7 Αυγ 2021

Ἡ κατάρα τοῦ πεύκου - Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877-1940)

Σχόλιο Ρωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ: Καὶ μὴν μᾶς ποῦν οἱ Οἰκολόγοι τῆς ἐποχῆς μας καὶ ὅλα τὰ συστημικὰ μέσα, ἀκόμη καὶ τὸ ἴδιο τὸ κράτος, πὼς εἶναι οἱ ἰδανικοὶ καὶ οἱ πρωτοπόροι στὴν προστασία τῆς Φύσης. Τὴν εὐαισθησία αὐτή, τὸν σεβασμὸ στὴ φύση καὶ στὰ πλάσματα ποὺ ὑπάρχουν καὶ ζοῦν μέσα σ` αὐτήν, τὴν ἔχει ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀρετῆς, μαζὶ μὲ ὅλες τὶς ἄλλες, ἀξίες, μέσα στὴ συνείδησή του, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ ζεῖ. Ὁ Ζαχαρίας Παπαντωνίου καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τοῦ πνεύματος ἤτανε... πολὺ μπροστὰ καὶ αὐτὰ τὰ ἀριστουργήματα τῆς ποιητικῆς τέχνης - καὶ ὄχι μόνο - διδάσκονταν ἀπὸ τότε ἀκόμη στὰ παιδιά. Νὰ λοιπὸν μία ἡ πραγματικὴ ΠΑΝΔΗΜΙΑ! Μπροστὰ στὰ μάτια μας, μέσα στὰ σπίτια μας, ποὺ κάθε χρόνο μᾶς καίει, μᾶς παίρνει ζωὲς καὶ κόπους μίας ζωῆς. Καὶ ὄχι ἕνα κατασκεύασμα, ποὺ σῴνει καὶ καλὰ βαφτίζεται καὶ ἐπιβάλλεται διὰ τῆς βίας, γιατί κρύβονται πονηριὲς καὶ ἀπαίσιες καὶ ἀπάνθρωπες σκοπιμότητες! Ἀξίζουν συγχαρητήρια καὶ στοὺς δημιουργούς του παραπάνω μουσικοαφηγηματικοῦ "ΠΟΝΗΜΑΤΟΣ¨! Ναί, εἶναι πόνημα, διότι δημιουργεῖται ἀπὸ κόπο ἀλλὰ καὶ ἀγωνία καὶ πόνο. Στὴν παροῦσα δὲ περίσταση προκαλεῖ πολὺ πόνο, θλίψη καὶ ... ἀπογοήτευση!

Ἡ κατάρα τοῦ πεύκου
«Γιάννη, γιατί ἔκοψες τὸν πεῦκο;
Γιατί; Γιατί;»
Ἀγέρας θὰ ’ναι, λέει ὁ Γιάννης
καὶ περπατεῖ.

Ἀνάβει ἡ πέτρα, τὸ λιβάδι
βγάνει φωτιά.
Νὰ ’βρισκε ὁ Γιάννης μία βρυσοῦλα,
μία ρεματιά!

Μὲς τὸ λιοπύρι, μὲς στὸν κάμπο
νὰ ἕνα δεντρί...
Ξαπλώθη ὁ Γιάννης ἀποκάτου,
δροσιὰ νὰ βρεῖ.

Τὸ δέντρο παίρνει τὰ κλαριά του
καὶ περπατεῖ!
Δὲν θ΄ ἀνασάνω, λέει ὁ Γιάννης,
γιατί, γιατί;

«Γιάννη, ποῦ κίνησες νὰ φτάσεις;»
«Στὰ δύο χωριά.»
«Κι ἀκόμα βρίσκεσαι δῶ κάτου;
Πολὺ μακριά!»

«Ἐγὼ πηγαίνω, ὅλο πηγαίνω.
Τί ἔφταιξα ἐγώ;
Σκιάζεται ὁ λόγκος καὶ μὲ φεύγει,
γι' αὐτὸ εἶμαι δῶ.

Πότε ξεκίνησα; Εἶναι μέρες...
γιὰ δύο, γιὰ τρεῖς...
Ὁ νοῦς μου σήμερα δὲ ξέρω,
τ' εἶναι βαρύς».

«Νὰ μία βρυσοῦλα, πιε νεράκι
νὰ δροσιστεῖς».
Σκύβει νὰ πιεῖ νερὸ στὴ βρύση,
στερεύει εὐθύς.

Οἱ μέρες πέρασαν κι οἱ μῆνες,
φεύγει ὁ καιρός,
Στὸν ἴδιο τόπο εἲν' ὁ Γιάννης,
κι ἂς τρέχει ἐμπρός...

Νὰ τὸ χινόπωρο, νὰ οἱ μπόρες,
μὰ ποῦ κλαρί;
Χτυπιέται ὀρθὸς μὲ τὸ χαλάζι,
μὲ τὴ βροχή.

«Γιάννη, γιατί ἔσφαξες τὸ δέντρο,
τὸ σπλαχνικό,
ποῦ 'ριχνεν ἴσκιο στὸ κοπάδι
καὶ στὸ βοσκό;»

Ὁ πεῦκος μίλαε στὸν ἀέρα
- τ' ἀκοῦς, τ' ἀκοῦς;-
καὶ τραγουδοῦσε σὰ φλογέρα
στοὺς μπιστικούς.

«Φρύγανο καὶ κλαρὶ τοῦ πῆρες
καὶ τὶς δροσιὲς
Καὶ τὸ ρετσίνι του ποτάμι
ἂπ΄ τὶς πληγές.

Σακάτης ἤτανε κι ὁλόρθος,
ὡς τὴ χρονιά,
Πού τὸν ἐγκρέμισες γιὰ ξύλα,
Γιάννη φονιά!»

«Τὴ χάρη σου ἐρημοκλησάκι,
τὴν προσκυνῶ,
Βόηθα νὰ φτάσω κάποιαν ὥρα
καὶ νὰ σταθῶ...

Ἡ μάνα μου θὰ περιμένει
κι ἔχω βοσκή...
Κι εἶχα καὶ τρύγο... Τί ὥρα νάναι
καὶ τί ἐποχή;

Ξεκίνησα τὸ καλοκαῖρι
-νὰ στοχαστεῖς-
Κι ἦρθε καὶ μ' ἧβρε ὁ χειμῶνας
μεσοστρατίς.

Πάλι Ἁλωνάρης καὶ λιοπύρι!
Πότε ἦρθε; Πῶς;
Ἅγιε, σταμάτησε τὸ λόγκο,
ποῦ τρέχει ἐμπρός.

Ἅγιε, τὸ δρόμο δὲν τὸν βγάνω
-μὲ τί καρδιά;-
Θέλω νὰ πέσω νὰ πεθάνω,
ἐδῶ κοντά.»

Πέφτει σὰ δέντρο ἂπ΄ τὸ πελέκι...
βογκάει βαριά.
Μακριά του στάθηκε τὸ δάσος,
πολὺ μακριά.

Ἐκεῖ τριγύρω οὔτε χορτάρι,
φωνὴ καμιά.
Στ΄ ἀγκάθια πέθανε, στὸν κάμπο,
στὴν ἐρημιά.
Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877-1940)

3 σχόλια:

  1. Δάκρυ! Πόνος! Τ' ακούς, σύγχρονε Γιάννη του πλούτου και της απληστίας... Αχόρταγε ... Ασυνείδητε! Θα πεθάνεις κι εσύ ... Έχεις υπογράψει ήδη και τον δικό σου θάνατο! Ασυνείδητε! Είτε είσαι πρόσωπο είτε σύστημα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Βαζουν φωτιες παντου για λιγη εξουσια...ο ορισμος της σαπιλας...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.