Ὁ Ἅγιος νεομάρτυρας Σταμάτιος, καταγόταν ἀπὸ ἕνα χωριὸ τοῦ Βόλου, τὸν Ἅγιο Γεώργιο, τῆς ἐπαρχίας Δημητριάδος.
Συνέβη κάποτε νὰ ἔρθει κάποιος ἀγὰς στὴν περιοχή τους γιὰ νὰ συγκεντρώσει τὸν φόρο τοῦ χαρατσιοῦ. Ὁ ἀγὰς αὐτὸς ἦταν πολὺ καταπιεστικὸς στὴ συλλογὴ τοῦ φόρου, αὐθαιρετοῦσε, καταδυνάστευε καὶ ἀδικοῦσε τοὺς Χριστιανούς. Ἀπελπισμένοι οἱ κάτοικοι ἀποφάσισαν νὰ στείλουν μία ἀντιπροσωπία στὴν Κωνσταντινούπολη, στὴν Ὑψηλὴ Πύλη, μήπως κι εὕρουν τὸ δίκιο τους.
Μεταξὺ τῶν μελῶν τῆς ἀντιπροσωπίας ἦταν καὶ ὁ Σταμάτιος. Παρουσιάστηκαν λοιπὸν στὸν Βεζύρη καὶ ἄρχισαν νὰ τοῦ παραπονιοῦνται γιὰ τὶς ἀδικίες τοῦ ἀγά.
Τότε κάποιοι παριστάμενοι Τοῦρκοι ἀξιωματοῦχοι, φίλοι του ἀγά, τὸν ξεχώρισαν καὶ τὸν πῆγαν στὸν Βεζύρη ψευδομαρτυρώντας καὶ συκοφαντώντας τὸν ἅγιο ὅτι εἶχε γίνει τοῦρκος καὶ τώρα ἐμφανίζεται ὡς χριστιανός. Ὁ ἅγιος φυσικὰ ἀρνήθηκε ἐντονώτατα μπροστὰ στὸν Βεζύρη τὴν κατηγορία. Ἐκεῖνος ὅμως τὸν ἔστειλε στὸν ἁρμόδιο γι’ αὐτὲς τὶς ὑποθέσεις κριτή, ὅπου ἀνακρινόμενος ὁ ἅγιος καὶ πάλι ἀρνήθηκε τὴν κατηγορία λέγοντας πὼς πρόκειται γιὰ συκοφαντία. Ὁ δικαστὴς τότε τοῦ λέει: «Κι ἂν δὲν ἔγινες, γίνε τώρα». Ὁ ἅγιος μάρτυρας μὲ μεγάλη φωνὴ τοῦ ἀπάντησε: «μὴ γένοιτο νὰ γίνω τόσο ἀνόητος καὶ ν’ ἀρνηθῶ τὸν Χριστό μου. Καλύτερα νὰ πεθάνω καὶ νὰ εἶμαι μὲ τὸν Χριστό μου, παρὰ νὰ ζῶ σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο μὲ μύριες ἀπολαύσεις καὶ δόξες».
Ὁ δικαστὴς βλέποντας τὴ σταθερότητα τοῦ μάρτυρα τὸν ἔστειλε στὸν Βεζύρη, ὁ ὁποῖος προσπάθησε μὲ πολλοὺς τρόπους, κολακεῖες, ὑποσχέσεις, τιμὲς καὶ ἀξιώματα νὰ μεταπείσει τὸν μάρτυρα. Μέχρι καὶ ὑπασπιστὴ τοῦ ὑποσχέθηκε νὰ τὸν κάνει. Ὁ ἅγιος γιὰ δεύτερη φορὰ μὲ δυνατὴ φωνὴ σταθερὰ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ λέγοντας: «Ἐγὼ πλοῦτο καὶ δόξα καὶ τιμὴ ἔχω τὸν Χριστό μου, ὁ ὁποῖος μου ἔχει κατοικία στοὺς οὐρανούς, δόξα καὶ ζωὴ αἰώνια. Οἱ δικές σου τιμὲς καὶ δόξες εἶναι φθαρτὲς καὶ μάταιες καὶ γρήγορα χάνονται μαζὶ μὲ ἐκείνους ποὺ τὶς ἐπιδιώκουν».
Ὁ Βεζύρης διέταξε νὰ φυλακιστεῖ καὶ νὰ βασανιστεῖ. Μετὰ ἀπὸ κάποιες ἡμέρες διέταξε νὰ τὸν φέρουν πάλι μπροστά του, ὅπου ξανὰ προσπάθησε μὲ θέλγητρα καὶ φόβητρα νὰ τὸν μεταπείσει. Ὁ μάρτυς γιὰ τελευταία φορὰ τοῦ ἀπάντησε: «Ἀκόμα καὶ μὲ μύριους θανάτους νὰ μὲ καταδικάσεις, ἐγὼ τὸν Χριστό μου δὲν τὸν ἀρνοῦμαι. Εἶμαι ἕτοιμος νὰ βασανίζομαι γιὰ τὸ ὄνομά Του σὲ ὅλη μου τὴ ζωή».
Τότε ὁ βεζύρης ὀργισμένος τὸν παρέδωσε στὸν ἔπαρχο νὰ τὸν θανατώσει. Τὸν ἀποκεφάλισαν στὶς 16 Αὐγούστου 1680 μ.Χ. ἡμέρα Δευτέρα, μπροστὰ στὸ βασιλικὸ παλάτι, στὴν Ἁγία Σοφία.
Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου, ποὺ συνέγραψε ὁ μοναχὸς Ἰάκωβος ὁ Ἁγιορείτης τὸ 1680 μ.Χ., βρίσκεται στὸν ὑπ' ἀριθμ. 805 Κώδικα τῆς Μονῆς Βατοπεδίου, φ. 12α-14.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου