Πὼς εἰσέρχεται ἡ ἐκκοσμίκευση στὴ ἐκκλησιαστικὴ ζωή; Ὅταν μειώνεται ἡ ἐνάρετη πίστη καὶ δὲν ἐπηρεάζει πλέον τὴν καθημερινότητα τῶν πιστῶν. Ὅταν ἡ κοινωνία, ἡ γνώση, ἡ ἐπιστήμη ἀποϊεροποιοῦνται καὶ κυριαρχοῦνται ἀπὸ διδάγματα τοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ τῆς ἀπιστίας. Ὅταν χάνεται ἡ σχέση τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν Δημιουργὸ Θεό, καθὼς ἐγκλωβίζονται στὸ παρὸν τῆς ζωῆς, ἀρνούμενοι τὸ αἰώνιο μέλλον τους. Ὅταν κάποιοι ἄνθρωποι, ἀκόμη καὶ μέλη τῆς Ἐκκλησίας παρασύρονται καὶ ἐπιλέγουν νὰ ζοῦν σαρκικὴ ζωή, περιφρονῶντας, ἀφρόνως, τὰ χαρίσματα τοῦ κατ΄ εἰκόνα καὶ τὶς σπουδαῖες καὶ μεγάλες δυνατότητες τῆς πνευματικῆς τους φύσεως, τὴ μετάνοια, τὴν κάθαρση, τὸν φωτισμὸ καὶ τὴ θέωση.
Ἡ ἐκκοσμίκευση, ὡς γνωστό, συνδέεται ἢ ταυτίζεται μὲ τὴν μόδα τῆς σύγχρονης προοδευτικῆς ἐποχῆς, ποὺ θέλει τὸν ἄνθρωπο ἀποχριστιανοποιημένο... καὶ ἀποεκκλησιαστικοποιημένο, στὴν οὐρὰ τοῦ δυτικοευρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ.
Ὁ ἐκκοσμικευμένος ἢ "προοδευτικὸς Χριστιανὸς" ἐπιλέγει νὰ ἀφιερώνει τὴ ζωή του, ἀποκλειστικά, στὴ βιωτικὴ μέριμνα, ζῶντας μὲ ἕνα κοσμικὸ μοντέλο ζωῆς καὶ σκέψης. Γιὰ τὸν ἐκκοσμικευμένο εἶναι ἀνύπαρκτη ἡ ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἡ μελέτη θανάτου, ἡ νίκη κατὰ τοῦ Θανάτου διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, καθὼς εἶναι προσκολλημένος στὰ θανάσιμα πάθη της φιλοπλουτίας, τῆς φιλοδοξίας καὶ τῆς φιληδονίας.
Ἂν καὶ δὲν ἀρνεῖται τὴν ὕπαρξη τῆς Ἐκκλησίας, ὡς θεσμοῦ, ὅμως, τὴν θέλει καὶ αὐτὴν ὑποταγμένη στὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, στὴν προσωρινότητα τῶν ὑλιστικῶν ἀπολαύσεων τῆς ζωῆς, ἐνῷ ἐπιλέγει νὰ παραμένει ἄγευστος τῆς γνήσιας χριστιανικῆς πνευματικότητας καὶ τῆς ἐνάρετης ζωῆς.
Πηγαίνει μὲν στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἔχει τὶς δικές του θέσεις γιὰ τὴ Θεολογία της, τὴν ὁποία θέλει ἀλλοιωμένη καὶ προσαρμοσμένη στὶς δικές του ἀρχές, νὰ λειτουργεῖ, δηλαδή, ὡς ἕνα καθαρὰ ἀνθρωποκεντρικὸ ἵδρυμα, μὲ προσανατολισμὸ στὴν κοινωνικὴ διακονία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι στὴ θεραπεία του ἀπὸ τὰ πάθη, τὴ μετάνοια καὶ τὴν κάθαρση. Βασικὸ στοιχεῖο, ποὺ χαρακτηρίζει τὴν ἰδεολογία τῶν ἐκκοσμικευμένων εἶναι ἡ περικοπὴ τῆς ἐπίδρασης ποὺ ἀσκεῖ ἡ Ἐκκλησία στὴν κοινωνική, πολιτικὴ καὶ πολιτισμικὴ ζωή.
Συνέπεια τῆς ἐκκοσμίκευσης εἶναι ἡ ἀπώλεια τῆς χριστιανικῆς θρησκευτικῆς πίστεως. Ἡ ἐκκοσμίκευση, ὡς φαινόμενο, φανερώνεται ἀπὸ τὴν περίοδο τῆς ἀναγνώρισης τῆς ἀνεξιθρησκίας καὶ τῆς ἐπισημοποίησης τοῦ Χριστιανισμοῦ (Μ. Κωνσταντῖνος 313 καὶ Μ. Θεοδόσιος (381).
Καὶ τοῦτο, καθὼς ὅταν ὁ Χριστιανισμὸς ἄρχισε νὰ ἐμπλέκεται στὶς διοικητικὲς δομὲς καὶ ἐξουσίες τοῦ κράτους, ἄρχισε νὰ ξεφεύγει ἀπὸ τὸν βασικό της σκοπό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργοῦνται ἀρνητικὲς συνέπειες γιὰ τὴν Ἐκκλησία, καθώς, ἔτσι, χάνεται ὁ ἁπλός, ἐλεύθερος, ἀγωνιστικὸς καὶ μαρτυρικός της χαρακτῆρα καὶ ἀναγκάζεται νὰ συμβιβάζεται καὶ νὰ προσαρμόζεται στὶς ποικίλες κοσμικὲς πιέσεις καὶ ἀπαιτήσεις καὶ νὰ γίνεται μιὰ συνιστῶσα τῆς κοσμικῆς ζωῆς.
Ὅσοι ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς δὲν ἄντεχαν τὴν εἰσβολὴ τῆς ἐκκοσμίκευσης στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, καθὼς ἐκεῖνοι ἤθελαν νὰ ζοῦν μὲ ἀπόλυτο τρόπο ζωῆς τὴν ὀρθόδοξη πίστη, κατέφευγαν στὸν Μοναχισμὸ (ἐρημιτικὸ ἢ κοινοβιακό), ποὺ διατηρεῖ τὸν αὐθεντικὸ τρόπο ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.
Φαίνεται συνεπῶς ὅτι, ὅταν εἰσάγεται ἡ ἐκκοσμίκευση στὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, προσλαμβάνονται ἢ ἐφαρμόζονται, ἐντὸς αὐτῆς, «κοσμικὰ» ἤθη ἢ ἄλλα στοιχεῖα, ποὺ ἀλλοιώνουν τὸν λυτρωτικὸ σκοπό, τὸν χαρακτῆρα καὶ τὸ περιεχόμενό της.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, τὰ τελευταῖα χρόνια, οἱ ἀλλαγὲς ποὺ προέκυψαν, στὸ πλαίσιο ἑνὸς γενικότερου ἐκσυγχρονισμοῦ στὴν κοινωνία, στὸν χῶρο τοῦ πολιτισμοῦ, στὴν ἐξέλιξη τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς γνώσεως, ἔφεραν κάποιους Χριστιανούς, ποὺ ἤθελαν νὰ ζοῦν κοσμικά, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, καθὼς ἡ ἐπιλογὴ τοῦ κοσμικοῦ τρόπου ζωῆς εἶναι ἀσύμφωνη μὲ τὶς ἀρχὲς τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ δημιουργοῦν ἀφορμὲς ἢ αἰτίες ἀμφισβήτησης ἢ καὶ ἀπομάκρυνσής τους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.
Ἡ ἀποχώρηση κάποιων ἀπὸ τὶς παραδοσιακές τους κοινότητες καὶ τὸν τρόπο ζωῆς, ποὺ τοὺς διατηροῦσε κοντὰ στὴ χριστιανικὴ πίστη, ἀποτέλεσε ἕναν ἄλλον παράγοντα ὑποχώρησης στοὺς ρυθμοὺς τῆς ἐκκοσμίκευσης.
Ἐν τῷ μεταξύ, κάποιες ἐκκλησιαστικὲς κοινότητες, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴ νέα κατάσταση καὶ νὰ μειώσουν τὶς ἀπώλειες, ἔκαναν τὸ λάθος νὰ ἀρχίσουν νὰ «συμμορφώνονται» καὶ νὰ ὑποκύπτουν στὰ «κοσμικὰ» αἰτήματα καὶ στὶς πιέσεις ποὺ δέχονταν ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν τῆς Ἐκκλησίας, μεταλλάσσοντας, προσαρμόζοντας, ἀποβάλλοντας ἢ καὶ περικόπτοντας αὐθεντικὰ στοιχεῖα, ποὺ συνθέτουν τὶς ἀλήθειες καὶ τὶς δομὲς τῆς πίστεως. Ἡ πίστη ἄρχισε νὰ περιορίζεται σὲ ἕνα ξεχωριστὸ ἰδιωτικὸ πλαίσιο.
Βέβαια, ἡ ἐκκοσμίκευση δὲν ἀφορᾶ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ κάποια ἀπὸ τὰ μέλη της, καθὼς ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει, ὡς παρουσία καὶ μαρτυρία Χριστοῦ, νὰ παρέχει τὸν τρόπο θεραπείας ἀπὸ τὶς ἀστοχίες τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸν τόπο ἐπιστροφῆς του στὴν πορεία του πρὸς τὴ λύτρωση.
Ὅπου ὑπάρχει ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, ὡς τόπος ἁγιασμοῦ τῶν πιστῶν στὸν Χριστὸ καὶ δὲν διακονεῖται ἐκεῖ τὸ ἔργο καὶ τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὴν ἴαση καὶ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ συγκεκριμένη κοινότητα χάνει τὸν δρόμο της. Ὅταν ὁ Χριστιανὸς ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ἐν Χριστῷ ζωῇ καὶ τὸν ἁγιαστικὸ χαρακτῆρα της, κινδυνεύει νὰ χαθεῖ, καθὼς φεύγει ἀπὸ τὴν προοπτικὴ τῆς ἐλπίδας γιὰ τὴν αἰώνια ζωή, ποὺ μόνον ὁ Χριστὸς παρέχει.
Ὅταν, ἐπίσης, μιὰ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, στὴ διακονία τῶν πιστῶν, δὲν θεωρεῖ ὡς βασική της προτεραιότητα, τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐπιδίδεται, μονομερῶς, σὲ ἄλλες κοινωνικές, πολιτισμικὲς καὶ ψυχαγωγικὲς δράσεις, εἶναι βέβαιο ὅτι ἀρχίζει νὰ χάνει τὸν προορισμό της, ὡς Ἐκκλησία, ἐπὶ τῆς γῆς.
Ἡ ἴδια ἡ ὀρθόδοξη Θεολογία, ἀποτελεῖ τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν κόσμο. Ὅταν, ὅμως, ἐκκοσμικεύεται, ἀκολουθῶντας εἴτε τὸν σχολαστικισμὸ εἴτε τὸν εὐσεβισμό, εἴτε τὸν ἠθικισμό, εἴτε διάφορες ὀρθολογικὲς ἢ κοσμικὲς καὶ προτεσταντικοῦ τύπου πολυθρησκειακὲς ἀλλοιώσεις, τότε χάνει τὸν χαρισματικό της χαρακτῆρα, καθὼς παύει νὰ ἐργάζεται γιὰ τὴν θεραπεία καὶ τὴν ἐν Χριστῷ λύτρωση.
Ἐπίσης, ὅταν μιὰ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, στὸ λατρευτικὸ καὶ στὸ διδακτικό της ἔργο, λειτουργεῖ, γιὰ νὰ κάνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ αἰσθάνονται ψυχικὴ ἠρεμία, ἱκανοποίηση καὶ ἀνάπαυση, μέσα ἀπὸ τὴν ὡραία μουσικὴ καὶ τὰ ὡραῖα λόγια ποὺ ἀκοῦν στὴ λειτουργία καὶ στὸ κήρυγμα καὶ δὲν μεριμνᾶ γιὰ τὴ μετάνοια καὶ τὴ σωτηρία τους, τότε καταλήγει νὰ γίνεται ἕνα κέντρο ψυχικῆς, κοινωνικῆς ὑποστήριξης καὶ εὐωχίας.
Τότε μπορεῖ νὰ πεῖ κάποιος ὅτι ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, ἀντὶ νὰ φωτίζει τὸν ἄνθρωπο νὰ βρεῖ τὸν δρόμο τῆς ἀλήθειας, μέσα ἀπὸ τὴν πορεία του πρὸς τὴ νίκη κατὰ τοῦ Θανάτου καὶ τῶν Μυστηρίων τῆς Σταυρώσεως καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ, καθίσταται ἕνας κοινωνικός, πολιτισμικὸς ἢ ἀνθρωπιστικὸς φορέας, ποὺ ἐξυπηρετεῖ μόνον τὶς κοσμικὲς καὶ ὑλιστικὲς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου.
Γιὰ τοὺς παραπάνω λόγους, τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας παραποιεῖται καὶ διαστρέφεται, ἐὰν κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τὴ διακονοῦν, ἀντὶ νὰ προσπαθοῦν νὰ ὑπηρετοῦν τὸν σκοπὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ μετατρέπουν τὸν κόσμο, μὲ τὴ δύναμη καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, σὲ Ἐκκλησία, μετατρέπουν τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας σὲ κόσμο, διακονῶντας, ἔτσι, τὴν ἐκκοσμίκευση.
Μὲ αὐτὴν τὴν ἄφρονη δράση, κάποιων κληρικῶν καὶ Θεολόγων, ποὺ φέρονται νὰ διακονοῦν τὴν Ἐκκλησία, χάνεται τὸ ἕνα καὶ μοναδικό, τὸ ἐσχατολογικὸ ὅραμα τῆς Ἐκκλησίας. Μετατρέπεται δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία, ἀπὸ Ἀποκάλυψη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, σὲ μιὰ Θρησκεία, ποὺ τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ προσφέρει εἶναι ἕνα, χωρὶς νόημα καὶ ἀποτέλεσμα, ὑπαρξιακὸ ὑποκατάστατο, μιὰ αἴσθηση ἀναζήτησης τοῦ ἀνώτερου ὄντος, μιὰ συναισθηματικὴ ἢ νοητικὴ πλήρωση, διανθισμένη μὲ στεῖρα καὶ ἄγονη ἠθικοκοινωνικὴ δράση καὶ ἱκανοποίηση.
Δυστυχῶς, ὑπάρχουν κάποιοι λύκοι ἐντὸς τοῦ ποιμνίου τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας, ποὺ ἀλλοιώνουν τὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα, εἰσάγοντας σ’ αὐτὴν ἠθικολογικά, θρησκειολογικὰ καὶ εὐσεβιστικὰ φληναφήματα καὶ ἀποστερῶντας τὸ ποίμνιο ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ ἀπάντηση στὴν ἐκκοσμίκευση: Νὰ ἐπανέλθουμε οἱ Χριστιανοὶ στὸν δρόμο τῆς Ὀρθόδοξης πνευματικότητας, ἐντὸς τῆς λατρευτικῆς καὶ μυστηριακῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, στὸν δρόμο τῆς ὀρθόδοξης ἀσκήσεως τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῆς καθάρσεως, τοῦ Φωτισμοῦ καὶ τῆς Θεώσεως.
Ἡ ἐκκοσμίκευση, ὡς γνωστό, συνδέεται ἢ ταυτίζεται μὲ τὴν μόδα τῆς σύγχρονης προοδευτικῆς ἐποχῆς, ποὺ θέλει τὸν ἄνθρωπο ἀποχριστιανοποιημένο... καὶ ἀποεκκλησιαστικοποιημένο, στὴν οὐρὰ τοῦ δυτικοευρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ.
Ὁ ἐκκοσμικευμένος ἢ "προοδευτικὸς Χριστιανὸς" ἐπιλέγει νὰ ἀφιερώνει τὴ ζωή του, ἀποκλειστικά, στὴ βιωτικὴ μέριμνα, ζῶντας μὲ ἕνα κοσμικὸ μοντέλο ζωῆς καὶ σκέψης. Γιὰ τὸν ἐκκοσμικευμένο εἶναι ἀνύπαρκτη ἡ ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἡ μελέτη θανάτου, ἡ νίκη κατὰ τοῦ Θανάτου διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, καθὼς εἶναι προσκολλημένος στὰ θανάσιμα πάθη της φιλοπλουτίας, τῆς φιλοδοξίας καὶ τῆς φιληδονίας.
Ἂν καὶ δὲν ἀρνεῖται τὴν ὕπαρξη τῆς Ἐκκλησίας, ὡς θεσμοῦ, ὅμως, τὴν θέλει καὶ αὐτὴν ὑποταγμένη στὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, στὴν προσωρινότητα τῶν ὑλιστικῶν ἀπολαύσεων τῆς ζωῆς, ἐνῷ ἐπιλέγει νὰ παραμένει ἄγευστος τῆς γνήσιας χριστιανικῆς πνευματικότητας καὶ τῆς ἐνάρετης ζωῆς.
Πηγαίνει μὲν στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἔχει τὶς δικές του θέσεις γιὰ τὴ Θεολογία της, τὴν ὁποία θέλει ἀλλοιωμένη καὶ προσαρμοσμένη στὶς δικές του ἀρχές, νὰ λειτουργεῖ, δηλαδή, ὡς ἕνα καθαρὰ ἀνθρωποκεντρικὸ ἵδρυμα, μὲ προσανατολισμὸ στὴν κοινωνικὴ διακονία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι στὴ θεραπεία του ἀπὸ τὰ πάθη, τὴ μετάνοια καὶ τὴν κάθαρση. Βασικὸ στοιχεῖο, ποὺ χαρακτηρίζει τὴν ἰδεολογία τῶν ἐκκοσμικευμένων εἶναι ἡ περικοπὴ τῆς ἐπίδρασης ποὺ ἀσκεῖ ἡ Ἐκκλησία στὴν κοινωνική, πολιτικὴ καὶ πολιτισμικὴ ζωή.
Συνέπεια τῆς ἐκκοσμίκευσης εἶναι ἡ ἀπώλεια τῆς χριστιανικῆς θρησκευτικῆς πίστεως. Ἡ ἐκκοσμίκευση, ὡς φαινόμενο, φανερώνεται ἀπὸ τὴν περίοδο τῆς ἀναγνώρισης τῆς ἀνεξιθρησκίας καὶ τῆς ἐπισημοποίησης τοῦ Χριστιανισμοῦ (Μ. Κωνσταντῖνος 313 καὶ Μ. Θεοδόσιος (381).
Καὶ τοῦτο, καθὼς ὅταν ὁ Χριστιανισμὸς ἄρχισε νὰ ἐμπλέκεται στὶς διοικητικὲς δομὲς καὶ ἐξουσίες τοῦ κράτους, ἄρχισε νὰ ξεφεύγει ἀπὸ τὸν βασικό της σκοπό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργοῦνται ἀρνητικὲς συνέπειες γιὰ τὴν Ἐκκλησία, καθώς, ἔτσι, χάνεται ὁ ἁπλός, ἐλεύθερος, ἀγωνιστικὸς καὶ μαρτυρικός της χαρακτῆρα καὶ ἀναγκάζεται νὰ συμβιβάζεται καὶ νὰ προσαρμόζεται στὶς ποικίλες κοσμικὲς πιέσεις καὶ ἀπαιτήσεις καὶ νὰ γίνεται μιὰ συνιστῶσα τῆς κοσμικῆς ζωῆς.
Ὅσοι ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς δὲν ἄντεχαν τὴν εἰσβολὴ τῆς ἐκκοσμίκευσης στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, καθὼς ἐκεῖνοι ἤθελαν νὰ ζοῦν μὲ ἀπόλυτο τρόπο ζωῆς τὴν ὀρθόδοξη πίστη, κατέφευγαν στὸν Μοναχισμὸ (ἐρημιτικὸ ἢ κοινοβιακό), ποὺ διατηρεῖ τὸν αὐθεντικὸ τρόπο ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.
Φαίνεται συνεπῶς ὅτι, ὅταν εἰσάγεται ἡ ἐκκοσμίκευση στὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, προσλαμβάνονται ἢ ἐφαρμόζονται, ἐντὸς αὐτῆς, «κοσμικὰ» ἤθη ἢ ἄλλα στοιχεῖα, ποὺ ἀλλοιώνουν τὸν λυτρωτικὸ σκοπό, τὸν χαρακτῆρα καὶ τὸ περιεχόμενό της.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, τὰ τελευταῖα χρόνια, οἱ ἀλλαγὲς ποὺ προέκυψαν, στὸ πλαίσιο ἑνὸς γενικότερου ἐκσυγχρονισμοῦ στὴν κοινωνία, στὸν χῶρο τοῦ πολιτισμοῦ, στὴν ἐξέλιξη τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς γνώσεως, ἔφεραν κάποιους Χριστιανούς, ποὺ ἤθελαν νὰ ζοῦν κοσμικά, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, καθὼς ἡ ἐπιλογὴ τοῦ κοσμικοῦ τρόπου ζωῆς εἶναι ἀσύμφωνη μὲ τὶς ἀρχὲς τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ δημιουργοῦν ἀφορμὲς ἢ αἰτίες ἀμφισβήτησης ἢ καὶ ἀπομάκρυνσής τους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.
Ἡ ἀποχώρηση κάποιων ἀπὸ τὶς παραδοσιακές τους κοινότητες καὶ τὸν τρόπο ζωῆς, ποὺ τοὺς διατηροῦσε κοντὰ στὴ χριστιανικὴ πίστη, ἀποτέλεσε ἕναν ἄλλον παράγοντα ὑποχώρησης στοὺς ρυθμοὺς τῆς ἐκκοσμίκευσης.
Ἐν τῷ μεταξύ, κάποιες ἐκκλησιαστικὲς κοινότητες, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴ νέα κατάσταση καὶ νὰ μειώσουν τὶς ἀπώλειες, ἔκαναν τὸ λάθος νὰ ἀρχίσουν νὰ «συμμορφώνονται» καὶ νὰ ὑποκύπτουν στὰ «κοσμικὰ» αἰτήματα καὶ στὶς πιέσεις ποὺ δέχονταν ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν τῆς Ἐκκλησίας, μεταλλάσσοντας, προσαρμόζοντας, ἀποβάλλοντας ἢ καὶ περικόπτοντας αὐθεντικὰ στοιχεῖα, ποὺ συνθέτουν τὶς ἀλήθειες καὶ τὶς δομὲς τῆς πίστεως. Ἡ πίστη ἄρχισε νὰ περιορίζεται σὲ ἕνα ξεχωριστὸ ἰδιωτικὸ πλαίσιο.
Βέβαια, ἡ ἐκκοσμίκευση δὲν ἀφορᾶ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ κάποια ἀπὸ τὰ μέλη της, καθὼς ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει, ὡς παρουσία καὶ μαρτυρία Χριστοῦ, νὰ παρέχει τὸν τρόπο θεραπείας ἀπὸ τὶς ἀστοχίες τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸν τόπο ἐπιστροφῆς του στὴν πορεία του πρὸς τὴ λύτρωση.
Ὅπου ὑπάρχει ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, ὡς τόπος ἁγιασμοῦ τῶν πιστῶν στὸν Χριστὸ καὶ δὲν διακονεῖται ἐκεῖ τὸ ἔργο καὶ τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὴν ἴαση καὶ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ συγκεκριμένη κοινότητα χάνει τὸν δρόμο της. Ὅταν ὁ Χριστιανὸς ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ἐν Χριστῷ ζωῇ καὶ τὸν ἁγιαστικὸ χαρακτῆρα της, κινδυνεύει νὰ χαθεῖ, καθὼς φεύγει ἀπὸ τὴν προοπτικὴ τῆς ἐλπίδας γιὰ τὴν αἰώνια ζωή, ποὺ μόνον ὁ Χριστὸς παρέχει.
Ὅταν, ἐπίσης, μιὰ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, στὴ διακονία τῶν πιστῶν, δὲν θεωρεῖ ὡς βασική της προτεραιότητα, τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐπιδίδεται, μονομερῶς, σὲ ἄλλες κοινωνικές, πολιτισμικὲς καὶ ψυχαγωγικὲς δράσεις, εἶναι βέβαιο ὅτι ἀρχίζει νὰ χάνει τὸν προορισμό της, ὡς Ἐκκλησία, ἐπὶ τῆς γῆς.
Ἡ ἴδια ἡ ὀρθόδοξη Θεολογία, ἀποτελεῖ τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν κόσμο. Ὅταν, ὅμως, ἐκκοσμικεύεται, ἀκολουθῶντας εἴτε τὸν σχολαστικισμὸ εἴτε τὸν εὐσεβισμό, εἴτε τὸν ἠθικισμό, εἴτε διάφορες ὀρθολογικὲς ἢ κοσμικὲς καὶ προτεσταντικοῦ τύπου πολυθρησκειακὲς ἀλλοιώσεις, τότε χάνει τὸν χαρισματικό της χαρακτῆρα, καθὼς παύει νὰ ἐργάζεται γιὰ τὴν θεραπεία καὶ τὴν ἐν Χριστῷ λύτρωση.
Ἐπίσης, ὅταν μιὰ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, στὸ λατρευτικὸ καὶ στὸ διδακτικό της ἔργο, λειτουργεῖ, γιὰ νὰ κάνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ αἰσθάνονται ψυχικὴ ἠρεμία, ἱκανοποίηση καὶ ἀνάπαυση, μέσα ἀπὸ τὴν ὡραία μουσικὴ καὶ τὰ ὡραῖα λόγια ποὺ ἀκοῦν στὴ λειτουργία καὶ στὸ κήρυγμα καὶ δὲν μεριμνᾶ γιὰ τὴ μετάνοια καὶ τὴ σωτηρία τους, τότε καταλήγει νὰ γίνεται ἕνα κέντρο ψυχικῆς, κοινωνικῆς ὑποστήριξης καὶ εὐωχίας.
Τότε μπορεῖ νὰ πεῖ κάποιος ὅτι ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, ἀντὶ νὰ φωτίζει τὸν ἄνθρωπο νὰ βρεῖ τὸν δρόμο τῆς ἀλήθειας, μέσα ἀπὸ τὴν πορεία του πρὸς τὴ νίκη κατὰ τοῦ Θανάτου καὶ τῶν Μυστηρίων τῆς Σταυρώσεως καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ, καθίσταται ἕνας κοινωνικός, πολιτισμικὸς ἢ ἀνθρωπιστικὸς φορέας, ποὺ ἐξυπηρετεῖ μόνον τὶς κοσμικὲς καὶ ὑλιστικὲς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου.
Γιὰ τοὺς παραπάνω λόγους, τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας παραποιεῖται καὶ διαστρέφεται, ἐὰν κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τὴ διακονοῦν, ἀντὶ νὰ προσπαθοῦν νὰ ὑπηρετοῦν τὸν σκοπὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ μετατρέπουν τὸν κόσμο, μὲ τὴ δύναμη καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, σὲ Ἐκκλησία, μετατρέπουν τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας σὲ κόσμο, διακονῶντας, ἔτσι, τὴν ἐκκοσμίκευση.
Μὲ αὐτὴν τὴν ἄφρονη δράση, κάποιων κληρικῶν καὶ Θεολόγων, ποὺ φέρονται νὰ διακονοῦν τὴν Ἐκκλησία, χάνεται τὸ ἕνα καὶ μοναδικό, τὸ ἐσχατολογικὸ ὅραμα τῆς Ἐκκλησίας. Μετατρέπεται δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία, ἀπὸ Ἀποκάλυψη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, σὲ μιὰ Θρησκεία, ποὺ τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ προσφέρει εἶναι ἕνα, χωρὶς νόημα καὶ ἀποτέλεσμα, ὑπαρξιακὸ ὑποκατάστατο, μιὰ αἴσθηση ἀναζήτησης τοῦ ἀνώτερου ὄντος, μιὰ συναισθηματικὴ ἢ νοητικὴ πλήρωση, διανθισμένη μὲ στεῖρα καὶ ἄγονη ἠθικοκοινωνικὴ δράση καὶ ἱκανοποίηση.
Δυστυχῶς, ὑπάρχουν κάποιοι λύκοι ἐντὸς τοῦ ποιμνίου τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας, ποὺ ἀλλοιώνουν τὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα, εἰσάγοντας σ’ αὐτὴν ἠθικολογικά, θρησκειολογικὰ καὶ εὐσεβιστικὰ φληναφήματα καὶ ἀποστερῶντας τὸ ποίμνιο ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ ἀπάντηση στὴν ἐκκοσμίκευση: Νὰ ἐπανέλθουμε οἱ Χριστιανοὶ στὸν δρόμο τῆς Ὀρθόδοξης πνευματικότητας, ἐντὸς τῆς λατρευτικῆς καὶ μυστηριακῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, στὸν δρόμο τῆς ὀρθόδοξης ἀσκήσεως τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῆς καθάρσεως, τοῦ Φωτισμοῦ καὶ τῆς Θεώσεως.
Ο απλός λαός δεν έχει ανάγκη από μαθήματα για πρωτοετείς της θεολογίας αλλά από παραδείγματα. Και εσείς μας δείξατε πρακτικώς τον δρόμο για επιστροφή, με την ανακοίνωση που εκδώσατε στην περίπτωση του "ξένου δι' υμάς" καθηγητή, που δεν ήταν θεολόγος! "Η οικία της ΠΕΘ εμπίπραται και αυτή άδει"!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣωστό το σχόλιο. Δυστυχώς, η ένωση Θεολόγων, έχει ΠΕΘάνει και απαιτείται αναβαπτισμός! Εδώ και τώρα!
ΔιαγραφήΣυμφωνώ γενικότερα με την σωστή και δίκαιη αντίδραση του κ. Ηλιάδη στην ντροπιαστική ανακοίνωση της Π.Ε.Θ. για τον καθηγητή που διώχθηκε επειδή μοίρασε φυλλάδιο με Χρυσοστομικό ρήτο και άλλα ρητά ορθόδοξα για την ομοφυλοφιλία.
ΔιαγραφήΕκείνο που δεν καταλαβαίνω στο σχόλιο του είναι τί εννοεί με την φράση "δείξατε πρακτικώς τον δρόμο για επιστροφή". Δεν καταλαβαίνω ποιά επιστορφή έδειξαν με την ντροπιαστική ανακοίνωση;
Κ.
Ότι ακριβώς δεν μας έδειξαν...
ΔιαγραφήΣας ευχαριστώ για την απάντηση σας κ. Ηλιάδη. Κατάλαβα τώρα ότι το λέτε ειρωνικά την φράση ότι έδειξαν "πρακτικώς τον δρόμο για επιστροφή".
ΔιαγραφήΣας ευχαριστούμε για τα καλά σχόλια σας. Καλή δύναμη.
Κ.
Ρεράκη, δυστυχώς δεν πείθεις...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίχες μια ευκαιρία να ομολογήσεις την Αλήθεια, και κρύφτηκες μεταθέτοντας την ευθύνη, με την απαράδεκτη ανακοίνωση της ΠΕΘ για τον φιλόλογο και τα κείμενα του Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου.
Δεν βγήκες πουθενά να υπερασπιστείς το μάθημα των θρησκευτικών και την ελευθερία, ενάντια στον θρησκευτικό ρατσισμό που βιώνουν οι ορθόδοξοι χριστιανοί.
Θέλουμε Θεολόγους λεβέντες και όχι φοβιτσιάρηδες, φοβούμενοι μη χάσουν τις θέσεις τους και την κατά κόσμον δόξα τους...
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ πράξη είναι η επίβαση της θεωρίας, κατά τους Αγίους Πατέρες. Και ο πρόεδρος της ΠΕΘ φάνηκε λίγος, με την κατάπτυστη ανακοίνωση... Σφύριξε αδιάφορα, στην συντονισμένη επίθεση που έκανε το λόμπι των ΛΟΑΤΚΙ, και άφησε τον καθηγητή έρμαιο και βορά των νεοταξικών ΜΜΕ!
Να που ο καλός και Ορθόδοξος Χριστιανός δικηγόρος κ.Χαράλαμπος Άνδραλης λέει σωστά ότι οι Πατέρες δεν εξαναγκάζουν, αλλά και δεν παραιτούνται να λένε την αλήθεια.
ΑπάντησηΔιαγραφή"Ἐπιπλέον, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅπως καὶ ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος δὲν ἐπιβάλλουν, δὲν ἐξαναγκάζουν, σέβονται τὴν ἐλευθερία, ἀλλὰ δὲν παραιτοῦνται τοῦ δικαιώματός τους νὰ κηρύττουν τὴν Ἀλήθεια. Οὔτε ἐμεῖς οἱ σημερινοὶ χριστιανοὶ θὰ παραιτηθοῦμε ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια, γιὰ νὰ εἴμαστε ἀρεστοὶ στοὺς ἐχθρούς τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔχουν στήσει μία σκληρὴ δικτατορία σκέψης. "
Από το άρθρο του
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2024/11/blog-post_73.html#comment-form
Κ.