8 Οκτ 2021

Ἡ Ὁσία Πελαγία (8 Ὀκτωβρίου †)

Ἡ Ὅσια Πελαγία ζοῦσε στὴν Ἀντιόχεια, κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Αὐτοκράτορα τῶν Ρωμαίων Νουμεριανοῦ. Ἡ Ἁγία προερχόταν ἀπὸ μεγάλη οἰκογένεια. Ἦταν πολὺ πλούσια, ἀλλὰ καὶ ὡραιοτάτη εἰς τὸ σῶμα. Ἡ ψυχὴ της ὅμως ἀντίθετα δὲν στολιζόταν ἀπὸ ὀμορφιά, ἀλλὰ ἦταν ἀκάθαρτη. Ἦταν βουτηγμένη ὁλόκληρη στὸ βοῦρκο τῆς ἀκολασίας.
Ἄσωτη ζωή
Δὲν σκεπτόταν ἡ δύστυχη τίποτε ἄλλο, παρὰ πῶς νὰ στολίζεται μὲ πολύτιμα στολίδια καὶ νὰ ντύνεται προκλητικά. Προσπαθοῦσε νὰ αὐξάνει τὸ φυσικὸ κάλλος της περισσότερο καὶ νὰ προσελκύει περισσότερους ἐραστές, διὰ νὰ τοὺς ὁδηγεῖ στὴν ἄβυσσο τῶν σαρκικῶν ἁμαρτημάτων.
Ὁ Κύριός μας ὅμως, πού εἶναι γεμάτος οἰκτειρμοὺς καὶ ἀγάπη, δὲν τὴν περιφρονοῦσε. Εἶδε, πώς πίσω ἀπὸ αὐτὸ τὸ κουρέλι τῆς ἁμαρτίας βρισκότανε μία ψυχὴ μὲ καλὴ διάθεση.
Γὶ αὐτὸ τῆς ἔδωσε τὴ Χάρι του καὶ τῆς... ἄνοιξε τὰ μάτια τῆς ψυχῆς της.

Οἱ Ἀρχιερεῖς ἀποστρέφουν τὰ μάτια
Εἶδε κάποτε ἡ Πελαγία τὴν γύμνια τῆς ψυχῆς της καὶ γνώρισε τὴν ἀλήθεια. Ἡ ἐπιστροφή της στὸ Χριστὸ ἔγινε ὡς ἑξῆς:

Ἐκεῖνες τὶς ἥμερες ὁ Πρόεδρος, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Ἀντιοχείας, κάλεσε σὲ συγκέντρωση ὅλους τούς γύρω Ἀρχιερεῖς, γιὰ μία θρησκευτικὴ ὑπόθεση.

Ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς ἦταν καὶ ἕνας Ἐπίσκοπος πολὺ ἐνάρετος καὶ ἅγιος, Νόννος ὀνόματι. Τὸν ὁποῖο τὸν παρακάλεσαν νὰ μιλήσει γιὰ νὰ ὠφεληθοῦν ψυχικά.

Τὴν ἴδια ὅμως στιγμὴ περνοῦσε ἀνάμεσα στὰ πλήθη ἡ Πελαγία. Ἦταν καθισμένη ἐπάνω σὲ ἅμαξα. Ἔφερε ἐπάνω της πολύτιμα στολίδια, ὅπως πάντα καὶ ἄφθονα ἀρώματα.

Λαμποκοποῦσε ὁλόκληρη ἀπὸ τὰ πολύτιμα διαμάντια καὶ τὰ πετράδια, πού ἔφερε ἐπάνω της. Ὅταν τὴν εἶδαν τόσο προκλητικὴ καὶ ἀδιάντροπη οἱ ἄλλοι ἀρχιερεῖς, ἔστρεψαν τὰ μάτια τους ἀλλοῦ.

Ἡ ἐπιστροφή της
Ὁ Ἅγιος Νόννος τὸ ἴδιο βράδυ στὸ κελὶ του προσευχόταν γιὰ τὴν ἄσωτη γυναῖκα αὐτή. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς προσευχῆς του εἶχε ἕνα ὅραμα.

Ἔβλεπε ὅτι κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Λειτουργίας φτερούγιζε ἕνα μαῦρο περιστέρι καὶ τὸν ἐνοχλοῦσε, καὶ κατὰ τὴν διάρκεια ποὺ βγῆκε στὸ Ἅγιο Βῆμα πῆρε αὐτὸ τὸ περιστέρι καὶ τὸ βύθισε στὴν κολυμβήθρα, καὶ αὐτὸ ἔγινε πεντακάθαρο.

Πράγματι! Τὴν ἄλλη μέρα ἐπῆγαν στὸν Ναὸ μὲ τοὺς ἄλλους Ἀρχιερεῖς. Τότε ἔδωσε ὁ Πατριάρχης στὸν εὐσεβῆ ἐπίσκοπο Νόννο τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο, διὰ νὰ κηρύξει καὶ διδάξει τὸ λαό.

Μέσα στοὺς ἄλλους βρέθηκε ἐκεῖ καὶ ἡ Πελαγία. Καὶ τοῦτο τὸ ἔκαμε, ὄχι ἀπὸ εὐλάβεια, διότι δὲν εἶχε πατήσει ποτὲ ἄλλοτε σὲ κήρυγμα, Ἤτανε οἰκονομία Θεοῦ γιὰ νὰ ἀκούσει τὴ διδασκαλία αὐτή.

Ἄκουσε ἡ πόρνη τότε γιὰ τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς, τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν αἰώνια σωτηρία τῶν δικαίων, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν καταδίκη τῶν ἁμαρτωλῶν.

Ἀλλ’ ὢ τῶν θαυμάτων Σου Χριστέ! Ἡ πρώην ἁμαρτωλὴ ἀποτόμως μέσα της ἐνοίωσε κατάνυξη καὶ συντριβή. Ἄρχισε νὰ κλαίει γιὰ τὶς ἁμαρτίες.

Μίσησε ἀπὸ τὴν καρδιὰ της τὶς βρωμερὲς πράξεις καὶ τοὺς ἐραστές της. Ἐνοίωσε ἀκόμη τὴν καρδιά της νὰ πληγώνεται καὶ νὰ φλογίζεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὸν πόθο τοῦ μοναδικοῦ Νυμφίου Χριστοῦ.

Στέλνει τότε μερικοὺς ὑπηρέτες νὰ ρωτήσουν τὸν Νόννο καὶ νὰ μάθουν πού ἔμεινε. Στέλνει ἔπειτα μία ἐπιστολὴ πρὸς αὐτὸν στὴν ὅποια ἔγραφε:

«Εἰς τὸν Ἅγιον Ἐπίσκοπον καὶ μαθητὴν τοῦ Χριστοῦ, ἡ μαθήτρια τοῦ δαίμονος Πελαγία, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα πέλαγος ὁλόκληρο ἀπὸ ἀνομίες, ἀπονέμει τὴν δουλικὴν προσκύνησιν.»

Ἄκουσα, ἅγιέ τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ κάποιο Χριστιανό, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἦλθε νὰ καλέσει «δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν». Μοῦ εἶπε ἐπίσης, ὅτι δὲν ἐμίσησε, οὔτε ἀπέφευγε ἀπὸ σιχαμάρα τὶς πόρνες, τοὺς ληστᾶς καὶ τοὺς τελῶνες, ἀλλὰ συναναστράφηκε καὶ συνωμίλησε μαζί τους. Αὐτός, πού δὲν μποροῦν νὰ Τὸν ἰδοῦν μὲ ἀκάλυπτο τὸ πρόσωπο καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ χερουβίμ.

Ἐάν, λοιπόν, καὶ σὺ εἶσαι μαθητὴς ἑνὸς τέτοιου Διδασκάλου, ἀπόδειξέ τὸ στὴν πρᾶξι καὶ δέξε μὲ κοντά σου. Μὴ μὲ ἀηδιάσης, οὔτε νὰ μὲ σιχαθῆς τὴν πόρνη καὶ ἁμαρτωλή.,

Σὲ παρακαλῶ νὰ μὲ δεχθῆς γιὰ νὰ σοὺ ἐξομολογηθῶ καὶ νὰ σοὺ πῶ τὰ κρίματά μου, γιὰ νὰ σώσω τὴν ψυχήν μου ἡ ἄσωτη».

Βαπτίζεται
Ὅταν διάβασε αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Ὅσιος Νόννος, φοβήθηκε μήπως δὲν εἶναι εἰλικρινὰ καὶ τοῦ ἑτοιμάζει καμιὰ πλεκτάνη. Γι’ αὐτὸ τῆς παρείγγειλε νὰ πάει στὸν Ναό.

Τότε αὐτὴ τρέχει στὸν Ναὸ καὶ ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ Ἁγίου Νόννου καὶ μούσκεψε τὰ πόδια του μὲ τὰ δάκρυά της. Τοῦ ζήτησε νὰ τὴν σπλαγχνισθεῖ, νὰ τὴν βαπτίσει καὶ νὰ τὴ ὁδηγήσει σὲ ὁδὸ μετάνοιας.

Ὅταν ἄκουσε αὐτὰ ὁ Νόννος δόξασε τὸν Θεό, πού ἔδειξε τόση μεγάλη μετάνοια. Τῆς διάβασε τὴν εὐχὴ τῆς ἐξομολογήσεως καὶ τὴ ρώτησε, πῶς τὴ λένε.

Στην ἀρχή, εἶπε, μὲ λέγανε ΠελαγίαΙ Ὕστερα ὅμως οἱ ἄνθρωποι, θαυμάζοντας τὰ πολλὰ καὶ πολύτιμα πετράδια καὶ μαργαριτάρια πού φοροῦσα, μὲ ὀνόμαζαν Μαργαρῶ.

Σὲ λίγο τὴν βάπτισε ὁ Ἐπίσκοπος εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ τῆς ἔδωσε τὸ πρῶτο της ὄνομα, Πελαγία. Ἀνάδοχός της ἔγινε μία ἐνάρετη Μοναχή, πού τὴν ἔλεγαν Ρωμάνα.

Κατόπιν τέλεσε τὴν θεία Μυσταγωγία καὶ τὴν κοινώνησε τὰ ἄχραντα Μυστήρια.

Ὁ Σατανᾶς φρυάττει
Ὁ μισόκαλλος ὅμως διάβολος, μὴ ὑποφέροντας διότι νικήθηκε καὶ καταισχύνθηκε, παίρνει μορφὴ ἀνθρώπινη, παρουσιάζεται στὴν Πελαγία καὶ τῆς εἶπε:

—Με πρόδωσες, ἄπιστη !

Τότε ἡ μακαρία ἔκαμε τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ ἐκεῖνος χάθηκε ἀπὸ μπροστά της. Ἀλλὰ ὁ ἐχθρὸς δὲν ἡσύχασε. Πῆγε τὴν νύχτα στὸ στρῶμα τῆς Πελαγίας.

Τὴν ξύπνησε καὶ προσπαθοῦσε μὲ γλυκόλογα καὶ μὲ ὑποσχέσεις γιὰ μεγάλες τιμὲς νὰ τῆς ἀνάψει τὸ πάθος καὶ νὰ τὴν ὁδηγήσει πάλι στὴν ἁμαρτία.

Ἡ Ὅσια σηκώθηκε ἐπάνω, ἔκαμε ξανὰ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ τὸν ἐδίωξε καὶ αὐτὴ τὴ φορά.

Ἀπὸ πλούσια θεληματικὰ πτωχὴ
Λίγες ἥμερες ὑστέρα ἀπὸ τὸ βάπτισμα δίνει ἡ Πελαγία ἕνα νέο χτύπημα, πού στάθηκε καίριο καὶ ἀποφασιστικὸ γιὰ τὸν διάβολο καὶ τὸν χτύπησε βαθιὰ μέσα στὴν καρδιὰ του θανάσιμα.

Φωτισμένη ἀπὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα μοίρασε ὅλη τὴν περιουσία της στοὺς φτωχούς, τὶς χῆρες, τὰ ὀρφανὰ καθὼς καὶ ἐλευθέρωσε τοὺς δούλους της δίνοντας τοὺς χρήματα ὥστε νὰ ζήσουν μὲ ἀξιοπρέπεια

Ἀσκητὴς Πελάγιος
Ἀπὸ τὴν ἥμερα, πού δέχθηκε τὸ θεῖο βάπτισμα, δὲν ἔφαγε καθόλου ψωμὶ ἀπὸ τὴν περιουσία της, γιατί ἦταν ὅλη προϊόν τῆς ἁμαρτίας. Ἔμεινε γιὰ λίγες μέρες κοντὰ στὴν Ρωμάνα, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἔπαιρνε λίγη τροφή.

Τὴν νύχτα μίας Κυριακῆς ἔβγαλε τὰ γυναικεία ροῦχα. Ντύθηκε μὲ ἕναν τρίχινο καὶ κουρελιασμένο χιτῶνα καὶ πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα, χωρὶς νὰ πεῖ σὲ κανένα τὸ σκοπό της.

Ἡ Ρωμάνα ἔκλαιγε καὶ θρηνοῦσε, μὴ ξέροντας τί ἀκριβῶς συνέβαινε. Φοβότανε μὴ τὴν πλανήσει ὁ Σατανᾶς καὶ ξαναγυρίσει στὴν ἁμαρτία!.

Ὁ Ἅγιος Νόννος, ὅμως, πού ἔμαθε τὴν ὑπόθεση ἀπὸ θεία φώτιση, τὴν παρηγόρησε λέγοντάς της, ὅτι δὲν πρέπει νὰ λυπᾶται, διότι ἡ Πελαγία, σὰν τὴν Μαρία τοῦ Εὐαγγελίου, ἐξέλεξε τὴν ἀγαθὴ μερίδα, ἡ ὁποία δὲν πρόκειται νὰ τῆς ἀφαιρεθεῖ.

Ἡ δὲ μακαρία Πελαγία φεύγοντας ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια, ἐπῆγε στὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν. Ἔμεινε ἐκεῖ τρία ὁλόκληρα χρόνια μέσα σὲ ἕνα κελὶ μὲ ἀνδρικὴ ἐνδυμασία, ἐντελῶς ἀγνώριστη.

Ἐκεῖ μέσα ἀγωνίζοταν καὶ ἔκανε τέτοιους νικηφόρους ἀγῶνες κατὰ τοῦ πονηροῦ καὶ μὲ τέτοιες ἀρετὲς στολίσθηκε.

Ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν θέλησε νὰ ἀφήσει τὴ δούλη Του νὰ ἀγωνίζεται μέχρι τέλους κρυμμένη. Ἔτσι κάποια στιγμὴ ὁ ὑποτακτικός τοῦ Ἁγίου Νόννου, Ἰάκωβος, θέλησε νὰ πάει νὰ προσκυνήσει τὸν Πανάγιο Τάφο. Ὁ Ἅγιος Νόννος τοῦ εἶπε νὰ ψάξει ἐκεῖ νὰ βρεῖ τὸν μοναχὸ Πελάγιο γιατί ἀπὸ αὐτὸ θὰ ἐπωφεληθεῖ.

Πράγματι, ὁ ἱερὸς Ἰάκωβος πῆγε καὶ προσκύνησε τοὺς Ἅγιους Τόπους καὶ ρώτησε νὰ μάθη, διὰ τὸν μοναχὸ Πελάγιο. Τοῦ εἶπαν, ὅτι ἦτο στὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν.

Ὅταν ἔφθασε ἐκεῖ χτύπησε τὴν πόρτα τοῦ κελιοῦ του καὶ βγῆκε ἡ Ἁγία, μὲ ἀνδρικὸ σχῆμα. Καὶ αὐτὴ μὲν ἀναγνώρισε τὸν Ἰάκωβο, ἐκεῖνος ὅμως, δὲν μπόρεσε νὰ τὴν γνωρίσει, διότι ἡ ὀμορφιά της, πού εἶχε ἄλλοτε εἶχε χαθεῖ ἀπὸ τὴν μεγάλη ἄσκηση.

Τὸν ρώτησε ἡ Ἁγία, ἐὰν ἦτο ὁ ὑποτακτικός τοῦ Ἐπισκόπου Νόννου καὶ ἐκεῖνος ἀπάντησε:

—Ναι.

—Όντως, τοῦ προσέθεσε ἡ Ἁγία, Ἀπόστολος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος. Πές του σὲ παρακαλῶ νὰ προσεύχεται στὸ Θεὸ νὰ μοῦ συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες μου.

Ἡ κοίμησίς της
Μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες διαδόθηκε σ’ ὅλη τὴν περιοχὴ ἡ εἴδηση ὅτι ὁ Πελάγιος ἄφησε τὸν παρόντα κόσμο καὶ ἀναχώρησε γιὰ τὴν ἄλλη ζωή.

Συγκεντρώθηκαν στὴ Σκήτη της, ὄχι μόνον ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, τὴν Ἱεριχῶ καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ γύρω περίχωρα μὲ μεγάλη εὐλάβεια, διὰ νὰ ἐνταφιάσουν τὸ ἅγιο λείψανο.

Καὶ ὅταν θέλησαν νὰ πλύνουν τὸ σῶμα τοῦ νεκροῦ, κατὰ τὴν τάξη, γνώρισαν, ὅτι ἦταν γυναῖκα. Ὅλοι τότε ἔμειναν κατάπληκτοι καὶ δόξασαν τὸν Κύριο, ὁ ὁποῖος τῆς ἔδωσε τὴν δύναμη νὰ πολεμήσει τὸν διάβολο καὶ νὰ τὸν νικήσει κατὰ κράτος.

Αὐτὴ ἡ εἴδηση μαθεύτηκε καὶ στὰ περίχωρα καὶ κόσμος πολὺς ἐρχόταν κύματα – κύματα. Σπρώχνονταν μάλιστα, ποιὸς θὰ πρωτοασπασθεῖ. τὸ ἅγιο λείψανο.

Τὸ σήκωσαν κατόπιν εὐλαβεῖς καὶ ἅγιοι ἄνδρες. Ἀκολουθοῦσαν ὅλοι, μὲ λαμπάδες καὶ θυμιάματα καὶ τὸ ἐνταφίασαν μὲ τιμές, ὅπως ἔπρεπε σὲ Ἁγία.
Ὅσοι ἐν βίῳ ἁμαρτίαις ἐμολύνθητε, ὡς ὁ τάλας ἐγώ, ζηλώσωμεν τὴν μετάνοιαν, τὸν ὀδυρμὸν τε μετὰ δακρύων τῆς Ὁσίας Μητρὸς ἡμῶν Πελαγίας, ἵνα ταχὺ ἐκ Θεοῦ τὴν συγχώρησιν λάβωμεν καθάπερ ἡ μακαρία, ἔτι ζῶσα, τὸν ρύπον ἀπέπλυνε τῆς ἁμαρτίας καὶ ἔλαβεν ἐκ Θεοῦ τὴν τελείαν συγχώρησιν, ὁδὸν μετανοίας ὑποδείξασα.
(Ὁ Οἶκος τῆς Ἁγίας)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.