξης τοῦ Θεοῦ Πατρός.
Ἡ κένωση ποὺ συνεπάγεται τὸ Ὀρθοξοξο φρόνημα ὀφείλει ἐπίσης νὰ μὴν εἶναι ἀποτέλεσμα ὁποίου ἐξαναγκασμοῦ, ἀλλὰ καρπὸς ἐλευθέρας προαιρέσεως καὶ ἀγάπης. Εἶναι ἡ θεληματικὴ ἀπόρριψη τῆς αὐτονομίας τοῦ Ὀρθόδοξου πιστοῦ καὶ ἡ ἀπάντηση στὴν Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὸ ἄνοιγμα τοῦ ἀνθρώπου γιὰ νὰ δεχθεῖ μὲ ἄκρα ταπείνωση τὸ μέγα ἔλεος τοῦ Κυρίου.
Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ Κύριος της ἱστορίας, ἀλλὰ καὶ ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, τοῦ ἐλέους καὶ τῆς Ἀγάπης. Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς μὲ τὸ ἀσκητικό του φρόνημα ἐκδηλώνει τὸ φρόνημα μετανοίας καὶ ταπεινώσεως ὄχι μόνο διανοητικά, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅλη του τὴν ὕπαρξη. Ἡ ἄσκηση στὴ ζωὴ τοῦ Ὀρθοδόξου πιστοῦ ἀποτελεῖ τὴ συμμετοχὴ τοῦ σώματος στὴν ἀρετὴ τῆς ταπείνωσης καὶ ἡ ταπείνωση ἀποτελεῖ τὴ μόνη δυνατότητα συνεργίας τοῦ ἄνθρωπου στὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας του. Αὐτὴ ἡ σωτηρία εἶναι ὁλοκληρωτικὰ Χάρη, δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Ὅμως ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἐπιθυμήσει αὐτὴ τὴ δωρεά, νὰ τὴν ἐκζητήσει, νὰ τὴ θεωρήσει ὡς τὸ μεγαλύτερο θησαυρό του καὶ νὰ προσκολλήσει τὴν ἐπιθυμία καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ σ' αὐτόν. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι θὰ ἀναθεωρήσει τὶς προτεραιότητες στὴ ζωή του, ὥστε νὰ ἀνταποκρίνονται στὴν ὁλοκληρωτικὴ στροφή του πρὸς τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ ἀπάντηση στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ ἄνθρωπου περιλαμβάνει τὴν ἀποβολὴ τοῦ ἰδίου θελήματος καὶ τὴν αὐτοπροαίρετη ταύτιση τοῦ θελήματος τοῦ ἄνθρωπου μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ συνεπάγεται καὶ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου.
Ἔτσι ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς δὲν προσδιο¬ρίζει ὁ ἴδιος τους κανόνες τῆς ζωῆς του, ξεκομμένα ἀπὸ τὴν κοινωνία ἀγάπης μὲ τὸν Θεό. Δὲν ταυτίζεται μὲ τὴν πρόκληση τοῦ ὄφεως, νὰ γίνει Θεὸς μὲ αὐτόματες διαδικασίες, μὲ μεθοδεύσεις καὶ τεχνικὲς ποὺ ὁ ἴδιος καθορίζει, ἀκολουθώντας δηλαδὴ τὸ θέλημά του σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γνωρίζει ὅτι ἕνα τέτοιο φρόνημα εἶναι ἀντίθετο μὲ τὴν ἴδια τὴ φύση του ποὺ εἶναι κοινωνία καὶ ἀγάπη, ἡ ὁποία δὲν μπορεῖ νὰ κομματιασθεῖ. Δὲν περιλαμβάνει μόνο τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό του ἡ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Ἔτσι ὁ δρόμος τῆς αὐτονομίας γίνεται γιὰ τὸν ἄνθρωπο μία "παρὰ φύσιν ὁδός".
Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς ταυτίζεται μὲ τὸ φρόνημα τῆς Παρθένου Μαρίας, ἡ ὁποία σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν πρόκληση τοῦ ὄφεως διακήρυξε γιὰ λογαριασμὸ ὁλόκληρής της ἀνθρωπότητας: "γένοιτο μοὶ κατὰ τὸ ρημά Σου". "Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἐγκαταλείπει τὴν ἐγωκεντρικὴ στάση του καὶ ξαναβρίσκει τὴ σωστή του θέση καὶ σχέση μὲ τὸν Θεό, μὲ τοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ μὲ ὅλη τὴ δημιουργία καὶ βαδίζει τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς ποὺ εἶναι ὁ δρόμος τῆς "καινῆς κτίσεως ἐν Χριστῷ".
Ὁ ἄνθρωπος ἐγκαταλείπει τὴ μοναξιά του, τὴ γυμνότητα στὴν ὁποία τὸν ὁδήγησε ἡ αὐτονομία του καὶ ἐνδύεται τὸ ἔνδυμα τῆς ἀφθαρσίας, δηλαδὴ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ζωή. Μὲ αὐτὸ γίνεται κατανοητὸ ὅτι τὸ Ὀρθόδοξο φρόνημα δὲν καλλιεργεῖται ἀπὸ τὸ κάθε ἄτομο ξεκομμένο ἀπὸ τὴν κοινωνία ἐν Χριστῷ, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ποὺ εἶναι Σῶμα Χριστοῦ. Σ' αὐτὸ τὸ Σῶμα προσλαμβανόμεθα μὲ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα καὶ γινόμεθα "εἰς ἐν Χριστῷ" καὶ συνεπῶς ἀλλήλων μέλη. Δὲν ὑπάρχει Ὀρθόδοξο φρόνημα ἔξω ἀπὸ αὐτὴν τὴν κοινωνία. Ἡ καλλιέργεια ἀτομικῆς εὐσέβειας χωρὶς ἀναφορὰ ἀτὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ στὴν Ἐκκλησία, εἶναι ἄγνωστη στὸν Ὀρθόδοξο Χριστιανό. Τοῦτο, γιατί τὸ Ὀρθόδοξο φρόνημα ταυτίζεται μὲ τὸ φρόνημα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἑπομένως δὲν εἶναι ἀνθρώπινο ἐπίτευγμα, ἀλλὰ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ, ἀποτέλεσμα μετοχῆς μας στὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς ποὺ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ αὐξάνει στὴν πνευματικὴ ζωή, μὲ τὸν καιρὸ παύει νὰ αἰσθάνεται τὸν πνευματικὸ ἀγώνα ὡς βάρος καὶ αἰσθάνεται χαρὰ μέσα σ' αὐτόν, ἡ ὁποία θεμελιώνεται στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἐν Χριστῷ ἐλπίδα. Ἡ ἐλπίδα αὐτὴ εἶναι βεβαῖα καὶ δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ἄβυσσο, στὴν ὁποία ἔχει τυχὸν πέσει ὁ ἄνθρωπος. Σὲ κάθε περίπτωση, κάτω ἀπὸ ὁποιεσδήποτε συνθῆκες, γιὰ ὅποιον κραυγάσει μὲ ὅλη του τὴν ὕπαρξη πρὸς τὸν Θεὸ ἐκζητώντας τὸ ἔλεός Του ὑπάρχει ἐλπίδα. Ἡ ἄβυσσος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ εἶναι πολὺ μεγαλύτερη ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄβυσσο ἔχει πέσει ὁ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος.
Ἀντίθετα ὅταν οἱ ἀποκρυφιστὲς μιλοῦν γιὰ Θεό, δὲν ἐννοοῦν τὸν ἄκτιστο προσωπικὸ Θεό, δημιουργό του κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἐννοοῦν τὴν ἀπρόσωπη συμπαντικὴ ζωτικὴ ἐνέργεια, μία ἐνέργεια χωρὶς ἰδιότητες, πέραν τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, ποὺ μπορεῖ νὰ εἶναι ἀδιακρίτως καλὴ ἡ κακὴ ἄφοϋ ἀποτέλει τὸ ἅπαν της φυσικῆς ἐνέργειας, θεὸς δηλαδὴ χωρὶς ἀγάπη καὶ ἔλεος! "Ἡ ἔννοοϋν τὸν ἄνθρωπο ὄχι τὸν κατ' εἰκόνα καὶ καθ' ὁμοίωσιν τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, ἀλλὰ ἔκεινον ποὺ ἔχει ἐνεργοποιήσει ὅλες τὶς ὑποτιθέμενες δυνάμεις, θετικὲς ἡ ἀρνητικές, καὶ ἔχει ἐξελιχθεῖ πρὸς τὴν κατεύθυνση τοῦ ὑπερανθρώπου.
Ὁ ἀποκρυφισμὸς θεοποιεῖ τὴν κτίση καὶ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἀρνεῖται ὁλότελα τὸν κτίστη. Ἐξάλλου προβάλλονται ἐπιτεύγματα ὡς ἀποτέλεσμα ἀπόκρυφων ἐσωτερικῶν δυνάμεων μέσα στoν ἄνθρωπο. Πρόκειται δηλαδὴ γιὰ αὐτοθέωση ἡ εἰδωλοποίηση τοῦ ἀνθρώπου.
Συμπερασματικὰ ὑπογραμμίζουμε ὅτι ὁ ἀποκρυφισμὸς προβάλλει μία διαφορετικὴ ἀντίληψη περὶ ἀνθρώπου, ἀντίθετη ἀπὸ κείνη στὴν ὁποία βασίζονται οἱ πνευματικές μας ἀξίες κι ὁλόκληρος ὁ εὐρωπαϊκὸς πολιτισμός. Γίνεται δηλαδὴ σαφὲς ὅτι τὸ φρόνημα τῆς ἀστρολογίας καὶ γενικότερά του ἀποκρυφισμοῦ συνιστᾶ πραγματικὴ ἀπειλὴ βασικῶν ἀξιῶν συνταγματικὰ κατοχυρωμένων, ὅπως εἶναι ἡ δημοκρατία, ἡ ἱερότητα τοῦ γάμου καὶ τῆς οἰκογένειας, ἡ ὑπευθυνότητα τοῦ πολίτου καὶ τὸ καθῆκον τῆς συμμετοχῆς σὲ ἔργα πολιτικῆς, κοινωνικῆς καὶ λοιπῆς προόδου.
Πηγή: Περιοδικὸ Διαλογος
Τεῦχος 21
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου