2 Σεπ 2010

Ὀρθοδοξία καὶ Ἑλληνισμὸς στὸν σύγχρονο κόσμο

π. Γεώργιος Μεταλληνός,
ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΣΜΟ

Ὁμιλία τοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ εἰς τὴν ἐκδήλωση πρὸς τιμὴν τῶν εἰσαχθέντων εἰς τὴν Τριτοβάθμια Ἐκπαίδευση, κατὰ τὸ ἀκαδημαϊκὸ ἔτος 2001 - 2002 (Ὀργάνωση ἀπὸ τὴν Ἱστορικὴ καὶ Λαογραφικὴ Ἑταιρεία Χαλκιδικὴς καὶ τὸν οἰκεῖο Δῆμο, τὴν 10.02. 2002 εἰς τὸ Δημοτικὸ Θέατρο Πολυγύρου).

1) Μιλώντας κανεὶς γιὰ τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ τὴν Ὀρθοδοξία, τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὸν Ἑλληνισμό, ἀγγίζει ἕνα μυστήριο, ἕνα θαῦμα κυριολεκτικά, ποῦ συντελέσθηκε μέσα στὴν Ἱστορία. Διότι ἡ ἱστορικὴ ἕνωση τῶν δύο αὐτῶν οἰκουμενικῶν μεγεθῶν προκάλεσε ἀληθινὴ κοσμογονία. Δημιούργησε ἕνα νέο κόσμο, μία ἀληθινὴ «Νέα Ἐποχή». Γιὰ νὰ μιλήσω θεολογικά, ξαναδημιούργησε, ἀνάπλασε τὸν κόσμο ὁλόκληρο. Καὶ ἡ ἕνωση τῶν δύο αὐτῶν μεγεθῶν ὡς πηγὴ ζωῆς ἀνεξάντλητη ἀρδεύει συνεχῶς τὴν παγκόσμια κοινωνία. Στὴν ἐποχή μας, ὅμως, τίθεται μὲ τρόπο ὀξὺ καὶ καθοριστικὸ τὸ πρόβλημα τῆς συνέχειας τοῦ συνδέσμου αὐτοῦ, ποῦ τόσο ὠφέλησε τὸν κόσμο.

Θὰ προσπαθήσω νὰ σκιαγραφήσω τὰ δύο αὐτὰ μεγέθη, προσδιορίζοντας Ἱστορικὰ τὴ στιγμὴ τῆς συναντήσεως καὶ ἑνώσεώς τους καὶ τὸν τρόπο τῆς διασύνδεσής τους, ὑπογραμμίζοντας συνάμα τὶς κύριες ἀπειλὲς γιὰ τὴ συνέχεια τῆς ἕνωσης αὐτῆς στοὺς δύσκολους καιρούς μας.


Τί εἶναι ὃ Ἑλληνισμός;...

Ὅτι ὑψηλότερο καὶ ἱερότερο παρήγαγε ὁ κόσμος μέσα στὴν Ἱστορική του πορεία καὶ στὰ ὅρια τῆς λυτρωτικῆς ἀναζήτησής του, τῆς ἀνάστασης καὶ ἀνάτασής του στὶς ὀντολογικὲς ἀρχές του, εἶναι ὁ Ἑλληνισμός. Ἡ μεγαλύτερη δημιουργία στὸν κόσμο, τὸ φῶς πραγματικά της Οἰκουμένης. Δὲν εἶναι ἐθνικισμὸς οὔτε ρατσισμὸς νὰ μιλεῖ κανεὶς ἔτσι γιὰ τὸν Ἑλληνισμό, διότι ὅσα ψέλλισα προηγουμένως εἶναι πορίσματα τῆς διεθνοῦς Ἐπιστήμης, συμπεράσματα τῆς ἐπιστήμης τῆς Ἱστορίας. Ποιὰ εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τῆς Ἑλληνικότητας ἃ) Ἕνα πρῶτο γνώρισμα οὐσιαστικό της Ἑλληνικότητας εἶναι ἢ Θεοκεντρικότητα. Στὴν Ἱστορία μας δὲν ὑπῆρξε ποτὲ ἀθεΐα. Ἡ ἀθεΐα μὲ τὴ σημερινὴ γνωστὴ μορφὴ τῆς εἶναι δημιούργημα τῶν τελευταίων εὐρωπαϊκῶν αἰώνων. Γιὰ νὰ προσδιοριστεῖ ἢ ἀξία ἡ ἀπαξία τοῦ Ἕλληνος ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα, γίνεται ἀναφορὰ στὴ σχέση του μὲ τὸ Θεῖον, ὅπως καὶ ἂν αὐτὸ νοεῖται, μὲ τὸν Θεό. Ἔνθους, δηλαδὴ ἔνθεος, εἶναι ὃ ἀληθινὸς ἄνθρωπος στὴν ἑλληνικὴ παράδοση. Ἐνθουσιασμὸς εἶναι ἢ παρουσία τοῦ Θείου - Θεοῦ μέσα στὸν ἄνθρωπο καὶ αὐτὸ συνεχίζεται ὡς τὴν ἐποχή μας.
Θέωση ὀρθόδοξα εἶναι ἢ ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ μέσα στὸ ἄνθρωπο, τὸν Ἅγιο. Καὶ σήμερα γιὰ νὰ χαρακτηριστεῖ ἀρνητικὰ κάποιος, προσδιορίζεται ὡς «ἀθεόφοβος», ποὺ «δὲν ἔχει Θεὸ μέσα του». Ὅταν ὃ Ἀπόστολος Παῦλος (Πράξ. ΙΖ, 22) χαρακτήριζε τοὺς Ἀθηναίους Ἕλληνες τῆς ἐποχῆς τοῦ «δεισιδαιμονεστάτους» (εὐσεβέστατους), ἔλεγε τὴν ἀλήθεια.

β) Μία ἄλλη συστατικὴ Ἰδιότητα τῆς ἑλληνικῆς συνειδήσεως εἶναι ὃ ἀνθρωπισμός. Ἢ καταξίωση δηλαδὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν ἀνθρωπίνων. Ὁ ἑλληνικὸς ἀνθρωπισμός, ἀναφερόμενος στὴν τελικὴ διαμόρφωση τοῦ ἀληθινοῦ ἄνθρωπου, ξεκινᾶ μὲ τὸ γνωστὸ «καλὸς καγαθὸς ἄνθρωπος», γιὰ νὰ φθάσει στὸν λόγο τοῦ Μενάνδρου (4ος αἵ. Π.Χ.) Ἡ χαρίεν ἄνθρωπος ὅταν ἄνθρωπος ἡ» (τί ὡραῖο πράγμα εἶναι ὃ ἄνθρωπος, ὅταν εἶναι ὄντως ἄνθρωπος). Ἢ κατάφαση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἢ καταξίωσή του στὰ ὅρια τῆς Ἑλληνικότητας συνυφαίνεται μὲ τὴν ἑνότητα τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων, χωρὶς κανέναν τεμαχισμὸ τῶν περιοχῶν τῆς ζωῆς καὶ δράσης τοῦ ἀνθρώπου. Κλασικὸ παράδειγμα αὐτῆς τῆς κατάφασης καὶ ἐνιαιοποίησης εἶναι ὁ ἱερὸς χῶρος τῶν Δελφῶν. Τὸ μνημεῖο ὅλων τῶν αἰώνων εἶναι δομημένο σὲ τρία ἐπίπεδα. Τὸ πρῶτο τὸ συγκροτοῦν τὰ ἱερά, «ἀπὸ Θεοῦ ἄρχεσθαι»! Τὸ δεύτερο ἐπίπεδο εἶναι τὸ θέατρο, τὸ σχολεῖο τῆς ψυχῆς, τὸ λαϊκὸ Πανεπιστήμιο τῆς ἑλληνικῆς Ἀρχαιότητας. Τὸ τρίτο ἐπίπεδο εἶναι τὸ Στάδιο, τὸ γυμναστήριο, ὃ χῶρος καλλιέργειας τοῦ σώματος. Ὁλόκληρος ὃ ἄνθρωπος γίνεται δεκτὸς ὡς ψυχὴ καὶ σῶμα, ὅπως ἀκριβῶς καὶ στὴν Ὀρθοδοξία, διότι ὁλόκληρος ὃ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος «κατ' εἰκόνα Θεοῦ», μὲ Βάση τὸ ἀρχέτυπό του Θεανθρώπου -Χριστοῦ καὶ ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος ἔχει προορισμὸ τὸ «καθ' ὁμοίωσιν», δηλαδὴ τὴν ἕνωση μὲ τὸ Θεῖο, τὴ Θέωση.

Ἀκριβῶς στὰ θέματα αὐτὰ Θεὸς - ἄνθρωπος παρατηρεῖται ἡ μεγαλύτερη σύγκλιση Ἑλληνισμοῦ -Ὀρθοδοξίας. Ὁ Χριστὸς εἶναι Ἐκεῖνος ποῦ εἶπε (Μάρκ. β' 27) ὅτι «Τὸ Σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο καὶ οὒχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ Σάββατον». Αὐτὸς ὁ λόγος θὰ ἔπρεπε νὰ βρίσκεται ὡς προμετωπίδα ὅλων τῶν ἀνθρωπιστικῶν καὶ κοινωνικῶν Ἱδρυμάτων τοῦ κόσμου. Διότι σημαίνει ὅτι ὅλοι οἱ θεσμοὶ εἶναι ὑπηρετικοί του ἀνθρώπου, διακονοῦν τὸν ἄνθρωπο. Κάθε ἄνθρωπο. Διότι κάθε ἄνθρωπος εἶναι, ὡς πλάσμα Θεοῦ, ἀνώτερος ἀπὸ ὅλο τὸν κόσμο. «Τί δώσει Ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μάτθ. ἰστ' 26). Ὁ Ἑλληνικὸς ἀνθρωπισμὸς καταξιώνεται καὶ κορυφώνεται στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ.

γ) Ἕνα ἄλλο στοιχεῖο τῆς ἑλληνικότητας εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὴν ἀλήθεια, ποῦ διατυπώθηκε ἀπὸ τὸν Ἀθηναῖο Κλήμεντα τὸν Ἀλεξανδρέα β 215) ὡς «ζήτησις ἀληθείας». Εἶναι ἡ ἑλληνικὴ φιλοσοφία. Οἱ Ἕλληνες δὲν μιλοῦμε γιὰ σοφία, ἀλλὰ γιὰ φιλοσοφία, ἀγάπη πρὸς τὴ σοφία, κίνηση δυναμικὴ πρὸς τὴν εὕρεση τῆς Σοφίας, ποὺ τελικὰ εἶναι ὁ Θεός. Σοφία τοῦ Θεοῦ ἦταν γιὰ τοὺς προγονούς μας ἡ «θεὰ» Ἀθηνᾶ. Γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες σοφία τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτὴ ἡ κίνηση τοῦ Ἑλληνισμοῦ πρὸς τὴν ὄντως Σοφία καταξιώνεται σὲ ἕνα λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρὸς τοὺς Κορινθίους (Ἃ' Κόρ. ἃ' 22): «Ἕλληνες σοφίαν ζητούσιν, Ἰουδαῖοι σημεῖον αἰτούσι». Ὁ Ἰουδαῖος αἰτεῖ, ἐπαιτεῖ. Περιμένει παθητικὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἔλθει τὸ ἀναμενόμενο, ὅπως οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβὰ περιμένουν τὸν Ἀρμαγγεδώνα, τὸν μεγάλο πόλεμο τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ πάρουν καὶ αὐτοὶ (μόνο τότε...) τὰ ὄπλα καὶ νὰ ὑποτάξουν ὅλα τὰ ἔθνη τῆς γὴς καὶ νὰ ζοῦν πριγκιπικὰ ἐπὶ χίλια χρόνια στὸν χιλιαστικὸ «παράδεισο». Οἱ Ἕλληνες δὲν ἐπαιτοῦμε, ἀναζητοῦμε νὰ εὕρουμε. Καὶ «Ὁ ζητῶν εὑρίσκει», ὅπως λέγει Ὁ Χριστὸς (Μάτθ. ζ' 8).

Ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεὺς μὲ τὸ νὰ λέγει ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ Φιλοσοφία «ζήτησις ἐστὶν ἀληθείας», ὑπονοεῖ καὶ τὸ ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ ἀλήθεια. Καὶ αὐτὸ προσδιορίζει ἑρμηνευτικὰ ὁ ἅγιος Κυπριανὸς Καρχηδόνος († 258). Ἀλήθεια, λέγει, εἶναι Ἐκεῖνος (Πρόσωπο, δηλαδή), ποὺ μόνος τόλμησε στὴν Ἱστορία νὰ πεῖ: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ Ἀλήθεια» (Ἴωαν. Ἰδ' β), δηλαδὴ ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Αὐτὸν τελικὰ ζητοῦσαν στὶς πνευματικὲς ἀνατάσεις τοὺς οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες σ' ὅλους τους χώρους: τὴν ἐπιστήμη, τὴν τέχνη, τὸ δίκαιο, ὡς ἀλήθεια, ὡραῖο, δικαιοσύνη! Οἱ διάφορες ὄψεις τῆς μίας ἀδιατίμητης καὶ ἀκέραιης ἀλήθειας ἐπικεντρώνονται στὸν Ἑλληνισμὸ σὲ ἕνα Πρόσωπο, ὄχι σὲ ἀφηρημένα ἰδεολογικὰ σχήματα. Ἦταν ὁ «ἄγνωστος Θεός», ποῦ ἀναζητοῦσαν οἱ Ἀθηναῖοι. Γι' αὐτὸ συνηθίζω νὰ λέγω ὅτι ὃ Ἀπόστολος Παῦλος στὸν ἀθηναϊκὸ Ἄρειο Πάγο δὲν κατέστρεψε, δὲν διέστρεψε, οὔτε μετέστρεψε τὴν ἑλληνικὴ ἀναζήτηση. Ἅπλα τὴν ἔστρεψε πρὸς τὸν Χριστὸ λέγοντας: «Ὂν ἀγνοοῦντες εὐσεβεῖτε, τοῦτον ἐγὼ καταγγέλλω ὑμὶν» (Πράξ. Ἰζ' 23). Δηλαδή: Αὐτόν, ποῦ μέσα στὴν ἄγνοια σᾶς τὸν ἀναζητεῖτε, αὐτὸν σας κηρύσσω, σᾶς φανερώνω. Δηλαδὴ τὸν ἀναζητούμενο καὶ ἀπὸ τὸν Ἑλληνισμὸ Ἰησοῦ Χριστό.

δ) Ἑλληνικὴ ἀρετὴ εἶναι καὶ ἢ ἐπίγνωση τῶν ὁρίων τοῦ λόγου. Ποτὲ ὃ Ἑλληνισμὸς δὲν γνώρισε νοησιαρχία δυτικοευρωπαϊκοῦ τύπου, ὅπως προδιαγράφεται ἀπὸ τὸν Αὐγουστίνο μὲ τὸ περιβόητο ἐκεῖνο «credo ut intelligam» (πιστεύω, γιὰ νὰ κατανοήσω). Ἢ διάνοια εἶναι, ἔτσι, ὃ τελικὸς ἀποδέκτης καὶ τὸ ἔσχατο μυστήριο. Ἢ κρίση αὐτὴ προεκτεινόμενη φθάνει στὸν Καρτέσιο, ποῦ ἔλεγε: «cogito ergo sum» (διανοοῦμαι, ἄρα ὑπάρχω). Ἢ διανοητικὴ διεργασία θεμέλιό της ὑπάρξεως. Στὸν Ἑλληνισμό, ὡς ἀρχαῖο καὶ ὡς χριστιανορθόδοξο, εἶναι ἄγνωστη ἢ ἀπολυτοποίηοη τοῦ «ὀρθοῦ λόγου», κάτι ποῦ ἔλαβε σάρκα καὶ ὀστᾶ στὴ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση, ἐπὶ Ροβεσπέρρου, ὅταν ἢ «θεὰ λογικὴ» λατρεύτηκε στὸ πρόσωπο μίας γυμνῆς Πόρνης μέσα στὴν «Παναγία τῶν Παρισίων». Ἢ ὑπέρβαση τῶν ὁρίων τοῦ λόγου στοὺς Ἕλληνες θεωρεῖται «ὕβρις» (ἀρχαία τραγωδία).

ε) Σημαντικὴ εἶναι στὸν Ἑλληνισμὸ καὶ ἢ κοινωνικὴ ἀντίληψη τῆς ἀλήθειας. «Τὸ ἀληθεύειν ἐστὶ κοινωνεῖν». Ἤδη ὁ Ἠράκλειτος σὲ ἕνα ἀπόσπασμα τοῦ λέγει, ὅταν μοιραζόμαστε (κοινωνοῦμε) κάτι, τότε ἀληθεύουμε, ὅταν δὲ σφετεριζόμαστε κάτι, τότε ζοῦμε στὸ ψέμα. Κοινωνία σημαίνει μοίρασμα τῶν ἀγαθῶν, ὄχι σφετερισμό τους. Γιὰ αὐτὸ καὶ ἢ Θεία Μετάληψη λέγεται (Θεία) Κοινωνία. Ὃ Χριστὸς «μεμέριαται ἀμέριστος ἐν μεριστοῖς». Μοιράζεται χωρὶς νὰ διαιρεῖται σέ μας, ποῦ εἴμαστε χωριστὰ πρόσωπα. Ἢ κοινωνία, ἢ ἀδελφικὴ σχέση, εἶναι ἢ ἀλήθεια. Μία ἐμπειρία, δηλαδὴ γιὰ μᾶς τοὺς Ἕλληνες εἶναι ἢ ἀλήθεια καὶ ὄχι μία ξερὴ διανοητικὴ ὑπόθεση καὶ διεργασία. Γι' αὐτὸ τὸ Συμπόσιο βρίσκεται στὸ ἐπίκεντρο διαχρονικά της ἑλληνικῆς ὕπαρξης. Ἀλλὰ ἀδελφικὸ συμπόσιο -γεῦμα- δεῖπνο προϋποθέτει «καλὴ καρδιὰ» καὶ αὐτὸ εὐχόμαστε πάντοτε ὑψώνοντας τὰ ποτήρια οἱ Ἕλληνες. Εἶναι ἢ «καθαρὴ καρδία» τῆς Πίστεώς μας («ἐν καθαρὰ καρδία Σὲ δοξάσειν», ποῦ ψάλλουμε τὸ Πάσχα).

στ) Ὃ Ἕλληνας, ὅταν εἶναι αὐθεντικὸς καὶ γνήσιος, καταφάσκει —σέβεται καὶ ἀναγνωρίζει— τὴν ἑτερότητα. Δέχεται τὸν ἄλλον καὶ τὸ ἄλλο. Ἢ τόσο προβαλλόμενη ἀπὸ κάποιους φράση «Πᾶς μὴ Ἕλλην βάρβαρος» δὲν ἔχει ρατσιστικὴ ἀπόχρωση. Σημαίνει διαφορὰ πολιτισμῶν. Ξέρετε, ἀπὸ τὴ ἐποχὴ τοῦ Θουκυδίδη ἀκόμη καὶ οἱ Ἕλληνες τῶν δυτικῶν περιοχῶν ὀνομάζονταν «βάρβαροι», διότι ἦταν σὲ χαμηλότερο ἐπίπεδα, πολιτισμοῦ ἢ μιλοῦσαν κατὰ τρόπο δυσνόητο. Γι' αὐτὸ ὃ Σωκράτης στὸν «Φαίδρα» παρατηρεῖ ὅτι, γιὰ νὰ ἀποφανθοῦμε σὲ σπουδαία ὑπαρξιακὰ προβλήματα, πρέπει νὰ ἐξετάσουμε Τί λέγουν οἱ Ἕλληνες σοφοί, ἀλλὰ καὶ «οἱ σοφοὶ τῶν βαρβάρων». Ἔχουν κι αὐτοὶ τοὺς σοφούς τους.

Ἢ ἑλληνικὴ κατάφαση τῆς ἑτερότητας φαίνεται ἀπὸ τὴν ἀπώτατη ἀρχαιότητα στὶς ἀποικίες μας. Δὲν ἔπαιρναν ποτὲ τὴ μορφὴ γκέτο, ἄλλα φώτιζαν ὅλους τους γειτονικοὺς λαοὺς καὶ τοὺς μυοῦσαν στὸν πολιτισμό μας. Οἱ δυτικοευρωπαϊκὲς ἀποικίες, ποῦ ὁδήγησαν στὶς χῶρες «μπανανιὲς» ἀπὸ τὸν 15ο αἰώνα καὶ μετά, εἶναι ἄγνωστες στὴν ἑλληνορθόδοξη ἀνατολή.

2) Εἶναι ἀρκετὰ αὐτά, γιὰ νὰ προσδιορίσουν ἐνδεικτικὰ τὴν Ἑλληνικότητα. Ποιὰ εἶναι ἢ Ὀρθοδοξία; Τὸ ἄλλο πολυδιάστατο μέγεθος τῆς Ταυτότητάς μας. Λέγοντας Ὀρθοδοξία ἐννοοῦμε τὸν Χριστιανισμὸ στὴν αὐθεντική του ἔκφραση, στὰ πρόσωπα καὶ τὴν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων μας. Ἕνα θεανθρώπινο μέγεθος, ὅπως εἶναι ἢ Ὀρθοδοξία, δὲν ὁρίζεται, δὲν κλείνεται δηλαδὴ σὲ κάποιο ὁρισμό. Μόνο συμβατικά, λοιπόν, θὰ τολμοῦσα νὰ πῶ ὅτι ἢ Ὀρθοδοξία εἶναι ἢ συνείδηση τῆς παρουσίας τοῦ Ἄκτιστου Θεοῦ μέσα στὴν Ἱστορία καὶ ἢ δυνατότητα τοῦ κτιστοῦ (δημιουργημένου) ἀνθρώπου νὰ γίνει Θεὸς «κατὰ χάριν». «Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκὶ» (Ἃ' Τίμ. γ'16), ἐ γίνε ἱστορικὰ Θεάνθρωπος, γιὰ νὰ θεώσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ ἁγιάσει τὸν κόσμο. Αὐτὴ εἶναι ἢ Πίστη μας.

Ὃ Θεὸς Λόγος, ὃ Ἰησοῦς Χριστός, εἶναι στὸν κόσμο καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ἐνανθρώπησή του, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας. Ὃ Χριστὸς δημιουργεῖ τὸν κόσμο ὡς δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὃ Θεὸς - Πατέρας δὲν φανερώνεται ποτὲ στὸν κόσμο. Ὃ Γιαχβὲ Γιεχωβὰ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι ὃ Χριστός, ποῦ ἐνεργεῖ «ἀσάρκως» (χωρὶς τὴν ἀνθρώπινη φύση Του) στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ «ἐνσάρκως» στὴν Καινὴ Διαθήκη. Ὀρθοδοξία εἶναι ὃ Χριστός, ὃ λόγος Του, ἢ ἐνέργειά Του, ἢ ζωή Του. Χωρὶς Χριστὸ δὲν ὑπάρχει θεογνωσία. Γὶ αὐτὸ ἢ Ὀρθοδοξία δὲν ταυτίζεται μὲ καμία θρησκεία, προσπάθεια, δηλαδή, γεφυρώσεως τῆς ἀπόστασής μας ἀπὸ τὸν Θεὸ . Πρὶν ἐμεῖς ἀγαπήσουμε τὸν Θεό, μᾶς ἀγαπᾶ Ἐκείνος• «αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἠμᾶς» (Ἃ' Ἴωαν. δ', 10). Τί νὰ προσφέρουμε ἐμεῖς στὸν Θεό, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι «ὃ προσφέρων καὶ προσφερόμενος καὶ διαδιδόμενος» (Θεία Λειτουργία); Ἢ Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολή, τὸ πρῶτο λειτουργικὸ βιβλίο τῆς Ἐκκλησίας, διακηρύσσει ὅτι μὲ τὴν Πίστη μᾶς καταργοῦνται καὶ ὑπερβαίνονται οἱ ἑλληνικὲς καὶ ἰουδαϊκὲς θυσίες. Ὃ Θεὸς δημιουργεῖ, συντηρεῖ τὸν κόσμο καὶ τὸν σώζει ἀπὸ ἀγάπη. «Οὕτως ἤγαπησεν ὃ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἷον αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν (θυσίασε)» (Ἴωαν. γ'16).

Τὸν Θεὸ - Πατέρα τὸν γνωρίζουμε «ἐν Χριστῷ», στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Δὲν ὑπάρχει ἄλλη. δυνατότητα θεογνωσίας ἀπὸ τὴν ἐμπειρική, γνώση τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ; Γιὰ νὰ θυμηθοῦμε τὸν Ἠράκλειτο, ἀπὸ τὴ μετοχὴ στὸν Θεάνθρωπο Χριστό. Μὲ τὴ Θεία Κοινωνία Μετάληψη μετέχουμε στὸν Χριστό, στὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του. Μετέχουμε ἔτσι στὴν κοινὴ ἄκτιστη ἐνέργεια ὅλης της Ἅγιας Τριάδος, καὶ ἂν ὑπάρχει καθαρότητα καρδιᾶς, φθάνουμε στὸν φωτισμὸ καὶ τὴ Θέωση. Γιὰ αὐτὸ μόνο στὸν Χριστὸ ὑπάρχει σωτηρία. «Οὐκ ἐστὶν ἐν ἀλλω οὔδενι ἢ σωτηρία» (Πράξ. δ, 12). Δὲν ὑπάρχει κάποιος ἄλλος, ποῦ μπορεῖ νὰ μᾶς σώσει παρὰ μόνο ὃ Ἰησοῦς Χριστός. Ὃ Χριστὸς εἶναι ἢ ΜΟΝΗ δυνατότητα σωτηρίας, δηλαδὴ Θέωσις Γιὰ αὐτὸ ὃ Χριστιανισμὸς δὲν εἶναι μία ἁπλὴ θρησκεία (θρήσκευμα, καλύτερα). Χωρὶς Χριστὸ δὲν ὑπάρχει Χριστιανισμός, δὲν ὑπάρχει σωτηρία. Ἂν χάσουμε ἢ ἀπορρίψουμε τὸν Χριστὸ καὶ κρατήσουμε ἕναν ἀφηρημένο τρόπο θρησκείας, θρησκεύουμε μέν, ἀλλὰ δὲν εἴμαστε χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι. Ὀρθοδοξία σημαίνει δυνατότητα Θέωσις - σωτηρίας. Στὸ σημεῖο αὐτὸ βρίσκουμε τὸ κριτήριο ὅλων τῶν διαθρησκειακῶν διαλόγων τῆς ἐποχῆς μας.

Γιὰ νὰ μὴ θεωρητικολογῶ περισσότερο καὶ σᾶς κουράσω μὲ θεωρητικὲς διδασκαλίες, ὅταν θέλει κανεὶς νὰ ζήσει ἀπὸ κοντὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ἂς ἐπισκεφθεῖ στὰ Ἑπτάνησα τοὺς Ἁγίους μας Σπυρίδωνα, Θεοδώρα, Γεράσιμο καὶ Διονύσιο, ποῦ σώζονται τὰ ἀκέραια καὶ θαυματουργὰ λείψανά τους καὶ ἐκεῖ θὰ καταλάβει Τί εἶναι Ὀρθοδοξία. Ὃ Χριστὸς σαρκώθηκε, γιὰ νὰ μᾶς κάμει μὲ τὴ Χάρη τοῦ (αὐτὸ σημαίνει τὸ «κατὰ χάριν») Θεούς, ὅ,τι δηλαδὴ εἶναι Αὐτὸς ἀπὸ τὴ φύση Του. Καὶ αὐτὸ τὸ ἀποκτᾶ κανεὶς μέσα στὴν Ἐκκλησία, στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στὴν ἐν Χριστῷ κοινωνία. Ὅταν ζεῖ ὁλόκληρος μέσα στὴν Ἐκκλησία. Γὶ αὐτὸ ψάλλουμε: «Ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πάσαν τὴν ζωὴν ἠμῶν Χριστῷ τῷ Θεῶ παραθώμεθα». Ἂς δώσουμε ὅλη τὴν ζωή μας στὸν Χριστό, τὸν Θεό μας.

3) Καὶ στὴ συνέχεια αὐτὴ ἀναδύεται ἢ ἰδιαίτερη σχέση Ἑλληνισμοῦ καὶ Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ καὶ ἢ ὑπέρβαση τοῦ Ἑλληνισμοῦ μέσα στὴν Ὀρθοδοξία. Ὃ μεγαλύτερος θεσμὸς τῆς ἑλληνικότητας, καὶ στὴν Ἀθήνα καὶ στὴ Σπάρτη, ἦταν ἢ Ἐκκλησία, δηλαδὴ ἢ σύναξη τοῦ Δήμου, τοῦ Λαοῦ. Ἢ συνέλευση τοῦ Λαοῦ εἶχε τὴν ὑπέρτατη ἐξουσία. οὔτε οἱ ἄρχοντες, οὔτε τὰ ἀξιώματα. Οἱ ἄρχοντες - ἀξιωματοῦχοι ἤσαν καὶ εἶναι διάκονοι -ὑπηρέτες τοῦ σώματος ὅλου του λαοῦ. Γὶ αὐτὸ πολιτειακὰ μιλοῦμε γιὰ «ὑπουργούς», δηλαδὴ ὑπηρέτες, καὶ ἐκκλησιαστικὰ γιὰ διακόνους (πάλι ὑπηρέτες). Ἂν θέλετε νὰ ξέρετε, ἑλληνικῆς προέλευσης εἶναι καὶ ἢ ἑβραϊκὴ λέξη καχὰλ (Γιαχβέ), ποῦ σημαίνει σύναξη, συναγωγή. Ἐκκλησία εἶναι ἢ σύναξη, συνέλευση τοῦ σώματος, τοῦ Λαοῦ. Ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Δήμου περάσαμε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ὅρος ἔγινε ἀπόλυτα δεκτός, γιατί στὸ ἑλληνιστικὸ κλίμα γεννήθηκε καὶ ὀργανώθηκε ἢ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Στὸ ἴδιο πνεῦμα κινοῦνται κοινωνικὰ καὶ τὰ δύο μεγέθη. Ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Δήμου, ποῦ κυρίαρχο λόγο εἶχε ἢ νομικὴ ἀπαρτία στὴ λήψη ἀποφάσεων, περάσαμε φυσικὰ καὶ ἀβίαστα στὴν Ἐκκλησία (σύναξη) τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ποῦ ἔχει ἐγκυρότητα μόνο μὲ τὴν (πνευματικὴ) παρουσία τοῦ Χριστοῦ (πνευματικά, δηλαδή, καὶ ὄχι νομικά). Ὅπου εἶναι Ὅταν Χριστός, ἐκεῖ καὶ ἢ Ἐκκλησία (Μάτθ. ἰη', 20). Ἢ Θεία Εὐχαριστία εἶναι ἢ κορύφωση τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στὴν Ἐκκλησία Του, καὶ γι' αὐτὸ ἢ Θεία Λειτουργία εἶναι τὸ ἀπόλυτο κέντρο τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.

4) Ἢ συνάντηση Ἑλληνισμοῦ -Χριστιανισμοῦ ἀρχίζει στὴν Παλαιστίνη τὸν 1ο μ.Χ. αἰώνα. Ἢ Παλαιστίνη εἶχε πλήρως ἐξελληνισθεῖ καὶ κυρίως τὸ βόρειο τμῆμα της, ἢ «Γαλιλαῖο τῶν Ἐθνῶν», ἦταν καθαρὰ ἑλληνική, μὲ πολλὲς ἑλληνικὲς πόλεις. Τὸ 33 μ.Χ., μετὰ τὴν Πεντηκοστή, εἶναι αἰσθητὴ ἢ παρουσία τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Τὰ ὀνόματα τῶν «Ἑπτά», ποῦ μετὰ ὀνομάσθηκαν «διάκονοι» (Πράξ. κέφ. στ'), εἶναι ἑλληνικὰ (Στέφανος, Τιμῶν, Παρμενᾶς, Νικόλαος κ.λ.π), διότι ἄνηκαν στοὺς «ἑλληνιστὲς» Ἰουδαίους. Ὃ Ἀπόστολος Παῦλος ἦταν ὃ μεγαλύτερος ἑλληνιστὴς τοῦ 1ου αἰώνα. Ὃ Χριστός, ἄλλωστε, ὅπως καὶ οἱ μαθητές Του, μιλοῦσαν καὶ ἑλληνικά. Καὶ αὐτὸ φαίνεται στὸ 12ο κέφ. τοῦ Κατὰ Ἰωάννη Εὐαγγελίου, στὴ συνάντηση τοῦ Χριστοῦ μὲ τοὺς «Ἕλληνες», ποῦ θέλησαν νὰ Τὸν δοῦν. Τότε εἶπε ὃ Χριστὸς τὸ περίφημο ἐκεῖνο: «ἔληλυθεν ἢ ὥρα, ἴνα δοξασθῆ ὃ Υἱὸς τοῦ Ἄνθρωπου» (Ἴωαν. Ἰβ', 23). Δηλαδὴ ἦλθε ἢ στιγμὴ νὰ ἀποκαλυφθεῖ καὶ φανερωθεῖ ὃ Θεάνθρωπος (υἱὸς ἀνθρώπου, δηλαδὴ ἄνθρωπος, χαρακτηρίζεται ὃ Μεσσίας ἀπὸ τὸν προφήτη Δανιήλ). Διότι φανέρωση - ἀποκάλυψη τῆς Θεότητας τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἢ Ἀνάσταση (φυσικὸ γεγονὸς γιὰ τὸν Θεάνθρωπο), ἀλλὰ ὃ σταυρὸς - τὸ πάθος - ὃ θάνατος. Πῶς πεθαίνει Ὅταν Θεός; Πῶς νεκρώνεται ἢ αὐτοζωία καὶ πηγὴ τῆς ζωῆς; «Ἢ ζωὴ πῶς θνήσκει, πῶς καὶ τάφον οἰκεῖ;». Αὐτὰ τὰ «πῶς» περικλείουν τὸ Μυστήριο τοῦ Θεανθρώπου.

Οἱ «Ἑπτὰ» τῶν Πράξεων ἐνσαρκώνουν καὶ μίαν ἄλλη σύμπτωση Ἑλληνισμοῦ - Χριστιανισμοῦ. Τὴν ἔννοια τῆς διακονίας (γιὰ «λειτουργίες» στὸν δημόσιο βίο μιλοῦσαν καὶ οἱ ἀρχαῖοι Ἀθηναῖοι ὡς τὴν ὕψιστη μορφὴ ὑπουργίας καὶ διακονίας πρὸς τὸ κοινωνικὸ σύνολο). Στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα κάθε ἔργο ποὺ ἀναφέρεται στὸ σύνολο, τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, ὀνομάζεται διακονία. Πρῶτος διάκονος τῆς πίστεως μᾶς εἶναι ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ἀλλὰ καὶ στὴν πολιτικὴ -πολιτειακὴ ζωὴ μᾶς αὐτὸς ποῦ διακονεῖ τὸν λαὸ λέγεται ὑπουργὸς ( ὑπὸ-ἔργον), δηλαδὴ ὑπηρέτης τοῦ λαοῦ;. Δὲν ἔχουμε ἐμεῖς οἱ 'Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες ἄρχοντες καὶ φεουδάρχες, οὔτε στὴν πολιτική, οὔτε στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή μας, ἀλλὰ ὑπουργοὺς καὶ διακόνους, δηλαδὴ ὑπηρέτες τοῦ Λαοῦ. Ἔλεγα κάποτε σὲ ἕνα ὑπεροχικὸ πρόσωπο τοῦ κράτους μας, πού μου εἶχε κάνει τὴν τιμὴ νὰ μὲ καλέσει γιὰ μία συζήτηση: Τὴν Κυριακὴ λ.χ. πρὶν ἀπὸ τὴ Θεία Λειτουργία ὁ Πρόεδρος τοῦ Κράτους καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος νὰ εὐπρεπίσουν τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη καὶ νὰ τὴ σκουπίσουν, γιὰ νὰ λειτουργήσει ὃ Κλῆρος καὶ ὁ Λαός! Ὁ καθ' ὑπερβολὴ αὐτὸς λόγος δείχνει τὴν οὐσία τοῦ πράγματος. Γιὰ νὰ μιλήσω, ὅμως, μὲ τὴν γλώσσα τοῦ Μακρυγιάννη, ἐμεῖς ἐκλέγουμε διακόνους- ὑπηρέτες συχνά, γιὰ νὰ γίνουν ἄρχοντες καὶ τύραννοί μας. Εἶναι ὅμως χαρακτηριστικὸ ὅτι στὴν ἐγκατάσταση τῶν τοπικῶν ἀρχῶν (δημάρχων, κοινοταρχῶν) ἡ εὐχὴ τοῦ Ἁγιασμοῦ λέγει γι' αὐτούς: «διακονησάτωσαν καὶ οὐ διακονηθήτωσαν»... Νὰ διακονοῦν ἐκλέχθηκαν καὶ ὄχι νὰ διακονοῦνται. Αὐτὴ εἶναι ἡ Ἑλληνορθοδοξία. Τὰ ἄλλα ποὺ ζοῦμε, εἶναι παπικὰ καὶ φράγκικα...

Κυριολεκτικά, ὅμως, ἐπικρατεῖ τὸ ἑλληνικὸ στοιχεῖο στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μετὰ τὸ 70 μ.Χ., μετὰ τὴν καταστροφὴ τῶν Ἱεροσολύμων ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Τίτο τῆς Ρώμης καὶ τὴν ἐξάπλωση τοῦ πληθυσμοῦ τῶν Ἱεροσολύμων. Ὁ Ἑλληνισμὸς κατισχύει ἀστασίαστα μὲ τὴ γλώσσα, τὴν παιδεία, τὸν ζῆλο του. Ἀναγνωρίζεται ὡς ἡ ἱστορικὴ σάρκα, ἡ ἀνθρώπινη φύση τῆς Θεανθρώπινης Ἕνωσης τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ θεῖο στοιχεῖο εἶναι ὁ Χριστός, ἡ ἔνσαρκη καὶ προσωπικὴ Ὀρθοδοξία. Τὸ ἀνθρώπινο στοιχεῖο εἶναι ἡ ἑλληνικότητα, ἀπελευθερωμένη ἀπὸ τὰ ταπεινὰ καὶ καιρικὰ στοιχεῖα της. Ὅλα τὰ διαχρονικὰ στοιχεῖα τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὅπως εἴδαμε ἤδη, ἐνσωματώνονται στὴν Ἐκκλησία μέσω τῶν Ἅγιων Πατέρων της. Ὁ Ἑλληνισμὸς ὁδηγήθηκε στὸν «καινὸν ἄνθρωπον» καὶ τὴν «καινὴν κτίσιν», τὴν ἐν Χριστῷ κοινωνία. Καμία ἀτομοκρατία, καμία ὀλιγαρχία, καμία ἀπολυταρχία ὁποιουδήποτε τύπου δὲν μπορεῖ νὰ ὀνομασθεῖ ποτὲ ἑλληνορθόδοξη. Ἀπὸ τὴ δημοκρατία τῶν Ἑλλήνων ὁδηγηθήκαμε στὴν ἰσοτιμία καὶ ὁμοτιμία ὅλων στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Οἱ λαοσυνάξεις τῆς Ἐκκλησίας (ἑορτές, πανηγύρεις) μαρτυροῦν αὐτὴν τὴν ἀλήθεια, καὶ κυρίως ἡ γνήσια ὀρθοδοξία τοῦ κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ μας, ποὺ σώζει τὸ γνήσιο μοντέλο τῆς «ἐν Χριστῷ δημοκρατίας», ποὺ γίνεται στὴν πράξη Χριστοκρατία. Διότι ὅπου Βασιλεύει ὃ Χριστός, ἐκεῖ συμβασιλεύουν καὶ οἱ ἐν Χριστῷ ἀναγεννημένοι ἄνθρωποι, καθιστάμενοι, καὶ μέσα στὸν κόσμο αὐτό, πολίτες τῆς οὐράνιας βασιλείας Του.

5) Ἢ ἑνότητα τῶν πιστῶν στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἔχει μία παραδοξότητα. Εἶναι ὑπερφυλετικὴ καὶ ὑπερεθνική, χωρὶς ὅμως νὰ καταστρέφει ἡ ἀναιρεῖ τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν πατρίδα. Οἱ Δυνάμεις τοῦ κόσμου αὐτοῦ μας ὁδηγοῦν συνεχῶς ἀπὸ τὸν ἐθνικισμὸ στὴν ἀνεθνικότητα ἢ τὸ ἀντίστροφο. Ἡ σύζευξη ἐθνικότητας καὶ ὑπερεθνικότητας εἶναι τὸ μυστήριο τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὅταν λειτουργοῦμε γύρω ἀπὸ τὴν ἁγία Τράπεζα Ὀρθόδοξοι διαφόρων ἐθνικοτήτων, ζοῦμε τὴν ἐν Χριστῷ ὑπερφυλετικὴ ἑνότητά μας. Κάθε ἕνας ἀπὸ μᾶς σώζει τὴ φιλοπατρία του, ἄλλα ὅλοι ζοῦμε ἐν Χριστῷ στὴν οὐράνια πατρίδα.

Ὁ Ὀρθόδοξος ἱεραρχεῖ τὴν ἐθνικότητα στὴν ὑπερεθνικότητας καὶ τὴ γήινη πατρίδα στὴν οὐράνια, τὴν αἰώνια πατρίδα.

Ὁ μεγάλος Σωκράτης λέγει στὸν διάλογο Κρίτων: «Μητρὸς καὶ πατρὸς καὶ τῶν ἄλλων προγόνων ἁπάντων τμιωτερον ἐστὶν ἡ πατρίς, καὶ σεμνότερον καὶ ἁγιότερων παρὰ θεοῖς καὶ ἀνθρώποις, τοῖς νοῦν ἔχουσιν». Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ἑλληνικότερος τῶν Πατέρων μας καὶ νέος Σωκράτης στὴ σοφία, θὰ πεῖ τὸν 4ο μ.Χ. αἰώνα (37η ἐπιστολή): «Μητέρα τιμᾶν τῶν ὁσίων. Μήτηρ δὲ ἄλλη μὲν ἄλλου. Κοινὴ δὲ πάντων μήτηρ πατρίς». (Ἱερὸ πράγμα νὰ τιμᾶ κανεὶς τὴ μητέρα του. Ὃ καθένας ἔχει τὴ δική του μητέρα. Κοινὴ ὅμως μητέρα ὅλων ἢ πατρίδα). Ἡ φιλοπατρία, συνεπῶς, εἶναι ἑλληνικὰ καὶ χριστιανικὰ καταξιωμένη. Ἡ πατρίδα, ἄλλωστε, γιὰ μᾶς τοὺς Ἑλληνορθόδοξους εἶναι ἔννοια θρησκευτικὴ - θεολογική. Διότι ὁ Θεὸς ἔθεσε τὰ ὅρια τῶν ἐθνῶν, μέσα στὰ ὅποια μποροῦμε νὰ πραγματωθοῦμε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὃ καθένας στὸ ἔθνος καὶ τὴν πατρίδα τοῦ (Πράξ. Ἰζ', 26).

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ νέος Παῦλος τοῦ Ἑλληνισμοῦ, κωδικοποιεῖ ὅλη τὴ σχετικὴ διδασκαλία καὶ καταλήγει: «Ἡ πατρίδα μου ἡ γήινη, ἡ ψεύτικη καὶ ματαῖα (ὡς πρόσκαιρη, δηλαδὴ) εἶναι ἀπὸ τὰ μέρη τοῦ Ἁγίου Ἄρτης, ἀπὸ τὸ Ἀποκοῦρον τῆς Εὐρυτανίας... Ἡ αἰωνία πατρίδα μου ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει». Αὐτὸ δὲν εἶναι λόγος ἀντεθνικὸς καὶ ἄπατρις, ἀλλὰ ἱεραρχεῖται ἡ γήινη πατρίδα καὶ πρόσκαιρη, ἀφοῦ «προσδοκῶμεν ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος» στὴν οὐράνια καὶ αἰώνια πατρίδα. Ἔτσι στὴν ἐπίγεια πατρίδα μαθαίνουμε νὰ ζοῦμε σὲ μία συνεχῆ ἀνάταση καὶ κίνηση πρὸς τὰ ἄνω. «Ἄνω σχωμεν τὰς καρδιᾶς» Πρὸς τὴν αἰώνια πατρίδα!

6) Ὅλα αὐτὰ τὰ ζοῦμε μὲ τὴ συνέχεια τῆς παιδείας τῆς ἑλληνικῆς μέσα στὴν Ἐκκλησία μας. Παιδεία γιὰ τὸν Ἑλληνισμό, ἀρχαῖο καὶ χριστιανικό, εἶναι ἡ ἀγωγὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἡ διάπλαση καὶ διαμόρφωση τοῦ ὅλου ἄνθρωπου σὲ ἀληθινὸ ἄνθρωπο, δηλαδὴ ἔνθεο ἄνθρωπο, τὸν Ἅγιο. Δὲν εἶναι ἁπλὴ ἐκπαίδευση καὶ ἀναπαραγωγὴ γνώσεων, ἀλλὰ ἡ ἐσωτερικὴ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἐνταχθεῖ στὴν ἐν Χριστῷ κοινωνία, ζώντας ἀδελφικὰ μὲ ὅλους τους ἄλλους συνανθρώπους του. Καὶ αὐτὸ γίνεται μὲ τὴ νίκη τῆς κοινωνικότητας πάνω στὴν ἀτομοκρατία. «Δὲν ζοῦμε τώρα στὸ ΕΓΩ, ἀλλὰ στὸ ΕΜΕΙΣ», συνήθιζε νὰ λέγει ὃ Μακρυγιάννης. «Ηis problem», μαθαίνει νὰ λέγει ὁ Ἀμερικανός. Ὁ Ὀρθόδοξος Ἕλληνας, ὅμως, μαθαίνει νὰ λέγει: «Τὸ πρόβλημα Τοῦ εἶναι καὶ δικό μου πρόβλημα». Αὐτὴ εἶναι κατάληξη τῆς ἀληθινῆς ἑλληνορθόδοξης παιδείας, ποῦ δὲν εἶναι ὑπόθεση μόνο τοῦ σχολείου, ἀλλὰ καὶ τῆς οἰκογενείας καὶ τῆς κοινωνίας. Ἑλληνορθόδοξος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ φάει, ὅταν πεινάει ὁ διπλανός. Αὐτὸς εἶναι ὁ ὀρθόδοξος Ἕλληνας, ὁ Ρωμιός. Τὸ Ρωμιὸς (Ρωμαῖος) δὲν εἶναι τὸ ἐθνικό μας ὄνομα, ἀλλὰ τὸ Ἕλλην. Ρωμιὸς σημαίνει ὀρθόδοξος πολίτης τῆς Νέας Ρώμης, τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἐγὼ ὑπογράφομαι συνήθως Ρωμιὸς - Ἕλλην, δηλαδὴ ὀρθόδοξος Ἕλληνας. Κανένας δυτικὸς χριστιανὸς δὲν μπορεῖ νὰ ὀνομασθεῖ Ρωμιός. Καὶ γι' αὐτὸ πολεμεῖται αὐτὸ τὸ ὄνομα.

Ἡ παιδεία τοῦ Ἑλληνορθόδοξου, ὅπως λέγει ὃ Μ. Βασίλειος στὸ κλασικὸ ἔργο του «Πρὸς τοὺς νέους», ὁδηγεῖ στὴν «παρασκευὴν» ἑνὸς «ἕτερου (ἄλλου) βίου», ποὺ εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ζωή. Ὅλες οἱ ἄλλες ὄψεις τῆς ζωῆς μᾶς (γάμος, καριέρα) ὑποτάσσονται καὶ συνεργοῦν σ' αὐτὸν τὸν στόχο. Ἡ αἰωνιότητα ἀρχίζει ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτὸ καὶ σ' αὐτὴν ὁδηγεῖ ἢ ἀγωγὴ τῶν νέων μας, ὅταν εἶναι σύμφωνη μὲ τὴν ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας. Οἱ ἅγιοί μας εἶναι ὑπερήφανοι γιὰ τὴν ἑλληνικὴ καταγωγή τους καὶ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία τους. Ὃ Μέγας Βασίλειος καυχιόταν ἀπέναντι στοὺς «ἀρχαιολάτρες» ὅτι ἢ μητέρα του, ἢ ἁγία Ἐμμέλεια, καταγόταν ἀπὸ τοὺς Ἡρακλεῖδες, τοὺς Δωριεῖς. Ποιὸς ἀπὸ μᾶς μπορεῖ νὰ καυχηθεῖ κάτι τέτοιο; Οἱ μεγάλοι Πατέρες μᾶς εἶναι συνεχιστὲς τῶν ἀρχαίων μεγάλων Ἑλλήνων. Ὃ ἅγιος Γρηγόριος ὃ Θεολόγος, ὃ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, οἱ ἑλληνικότεροι —καὶ στὴν παιδεία—των Πατέρων μας. Ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ μεγάλος Ἕλλην Πατριάρχης. Ὁ ἅγιος Εὐστάθιος Θεσσαλονίκης, ὁ μεγάλος ὁμηριστής. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὃ Παλαμᾶς καὶ τόσοι ἄλλοι. Μπορεῖ κάποιοι γιὰ λόγους ὑπερασκητικοὺς νὰ ὑποτιμοῦν τὴν ἑλληνικὴ παιδεία, ἀλλὰ ἐλέγχονται ἀπὸ τοὺς ἄλλους Πατέρες. Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος (4ος αἰώνας) ἐλέγχοντας τέτοιες τάσεις, παρατηρεῖ: «Οὐκοῦν ἀτιμαστέον τὴν παίδευσιν, ἐπειδὴ οὕτω δοκεῖ τισι». (Δὲν θὰ περιφρονήσουμε τὴν παιδεία, ἐπειδὴ ἔτσι πιστεύουν κάποιοι). Καὶ ποιοὶ εἶναι αὐτοί; Οἱ ὑπεράγαν Ὀρθόδοξοι! Οἱ φανατικοὶ Ὀρθόδοξοι, ποὺ παύουν νὰ εἶναι Ὀρθόδοξοι, ὅταν εἶναι φανατικοί.

Ἔτσι καταξιώθηκε ἡ ἑλληνικὴ παιδεία —τὰ ἑλληνικὰ γράμματα— στὴν ἁγιοπατερικὴ μᾶς παράδοση. Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Ἰουλιανὸς (361-363) ἀπαγόρευσε στοὺς χριστιανοὺς νὰ φοιτοῦν σὲ ἑλληνικὰ σχολεῖα, ἱεράρχες, ὅπως ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ Νόννος Πανοπόλεως κ.α, ἄρχισαν νὰ γράφουν σὲ ἀρχαία μέτρα ποιήματα, γιὰ νὰ μελετοῦν τὰ παιδιὰ τῶν χριστιανῶν Ἑλλήνων. Ἔδιναν, ἔτσι, τὴ δυνατότητα στὰ παιδιὰ τῶν χριστιανῶν νὰ μαθαίνουν τὴ γλώσσα τῶν προγόνων τους. Ὁ ἴδιος ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅταν προκλήθηκε ἀπὸ κάποιον ἀρχαιολάτρη Σταγείριο, ποῦ ὑπερηφανευόταν γιὰ τὴν κλασικὴ παιδεία του, τοῦ ἀπάντησε: «Ἀττικὸς εἰ σὺ τὴν παίδευσιν; Ἀττικοὶ καὶ ἠμεῖς». Καὶ ἐμεῖς ἔχουμε ἑλληνικὴ παιδεία, τοῦ εἶπε.

Ἡ ἑλληνορθόδοξη παιδεία γίνεται, ἐλεύθερα, κήρυγμα στοὺς ναούς μας. Ἡ λατρεία μᾶς εἶναι ὁλόκληρη σ' αὐτὴ τὴ γλώσσα. Καὶ γι' αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ ἀλλάξει ἢ γλώσσα τῆς λατρείας μᾶς (μεταφράσεις νὰ γίνονται, ἀλλὰ γιὰ τὴν ὑποβοήθησή μας). Ὅσοι ἐπιμένουν στὴν ἀλλαγὴ τῆς γλώσσας τῆς λατρείας μᾶς ἐνεργοῦν ἀντεθνικά. Διότι ὁδηγοῦν στὸ νὰ χαθεῖ Ἡ μόνιμη δυνατότητα νὰ σωθοῦν τὰ ἑλληνικά μας, ἡ διαχρονικὴ γλώσσα τοῦ Γένους μας. Ἡ λατρεία μᾶς εἶναι ἡ μόνιμη κιβωτὸς τῆς γλώσσας μας. Αὐτὸ γίνεται αἰσθητὸ ἰδιαίτερα σήμερα. Καὶ αὐτὸ πραγματοποιήθηκε μὲ μίαν ἱστορικὴ ἀπόφαση τῆς Ἐθναρχίας μας, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τὸν 16ο αἰώνα. Τότε ποῦ οἱ δυτικὲς θρησκευτικὲς προπαγάνδες χρησιμοποιοῦσαν τὴ «δημοτικὴ» γιὰ τὴν ἄσκηση τῆς προπαγάνδας τους, ἡ Ἐθναρχία ἀπεφάσισε: Ἡ γλώσσα τῆς λατρείας νὰ μείνει ἀπείραχτη, ἀλλὰ τὸ κήρυγμα νὰ γίνεται στὴ γλώσσα τοῦ λαοῦ. Ἔτσι σώθηκε ἡ ἑλληνικὴ γλώσσα σὲ ὅλες τὶς διαχρονικὲς μορφές της.

Ἡ Ἑλληνικότητα συμπορεύεται μὲ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ σώζεται μέσα στὴν Ὀρθοδοξία. Αὐτὸ ὁμολογεῖται ἀπὸ τοὺς μεγάλους του Γένους μας. «Ὅταν πήραμε τὰ ὄπλα, —ἔλεγε ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης—, εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ πίστεως καὶ μετὰ ὑπὲρ πατρίδος». «Πατρίδα καὶ Θρησκεία» ἤθελε νὰ σώσει καὶ ὃ Μακρυγιάννης. Καὶ ὃ Γάλλος λόγιος Λακαριὲρ σὲ μία συνέντευξη τοῦ τὸ 1998 ἔλεγε: «Ὃ Ἕλληνας στὴν Ὀρθοδοξία νιώθει στὸ σπίτι του». Αὐτό, ποῦ γιὰ ἄλλους εἶναι αὐτονόητο, δὲν εἶναι γιὰ κάποιους δικούς μας...

7) Ὁ σημερινὸς κόσμος μας, ὅμως, δημιουργεῖ δύο μεγάλους κινδύνους, ἀπειλές, γιὰ τὴ συνέχιση τῆς ἑνότητας Ἑλληνισμοῦ καὶ Ὀρθοδοξίας. Ἡ πρώτη ἀπειλὴ προέρχεται ἀπὸ τὸ παρελθόν. Εἶναι ὁ νεοπαγανισμὸς ἢ νεοειδωλολατρία. Ὅπως διαπιστώνουμε —καὶ τὸ λέγω ὡς εἰδικὸς ἐρευνητής— οἱ περισσότερες ἀπὸ τὶς κινήσεις -ὁμάδες αὐτὲς κινοῦνται ἀπὸ κέντρα, ποὺ βρίσκονται ἐκτὸς Ἑλλάδος. Οἱ νεοπαγανιστικὲς ὁμάδες, ποὺ καταβάλλουν κάθε προσπάθεια, γιὰ νὰ ἐπαναφέρουν ὡς ἐπίσημη θρησκεία τῆς χώρας μας τὸ Δωδεκάθεο, διαποτισμένο, ὅμως, ἀπὸ τὸν δυτικὸ ἀποκρυφισμό, δὲν προέρχονται ἀπὸ μία νοσταλγικὴ κίνηση τῶν Νεοελλήνων στὴν ἀρχαία θρησκεία τῶν προγόνων μας, ἀλλὰ ἀπὸ ὀργανωμένες προσπάθειες στὴ Σουηδία, τὴ Γαλλία, τὴν Ἰταλία κ.ἃ . γιὰ τὴν ἀποσύνθεσή μας καὶ τὴ διάλυση τῆς συνοχῆς τοῦ Ἔθνους μας.

Παράλληλα κινοῦνται στὸν τόπο μᾶς 450 περίπου παραθρησκευτικὲς ὀργανώσεις ἤ, ὀρθότερα, καταστροφικὲς λατρεῖες, ὅπως ὀνομάζονται στὴν Εὐρώπη. Εἶναι σέκτες ἰνδουιστικὲς καὶ βουδιστικές, ἀλλὰ στὴν οὐσία ἀποκρυφιστικὲς ὁμάδες, ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὶς Η.Π.Α. καὶ ἁλωνίζουν τὴν Εὐρώπη καὶ τὴν Ἑλλάδα. Ἔτσι ἡ χώρα μᾶς κατήντησε ξέφραγο ἀμπέλι, δυστυχῶς. Κινοῦνται τελείως ἀνεξέλεγκτα, ἀφοῦ ἡ σχετικὴ ὑπηρεσία τῆς Ε.Υ.Π. ἔχει διαλυθεῖ πρὶν μερικὰ χρόνια καὶ κανεὶς δὲν τὶς παρακολουθεῖ, γιὰ νὰ γίνει ἀντιληπτὴ ἡ ἀνθελληνικὴ δραστηριότητά τους.

Οἱ νεοπαγανιστικὲς κινήσεις θέλουν νὰ μᾶς ἐπαναφέρουν πρὸ τοῦ 146 π.Χ. σὰν νὰ μὴ συνεχίσαμε τὴν Ἱστορική μας παρουσία. Καὶ ὅμως τὸ 1821 ἀποδείξαμε ὅτι ζήσαμε ὅλους αὐτοὺς τοὺς αἰῶνες καὶ μεγαλουργήσαμε στὸ Ἑλληνικὸ Βυζάντιο (Ρωμανία) καὶ τὸ Μεταβυζάντιο, στὴν ἀγκαλιὰ - τῆς ἐθναρχούσας Ἐκκλησίας. Ὅ,τι ἐκλεκτὸ διέθετε ὃ Ἑλληνισμὸς σώθηκε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ὁ ζωντανότερος ἑλληνικὸς λόγος, καὶ σήμερα, Βρίσκεται στὴ γλώσσα τῆς λατρείας μας, στοὺς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου σώζεται ἀτόφιος ὃ διαχρονικὸς ἑλληνικὸς λόγος, ἀπὸ τὸν Ὅμηρο μέχρι σήμερα. Ὅσο ὑπάρχει Ὀρθοδοξία, θὰ σώζεται ὃ γλωσσικὸς θησαυρός μας καὶ ὃ πολιτισμός μας. Ἔξω ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία τὰ μεγέθη αὐτὰ χάνονται.

Ὁ δεύτερος κίνδυνος συνδέεται μὲ τὸ μέλλον. Εἶναι Ἡ Νέα Ἐποχὴ (New Age), ποὺ ἐμφανίστηκε στρατιωτικοπολιτικὰ ὡς Νέα Τάξη μὲ τὴν πτώση τοῦ λεγομένου Ὑπαρκτοῦ Σοσιαλισμοῦ καὶ τὸν Πόλεμο τοῦ Κόλπου ἢ «κόλπον τοῦ Κόλπου», ὅπως τὸν χαρακτηρίζω. Ἡ Νέα Ἐποχὴ ἐπιβάλλει τὴν παγκοσμιοποίηση. Δὲν πρόκειται γιὰ παγκοσμιότητα, ἄλλο: γιὰ παγκοσμιοποίηση, ἐπιβολὴ δηλαδὴ ἑνὸς παγκόσμιου σχήματος (τῆς πλανητικῆς κοινωνίας καὶ τοῦ πλανητικοῦ ἀνθρώπου), ποῦ δὲν κινεῖται μόνο στὸν χῶρο τῆς οἰκονομίας, ἀλλὰ καὶ τοῦ πολιτισμοῦ, διότι αὐτὰ πηγαίνουν μαζί. Ὡς Ρωμιοὶ - Ἕλληνες (ὀρθόδοξοι, δηλαδή, Ἕλληνες) συνηθίσαμε νὰ ζοῦμε σὲ πολυπολιτισμικὲς κοινωνικὲς συνθέσεις (διάφορες θρησκεῖες, διάφορες γλῶσσες, διάφοροι πολιτισμοί). Ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ ἤσαν μία φυσικὴ καὶ ἀβίαστη ροὴ τῆς Ἱστορίας καὶ πορείας τῆς κοινωνίας, ἐνῶ τώρα ἐντασσόμεθα σὲ πλαίσια, ποῦ κατασκευάζονται καὶ ἐπιβάλλονται ἀπὸ ἕνα παγκόσμιο κέντρο, τὴν «καθολική μας μητρόπολη», ποῦ θὰ ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος ἱστορικὸς Κωστὴς Μοσκώφ. Δὲν πρόκειται γιὰ τὴν οἰκουμενικότητα καὶ παγκοσμιότητα τοῦ Ἀλέξανδρου καὶ τοῦ Παύλου, ἀλλὰ γιὰ κατασκευάσματα τῶν Ἱστορικῶν ἀρχιτεκτόνων τῆς Νέας Ἐποχῆς. Καὶ ὃ Χριστὸς διακήρυξε «γενισεται μία ποίμνη, εἰς ποιμὴν» (Ἴωαν. ι', 16), ἐννοώντας τὴν Ἐκκλησία ὡς τὸ Σῶμα του. Τὸ ἐρώτημα, ὅμως, σήμερα εἶναι: «Μία ποίμνη, ναί, ἀλλὰ ὑπὸ ποῖον Ποιμένα»;

Ἡ πολιτισμικὴ παγκοσμιοποίηση καὶ πολυπολιτισμικὴ κοινωνία εἶναι στὴν οὐσία πολτοποίηση τῶν ἐθνῶν καὶ τῶν πολιτισμῶν, γιὰ τὴ διάλυση ὅλων μας στὴν παμφάγο χοάνη τῆς Παγκόσμιας Ὑπερδύναμης, ποὺ ὅλοι γνωρίζουμε ἀπὸ ποιοὺς κατευθύνεται. Αὐτὸ γίνεται μὲ τὴν ὀλιστικότητα τῆς Νέας Ἐποχῆς. Ὁλισμὸς καὶ ὀλιστικότητα σημαίνουν: κατάργηση κάθε ἰδιαιτερότητας (ἐθνικῆς, θρησκευτικῆς κ.λπ.) καὶ ἰσοπέδωση τῶν πάντων, γιὰ τὴν ἀναγωγὴ ὅλων σὲ κάποιες ἀρχές, καθαρὰ νεοεποχικές, ποῦ θὰ δημιουργοῦν τὴν πλανητικὴ συνείδηση καὶ ἀνθρώπους, ποὺ αὐτοπροαίρετα θὰ ὑποδουλώνονται στὴν ἐξευτελιστικὴ κυριαρχία τοῦ Μεγάλου Ἀδελφοῦ. Ἡ ἐξάπλωση τῶν τηλεοπτικῶν προγραμμάτων Big Brother καὶ ΒAR σὲ πολλὲς χῶρες αὐτὸν τὸν στόχο ἐξυπηρετεῖ. Ὅπως ἀθώα δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ καὶ ἡ κίνηση γιὰ τὴν νομικὴ ἐπιβολὴ τῆς Ἀγγλικῆς ὡς ἐπίσημης ἐθνικῆς μας γλώσσας. Γιὰ νὰ μείνει μόνη στὸ τέλος, μὲ τὴ συγκατάθεσή μας. Ἄλλο τὸ νὰ γνωρίζει κανεὶς καλὰ πολλὲς γλῶσσες —καὶ ἀγγλικὰ— καὶ ἄλλο τὸ νὰ ὑποτιμᾶ καὶ ὑποβιβάζει κανεὶς μία γλώσσα, ποῦ εἶναι ἢ ρίζα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ καὶ τὸ θεμέλιό του παγκόσμιου πολιτισμοῦ. Αὐτὸ ἔλεγα στὴν Ἀμερική, σὲ Ἕλληνες ἐπιστήμονες, ἀλλὰ καὶ στὸν λαό. Γιατί νὰ περιφρονήσουμε καὶ νὰ θυσιάσουμε τὸν πολιτισμό μας, ποὺ χιλιάδες χρόνια φωτίζει τὸν κόσμο καὶ γίνεται δεκτὸς ἀπὸ τοὺς μὴ Ἕλληνες ὡς σωτηρία; Μὲ τὸν πολιτισμὸ μᾶς —ἀρχαῖο καὶ ἑλληνορθόδοξο— ἀναδεικνυόμεθα σὲ εὐεργέτες τῆς ἀνθρωπότητας. Καὶ αὐτὸ εἶναι ὁ ἱστορικός μας ρόλος. Διότι εἶναι ὁ πολιτισμός, ποῦ σώζει τὶς ἀξίες τοῦ προσώπου καὶ τῆς κοινωνίας μὲ τὴν ἁρμονικὴ ἔνταξη τοῦ ἀνθρώπου στὴν κοινωνία. Εἶναι τὸ πρόβλημα τοῦ «Παρμενίδου» τοῦ Πλάτωνος: ἢ σχέση τοῦ ἑνὸς μὲ τὰ πολλά, ποῦ βρῆκε τὴν ἱστορική του λύση στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία.

Ὁ καθηγητὴς τοῦ Χάρβαρντ καὶ σύμβουλος τῶν Προέδρων τῶν Η.Π.Α. Α. Εzioni ἔγραψε πρὶν ἀπὸ χρόνια ὅτι, γιὰ νὰ ὑπερβοῦμε τὰ διάφορα χρεοκοπημένα πολιτικοκοινωνικὰ σχήματα, χρειαζόμεθα τὸν κοινοτικὸ τρόπο ὑπάρξεως, τὴν κοινότητα. Καὶ ἀναρωτιέμαι: Ὅταν Πρόεδροι καὶ Πρωθυπουργοὶ μᾶς ἐπισκέπτονται τὸν ἀμερικανὸ Πρόεδρο, σκέφθηκαν ποτὲ νὰ τοῦ ποῦν ὅτι αὐτὸ ποῦ ζητοῦν οἱ σύμβουλοι τοῦ εἶναι ἡ ἑλληνικὴ ἐμπειρία χιλιάδων ἐτῶν; Ἡ δὲν ἀσχολοῦνται μὲ τέτοια πράγματα, ἀλλὰ αἰσθάνονται ὡς πτωχοὶ συγγενεῖς μπροστὰ στὸν ἑκάστοτε Πλανητάρχη; Τὰ «κοινὰ» τῶν Ἑλλήνων, ἔλεγε ὃ Μ. Βασίλειος, ὁ ὀργανωτὴς τοῦ μοναστικοῦ κοινοβίου, συνεχίζονται στὴν Ὀρθοδοξία. Οἱ κοινότητές μας, ποῦ στηρίζονται στὸν ὀρθόδοξο μοναχισμὸ (πρβλ. τὰ «Ἀσκητικά» του Μ. Βασιλείου), εἶναι τὸ αἰώνιο ἑλληνορθόδοξο κοινωνικὸ μοντέλο, στὸ ὁποῖο στηρίχθηκε ἢ Αὐτοκρατορία μας καὶ ὀφείλουμε τὴν ἱστορικὴ συνέχειά μας. Ἀπολογητὴς τῶν κοινοτήτων ὑπῆρξε ὃ μεγάλος Ἕλληνας, ἔστω καὶ ὄχι ἀκραιφνὴς ὀρθόδοξος, ὃ Ἴων Δραγούμης.

Ἡ Νέα Ἐποχὴ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τοὺς «πνευματικοὺς ὁραματιστές» της ὡς ἐποχὴ τοῦ Ὑδροχόου. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὃ Ὑδροχόος (ὁ Διάβολος) ἐξοβελίζει τὸν Ἰχθὺν (τὸν Χριστό). Βλέπουμε, συνεπῶς, πόσο βαθιὰ καὶ μακριὰ πηγαίνει τὸ πράγμα. Ἡ χριστιανικὴ ἐποχὴ πρέπει νὰ παραδώσει τὰ ὄπλα στὸν Ὑδροχόο, τὸν Ἀντίχριστο, ποῦ διεκδικεῖ τὴν ἡγεσία ὅλου του κόσμου.

8) Θὰ μὲ ρωτήσετε: Ποιὰ εἶναι ἡ ἄμυνά μας, ποιὰ εἶναι ἡ θωράκισή μας; Θὰ ἀπαντήσω, ὄχι ὡς κληρικός, ἀλλὰ ὡς ἱστορικὸς ἐρευνητὴς ἐπὶ σαράντα χρόνια. Ἡ μόνιμη κιβωτὸς τοῦ πολιτισμοῦ μας καὶ ὅλων τῶν συστατικῶν του εἶναι τὸ ἐκκλησιαστικό μας σῶμα. Τὸ διαπιστώνουμε στὸν χῶρο τοῦ οἰκουμενικοῦ Ἑλληνισμοῦ (Η.Π.Α., Αὐστραλία κ.λπ.), ὅπου οἱ ρυθμοὶ τῆς ἀλλοτρίωσης εἶναι ταχύτεροι. Ὁ Ἑλληνισμὸς σώζεται ἐκεῖ κυριολεκτικὰ μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἐκεῖ σώζεται ἡ γλώσσα καὶ ἐθνική μας συνείδηση. Γι' αὐτὸ πολεμεῖται ἡ Ἐκκλησία. Ἐδῶ ριζώνει καὶ τὸ πρόβλημά της μὴ ἀναγραφῆς τοῦ ὀρθοδόξου θρησκεύματός μας. Γιὰ νὰ ἀποσυνδεθεῖ τελείως ὃ Ἑλληνισμὸς ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία σὲ ὅλες τὶς δομὲς τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος καὶ γιὰ αὐτὸ θὰ ἀντιστεκόμαστε μέχρι θανάτου. Τὸ «Κρυφὸ Σχολειὸ» ἦταν ἡ ἀνεπίσημη φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας νὰ διδάσκει τὴ γλώσσα καὶ τὴν ἱστορία μας στὰ σκλαβόπουλα. Καὶ ἔτσι σωθήκαμε μὲ ὅλη τὴν ἱστορική μας ὕπαρξη. Αὐτὸ δὲν μποροῦσε ἢ δὲν ἤθελε νὰ καταλάβει ὃ σοφὸς κατὰ τὰ ἄλλα, μακαρίτης καθηγητὴς Ἄλκης Ἀγγέλου καὶ τὸν ἀντέκρουσε ἐθνικότατα καὶ ἐπιστημονικότατα ὁ καθηγητὴς κ. Φάνης Κακριδής. Ἂν στὴν πολυώνυμη δουλεία μας δὲν εἴχαμε τὴν κιβωτὸ τῆς Ἐκκλησίας, θὰ καταντούσαμε ὅλοι «χανουμάκια» τῶν Τούρκων ἢ τῶν Φράγκων. Ἡ Ἐκκλησία ἔσωσε τὸν τρόπο ὑπάρξεώς μας, τὸν πολιτισμὸ καὶ τὸ φρόνημά μας. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ πηγὴ τοῦ πολιτισμοῦ μας. «Ἄνω σχωμεν τὰς καρδίας» καὶ «ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους». Αὐτὸς ὁ «σταυρὸς» εἶναι ὃ πολιτισμός μας. Χωρὶς «καθαρὴ καρδιὰ» δὲν μποροῦμε νὰ πλησιάσουμε τὸν Θεό. Αὐτὰ ζοῦμε στὴν Λειτουργία μας, αὐτὸ τὸ ἦθος παράγει ἡ ζωή μας στὴν Ἐκκλησία. Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν κιβωτό, λοιπόν, θὰ σώσουμε τὴν ταυτότητά μας. Γιὰ αὐτὸ τὸ θέμα τῶν ταυτοτήτων δὲν εἶναι ὅτι κάποιο στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητας διαγράφεται (μετὰ ἀπὸ λίγο θὰ διαγραφόταν καὶ ἡ ἐθνικότητά μας), ἀλλὰ τὸ ΓΙΑΤΙ διαγράφεται καὶ αὐτὸ τὸ ξέρουμε τώρα.

Ἐφημερίδα Ὀρθόδοξος Τύπος (Ὑπὸ τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Ὁμότιμου Καθηγητοῦ Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν)
πηγή: http://immyt.net/pigizois/antiairetika/orthodoxia_elinismos.htm
ἀπό:Ι.Μ.Παντοκράτορος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.