6 Απρ 2010

Ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στήν Ἀνάσταση νίκησε τόν θάνατο.

Τό δόγμα τῆς Ἀναστάσεως εἶναι φοβερά σκληρό γιά τόν φυσικό ἄνθρωπο (αὐτόν πού ζεῖ ἔξω ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ). Ὁ ἀνθρώπινος λόγος εἶναι ἀδύνατο νά συγκατατεθεῖ σέ μία τόσο παράδοξη ἰδέα. Ἀλήθεια, πῶς εἶναι δυνατόν ὁ λογικά σκεπτόμενος ἄνθρωπος ν’ ἀποδεχτεῖ ὅτι τό σῶμα πού χάθηκε, φαγώθηκε ἀπό τά θηρία ἤ τά ψάρια στίς θάλασσες ἤ κάηκε στή φωτιά κι ἐξανεμίστηκε ἡ τέφρα του, εἶναι δυνατόν τά μόριά του νά ἑνωθοῦν ἕνα πρός ἕνα, νά ξαναγίνει πάλι ὅπως ἦταν καί νά ξαναζήσει; Σ’ ἕνα τόσο μεγάλο μυστήριο ἡ πίστη νικᾶ τό λόγο.
Τό μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως εἶναι πολύ...μεγάλο. Πρῶτα, εἶναι ἡ πανηγυρική κατάλυση τοῦ θανάτου. Ὁ θάνατος δέν ὑπῆρξε στήν ὀντική ἀλήθεια τῶν πραγμάτων, ὅπως αὐτά βγῆκαν ἀπό τήν ἄκτιστη θεία ἐνέργεια. Ὁ ἄνθρωπος δέν πλάστηκε γιά νά πεθάνει, ἀλλά γιά νά ζήσει παντοτινά κοντά στό δημιουργό του. Ὁ Θεός δέν θέλει τό θάνατο ἀλλά τή ζωή τῶν πλασμάτων του, γιατί ὁ ἴδιος εἶναι ἡ ζωή καί ἀπ’ αὐτόν προέρχεται κάθε ἄλλο εἶδος κτιστῆς ζωῆς. Στό πρῶτο ἄνθρωπο ἡ σωματική ἀθανασία δόθηκε ὑπό ὅρους, στό μέτρο πού τό λογικό πλάσμα θά στρεφόταν ἐλεύθερα πρός τόν πλάστη του, μένοντας πιστό στά πλαίσια τῆς φυσικῆς του τάξεως, στήν τήρηση τοῦ νόμου καί τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ὅμως δέν συνέβη. Ὁ ἄνθρωπος ἀποστάτησε ἀπό τό Θεό. Ξεμάκρυνε, ἀκολουθώντας πορεία ἀντίθετη μέ ἐκείνη τῆς φυσικῆς του νομοτέλειας, τοῦ προορισμοῦ του. Ἀλλοτριώθηκε ἡ φύση του, ἔχασε τό φυσιολογικό ρυθμό της, ἔγινε πλάσμα χαλασμένο, ὕπαρξη χωρίς ρίζες καί ἄσκοπη. Ἡ ζωή τοῦ πεσμένου ἀνθρώπου γιά νά μή διαιωνίζει στή γῆ τήν ἀπελπιστική της τραγικότητα, κόπηκε ἀπό τόν ἴδιο τό Θεό, ὁ ὁποῖος ἐπέβαλε τό θάνατο στόν παραβάτη γιά νά τόν λυτρώσει ἀπό τό ἄχθος καί τήν κακότητα τῆς ἁμαρτίας του. Ὁ νεκρός ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ἁμαρτήσει. Στά τοιχώματα τοῦ τάφου βρίσκει τά ὅριά της ἡ ἁμαρτία, σπᾶνε τ’ ἀγριεμένα κύματα τῆς μωρίας καί τῆς ἀλογιστίας του.
Ὁ θάνατος ἑπομένως δέν προῆλθε ἀπό τή πλευρά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μονάχα ἀπό τή πλευρά τοῦ ἀνθρώπου. Ἦταν «ὀψώνιο» (καρπός, ἀποτέλεσμα) τῆς ἁμαρτίας. Ὁ Θεός τόν ἐπέβαλε γιά νά εὐεργετήσει τό ἀποστατημένο πλάσμα του. Ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἡ πρωταρχική αἰτία τοῦ θανάτου. Ὁ θάνατος συνεπῶς δέν ἔχει ὀντολογικό ὑπόβαθρο στήν πλάση. Δέν εἶναι ὕπαρξη, δέν ἔχει φυσική οὐσίωση στά ὄντα. Εἶναι ἕνα ἐπιφαινόμενο. Ὡς ὀντολογικά δέ ἄρριζος, δέν μποροῦσε νά διαιωνίζεται στή πλάση. Ἔπρεπε νά καταργηθεῖ ὡς κατάσταση ἀναιρετική της ζωῆς. Ποιός ὅμως μποροῦσε νά τόν καταργήσει; Κανένας ἕκτος ἀπό τόν ἴδιο τό Θεό, ὁ ὁποῖος μπῆκε στήν ἀνθρώπινη ζωή, ἐπίασε στά δυνατά χέρια τοῦ τό θάνατο καί τόν συνέτριψε πάνω στό σταυρό, ἀφοῦ πρῶτα κατάργησε τήν ἁμαρτία πού ἦταν ἡ γενεσιουργός αἰτία ἐκείνου.
Δεύτερον, ἡ ἀνάσταση ἀναδεικνύει πανηγυρικά τήν ἀλήθεια καί τήν πιστότητα τοῦ Θεοῦ καθώς καί τόν ἀληθινό λόγο τοῦ πλάσματος. Τίποτε δέν χάνεται ἀπό ὅ,τι φέρει στό εἶναι ἡ θεία ἐνέργεια. Τό ἀντίθετο θά σήμαινε ὅτι ὁ Θεός δέν γνωρίζει τό ἔργο του, μοιάζοντας μέ ἕνα ἀδύναμο καί ἀδέξιο τεχνίτη, ὁ ὁποῖος δέν μπορεῖ νά συντηρήσει αὐτό πού βγῆκε ἀπό τά χέρια του. Ἄν ὁ θάνατος κυριαρχοῦσε τελειωτικά πάνω στή ζωή, ὁ Θεός θά φαινόταν ἀσυνεπής πρός τή φύση του, σχετικός στίς ἐνέργειές του, ἀδύναμος στούς σχεδιασμούς καί στίς ἀποφάσεις του, θά κατέρρεε αὐτόματα ἡ φύση του. Μέ τήν ἀνάσταση ὅμως πιστοποιεῖται περίτρανα ἡ ἄπειρη σοφία του σέ συνδυασμό μέ τήν ἀγαθότητα καί τήν παντοδυναμία του, πού ὄχι μόνο δέν ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά καταποθεῖ στό χάος τῆς ἀνυπαρξίας, ἀλλά τοῦ δίνει καί πάλι ζωή, πιό ὄμορφη καί ὡραία ἀπό τήν προηγούμενη, καταργώντας ὅ,τι ἡ ἀπονοια ἐκείνου (τοῦ ἀνθρώπου) κατάφερε νά δημιουργήσει.
Ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στήν Ἀνάσταση νίκησε τό θάνατο. Νίκησε τήν τραγική καί ἐπίκαιρη φύση του, τή σκοτεινότητα πού πυκνή σωρεύεται στά ψυχρά του τάφου τοιχώματα. Καί αὐτό τόν βοηθᾶ ἀφάνταστα στό ἔργο του, τόν προφυλάσσει ἀπό τόσους φόβους καί ἐνοχές, ἀπό τόσα ὑπαρξιακά ἄγχη καί ἀγωνίες, ἐγκαθιστώντας τόν σταθερά στήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ καί γλυκαίνοντας τήν πικρότητα τῆς ζωῆς πού ὑφαίνουν τόση κακουργία, τόση ἀπονοια καί τόση ἀπανθρωπιά. Γίνεται ἀνθρωπινότερος ὁ ἄνθρωπος, παίρνοντας φῶς ἀπό τό μνῆμα πού ἄνοιξε ὁ Θεός, συντρίβοντας τή θανατερή νέκρωση. Γίνεται πλάσμα καλοσυνάτο, μελετώντας τή ζωή κάτω ἀπό τό πρίσμα τῆς ἀναστημένης ἀγάπης, ὅπως τήν εἶδαν οἱ Μυροφόρες στόν κενό τάφο τῆς Ἱερουσαλήμ καί οἱ μαθητές στή πορεία πρός τούς Ἐμμαούς!
Καθηγητής Ἀνδρέας Θεοδώρου (+)
Πηγή:Ἀπόψεις γιά τήν Μονή Βατοπαιδίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.