ΠΡΟΣ ΤΟΝ
ΛΑΟ
Η Ἐκκλησία μιλάει στὰ παιδιά της
μὲ τὴ γλώσσα τῆς Εὐθύνης,
τῆς Ἀλήθειας καὶ τῆς Ἀγάπης
(Μάρτιος 2011)
Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821
Είναι ὑποχρέωση, ἀλλὰ καὶ δικαίωμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νὰ ἐνημερώνει τὸ ποίμνιό Της γιὰ ὁρισμένα σοβαρὰ ζητήματα· πνευματικά, κοινωνικά, ἐθνικά, ἐκπαιδευτικά. Ὁ λαός μας δὲν πρέπει νὰ παραπληροφορεῖται ἢ νὰ πέφτει θύμα ἰδεολογικῶν προπαγανδῶν καὶ μονομερῶν θεωρήσεων τῆς Ἱστορίας μας, στὴν ὁποία ἡ προσφορὰ τῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρξε σημαντική. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐκφράζει τὴν ἔντονη ἀνησυχία Της γιὰ τὴν ἐπιχειρούμενη προσπάθεια διαστρεβλώσεως τῆς Νεοελληνικῆς Ἱστορίας μὲ διάφορους τρόπους.
Στὴν ἐποχὴ μᾶς παρουσιάζεται ἕνα κίνημα μοντέρνου ἀθεϊσμοῦ, τὸ ὁποῖο διαστρέφει τὰ γεγονότα καὶ ἐπιχειρεῖ νὰ σβήσει τὸν ἱστορικὸ ρόλο τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ἀμφισβητήσει τὴν ἑλληνορθόδοξη ταυτότητα τοῦ λαοῦ μας. Εἰδικότερα, ἐμφανίζεται μία προσπάθεια καταγραφῆς καὶ ἀποτυπώσεως μίας ἄλλης «ἱστορίας», σχετικὰ μὲ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Μίας ἱστορίας διαφορετικῆς ὡς πρὸς τὰ γενεσιουργὰ αἴτια καὶ ἀλλοτρίων προσεγγίσεων ὡς πρὸς τὰ πρόσωπα καὶ τοὺς πρωταγωνιστὲς τῆς ἐποχῆς. Μία ἄλλη ...
καταγραφή, ἡ ὁποία ἐπιδιώκει τὴν ἐπικοινωνιακή της ἐπιτυχία μέσα ἀπὸ τὴν προβολὴ μίας ἰδεολογικῆς ἑρμηνείας τῶν γεγονότων καὶ τῶν προσώπων, διατυπώνοντας μία ἄλλου εἴδους προοπτικὴ καὶ προσεγγίζοντας μονόπλευρα τὰ γεγονότα.Ὅλα αὐτὰ τὰ τεχνάσματα δὲν εἶναι Ἱστορία, γιατί Ἱστορία εἶναι αὐτὸ ποὺ προέρχεται, καταγράφεται καὶ διασώζεται μέσα ἀλλὰ καὶ διαμέσου τῆς διαχρονικῆς συνειδήσεως τοῦ Ἔθνους.
Θεωροῦμε, λοιπόν, χρήσιμο νὰ ὑπενθυμίσουμε ὁρισμένες ἀλήθειες γιὰ τὴν Τουρκοκρατία, τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 καὶ τὴν Ἑλληνορθόδοξη Ταυτότητα τοῦ Γένους.
Ἡ Ἅλωση ἦταν ἕνα γεγονὸς ποὺ καταλύπησε ὁλόκληρο τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ τὴν Οἰκουμένη πέρα ὡς πέρα. Οἱ θρῆνοι ποὺ γράφτηκαν καὶ τραγουδήθηκαν τότε εἶναι χαρακτηριστικοί. Ἡ παρακαταθήκη πέρασε στὸν μεταβυζαντινὸ Ἑλληνισμό, ποὺ κράτησε μὲ ἐπίγνωση τὴν παράδοση τοῦ Ἔθνους. Τὴν ἴδια ἀκριβῶς ὥρα ἡ καρδιὰ τοῦ ἐπαλλε τραυματισμένη στὸν αὐτὸ ρυθμό. Στὴν Κύπρο ὁ ποιητὴς βάζει στὸ στόμα τοῦ τελευταίου βασιλιᾶ τοῦτα τὰ λόγια, ποὺ σημαίνουν τὴν ἀνάγκη νὰ μὴν κοπεῖ τὸ νῆμα τῆς ἑλληνορθόδοξης παράδοσης τοῦ λαοῦ μας·
«…κόψετε τὸ κεφάλι μου, Χριστιανοὶ Ρωμαῖοι
ἐπάρετε τό, Κρητικοί, βαστᾶτε τὸ στὴν Κρήτη,
νὰ τὸ ἰδοῦν οἱ Κρητικοὶ νὰ καρδιοπονέσουν…».
(Ἀνακάλημα τῆς Κωνσταντινούπολης)
Ὑπὸ τὸ καθεστὼς τῆς Βενετοκρατίας, ἡ Κρήτη κατόρθωσε νὰ συνεχίσει τὴ βυζαντινὴ παράδοση στὴν τέχνη, τὰ Γράμματα, τὸ θέατρο, τὶς φιλολογικὲς σπουδές. Σιγὰ σιγὰ ἡ ἑλληνικὴ παιδεία, μὲ τὴ φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας, ἄρχισε νὰ βελτιώνεται. Μὲ ἀπόφαση τῆς τοπικῆς συνόδου, ποὺ πραγματοποιήθηκε στὶς 12 Φεβρουαρίου 1593 στὸ Βλὰχ-Σεράι τῆς Κωνσταντινούπολης, ἡ Ἐκκλησία ἀνέλαβε τὴν παιδεία τοῦ Γένους, γεγονὸς ποὺ οἱ ἱστορικοί του νέου Ἑλληνισμοῦ (Βακαλόπουλος κ.λπ.) θεωροῦν «ὁρόσημο» γιὰ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία. Στὸν 7οκανόνα τῆς Συνόδου αὐτῆς ποὺ συγκροτήθηκε μὲ τὴν προεδρία τοῦ Πατριάρχη Ἱερεμία Β’ τοῦ Τρανοῦ, ἀναφέρεται· «Ὤρισεν ἡ Ἁγία Σύνοδος, ἕκαστον ἐπίσκοπον ἐν τὴ ἑαυτοῦ παροικία, φροντίδα καὶ δαπάνην τὴν δυναμένην ποιεῖν ὥστε τὰ θεία καὶ τὰ ἱερὰ γράμματα δύνασθαι διδάσκεσθαι, βοηθεῖν δὲ κατὰ δύναμιν τοῖς ἐθέλουσι διδάσκειν καὶ τοῖς μαθεῖν προαιρουμένοις, ἐὰν τῶν ἐπιτηδείων χρείαν ἔχωσιν».
Αὐτὸ δὲν ὑλοποιήθηκε παντοῦ καὶ ἀμέσως. Ἐντούτοις καὶ πέρα ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη δημιουργήθηκαν νέα σχολεῖα, γιατί ἡ παιδευτικὴ στάθμη εἶχε προηγουμένως σημειώσει πτώση. Ἔτσι στὰ τέλη τοῦ 16ου αι. σημειώνεται στὴ Μακεδονία, τὴν Ἤπειρο, τὸν Μοριὰ καὶ τὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου ἀξιόλογη ἀνάπτυξη ἐκπαιδευτικῶν κέντρων. Οἱ μοναστικὲς κοινότητες τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ τῶν Μετεώρων, καὶ γενικὰ τὰ μοναστήρια, ἀπέβησαν πνευματικὲς ἑστίες, ὅπου γνώρισε ἀκμὴ ἡ ἁγιογραφία, λειτούργησαν βιβλιογραφικὰ ἐργαστήρια, φανερὰ καὶ «κρυφὰ σχολεῖα», ὅπου οἱ συνθῆκες δὲν ἦταν πρόσφορες, καὶ πλῆθος κοινωφελῶν ἱδρυμάτων. Ὁ Καθηγητὴς Ν. Γ. Σβορῶνος στὸ ἔργο τοῦ «Ἐπισκόπηση τῆς Νεοελληνικῆς Ἱστορίας» παρατηρεῖ·
«Ἡ Ἐκκλησία, ὅταν πέρασε τὸ πρῶτο χτύπημα τῆς κατάκτησης, θὰ συνεχίσει τὸ ἔργο τῆς ἀνασυγκρότησης τῆς πνευματικῆς ζωῆς τῶν Ἑλλήνων. Σ’ ὅλη τὴν περίοδο ἀπὸ τὸν 15ο-17ο αι. ὑπῆρξε ἡ κατευθυντήρια δύναμη τοῦ Ἔθνους. Ἐπικεφαλῆς τῆς ἐθνικῆς ἀντίστασης σὲ ὅλες τὶς μορφές της, ἐργαζόμενη γιὰ τὸ σταμάτημα τῶν ἐξισλαμισμῶν, συμμετέχοντας σ’ ὅλες τὶς ἐξεγέρσεις, ἀκόμη καὶ διευθύνοντας τὲς (ἔχει δείξει μεγάλο ἀριθμὸ νεομαρτύρων, ποὺ εἶναι σύγχρονα καὶ ἥρωες τῆς χριστιανικῆς πίστης καὶ τῆς ἐθνικῆς ἀντίστασης), ρυθμίζει ἐπίσης τὴν πνευματικὴ ζωή».
Ὅπου δὲν ὑπῆρχε συγκροτημένο σχολεῖο, ὅταν ἐπιθυμοῦσε κάποιος νὰ μορφώσει τὸ παιδί του, τὸ ἔστελνε κοντὰ σ’ ἕνα παπὰ ἢ μοναχό, γιὰ νὰ διδαχθεῖ τὸ ἀλφαβητάρι καὶ τὰ πρῶτα γράμματα (αὐτὰ ποὺ ἀποκαλοῦσαν περιφρονητικὰ οἱ λόγιοι «κολλυβογράμματα», ἀλλὰ παρεῖχαν τὶς πρῶτες βάσεις γιὰ τὴν ἀνάγνωση καὶ τὴ γραφή).
Τὰ μικροκινήματα ποὺ προηγήθηκαν
Εὔστοχα ὁ ἀείμνηστος Καθηγητής–Ακαδημαϊκος Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλος ἔχει παρατηρήσει ὅτι τὴν ἑπομένη κιόλας τῆς Ἅλωσης, ἡ ἀντίσταση τῶν Ἑλλήνων ἔγινε πνευματική, γιὰ νὰ ἐξελιχθεῖ καὶ πάλι σὲ ἔνοπλη καὶ νὰ λάβει τὸ Εἰκοσιένα τὴ μορφὴ τοῦ μεγάλου Σηκωμοῦ. Ὡς τότε σημειώθηκαν πολλὰ μικροκινήματα. Ἤδη στὸν 16ο αι. (1585) πραγματοποιήθηκε ἐξέγερση τῶν ἁρματολῶν τῆς Βόνιτσας Θεόδωρου Γρίβα καὶ τῆς Ἠπείρου Πούλιου Δράκου καὶ Μαλάμου, ποὺ ξεσηκώθηκαν κατὰ τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι ὅμως κατέστειλαν τὴν ἐξέγερσή τους. Ἐπικεφαλῆς τῶν κινημάτων αὐτῶν ἦταν συνήθως κληρικοὶ καὶ ἐπίσκοποι.
Στὸν 17ο αι. (1611) ἔγινε στὰ Γιάννενα ξεσηκωμὸς ἀγροτῶν, ποὺ ὑποκινήθηκε ἀπὸ ἕναν ἐπίσκοπό της Ἐκκλησίας, τὸν πρώην Λαρίσης Διονύσιο τὸν Φιλόσοφο, ποὺ προηγούμενο ἐπαναστατικὸ ἐγχείρημά του κατὰ τῶν Τούρκων (1600) τοῦ στοίχισε τὸ θρόνο. Ἡ ἐξέγερση τὴ φορὰ αὐτὴ (Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 1611) ἀπείλησε τὰ Γιάννενα, γεγονὸς ποὺ ἐξόργισε τοὺς Τούρκους. Συνέλαβαν τὸν Διονύσιο σὲ ἕνα σπήλαιο, ὅπου εἶχε καταφύγει, καὶ τὸν ἔγδαραν ζωντανό. Παραγέμισαν τὸ δέρμα του μὲ ἄχυρα καὶ τὸν διαπόμπευσαν ντυμένο μὲ τὰ ἀρχιερατικά του ἄμφια στὴν πόλη, γιὰ νὰ τὸ στείλουν μετὰ στὴν Ὑψηλὴ Πύλη μαζὶ μὲ 85 κεφάλια ἄλλων ἐπαναστατῶν. Στὴν ἐκδικητική τους μανία κατέστρεψαν τὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Διχούνη, ποὺ ἦταν ἡ μετάνοια καὶ τὸ ὁρμητήριο τοῦ Διονυσίου.
Ἡ προσδοκία τῶν ὑπόδουλων Ἑλλήνων νὰ ἀπελευθερωθοῦν, δὲν τοὺς ἐγκατέλειψε ποτέ. Τὰ βλέμματά τους στρέφονταν πρὸς τὴν ὁμόδοξη Ρωσία, τὸ «ξανθὸν γένος», γιὰ τὸ ὁποῖο μιλοῦσαν οἱ λαϊκὲς προφητεῖες, ὅπως ἡ ἀποδιδόμενη στὸν Ἀγαθάγγελο, περιμένοντας βοήθεια. Στὸ Μοριὰ ὁ μητροπολίτης Λακεδαιμονίας Ἀνανίας Λαμπάρδης ἀπὸ τὴ Δημητσάνα ἡγήθηκε ἐπαναστατικοῦ κινήματος, ποὺ ἀπέβλεπε στὴν ἀποτίναξη τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο. Ἄλλοι ἀρχιερεῖς, ὅπως ὁ Π. Πατρών, ὁ Κορίνθου καὶ ὁ Κερνίτσης συνεργάσθηκαν μαζί του. Προδόθηκαν ὅμως στοὺς Τούρκους, οἱ ὁποῖοι τὸ 1764 ἢ 1767 συνέλαβαν τὸν ἐπίσκοπο Ἀνανία καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν.
Ἁγιορείτης μοναχός, κουρὰ τῆς μονῆς Φιλοθέου, ὁ θρυλικὸς Πατροκοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς (1714 – 1779), ὁ «ἅγιος τῶν σκλάβων», ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ Πατριάρχη, ὄργωσε κυριολεκτικὰ τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὴ μία ἄκρη ὡς τὴν ἄλλη, ξυπνώντας συνειδήσεις καὶ φωτίζοντας τοὺς Ἕλληνες καὶ διακινούμενος μὲ καταπληκτικὴ ταχύτητα ἀνάμεσα σὲ πεδιάδες καὶ βουνά. Δὲν ἔβρισκε ξεκούραση οὔτε τὸ μεσημέρι μὲ τὸν καυτὸ ἥλιο, ἐξοικονομώντας πολύτιμο χρόνο γιὰ τὴν ἐπιτέλεση τοῦ σπουδαίου ἐθνεγερτικοῦ καὶ παιδευτικοῦ ἔργου του. Ὁ φλογερὸς ἐκεῖνος λαϊκὸς διδάχος, ποὺ ἀκριβοδίκαια ὀνομάστηκε «Ἐθναπόστολος», πλήρωσε μὲ μαρτυρικὸ τέλος τὴν ἀνυπολόγιστης ἀξίας καὶ σημασίας προσφορά του στὸ ἑλληνορθόδοξο Γένος του.
Τὸ 1770, στὰ γνωστὰ Ὀρλωφικά, καὶ πάλι κληρικός, ὁ ἐπίσκοπος Μαυροβουνίου, μὲ τὸν Σταυρὸ στὸ χέρι πήγαινε ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριὸ καλώντας ὅλους σὲ «ἱερὸ πόλεμο» κατὰ τῶν κατακτητῶν. Στοὺς ἀδελφοὺς Ὀρλὼφ ποὺ ἦλθαν ἀπὸ τὴ Ρωσία συμπαραστάθηκαν ὅλοι οἱ τοπικοὶ ἐπίσκοποι, ὅπως ὁ Πατρὼν Παρθένιος, ποὺ ἐπιτέθηκε κατὰ τῶν Καλαβρύτων, ὁ Κορίνθου Μακάριος ποὺ κατέλαβε τὸν Ἰσθμό, ὁ Κορώνης, ὁ Μεθώνης, τῆς Καλαμάτας.
Μὲ τὸ αἷμα τοῦ πρωτομάρτυρα τῆς ἑλληνικής ελευθεριας ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ἐ’,Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, βάφτηκε στὶς 10 Ἀπριλίου 1821 ἡ πανεθνικὴ ἐξέγερση τοῦ Γένους. Ὄπως γραφει ὁ Μακρυγιάννης στὰ «Ἀπομνημονεύματά» του, ὁ Γρηγόριος ἦταν ἐκεῖνος ποὺ στήριξε τὸ ἔργο τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας καὶ τὴν περιέσωσε ἀπὸ διάλυση. Ξένος διπλωμάτης, ὁ Ὀλλανδὸς ἐπιτετραμμένος στὴν Πόλη Γκάσπαρντ Τέστα σὲ ἔκθεσή του πρὸς τὸ Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν της χώρας του, ποὺ ἔφερε στὸ φῶς ὁ ἀείμνηστος Καθηγητὴς Γεώργιος Θ. Ζώρας, ἔγραφε· «Ὁ ἀρχηγὸς οὗτος τῆς Ἐκκλησίας, ὀνόματι Γρηγόριος, εἶχεν ἐξελεγχθῆ ὡς συνένοχος καὶ κύριος ὑποκινητὴς τῆς συνωμοσίας τῶν Ἑλλήνων. Πιστοποιηθείσης τῆς συμμετοχῆς τοῦ διὰ σαφῶν ἀποδείξεων καὶ ἐγγράφων ὁ σουλτάνος τοῦ ἐπέβαλε τὴν ποινὴν τὴν ὁποίαν ἐπέσυρε τὸ κακούργημά του».
Δραστήριο μέλος τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, μεταξὺ ἄλλων κληρικῶν, ἦταν ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Θεόφιλος ὁ Παγκώστας ἀπὸ τὴν Πάτμο. Στὶς 29 Ἀπριλίου 1821 οἱ κάτοικοι τῆς Σύμης ἔστειλαν στὸν Δωδεκανήσιο ἱεράρχη τὸν Νικήτα Χατζηϊωάννου ζητώντας ὁδηγίες γιὰ τὸν Ἀγώνα. Ἰδοὺ ἡ ἀπάντηση τοῦ ἐθνεγέρτη Πατριάρχη·
«Κάτοικοι τῶν νήσων, ὅσοι μένετε ἀκόμη ὑπὸ τὸν τουρκικὸν ζυγόν, ἐγέρθητε, λάβετε τὰ ὄπλα ὑπὲρ τῆς κοινῆς ἐλευθερίας, οἱ ἔχοντες καράβια μικρὰ ἢ μεγάλα ὁπλίσατε αὐτὰ καὶ ἑνωθῆτε μὲ τὸν ἑλληνικὸς στόλον συγκροτούμενον ἀπὸ τὰς ναυτικᾶς δυνάμεις τῶν Ὑδριωτῶν καὶ Σπετζιωτῶν καὶ Ψαριανῶν, καὶ ὑποσχόμενοι ἐλευθερίαν ὅλου του Αἰγαίου πελάγους».
Ἡ πίστη τῶν Ἀγωνιστῶν τοῦ 1821
Ὁ Ἀγώνας δὲν ἔγινε μόνο γιὰ τὴν πατρίδα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ θρησκεία. Στὴν Προκήρυξή του ὁ Γεωργάκης Ὀλύμπιος τόνιζε· «Ἐμπρὸς ἀδέλφια. Ἂς πεθάνουμε κοιτάζοντας ἄφοβα τὸ θάνατο στὰ μάτια. Ζήτω ἡ θρησκεία καὶ ἡ ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος. Θάνατος στοὺς βαρβάρους». Τὰ μοναστήρια τροφοδοτοῦσαν τοὺς ἁρματολοὺς καὶ παρεῖχαν καταφύγιο στοὺς διωκόμενους. Συχνὰ γίνονταν ἑστίες ἀντίστασης (μονὴ Σέκου, μονὴ Ἀρκαδίου κ.λπ.). Ο στρατηγός Μακρυγιαννης μὲ τὸν αὐθεντικὸ λόγο τοῦ ἔχει γράψει· «…αὐτὰ τὰ μοναστήρια ἦταν τὰ πρῶτα προπύργια τῆς ἐπανάστασής μας. Ὅτι ἐκεῖ ἦταν καὶ οἱ τζεμπιχανέδες (πυριτιδαποθῆκες) μας καὶ ὅλα τὰ ἀναγκαῖα του πολέμου· ὅτ’ ἦταν παράμερον καὶ μυστήριον ἀπὸ τοὺς Τούρκους».
Οἱ ἁπλοὶ κληρικοὶ συγκρότησαν στὶς ἐνορίες τοὺς ἔνοπλα σώματα, τέθηκαν ἐπικεφαλῆς τους καὶ ἔλαβαν ἐνεργὸ μέρος στὴν ἐξέγερση. Ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς ἄφησαν τὴν τελευταία τους πνοὴ στὸ πεδίο τῆς τιμῆς καὶ ἄλλοι μαρτύρησαν στὰ χέρια τῶν Τούρκων. Κι ὅσοι ἐπιβίωσαν πένονταν ἔχοντας δώσει ὅλη τὴν περιουσία τους στὴν Ἐπανάσταση. Στὸ Ἀρχεῖο Ἀγωνιστῶν τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης σώζονται πολλὰ ἔργα ποὺ μαρτυροῦν τὴ συμβολὴ τοῦ Ὀρθόδοξου κλήρου καὶ μοναχισμοῦ στὸ Εἰκοσιένα καὶ ὑπογράφονται ἀπὸ κορυφαίους καὶ ἄλλους ὁπλαρχηγούς. Σὲ 14 ἀριθμεῖ ὁ Μητροπολίτης πρώην Λήμνου Βασίλειος Γ. Ἀτέσης τοὺς ἐθνομάρτυρες ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ τὸ 1821-1869.
Καὶ ποιὸς μπορεῖ νὰ λησμονήσει τὰ πρωτοπαλίκαρα τῆς λευτεριᾶς μας, τὸν Ἀθανάσιο Διάκο (Ἀλαμάνα), τὸν Γρηγόριο Δικαῖο – Παπαφλέσσα (Μανιάκι), τὸν καλόγερο Σαμουὴλ (Κούγκι). Καὶ ἀκόμη πλῆθος ἱερωμένων ποὺ ἔδρασαν στὸν Ἱερὸ Ἀγώνα τοῦ Ἔθνους μας, ὅπως ὁ Βρεσθένης Θεοδώρητος, ὁ Ἄρτης Πορφύριος, ὁ Ἀθηνῶν Θεόφιλος, ὁ Ἕλους Ἄνθιμος, ὁ Σαλώνων Ἠσαΐας, ὁ Ρωγῶν Ἰωσὴφ κ.α., οἱ ὁποῖοι ἔλαβαν μέρος στὶς διάφορες φάσεις τῆς Ἐπανάστασης. Τοὺς ὁπλαρχηγοὺς τῆς Ἀχαΐας ὅρκισε ὁ Παλαιῶν Πατρὼν Γερμανός. Στὴν πρώτη ὁμάδα ἐθνομαρτύρων ἀρχιερέων ἀνήκουν ὁ πρώην Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος, ὁ Δέρκων Γρηγόριος, ὁ Ἀγχιάλου Εὐγένιος, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός, οἱ ἐπίσκοποι Πάφου, Κιτίου, Κυρήνειας. Συνήθως οἱ Τοῦρκοι τοὺς ἀποκεφάλιζαν ἢ τοὺς κρεμοῦσαν.
Ἡ εὐόδωση τῆς Ἐθνεγερσίας τοῦ 1821 εἶναι πραγματικὸ θαῦμα. Τὸ συμπέρασμα ποὺ βγαίνει ἀπὸ ὅλες τὶς ἱστορικὲς πηγές, ἀπομνημονεύματα, ἐπιστολές, ἔγγραφα, περιηγητικὰ κείμενα καὶ ἄλλες γραπτὲς μαρτυρίες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης εἶναι ὅτι οἱ παράτολμοι ἀγωνιστές, ποὺ ἀνέλαβαν τὸ μεγάλο ἐγχείρημα, εἶχαν πλήρως διαμορφωμένη ἑλληνορθόδοξη συνείδηση, ἀκλόνητη πίστη, πολέμησαν στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, στὸν ὁποῖο καὶ βάσιζαν τὶς ἐλπίδες τους καὶ ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀντλοῦσαν τὴ βεβαιότητα γιὰ τὴ νίκη. Ζοῦσαν ὅλοι εὐχαριστιακὴ ζωή. Ὁ Μακρυγιάννης γράφει σὲ ἄλλο σημεῖο τῶν «Ἀπομνημονευμάτων» του· «Τοῦ λέγω· Κοπίασε ἡ γενναιότη σου καὶ σ’ αὐτῆνε τὴν μπατάγια τὴν σημερινὴ θὰ γένει ὁ Θεὸς ἀρχηγός· καὶ μὲ τὴ δύναμή του θὰ λυπηθεῖ ἐμᾶς καὶ τὴν πατρίδα μας… Τί θὰ κάνεις, μοῦ λέγει, σὲ τόσο πλῆθος Τούρκων; Εἶναι ὁ Θεὸς τοῦ λέγω, καὶ κάνει ὁ ἴδιος!».
Στοὺς περιηγητὲς τῆς περιόδου κάνουν ἐντύπωση οἱ μεγάλες περίοδοι νηστειῶν ποὺ τηροῦν οἱ Ἕλληνες. Κάποιος ἀπ’ αὐτοὺς σημειώνει ὅτι μόλις τελειώνει ἡ μία, ἀρχίζει ἡ ἄλλη. Στὰ «Ἀπομνημονεύματά» του ὁ ἡρωικὸς Γέρος τοῦ Μοριά, ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης σημειώνει· «… Ἔκατσα ἕως ποὺ ἐσκαπέτισαν μὲ τὰ μπαϊράκια τους, ὀπὲ ἐκατέβηκα κάτου· ἦταν μία ἐκκλησιὰ εἰς τὸν δρόμον (ἡ Παναγιὰ εἰς τὸ Χρυσοβίτζι) καὶ τὸ καθησιό μου ἦτον ὅπου ἔκλαιγα τὴν Ἑλλάς· Παναγία μου, βοήθησε καὶ τούτην τὴν φορὰν τοὺς Ἕλληνας νὰ ἐμψυχωθοῦν· καὶ ἐπῆρα ἕνα δρόμο κατὰ τὴν Πιάνα…». Παρακάτω ὁ ἴδιος γράφει· «23 ὧρες ἐβάσταξε ὁ πόλεμος. Ἐκείνην τὴν ἡμέρα ἦτον Παρασκευή, καὶ ἔβγαλα λόγον ὅτι· Πρέπει νὰ νηστεύωμε ὅλοι διὰ δοξολογίαν ἐκείνης τῆς ἡμέρας, καὶ νὰ δοξάζεται αἰώνας αἰώνων ὡς οὐ στέκει τὸ ἔθνος, διατὶ ἦτον ἡ ἐλευθερία τῆς πατρίδος…».
Αὐτοὶ οἱ ἄνδρες μᾶς χάρισαν τὴν λευτεριά μας, ποὺ δὲν ἔκαναν ὀρθολογιστικὲς σκέψεις, ἀλλὰ μὲ τὴ βαθιὰ πίστη τοὺς εἶχαν τὴν προστασία τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ὁ λιονταρόψυχος Καραϊσκάκης, ποὺ κατέφυγε στὴ βοήθεια τῶν Ἁγίων, σὰν τότε ποὺ βρέθηκε στὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ, πάνω ἀπὸ τὴ Λιβαδιά, κι ἔπεσε στὰ πόδια μαζὶ μὲ τοὺς ἄντρες του καὶ τοῦ ἔταζε· «Βοήθησέ μας, Ἅγιε Σεραφείμ, νὰ διώξουμε τὸν Κιούταγα ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, νὰ γλιτώσουμε τοὺς κλεισμένους Χριστιανοὺς καὶ νὰ κάνουμε τοὺς Τούρκους δεύτερη Ἀράχωβα, καὶ νὰ σοὺ φέρω χρυσὸ καντήλι στὸν τάφο σου καὶ λαμπάδες ἑκατὸ ἴσα μὲ τὸ κορμί μου καὶ νὰ στολίσω σὰν παλάτι τὸ μοναστήρι σου…».
Στὸ ὄνομα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐπιχειροῦσε κάθε ἐξόρμησή του ὁ γενναῖος ναυμάχος τῆς Ὕδρας Ἀνδρέας Μιαούλης. Στὸν «Ἄρη» τοῦ εἶχε τοποθετήσει ἕνα μεγάλο ξύλινο Σταυρό, ὅπου ἔβαλε νὰ χαράξουν κάθετα· «Σταυροῦ τύπος, ἐχθροῖς τρόμος» καὶ ὁριζόντια· «Σταυρὸς πιστῶν στήριγμα».
Ἔτσι, ὅταν τὸ Ἔθνος ἀπελευθερώθηκε καὶ συντάχθηκαν τὰ Συντάγματά του, ἄρχιζαν ὅλα, ὅπως ἄλλωστε καὶ τὸ σημερινό, μὲ ἐπίκληση τῆς Ἁγίας καὶ Ἀδιαιρέτου καὶ Ὁμοουσίου Τριάδος. Αὐτὴ ὑπῆρξε καὶ εἶναι ἡ πίστη καὶ ἡ δύναμη τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἡ Ὀρθοδοξία κιβωτὸς τῆς σωτηρίας του καὶ σώτειρα τοῦ Γένους πανθομολογούμενη, συστατικὸ σπουδαῖο της συνείδησης καὶ τῆς ταυτότητάς τους. Ὅπως ἔγραφε ὁ ἀείμνηστος Φώτης Κόντογλου· «Σ’ αὐτὸ τὸν τόπο Ὀρθοδοξία καὶ Ἑλλάδα πᾶνε μαζί».
Ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Γιὰ περισσότερες πληροφορίες στὸ διαδίκτυο
«ΠΡΟΣ ΤΟ ΛΑΟ». Έκδοση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος,
Ἰασίου 1 – 115 21 Ἀθήνα, τηλέφωνο 210-7272.204.
Διανέμεται δωρεὰν μὲ τὴ φροντίδα τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων.
Τύποις Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Πηγή:Ι.Μ.Παντοκράτορος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου