21 Αυγ 2024

Ὁ προσωπικός μας ἀγῶνας γιὰ τὴν νέκρωση τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, καταργεῖ τὸ χρέος μας νὰ ἐλέγχουμε τὴν αἵρεση καὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴν καταπολέμησή της;

Ἀρχιμ. Παύλου Δημητρακοπούλου,

Πρ. Ἱεροῦ Ναοῦ Τιμίου Σταυροῦ Πειραιῶς

Πρὶν ἀπὸ ἕνα μῆνα περίπου, γύρω στὰ μέσα Ἰουλίου ἐ.ἔ. ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἑόρτασε τὴν μνήμη τῶν ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων ποὺ συγκρότησαν τὴν Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, προβάλλοντας αὐτοὺς ὡς πρότυπα πρὸς μίμηση τόσο γιὰ τὴν ἁγία καὶ ἐνάρετη ζωή τους, ὅσον ἐπίσης καὶ γιὰ τοὺς ἀντιαιρετικούς των ἀγῶνες κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ. Μετὰ ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες, τὴν δευτέρα Κυριακὴ τοῦ Ὀκτωβρίου, θὰ ἑορτάσει, σὺν Θεῶ, τὴν μνήμη τῶν ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων ποὺ συγκρότησαν τὴν Ζ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, προβάλλοντας αὐτοὺς γιὰ τοὺς ἴδιους ὡς ἄνω λόγους, ὡς πρότυπα πρὸς μίμηση. Δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ γεγονός, ὅτι παρόμοιες ἑορτὲς ἔχει καθιερώσει ἡ Ἐκκλησία μας ἐκτὸς ἀπὸ τὶς δύο παραπάνω καὶ ἄλλες δύο φορές, (σὲ ἡμέρες Κυριακῶν), κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, θέλοντας ἔτσι, μέσῳ τῶν ἐπανειλημμένων αὐτῶν ἑορτῶν, νὰ ἐπιστήσει τὴν προσοχὴ πρὸ τοῦ κινδύνου τῆς αἱρέσεως, ἡ ὁποία ἀπὸ μόνη της ἔχει τὴν... δύναμη νὰ ὁδηγήσει τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀπώλεια.
Ὡστόσο σήμερα στὴν ἐποχή μας, ἐποχὴ γενικῆς ἀποστασίας καὶ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ, οἱ ἀντιαιρετικοὶ ἀγῶνες τῶν ἁγίων Πατέρων μας κατανοοῦνται καὶ ἑρμηνεύονται δυστυχῶς μὲ ἕνα τρόπο διαφορετικό, μ’ ἕνα τρόπο ξένο πρὸς τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Καλλιεργεῖται σήμερα ἀπὸ κάποιους θεολογικοὺς κύκλους, ἀκόμη καὶ ἀπὸ Ἐπισκόπους, ἡ ἰδέα καὶ ἡ ἀντίληψη ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἀγωνίστηκαν ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἦταν ἅγιοι. Εἶχαν φθάσει σὲ μεγάλα μέτρα ἀρετῆς καὶ ἁγιότητος καὶ εἶχαν βιώσει τὰ δόγματα τῆς πίστεως καὶ ὡς ἐκ τούτου αὐτοὶ καὶ μόνοι ἦταν ἄξιοι καὶ ἱκανοὶ νὰ διεξάγουν ἀντιαιρετικοὺς ἀγῶνες. Ἐμεῖς σήμερα, ὡς ἁμαρτωλοὶ καὶ ἐμπαθεῖς, μὴ ἔχοντες τὰ μέτρα τῆς ἁγιότητός των, δὲν εἴμαστε οἱ ἁρμόδιοι νὰ ἀσκήσουμε ἔλεγχο πρὸς τὴν αἵρεση καὶ τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ ὀφείλουμε νὰ στρέψουμε τὴν προσοχή μας πρὸς τοὺς ἑαυτούς μας. Νὰ προσπαθοῦμε συνεχῶς νὰ βρισκόμαστε ἐν μετανοίᾳ, μὲ σκοπὸ τὴν κάθαρση τῆς ψυχῆς μας ἀπὸ τὰ πάθη. Φθάνουν μάλιστα στὸ σημεῖο μερικοὶ νὰ ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ ἔλεγχος τῆς αἱρέσεως καὶ τῶν αἱρετικῶν θεωρεῖται ὡς ὑβριστικὴ συμπεριφορὰ καὶ φανατισμός, ὡς ἔλλειψις ἀγάπης, ὡς ἕνα εἶδος κατακρίσεως. Καὶ ἑπομένως ὅσοι ἐλέγχουν τοὺς αἱρετικοὺς πέφτουν στὸ ἁμάρτημα τῆς κατακρίσεως, τὸ ὁποῖο ἐπισημαίνει ὁ Κύριος μὲ τοὺς λόγους «μὴ κρίνετε ἵνα μὴ κριθῆτε» (Ματθ.7,1). Ὀφείλουν δέ, προκειμένου νὰ θεραπεύσουν τὸ πάθος αὐτό, νὰ παύσουν τὸν ἔλεγχο τῆς αἱρέσεως καὶ τῶν αἱρετικῶν καὶ νὰ ἀσκήσουν τὴν αὐτομεμψία καὶ τὴν αὐτοκατάκριση. Λέγουν ἐπίσης, ὅτι εἶναι ὑπεραρκετὴ γιὰ τὴν καταπολέμηση τῆς αἱρέσεως ἡ ἔργῳ καὶ λόγῳ προβολὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ὥστε νὰ εἶναι περιττὴ ἡ ἀνατροπὴ τῆς αἱρέσεως μὲ μαρτυρίες ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς ἁγίους Πατέρες. Ἔχουν ὅμως ἔτσι τὰ πράγματα; 
 
Κατ’ ἀρχὴν ἐὰν ὁ ἔλεγχος τῆς αἱρέσεως καὶ τῶν αἱρετικῶν ἀποτελοῦσε ἁμαρτία καὶ κατάκριση, τότε οἱ πρῶτοι ποὺ ἐπιμελῶς θὰ ἀπέφευγαν αὐτὸ τὸ εἶδος τῆς ἁμαρτίας, θὰ ἦταν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας, αὐτοὶ δηλαδὴ ποὺ κατ’ ἐξοχὴν καταπολέμησαν τὶς αἱρέσεις καὶ τοὺς αἱρετικούς. Αὐτοὶ ποὺ σὲ Τοπικὲς καὶ Οἰκουμενικὲς Συνόδους ὄχι μόνον ἀνέτρεψαν τὶς πλάνες των, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀπέκοψαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς ἀναθεμάτισαν, ἐπειδὴ ἔβλεπαν τὴν πεισματώδη ἐπιμονή τους στὴν πλάνη. Ὁ ἔλεγχος τῆς αἱρέσεως, ὄχι μόνον ἁμαρτία καὶ κατάκριση δὲν εἶναι, ἀλλὰ τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο. Εἶναι καθῆκον ἐπιβεβλημένο, ὁμολογία πίστεως, ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, σύμφωνα μὲ τὸν λόγον του: «Πᾶς οὗν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω καγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου του ἐν οὐρανοῖς...» (Ματθ.10,32). 
 
Συνήθως ὅταν ἀκοῦμε τὸν λόγο αὐτὸ τοῦ Κυρίου, ὁ νούς μας συνειρμικὰ ἀνατρέχει στοὺς ἁγίους μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι στοὺς τρεὶς πρώτους αἰῶνες τῶν διωγμῶν ἤλεγξαν τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας καὶ αὐτοὺς ποὺ τὴν ἐκπροσωποῦσαν καὶ ἀφοῦ ἔδωσαν τὴν καλὴν ὁμολογία τῆς πίστεως, ἀξιώθηκαν τοῦ μαρτυρικοῦ στεφάνου. Ὁ λόγος ὅμως αὐτὸς τοῦ Κυρίου, ὅπως κατ’ ἐπανάληψη ἔχουμε τονίσει σὲ κείμενα τοῦ Γραφείου αἱρέσεων τῆς Ι. Μητροπόλεώς μας, δὲν ἐφαρμόζεται μόνον στὴν περίπτωση τῶν ἁγίων μαρτύρων καὶ στὴν πλάνη τῶν εἰδώλων, ἀλλὰ καὶ στὴν πλάνη τῆς αἱρέσεως, διότι καὶ ἡ αἵρεση δὲν εἶναι στὴν οὐσία τίποτε ἄλλο, παρὰ ἕνα εἶδος ἀθεΐας καὶ εἰδωλολατρίας. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στὴν πρὸς Διονύσιον ἐπιστολή του ὀνομάζει τὴν αἵρεση δεύτερο γένος ἀθεΐας: «Δεύτερον δὲ γένος ἀθεΐας ἐστὶν ἡ πολυσχιδὴς καὶ πολύμορφος ἀπάτη τῶν αἱρετικῶν, ὧν οἱ μὲν πατέρα λέγουσι ἄπαιδα τὸν Θεόν...οι δὲ κτιστοῦ Υἱοῦ καὶ Πνεύματος ἄκτιστον Πατέρα...Πάντες δὲ οὗτοι καὶ οἱ τοιοῦτοι οὐδὲν τῶν ἀθέων διενηνόχασιν... (Ὅλοι αὐτοὶ καὶ οἱ ὅμοιοι μ’ αὐτοὺς σὲ τίποτε δὲν διαφέρουν ἀπὸ τοὺς ἀθέους)». Τὴν ἴδια ἀλήθεια ἐπισημαίνει καὶ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος στὴν ἐπιστολὴ τοῦ πρὸς Σεραπίωνα: «Οὕτως ὁ διαιρῶν τὸν Υἱὸν ἀπὸ τοῦ Πατρός, ἢ τὸ Πνεῦμα κατάγων εἰς τὰ κτίσματα (=ὁ αἱρετικός), οὔτε τὸν Υἱὸν ἔχει οὔτε τὸν Πατέρα, ἀλλ’ ἔστιν ἄθεος καὶ ἀπίστου χείρων, καὶ πάντα μᾶλλον, ἢ χριστιανός». Ὅπως λοιπὸν ὁ ἅγιοι μάρτυρες ἔλαβαν τὸ στεφάνι τῆς ὁμολογίας, ἔτσι καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ξεσκεπάζουν καὶ ἐλέγχουν τὴν αἵρεση καὶ τοὺς αἱρετικούς, θὰ λάβουν παρόμοιο στεφάνι ὁμολογίας καὶ ἀθλήσεως ἐν Χριστῷ. Καὶ ὅπως ἐκεῖνοι ὑπέμειναν φρικτὰ μαρτύρια, ἔτσι καὶ αὐτοὶ ἀξιώνονται γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ νὰ ὑπομένουν διωγμοὺς καὶ θλίψεις, ὅπως οἱ παρὰ πάνω ἀναφερθέντες ἅγιοι, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ μὲν πρῶτος ἀξιώθηκε νὰ ὑβρισθῇ, νὰ συκοφαντηθῇ καὶ νὰ φυλακισθῇ ἐπὶ τετραετία ἀπὸ τὸν τότε Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Καλέκα, ὁ δὲ δεύτερος νὰ ἐξορισθῇ πέντε φορές, νὰ καταδιωχθῇ μέχρι θανάτου ἀπὸ τοὺς ἀρειανοὺς καὶ νὰ καθαιρεθῇ ἀπὸ ἀρειανικὲς Συνόδους. 
 
Ἀντιθέτως, ἐκεῖνοι ποὺ ἀρνήθηκαν τὸν Χριστὸ στὰ χρόνια τῶν διωγμῶν γιὰ νὰ σώσουν τὴν ζωή τους, θὰ τοὺς ἀρνηθῇ καὶ ὁ Χριστὸς σύμφωνα μὲ τὸν φρικτὸ λόγο τοῦ «Ὅστις δ’ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν καγὼ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου του ἐν οὐρανοῖς» (Μάτθ.10,33). Ἐκεῖνοι ποὺ ἀντὶ νὰ ἐλέγξουν, κουκουλώνουν καὶ σκεπάζουν τὴν αἵρεση καὶ συμπορεύονται μὲ τοὺς αἱρετικούς, ἀπὸ φόβο καὶ δειλία μήπως χάσουν ἡγουμενικοὺς καὶ μητροπολιτικοὺς θρόνους, ἢ ὑποστοῦν ἄλλους διωγμούς, οὐσιαστικὰ ἀρνοῦνται τὸν Χριστό. Ὁπότε θὰ τοὺς ἀρνηθῇ καὶ αὐτοὺς ὁ Χριστὸς ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως. Μάλιστα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, στὴν ἴδια ὡς ἄνω ἀναφερθεῖσα ἐπιστολή του ὀνομάζει τρίτο εἶδος ἀθεΐας «τὸ παραιτεῖσθαι τί λέγειν τῶν δεδογμένων περὶ Θεοῦ». Δηλαδή το νὰ σιωπᾶ κανεὶς καὶ νὰ παραιτεῖται ἀπὸ φόβο καὶ δειλία, νὰ ἀναφέρει τὶς δογματικὲς ἀλήθειες τῆς πίστεως, ἀντιδιαστέλλοντας αὐτὲς προφανῶς ἀπὸ τὶς κακοδοξίες καὶ πλάνες τῶν αἱρετικῶν.
Κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης καταδικάζει τὴν σιωπὴ ἀπέναντι στὴν αἵρεση: «Ἐντολὴ γὰρ Κυρίου μὴ σιωπᾶν ἐν καιρῷ κινδυνευούσης Πίστεως. Ὥστε ὅτε περὶ Πίστεως ὁ λόγος, οὐκ ἔστιν εἰπεῖν, ἐγὼ τὶς εἰμί; Ἱερεύς; ἀλλ' οὐδαμοῦ. Ἄρχων; καὶ οὐ δ’ οὕτως. Στρατιώτης; καὶ πού; Γεωργός; καὶ οὐ δ' αὐτὸ τοῦτο. Πένης, μόνον τὴν ἐφήμερον τροφὴν ποριζόμενος; Οὐδεὶς μοὶ λόγος καὶ φροντὶς περὶ τοῦ προκειμένου. Οὐά, οἱ λίθοι κράξουσι, καὶ σὺ σιωπηλὸς καὶ ἄφροντις;». Κατὰ τὸν ἅγιο κανένας δὲν δικαιοῦται νὰ σιωπᾶ ἐν καιρῷ κινδυνευούσης πίστεως, ὅπως συμβαίνει στὴν ἐποχή μας, ποὺ ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχει σαρώσει τὰ πάντα, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ὁ πιὸ ἄσημος λαϊκὸς π.χ. γεωργός. Οἱ πάντες λοιπόν, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, (αὐτὸ σημαίνει τὸ «Πᾶς οὗν ὅστις...»), καλοῦνται νὰ τηρήσουν τὴν παρὰ πάνω ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, εἴτε εἶναι ἅγιοι, εἴτε δὲν εἶναι, ἀλλὰ ἀγωνίζονται νὰ φθάσουν τὴν ἁγιότητα. Εἴτε ἔχουν πολλὴ αὐτομεμψία, εἴτε δὲν ἔχουν, ὅσο θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχουν. Εἴτε ἐβίωσαν τὰ δόγματα τῆς πίστεως, εἴτε δὲν τὰ ἐβίωσαν ἀκόμη, ὅσο θὰ ἔπρεπε νὰ τὰ βιώσουν. 
 
Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς παραπάνω λόγους τοῦ Κυρίου μας καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μας προτρέπει στὸν ἔλεγχο τῆς αἱρέσεως στὴν πρὸς Ἐφεσίους ἐπιστολή του. Γράφει: «καὶ μὴ συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους, μᾶλλον δὲ καὶ ἐλέγχετε» (5,11). Δηλαδὴ νὰ μὴ συμμετέχετε στὰ ἔργα τοῦ σκότους, ποὺ εἶναι ἄκαρπα καὶ ἐπιβλαβῆ, ἀλλὰ μᾶλλον νὰ τὰ ἐλέγχετε καὶ νὰ τὰ παρουσιάζετε στὰ μάτια ὅλων ὡς ἐπιβλαβῆ καὶ ὀλέθρια. Ὡς ἄκαρπα ἔργα τοῦ σκότους, ἐν προκειμένῳ, δὲν θὰ πρέπει νὰ ἐννοήσουμε μόνον τὴν πολύμορφη κακία, ἀδικία, ἀνηθικότητα καὶ διαφθορὰ ποὺ κυριαρχεῖ στὸν κόσμο. Ἄκαρπα ἔργα τοῦ σκότους (ἐξ’ ἴσου μὲ τὰ προηγούμενα), εἶναι χωρὶς ἀμφιβολία καὶ κάθε διαστροφὴ τῆς ἀληθείας, κάθε πλάνη καὶ αἵρεση, διότι καὶ αὐτὰ ὁδηγοῦν στὸν ὄλεθρο καὶ τὴν ἀπώλεια. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἄκαρπα ἔργα μας προτρέπει ὁ ἀπόστολος ὄχι μόνον νὰ μὴ σκεπάζουμε μὲ τὴν ἔνοχη σιωπή μας, ἀλλὰ ἀπεναντίας μάλιστα νὰ τὰ ξεσκεπάζουμε καὶ νὰ τὰ ἐλέγχουμε. Ἑπομένως τὸν ἔλεγχο τῆς πλάνης καὶ τῆς αἱρέσεως (καὶ αὐτῶν ποὺ τὴν προωθοῦν) θεωρεῖ ἐδῶ ὁ ἀπόστολος ὡς ἐπιβεβλημένο καθῆκον τοῦ κάθε χριστιανοῦ. 
 
Ἐπίσης ὁ ἴδιος ἀπόστολος στὴν Α΄ πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολὴ τοῦ (5,20) γράφει: «τους ἁμαρτάνοντας ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε, ἵνα καὶ οἱ λοιποὶ φόβον ἔχωσι». Ἐδῶ ὁ ἀπόστολος συνιστᾶ τὸν ἔλεγχο τῶν ἁμαρτανόντων ὡς ἐπιβεβλημένο καθῆκον ὅσων ἀσκοῦν ποιμαντικὸ ἔργο, (Ἐπίσκοποι, Πρεσβύτεροι) καὶ μάλιστα «ἐνώπιον πάντων», δημοσίως. Φυσικὰ ἐδῶ, στὸ παρὸν χωρίο, μεταξὺ τῶν ἁμαρτανόντων συμπεριλαμβάνονται καὶ ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἔπεσαν στὸ χειρότερο ἀπὸ ὅλα τὰ ἁμαρτήματα, ποὺ εἶναι τὸ ἁμάρτημα τῆς αἱρέσεως. Ἰδιαίτερα αὐτοὺς ὀφείλει ὁ ποιμένας νὰ τοὺς ἐλέγχει δημοσίως, ἀνατρέποντας τὶς κακοδοξίες των. 
 
Πρέπει ἀκόμη νὰ ἐπισημανθῇ καὶ ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖον ἀγωνίσθηκαν οἱ ἅγιοι Πατέρες κατὰ τῶν αἱρετικῶν. Στὸν ἀγῶνα τους δὲν περιορίζοντο μόνον νὰ ἀνατρέψουν τὰ κακόδοξα δόγματα, ἀλλὰ καὶ νὰ ἐλέγξουν ὀνομαστικὰ τοὺς αἱρετικούς, ὄχι ἀπὸ κάποια ἐμπάθεια ἀπέναντί τους, ἀλλὰ γιὰ νὰ προφυλάξουν τὸν πιστὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν φθοροποιὸ καὶ καταστρεπτικὴ δράση τους. Καὶ δὲν σταματοῦσαν μέχρις ἐδῶ, ἀλλὰ προχωροῦσαν ἀκόμη περισσότερο. Συνοδικῶς τοὺς ἀπέκοπταν καὶ ἀναθεμάτιζαν, ὅταν ἔβλεπαν ὅτι ἐπιμένουν πεισματικὰ στὶς πλάνες των. Ἡ τακτική τους αὐτὴ θεωρεῖται σήμερα ἀπὸ πολλοὺς Οἰκουμενιστὲς τελείως ἀπαράδεκτη. Καὶ τοῦτο διότι τὰ ἀναθέματα σήμερα θεωροῦνται ὡς ἕνα εἶδος κατάρας, ὡς καρπὸς ἐλλείψεως ἀγάπης καὶ ἑπομένως δὲν μπορεῖ νὰ ἔχουν θέση στὴν σύγχρονη ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Σήμερα ἔχουν θέση μόνον ἡ συγχώρηση καὶ ἡ συμφιλίωση μὲ τοὺς αἱρετικούς, ἔστω καὶ ἂν αὐτοὶ ἐπιμένουν στὶς πλάνες των. Ἄραγε οἱ ἅγιοι Πατέρες μας ἐστεροῦντο ἀγάπης, ὅταν ἀναθεμάτιζαν τοὺς αἱρετικούς; Δὲν νομίζω. Ἢ μήπως ἐμεῖς οἱ ἐμπαθεῖς καὶ ἁμαρτωλοί, ποὺ πόρῳ ἀπέχουμε ἀπὸ τὰ μέτρα τῆς ἁγιότητος ἐκείνων, ἔχουμε περισσότερη ἀγάπη ἀπὸ ἐκείνους; Ἀσφαλῶς ὄχι βέβαια. Ἄρα λοιπὸν ἐμεῖς βρισκόμαστε σὲ λάθος δρόμο καὶ ὄχι ἐκεῖνοι, ἐὰν καλλιεργοῦμε ἀλλότριο φρόνημα ἀπ’ ὅτι ἐκεῖνοι σὲ σχέση μὲ τὰ ἀναθέματα. 
 
Συνοψίζοντας ὅλα τὰ παραπάνω μποροῦμε νὰ καταλήξουμε στὰ ἑξῆς περίπου συμπεράσματα. Ὁ προσωπικός μας ἀγῶνας γιὰ τὴ νέκρωση τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου εἶναι χωρὶς ἀμφιβολία ἐπιβεβλημένος. Ἔχουμε ἰσόβιο χρέος νὰ μετανοοῦμε συνεχῶς μέχρι τελευταίας ἀναπνοῆς. Ὡστόσο ὁ ἀγῶνας τῆς μετανοίας δὲν καταργεῖ τὸ χρέος μας νὰ ἐλέγχουμε τὴν αἵρεση καὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴν καταπολέμησή της, ὅπως ἀποδείξαμε πιὸ πάνω μὲ γραφικὲς καὶ πατερικὲς μαρτυρίες. Ὅσοι ὑπερτονίζουν τὴ μετάνοια καὶ ἀποσιωποῦν, (σκόπιμα ἄραγε, ἢ ἀπὸ ἄγνοια;), τὸν ἔλεγχο τῆς αἱρέσεως καὶ τῶν «ἀκάρπων ἔργων τοῦ σκότους», βρίσκονται σὲ λάθος δρόμο. Δίδουν μιὰ κολοβωμένη καὶ μονομερῆ εἰκόνα τῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ οἰκοδομῇ τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἴδια τή σωτηρία τους. Κατὰ τὴν ταπεινή μου γνώμη καλὸ θὰ ἦταν νὰ καθήσουν καὶ νὰ μελετήσουν ξανὰ τὸ εὐαγγέλιο ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὡς τὸ τέλος.

1 σχόλιο:

  1. Αξίζει να τονιστεί ότι ο π. Παύλος Δημητρακόπουλος είναι αντιοικουμενιστής, αλλά δεν συμφωνεί με την πλάνη της υποχρεωτικής αποτείχισης!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.