4 Απρ 2017

Τὸ πρωτόγνωρο ταξίδι τοῦ κόσμου

Γράφει ὁ Σάββας Ἠλιάδης, Δάσκαλος
(Μιὰ ἀλληγορικὴ προσέγγιση)
     Ὁ σημερινὸς κόσμος, στοιβαγμένος πάνω σ` ἕνα τρένο ὑπερηχητικό, εἰδικὰ διαμορφωμένο γιὰ «κυνηγοὺς χιμαιρῶν», ταξιδεύει. Ἕνα τρένο, ποὺ τρέχει μονότονα μὲ προορισμὸ κάποιον μακρινὸ καὶ ἄγνωστο τόπο. Αὐτὸν τὸν κόσμο τὸν ἀνέβασαν πάνω στὸ τρένο κάποιοι, ποὺ τὸν ἀγάπησαν ὑπερβολικά. Τὸν κατέγραψαν λεπτομερῶς  καὶ ἐξάπαντος ἠλεκτρονικῶς, γιὰ τὴν ἀσφάλειά του, στοὺς καταλόγους τοῦ ἐπιβατικοῦ κοινοῦ καὶ τὸν ὁδηγοῦν - ἄκοντα ἐκόντα - σὲ ἕναν ἄλλον πλανήτη, σὲ μιὰ ἄλλη ζωή, σὲ μιὰ ἄλλη πραγματικότητα. Σὲ ἕναν παράδεισο, ποὺ δὲν τὸν ἀνακάλυψε μέχρι τώρα, ποὺ δὲ στάθηκε ἱκανὸς νὰ τὸν ἀναζητήσει καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ τοῦ τὸν προσφέρουν αὐτοὶ μὲ ὅλα του τὰ κάλλη. Κάποιοι κάτι κρυφάκουσαν. Τὸ μέρος τὸ λένε παγκοσμιοπαιδότοπο, παγκοσμιοϊσότοπο  ἢ κάπως ἔτσι.
     Ἐπιβάτες ὅλων τν ἀποχρώσεων, ἀπὸ ὅλα τα μήκη καὶ πλάτη τῆς γῆς. Ὅλοι μαζί, ἀλλὰ κι ὁ καθένας μόνος. Ὅλοι ἴδιοι κι ὅλοι διαφορετικοί.  Ταξιδεύουν χωρὶς νὰ ξέρουν τί γίνεται ἀκριβῶς - ἐξάλλου, δὲν εἶναι καὶ ἀνάγκη – ἐκτὸς ἀπὸ μερικούς, οἱ ὁποῖοι καὶ ἀποτελοῦν τὸ ὑπαλληλικὸ προσωπικό το συρμοῦ. Αὐτοὶ ξεχωρίζουν ἀπὸ τὴν ὅλη παρουσία τους. Ἔχουν τὸν ἀέρα τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου. Αὐτοῦ, ποὺ ποτὲ ἄλλοτε δὲν ἐμφανίστηκε στὴ γῆ καὶ τώρα τοὺς ἔφερε ὁ καιρός, νὰ γίνουν οἱ μεγάλοι δάσκαλοι καὶ σωτῆρες τοῦ κόσμου καὶ οἱ νέοι ἀναμορφωτὲς τῆς ροῆς τῆς ἱστορίας του. Αὐτοὶ εἶναι οἱ φανεροί. Βγαίνουν ἀπὸ τὶς καμπίνες τους καὶ κυκλοφοροῦν ἀνάμεσα στοὺς....
ἐπιβάτες. Τὰ μεγάλα ἀφεντικά τους δὲν ἐμφανίζονται. Παραμένουν κρυμμένα καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸ κοινό. Δουλεύουν μέρα νύχτα, κλεισμένοι στὸ ἐπιχειρησιακὸ βαγόνι, γιὰ τὸ ὄνειρο τῶν ἐπιβατῶν.
     Μπαίνουμε στὸ πρῶτο βαγόνι. Τὰ μεγάφωνα τοῦ τρένου δὲν σταματοῦν νὰ ἐνημερώνουν καὶ νὰ βεβαιώνουν μὲ φοβερὴ πειστικότητα γιὰ τὴν ἀνάγκη αὐτοῦ το ταξιδιοῦ: 
     «Αἰῶνες τώρα ζοῦσες, κόσμε, στὴ φυλακὴ τῆς φύσης σου καὶ τῆς κατὰ παράδοση ἄτολμης καὶ περιορισμένης λογικῆς σου. Χωρὶς φαντασία, χωρὶς ὄνειρα. Δὲν ἤξερες ὅμως πὼς ἤσουν φυλακισμένος. Πῶς ἡ ἴδια ἡ φύση σου σὲ καταδίκασε νὰ ἀκολουθεῖς ἀναγκαστικά το θέλημά της. Δὲν κατάλαβες, πὼς βρέθηκαν ἀνάμεσά σου κατὰ καιροὺς δικά σου ἀχάριστα παιδιὰ καὶ σοῦ δίδαξαν νὰ ἀγωνίζεσαι, γιὰ νὰ μὴν ἀποκλίνεις ἀπὸ κάποιες λεγόμενες «ἀρχὲς» καὶ «πρότυπα». Σὲ συμβούλευαν καὶ σὲ καθοδηγοῦσαν τάχα, νὰ πορεύεσαι μὲ φιλότιμο στὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς, τῆς ἠθικῆς, τῆς ἀξιοπρέπειας, τῶν ὑψηλῶν ἰδανικῶν, ποὺ ἡ συνείδηση τάχα ἐπιβάλλει. Δὲν κατάλαβες πὼς σὲ εἶχαν ὑποχείριό τους καὶ σὲ ἐκμεταλλεύονταν. Δὲν ἀντιλήφθηκες τόσον καιρό, πὼς δὲν κατάφερες, παρὰ τὶς προσπάθειές σου, τίποτε σημαντικό. Διότι πάντα καλλιεργοῦσαν τὴν ἔχθρα καὶ τὴ διχόνοια ἀνάμεσα στὰ παιδιά σου, μὲ τοὺς περιορισμοὺς καὶ τὶς ἀπαγορεύσεις, ποὺ ἐπέβαλλαν μὲ τὰ λεγόμενα συστήματά τους: ἰδεολογικά, θρησκευτικά, κοινωνικά, πολιτικά, φιλοσοφικά.
     Ἐμεῖς θὰ σὲ πᾶμε στὴν ἀληθινὴ ἐλευθερία, νὰ γευθεῖς ἀπόλυτα τὴ χαρὰ τῆς ζωῆς, τὴν ἀπόλαυση τῆς ἄδολης ἀγάπης, ὅπως θὰ τὴν διαλέξεις μόνος σου, χωρὶς παρεμβάσεις, χωρὶς ὅρια, χωρὶς καμιὰ ἀναστολή. Μέχρις ἐσχάτων! Διότι εἶσαι τὸ ἀφεντικὸ τοῦ ἐαυτοῦ σου καὶ ἔχεις δικαίωμα νὰ τὸν κάνεις ὅ,τι θέλεις, νὰ τὸν προσδιορίζεις ὅπως θέλεις, χωρὶς ἀναστολές, νὰ πιστεύεις ὅ,τι κι ὅπου θέλεις, χωρὶς νὰ δίνεις λογαριασμὸ σὲ κανέναν. Νὰ πετάξεις μιὰ γιὰ πάντα ἀπὸ πάνω σου τὸ συμπλεγματικὸ μανδύα τῆς ὑποκρισίας καὶ νὰ κάνεις αὐτὸ ποὺ θέλεις. Νὰ γίνεις ἀπέραντος, ἀνυπότακτος, ἀτελείωτος, ἀνεξάρτητος, ὑπερθεός. Νὰ γίνεις τὰ πάντα». 
     Τέτοια καὶ ἄλλα παρόμοια φωνάζουν καὶ ἐπαναλαμβάνουν ἀσταμάτητα. 
   Κάποιοι, θερμόαιμοι, ξυπνοῦν ἀσυναίσθητα, ἐνοχλημένοι μᾶλλον ἀπὸ τὴν ἔνταση τοῦ ἤχου. Σηκώνονται ἀπάνω νὰ διαμαρτυρηθοῦν. Δὲν προλαβαίνουν ὅμως. Τοὺς καταγγέλλουν οἱ ὑπάλληλοι. Ἀπὸ τὰ μεγάφωνα ἀκούγονται κατηγόριες βαριές. Εἶναι ἀντιδημαρχιακοί, φακίστες, τσαριστές, ὠμοφαγικοί, τρενοφοβικοί, ἀφιλοτετράποδοι, ἐτερόφιλλοι καὶ κάτι τέτοια. Ὅλοι ἀκοῦν καὶ κοιτάζουν… Τίποτε ἄλλο… Καὶ συμμαζεύονται στὸ καβούκι τους. Τοὺς θερμόαιμούς τους πέφτει ἡ θερμοκρασία. Τὸ τρένο συνεχίζει τὴν πορεία του!
     Κάποιοι κάθονται καὶ ἀκοῦν μὲ περίσκεψη, κουνώντας μὲ νόημα τὰ κεφάλια τους. Φοβοῦνται. Καταλαβαίνουν ὅτι  κάτι μυστήριο πάει νὰ γίνει. Φαίνεται πὼς δὲν συμφωνοῦν μ` αὐτὴν τὴν «ἀπαγωγή», ἀλλὰ μένουν μέχρι ἐκεῖ. Δὲν τολμοῦν γιὰ περαιτέρω. «Τί νὰ κάνω, σοῦ λέει. Καλὰ εἴμαστε. Μιὰ χαρὰ ταξιδεύουμε. Ὑπάρχουν καὶ χειρότερα». 
     Κάποιοι ἄλλοι κοιμοῦνται μακαρίως. Δὲν νοιώθουν τί γίνεται γύρω τους οὔτε καὶ τοὺς ἐνδιαφέρει. «Κορόιδο εἶμαι, σοῦ λέει, νὰ ἀνακατεύομαι σὲ φασαρίες; Ἐγὼ εἶμαι χαμηλῶν τόνων. Μοῦ ἀρέσει ἡ εἰρήνη καὶ ἡ ἀγάπη. Ἔτσι ἔμαθα στὸ σχολεῖο καὶ στὴ δουλειά μου. Δὲν χαλιέμαι μὲ κανέναν. Ἃς μὲ πᾶνε ὅπου θέλουν. Ἃς κάνουν ὅ,τι θέλουν. Δὲν ἔχω πρόβλημα».
     Ἄλλοι πάλι εἶναι ποὺ κάνουν τὴ θλιβερὴ καὶ ὀδυνηρὴ ἔκπληξη. Βιάζονται. «Δὲν ἀντέχουμε  τὸ ἀδιέξοδό τς ἀβέβαιης προσμονῆς», φωνάζουν καὶ ἐγκαταλείπουν τὸ τρένο. Ἀνοίγουν τὰ παράθυρα καὶ πηδᾶνε ἔξω καὶ χάνονται στὰ ἔρημά το δρόμου ἢ κρεμιοῦνται μὲ τὰ σεντόνια ἀπὸ τοὺς ἀεραγωγοὺς τοῦ βαγονιοῦ καὶ δίνουν τέλος στὸ μαρτύριό τους. Κανεὶς δὲν κουνιέται ὅμως νὰ τοὺς ἐμποδίσει. Δικαίωμά τους. Ἀφοῦ τὸ ἤθελαν μόνοι τους! 
     Ὑπάρχουν καὶ οἱ πολὺ προχωρημένοι. Μέσα στὴν ἀπόγνωση τῆς μονοτονίας τοῦ ταξιδιοῦ, ζητοῦν ἀπὸ τοὺς συνταξιδιῶτες τους νὰ τοὺς βοηθήσουν. Ἂν πραγματικά τους ἀγαποῦν, νὰ βάλουν ἕνα χεράκι, ὥστε νὰ βροῦν ἕναν τρόπο νὰ τοὺς πεθάνουν ἀνώδυνα, μιᾶς καὶ δὲν ἔχουν νὰ ἐλπίζουν τίποτε ἄμεσο ἀπὸ αὐτὸ τὸ ταξίδι. 
    Τὸ τρένο σφυρίζει μακρόσυρτα καὶ συνεχίζει τὸ δρόμο του!
    Μέσα στὸ πνεῦμα τῆς ἐλευθερίας ποὺ ἐπικρατεῖ, ἀλλὰ καὶ μὲ βάση τὴν ξεκάθαρη ἄποψη τῶν ὑπευθύνων τς ἁμαξοστοιχίας σχετικὰ μὲ τὴ διαφορὰ τοῦ ἐγκλήματος ἀπὸ τὸ φτάρνισμα καὶ τοῦ σκύλου ἀπὸ τὸν ἀφέντη του, πολλοὶ βρίσκουν τὴν εὐκαιρία νὰ ἱκανοποιήσουν «αὐτὸ ποὺ τοὺς ἔρχεται»: Ὁ σύντροφος ἀπατᾶ τὴ συντρόφισσά του καὶ ἀντιστρόφως. Φοβερὸ πράγμα! Ὁ φίλος παντρεύεται τὸ φίλο του καὶ ἡ φίλη τὴ φίλη της καὶ νιώθουν πολὺ χαρούμενοι καὶ εὐτυχισμένοι. Εὔκολο χόμπυ ἀλλὰ καὶ «πρόκληση» γιὰ τοὺς καθυστερημένους! Γέροι ἀσελγοῦν σὲ παιδάκια, πατεράδες στὰ παιδιά τους, μητέρες στὰ σπλάχνα τους. Πολὺ συνηθισμένο γιὰ τὸ τρενοτάξιδο. Παιδιὰ σφάζουν τοὺς γονεῖς καὶ τοὺς παπποῦδες. Λεβεντιὰ καὶ παλικαροσύνη! Ληστὲς βγάζουν πιστόλι, κλέβουν καὶ σκοτώνουν ἔτσι γιὰ πλάκα. Αὐτοὶ εἶναι ποὺ θαυμάζονται περισσότερο ἀπ` ὅλους καὶ  καταγράφονται στοὺς ἥρωες. «Γιατί τὸ κάνεις;». «Ἔτσι  θέλω, ἔτσι μου `ρθέ», εἶναι ἡ ἀπάντηση καὶ τελειώνουν ὅλα. Τόσο ἁπλά!
    Στὶς γωνίες τοῦ βαγονιοῦ καὶ στὰ ἀπόμερα σημεῖα σκοντάφτεις ἀπάνω σε ἀρρώστους, τραυματισμένους, μισοπεθαμένους ἢ καὶ πτώματα σὲ προχωρημένη σήψη. Θέλουν κάποιοι νὰ σταματήσουν, γιὰ νὰ τοὺς παραχώσουν κάπου μὲς στὸ χῶμα, ἀλλὰ οἱ κανονισμοὶ δὲν τὸ ἐπιτρέπουν. Θὰ τοὺς βάλουν στὸ λέβητα, λέει, γιὰ νὰ ζεστάνουν τὶς καμπίνες. Πολὺ πρακτικό. Ζέστα καὶ οἰκονομία! 
     Καὶ τὸ τρένο συνεχίζει νὰ τρέχει!
     Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἀποτέλεσμα ἔλλειψης πραγματικῆς ἐλευθερίας, ἐξηγοῦν τὰ μεγάφωνα. Ἂν ὑπῆρχε λίγη περισσότερη ἐλευθερία, θὰ εἶχαν πάψει αὐτὰ τὰ ψιλοστραβοπατήματα καὶ οἱ μικροκακίες καὶ ὅλοι θὰ ἡμέρευαν ἀπὸ τὴ γλύκα τῆς ἀγάπης. Τὸ ὑποσχέθηκαν κι αὐτὸ τὰ μεγάλα ἀφεντικά, πὼς θὰ τοὺς χαριστεῖ σύντομα.
     Καὶ κάτι πολὺ χαριτωμένο: Ἐπειδὴ στὸ τρένο εἶναι ἐπιβάτες καὶ τὰ σκυλιὰ καὶ οἱ γάτες μὲ τὰ μικρά τους, τὸ κλίμα γίνεται ἰδιαίτερα εὐχάριστο. Οἱ καημένες οἱ ψυχοῦλες, τρέχουν ἀπὸ τὴ μιὰ ἀγκαλιὰ στὴν ἄλλη καὶ δὲ χορταίνουν τὰ χάδια καὶ τὴν ἀγάπη τῶν δικῶν τους. Ὅλοι τα προσέχουν. Τὰ φροντίζουν σὰν παιδιά τους καὶ τὰ ταΐζουν μὲ τὶς καλύτερες τροφὲς ἀπὸ εἰδικὰ καταστήματα. Κάποιοι ὅμως ἄφραγκοι ἀκαμάτες, ὅταν βρίσκουν εὐκαιρία,  ἁρπάζουν κανένα κομματάκι, γιὰ νὰ ξεγελάσουν τὴν πείνα τους. Τότε τοὺς περιλαβαίνουν «τὰ ζωντανά τς αὐτῆς ὁμοταξίας» καὶ τοὺς καταγγέλλουν πῶς τόλμησαν νὰ στερήσουν λίγη τροφὴ ἀπὸ τὰ εὐαίσθητα, τὰ καημένα, τὰ ἀξιολάτρευτα ἀδελφάκια τους. 
   Τὸ τρένο σφύριξε ἤδη πολλὲς φορές!
   Ἀκίνητοι, ἀνέκφραστοι, ἀμίλητοι, στὴν πίσω πίσω θέση τοῦ βαγονιοῦ στέκονται οἱ πιὸ λογικοὶ καὶ μορφωμένοι. Προσωπικότητες τοὺς ἔλεγαν κάποτε. Τώρα κανεὶς δὲν τοὺς ξέρει, διότι δὲν μποροῦν νὰ μιλήσουνε. Κυκλοφόρησε ἡ φήμη πὼς κατάπιαν τὴ γλώσσα τους. Κάθονται καὶ συζητοῦν μὲ νοήματα γιὰ συνταγὲς τῆς κουζίνας, γιὰ τὸν καιρὸ καὶ ἄλλα σημαντικὰ θέματα, λόγω τῆς κατάστασής τους. 
   Τὸ τρένο βέβαια συνεχίζει τὸ ταξίδι του!
    Ὅλα αὐτὰ τὰ βλέπει κανεὶς μόνο μέσα σ` ἕνα βαγόνι καὶ μὲ μιὰ γρήγορη ματιά. Στὰ ἄλλα βαγόνια θὰ δεῖ ἄλλες παρόμοιες πρωτότυπες καὶ ἐντυπωσιακὲς εἰκόνες καὶ θὰ τοῦ `ρθεῖ κυριολεκτικὰ «νὰ μπεῖ μέσα στὰ ροῦχα του». 
    Καὶ τὸ τρένο διασχίζει τὴν ἔρημο ὑπερηχητικά!       ……………………………………………
    Ὅποιος  ἀντέξει μέχρι «τὴν ἡμέρα ἐκείνη τῆς ἄφιξης», θὰ δεῖ μὲ τὰ δικά του μάτια καὶ δὲν θὰ ἐκπλαγεῖ. Καὶ μήτε νὰ κλάψει μήτε νὰ γελάσει. Ἃς σκύψει μοναχά, νὰ  ἀναζητήσει τὴ θέση του στὸ βαγόνι κι ἃς τὴν  ξαναμελετήσει προσεκτικά. Δὲν θὰ εἶναι ἀργά! Ποτὲ δὲν εἶναι ἀργά!

Σάββας Ἠλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 4-4-2017

1 σχόλιο:

  1. Υπέροχο,αρκεί να το διαβάσουν και να το εννοήσουν πολλοί. Για τους πιστούς υπάρχει ελπίδα.Είναι αυτή η ελπίδα που πηγάζει από το Σταυρό ,από Τον Εσταυρωμένο και είναι η Ανάστασις.Γι΄αυτό μην απελπίζεστε ,αδελφοί, Χριστός Ανέστη και η Ελλάς Ανέστη και θα αναστηθή. Αλλά θαρρώ πώς δυστυχώς πρώτα πρέπει να ξανασταυρωθή. Ας είναι μικρή όμως αυτή η σταυρωσίς της. Ο Θεός να μας ελεήση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.