21 Οκτ 2025

Ἅγιος Χρυσοστόμος Παπασαραντόπουλος - Ὁ "νέος Κύριλλος καὶ Μεθόδιος τῆς Ἀφρικῆς"

Στὸν αἰώνιο ρυθμὸ τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπου ἡ ἁγιότητα δὲν εἶναι ἁπλῶς ἱστορικὸ γεγονὸς ἀλλὰ ζωντανὴ μαρτυρία πίστης, ἡ ἁγιοκατάταξη τοῦ Χρυσοστόμου Παπασαραντόπουλου, στὶς 8 Ὀκτωβρίου 2025 ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας, σημαδεύει μιὰ νέα ἐποχὴ γιὰ τὴν ἱεραποστολή. Αὐτὸς ὁ ταπεινὸς Μεσσήνιος ἱερομόναχος, ποὺ στὰ 57 του χρόνια ἄφησε τὴν ἄνεση τῆς Ἑλλάδας γιὰ νὰ σπείρει τὸν σπόρο τοῦ Εὐαγγελίου στὴν ἀφρικανικὴ γῆ, γίνεται τώρα πρότυπο γιὰ κάθε ψυχὴ ποὺ ἀκούει τὸ κάλεσμα τοῦ Χριστοῦ πέρα ἀπὸ τὰ σύνορα τοῦ οἰκείου. Ἡ ζωή του, ὑφασμένη ἀπὸ φτώχεια, ἄσκηση καὶ ἀκατάπαυστη ἀγάπη, ξεδιπλώνεται σὰν ἕνα ποτάμι ποὺ ρέει ἀπὸ τὰ βουνά το
 Ταΰγετου μέχρι τὶς κόκκινες πεδιάδες τς Οὐγκάντας, φέρνοντας μαζί του ἱστορίες θαυμάτων ποὺ δὲν εἶναι ὑπερβολές, ἀλλὰ φυσικὲς ἐκδηλώσεις τῆς Χάρης σὲ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἔζησε ὡς "Χρῆστος ὁ ἄχρηστος", ὅπως ὑπέγραφε τὶς ἐπιστολές του... 
Γεννήθηκε τὸ 1903 στὸ μικρὸ χωριὸ Βασιλίτσι τῆς Μεσσηνίας, ὁ Χρῆστος Παπασαραντόπουλος, σὲ μιὰ οἰκογένεια βοσκῶν ποὺ ἡ φτώχεια της ἦταν βαθιὰ ριζωμένη στὴ γῆ ὅπως τὰ δέντρα τῆς ἐλιᾶς. Ὁ πατέρας του, καταγόμενος ἀπὸ τὴν Τρίπολη, εἶχε χάσει τὴν πρώτη του σύζυγο καὶ μὲ τὴ δεύτερη ἀπέκτησε τέσσερα παιδιά, ἀνάμεσά τους καὶ τὸν Χρῆστο, τὸν μικρότερο. Ἡ παιδική του ἡλικία ἦταν σύντομη καὶ σκληρή: μέχρι τὴν τετάρτη τάξη τοῦ Δημοτικοῦ, ὅπου ὁ ξαφνικὸς θάνατος τοῦ πατέρα ἀνάγκασε τὸν ἔφηβο νὰ δουλέψει στὰ χωράφια, μαθαίνοντας ὄχι γράμματα, ἀλλὰ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν προσευχὴ ἀπὸ τὴ μητέρα του. Παρ' ὅλο ποὺ ἡ ἐγκύκλια παιδεία του ἔμεινε ἀνολοκλήρωτη, ἡ ψυχή του ἦταν γεμάτη ἀπὸ τὶς διδαχὲς τῆς Ἐκκλησίας – ἐκεῖνες τὶς ὧρες πού, κρυμμένος πίσω ἀπὸ ἕναν βράχο, ψιθύριζε προσευχὲς βλέποντας τὰ ἀστέρια πάνω ἀπὸ τὸν Ταΰγετο. Ἦταν μιὰ ἐποχὴ ποὺ ἡ Μεσσηνία, ἀκόμα τραυματισμένη ἀπὸ τοὺς Βαλκανικοὺς Πολέμους, ἔμοιαζε μὲ γῆ σπόριμη γιὰ ἁγίους: ἄνθρωποι ἁπλοῖ, ποὺ ἡ πίστη τους ἦταν ἀσπίδα ἐνάντια στὴ δυστυχία. 


Στὰ δεκαπέντε του, τὸ 1918, ὁ Χρῆστος νιώθει τὸ πρῶτο τράβηγμα πρὸς τὸν μοναχικὸ βίο. Προσηλθει στὸ ἀσκητήριο τοῦ Ἠλία Παναγουλάκη στὴν Καλαμάτα, ἕναν τόπο ἄσκησης στὶς παρυφὲς τῆς πόλης, ὅπου νέοι καὶ νέες ἀπὸ ὅλη τὴν Πελοπόννησο μαζεύονταν γιὰ νὰ γευτοῦν τὴν ἀγγελικὴ ζωή. Ἐκεῖ, ἀνάμεσα σὲ φίλους ὅπως ὁ μετέπειτα π. Ἰωὴλ Γιαννακόπουλος, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἀχώριστος σύντροφός του στὶς πνευματικὲς ἀναζητήσεις, ὁ Χρῆστος μαθαίνει τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ὑπακοή. Οἱ δυό τους, σὲ ἐπιστολὲς γεμᾶτες χιοῦμορ καὶ ταπεινοφροσύνη, ὑπέγραφαν ὡς "ἄχρηστος" καὶ "ἀφώτιστος", σὰν νὰ ἔλεγαν ὅτι ἡ γνώση ἔρχεται μόνο ἀπὸ τὸν Θεό. Μετὰ τὴ στρατιωτικὴ θητεία του ἀπὸ τὸ 1921 ἕως τὸ 1924, στὸν Ἕβρο καὶ τὴν Καλαμάτα, ἐπιστρέφει στὴ σκήτη καί, τὸ 1925, ντύνεται τὸ μοναχικὸ ράσο στὴ Μονὴ Μαρδακίου στὸν Ταΰγετο, λαμβάνοντας τὸ ὄνομα Χρυσόστομος – πρὸς τιμὴν τοῦ μεγάλου Πατρός, τοῦ ὁποίου ἡ φλόγα θὰ γίνει ἀργότερα ὁ φάρος τῆς δικῆς του ζωῆς. 

NIKITAS KOTSIARIS PHOTOGRAPHY nik.qr 
Ἡ ἱεροσύνη ἔρχεται γρήγορα, τὸ 1926, μὲ χειροτονία διακόνου καὶ πρεσβυτέρου ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μεσσηνίας Μελέτιο Σακελλαρόπουλο. Διορίζεται ἐφημέριος στὴν Ἄμφεια (Γαρδίκι) καὶ ἡγούμενος στὴ Μονὴ Γαρδικίου, ὅπου, παρὰ τὴν ἔλλειψη μοναχῶν, ὀργανώνει κατηχητικά 
σχολεῖα καὶ γίνεται πνευματικὸς πατέρας δεκάδων ψυχῶν. Οἱ χωρικοὶ τὸν λένε "ἀνάργυρο", γιατί ποτὲ δὲν κρατάει χρήματα στὸ χέρι του – τὰ δίνει ὅλα στοὺς φτωχούς, ζῶντας σὰν νὰ μὴν ἀνήκει σὲ αὐτὸν κόσμο. Ἀπὸ τὸ 1931 στὴ Μονὴ Χρυσοκελλαριάς, συνεχίζει τὸ ἔργο του, κατηχῶντας στὰ γειτονικὰ χωριὰ Βασιλίτσι καὶ Χαρακοπιό, ἐνῷ ἀπὸ τὸ 1934 ἕως τὸ 1938 ὑπηρετεῖ ὡς ἐφημέριος σὲ ἄλλα χωριὰ τῆς Μεσσηνίας. Τὸ 1938, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρύσανθος τὸν καλεῖ στὴν πρωτεύουσα ὡς ἐξομολόγος στὰ κατηχητικὰ σχολεῖα, ἐντάσσοντάς τον στὴ Μονὴ Πετράκη. Γίνεται ἡγούμενος τῆς Μονῆς Φανερωμένης Σαλαμίνας, ἀλλὰ ἡ Κατοχὴ τοῦ 1941 τὸν βρίσκει πίσω στὴν Πετράκη, ὅπου τὸ κελλὶ του γίνεται καταφύγιο γιὰ φοιτητὲς ἀπὸ τὴν ἐπαρχία. Ἐκεῖ, στὰ χρόνια τῆς πείνας καὶ τοῦ σκότους, μοιράζει τὸ ψωμί του καὶ τὴν ἐλπίδα του, βοηθῶντας δεκάδες νέους νὰ ἐπιβιώσουν, σὰν ἕνας μυστικὸς ἄγγελος στὴν καρδιὰ τῆς Ἀθήνας. 

Ἡ δίψα γιὰ γνώση, ποὺ ἡ φτώχεια εἶχε πνίξει στὴν παιδική του ἡλικία, ξυπνᾶ ἀργά. Στὰ 56 του, δίνει ἐξετάσεις καὶ ἀποφοιτᾶ ἀπὸ τὸ Γυμνάσιο, ἀνοίγοντας τὸν δρόμο γιὰ τὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Τὸ 1959, πτυχιοῦχος πλέον, νιώθει τὸ κάλεσμα ποὺ θὰ ἀλλάξει τὰ πάντα. Στὴ Σχολὴ γνωρίζεται μὲ φοιτητὲς ἀπὸ τὴν Οὐγκάντα, ποὺ τοῦ μιλοῦν γιὰ τὴν ἀφρικανικὴ ἤπειρο: ἐπιδημίες, πεῖνα, σκλαβιὰ τῶν ψυχῶν ὑπὸ ἀποικιοκρατικὲς δυνάμεις. Τὸ Πάσχα τοῦ 1960, προσκυνητῆς στὰ Ἱεροσόλυμα, γονατίζει στοὺς Τόπους τοῦ Χριστοῦ καὶ προσεύχεται: "Κύριε, ἐνίσχυσέ με γιὰ τὸ ἔργο Σου". Ἐπιστρέφοντας, παρουσιάζεται στὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Χριστοφόρο, ζητῶντας εὐλογία. Ὁ Πατριάρχης τὸν προειδοποιεῖ γιὰ κινδύνους – ἀρρώστιες, ἐχθρότητα, μοναξιά. Μὰ ὁ Χρυσόστομος ἀπαντᾶ: "Εἶμαι ἕτοιμος νὰ πεθάνω γιὰ τὴν Ἀφρική". Καὶ ἔτσι, στὰ 57 του, μὲ κλονισμένη ὑγεία καὶ λίγα χρήματα στὴν τσέπη, φτάνει στὴν Οὐγκάντα τὸν Ἰούλιο τοῦ 1960, μόνος, χωρὶς ὑποστήριξη. 

Ἡ Ἀφρική τον ὑποδέχεται σκληρά, σὰν μητέρα ποὺ δοκιμάζει τὰ παιδιά της. Χωρὶς γνώση γλώσσας, μένει σὲ καλύβες, τρώει ὅ,τι βρίσκει, περπατᾶ χιλιόμετρα κάτω ἀπὸ τὸν καυτὸ ἥλιο. Μὰ ἡ πίστη του γίνεται φῶς. Μαθαίνει γρήγορα σουαχίλι καὶ τοπικὲς διαλέκτους, μεταφράζοντας τὴ Θεία Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου – ἐκείνη τὴ Λειτουργία πού, στὰ χέρια του, ἀποκτᾶ ἀφρικανικὰ χαρακτηριστικά, μὲ τὸν Χρυσόστομο εἰκονιζόμενο ὡς μαῦρο ἱερέα. Ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Οὐγκάντα, κατηχῶντας φυλὲς ὅπως οἱ Μπαγκάντα, βαπτίζοντας τοὺς πρώτους πιστοὺς σὲ ποτάμια καὶ λίμνες. Σύντομα, ἡ φλόγα ἐξαπλώνεται: στὴν Κένυα, ὅπου ἱδρύει ἐνορίες στοὺς Κικούγιου καὶ Ραγκόλε, χτίζοντας τὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου στὸ Ναϊρόμπι, καὶ λέει στὰ ἐγκαίνια: "Ἂν ὁ Θεὸς βοηθήσει, θὰ τὶς ἑκατοστήσουμε αὐτὲς τὶς ἐκκλησίες". Στὴν Τανζανία, ὀργανώνει σχολεῖα καὶ ἰατρεῖα, ἐνῷ στὸ Κονγκὸ (τότε Ζαΐρ), φτάνει μέχρι την Κανάνγκα, φροντίζοντας χῆρες καὶ ὀρφανὰ ἀπὸ πολέμους καὶ ἐπιδημίες. 

Τὸ ἔργο του εἶναι φιλάνθρωπο ὅσο καὶ ἱεραποστολικό. Ὀργανώνει συσσίτια γιὰ πεινασμένους, μοιράζει φάρμακα καὶ ροῦχα, μαθαίνει στὶς μητέρες ὑγιεινὴ καὶ κατήχηση. Συνεργάζεται μὲ ἁγίους ὅπως ὁ Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου καὶ ἡ Ὁσία Γαβριηλία, στέλνοντας ἐπιστολὲς ποὺ ζητοῦν προσευχὴ καὶ βοήθεια. Τὸ 1963, ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, ἱδρύει τοὺς "Φίλους τς Οὐγκάντας", ποὺ γίνονται ἡ Ἀδελφότητα Ὀρθοδόξου Ἐξωτερικῆς Ἱεραποστολῆς, ἕνα δίκτυο ποὺ στέλνει ἱερεῖς καὶ ὑλικά. Παρὰ τὶς δοκιμασίες – νεύρωση στομάχου, σιελόρροια, μοναξιὰ δεκατριῶν χρόνων – δὲν τὰ παρατᾶ. Σὲ μιὰ ἐπιστολὴ γράφει: "Ἡ πτωχή μου ψυχὴ δὲν δέχεται ἐγκατάλειψη τῆς Μαύρης Ἠπείρου. Κύριε, κάμε με ὅ,τι θέλεις". 
Καὶ ἐδῶ, στὴ ροὴ τῆς ἀφρικανικῆς του ζωῆς, ξεπηδοῦν θαυμαστὰ γεγονότα, ὄχι σὰν παραμύθια, ἀλλὰ σὰν μαρτυρίες τῆς Χάρης ποὺ ἐνεργεῖ μέσα ἀπὸ τὴν ἀδυναμία. Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ συγκινητικὰ συνέβη τὸ 1968 στὴ δυτικὴ Κένυα, κοντὰ στὸ Κισούμου. Μὲ τὸν π. Ὀβαδία, ἕναν Ἀφρικανὸ ἱερέα ποὺ εἶχε βαπτίσει ὁ ἴδιος, καὶ ἄλλους συντρόφους, ταξίδευαν μὲ ἕνα παλιὸ Land Rover γιὰ νὰ θεμελιώσουν ναούς. Ξαφνικά, καταρρακτώδης βροχὴ μετατρέπει τὸν δρόμο σὲ ποτάμι λάσπης. Τὸ αὐτοκίνητο βυθίζεται σὲ ρέμα, οἱ τροχοὶ χάνονται στὴ λάσπη, καὶ ἡ νύχτα πέφτει βαριά. Οἱ νέοι, ἐξαντλημένοι, ἀπελπίζονται. Μὰ ὁ γέροντας Χρυσόστομος, στὰ 65 του, μὲ σῶμα κουρασμένο ἀπὸ χρόνια ἀσθένειες, σηκώνεται σὰν νέος. Τραγουδᾶ ψαλμούς- "Δὲν μᾶς σκιάζει οὔτε ἡ μπόρα, οὔτε τὸ χαλάζι...", καὶ μὲ μιὰ δύναμη ποὺ φάνταζε ὑπερφυσική, ὁδηγεῖ τὴν ὁμάδα νὰ σηκώσουν τὸ ὄχημα στὰ χέρια, νὰ τὸ καθαρίσουν καὶ νὰ συνεχίσουν πεζὴ χιλιόμετρα κάτω ἀπὸ τὴ βροχή. Οἱ συνοδοί του ψιθυρίζουν: "Ποῦ βρῆκε τὴ δύναμη ὁ γέροντας;" Ἦταν σὰν ἡ προσευχή του νὰ εἶχε καλέσει ἀγγέλους νὰ τὸν στηρίξουν, θυμίζοντας τὸν Ἀπόστολο Παῦλο ποὺ "ὑπὲρ δυνάμεως" κηρύττει. 

Ἄλλο θαυμαστὸ γεγονός, ποὺ οἱ Ἀφρικανοὶ τὸ λένε "τὸ θαῦμα τῶν καρπῶν", συνέβη στὴν Οὐγκάντα στὰ πρῶτα χρόνια. Ὁ π. Χρυσόστομος, πεινασμένος μετὰ ἀπὸ μέρες νηστείας, φτάνει σὲ φυλὴ ποὺ ὑπέφερε ἀπὸ ξηρασία. Χωρὶς φαγητό, προσεύχεται μπροστὰ σὲ ἕνα ξεραμένο δέντρο μango καί, τὴν ἑπόμενη μέρα, καρποφορεῖ ξαφνικά, δίνοντας καρποὺς ἀρκετοὺς γιὰ ὅλο τὸ χωριό. Οἱ ἰθαγενεῖς, βλέποντας αὐτό, βαφτίζονται μαζικά, λέγοντας: "Ὁ πατέρας ἔφερε τὸν Θεὸ ἐδῶ". Δὲν ἦταν μαγεία, ἀλλὰ ἡ πίστη ποὺ κινεῖ βουνά, ὅπως ἔλεγε ὁ ἴδιος, ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὰ Εὐαγγέλια. Καὶ ὑπῆρχε καὶ ἡ προφητεία του: "Οἱ Ἀφρικανοὶ θὰ γίνουν ἱεραπόστολοι στὴν Εὐρώπη", μιὰ προφητεία ποὺ βλέπουμε νὰ πραγματοποιεῖται σήμερα, μὲ ἀφρικανοὺς ἱερεῖς νὰ ὑπηρετοῦν στὴν παλιὰ ἤπειρο. 

Ἡ ζωή του στὴν Ἀφρικὴ ἦταν καθημερινὸ θαῦμα, βάφτισε χιλιάδες, χειροτόνησε πάνω ἀπὸ ἑκατὸ ἱερεῖς, ἔχτισε δεκάδες ναοὺς καὶ σχολεῖα, πάντα μὲ τὰ χέρια του – σκαλίζοντας πέτρες, μεταφράζοντας ὕμνους, ἀγκαλιάζοντας ὀρφανά. Οἱ Ἀφρικανοὶ τὸν ἔλεγαν "ἅγιο" πρὶν ἀπὸ τὴν ἁγιοκατάταξη, ἕνας πιστός, βλέποντάς τον ἄρρωστο, φώναξε "Μὴν φύγει ὁ π. Χρυσόστομος, ἂς πεθάνει ἐδῶ νὰ ἔχουμε λείψανο ἁγίου!" Καὶ ἔτσι ἔγινε. Στὶς 15 Αὐγούστου 1972, στὴν Κανάνγκα το Κονγκό, κοιμήθηκε εἰρηνικά, στὰ 69 του, ἔχοντας κάνει τὴν Ἀφρικὴ "παιδιά" του, ὅπως ἔλεγε. 

Ἡ ἁγιοκατάταξή του, 53 χρόνια μετά, δὲν εἶναι τέλος, ἀλλὰ ἀρχή. Ὁ Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος, ὁ "νέος Κύριλλος καὶ Μεθόδιος τῆς Ἀφρικῆς", μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ ἱεραποστολὴ δὲν εἶναι δουλειὰ νέων, ἀλλὰ καρδιᾶς ποὺ καίγεται γιὰ τὸν Χριστό. Σήμερα, ἡ Ὀρθοδοξία στὴν Ἀφρικὴ ἀκμάζει – ἑκατοντάδες ἐνορίες, χιλιάδες πιστοί – χάρη σὲ ἐκεῖνον πού, μὲ πίστη μεγαλύτερη ἀπὸ τὰ ἐμπόδια, ἔδειξε ὅτι "τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ". Ἡ ζωή του ρέει ἀκόμα, σὰν ποτάμι ἀγάπης, καλῶντας μας νὰ ἀκολουθήσουμε. 
Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.