2 Ιαν 2010

Μοναστῆρι Μπάνισκα, σύμβολο τῶν σέρβο-ἑλληνικῶν σχέσεων

Αλλοτινή καὶ μελλοντικὴ μορφὴ τῆς μονῆς
Ἱερὰ αὐτοκρατορικὴ λαύρα Μονὴ Μπάνισκα
Τὴν Ἱερὰ Μονὴ Μπάνισκα ἀφοσιωμένη στὸν Ἅγιο Ἀρχιδιάκονο Στέφανο ἀνήγειρε τὸ 1316 ὁ ἅγιος Σέρβος βασιλιὰς Στέφανος Οὖρος Β΄ Μιλουτίν.

Ἐπειδὴ κτήτορας τοῦ μοναστηρίου ἦταν ὁ ἅγιος βασιλιὰς Μιλούτιν μὲ τὴ σύζυγό του, τὴ βυζαντινὴ πριγκίπισσα Σιμωνίδα, θεωρεῖται σύμβολο τῶν σερβικὸ-ἑλληνικῶν σχέσεων.

Τὸ μοναστῆρι μετὰ τὴν ὁλοκλήρωση τοῦ κτισίματος ἔγινε σταυροπηγιακὴ λαύρα, καὶ κατεῖχε τὴν......
τέταρτη θέση στὴ σειρὰ ἱεραρχίας τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ὁ βασιλιὰς Μιλούτιν τὸ ἐφοδίασε πλουσιοπάροχα καὶ ἡ Ι. Μ. Μπάνισκα εἶχε τὴ μεγαλύτερη φεουδαρχικὴ ἐκκλησιαστικὴ περιουσία τῆς μεσαιωνικῆς Σερβίας.

Ἡ ἐκκλησία ἦταν μεγαλοπρεπὴς καὶ ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ ἄποψη. Ἀπ’ ἔξω ἦταν χτισμένη ἀπὸ τρίχρωμο γυαλιστερὸ μάρμαρο. Τέτοια διαρρύθμιση καὶ ἁρμονία τῶν χρωμάτων ἦταν μοναδικὴ στὸ εἶδος της. Τὸ ἐσωτερικό της μοναστηριακῆς ἐκκλησίας ἀποτελοῦσε ἕνα θαῦμα ὀμορφιᾶς, μὲ τὶς ἐπιχρυσωμένες τοιχογραφίες καὶ πλῆθος χρυσῶν στολιδιῶν καὶ σκευῶν της.



Το πρόγραμμά σας περιήγησης μπορεί να μην υποστηρίζει την προβολή αυτής της εικόνας.

Παναγίας τῆς Μπάνισκα

Στὴν εἴσοδο τῆς ἐκκλησίας ἦταν τοποθετημένη μία μεγαλοπρεπής μαρμάρινη πύλη, γιὰ τὴν ὀμορφιὰ τῆς ὁποίας μαρτυρεῖ τὸ γλυπτό της Παναγίας τῆς Μπάνισκα μὲ τὸ Χριστὸ στὴν ἀγκαλιά, τὸ ὁποῖο τώρα βρίσκεται στὴ Μονὴ Σοκόλιτσα καὶ θὰ ἐπιστραφεῖ στὴ Μονὴ Μπάνισκα κατόπιν τῆς ἀναστύλωσής της.

Το πρόγραμμά σας περιήγησης μπορεί να μην υποστηρίζει την προβολή αυτής της εικόνας.

Η Ἱερὰ Μονὴ Μπάνισκα μεταξὺ τῶν δύο Παγκόσμιων Πολέμων, φαίνονται τὰ ἐρείπια τοῦ μιναρὲ

Μὲ τὴν εἰσβολὴ τῶν Τούρκων τὸ 1389 τὸ μοναστῆρι ὑπέστη σοβαρὲς ζημιές. Τὰ δεινά της μοναστηρίου συνεχίζονται καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ΙΕ΄ αἰῶνα. Τὶς πρῶτες δεκαετίες τοῦ ΙΣΤ΄ αἰῶνα οἱ Τοῦρκοι γκρεμίζουν ξανὰ τὴ μονὴ ἡ ὁποία ἀπὸ τότε μένει χωρὶς μοναχούς. Στὶς ἀρχὲς τοῦ ΙΖ΄ αἰῶνα οἱ Τοῦρκοι μετατρέπουν τὴ μονὴ σὲ στρατιωτικὸ ὀχυρό, καὶ τὴν ἴδια τὴν ἐκκλησία μετατρέπουν πρῶτον σὲ δεσμωτήριο ὅπου ἐγκλείουν καὶ βασανίζουν τὸ σερβικὸ λαό, ἐνῷ ἀργότερα προσθέτουν μιναρὲ στὴν ἐκκλησία καὶ τὴ μετατρέπουν σὲ τζαμί. Τὶς χειρότερες καταστροφὲς ἡ Ι. Μ. Μπάνισκα ὑπέστη τὸ 1689 κατὰ τοὺς Αὐστρο–τουρκικοὺς πολέμους, ὅταν κὰτ΄ ἐναλλαγὴν χρησίμευε ὡς ὀχυρὸ καὶ στὸν τουρκικὸ καὶ στὸν αὐστριακὸ στρατό. Κατὰ τὴν Πρώτη Ἐξέγερση τῶν Σέρβων τὸ 1804 πάλι καιγόταν.

Το πρόγραμμά σας περιήγησης μπορεί να μην υποστηρίζει την προβολή αυτής της εικόνας.

Ο ἡγούμενος τῆς Ι. Μ. Μπάνισκα πρωτοσύγκελος Συμεὼν

Τὸ 1912 ὁ σερβικὸς στρατὸς ἀπελευθερώνει τὸ Κόσσοβο καὶ τὰ Μετόχια, οἱ Τοῦρκοι ἐγκαταλείπουν τὴν Ι. Μ. Μπάνισκα, καὶ ἡ ἐκκλησία παύει νὰ εἶναι τζαμί. Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ μοναστῆρι παραμένει χωρὶς ἀδελφότητα μέχρι τὸ 2004. Τὰ πρῶτα ἔργα ἀναστύλωσης ἐκτελέστηκαν τὸ 1938, ἀλλὰ δὲν ἦταν ὅμως ἀποδοτικά. Τὸ πέτρινο μέρος τὸ ὁποῖο ἔλειπε χτίστηκε μὲ κόκκινο τοῦβλο ὥστε νὰ τονιστεῖ ἡ διαφορὰ μεταξύ της ἀρχικῆς οἰκοδόμησης καὶ τῆς ἀνοικοδομημένης. Δυστυχῶς, χτίστηκε ὄχι ὅπως ἡ ἐκκλησία ἦταν τὴν ἐποχὴ βασιλιὰ Μιλούτιν ἀλλὰ πρόχειρα. Ἀκόμη περισσότερη ζημιὰ ὑπέστη τὸν καιρὸ τοῦ κομουνισμοῦ, κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ ἑβδομήντα καὶ ὀγδόντα, μὲ τὴ μὴ ἐπαγγελματικὴ προσέγγιση στὶς ἀρχαιολογικὲς ἐργασίες καὶ ἐργασίες συντήρησης.

Ἐπειδὴ βρισκόταν στὸ ἐπίκεντρο πολλῶν στρατιωτικῶν ἐκστρατειῶν, ἐκτεθειμένη σὲ ἐναλλαγὴ περιόδων καταστροφῆς καὶ ἀναστύλωσης, σὲ μετατροπή της σὲ τζαμὶ καὶ τὴν ἀδιαφορία τοῦ καθεστῶτος, ἡ μονὴ Μπάνισκα μὲ τὴν σημερινή της ὄψη δύσκολα θυμίζει κάτι ἀπὸ τὴν ἀλλοτινή της λάμψη.

Τὸν Αὔγουστο τοῦ 2004, ἔπειτα ἀπὸ 520 χρόνια, τὸ μοναστῆρι ξαναζωντάνεψε καὶ οἱ μοναχοὶ ἐγκαθίστανται ξανὰ στὴν Ἱερὰ Μονὴ Μπάνισκα. Σὲ ἐξέλιξη βρίσκεται μία ὁλοκληρωτικὴ ἀναστήλωση αὐτοῦ του μεγάλου σερβικοῦ ἱεροῦ καθοδηγούμενη ἀπὸ τὸν Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Ράσκας καὶ Πριζρένης, Κοσσόβου καὶ Μετοχίων κ.κ. Ἀρτέμιος μαζὶ μὲ τὸν ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μπάνισκα τὸν πρωτοσύγκελο Συμεών.

Ὁ μητροπολίτης Ἀρτέμιος, διδάκτορας Θεολογίας, ἔκανε μεταπτυχιακὲς καὶ διδακτορικὲς σπουδὲς στὴν Ἀθῆνα καὶ ὑποστήριξε ἐπιτυχῶς τὴ διδακτορική του διατριβὴ γραμμένη στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα μὲ θέμα: «Τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας κατὰ τὸν Ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή». Τὰ ἑλληνικά του εἶναι ἄπταιστα.


Το πρόγραμμά σας περιήγησης μπορεί να μην υποστηρίζει την προβολή αυτής της εικόνας.

Ὁ ἡγούμενος τῆς Ι. Μ. Μπάνισκα πρωτοσύγκελος Συμεών, ἀποφοίτησε ἀπὸ τὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης. Μιλάει ἄπταιστα ἑλληνικά.

Στὴν Ἱερὰ Μονὴ Μπάνισκα ἡ Θεία Λειτουργία τελεῖται καθημερινὰ στὶς 6:30 π.μ, ἐνῷ τὶς Κυριακὲς στὶς 8:00 π.μ. Ὁ Ἑσπερινὸς τελεῖται κάθε ἡμέρα στὶς 5:00 μ.μ.

Το πρόγραμμά σας περιήγησης μπορεί να μην υποστηρίζει την προβολή αυτής της εικόνας.

Άγιος Βασιλιὰς Στέφανος Β΄Μιλούτιν

Ἱερὰ Μονὴ Μπάνισκα θεωρεῖται σύμβολο τῶν σερβικὸ-ἑλληνικῶν σχέσεων καὶ εἶναι δημοφιλὴς προορισμὸς ὅλων τῶν Ἑλλήνων ποὺ ἐπισκέπτονται τὴν ἐπαρχία Κοσσυφοπεδίου καὶ Μετόχιας.

Ὁ βίος τοῦ Ἁγίου Βασιλιᾶ Μιλούτιν τῆς Μπάνισκα

Ὁ Ἅγιος Βασιλιὰς Μιλούτιν γεννήθηκε τὸ 1253 καὶ ἐνθρονίστηκε τὸ 1282.

Εἶναι γνωστὸς ὡς μεγάλος κτήτωρ ἐκκλησιῶν καὶ μοναστηριῶν καθὼς καὶ ὡς ζηλωτὴς τῆς ὀρθόδοξης πίστης.

Ὁ Ἅγιος Βασιλιὰς Μιλούτιν παντρεύτηκε τὴ βυζαντινὴ πριγκίπισσα Σιμωνίδα καὶ ἔγινε γαμπρὸς τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοκράτορα Ἀνδρόνικου Β’ τοῦ Παλαιολόγου (1282 – 1328). Ὁ αὐτοκράτορας Ἀνδρόνικος σύναψε διαρκῆ φιλία καὶ συγγένεια μὲ τὸν Σέρβο βασιλιὰ Μιλούτιν. Ἡ ὑπέροχη μορφὴ τῆς μικρῆς κόρης τοῦ αὐτοκράτορα, τῆς ἑλληνικῆς πριγκίπισσας Σιμωνίδας σώθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Γκρατσάνιτσα, τῆς ὁποίας κτήτορες ἦταν ἡ ἴδια καὶ ὁ βασιλιὰς Μιλούτιν.

Ὅταν ἀνῆρθε στὸν βασιλικὸ θρόνο, ὁ Ἅγιος Βασιλιὰς Μιλούτιν ἔταξε στὸν Θεὸ ὅτι γιὰ κάθε χρόνο ποὺ θὰ βασίλευε θὰ ἀνέγειρε ἀπὸ μία ἐκκλησία στὸ Θεό, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ὄντως ἐπαληθεύτηκε, διότι κυβερνώντας μὲ τὸν Θεὸ στὴ Σερβία ἐπὶ σαράντα ὁλόκληρα χρόνια, ὁ ἴδιος ὄντως ἀνέγειρε ἀκριβῶς σαράντα ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ.

Το πρόγραμμά σας περιήγησης μπορεί να μην υποστηρίζει την προβολή αυτής της εικόνας.

Σερβίδα Βασίλισσα Συμωνίδα, Ἑλληνίδα πριγκίπισσα

Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἐκκλησιῶν στὴ Σερβία, ἔκτισε καὶ τὸν καθολικὸ ναὸ τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου στὸ Ἅγιον Ὅρος, τὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου στὴν Κωνσταντινούπολη μὲ τὰ ὑπέροχα καὶ μεγαλοπρεπῆ παλάτια γύρω της γιὰ τὴν ὑποδοχὴ καὶ φιλοξενία ξένων καὶ ἀρρώστων. Στὴ Θεσσαλονίκη ὁ Μιλούτιν ἔκτισε δύο ὑπέροχες ἐκκλησίες: τὴ μία εἰς τιμὴν τοῦ Ἁγίου ἀρχιερέα τοῦ Χριστοῦ τοῦ Νικόλαου – τὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Ὀρφανοῦ, καὶ τὴν ἄλλη εἰς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρα τοῦ Γεωργίου. Ἐπίσης, τὴν ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀρχαγγέλων στὴν ἁγία πόλη τῆς Ἱερουσαλήμ, ὅπως καὶ τὴν ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Σοφίας στὴ Σόφια τῆς Βουλγαρίας. Στὴν ἀρχαία Μονὴ τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Αἰκατερίνης στὸ ὅρος Σινὰ ἀνήγειρε τὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Στεφάνου καὶ πολλὲς ἄλλες.

Ἦταν φιλεύσπλαχνος καὶ γενναιόδωρος. Σὲ ὁλόκληρη τὴν Σερβία ἔκτιζε νοσοκομεῖα, ὀρφανοτροφεῖα καὶ σχολεῖα. Τὴ νύχτα γυρνοῦσε κρυφὰ ἀνάμεσα στὸ λαὸ καὶ μοίραζε πλουσιοπάροχα ἐλεημοσύνη. «Ὅταν νύχτωνε, ἀναφέρει ὁ βιογράφος του, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Δανιήλ, ὁ φιλοχριστὸς δέσποτάς μου ἐκτελοῦσε τοῦτο τὸ ὑπέροχο καὶ θεοφιλὲς ἔργο τὸ ὁποῖο δὲν γνώριζε κανείς: ἔβγαζε ἀπὸ πάνω του τὰ αὐτοκρατορικὰ ἐνδύματα τὰ ὁποῖα φοροῦσε τὴν ἡμέρα καὶ ντυνόταν μὲ ἄθλια καὶ παλιὰ ροῦχα, σκεπάζοντας καὶ τὸ πρόσωπό του γιὰ νὰ μὴν τὸν γνωρίσει κανείς. Ἔπαιρνε μαζί του δύο ἢ τρεῖς δούλους του, τοὺς ὁποίους εἶχε διατάξει νὰ μὴ μιλήσουν σὲ κανένα γιὰ τὸ ὅτι βλέπουν, καὶ κουβαλοῦσε μαζί του μεγάλες ποσότητες χρυσοῦ καὶ ἄλλων ἀπαραίτητων πραγμάτων γιὰ νὰ τὰ μοιράσει στοὺς πτωχούς. Ἐπειδὴ χωρὶς ὑποκρισία ἔκανε τὴν ἐλεημοσύνη καὶ πραγματικὰ ἀγαποῦσε τοὺς πτωχοὺς καὶ περιφρονημένους. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἔβγαινε ἀπὸ τὸ παλάτι του καὶ ἔμπαινε ἀπαρατήρητος στὶς κατοικίες ὅπου ζούσανε, τοὺς μοίραζε χρυσό, τρόφιμα καὶ ροῦχα, ἐνῷ ἐκεῖνοι δὲν γνώριζαν ποιὸς τοὺς τὰ ἔδινε. Τοῦτα ἔπραττε ὁ μακαριστὸς βασιλιὰς μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Ἐκτὸς τῶν ἄλλων τὴ νύχτα μούσκευε τὸ προσκεφάλι του μὲ τὰ δάκρυά του, λέγοντας στὸν ἑαυτό του: «Σήκω, τεμπέλη, νὰ εἶσαι ἕτοιμος πρὶν ἀπὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη. Παρόλο ποὺ εἶσαι συνηθισμένος στὶς ἁμαρτίες, συνελθε καὶ μετανόησε, ἐπειδὴ σὲ περιμένουν ἡ κρίση, τὰ αἰώνια βάσανα καὶ τὸ ἄσβεστο πῦρ».

Ὁ ἅγιος βασιλιὰς Μιλούτιν ἦταν πολὺ ἀφοσιωμένος στὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ στὴν Ἐκκλησία. Τὸν καιρὸ τοῦ πολλαπλασιάστηκε ἡ Ἅγια Ἐκκλησία τῆς Σερβίας. Τοὺς ἁγίους Σέρβους ἀρχιεπισκόπους τοὺς ἐκτιμοῦσε πολὺ καὶ τοὺς ἀπέδιδε κάθε σεβασμὸ ποὺ τοὺς ἀνῆκε.

Κατὰ τὴ μακρόχρονη βασιλεία τοῦ ἀσκήθηκαν διάφορες πιέσεις στὸν βασιλιὰ Μιλούτιν ὥστε νὰ ἀποδεχτεῖ τὴ λατινικὴ οὐνία καὶ νὰ ὑποταχθεῖ στὸν πάπα τῆς Ρώμης, ὅμως ποτὲ δὲν τὸ ἔκανε, οὔτε ὑποχώρησε ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη του. Ὁ πάπας τῆς Ρώμης καὶ ἡ κουρία τοῦ παρακινοῦσαν τοὺς δυτικοὺς ἡγεμόνες σὲ πόλεμο ἐναντίον τοῦ Σέρβου βασιλιᾶ Μιλούτιν, ὅμως ὁ Θεὸς βοηθοῦσε τὸν ὀρθόδοξο δοῦλο Του καὶ οἱ Λατῖνοι δὲν κατάφεραν τίποτε.

Ἥσυχα παρέδωσε τὴν ψυχή του στὰ χέρια τοῦ Κυρίου καὶ Λυτρωτή του, στὶς 29 Ὀκτωβρίου τοῦ ἔτους 1321. Ἐπάνω στὴ σορὸ τοῦ Ἁγίου Βασιλιᾶ τελέστηκε μεγαλοπρεπὴς νεκρώσιμη ἀκολουθία. Ἔπειτα τὸ τίμιό του σῶμα μεταφέρθηκε στὸν τάφο, τὸν ὁποῖον εἶχε ἑτοιμάσει ὁ ἴδιος γιὰ τὸν ἑαυτό του, στὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀρχιδιάκονου τοῦ Χριστοῦ τοῦ Στεφάνου στὴν Ἱερὰ Μονὴ Μπάνισκα.

Δυόμισι χρόνια μετὰ τὴν ἀποδημία τοῦ θαυμαστὰ σημεῖα καὶ ὁράσεις ἐμφανίστηκαν στὸν τάφο τοῦ Μιλούτιν, καὶ ἔτσι ὁ ἡγούμενος τῆς Μπάνισκα ὁ Σάββας καὶ ἢ ἀδελφότητα τῆς Μονῆς, ἔχοντας τελέσει τὴν ὁλονυχτία ἀγρυπνία, ἔβγαλαν τὸ σῶμα του ἀπὸ τὸν τάφο καὶ τὸ βρῆκαν ἐντελῶς ἄφθαρτο, ἐφόσον δὲν ἔλειπε οὔτε μία τρίχα ἀπὸ τὴν κεφαλή του.

Τὸ σκήνωμα τοῦ Ἁγίου Βασιλιᾶ τὸ ἔβαλαν σὲ ἰδιαίτερα διακοσμημένη λάρνακα καὶ τοποθετήθηκε στὸ ἴδιο τὸ Ναὸ τῆς Μπάνισκα, ἐνώπιόν της εἰκόνας τοῦ Δεσπότη τῶν ὅλων, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἡ σύζυγός του, ἡ σερβικὴ βασίλισσα ἑλληνίδα Σιμωνίδα, ἡ ὁποία μετὰ τὸ θάνατό του ἐπέστρεψε στὸν πατέρα της στὴν Κωνσταντινούπολη, ἔμαθε γιὰ τὸ θαῦμα αὐτό, ἐφτίαξε μία κανδήλα ἀπὸ πολύτιμο χρυσὸ καὶ κέντησε ἕνα πολύτιμο ὕφασμα ὡς σκέπασμα γιὰ τὸ κιβώτιο ὅπου θὰ βρίσκονται τὰ λείψανά του καὶ τὰ ἔστειλε στὴ Μονὴ Μπάνισκα.

Το πρόγραμμά σας περιήγησης μπορεί να μην υποστηρίζει την προβολή αυτής της εικόνας.

Τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Βασιλιᾶ Μιλούτιν βρίσκονται σήμερα στὴ Σόφια (Βουλγαρία)

Συγκινημένη ἀπὸ τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ γεγονός, ἡ ἴδια ἀπαρνήθηκε τὸν κόσμο καὶ ἔγινε μοναχὴ στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα στὴν Κωνσταντινούπολη.

Τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Βασιλιᾶ Μιλούτιν βρίσκονταν στὴ Ι.Μ. Μπάνισκα μέχρι τὴν εἰσβολὴ τῶν Τούρκων στὴ Σερβία τὸ 1389, ὅταν μεταφέρθηκαν στὴν Τρέπτσα, ἐπειδὴ οἱ Τοῦρκοι πυρπόλησαν τὸ μοναστῆρι. Ἀργότερα, κατὰ τὸ 1460, λόγω τῆς τούρκικης βιαιότητας καὶ βαναυσότητας, ὁ μητροπολίτης Σιλουανὸς μετέφερε τὰ ἅγια λείψανά του στὴ Σόφια ὅπου φυλάσσονται μέχρι καὶ σήμερα στὴν ἐκκλησία ἡ ὁποία ἀποκαλεῖται «Ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Βασιλιᾶ».

Στὰ πλαίσια τῆς ἀναστήλωσης τῆς Μονῆς ἕνα μέρος τῶν λειψάνων θὰ ἐπιστραφεῖ στὴν Ἱερὰ Μονὴ Μπάνισκα.

Δὶ΄ εὐχῶν τοῦ Ἁγίου Βασιλιᾶ Μιλούτιν Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησον καὶ σώσον ἠμᾶς. Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.