Ἱεροκήρυκος Ἱερὰς Μητροπόλεως Γορτύνης καὶ Ἀρκαδίας
Ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης Σεβαστιανὸς μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία μου
(31 ἔτη ἀπὸ τὴν πρὸς Κύριον ἐκδημία του)
Αὐτὲς τὶς ἡμέρες, συμπληρώθηκαν τριάντα ἕνα ἔτη ἀπὸ τὴν ὁσιακὴ τελείωση ἑνὸς μεγάλου Ἱεράρχου. Τοῦ Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανὴς καὶ Κονίτσης Σεβαστιανοῦ. Παρέλκει νὰ ἀναφερθῶ στὴν ἁγιοπατερικὴ φυσιογνωμία του, παρ’ ὅλο ποῦ τὰ πνευματικά του παιδιὰ ἦταν οἱ στενοί μου φίλοι στὰ χρόνια τῶν θεολογικῶν μου σπουδῶν καὶ ὁ ἴδιος σφράγισε ἀνεξίτηλα τὴν φοιτητική μου ζωὴ καὶ τὴν μέχρι τώρα πορεία μου. Ἔχουν γραφεῖ πάμπολλα καὶ ἐπάξια γιὰ τὴν οὐρανομήκη ὄντως προσωπικότητά του τὴν παριππεύσασα τριακονταετία, ποὺ ὁ δικός μου πενιχρὸς λόγος δὲν εἶναι ἱκανὸς νὰ προσθέσει κάτι περισσότερο στὴν ἐγκωμιαστικὴ ἀναφορὰ ἐκείνων ποὺ τὸν ἔζησαν στενότερα καὶ μὲ ἐπιδέξιο χρωστήρα λόγου ἐπακριβῶς τον ἐξεικόνισαν. Θέλω μόνο νὰ παρουσιάσω τὸν τρόπο τῆς ἀρχικῆς γνωριμίας μας καὶ τὴν ἐπεξήγηση τοῦ ἁγίου Πορφυρίου γιὰ ὅσα καταλυτικὰ καὶ ἀνεύφθορα βιώματα μοῦ δημιουργήθηκαν, ὅταν πρωτοσυναντήθηκα μαζί του...
Ἦταν Φθινόπωρο τοῦ 1988 ὅταν βρέθηκα πρώτη φορὰ στὸν Πειραιᾶ καὶ στὴν Ἀθήνα. Ἐπαρχιωτόπαιδο, χωρὶς ἐμπειρίες ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς πόλης, δίχως ἰδιαίτερες ἐκκλησιαστικὲς γνωριμίες, μέσα σὲ πρωτόγνωρες συνθῆκες ζωῆς... Εἶχα συνδεθεῖ ἀπὸ πολὺ μικρὸς μὲ τὸν ἀείμνηστο καὶ ἅγιο κατ’ ἐμὲ Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης Τιμόθεο καὶ τὸ περιβάλλον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Καλυβιανής. Στὰ πρῶτα φοιτητικά μου βήματα, ἔστειλε ὁ Θεός, ἐκεῖ στὸ «κλεινὸν ἄστυ» τῶν Ἀθηνῶν, φύλακα ἄγγελό μου καὶ ἀχώριστο συμπαραστάτη καὶ καθοδηγητή μου τὸν τότε Ἰωάννη Γιαννουδάκο ἀπόφοιτο ἐκκλησιαστικοῦ λυκείου καὶ σημερινὸ μοναχὸ π. Ἰερόθεο τὸν παγκοίνως γνωστὸ καὶ ἀγαπητό.
Διαμέναμε ἀμφότεροι στὸν Πειραιᾶ. Πάντα μαζὶ ἐκκλησιαζόμασταν. Κάποια Κυριακὴ βρεθήκαμε στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Λειτουργὸς ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης Σεβαστιανός. Ἦταν συνοδικὸς τὴν περίοδο ἐκείνη. Συμπροσευχόμενος ὁ ὁσίας μνήμης καὶ μεγίστου πνευματικοῦ κύρους Μητροπολίτης Σιδηροκάστρου ἀείμνηστος Ἰωάννης Παπάλης. Ὁμολογῶ ὅτι ἐκείνη ἡ λειτουργία σφράγισε ἀνεξίτηλα τὴν ζωή μου... Κατέβασε αἰσθητὰ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ! Τὰ βιώματα δὲν λέγονται, δὲν γράφονται, δὲν περιγράφονται... Ὑπάρχει καὶ ὁ ἀδιόρατος κόσμος τῆς καρδιᾶς, ποὺ ὅσα προσλαμβάνει καὶ ἀποθησαυρίζει, δὲν σημειολογοῦνται μὲ λεκτικὰ σχήματα, οὔτε καὶ καταστρώνονται σὲ ἀπόδοση γραφική... Ἕνας ἐπίσκοπος ποῦ ἔλαμπε ἐμφανῶς, εὐσταλὴς καὶ ἀρχοντικός, ἠδύμολπος καὶ κατανυκτικός, ἀσκητικὸς καὶ δοτικός, ἄτυφος καὶ ἱλαρός, σεμνὸς καὶ συμμετρικὸς σὲ κάθε κίνηση καὶ παρουσία, γλυκὺς ἀλλὰ καὶ ἐσωστρεφής (<ἦταν ἑαυτῷ καὶ Θεῶ συστρεφόμενος> κατὰ τὸν Γρηγόριο τὸν Θεολόγο), σύννους καὶ ἐπικοινωνιακός, ρωμαλέος καὶ ταπεινός, ὄντως ταπεινός, γέμιζε μὲ τὴν παρουσία του τῆς ἐκκλησιᾶς ἐκείνης τὴν εὐμεγέθη συγκρότηση καὶ πλούσια χωρητικότητα. Ἦταν μιὰ διαφορετικὴ ἔκδοση ἀρχιερατικῆς φυσιογνωμίας ἀπ’ ὅσες εἴχαμε συναντήσει μέχρι τότε... Κανένα ψευδεπίγραφο χαρακτηριστικὸ δὲν ὑπῆρχε πάνω του, οὔτε ἀκροθιγῶς καιροσκόπος στὸ φρόνημα καὶ ἀπολυταρχικὸς στὴν συμπεριφορά, ξένος μὲ τὴν ἐκμετάλλευση τῆς περίστασης καὶ τὸ στητὸ παράστημα πάνω στὸ βάθρο τῆς ἐξουσίας... Προπαντὸς δὲν ἦταν χρυσοφορεμένη μαριονέτα μὲ ἐπιδέξιες θεατρίστικες πιρουέτες στὴν Ὡραία Πύλη ὅπως πλειστάκις συμβαίνει... Ζωντάνευε ἀμεσότατα μὲ κάθε κίνηση καὶ λόγο του, τὸ ἀρχαῖο ἐκκλησιαστικὸ ἦθος καὶ τὸ μαρτυρικὸ φρόνημα τῶν πρώτων αἰώνων...
Γνήσιο ἀντίτυπο τῶν Πατέρων καὶ ὑπεύθυνος διαχειριστὴς τῆς κληρονομιᾶς ποὺ τοῦ ἐνεχείρισαν, τὸν εἴδαμε νὰ σκύβει στὸ ἱερὸ θυσιαστήριο συγκλονισμένος. Νὰ καταθέτει τὴν δική του ἀφοσίωση καὶ νὰ ἐκζητεὶ ἐπιμόνως τὸ Θεϊκὸ ἔλεος. Ἴχνος ἔπαρσης δὲν ἀνέβαινε στὸ πρόσωπό του. Ἀνάγλυφη στὴν μορφή του ἡ ψυχικὴ ἀρτιότητα καὶ ἡ βιωματικὴ ταπεινοφροσύνη. Στὴν ἱερὴ στιγμὴ τοῦ καθαγιασμοῦ τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ξεκολλοῦσε ἀπὸ τὰ μύχια τῆς καρδιᾶς του μὲ πραότητα καὶ συγκλονισμὸ μία μία τὶς λέξεις τῆς ἱκεσίας: «Κύριε Κύριε ἐπίβλεψον ἐξ ουρανοῦ καὶ ἴδε...» Ἀργότερα πληροφορήθηκα ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ἰερόθεο ποῦ χρημάτισε ἄμεσο πνευματικὸ τέκνο τοῦ ἀειμνήστου Ἱεράρχου, ὅτι ὁ μακαριστὸς π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος τοῦ ἔλεγε ἀστειευόμενος: «Εἶσαι γόης ὅταν λειτουργεῖς!»
Ἐκεῖνο, ὅμως, ποὺ ἐπισφράγισε καὶ ἐπαύξησε τὴν χερουβική του ἐκείνη λειτουργικὴ παράσταση, ἦταν τὸ ἐμπνευσμένο καὶ ἐκπληκτικό του κήρυγμα...Τι ρητορικὴ δεινότητα ἦταν αὐτή; Τί δυναμικὴ ἐκφορὰ λόγου καὶ τί συναρπαστικὴ ἀναφορὰ στὸ Εὐαγγέλιο τῆς ἡμέρας; Ὁ χειμαρρώδης τρόπος ὁμιλητικῆς, τὰ σχήματα πλοκῆς, ὅπως καὶ ἡ καλλιεπὴς καὶ ἐνθουσιώδης διατύπωση, θύμιζαν τὸν λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου γιὰ τὸν ἐπιστήθιο φίλο καὶ συσπουδαστὴ τοῦ Μέγα Βασίλειο: «Ὁ λόγος του ἠχοῦσε σὰν βροντή, γιατί ἡ ζωή του ἔφεγγε σὰν ἀστραπή!»
Βέβαια, σφραγῖδα γνησιότητας σὲ ὅλα αὐτά, ἀποτελοῦσε ἡ ἱλαρότητα τοῦ προσώπου του, ποὺ ἦταν ἐξακτίνωμα τῆς ἀσκητικότατης μορφῆς του... Ἦταν τὸ κήρυγμά του πιστοποίηση τῆς ἀναγεννημένης του ὕπαρξης, ἀπαύγασμα τῆς ἐσωτερικῆς του κατάνυξης, ἀπόσταγμα τῆς ἀγαπώσης καρδίας του. Γλυκύτατος καὶ βροντώδης! Διεκτραγωδοῦσε πάντα μὲ πόνο καὶ ἐλπίδα «τὸν θρῆνο καὶ τὸν πόνο» τῶν ἀλυτρώτων Βορειοηπειρωτῶν ἀδελφῶν μας, ποὺ στέναζαν κάτω ἀπὸ τὸ ἐπίπονο πέλμα τῆς ἀθεϊστικῆς πολιτικῆς ποὺ ἐπικρατοῦσε τότε στὴν Ἀλβανία καὶ ποθοῦσαν Ἀνάσταση...
Κάποτε, ἔχοντας αὐτὴν καὶ ἄλλες παρόμοιες ἐμπειρίες κοντά του, ἀπάντησα στὸν ὁμολογητὴ καὶ ἀνεπανάληπτο καθηγητή μας ἀείμνηστο π. Γεώργιο Μεταλληνό, ὅταν μᾶς ρώτησε στὸ μάθημα τῆς ὁμιλητικῆς, ποιός ἐκ τῶν συγχρόνων ἱεροκηρύκων μας ἔχει ἐντυπωσιάσει... Εὐθαρσῶς κοινοποίησα τὴν ἄποψή μου, γιὰ τοὺς μακαριστοὺς καὶ ἁγίους Ἱεράρχες Φλωρίνης Αὐγουστῖνο καὶ Κονίτσης Σεβαστιανό. Συμφώνησε ὁ παπα Γιώργης καὶ συμπλήρωσε ἄλλα δύο ὀνόματα. Τῶν ἐν ἁγίοις ὠσαύτως αὐλιζομένων Μητροπολιτῶν Νικαίας Γεωργίου καὶ Χίου Χρυσοστόμου Γιαλούρη. Αὐτὴ ἡ πρώτη γνωριμία μαζί του στὸν Ἅγιο Νικόλαο Πειραιῶς ἦταν ἀρκετὴ γιὰ νὰ μοῦ δημιουργήσει τὴν ἀκατανίκητη ἔφεση νὰ μαθητεύσω κοντά του.
Μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες, μοῦ λέει καὶ πάλι ὁ Γιάννης (νῦν π. Ἰερόθεος). Πᾶμε νὰ γνωρίσεις ἕναν ἅγιο ἄνθρωπο. Μὲ πῆγε στὸν ἅγιο Πορφύριο. Οὐδέποτε μοῦ ἀπεκάλυψε τὴν στενὴ σχέση ποῦ εἶχε μαζί του. Δὲν εἶχα ἀκούσει μέχρι τότε κάτι περὶ ἁγίου Πορφυρίου. Ὅταν πήγαμε, τὸν βρήκαμε ξαπλωμένο, μιὰ σταλιὰ γεροντάκι, σκεπασμένο μὲ ἕνα κατάλευκο σινδόνι. Τὸν κοίταζα φαίνεται ἐταστικά... Ὁ Γιάννης μιλοῦσε ἔξω ἀπὸ τὸ δωμάτιο μὲ τὴν ἀνιψιὰ τοῦ... Ὁ ἅγιος, μοῦ ἔκανε κάποιο χαριτωμένο σχόλιο γιὰ τὸν Γιάννη... Ἔπειτα μὲ ξάφνιασε πολὺ μὲ αὐτὸ ποῦ μοῦ εἶπε: «Αὐτὸς ὁ δεσπότης ποὺ εἶδες (ὁ Σεβαστιανὸς) εἶναι ἅγιος! Γι’ αὐτό σου ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση! Τὸν ἔκαναν ὅμως μὲ τὸ ζόρι δεσπότη! Τὸν ἀπείλησε ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος μὲ καθαίρεση ἂν δὲν δεχόταν... Οὔτε εἶχε ἰδέα... Ὅλοι ἐκείνης τῆς περιόδου σπρώχθηκαν πολὺ γιὰ νὰ γίνουν Ἐπίσκοποι... Πιὸ πολὺ ὅμως ἐτοῦτος ποῦ εἶδες (ὁ Σεβαστιανὸς) καὶ ὁ Μητροπολίτης τοῦ χωριοῦ μου (ὁ Καρυστίας). Γι’ αὐτὸ ἔχουν μεγάλη εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεό... Νὰ θυμᾶσαι πάντα, κατέληξε. Οἱ ἅγιοι Ἐπίσκοποι ἐπιστρατεύονται...!» Ἦταν ἱκανὴ ἡ ἀγιόλεκτη αὐτὴ σύσταση νὰ μὲ ὠθήσει πιὸ κοντὰ στὸν τρισμακάριο Σεβαστιανό.
Ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ καλύτερα «σχολεῖα» ποῦ πλημμελῶς φοίτησα... Δὲν εἶχα τὴν ἀπαιτούμενη ἔμπνευση δυστυχῶς προκειμένου νὰ ἀποκομίσω πολλά... Τὸν ἀκολουθοῦσα ὅμως, ὅσο μποροῦσα, σὲ κάθε βῆμα του... Θαύμαζα καὶ χαιρόμουν... Καὶ ἐκεῖνος ἄλλοτε πείραζε μὲ τὸ λεπτὸ ἐκεῖνο ἐξιδιασμένο χιοῦμορ του καὶ ἄλλοτε ταπεινωνόταν στὸν ἔσχατο δυνατὸν βαθμό, ζητῶντας μας νὰ τὸν συγχωρήσουμε καὶ νὰ εὐχόμαστε νὰ εὕρει ἔλεος παρὰ Κυρίου... «Νὰ ἀσπασθεῖς τὴν δεξιὰ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Τιμοθέου ἐκ μέρους μου» ἔλεγε πάντα... Βαθεῖα ἡ ἐκτίμηση τοῦ ἑνὸς πρὸς τὸν ἄλλον. Καὶ ἀμοιβαῖος ὁ σεβασμὸς καὶ ἡ ἀναγνώριση...
Κάποτε στὰ γραφεῖα τῆς ΣΦΕΒΑ στὴν Ἀθήνα, ἐπανάλαβε σὲ ἐλαφρὰ παράφραση τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, μὲ βαθὺ ἀναστεναγμό, κοινοποιῶντας αἴσθηση ἐκκλησιαστικῆς μοναξιᾶς καὶ ἀνθρωπίνης ἀναζητήσεως: «Καλλίνικον οὐκ ἔχω, νῦν δὲν καὶ Ἐπιφάνιον, τοὺς σύμψυχους ἀδελφοὺς καὶ συλλειτουργούς!» Ἐννοοῦσε τὸν Ἅγιο Καλλίνικο Μητροπολίτη Ἐδέσσης καὶ τὸν Μεγάλο σύγχρονο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας Ἄρχιμ. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο ποὺ τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες εἶχε κοιμηθεῖ...
Γιὰ νὰ μὴν μακρηγορήσω, ἐπαναλαμβάνοντας γεγονότα πανθομολογούμενα καὶ γνωστά, καταλήγω ἐπισημαίνοντας ὅτι τὸν Σεβαστιανὸ ὅλοι τὸν γνωρίζουν ἀπὸ τοὺς ἀνυπόστολους ἡρωικοὺς ἀγῶνες του γιὰ τὴν Βόρειο Ἤπειρο. Ἂν καὶ εἶναι μιὰ ὑπερθαύμαστη πτυχὴ τῆς πολύπλευρης καὶ ἐπίμοχθης διακονίας του, νομίζω ὅτι ἀδικεῖται ἡ Χριστοειδὴς προσωπικότητά του, ἂν ἀπομονώσουμε τοὺς ἐθνικοὺς ἀγῶνες του, ἀπὸ τὰ οὐρανόφρονα σκιρτήματα τῆς ἀναγεννημένης καρδιᾶς του... Ἦταν θερμουργὸς καὶ ἀκαμάχητος ἀγωνιστής, γιατί πρῶτα ὑπῆρξε Χριστοτερπὴς καὶ ὀσίαθλος ἀσκητής. Τὸ τονίζω αὐτό, γιατί αὐτὴ ἡ γενεσιουργὸς δύναμη κάθε ἄλλης ἐπιδόσεως καὶ ἐπιτυχίας του, ἥκιστα ἀναφέρεται στὶς ἀξιόλογες, κατὰ τὰ ἄλλα, ἀναφορὲς ποὺ γίνονται γιὰ τὴν ἰλιγγιώδους ὕψους προσωπικότητά του...
Συνέλαβε μὲ τὸν πιὸ ἐκλεπτυσμένο καὶ εὐαίσθητο τρόπο τὸ δρᾶμα καὶ τὸ κλάμα, (ὅπως τὸ ἔλεγε), τῶν Βορειοηπειρωτῶν ἀδελφῶν, γιατί ἐνσάρκωνε πρωτίστως ἦθος Χριστοειδὲς καὶ ταυτίζονταν ὑπαρξιακὰ μὲ τὸν πόνο τῶν ἄλλων... Ἦταν ἀπόσταγμα τῆς ἐσωτερικῆς του ἀναγέννησης, τὸ ἄθλημα τῆς ἀπελευθέρωσης τῶν ὑποδούλων παιδιῶν του...
Εἶχε θριαμβευτικὴ ἄνοδο στὰ ἄφθαρτα σκηνώματα τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ. Ἀξιώθηκε καὶ τοῦ ἁγιοπρεπέστατου χαρίσματος τῆς μακαρίας τελευτῆς! Μοῦ διηγήθηκε ὁ ἀδελφὸς καὶ συμφοιτητὴς μοῦ Ἄρχιμ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος, τὰ ἑξῆς: «Τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του, τὸν ἀπειλοῦσε ἡ γνωστὴ τρομοκρατικὴ ὀργάνωση 17 Νοέμβρη... Καθόλου δὲν πτοήθηκε... Εἶχε ὑπερβεῖ ἐντελῶς τὸν θάνατο... Ἔλεγε μὲ παροιμιώδη ἠρεμία, ψυχικὴ γαλήνη καὶ χαρούμενη διάθεση: "Κύριε, ὅπως θέλεις, ὅπου θέλεις καὶ ὀπόταν θέλεις! Τὸ θέλω Σου, θέλω μου! Μόνο ἀξίωσέ με ἐκείνη τὴν ἡμέρα νὰ ἔχω κοινωνήσει"...».
Τελικά, ἀξιώθηκε μαρτυρικῆς τελειώσεως μέσῳ τῆς βασανιστικῆς ἀσθένειας τοῦ καρκίνου... Ἤμουν δίπλα του διαρκῶς... Ἀξιώθηκα νὰ ζήσω τὸ ἐνδοξότατο πέρασμά του στὴν αἰωνιότητα καὶ νὰ τοῦ κλείσω τὰ μάτια. Ἐκεῖνο τὸ πρωινό, ἀνήμερα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, 12 Δεκεμβρίου 1994 βρισκόταν σὲ βαθὺ κῶμα. Ἦρθαν οἱ γιατροὶ ποὺ τὸν περιέβαλλαν μὲ ἰδιαίτερο σεβασμὸ καὶ εἶπαν: « Δὲν ἔχει νόημα νὰ κρατᾶμε ἄλλο τον Σεβασμιώτατο...». Τοῦ ἀφαίρεσαν ὅλους τοὺς ὑποστηρικτικοὺς μηχανισμούς... Πλησίασα τότε καὶ τοῦ φώναξα δυνατὰ στὸ αὐτί: « Σεβασμιώτατε, θέλετε νὰ κοινωνήσετε;» Ω τοῦ θαύματος! Ἀμέσως ἄνοιξε τὰ μάτια του! Συγκατένευσε ὅτι ἐπιθυμοῦσε. Ἀμεσότατα φέραμε τὴν Θεία Κοινωνία ἀπὸ τὸ Σιναΐτικο μετόχι. Πάλι ἀντιλήφθηκε τὴν στιγμὴ τῆς τελευταίας ἐκείνης συγκλονιστικῆς ἐπαφῆς του μὲ τὸ Ἁγιοπότηρο τῆς Ζωῆς! Ἕνωσε τὰ τρία δάκτυλα τῆς δεξιᾶς χειρὸς γιὰ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Τὸν βοήθησα ἐγὼ νὰ κάνει τὸν ἱερὸ σχηματισμὸ πάνω του ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ σηκώσει τὸ χέρι του. Ἄνοιξε τὰ μάτια καὶ ἔλαβε τὴν Θεία Κοινωνία «ἐφόδιον ζωῆς αἰωνίου» ὅπως ἐπιθυμοῦσε. Ἀμέσως ἄστραψε τὸ πρόσωπό του. Ἐκείνη τὴν στιγμή, χωρὶς καμία σύσπαση καὶ ἰδιαίτερη κίνηση, μέσα στὸ μυστήριο τῆς ἄρρητης φωτοχυσίας ποὺ ἐξέπεμψε ἡ μορφή του, φτερούγισε, ἀναχώρησε γιὰ τὴν «ποθεινὴν πατρίδα» ποῦ προσδοκοῦσε καὶ διὰ βίου ἐπιποθοῦσε...»
Ἡ κηδεία του μεγαλειώδης! Χιλιάδες ὁ κόσμος! «Ἦταν κηδεία Μεγάλου Βασιλείου» ὁμολόγησε συγκλονισμένος, ὁ φίλος τοῦ Μητροπολίτης Κίτρους καὶ Κατερίνης Ἀγαθόνικος! Ὁ Ἀγαθόνικος ποῦ ἔφυγε καὶ ἐκεῖνος πρόσφατα γιὰ τὴν ὄντως Ζωή, ἦταν ἕνας ἄλλος ἅγιος Ἱεράρχης ποῦ γνώρισα. Θὰ ἀσχοληθῶ ἀργότερα μὲ τὴν ἐκπληκτικὴ προσωπικότητα καὶ ἐκείνου. Θυμᾶμαι τοὺς ἁγίους Ἱεράρχες Καστορίας Γρηγόριο τὸν Γ΄ καὶ Κίτρους Ἀγαθόνικο, νὰ σκύβουν εὐλαβικὰ καὶ νὰ ἀσπάζονται τὸ χέρι τοῦ μαρτυρικοῦ Μητροπολίτου Λαρίσης Θεολόγου μέσα στὸ ἱερὸ βῆμα τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Κονίτσης καὶ νὰ τοῦ λένε: «Φεύγουν τὰ διαμάντια τῆς Ἱεραρχίας μας!»
Στὸν ἐπικήδειο λόγο του ὁ τότε γραμματεὺς τῶν συνοδικῶν δικαστηρίων Ἄρχιμ. Σεραφεὶμ Μεντζελόπουλος νῦν Μητροπολίτης Πειραιῶς, ἐγκωμίασε τὸν ἀείμνηστο Ἱεράρχη μὲ λόγο ἀκριβοδίκαιο, παρρησιασμένο, γλαφυρότατο καὶ τολμῶ νὰ πῶ ἐπαναστατικό. Ἦταν ἔκπληξη γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ τὰ τυχὸν ὀδυνηρὰ ἀποτελέσματα ποῦ θὰ ἀκολουθοῦσαν, ἡ σθεναρὴ ἐκείνη ὁμολογία τοῦ Σεραφείμ... Ἀνάμεσα στ’ ἄλλα τόνισε: «Εἰσέρχεται ἐν τῷ Θεῷ < ὁ μισήσας τὰ ἔργα των Νικολαϊτῶν> (Ἄποκ.Β΄,6)...Ο πανυπερτέλειος καὶ καθαρὸς Θεὸς δὲν ἀποδέχεται τὸν συμβιβασμὸν μὲ τὰ ἔργα τῆς φαυλότητας καὶ ἀσφαλῶς δὲν θεωρεῖ γνησίαν τὴν ἐπισκοπικὴν διακονίαν ποὺ μὲ τὸ πρόσχημα τῆς εἰρηνεύσεως ἢ τῆς ταπεινώσεως ἀνοίγει τὸν δίαυλον εἰς τὴν πρακτικὴν τῆς σεσηπυΐας χοϊκότητος ἀδιαφοροῦσα διά την ἐπέκεινα προοπτικὴν καὶ ἀξιοπρέπειαν τοῦ τιμιωτάτου ἀνθρωπίνου προσώπου... Ὁ ἀποιχόμενος ὅμως τιμιώτατος καὶ καθαρότατος Ἐπίσκοπος, ὁ μεγαλοφυῶς ὑπερβὰς τὰς ἀντινομίας τοῦ χοϊκοῦ ἡμῶν περιβλήματος καὶ τοῦ δερματίνου χιτῶνος, ἀνεδείχθη <πιστὸς ἄχρι θανάτου>(Αποκ. Β΄,10) καὶ ἀνένδοτος καὶ ἀσυμβίβαστος τηρητὴς τοῦ ἀρχαίου ἡμῶν κάλλους καί <τῆς ἀγάπης τῆς πρώτης> (Ἄποκ. Β΄,4)». Αὐτὴ ἡ εὔστοχη καὶ βαρυσήμαντη ἐπισήμανση ἀποκρυπτογραφεῖ ὁλοσχερῶς τὴν ἐνδοκρύφια νόσο ἐκείνης τῆς ἐποχῆς καὶ ἀνατέμνει ἐναργῶς τὴν ὁμοιοπαθῆ κατάστασή του σήμερα, ἐπικινδύνως γιγαντωθεῖσα καὶ ἀπροκαλύπτως κομπάζουσα...».
Σ’ αὐτὰ ἀξίζει νὰ προστεθεῖ καὶ ἡ μαρτυρία τοῦ Ἄρχιμ. Ἀρσενίου Κατερέλου καθηγουμένου τῆς Ι.Μ. Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος (αὐταδέλφου τοῦ Μητροπολίτου Κρήνης Κυρίλλου), γιὰ τὴν κατάθεση τοῦ Ἁγίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, ὅπως τὴν διέσωσε: «Δεσποτᾶδες ὑπάρχουν πολλοί, ἀλλὰ Σεβαστιανὸς κανένας!»
Τὰ χρόνια πέρασαν. Ἔκλεισε πρόσφατα ὁλόκληρη τριακονταετία ἀπὸ τὴν ὀσιοπρεπὴ μεταχώρησή του στὰ ἐπουράνια. Ἡ μορφή του, ὅμως, ζωντανὴ καὶ ἀνεξίτηλη βρίσκεται πάντα συνοδὸς τοῦ πανδαμάτορα χρόνου, νοηματίζει τὸ παρὸν καὶ διαμορφώνει εὐοίωνες προοπτικὲς γιὰ τὸ μέλλον. Ἀκτινοβόλος καὶ ἠλιοπερίχυτος ὁ τρισμακάριος Ἱεράρχης, θὰ ἐννοιολογεῖ πάντα τὴν Ἐκκλησία ὡς ἐργαστήριο ἁγιότητας καὶ ἐφαλτήριο ἐμπνευσμένων ἀγώνων γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν εὔκλεια τοῦ Γένους. Καὶ εὐελπιστοῦμε νὰ τὸν ξαναπολαύσουμε καὶ πάλι, μὲ θεοϋφαντη στολὴ ἱερουργοῦντα στὸ Ὑπερουράνιο Θυσιαστήριο, ἀφοῦ πρῶτα ἀξιωθοῦμε νὰ τὸν ἐγκωμιάσουμε ὡς Ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας, στὴν χειροποίητη σκηνὴ τῆς ἐπίγειας Θείας Μυσταγωγίας. Ἐκζητοῦμε τὶς πρὸς Θεὸν πρεσβεῖες του. Ἀμήν.
Ἦταν Φθινόπωρο τοῦ 1988 ὅταν βρέθηκα πρώτη φορὰ στὸν Πειραιᾶ καὶ στὴν Ἀθήνα. Ἐπαρχιωτόπαιδο, χωρὶς ἐμπειρίες ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς πόλης, δίχως ἰδιαίτερες ἐκκλησιαστικὲς γνωριμίες, μέσα σὲ πρωτόγνωρες συνθῆκες ζωῆς... Εἶχα συνδεθεῖ ἀπὸ πολὺ μικρὸς μὲ τὸν ἀείμνηστο καὶ ἅγιο κατ’ ἐμὲ Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης Τιμόθεο καὶ τὸ περιβάλλον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Καλυβιανής. Στὰ πρῶτα φοιτητικά μου βήματα, ἔστειλε ὁ Θεός, ἐκεῖ στὸ «κλεινὸν ἄστυ» τῶν Ἀθηνῶν, φύλακα ἄγγελό μου καὶ ἀχώριστο συμπαραστάτη καὶ καθοδηγητή μου τὸν τότε Ἰωάννη Γιαννουδάκο ἀπόφοιτο ἐκκλησιαστικοῦ λυκείου καὶ σημερινὸ μοναχὸ π. Ἰερόθεο τὸν παγκοίνως γνωστὸ καὶ ἀγαπητό.
Διαμέναμε ἀμφότεροι στὸν Πειραιᾶ. Πάντα μαζὶ ἐκκλησιαζόμασταν. Κάποια Κυριακὴ βρεθήκαμε στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Λειτουργὸς ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης Σεβαστιανός. Ἦταν συνοδικὸς τὴν περίοδο ἐκείνη. Συμπροσευχόμενος ὁ ὁσίας μνήμης καὶ μεγίστου πνευματικοῦ κύρους Μητροπολίτης Σιδηροκάστρου ἀείμνηστος Ἰωάννης Παπάλης. Ὁμολογῶ ὅτι ἐκείνη ἡ λειτουργία σφράγισε ἀνεξίτηλα τὴν ζωή μου... Κατέβασε αἰσθητὰ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ! Τὰ βιώματα δὲν λέγονται, δὲν γράφονται, δὲν περιγράφονται... Ὑπάρχει καὶ ὁ ἀδιόρατος κόσμος τῆς καρδιᾶς, ποὺ ὅσα προσλαμβάνει καὶ ἀποθησαυρίζει, δὲν σημειολογοῦνται μὲ λεκτικὰ σχήματα, οὔτε καὶ καταστρώνονται σὲ ἀπόδοση γραφική... Ἕνας ἐπίσκοπος ποῦ ἔλαμπε ἐμφανῶς, εὐσταλὴς καὶ ἀρχοντικός, ἠδύμολπος καὶ κατανυκτικός, ἀσκητικὸς καὶ δοτικός, ἄτυφος καὶ ἱλαρός, σεμνὸς καὶ συμμετρικὸς σὲ κάθε κίνηση καὶ παρουσία, γλυκὺς ἀλλὰ καὶ ἐσωστρεφής (<ἦταν ἑαυτῷ καὶ Θεῶ συστρεφόμενος> κατὰ τὸν Γρηγόριο τὸν Θεολόγο), σύννους καὶ ἐπικοινωνιακός, ρωμαλέος καὶ ταπεινός, ὄντως ταπεινός, γέμιζε μὲ τὴν παρουσία του τῆς ἐκκλησιᾶς ἐκείνης τὴν εὐμεγέθη συγκρότηση καὶ πλούσια χωρητικότητα. Ἦταν μιὰ διαφορετικὴ ἔκδοση ἀρχιερατικῆς φυσιογνωμίας ἀπ’ ὅσες εἴχαμε συναντήσει μέχρι τότε... Κανένα ψευδεπίγραφο χαρακτηριστικὸ δὲν ὑπῆρχε πάνω του, οὔτε ἀκροθιγῶς καιροσκόπος στὸ φρόνημα καὶ ἀπολυταρχικὸς στὴν συμπεριφορά, ξένος μὲ τὴν ἐκμετάλλευση τῆς περίστασης καὶ τὸ στητὸ παράστημα πάνω στὸ βάθρο τῆς ἐξουσίας... Προπαντὸς δὲν ἦταν χρυσοφορεμένη μαριονέτα μὲ ἐπιδέξιες θεατρίστικες πιρουέτες στὴν Ὡραία Πύλη ὅπως πλειστάκις συμβαίνει... Ζωντάνευε ἀμεσότατα μὲ κάθε κίνηση καὶ λόγο του, τὸ ἀρχαῖο ἐκκλησιαστικὸ ἦθος καὶ τὸ μαρτυρικὸ φρόνημα τῶν πρώτων αἰώνων...
Γνήσιο ἀντίτυπο τῶν Πατέρων καὶ ὑπεύθυνος διαχειριστὴς τῆς κληρονομιᾶς ποὺ τοῦ ἐνεχείρισαν, τὸν εἴδαμε νὰ σκύβει στὸ ἱερὸ θυσιαστήριο συγκλονισμένος. Νὰ καταθέτει τὴν δική του ἀφοσίωση καὶ νὰ ἐκζητεὶ ἐπιμόνως τὸ Θεϊκὸ ἔλεος. Ἴχνος ἔπαρσης δὲν ἀνέβαινε στὸ πρόσωπό του. Ἀνάγλυφη στὴν μορφή του ἡ ψυχικὴ ἀρτιότητα καὶ ἡ βιωματικὴ ταπεινοφροσύνη. Στὴν ἱερὴ στιγμὴ τοῦ καθαγιασμοῦ τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ξεκολλοῦσε ἀπὸ τὰ μύχια τῆς καρδιᾶς του μὲ πραότητα καὶ συγκλονισμὸ μία μία τὶς λέξεις τῆς ἱκεσίας: «Κύριε Κύριε ἐπίβλεψον ἐξ ουρανοῦ καὶ ἴδε...» Ἀργότερα πληροφορήθηκα ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ἰερόθεο ποῦ χρημάτισε ἄμεσο πνευματικὸ τέκνο τοῦ ἀειμνήστου Ἱεράρχου, ὅτι ὁ μακαριστὸς π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος τοῦ ἔλεγε ἀστειευόμενος: «Εἶσαι γόης ὅταν λειτουργεῖς!»
Ἐκεῖνο, ὅμως, ποὺ ἐπισφράγισε καὶ ἐπαύξησε τὴν χερουβική του ἐκείνη λειτουργικὴ παράσταση, ἦταν τὸ ἐμπνευσμένο καὶ ἐκπληκτικό του κήρυγμα...Τι ρητορικὴ δεινότητα ἦταν αὐτή; Τί δυναμικὴ ἐκφορὰ λόγου καὶ τί συναρπαστικὴ ἀναφορὰ στὸ Εὐαγγέλιο τῆς ἡμέρας; Ὁ χειμαρρώδης τρόπος ὁμιλητικῆς, τὰ σχήματα πλοκῆς, ὅπως καὶ ἡ καλλιεπὴς καὶ ἐνθουσιώδης διατύπωση, θύμιζαν τὸν λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου γιὰ τὸν ἐπιστήθιο φίλο καὶ συσπουδαστὴ τοῦ Μέγα Βασίλειο: «Ὁ λόγος του ἠχοῦσε σὰν βροντή, γιατί ἡ ζωή του ἔφεγγε σὰν ἀστραπή!»
Βέβαια, σφραγῖδα γνησιότητας σὲ ὅλα αὐτά, ἀποτελοῦσε ἡ ἱλαρότητα τοῦ προσώπου του, ποὺ ἦταν ἐξακτίνωμα τῆς ἀσκητικότατης μορφῆς του... Ἦταν τὸ κήρυγμά του πιστοποίηση τῆς ἀναγεννημένης του ὕπαρξης, ἀπαύγασμα τῆς ἐσωτερικῆς του κατάνυξης, ἀπόσταγμα τῆς ἀγαπώσης καρδίας του. Γλυκύτατος καὶ βροντώδης! Διεκτραγωδοῦσε πάντα μὲ πόνο καὶ ἐλπίδα «τὸν θρῆνο καὶ τὸν πόνο» τῶν ἀλυτρώτων Βορειοηπειρωτῶν ἀδελφῶν μας, ποὺ στέναζαν κάτω ἀπὸ τὸ ἐπίπονο πέλμα τῆς ἀθεϊστικῆς πολιτικῆς ποὺ ἐπικρατοῦσε τότε στὴν Ἀλβανία καὶ ποθοῦσαν Ἀνάσταση...
Κάποτε, ἔχοντας αὐτὴν καὶ ἄλλες παρόμοιες ἐμπειρίες κοντά του, ἀπάντησα στὸν ὁμολογητὴ καὶ ἀνεπανάληπτο καθηγητή μας ἀείμνηστο π. Γεώργιο Μεταλληνό, ὅταν μᾶς ρώτησε στὸ μάθημα τῆς ὁμιλητικῆς, ποιός ἐκ τῶν συγχρόνων ἱεροκηρύκων μας ἔχει ἐντυπωσιάσει... Εὐθαρσῶς κοινοποίησα τὴν ἄποψή μου, γιὰ τοὺς μακαριστοὺς καὶ ἁγίους Ἱεράρχες Φλωρίνης Αὐγουστῖνο καὶ Κονίτσης Σεβαστιανό. Συμφώνησε ὁ παπα Γιώργης καὶ συμπλήρωσε ἄλλα δύο ὀνόματα. Τῶν ἐν ἁγίοις ὠσαύτως αὐλιζομένων Μητροπολιτῶν Νικαίας Γεωργίου καὶ Χίου Χρυσοστόμου Γιαλούρη. Αὐτὴ ἡ πρώτη γνωριμία μαζί του στὸν Ἅγιο Νικόλαο Πειραιῶς ἦταν ἀρκετὴ γιὰ νὰ μοῦ δημιουργήσει τὴν ἀκατανίκητη ἔφεση νὰ μαθητεύσω κοντά του.
Μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες, μοῦ λέει καὶ πάλι ὁ Γιάννης (νῦν π. Ἰερόθεος). Πᾶμε νὰ γνωρίσεις ἕναν ἅγιο ἄνθρωπο. Μὲ πῆγε στὸν ἅγιο Πορφύριο. Οὐδέποτε μοῦ ἀπεκάλυψε τὴν στενὴ σχέση ποῦ εἶχε μαζί του. Δὲν εἶχα ἀκούσει μέχρι τότε κάτι περὶ ἁγίου Πορφυρίου. Ὅταν πήγαμε, τὸν βρήκαμε ξαπλωμένο, μιὰ σταλιὰ γεροντάκι, σκεπασμένο μὲ ἕνα κατάλευκο σινδόνι. Τὸν κοίταζα φαίνεται ἐταστικά... Ὁ Γιάννης μιλοῦσε ἔξω ἀπὸ τὸ δωμάτιο μὲ τὴν ἀνιψιὰ τοῦ... Ὁ ἅγιος, μοῦ ἔκανε κάποιο χαριτωμένο σχόλιο γιὰ τὸν Γιάννη... Ἔπειτα μὲ ξάφνιασε πολὺ μὲ αὐτὸ ποῦ μοῦ εἶπε: «Αὐτὸς ὁ δεσπότης ποὺ εἶδες (ὁ Σεβαστιανὸς) εἶναι ἅγιος! Γι’ αὐτό σου ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση! Τὸν ἔκαναν ὅμως μὲ τὸ ζόρι δεσπότη! Τὸν ἀπείλησε ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος μὲ καθαίρεση ἂν δὲν δεχόταν... Οὔτε εἶχε ἰδέα... Ὅλοι ἐκείνης τῆς περιόδου σπρώχθηκαν πολὺ γιὰ νὰ γίνουν Ἐπίσκοποι... Πιὸ πολὺ ὅμως ἐτοῦτος ποῦ εἶδες (ὁ Σεβαστιανὸς) καὶ ὁ Μητροπολίτης τοῦ χωριοῦ μου (ὁ Καρυστίας). Γι’ αὐτὸ ἔχουν μεγάλη εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεό... Νὰ θυμᾶσαι πάντα, κατέληξε. Οἱ ἅγιοι Ἐπίσκοποι ἐπιστρατεύονται...!» Ἦταν ἱκανὴ ἡ ἀγιόλεκτη αὐτὴ σύσταση νὰ μὲ ὠθήσει πιὸ κοντὰ στὸν τρισμακάριο Σεβαστιανό.
Ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ καλύτερα «σχολεῖα» ποῦ πλημμελῶς φοίτησα... Δὲν εἶχα τὴν ἀπαιτούμενη ἔμπνευση δυστυχῶς προκειμένου νὰ ἀποκομίσω πολλά... Τὸν ἀκολουθοῦσα ὅμως, ὅσο μποροῦσα, σὲ κάθε βῆμα του... Θαύμαζα καὶ χαιρόμουν... Καὶ ἐκεῖνος ἄλλοτε πείραζε μὲ τὸ λεπτὸ ἐκεῖνο ἐξιδιασμένο χιοῦμορ του καὶ ἄλλοτε ταπεινωνόταν στὸν ἔσχατο δυνατὸν βαθμό, ζητῶντας μας νὰ τὸν συγχωρήσουμε καὶ νὰ εὐχόμαστε νὰ εὕρει ἔλεος παρὰ Κυρίου... «Νὰ ἀσπασθεῖς τὴν δεξιὰ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Τιμοθέου ἐκ μέρους μου» ἔλεγε πάντα... Βαθεῖα ἡ ἐκτίμηση τοῦ ἑνὸς πρὸς τὸν ἄλλον. Καὶ ἀμοιβαῖος ὁ σεβασμὸς καὶ ἡ ἀναγνώριση...
Κάποτε στὰ γραφεῖα τῆς ΣΦΕΒΑ στὴν Ἀθήνα, ἐπανάλαβε σὲ ἐλαφρὰ παράφραση τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, μὲ βαθὺ ἀναστεναγμό, κοινοποιῶντας αἴσθηση ἐκκλησιαστικῆς μοναξιᾶς καὶ ἀνθρωπίνης ἀναζητήσεως: «Καλλίνικον οὐκ ἔχω, νῦν δὲν καὶ Ἐπιφάνιον, τοὺς σύμψυχους ἀδελφοὺς καὶ συλλειτουργούς!» Ἐννοοῦσε τὸν Ἅγιο Καλλίνικο Μητροπολίτη Ἐδέσσης καὶ τὸν Μεγάλο σύγχρονο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας Ἄρχιμ. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο ποὺ τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες εἶχε κοιμηθεῖ...
Γιὰ νὰ μὴν μακρηγορήσω, ἐπαναλαμβάνοντας γεγονότα πανθομολογούμενα καὶ γνωστά, καταλήγω ἐπισημαίνοντας ὅτι τὸν Σεβαστιανὸ ὅλοι τὸν γνωρίζουν ἀπὸ τοὺς ἀνυπόστολους ἡρωικοὺς ἀγῶνες του γιὰ τὴν Βόρειο Ἤπειρο. Ἂν καὶ εἶναι μιὰ ὑπερθαύμαστη πτυχὴ τῆς πολύπλευρης καὶ ἐπίμοχθης διακονίας του, νομίζω ὅτι ἀδικεῖται ἡ Χριστοειδὴς προσωπικότητά του, ἂν ἀπομονώσουμε τοὺς ἐθνικοὺς ἀγῶνες του, ἀπὸ τὰ οὐρανόφρονα σκιρτήματα τῆς ἀναγεννημένης καρδιᾶς του... Ἦταν θερμουργὸς καὶ ἀκαμάχητος ἀγωνιστής, γιατί πρῶτα ὑπῆρξε Χριστοτερπὴς καὶ ὀσίαθλος ἀσκητής. Τὸ τονίζω αὐτό, γιατί αὐτὴ ἡ γενεσιουργὸς δύναμη κάθε ἄλλης ἐπιδόσεως καὶ ἐπιτυχίας του, ἥκιστα ἀναφέρεται στὶς ἀξιόλογες, κατὰ τὰ ἄλλα, ἀναφορὲς ποὺ γίνονται γιὰ τὴν ἰλιγγιώδους ὕψους προσωπικότητά του...
Συνέλαβε μὲ τὸν πιὸ ἐκλεπτυσμένο καὶ εὐαίσθητο τρόπο τὸ δρᾶμα καὶ τὸ κλάμα, (ὅπως τὸ ἔλεγε), τῶν Βορειοηπειρωτῶν ἀδελφῶν, γιατί ἐνσάρκωνε πρωτίστως ἦθος Χριστοειδὲς καὶ ταυτίζονταν ὑπαρξιακὰ μὲ τὸν πόνο τῶν ἄλλων... Ἦταν ἀπόσταγμα τῆς ἐσωτερικῆς του ἀναγέννησης, τὸ ἄθλημα τῆς ἀπελευθέρωσης τῶν ὑποδούλων παιδιῶν του...
Εἶχε θριαμβευτικὴ ἄνοδο στὰ ἄφθαρτα σκηνώματα τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ. Ἀξιώθηκε καὶ τοῦ ἁγιοπρεπέστατου χαρίσματος τῆς μακαρίας τελευτῆς! Μοῦ διηγήθηκε ὁ ἀδελφὸς καὶ συμφοιτητὴς μοῦ Ἄρχιμ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος, τὰ ἑξῆς: «Τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του, τὸν ἀπειλοῦσε ἡ γνωστὴ τρομοκρατικὴ ὀργάνωση 17 Νοέμβρη... Καθόλου δὲν πτοήθηκε... Εἶχε ὑπερβεῖ ἐντελῶς τὸν θάνατο... Ἔλεγε μὲ παροιμιώδη ἠρεμία, ψυχικὴ γαλήνη καὶ χαρούμενη διάθεση: "Κύριε, ὅπως θέλεις, ὅπου θέλεις καὶ ὀπόταν θέλεις! Τὸ θέλω Σου, θέλω μου! Μόνο ἀξίωσέ με ἐκείνη τὴν ἡμέρα νὰ ἔχω κοινωνήσει"...».
Τελικά, ἀξιώθηκε μαρτυρικῆς τελειώσεως μέσῳ τῆς βασανιστικῆς ἀσθένειας τοῦ καρκίνου... Ἤμουν δίπλα του διαρκῶς... Ἀξιώθηκα νὰ ζήσω τὸ ἐνδοξότατο πέρασμά του στὴν αἰωνιότητα καὶ νὰ τοῦ κλείσω τὰ μάτια. Ἐκεῖνο τὸ πρωινό, ἀνήμερα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, 12 Δεκεμβρίου 1994 βρισκόταν σὲ βαθὺ κῶμα. Ἦρθαν οἱ γιατροὶ ποὺ τὸν περιέβαλλαν μὲ ἰδιαίτερο σεβασμὸ καὶ εἶπαν: « Δὲν ἔχει νόημα νὰ κρατᾶμε ἄλλο τον Σεβασμιώτατο...». Τοῦ ἀφαίρεσαν ὅλους τοὺς ὑποστηρικτικοὺς μηχανισμούς... Πλησίασα τότε καὶ τοῦ φώναξα δυνατὰ στὸ αὐτί: « Σεβασμιώτατε, θέλετε νὰ κοινωνήσετε;» Ω τοῦ θαύματος! Ἀμέσως ἄνοιξε τὰ μάτια του! Συγκατένευσε ὅτι ἐπιθυμοῦσε. Ἀμεσότατα φέραμε τὴν Θεία Κοινωνία ἀπὸ τὸ Σιναΐτικο μετόχι. Πάλι ἀντιλήφθηκε τὴν στιγμὴ τῆς τελευταίας ἐκείνης συγκλονιστικῆς ἐπαφῆς του μὲ τὸ Ἁγιοπότηρο τῆς Ζωῆς! Ἕνωσε τὰ τρία δάκτυλα τῆς δεξιᾶς χειρὸς γιὰ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Τὸν βοήθησα ἐγὼ νὰ κάνει τὸν ἱερὸ σχηματισμὸ πάνω του ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ σηκώσει τὸ χέρι του. Ἄνοιξε τὰ μάτια καὶ ἔλαβε τὴν Θεία Κοινωνία «ἐφόδιον ζωῆς αἰωνίου» ὅπως ἐπιθυμοῦσε. Ἀμέσως ἄστραψε τὸ πρόσωπό του. Ἐκείνη τὴν στιγμή, χωρὶς καμία σύσπαση καὶ ἰδιαίτερη κίνηση, μέσα στὸ μυστήριο τῆς ἄρρητης φωτοχυσίας ποὺ ἐξέπεμψε ἡ μορφή του, φτερούγισε, ἀναχώρησε γιὰ τὴν «ποθεινὴν πατρίδα» ποῦ προσδοκοῦσε καὶ διὰ βίου ἐπιποθοῦσε...»
Ἡ κηδεία του μεγαλειώδης! Χιλιάδες ὁ κόσμος! «Ἦταν κηδεία Μεγάλου Βασιλείου» ὁμολόγησε συγκλονισμένος, ὁ φίλος τοῦ Μητροπολίτης Κίτρους καὶ Κατερίνης Ἀγαθόνικος! Ὁ Ἀγαθόνικος ποῦ ἔφυγε καὶ ἐκεῖνος πρόσφατα γιὰ τὴν ὄντως Ζωή, ἦταν ἕνας ἄλλος ἅγιος Ἱεράρχης ποῦ γνώρισα. Θὰ ἀσχοληθῶ ἀργότερα μὲ τὴν ἐκπληκτικὴ προσωπικότητα καὶ ἐκείνου. Θυμᾶμαι τοὺς ἁγίους Ἱεράρχες Καστορίας Γρηγόριο τὸν Γ΄ καὶ Κίτρους Ἀγαθόνικο, νὰ σκύβουν εὐλαβικὰ καὶ νὰ ἀσπάζονται τὸ χέρι τοῦ μαρτυρικοῦ Μητροπολίτου Λαρίσης Θεολόγου μέσα στὸ ἱερὸ βῆμα τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Κονίτσης καὶ νὰ τοῦ λένε: «Φεύγουν τὰ διαμάντια τῆς Ἱεραρχίας μας!»
Στὸν ἐπικήδειο λόγο του ὁ τότε γραμματεὺς τῶν συνοδικῶν δικαστηρίων Ἄρχιμ. Σεραφεὶμ Μεντζελόπουλος νῦν Μητροπολίτης Πειραιῶς, ἐγκωμίασε τὸν ἀείμνηστο Ἱεράρχη μὲ λόγο ἀκριβοδίκαιο, παρρησιασμένο, γλαφυρότατο καὶ τολμῶ νὰ πῶ ἐπαναστατικό. Ἦταν ἔκπληξη γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ τὰ τυχὸν ὀδυνηρὰ ἀποτελέσματα ποῦ θὰ ἀκολουθοῦσαν, ἡ σθεναρὴ ἐκείνη ὁμολογία τοῦ Σεραφείμ... Ἀνάμεσα στ’ ἄλλα τόνισε: «Εἰσέρχεται ἐν τῷ Θεῷ < ὁ μισήσας τὰ ἔργα των Νικολαϊτῶν> (Ἄποκ.Β΄,6)...Ο πανυπερτέλειος καὶ καθαρὸς Θεὸς δὲν ἀποδέχεται τὸν συμβιβασμὸν μὲ τὰ ἔργα τῆς φαυλότητας καὶ ἀσφαλῶς δὲν θεωρεῖ γνησίαν τὴν ἐπισκοπικὴν διακονίαν ποὺ μὲ τὸ πρόσχημα τῆς εἰρηνεύσεως ἢ τῆς ταπεινώσεως ἀνοίγει τὸν δίαυλον εἰς τὴν πρακτικὴν τῆς σεσηπυΐας χοϊκότητος ἀδιαφοροῦσα διά την ἐπέκεινα προοπτικὴν καὶ ἀξιοπρέπειαν τοῦ τιμιωτάτου ἀνθρωπίνου προσώπου... Ὁ ἀποιχόμενος ὅμως τιμιώτατος καὶ καθαρότατος Ἐπίσκοπος, ὁ μεγαλοφυῶς ὑπερβὰς τὰς ἀντινομίας τοῦ χοϊκοῦ ἡμῶν περιβλήματος καὶ τοῦ δερματίνου χιτῶνος, ἀνεδείχθη <πιστὸς ἄχρι θανάτου>(Αποκ. Β΄,10) καὶ ἀνένδοτος καὶ ἀσυμβίβαστος τηρητὴς τοῦ ἀρχαίου ἡμῶν κάλλους καί <τῆς ἀγάπης τῆς πρώτης> (Ἄποκ. Β΄,4)». Αὐτὴ ἡ εὔστοχη καὶ βαρυσήμαντη ἐπισήμανση ἀποκρυπτογραφεῖ ὁλοσχερῶς τὴν ἐνδοκρύφια νόσο ἐκείνης τῆς ἐποχῆς καὶ ἀνατέμνει ἐναργῶς τὴν ὁμοιοπαθῆ κατάστασή του σήμερα, ἐπικινδύνως γιγαντωθεῖσα καὶ ἀπροκαλύπτως κομπάζουσα...».
Σ’ αὐτὰ ἀξίζει νὰ προστεθεῖ καὶ ἡ μαρτυρία τοῦ Ἄρχιμ. Ἀρσενίου Κατερέλου καθηγουμένου τῆς Ι.Μ. Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος (αὐταδέλφου τοῦ Μητροπολίτου Κρήνης Κυρίλλου), γιὰ τὴν κατάθεση τοῦ Ἁγίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, ὅπως τὴν διέσωσε: «Δεσποτᾶδες ὑπάρχουν πολλοί, ἀλλὰ Σεβαστιανὸς κανένας!»
Τὰ χρόνια πέρασαν. Ἔκλεισε πρόσφατα ὁλόκληρη τριακονταετία ἀπὸ τὴν ὀσιοπρεπὴ μεταχώρησή του στὰ ἐπουράνια. Ἡ μορφή του, ὅμως, ζωντανὴ καὶ ἀνεξίτηλη βρίσκεται πάντα συνοδὸς τοῦ πανδαμάτορα χρόνου, νοηματίζει τὸ παρὸν καὶ διαμορφώνει εὐοίωνες προοπτικὲς γιὰ τὸ μέλλον. Ἀκτινοβόλος καὶ ἠλιοπερίχυτος ὁ τρισμακάριος Ἱεράρχης, θὰ ἐννοιολογεῖ πάντα τὴν Ἐκκλησία ὡς ἐργαστήριο ἁγιότητας καὶ ἐφαλτήριο ἐμπνευσμένων ἀγώνων γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν εὔκλεια τοῦ Γένους. Καὶ εὐελπιστοῦμε νὰ τὸν ξαναπολαύσουμε καὶ πάλι, μὲ θεοϋφαντη στολὴ ἱερουργοῦντα στὸ Ὑπερουράνιο Θυσιαστήριο, ἀφοῦ πρῶτα ἀξιωθοῦμε νὰ τὸν ἐγκωμιάσουμε ὡς Ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας, στὴν χειροποίητη σκηνὴ τῆς ἐπίγειας Θείας Μυσταγωγίας. Ἐκζητοῦμε τὶς πρὸς Θεὸν πρεσβεῖες του. Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου