12 Μαΐ 2011

12 Μαϊου: Ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος ἐπίσκοπος Κύπρου και Ὁ Ἅγιος Γερμανὸς Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως



Ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος μεγάλωσε μέσα σὲ ἕνα φτωχόσπιτο, στὸ χωριὸ Βησαυδούκη (ἢ Βησανδούκ), κοντὰ στὴν Ἐλευθερούπολη τῆς Παλαιστίνης (310 μ.Χ.). Οἱ Ἰουδαῖοι γονεῖς του ἦταν φτωχοὶ γεωργοί. Μετὰ τὸ θάνατο τῶν γονέων του ὁ Ἐπιφάνιος προσελκύεται στὸ χριστιανισμὸ ἀπὸ δυὸ περίφημους γιὰ τὶς γνώσεις καὶ τὸν ἀσκητισμὸ μοναχούς, τὸ Λουκιανὸ καὶ τὸν Ἰλαρίωνα. Ἔπειτα, πηγαίνει στὴν ἔρημο καὶ ζεῖ κοντὰ στοὺς πνευματικότερους ἀσκητὲς τῆς Παλαιστίνης. Ἐκεῖ καταρτίζεται στὴν ἀρετὴ καὶ ἐμπλουτίζει σὲ μεγάλο βαθμὸ τὸ μυαλό του μὲ θεολογικὲς γνώσεις. Ἡ φήμη τῆς ἀρετῆς του ἀνέδειξε τὸν Ἔπιφανιο ἐπίσκοπο Κωνσταντίας στὴν Κύπρο. Ἀπὸ τότε, ἀγωνίστηκε μὲ θερμότερο ζῆλο γιὰ τὴν
ἀνόθευτη καὶ γνήσια διατήρηση τοῦ ὀρθοδόξου δόγματος. Καταπολέμησε ὅλες τὶς αἱρετικὲς πλάνες τῆς ἐποχῆς του, καὶ ἰδιαίτερα τὶς ἐσφαλμένες δοξασίες τοῦ Ὠριγένη. Συνεχῶς κήρυττε στὸ ποίμνιό του νὰ εἶναι προσεκτικὸ στοὺς ψευδοδιδασκάλους, χρησιμοποιώντας τὸ...

 λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ποὺ λέει: «Ἀγαπητοί, μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε, ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστίν, ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τὸν κόσμον». Ἀγαπητοί, μὴ δίνετε ἐμπιστοσύνη στὸν καθένα ποὺ σᾶς λέει ὅτι ἐμπνέεται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλ᾿ ἐξετάζετε καὶ διακρίνετε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐμφανίζονται ἐμπνεόμενοι ἀπὸ τὸ Πνεῦμα, ἂν πράγματι προέρχονται αὐτοὶ ἀπὸ τὸ Θεό. Διότι πολλοὶ ψευδοπροφῆτες βγῆκαν στὸν κόσμο. Ό Ἐπιφάνιος πέθανε ἐν πλῷ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ποὺ εἶχε πάει γιὰ ἐκκλησιαστικὲς ὑποθέσεις πρὸς τὴν Κωνσταντία, στὶς 12 Μαΐου τοῦ 403, μετὰ ἀπὸ ἀρχιερωσύνη 36 χρόνων, καὶ ἀφοῦ ἄφησε ἀρκετὰ ἀντιαιρετικὰ συγγράμματα.

Ὁ Ἅγιος Γερμανὸς γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 640. Πατέρας του ἦταν ὁ πατρίκιος Ἰουστινιανός, ποὺ τὸν ἀνέθρεψε μὲ μεγάλη εὐσέβεια. Εἴκοσι χρονῶν ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα, τὸν ὁποῖο σκότωσε ὁ Κωνσταντῖνος ὁ Πωγωνάτος, ἀφοῦ τὸν συμπεριέλαβε μεταξὺ αὐτῶν ποὺ σκότωσαν τὸν πατέρα του. Τὸν Γερμανὸ ἀφοῦ τὸν εὐνούχισε, τὸν κατέταξε στὸν κλῆρο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτός, φημισμένος γιὰ τὴν ἀρετή, τὴν μόρφωση καὶ τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του, ἐκλέχθηκε μητροπολίτης Κυζίκου, στὸ 37ο ἔτος τῆς ἡλικίας του. Ἀργότερα ὅταν χήρεψε ὁ πατριαρχικὸς θρόνος, μὲ τὴν γνώμη τοῦ βασιλιᾶ
Ἀναστασίου καὶ τὴν ψῆφο τῆς συγκλήτου, τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ, ἀνέβηκε στὸν οἰκουμενικὸ θρόνο (715). Ἀπὸ τὴν θέση αὐτή, ἀφιέρωσε ὅλες του τὶς πνευματικὲς καὶ ἠθικὲς δυνάμεις, διδάσκοντας καὶ νουθετῶντας μὲ τὰ συνεχῆ κηρύγματά του τὸ λαό. Κατόπιν, ὅταν ὁ εἰκονομάχος αὐτοκράτορας Λέων ὁ Ἴσαυρος, τοῦ εἶπε νὰ συμμορφωθεῖ μὲ τὰ ἀσεβῆ διατάγματά του, αὐτὸς ὄχι μόνο δὲν ὑπάκουσε, ἀλλὰ παρότρυνε καὶ τὸ λαὸ σὲ ἀντίσταση. Ἀναγκάστηκε ἔτσι νὰ παραιτηθεῖ, ἀφοῦ κατέθεσε τὸ ὠμοφόριό του πάνω στὴν ἁγία Τράπεζα. Ἀποσύρθηκε σ᾿ ἕνα πατρικό του κτῆμα, τὰ Πλατάνια, καὶ μετὰ ἀπὸ σύντομη ἀῤῥώστια, πέθανε σὲ ἡλικία 100 ἐτῶν στὶς 12 Μαΐου τὸ 740.Ἡ ταφή του ἔγινε
στὴ Μονὴ τῆς Χώρας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.