12 Ιαν 2011

Παλαιὰ Διαθήκη - Κοινωνικὴ Διδασκαλία


Κοινωνικ διδασκαλία στ Δευτερονόμιο
(Παλαι Διαθήκη)
http://www.oodegr.com/oode/grafi/pd/defteron_koin1.htm
μιλία το γέροντα πιφανείου Θεοδωροπούλου,
 σχετικ μ τν κοινωνικ διδασκαλία στ βιβλίο ατ τς Π.Δ.

πόσπασμα π τ βιβλίο "Χριστ τ Θε παραθώμεθα", ερν συχαστήριον Κεχαριτωμένης Θεοτόκου 2003.
 - Γέροντα, προηγουμένως ναφερθήκατε στν κοινωνικ διδασκαλία πο περιέχει τ Δευτερονόμιο. Μπορετε ν μς πτε συγκεκριμένα στοιχεα;
 - Εναι  πολλά. Θ ναφέρω τ πι χαρακτηριστικά:
«Ἐὰν γένηται ν σο νδες κ τν δελφν σου ν μία τν πόλεών σου ν τ γ, Κύριος Θεός σου δίδωσι σοί, οκ ποστέρξεις τν καρδίαν σου». Δηλαδή, κα ν στν γ τς παγγελίας, στν ποία θ πάτε αριο, εναι κάποιος φτωχός, δν θ συμπεριφερθς σπλαγχνα. «Οδ’ ο μ συσφίγξης τν χερά σου π το δελφο σου το πιδεομένου»[1] Δηλαδή, οτε θ σφίξης τ χέρι σου γι ν μ το δώσης ,τι χρειάζεται.
«νοίγων νοίξεις τς χείρας σου ατ κα δάνειον δανιες ατ σον πιδέεται, καθότι...
 νδεεται»[2]. Δηλαδή, θ νοίξης πρόθυμα τ χέρι σου. Κα θ προσφέρης σ' ατν σο δανειο του χρειάζεται, ναλόγως μ τς νάγκες τς ποες χει.
«Πρόσεχε σεαυτ. Μ γένηται ρμα κρυπτόν  ν τ καρδία σου νόμημα λέγων· γγίζει τ τος τ βδομον, τος  τς φέσεως, κα πονηρεύσεται φθαλμός σου τ δελφ σου τ πιδεομένω, κα ο δώσεις ατ, κα καταβοήσεται κατά σου πρς Κύριον, κα σται ν σο μαρτία μεγάλη»[3]. Δηλαδή, πρόσεχε καλά. Μήπως σκεφθς πονηρ στν καρδιά σου κα πς: Πλησιάζει τ βδομον τος, τ τος δηλαδ τς φέσεως τν χρεν. ν το δώσω τώρα, σ να χρόνο θ φθάνει τ βδομο τος καί, πομένως, θ χάσω γ τ δάνειο τ ποο θ δώσω. ρα δν το δανείζω. Μ βάλης τέτοια πονηρ σκέψι μέσα στν καρδιά σου. Διότι, «καταβοήσεται κατά σου πρς Κύριον, κα σται ν σο μαρτία μεγάλη». Δηλαδή, ν τ κάνης ατό, ατς θ δείξη γανάκτησι ναντίον σου πρς τν Θεό. Κα ατ θ εναι μεγάλη μαρτία δική σου.
«Διδος δώσεις ατ κα δάνειον δανειες ατ σον πιδέεται. Κα ο λυπηθήση τ καρδία σου διδότος ατ. τι δι τ ρμα τοτο, ελογήσει σ Κύριος Θεός σου ν πάσι τος ργοις κα ν πάσι, ο ν πιβάλης τν χερά σου»[4]. Θ το δώσης σο δάνειο το χρειάζεται, ναλόγως μ τς νάγκες τς ποες χει. Δν θ τ δώσης μ λύπη, δν θ τ δώσης μ στενοχώρια, τι «μετ π να-δύο χρόνια θ λθη τ τος τς φέσεως κα θ τ χάσω». ν κενος δν στ δώση, πάρχει Θες πο θ στ δώση. Θ σ ελογήση πολλαπλασίως Θες σ λα τ ργα σου· που κουμπήσης τ χέρι σου. ,τι ργο ν κάνης, Θες θ σ ελογήση. Κα θ τ πάρης πολλαπλάσιο ατ τ δάνειο, τ ποο δν θ μπορέση νδεχομένως μέχρι τ βδομο τος ν σο τ πιστρέψη δελφός σου.
«Ο  γρ μ κλίπη νδες π τς γής σου. Δία τοτο γ σο ντέλλομαι ποιεν τ ρμα τοτο λέγων. νοίγων νοίξεις τς χείρας σου τ δελφ σου τ πένητι κα τ πιδεομένω τ π τς γής σου»[5]. Πάντοτε θ πάρχουν φτωχοί. Κα ς κ τούτου θ εναι νάγκη ν δίνετε σες δάνειο στος νθρώπους πο χουν νάγκη. Κα πειδ θ πάρχουν πάντοτε φτωχοί, σο κα ν γ δν θέλω ν πάρχουν, γι’ ατ σας διατάσσω ν τηρτε ατ τν ντολή. Ποιά; Θ δώσης πλόχερα δάνειο λεημοσύνη στν φτωχ δελφό σου σ’ ποιον χει νάγκες.
«Ἐὰν δ πραθ σο δελφς σο δελφός σου βραος βραία, δουλεύσει σο ξ τη, κα τ βδόμω ξαποστελες ατν λεύθερον πό σου»[6]. Δούλους ξένους εναι δυνατν ν χετε. σραηλίτες, μως δν μπορετε ν χετε. Κα ν κάποιος, λόγω μεγάλης νάγκης, πουληθ ς δολος σ σς, στος σραηλίτες, μπορετε ν τν κρατήσετε μόνο γι ξι τη. Τ βδομο τος θ τν πολύσετε· θ το δώσετε τν λευθερία του. Δν εναι δυνατν ν κρατήσετε δελφό σας σραηλίτη πάνω π πτ χρόνια ς δολο.
«ταν δ ξαποστέλλης ατν λεύθερον πό σου, οκ ξαποστελες ατν κενόν. φόδιον φοδιάσεις ατν»[7]. Δηλαδή, ταν το δώσης τν λευθερία του, δν θ τν διώξης μ δεια χέρια. Θ το δώσης φόδια, θ το δώσης μοιβ γι τ τη τ ποα σου δούλεψε.
«π τν προβάτων σου κα π το σίτου σου κα π το ονου σου· καθ ελόγησε σ Κύριος Θεός σου, δώσεις ατ»[8]. Δηλαδή, πως Θες σ γέμισε σένα μ ελογίες, τσι κα σ θ φανς πλουσιόδωρος σ’ ατν κα θ τν γεμίσης μ δρα ταν θ φεύγη.
«Κα θ μνησθήση τι οκέτης σθα ν γ Αγύπτου κα λυτρώσατο σ Κύριος Θεός σου κεθεν· δι τοτο γ σο ντέλλομαι ποιεν τ ρμα τοτο»[9]. Δηλαδή, θυμήσου τι κα σ κάποτε σουν δολος στος Αγυπτίους κα Θεός σου σ λευθέρωσε. Γι’ ατό, λοιπόν, χω δικαίωμα ν σο παιτήσω ατ τ πράγμα. πως γ λευθέρωσα σένα, τσι κα σ ζητ ν λευθερώνης τν δελφό σου τν βραο, πο τυχν θ πουληθ ς δολος σ’ σένα.
«Κριτς κα γραμματοεισαγωγες ποιήσεις σ ατ ν τας πόλεσί σου, ας Κύριος Θεός σου δίδωσι σοί, κατ φυλς, κα κρινούσι τν λαν κρίσιν δικαίαν»[10]Δηλαδή, θ γκαταστήσης δικαστς κα διδασκάλους στς πόλεις σου, τς ποες θ σο δώση Θες μεθαύριο, ταν κληρονομήσετε τν γ τς παγγελίας. Κάθε φυλ θ χη τος δικούς της κριτς κα διδασκάλους. Θ κρίνουν τν λα μ δίκαιη κρίσι.
«Οκ κκλινούσι κρίσιν, οδ πιγνώσονται πρόσωπον οδ λήψονται δρον· τ γρ δρα ποτυφλο φθαλμος σοφν κα ξαίρει λόγους δικαίων»[11]. Δηλαδή, δν θ κοιτον ποις εναι πλούσιος, ποις εναι μεγάλος, ποις εναι σπουδαος κα ποις εναι φτωχός. Δν θ κοιτον πρόσωπα. Θ εναι προσωπόληπτοι  στς κρίσεις τους, στς δίκες τους. Οτε θ πάρουν ποτ τ παραμικρ δρο. Διότι τ δρα τυφλώνουν τος φθαλμος κα τν σοφν κόμη κα διαστρέφουν τ λόγια τν δικαίων. Γι’ ατ ποτ ο κριτς κα ο διδάσκαλοι δν θ πάρουν δρο.
«Δικαίως τ δίκαιον διώξη»[12]. Δηλαδή, μ δίκαιο τρόπο θ πιδιώξης τ δίκαιό σου. χι, πειδ χεις δίκαιο, θ μετέλθης κάθε μέσο νόμιμο παράνομο γι ν πιτύχης τ δίκαιό σου. Κα δίκαιο ν χης, μ δίκαιο τρόπο θ πιδιώξης τ δίκαιό σου.
Δν ξέρω ν σύγχρονη νομοθεσία, ο σημερινο κώδικες τς Ποινικς Δικονομίας, τ λέγουν καλύτερα π ,τι τ επε Μωϋσς πρν π 3.500 χρόνια περίπου.
«Ἐὰν δ οκοδομήσης οκίαν καινήν, κα ποιήσεις στεφάνην τ δώματί σου· κα ο ποιήσεις φόνον ν τ οκία σου, ἐὰν πέση πεσν π’ ατο» [13]. Κα οκοδομικος κόμη κανονισμος εχε Παλαι Διαθήκη. Λέγει: ταν κτίζης καινούργιο σπίτι, θ φτιάξης να τοιχάκι μικρ πάνω στ δμα, γι ν μν πέση κανες π κε  κα γίνη φόνος στν οκία σου. Κα γι’ ατ κόμη προνοοσε Μωσαϊκς νόμος.
«Οκ ροτριάσεις ν μόσχω κα νω π τ ατό!»[14]. Δηλαδή, παγορεύεται ν κάνης ζευγάρι, ν ργώσης τ κτήματά σου μ δύο ζα πο θ εναι νόμοια. Μ βόδι  κα μ να νο (γαίδαρο). Γιατί; Διότι λλο εναι τ νάστημα το βοδιο κα λλο τ νάστημα το νου. λλες εναι ο δυνάμεις το βοδιο  κα λλες ο δυνάμεις το νου. Δν πρέπει, λοιπόν, ν καταπιέσης, θ λέγαμε, τ καημένο τ γαϊδουράκι, βάζοντας τ στ ζευγάρι μαζ μ τ βόδι. Τόση φροντίδα κα γι τ ζα! Βεβαίως, παραδείγματα σαν ατ γι τος νθρώπους. λλ’ φθανε κα σ’ ατ τν λεπτομέρεια κόμη ν λέγη: Οτε τ ζα σου δν θ καταπιέσης. Δν θ κάνης νιση κατανομ το φορτίου, νιση κατανομ τν βαρν οτε στ ζα σου, πολ περισσότερο στος νθρώπους.
Σήμερα, λοιπόν, νακαλύφθηκε σότητα; Ο Μωϋσς, 3.500 περίπου χρόνια  πρίν, νδιαφερόταν κόμα κα γι τ ζα. Αλλά δυστυχς τν Παλαι Διαθήκη, πο παραγγέλλει πρν π χιλιάδες χρόνια τέτοια πράγματα, τν χουμε κλειστή. Δν διαβάζουμε τν γία Γραφ οτε μες ο Χριστιανοί, συγχωρέσατε μ γι τν κφρασι, γι ν «βουλώνουμε» τ στόματα μερικών «ξυπνων».
«Οκ νεχυράσεις μύλον, οδ πιμύλιον, τι ψυχν οτος νεχυράζει»[15]. πιτρεπόταν ν δώσουν λλα νέχυρα κα πιτρεπόταν ν λάβη κάποιος λλο νέχυρο. Ποτέ, μως, τν μύλο κα τ πιμύλιο, δηλαδ τν πάνω κα τν κάτω πλάκα το μύλου. Τότε, στν γροτικ ζωή, καθένας εχε τν μύλο του κα λεθε τ σιτάρι του. Δν θ δεχθς, λέγει τ Δευτερονόμιο, ποτ νέχυρο τν μύλο κα τ πιμύλιο. Διότι, ταν σου δώση τν μύλο του, εναι σν ν σο δίνη τν ζωή του. Πς θ λέση τ σιταράκι του, ν βγάλη λίγο λεύρι, ν φτιάξη ψωμί, ν ζήση ατς κα γυναίκα του κα τ παιδιά του; Ποτ δν θ δεχθς νέχυρο τν μύλο κα τ πιμύλιο. ν σου δώση κάτι λλο, κράτησε τό. ν χη κάποιο, θ λέγαμε σήμερα, κόσμημα, ατ μπορες ν τ κρατήσης. Ποτέ, μως, ατ πο το εναι πολύτως παραίτητο.
«Οκ παδικήσεις μισθν πένητος κα νδεος κ τν δελφν σου κ τν προσηλύτων τν ν τας πόλεσί σου. Αθημερν ποδώσεις τν μισθν ατο, οκ πιδύσεται λιος π’ ατ, τι πένης στι κα ν ατ χει τν λπίδα· κα καταβοήσεται κατά σου πρς Κύριον, κα σται ν σο μαρτία»[16]. Δηλαδή, δν θ δικήσης στν μισθ τν φτωχό, ετε εναι ατς δελφός σου σραηλίτης, ετε εναι προσήλυτος – ννοε π λλους λαος – κα χει σπασθ τν ουδαϊκ θρησκεία. Κα χι μόνο δν θ τν δικήσης, ν το δώσης λιγώτερο π ,τι πρέπει,  λλ θ τν μείψης αθημερόν· τν δια μέρα θ το δώσης τ μεροδούλι του. Ατς εναι φτωχός, στ μερομίσθιό του χει τν λπίδα του, π ατ περιμένει ν ζήση. ν το τ καθυστερήσης σύ,  πς θ ζήση; Δν πιτρέπεται ν καθυστερήσης, στω κα γι μία μέρα, τ μερομίσθιο το φτωχο ργάτη πο ργάζεται σ σένα. ν τ κάνης ατό, θ βοήση μ γανάκτησι πρς τν Θε κα θ εναι μαρτία μεγάλη ναντίον σου.
«Οκ ποθανονται πατέρες πρ τέκνων κα ο υο οκ ποθανονται πρ πατέρων. καστος ν τ αυτο μαρτία ποθανεται»[17]. Δηλαδή, δν χουμε συλλογικ εθύνη, δν χουμε οκογενειακ εθύνη. Ατ λέγονται 1.500 χρόνια περίπου πρ Χριστο! Ἐὰν φταίξη πατέρας, δν θ τιμωρηθ  τ παιδί. Δν θ τ πιάσετε τ παιδ ν τ βάλετε φυλακή, ν το βάλετε πρόστιμο τιδήποτε λλο, διότι φταιξε πατέρας του. Κα ν φταίξη τ παιδί, δν θ βάλετε τν πατέρα φυλακή. Καθένας θ τιμωρται δι θανάτου, ν χρειάζεται, ν εναι βαρ τ παράπτωμά του, λλ γι τν δική του μαρτία, γι τ δικό του παράπτωμα.
«Οκ κκλινες κρίσιν προσηλύτου κα ρφανο κα χήρας. Οκ νεχυράσεις μάτιον χήρας. Κα μνησθήση τι οκέτης σθα ν γ Αγύπτω κα λυτρώσατο σ Κύριος Θεός σου κεθεν· δι τοτο γ σο ντέλλομαι  ποιεν τ ρμα τοτο»[18]. Δηλαδή, δν θ παραβιάσης τ δίκαιό του προσηλύτου, το ρφανο κα τς χήρας.  Οτε θ δεχθς σν νέχυρο τ μάτιο μίας χήρας γυναίκας, πο δν χει λλες προσόδους κα εναι φτωχή. Ν θυμηθς τι κα σ σουν δολος στν Αγυπτο κα Κύριος σ λύτρωσε π τν δουλεία τν Φαρα καί,  πομένως, χει δικαίωμα Κύριος ν σο τ ζητ ατά.
«Ἐὰν δ μήσης μητν ν τ γρ σου κα πιλάθη δράγμα ν τ γρ σου, οκ ναστραφήση λαβεν ατό. Τ προσηλύτω κα τ ρφαν κα τ χήρα σται, να ελογήση σ Κύριος Θεός σου ν πάσι τος ργοις τν χειρν σου»[19]. Ἐὰν θερίζης τν γρό σου κα λησμονήσης δράγμα  (θημωνι) στ χωράφι σου, δν θ πιστρέψης ν τ πάρης. Ατ δν εναι δικό σου· νήκει στν προσήλυτο, στν ρφαν κα στν χήρα. Σο ρκον ατ τ ποία θέρισες. Κα ν χάσης λίγα δράματα, λίγες θημωνιές, Θες θ σ  ελογήση πολλαπλασίως σ κάθε ργο τν χειρν σου.
«Ἐὰν δ λαιολογής, οκ παναστρέψεις καλαμήσασθαι τ πίσω. Τ προσηλύτω κα τ ρφαν κα τ χήρα σται κα μνησθήση τι οκέτης  σθα ν γ Αγύπτω· δι τοτο γ σο ντέλλομαι ποιεν τ ρμα τοτο»[20]. Δηλαδή, ταν μαζεύης τς λιές σου, δν θ γυρίσης ν μαζέψης κα ατ τ λίγα τ ποα μειναν· τ κοκολόι, πο λέμε σήμερα, τς λις πο πέφτουν μακρυά. Ατ νήκουν στν προσήλυτο, στν ρφαν κα στν χήρα. Δν εναι δικά σου. Θυμήσου τι κα σ σουν δολος στν Αγυπτο. Γι’ ατό σου ζητ ν κάνης ατ τ πράγματα. Ν δείχνης  κα σ τώρα εσπλαγχνία γι τος φτωχούς.
«Ἐὰν δ τρυγήσης τν μπελώνα σου, πανατρυγήσεις ατν τ πίσω σου. Τ προσηλύτω κα τ ρφαν κα τ χήρα σται κα μνησθήση τι οκέτης σθα ν γ Αγύπτω»[21]. Δηλαδή, δν θ γυρίσης ν μαζέψης κα ,τι ξέχασες, τ μικρ σταφυλάκια, ατ τ ποία κρύβονται κάτω π τ φύλλα, τ τσάμπουρα πως λέμε. Ατ νήκουν στν προσήλυτο, στν ρφαν κα στν χήρα. ταν φευγαν ατοί, πήγαιναν μετ ο χρες κα τ ρφαν κα τ μάζευαν ατ γι ν ζήσουν. παναλαμβάνει συνεχς τ τι  ταν κάθε σραηλίτης δολος στν Αγυπτο, γι ν θυμονται σ ποι κατάστασι σαν. σαν δολοι, πάμπτωχοι· τος καταδυνάστευαν ο Αγύπτιοι. Σκέψου τι γ σ βγαλα π τν δουλεία τν Αγυπτίων· μ γίνης σ τώρα σκληρς κα νελεήμων πρς τος δελφούς σου,
Ποις σήμερα  θ πάη στ χωράφι το λλου ν πάρη δράγματα τ ποία ξέχασε κενος, κα δν θ κινδυνεύση ν σταλ στν Εσαγγελέα π τν διοκτήτη το κτήματος; Ποις θ πάη ν μαζεύση τς λις πο πέφτουν μακρυά, κα δν θ κινδυνεύση ν δικασθ; Ποις θ πάη ν πάρη τ τσάμπουρα πο ξέχασε διοκτήτης στ μπέλι, κα δν θ κατηγορηθ γι κλοπή; Στν ποχ το Μωϋσέως ατ ταν νόμιμα. ταν δικαιώματα κεκτημένα το φτωχο, τς χήρας κα το προσηλύτου.
«Ο φιμώσεις βον λοώντα»[22]. Τότε δν εχαν μηχανήματα κα λώνιζαν μ τ βόδια. Πατούσαν πάνω στς θημωνις κα τριβαν τ σιτάρι. Μερικο θεταν φίμωτρο μήπως τος φάη κα μερικ στάχια τ βόδι. Δν εναι σωστ ατ πο κάνεις, λέγει Θες δι το Μωϋσέως· θ πάρη τν κόπο το τ βόδι πο λωνίζει· θ τ φήνης τν ρα  πο λωνίζει ν παίρνη μερικ δράγματα ν τρώη· κόπος το εναι. Κατά γράμμα, βέβαια, γι τ ζα τ λεγε ατ Μωϋσς· κατ πνεμα μως, πως τονίζει πόστολος Παλος[23], γράφτηκαν γιά μας: Δν μπορε ναν νθρωπο, πο μς ργάζεται, ν μ το δώσουμε σα το εναι παραίτητα, σα χρειάζεται, σα το νήκουν. Αφού δν πιτρέπεται οτε τ βόδι πο λωνίζει ν τ φιμώνουμε κα ν μ τ φήνουμε ν φάη π τ σιτάρι πο λωνίζει.
«Οκ σται ν τ μαρσίππω σου στάθμιον κα στάθμιον, μέγα μικρόν. Οκ  σται ν τ οκία σου μέτρον κα μέτρον, μέγα μικρν»[24]. Δηλαδή, στν σάκκο σου δν θ χης δύο οδν δράμια, λλ μικρ κα λλα μεγάλα. Δεν θ ψευτίζης τ ζύγι. Δεν θ χης στ σπίτι σου δύο μέτρα διαφορετικά. λλοις ν μετρς τν μία φορά, λλοις ν μετρς τν λλη. «Στάθμιον ληθινν κα δίκαιον σται σοί, κα μέτρον ληθινν κα δίκαιον σται σοί, να πολυήμερος γένη π τς γής, ς Κύριος Θεός σου δίδωσι σο ν κλήρω»[25]. Θ χης τ σωστ δράμια κα τ σστα μέτρα. χι ψευτικά. Κα ν τ φαρμόσης ατά, Θες θ σο δώση πολλ χρόνια ζως στν γ τς παγγελίας, στν ποία μετ π λίγο θ εσέλθης.
«πικατάρατος μετατιθες ρια το πλησίον· κα  ρούσι πς λας γένοιτο»[26]. Δηλαδή, ν εναι καταραμένος ποιος λλάζει τ σύνορά του γείτονά του. Κα λος λας θ φωνάξη, γένοιτο, ναί, ν εναι καταραμένος π τν Θε ατς πο τολμ ν λλάζη τ σύνορα κα ν καταπατ τ χωράφι το γείτονά του.
«πικατάρατος πλανν τυφλν ν δ· κα ρούσι πς λαός· γένοιτο»[27]. Δηλαδή, καταραμένος ν εναι κενος πο παραπλαν κάποιο τυφλ κα δν το δείχνει τν ληθιν δρόμο. Γι ποιονδήποτε λόγο, ετε γιατί θέλει ν τν μπαίξη, ετε γιατί εναι χθρός του, ετε γι ποιονδήποτε λλο λόγο. Κα λος λας θ φωνάξη, ναί, εναι καταραμένος ατς πο θ κάνη ατ τ πράγμα.
«πικατάρατος ς ν κκλίνη κρίσιν προσηλύτου κα ρφανο κα χήρας· κα ρούσι πς λαός· γένοιτο»[28]. Δηλαδή, πικατάρατος ν εναι κενος πο παραβιάζει τ δίκαιο, πο δν ποδίδει τ δίκαιό του προσηλύτου, το ρφανο κα τς χήρας κα κοιτάζει ν δώση τ δίκαιο στν ντίδικό τους, πο μπορε ν εναι πλούσιος ρχοντας κάτι λλο. Κα λος λας θ φωνάξη, ναί, ν εναι καταραμένος π τν Θε ατς πο θ κάνη ατ τ πράγμα.
Δν εναι φυσικ δυνατν ν ναπτύξουμε λόκληρη τν κοινωνικ διδασκαλία τς Παλαις Διαθήκης. να δειγματολόγιο δωσα, γι ν δτε πόσα πράγματα μς χει διδάξει Θες στν κοινωνικ δικαιοσύνη, σ θέματα σότητος, σ θέματα δικαίου, σ θέματα ρθς κρίσεως, δη 1.500 χρόνια περίπου πρ Χριστο. Δν περιμέναμε, λοιπόν, τος νεωτέρους ν λθουν ν μς τ διδάξουν ατά.
ν φαρμόζουμε τ σα γι τν κοινωνικ  δικαιοσύνη παραγγέλλει Παλαι Διαθήκη, μς εναι περαρκετά. Ο νομοθεσίες τν κρατν, ἐὰν φήρμοζαν ατ τ ποία λέγει Παλαι κα Καιν Διαθήκη ς βάσεις, σως δν θ εχαν νάγκη λλων νόμων.

Παραπομπς
[1] Δευτερ. 15, 7.
[2] Δευτερ. 15, 8.
[3] Δευτερ. 15, 9.
[4] Δευτερ. 15, 10.
[5] Δευτερ. 15, 11.
[6] Δευτερ. 15, 12.
[7] Δευτερ. 15, 13.
[8] Δευτερ. 15, 14.
[9] Δευτερ. 15, 15.
[10] Δευτερ. 16, 18.
[11]Δευτερ. 16, 19.
[12] Δευτερ. 16,20.
[13] Δευτερ. 22, 8.
[14] Δευτερ. 22, 10.
[15] Δευτερ. 24, 6.
[16] Δευτερ. 24, 14-15.
[17] Δευτερ. 24,16.
[18] Δευτερ. 24, 17-18.
[19] Δευτερ. 24,19.
[20] Δευτερ. 24, 20.
[21] Δευτερ. 24, 21-22.
[22] Δευτερ. 25, 4.
[23] ’ Κόρ. 9, 9-10.
[24] Δευτερ. 25, 13-14.
[25] Δευτερ. 25,15.
[26] Δευτερ. 27, 17
[27] Δευτερ.27, 18.
[28] Δευτερ. 27, 19.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.