25 Ιουν 2020

Καὶ ἐγένετο φύρδην μίγδην: (Ἡ ἰσλαμικότητα τοῦ Τμήματος «Θεολογίας καὶ Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν»)- (ΜΕΡΟΣ Α΄)

Ἡρακλῆς Ρεράκης, Καθηγητὴς Θεολογίας τοῦ ΑΠΘ 

Οἱ λέξεις «φύρδην μίγδην», προερχόμενες ἀπὸ δύο ἐπιρρήματα τῆς Ἀρχαίας ἑλληνικῆς, χρησιμοποιοῦνται στὴ Νέα ἑλληνική, μόνο σὲ αὐτὴ τὴ φράση, ζευγαρωμένες καὶ σημαίνουν «ἀνάκατα, ἄνω κάτω, σὲ μεγάλη ἀταξία, σὲ ἀπόλυτη ἀκαταστασία, χωρὶς καμιὰ τάξη». 

Τὸ φύρδην ἔρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα φύρω (συμφύρω), ποὺ σημαίνει ἀνακατεύω (οὐσιαστικό: συμφυρμὸς κ.α.), ἐνῶ τὸ μίγδην παράγεται ἀπὸ τὸ ρῆμα μείγνυμι, ποὺ σημαίνει: ἀναμειγνύω, ἀνακατεύω, πολτοποιῶ (οὐσιαστικό: μεῖγμα, ἀνάμεικτος κ.α.).
Μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἐκδίκασης στὸ Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας προσφυγῆς Καθηγητῶν τοῦ ΑΠΘ γιὰ τὴν ἀκύρωση τῆς ἵδρυσης Ἰσλαμικῶν Σουδῶν στὸ Τμῆμα Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ, ἀναφερόμαστε στὸ «φύρδην μίγδην», ποὺ συμβαίνει σὲ αὐτὸ τὸ Τμῆμα ὄχι, φυσικά, γιὰ νὰ ἐνοχοποιήσουμε τὴ Θεολογικὴ Σχολή, ἡ ὁποία περνάει αὐτὴ τὴ δοκιμασία, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐπισημάνουμε τὶς παραδοξότητες ἐκείνων ποὺ τὴν προξενοῦν. 
Παρακολουθώντας ὅσα συμβαίνουν στὴν πατρίδα μας τὰ τελευταία χρόνια, βλέπουμε ὅτι τὸ φαινόμενο τοῦ...
θεολογικοῦ «φύρδην μίγδην» ξεκίνησε νὰ ἐφαρμόζεται, ὡς μέθοδος, στὰ πολυθρησκειακὰ Προγράμματα τῶν Θρησκευτικῶν της κ. Διαμαντοπούλου (2011) καὶ ἐκεῖνα τοῦ ΣΥΡΙΖΑ (2016), μὲ δημιουργοὺς τὴν ἴδια ὁμάδα ποὺ ἵδρυσε καὶ τὶς Μουσουλμανικὲς Σπουδές. 

Ἐνῶ, μάλιστα, κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς ὁμιλοῦν καὶ γράφουν ὑπὲρ τοῦ σεβασμοῦ τῆς θρησκευτικῆς διαφορετικότητας τοῦ «ξένου», οἱ εὐαισθησίες τους δὲν φαίνεται νὰ περιλαμβάνουν καὶ τὴ θρησκευτικὴ πίστη καὶ ταυτότητα τῶν ὀρθόδοξων νέων, ἡ ὁποία, στὰ θεολογικά τους «φύρδην μίγδην» ἀλλοιώνεται καὶ οὐσιαστικὰ μηδενίζεται. 

Ἡ ἀπόφαση τοῦ Τμήματος Θεολογίας νὰ ἐμφυτεύσει, ἐντός της Ὀρθόδοξης Θεολογικῆς Σχολῆς, Πρόγραμμα «Εἰσαγωγικῆς Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν» καὶ νὰ δημιουργήσει μία «φύρδην μίγδην» κατάσταση στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ ΑΠΘ, ἐκτός του ἐπιστημολογικοῦ παραλογισμοῦ της, ἀποτελεῖ μία πρωτοφανῆ πράξη πνευματικῆς ἀνατροπῆς ἢ παραποιήσεως τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων καὶ ἀληθειῶν, πού, ὅποτε καὶ ὅπου ἐμφανίστηκε, διαχρονικά, στὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καταδικάστηκε ὡς αἵρεση. 

Ἡ ἐπιλογή, ἔγκριση καὶ συνέχιση μίας τέτοιας μορφῆς ἀνάμειξης καὶ συμφυρμοῦ τῆς Ἀποκαλυπτικῆς ὀρθόδοξης διδασκαλίας καὶ πίστεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μὲ μία ἐντελῶς ἀντίθετη πίστη, ὅπως εἶναι ἡ θρησκεία τοῦ Ἰσλάμ, ἀποτελεῖ πρόκληση γιὰ τὴν ἑλληνικὴ κοινωνία, ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῶν θρασύτατων δημιουργῶν ἀλλὰ καὶ τῶν συμμάχων καὶ ὑποστηρικτῶν τους, προερχομένων ἀπὸ μία, μικρὴ εὐτυχῶς, μερίδα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας καὶ μὲ τὶς ἐπαινετὲς ἀντιρρήσεις ὅλων ὅσων -καὶ σὲ αὐτὸ τὸ θέμα- ὀρθοτόμησαν καὶ συνεχίζουν νὰ ὀρθοτομοῦν τὸν Λόγο τῆς Ἀληθείας. 

Ὑπενθυμίζουμε ὅτι μόνον (23) ἀπὸ τοὺς (39) Καθηγητὲς τοῦ Τμήματος Θεολογίας καὶ ἀπὸ τοὺς (72) συνολικὰ καθηγητὲς καὶ τῶν δύο Τμημάτων τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ, ἀποφάσισαν καὶ διέπραξαν αὐτὴν τὴν ἐπιστημονικὰ καὶ θεολογικὰ ἀπαράδεκτη καὶ ἐγκληματικὴ παρέκκλιση. 

Ἅπαντες οἱ Καθηγητὲς τοῦ ἑτέρου Τμήματος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, μὲ ἔντονες διαμαρτυρίες, ἀρνηθήκαμε, τὸ 2014, τὸ θεολογικὸ «φύρδην μίγδην» στὴ Σχολή μας καὶ ψηφίσαμε ὅτι: «Ἡ αὐτοτελὴς γνωστικὴ περιοχὴ ποὺ θεραπεύει ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Α.Π.Θ. καὶ τὰ δύο Τμήματά της, ἀπὸ τῆς συστάσεώς τους, εἶναι οἱ σπουδὲς στὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία». «Μὲ τὴν ἀπόφαση ἵδρυσης Εἰσαγωγικῆς Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν ἀλλοιώνεται ὁ μέχρι τώρα χαρακτήρας τῆς Σχολῆς καὶ ἡ ἀκαδημαϊκή της ἀντιστοίχηση μὲ τὰ διεθνῶς κρατοῦντα». Ἐπίσης, τονίσαμε ὅτι: «Ἡ Θεολογικὴ Σχολή, κατὰ τὸ ἐπιστημονικό της περιεχόμενο καὶ τὸν σκοπὸ ἱδρύσεως καὶ λειτουργίας της, εἶναι ἐπιστημολογικὰ ἀναρμόδια γιὰ τὴν ὀργάνωση προγραμμάτων σπουδῶν ἄλλων θρησκειῶν». 

Σημειώνεται ὅτι, μεθοδευμένα καὶ παρανόμως, δὲν ἔγινε τότε Συνέλευση Σχολῆς, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἐκφραστοῦμε οἱ (49) Καθηγητὲς ποὺ εἴμαστε ἀρνητικοί, ὄχι στὴν Εἰσαγωγὴ Ἰσλαμικῶν ἢ ἄλλων Σπουδῶν στὸ Πανεπιστήμιο, ἀλλὰ στὴν Εἰσαγωγὴ καὶ τὴ λειτουργία τους, ἐντός της Ὀρθόδοξης Θεολογικῆς Σχολῆς καὶ στὸ σκοποθετημένο ἀντιεπιστημονικὸ καὶ ἀντορθόδοξο «φύρδην μίγδην» ποὺ ἐπιχειρήθηκε. 

Φυσικὰ καὶ μπορεῖ νὰ εἰσαχθοῦν, νομότυπα, στὸ πλαίσιο τοῦ ἑλληνικοῦ δικαίου, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀκαδημαϊκῆς αὐτονομίας τῶν Τμημάτων, Ἰσλαμικὲς ἢ ἀκόμη καὶ ἀθεϊστικὲς σπουδὲς ἐντὸς ἑνὸς Ἀνώτατου Ἐκπαιδευτικοῦ Ἱδρύματος, ὅπως εἶναι τὸ ΑΠΘ. 

Στὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία, ὅμως, ὅπως καὶ στὴν Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας ἡ Θεολογία θεωρεῖται τέκνο, πέραν τοῦ πολιτικοῦ δικαίου ἢ τῆς ἀκαδημαϊκῆς αὐτονομίας, λειτουργεῖ ὁ νόμος καὶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ (Θεὸ- λογία = Λόγος Θεοῦ). 

Καὶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ὑπαγορεύει στὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Θεολογίας τὴν ὕπαρξη καὶ λειτουργία τοῦ νόμου τῆς συνειδήσεως, ποὺ ἀναφέρει ὁ Ἄπ. Παῦλος (Ρώμ. 2, 10-16). 

Διότι οἱ καθηγητὲς ποὺ ἐξελέγησαν καὶ διορίστηκαν σὲ ἀντικείμενα τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας στὴ Θεολογικὴ Σχολή, ὁρκίστηκαν, ἐνώπιόν του Πρυτάνεως, ὅτι θὰ ὑπηρετοῦν τὸ περιεχόμενο τοῦ θεολογικοῦ τους ἀντικειμένου καὶ τοὺς σκοποὺς τῆς Ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, ὅπως ὁρίζεται στὸ Σύνταγμα καὶ στοὺς Νόμους. 

Στὸ πλαίσιο αὐτό, ὑπάρχει ἡ ἀπορία, πῶς μποροῦν οἱ διδάσκοντες στὸ Τμῆμα αὐτὸ Καθηγητὲς τοῦ Τμήματος Θεολογίας, τὸ ἕνα τρίωρό της ἡμέρας νὰ διδάσκουν στοὺς φοιτητὲς τοῦ Τμήματος Θεολογίας, ποὺ ἀνήκουν, τὴ ἀλήθεια τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν πίστη στὸν Τριαδικὸ Θεὸ (τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως στὸν Τριαδικὸ Θεὸ) καί, τὸ ἄλλο τρίωρο, νὰ διδάσκουν οἱ ἴδιοι, στὸ Ἰσλαμικὸ Τμῆμα, τὴν ἀλήθεια τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰσλὰμ καὶ τὴν πίστη καὶ ὑποταγὴ στὸν Ἀλλάχ, ὅπως περιέχεται στὸ Κοράνιο καὶ μάλιστα σὲ Ὀρθόδοξους Χριστιανοὺς φοιτητές; 

Καὶ μιλᾶμε γιὰ χριστιανοὺς φοιτητὲς τοῦ Ἰσλαμικοῦ Τμήματος, ποὺ φυτεύτηκε στὴ Θεολογικὴ Σχολή, γιὰ ἄλλο βασικὰ σκοπό, διότι θεωροῦμε ὅτι εἶναι ἀποκαλυπτικὸ τὸ γεγονὸς ὅτι, ἐνῶ προβλεπόταν οἱ Ἰσλαμικὲς Σπουδὲς νὰ ἐξυπηρετήσουν κυρίως τοὺς Μουσουλμάνους, ποὺ ἤθελαν καὶ ἦταν δίκαιο, κατὰ τὴ γνώμη τῶν ἱδρυτῶν τους, νὰ σπουδάσουν στὴν Ἑλλάδα, ἐκεῖνοι δὲν πείστηκαν καὶ περιφρόνησαν, ἐντελῶς, τὸ περίεργο καὶ παράδοξο ἐγχείρημά τους, ἀρνούμενοι νὰ ἐγγραφοῦν καὶ νὰ διδαχθοῦν Ἰσλαμικὴ Θεολογία ἀπὸ Ὀρθόδοξους Χριστιανοὺς Καθηγητές! 

Ἄραγε, αὐτὴ ἡ ὁλικὴ ἀποτυχία τοῦ σκοποῦ, ποῦ ἔθεσαν οἱ ἱδρυτὲς τοῦ Ἰσλαμικοῦ Τμήματος, Καθηγητὲς τῆς Θεολογίας, προκειμένου νὰ πείσουν γιὰ τὴν πολιτικὴ ὀρθότητα τοῦ ἐγχειρήματός τους, δὲν τοὺς προβληματίζει τώρα, ποῦ στὴν πράξη οἱ Μουσουλμάνοι τῆς Θράκης γυρνοῦν τὴν πλάτη στὸν παραλογισμό τους; 

Μὰ θὰ ποῦν: Δικαίωμά μας εἶναι νὰ πράττουμε ἔτσι. Ὁ Ἄπ. Παῦλος, ὡστόσο, τοὺς ἁπαντά: «Ὅλα ἔχω τὸ δικαίωμα νὰ τὰ πράττω, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν εἶναι, ψυχικά, συμφέρον καὶ ὠφέλιμο γιὰ μένα. Ὅλα ἔχω τὸ δικαίωμα νὰ τὰ πράττω, ἀλλὰ δὲν οἰκοδομοῦν ὅλα στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας (Ἃ’ Κορινθίους 10, 23). 

Οὐσιαστικά, ἡ εἰσαχθεῖσα στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Ἰσλαμικὴ Θεολογία εἶναι ἐντελῶς ἄσχετη καὶ ἀντίθετη μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία, ἡ ὁποία δὲν ἀποδέχεται τὶς θεμελιώδεις δογματικὲς ἀλήθειες τῆς ὀρθόδοξης Θεολογίας, ὅπως εἶναι τὸ Τρισυπόστατό της Θεότητας, ἡ ἀπόρριψη τοῦ Χριστοῦ, ὡς Θεανθρώπου καὶ Υἱοῦ τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ, θεωρώντας ὅτι εἶναι ἕνας ἄνθρωπος - Προφήτης καί, μάλιστα, κατώτερός του Προφήτη Μωάμεθ. 

Ἡ Ἰσλαμικὴ Θεολογία, ἐπίσης, ἀρνεῖται τὴ θεανθρώπινη γέννηση, Σταύρωση, Ἀνάσταση καὶ Ἀνάληψή Του, ἐνῶ δὲν δέχεται τὴ θεανθρώπινη καὶ μυστηριακὴ δομὴ καὶ λειτουργία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Δέχεται τὴ Μητέρα τοῦ Χριστοῦ, ὡς Παρθένο Μαρία, ἀλλὰ ὄχι ὡς Θεοτόκο καὶ Παναγία. Οἱ θέσεις ἐπίσης τοῦ Ἰσλὰμ γιὰ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, τὸν «ἄλλο», τὶς οἰκογενειακὲς καὶ κοινωνικὲς σχέσεις, δὲν ἔχουν καμιὰ συνάφεια μὲ ἐκεῖνες τῶν Χριστιανῶν, διότι τίθενται σὲ ἐντελῶς διαφορετικὲς βάσεις ἀπὸ ἐκεῖνες τῆς ἰσοτιμίας τῶν προσώπων ἀνδρὸς καὶ γυναικός, ὅπως τὶς προσδιορίζει ὁ Ἄπ. Παῦλος. 

Ἐξάλλου, ἀπὸ νομικῆς καὶ συνταγματικῆς πλευρᾶς, τὸ Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας, μὲ τὴν ὕπ. ἀριθμ. 194/1987 ἀπόφασή του, ἐπισημαίνει ὅτι «ὅσα διδάσκονται στὸ θεολογικὸ Τμῆμα ἀποτελοῦν κυρίως δόγματα τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». 

Αὐτὸ σημαίνει, ἀπὸ θεολογικῆς πλευρᾶς, ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι διδάσκαλοι τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας εἶναι, θεολογικά, ὑποχρεωμένοι νὰ μὴν διδάσκουν, ὡς πρὸς τὰ θέματα τῆς πίστεως καὶ τῶν δογμάτων, ο, τί αὐτοὶ ἐπινοοῦν, ἀλλὰ ὀφείλουν νὰ ἀκολουθοῦν πιστὰ καὶ χωρὶς παρεκκλίσεις τὶς ἀλήθειες, ποὺ διδάσκει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τους, ὅπως ὁρίζονται, κατὰ τὴν Κυριακή της Ὀρθοδοξίας: «οἱ Προφῆτες ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Πατέρες ὡς ἐδογμάτισαν… Οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστὸν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἠμῶν». 

Ἀξιοπρόσεκτο εἶναι ὅτι ἡ Ἁγιορείτικη Κοινότητα, σὲ ἐπιτολή της πρὸς τὸν Κοσμήτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς ΑΠΘ, τάχθηκε ἐναντίον τῆς Εἰσαγωγῆς τῶν Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν ἐντός της Θεολογικῆς Σχολῆς, θεωρώντας τὴν, «ὡς παρέκκλισιν ἐκ τοῦ σκοποῦ, τὸν ὁποῖον ἐτάχθη νὰ ὑπηρετεῖ ἡ Ὀρθόδοξος Θεολογία», χαρακτηρίζοντας μάλιστα τὴν ἀπόφαση αὐτὴ «σοβαρὸν ὀλίσθημα, ποὺ θὰ ὁδηγήσει εἰς ἐπικινδύνους ἀτραποὺς» καὶ ἡ ὁποία «στρέφεται κατὰ τῆς ἐπιστήμης τῆς Θεολογίας καὶ κατ’ αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας». 

Σημαντικό, ἐπίσης, εἶναι ὅτι τὸ θεολογικὸ αὐτὸ «φύρδην μίγδην» Χριστιανικῶν καὶ Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν συνιστᾶ διεθνῆ πρωτοτυπία. 

Διότι τέτοιος θεολογικὸς συμφυρμὸς καὶ τέτοιο, ἐπιστημολογικὰ καὶ παιδαγωγικά, ἄτακτο καὶ ἄτοπο συνονθύλευμα, μὲ καθαρὰ ἀντιδημοκρατικό, κατὰ τὴν κρίση μας, στόχο τὴν ἐπιβολὴ τῆς πολτοποίησης τῶν θρησκειῶν, τοῦ διαθρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ καὶ τὴν φασιστοειδῆ ἐξάλειψη τῆς θρησκευτικῆς διαφορετικότητας καὶ ἑτερότητας, δὲν ἔχει ἐπιχειρηθεῖ ποτέ, οὔτε σὲ Προτεσταντικὲς ἢ Ρωμαιοκαθολικὲς Σχολὲς οὔτε, φυσικά, σὲ Σχολὲς τοῦ Ἰσλὰμ ἢ ἄλλων Θρησκειῶν. 

Ἀξίζει, τέλος, νὰ θυμηθοῦμε, σχετικά, τὴν ἀγανάκτηση ποὺ ἐνίωθε ὁ Ἄπ. Παῦλος, ὅπως μαρτυρεῖται στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, καθὼς παρατηροῦσε τὴν προβολὴ τῶν Εἰδώλων στοὺς δημόσιους χώρους τῆς πόλης τῶν Ἀθηνῶν: «Ἐρεθίζετο τὸ πνεῦμα του, διότι ἔβλεπε τὴν πόλη νὰ εἶναι γεμάτη εἴδωλα» (Πράξ. 17, 16).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.