30 Απρ 2018

Μοναχισμὸς καὶ Ἅγιον Ὅρος


 
Ὁ μοναχισμὸς εἶναι στάση βίου, ἡ ὁποία, πρὶν ἀκόμη καταπαύσουν οἱ διωγμοὶ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἐκδηλώθηκε ὡς ἀντίδραση στὴν τάση πρὸς ἐκκοσμίκευση τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἀνθρώπινες ἀδυναμίες τῶν χριστιανῶν θεωροῦνται ἰσχυρὸ ἐπιχείρημα γιὰ νὰ χαρακτηριστεῖ τὸ εὐαγγελικὸ κήρυγμα ὑπέρτατη οὐτοπία καὶ νὰ θεωρηθοῦν οἱ ἐντολὲς του ὑπερβαίνουσες τρομακτικὰ τὶς βιολογικὲς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ ἐπικριτὲς παραβλέπουν παντελῶς τὰ ἀσκητικὰ ἐπιτεύγματα, ὅπως παραβλέπουν καὶ τὰ ἐπιτεύγματα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως. Καὶ ἡ ἐξήγηση εἶναι ἁπλή. Τὸ μαρτύριο καὶ τὸ ἀσκητικὸ ἐπίτευγμα καταρρίπτουν τὰ σαθρὰ ἐπιχειρήματά τους. Τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες ἐπισήμανε πρῶτος ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ἦλθε γιὰ νὰ σώσει τὸ πλάσμα του ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Καὶ τόνισε σαφέστατα: «Χωρὶς ἐμὲ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν».
Ἡ ἐκκοσμίκευση ὑπῆρξε ραγδαία μετὰ τὴν...
παύση τῶν διωγμῶν κατὰ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, μετὰ τὸ διάταγμα περὶ ἀνεξιθρησκείας καί, τέλος, μετὰ τὴν ἀναγνώριση ἀπὸ τὸν Καίσαρα τῆς νέας πίστης ὡς ἐπίσημης θρησκείας τοῦ κράτους. Τυχοδιῶκτες πάσης φύσεως ἔγιναν μέλη τῆς Ἐκκλησίας, προκειμένου νὰ καρπωθοῦν ὀφέλη ἀπὸ τὴν «προσφορὰ τῶν ὑπηρεσιῶν τους». Ἡ διάχυση τοῦ πνεύματος τῆς ἐκκοσμίκευσης εἶχε ὡς ἀντιρρόπηση τὴν ἔξαρση τοῦ μοναχισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἀπὸ τὴν αἰγυπτιακὴ ἔρημο ἐξαπλώθηκε στὴ Συρία καὶ στὴν Παλαιστίνη, ἀρχικά, καί, λίγο ἀργότερα, στὴν Μικρὰ Ἀσία (Καππαδοκία, Πόντο καὶ Βιθυνία). Ἀπὸ ἐκεῖ ὁ μοναχισμὸς πέρασε στὴν εὐρωπαϊκὴ ἤπειρο καὶ ἄνθισε γύρω ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, μέσα στὴν ὁποία ζοῦσαν προκλητικὰ ἐκκοσμικευμένοι πολιτικοὶ ἄρχοντες καὶ ἐκκλησιαστικοὶ ἡγέτες. Ἀποτελεῖ χαρακτηριστικὴ περίπτωση ὁ διωγμὸς καὶ ὁ θάνατος καθ’ ὁδὸν πρὸς τὴν ἐξορία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος στηλίτευσε τὸν τρόπο βίου τῶν ἰσχυρῶν τῆς ἐποχῆς του. Ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη ὁ μοναχισμὸς ἔφθασε στὴν κατάφυτη καὶ ἐν πολλοῖς ἐρημικὴ περιοχὴ τῆς τρίτης χερσονήσου τῆς Χαλκιδικῆς, ποὺ εἶναι σήμερα γνωστὴ ὡς Ἅγιον Ὅρος.
Ὁ μοναχισμὸς δέχθηκε ἀγριότατη ἐπίθεση ἀπὸ τοὺς συμπατριῶτες μας ὀπαδοὺς τοῦ διαφωτισμοῦ κατὰ τοὺς χρόνους τῆς νεωτερικότητας. Ἑρμηνεύοντας αὐτοὶ τὴν ἱστορία μὲ βάση τὰ δυτικὰ πρότυπα, ταύτισαν τὸν ὀρθόδοξο μοναχισμὸ μὲ τὸν ἄλλο τοῦ παπισμοῦ. Διορθώνω: Τὸν θεώρησαν κατὰ πολὺ κατώτερο, καθὼς ἀναγνωρίζουν στὸν δυτικὸ μοναχισμὸ κάποιο καλό, τὴν κοινωνικὴ προσφορά. Τὸν ὀρθόδοξο ἐπικρίνουν γιὰ δῆθεν ὀκνηρία καὶ παρασιτισμὸ σὲ βάρος τοῦ λαοῦ μὲ τὴν εὔνοια τῶν αὐτοκρατόρων τῆς Ρωμανίας (τοῦ Βυζαντίου τῶν Φράγκων). Διαδίδουν μάλιστα πληθώρα ψευδῶν, μέσω τῶν ὁποίων δηλητηριάζουν τοὺς Νεοέλληνες. Προβάλουν τοὺς μοναχοὺς ὡς ἐμπαθέστατους καὶ φανατικότατους διῶκτες τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πνεύματος τῆς ἐλευθερίας! Τοὺς μέμφονται, γιὰ τὴν ἐπιλογὴ τρόπου βίου, ποὺ ὡς θεμελιακὴ ἀρχὴ ἔχει τὸν στραγγαλισμὸ τῆς ἀπόλαυσης καὶ τῆς ἐκ ταύτης χαρᾶς! Τοὺς θεωροῦν, τέλος, ὑπεύθυνους γιὰ τὴν, μὲ τὴν ἀποφυγὴ τῆς στράτευσης, κατάρρευση τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Ρωμανίας, τὴν ὁποία στὶς ἀναλύσεις τοὺς τόσο περιφρονοῦν καὶ ἐνδόμυχα ἐπιχαίρουν γιὰ τὸν ἀφανισμό της. Αὐτὴ ἡ σωρεία ψευδῶν διαχέεται ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεά, μὲ συνέπεια νὰ καλλιεργεῖται πνεῦμα ἀντιμοναστικὸ καὶ πολλοὶ Νεοέλληνες νὰ ἐκφράζονται μὲ τρόπο ἄκρως περιφρονητικὸ καὶ ἀπαξιωτικὸ γιὰ τὸν μοναχισμό!
Οἱ μοναχοὶ ὑπῆρξαν ἀναχωρητὲς καὶ ὄχι ταραχοποιοὶ στὰ ἀστικὰ κέντρα. Ἐκεῖ στὴν ἡσυχία τους πέρα ἀπὸ τὸ κύριο μέλημα, τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, εἶχαν ὡς δεύτερο τὴν ἐργασία, πρὸς ἐξοικονόμηση τῶν ἐλαχίστων πρὸ τὸ ζῆν. Μεταξὺ τῶν ἐργοχείρων ἦταν καὶ ἡ ἀντιγραφὴ κειμένων, ὄχι μόνο ἐκκλησιαστικῶν, ἀλλὰ καὶ ἐκ τῆς θύραθεν γραμματείας. Πλεῖστα ὅσα ἔργα αὐτῆς, ἀκόμη καὶ κωμωδίες τοῦ Ἀριστοφάνη, διασώθηκαν χάρη στὴν ἐπίπονη προσπάθεια μοναχῶν. Εἶναι βέβαια ἀληθὲς ὅτι πολλὰ μοναστήρια δέχθηκαν οἰκονομικὴ βοήθεια ἀπὸ εὐλαβεῖς καὶ ἀνευλαβεῖς αὐτοκράτορες. Ἡ βοήθεια αὐτὴ ἄλλοτε ἀξιοποιήθηκε καὶ ἄλλοτε ἐκδαπανήθηκε, καθὼς καὶ στὸν μοναχισμό, ὁ ὁποῖος εἶναι θεμελιωμένος στὸν φρικτὸ ὅρκο περὶ ἀκτημοσύνης, παρθενίας καὶ ὑπακοῆς, ἦταν ἀναπόφευκτο νὰ εἰσχωρήσουν οἱ ἀνθρώπινες ἀδυναμίες. Πάντως ἀποκρύπτεται μεθοδικὰ ὅτι ὁ ρωμαϊκὸς (βυζαντινὸς) στρατὸς ἦταν μισθοφορικὸς κατὰ τοὺς χρόνους τῆς παρακμῆς τῆς αὐτοκρατορίας καὶ δὲν εὐθύνεται γιὰ τὴν κατάρρευσή της ἡ πληθώρα τῶν μοναχῶν, ἀλλὰ ἡ προηγηθεῖσα κατάρρευση τῶν ἀξιῶν.
Ἡ ἐπαναλαμβανόμενη ἀποδοκιμασία τοῦ μοναχισμοῦ γιὰ τὸν στραγγαλισμὸ τῆς ἀπόλαυσης τοῦ βίου καὶ τῆς ἀπὸ αὐτὴν χαρᾶς εἶναι ἡ τραγικότερη στάση τῶν ἐκκοσμικευμένων ἀνθρώπων. Ἀγνοοῦντες τὴ χαρά, τὴν ὁποία δὲν ἔχουν γευθεῖ, ταυτίζουν αὐτὴ μὲ τὴν εὐχαρίστηση. Καὶ ἀποκρύπτουν ἐπιμελῶς ὅτι, ὡς κυνηγοὶ τῆς ἀπόλαυσης, ἔχουν ὁλοένα καὶ μεγαλύτερη τὴν ἀνάγκη αὐτῆς ποσοτικά, γιὰ νὰ αἰσθανθοῦν τὴν ἴδια εὐχαρίστηση. Καὶ ἀποκρύπτουν ἐπιμελέστατα ὅτι στὸ βάθος τῆς ὕπαρξής τους ὑπάρχει ἡ διαρκὴς γεύση πικρίας, ἡ ὁποία ἐκδηλώνεται, σὲ περιπτώσεις, κατὰ τρόπο φρικιαστικό! Τὸ μαρτυρεῖ ἡ φράση τοῦ Σαρτρ «ὁ ἄλλος εἶναι ἡ κόλασή μου». Σὲ ἀντίθεση ὁ ἐρημίτης ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ (19ος αἰώνας) χαιρετοῦσε τὴν πληθώρα τῶν προσκυνητῶν τοῦ ἐρημητηρίου του μὲ τὴ φράση «Χριστὸς ἀνέστη, χαρά μου». Αὐτὸς ὄντως γνώριζε τί εἶναι χαρὰ καὶ πόσο διαφέρει αὐτὴ ἀπὸ τὴν εὐχαρίστηση, ὡς ἱκανοποίηση τοῦ ἐνστίκτου.
Κύλισαν τὰ χρόνια, τὸ Γένος μας γνώρισε πικρὴ δουλεία αἰώνων, κατὰ τοὺς ὁποίους τὰ μοναστήρια πρόσφεραν παρηγοριὰ καὶ μόρφωση. Χάρη στὴν πρώτη ἄντεξαν οἱ πρόγονοί μας ἀπὸ τὴν πίεση ἢ τὸ δέλεαρ τοῦ ἐξισλαμισμοῦ. Χάρη στὸ δεύτερο δὲν λησμόνησαν τὴν γραπτή τους γλώσσα. Τὸ πρῶτο ἀφήνει παγερὰ ἀδιάφορούς τους «διαφωτισμένους». Τὸ δεύτερο πολέμησαν μὲ λύσσα ὡς «μύθο τοῦ κρυφοῦ σχολειοῦ». Καὶ ἦλθε τὸ ποθούμενο καὶ στὸν ἀγώνα γιὰ τὴν ἐλευθερία πρωταγωνίστησαν τὰ μοναστήρια, φιλοξενώντας, τρέφοντας, προσφέροντας ἀκόμη καὶ πολύτιμα χειρόγραφα γιὰ τὴ μπαρούτη τοῦ ἀγώνα. Καὶ ἦλθαν μετὰ οἱ Βαυαροὶ καὶ διέλυσαν πλῆθος μοναστηριῶν, πετώντας στὸν δρόμο μοναχοὺς καὶ ἐκποιώντας τὶς περιουσίες. Ἄγνωστη κι’ αὐτὴ ἡ πτυχὴ τοῦ νεωτέρου δράματος. Μπορεῖ νὰ ἦταν θιασῶτες τῆς «φωτισμένης μοναρχίας» οἱ διῶκτες, ὅμως διέπονταν ἀπὸ τὶς ἴδιες ἀρχὲς μὲ τοὺς «δημοκράτες» ἀποδομητὲς κάθε ἱεροῦ καὶ ὁσίου.
Καὶ ἔφθιναν τὰ μοναστήρια στὴ χώρα μας καθ’ ὅλο τὸν 19ο αἰώνα. Μάλιστα κατὰ τὸν 20ο κάποιοι βιάστηκαν, περὶ τὸ τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ 1970, νὰ προβλέψουν τὸ τέλος τοῦ μοναχισμοῦ ἀκόμη καὶ στὸ Ἅγιον Ὅρος. Ἐκεῖ λίγα γεροντάκια πλέον ἀνέμεναν καθημερινὰ τὸν θάνατο νὰ σφραγίσει τὰ μάτια τους. Καὶ τότε συνέβη τὸ θαῦμα. Νέοι, πολλοὶ νέοι, ἀσφυκτιοῦντες στὸ ἐκκοσμικευμένο περιβάλλον μετὰ ἀπὸ σπουδές, πολλὲς φορὲς λαμπρές, ἐγκατέλειπαν τὸν κόσμο τῆς διαφθορᾶς, ὅπως οἱ πρῶτοι ἀσκητὲς τῆς αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, καὶ κατέφευγαν στὸ Ἅγιον Ὅρος. Καὶ ἡ μοναστικὴ ζωὴ ἔκτοτε σφύζει ὄχι μόνο ἀπὸ Ἕλληνες, ἀλλὰ ἀπὸ πλείστων ὅσων ἐθνοτήτων μοναχούς. Καὶ εἶναι μεγάλα τὰ πλήθη ποὺ ἐπιθυμοῦν νὰ πραγματώσουν προσκύνημα στὸ Ἅγιον Ὅρος.
Οἱ σκέψεις αὐτές μου ἦρθαν μετὰ ἀπὸ πρόσφατο προσκύνημα στὸ «Περιβόλι τῆς Παναγίας». Καὶ συνιστῶ ὁλοθερμά, σὲ ὅσους δὲν ἔχουν πραγματοποιήσει ἀκόμη κάποιο ταξίδι ἐκεῖ, νὰ τὸ προγραμματίσουν, ἔστω ἀπὸ ἁπλὴ περιέργεια ἢ καὶ μὲ διάθεση ἄσκησης κριτικῆς.


«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.