Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
Γιὰ τὴν Σταύρωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ
Ν. Δρατσέλλα, Θεολόγου, M.Th.
Με τὴν εὐκαιρία τῆς ἐλεύσεως τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος θὰ ἐπιχειρήσουμε μία Πατερικὴ προσέγγιση τοῦ Πάθους τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἰδικότερα, θὰ ἀναφερθοῦμε στὸν λόγο τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου εἰς τὸν σταυρὸν καὶ εἰς τὸν ληστήν, καὶ περὶ τῆς δευτέρας τοῦ Χριστοῦ παρουσίας, καὶ περὶ τοῦ συνεχῶς εὔχεσθαι ὑπὲρ τῶν ἔχθρων (M.P.G. 49, 399-408).
Ὁ ἅγιος πατὴρ ἀρχίζει τὴν ὁμιλία του μὲ τὴν ἀναφορὰ στὴν ἐπιτέλεση τῆς πανηγύρεως. Ὁ σταυρὸς ἦταν γιὰ τὴν πρὸ Χριστοῦ ἐποχὴ σύμβολο καταδίκης, στὴ συνέχεια ὅμως κατέστη ἀντικείμενο τιμῆς. Ἀποτελεῖ ἀναίρεση τῆς ἔχθρας μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἀσφάλεια τῆς πνευματικῆς εἰρήνης καὶ θησαυρὸ ἄπειρων ἀγαθῶν (πρβλ. M.P.G. 49, 399). Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει σχετικὰ μὲ τὸν Σταυρό: ἐορτάζωμεν μὴ ἐν ζύμη παλαιά... ἀλλ' ἐν ἀζύμοις εἰλικρίνειας καὶ ἀληθείας (Ἃ' Κόρ. 5, 8, M.P.G. 49, 399). Ὡς αἰτία τοῦ ἑορτασμοῦ προβάλλει τὸ ὅτι τὸ Πάσχα ἠμῶν ὑπὲρ ἠμῶν ἐτύθη Χριστὸς (Ἃ' Κόρ. 5, 7).
Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἔγινε καὶ θυσία καὶ ἱερέας, ἐνῶ ὁ Σταυρὸς κατέστη τὸ θυσιαστήριο. Ἡ θυσία ἔγινε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὰ τείχη, διότι ἦταν καθολικὴ καὶ διότι ἦταν προσφορὰ γιὰ ὅλη τὴν γῆ καὶ ὄχι μόνο γιὰ τοὺς Ἰουδαίους. Ἐπειδή, λοιπόν, ὁ Χριστὸς καθάρισε ὅλη τὴν οἰκουμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ὅλος ὁ κόσμος ἔγινε χῶρος προσευχῆς. Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ ἔννοια τῶν λόγων τοῦ Ἀποστόλου Παύλου βούλομαι οὒν προσεύχεσθαι τοὺς ἄνδρας ἐν παντὶ τόπω, ἐπαίροντας ὅσιους χείρας (Ἃ' Τίμ. 2, 8, M.P.G. 49, 401).
Ἀλλὰ τὸ ὕψιστο κατόρθωμα τοῦ Σταυροῦ ἦταν τὸ ἄνοιγμα τοῦ Παραδείσου. Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος εἰσήχθη στὸν Παράδεισο, ἦταν ἕνας ληστής, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια του ἴδιου του Χριστοῦ «σήμερον μετ' ἐμοῦ ἔση ἐν τῷ παραδείσω» (Λούκ. 23, 43, πρβλ. M.P.G. 49, 401). Ὅταν οἱ Πρωτόπλαστοι ἐκδιώχτηκαν ἀπὸ τὸν Παράδεισο, τὰ-χτηκαν τὰ Χερουβεὶμ νὰ τὸν τηροῦν. Ὅμως ὁ Ἰησοῦς ἦταν Κύριος τῶν Χερουβείμ. Ἐκεῖ ἐστρέφετο ἡ...
φλογίνη ρομφαία, ἐνῶ τώρα ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος ἀποδείχτηκε ἐξουσιαστὴς τῆς φλόγας, τῆς γέενας τοῦ πυρός, τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Ἔτσι, ὅταν εἰσῆλθε στὸν Παράδεισο, ἔλαβε τὸν ληστὴ μαζί Του, ὄχι καταπατώντας αὐτόν, ἀλλὰ τιμώντας (τὸν Παράδεισο) μὲ τὸν ἴδιο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὁδήγησε τελῶνες καὶ πόρνες, ὅταν βρισκόταν στὴν γῆ, ὥστε νὰ φανοῦν ἄξιοι αὐτῆς τῆς τιμῆς (Μάτθ. 21, 31, πρβλ. M.P.G. 49, 401). Ὁ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, Πέτρος φοβήθηκε μία ὑπηρέτρια.Ὁ ληστὴς ἔβλεπε ὅλο τὸν Ἰσραηλιτικὸ λαὸ νὰ φωνάζει καὶ νὰ βλασφημεῖ, ὅμως δὲν περιφρόνησε τὸν ἐξευτελιζόμενο Ἐσταυρωμένο, ἀλλά, ἀφοῦ παραμέρισε ὅλα αὐτὰ μὲ τὰ μάτια τῆς πίστης, ἀναγνώρισε τὸν Κύριο ὡς Δεσπότη τῶν Οὐρανῶν, καὶ ὁμολόγησε Αὐτὸν μὲ τὴν ἔκφραση «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθης ἐν τὴ βασιλεία σου» (Λούκ. 23, 42, M.P.G. 49, 402). Εἶναι ὄντως χαρακτηριστικὴ ἡ διαφορὰ τοῦ εὐγνώμονος ληστοῦ ἀπὸ τὸν ἄλλο ληστή. Καὶ οἱ δύο βρίσκονταν στὸν Σταυρό, ἀλλὰ ὁ ἕνας σώθηκε, ἐνῶ ὁ ἄλλος ὁδηγήθηκε στὴν κόλαση. Ὁ ἕνας φέρθηκε μὲ εὐγνωμοσύνη, ἐνῶ ὁ ἄλλος λοιδοροῦσε τὸν Ἰησοῦ.
Ἡ μεγάλη φιλανθρωπία τοῦ Ἰησοῦ φαίνεται ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν Σταυρική Του θυσία, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ λόγια Του στὸν Σταυρό. Διότι, παρ' ὅλο ποὺ χλευαζόταν καὶ διεκωμωδεῖτο, συγχώρησε τοὺς σταυρωτές Του μὲ τὰ χαρακτηριστικὰ λόγια: «πάτερ, ἅφες αὐτοῖς οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιούσι» (Λούκ. 23, 34, M.P.G. 49, 405). Ἐνῶ οἱ σταυρωτές Του βλασφημοῦσαν λέγοντας «εἰ υἱὸς εἰ τοῦ Θεοῦ, καταβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ», (Μάτθ. 27, 40, M.P.G. 49, 405), Ἐκεῖνος δὲν κατέβαινε ἀπὸ τὸν Σταυρό, ἀκριβῶς ἐπειδὴ εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ἦλθε στὴν γῆ, γιὰ νὰ σώσει τὸν κόσμο. Ἔτσι, μὲ τὴν συγχώρεση τῶν σταυρωτῶν Του, ἔδωσε τὴν δυνατότητα τῆς ἄφεσης τῶν ἁμαρτιῶν στὸν Ἀπόστολο Παῦλο καὶ στοὺς μύριους Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι πίστεψαν σ' Αὐτόν.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καλεῖ τὸν κάθε πιστὸ χριστιανὸ νὰ μιμηθεῖ τὸν Ἰησοῦ στὸ νὰ προσεύχεται γιὰ τοὺς ἐχθρούς του (πρβλ. M.P.G. 49, 405). Τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου μιμήθηκε ὁ Στέφανος, ὅταν κατὰ τὴν στιγμὴ τοῦ λιθοβολισμοῦ τοῦ ἔλεγε «Κύριε, μὴ στήσης αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην (Πρ. 7, 60, M.P.G. 49, 405). Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε ὅτι «ηὐχόμην γὰρ ἐγὼ αὐτὸς ἀνάθεμα εἶναι ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν μου, τῶν συγγενῶν μου κατὰ σάρκα» (Ρώμ. 9, 3, M.P.G. 49, 406). Ἐκεῖνο ὅμως, τὸ ὁποῖο εἶναι ἄξιο θαυμασμοῦ, εἶναι ὅτι ἀκόμα καὶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὑπάρχει ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἐχθρούς, παρὰ τὴν ρητὴ διαβεβαίωση ὅτι ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ, ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος (Ἐξ. 21, 24, Λευιτ. 24, 20, M.P.G. 49, 406).
Ὁμοίως ὁ Δαβίδ, ὅταν ἐπαναστάτησε ἐναντίον τοῦ ὁ στρατὸς μὲ τὸν γιὸ τοῦ Ἀβεσαλώμ, καὶ ὁ Θεὸς ἦταν ἕτοιμος νὰ τιμωρήσει τοὺς στασιαστές, εἶπε πρὸς τὸν Θεὸ ὅτι ἰδοὺ ἐγὼ εἰμὶ ἠδίκησα καὶ ἐγὼ εἰμὶ ὁ ποιμὴν ἐκακοποίησα, καὶ οὗτοι τὰ πρόβατα τί ἐποίησαν; γενέσθω δὴ ἡ χείρ σου, ἐν ἐμοὶ καὶ ἐν τῷ οἴκω τοῦ πατρός μου (Βάσ. Β 24, 17, M.P.G. 49, 406). Ὁ Σαμουὴλ ὁ προφήτης, ὅταν ἀτιμάστηκε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, εἶπε τί δὲν θέλησε νὰ ἁμαρτάνει μὲ τὸ νὰ σταματήσει νὰ προσεύχεται στὸν Θεὸ γὶ αὐτοὺς (πρβλ. M.P.G. 49, 406), διότι ὡς ἁμαρτία θεωροῦσε τὴν ἔλλειψη προσευχῆς γιὰ τοὺς ἐχθρούς. Ὁμοίως καὶ ὁ Στέφανος καὶ ὁ Ἄπ. Παῦλος καὶ ἄλλοι ἱεροὶ ἄνδρες τῆς Ἁγίας Γραφῆς συγχώρησαν τοὺς ἐχθρούς τους.
Συνεπῶς καὶ ἐμεῖς οἱ ὑπόλοιποι χριστιανοὶ δὲν θὰ συγχωρεθοῦμε ἀπὸ τὸν Θεό, ἐὰν δὲν εὐχόμαστε ὑπὲρ τῶν ἔχθρων μας. Διότι, ἐὰν προσευχόμαστε μόνον γιὰ τοὺς φίλους μας, δὲν θὰ γίνομε ἀνώτεροι ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τοὺς τελῶνες. Ἂν ἀντίθετα ἀγαπήσομε τοὺς ἐχθρούς μας, θὰ γίνομε ὅμοιοι μὲ τὸν Θεό, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια του ἴδιου του Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους (Μάτθ. 5, 45, M.P.G. 49, 408). Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος καταλήγει τὸν λόγο του μὲ δοξολογία πρὸς τὸν Ἰησοῦ Χριστό.
ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ - ΜΑΡΤΙΟΣ 2007
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου