VatopaidiFriend: Ο Ιωακείμ και η Άννα δεν ήθελαν παιδί “εγωιστικά”, ούτε ψυχολογικά ή συναισθηματικά. Δεν ήθελαν να γεννήσουν παιδί για τον εαυτό τους, αλλά για τον Κύριο. Η τεκνογονία θεωρούνταν τότε “υποχρέωση” απέναντι στον Θεό. Εκεί ακριβώς συνίσταται η ντροπή και το “όνειδος” της ατεκνίας. Το θαυμάσιο αυτό ζεύγος, ο Ιωακείμ και η Άννα, όχι μόνο ήταν πολύ αγνοί και ελεήμονες και το σπίτι τους ήταν καταφύγιο και λιμάνι για κάθε πονεμένο, αλλά και πέρασαν τη ζωή τους με εξαντλητικές προσευχές παρακαλώντας να ευαρεστήσουν τον Θεό. Δεν είχαν καθόλου σαρκικό ή κοσμικό φρόνημα. Μόνη τους έγνοια ήταν να ευαρεστήσουν τον Θεό. Παρακαλούσαν τον Θεό όχι για κάτι δικό τους, αλλά για κάτι δικό Του! Απίστευτο! Τί ζήλος! Προσέξτε! Δεν παρακαλούσαν τον Θεό να εκπληρώσει δικό τους θέλημα, αλλά δικό Του! Αντί να ξεγνοιάσουν λίγο και να ξεκουραστούν οι άνθρωποι και “να ζήσουν τη ζωή τους”, προσπαθούσαν με κάθε τρόπο – δυνατό ή αδύνατο - να ευαρεστήσουν τον Κύριο. Αν είναι πίστη το να ζητάμε κάτι εύλογο για μάς, για δική μας διευκόλυνση και παρηγοριά, πόσο περισσότερο πίστη και ασύγκριτα πιο αξιέπαινο είναι να κουραζόμαστε και να παιδευόμαστε να ζητάμε κάτι αποκλειστικά για το θέλημα του Θεού; Σχεδόν αδιανόητο είναι κάτι τέτοιο για τον κόσμο.
«Θυμήσου, Κύριε, τον Δαβίδ και όλη την πραότητά του. Πώς έδωσε όρκο στον Κύριο, πώς έκαμε τάξιμο στον Θεό του Ιακώβ: Δεν θα μπώ στην σκηνή όπου κατοικώ, δεν θα ανέβω να κοιμηθώ στο κρεβάτι και το στρώμα μου, δεν θα δώσω ύπνο στα μάτια μου και νυσταγμό στα βλέφαρά μου και ξεκούραση στους κροτάφους μου, μέχρι που θα βρώ τόπο για τον Κύριο, σκήνωμα για τον Θεό του Ιακώβ» (Ψαλμοί 131/ρλα΄ 1-5). Έτσι και ο Ιωακείμ και η Άννα, που ήταν άξιοι απόγονοί του. Και αυτοί ένα σκήνωμα του Θεού ήθελαν να γεννήσουν, μια αγία ψυχούλα που να ανήκει σε Αυτόν, όπου Αυτός θα αναπαύεται, και που Αυτός θα καταυγάζει και θα ευφραίνει με τις άκτιστες θείες ενέργειές Του εις τους αιώνας των αιώνων.
Ενδεικτικό του ότι οι άγιοι δεν ήθελαν για τον εαυτό τους το παιδί, είναι ότι, όπως είχαν τάξει, το αποχωρίστηκαν και το αφιέρωσαν στο Ναό μόλις έγινε τριών ετών. Πόση πίστη απαιτεί και αυτό, όταν πρόκειται για γονείς που αγαπούν το παιδί τους, και μάλιστα ένα παιδάκι τόσο γλυκύτατο και τρισχαριτωμένο!
Η σύναξη των δικαίων γονέων της Υπεραγίας Θεοτόκου, σύμφωνα με την αρχαία εκκλησιαστική, παράδοση, ορίστηκε την επομένη του γεννεσίου της Θεοτόκου, για τον λόγο ότι αυτοί έγιναν πρόξενοι της παγκόσμιας σωτηρίας με την γέννηση της αγίας θυγατέρας της. «Τελείται δε η σύναξις αυτών εν τω εξαέρω οίκω της Θεοτόκου, πλησίον της μεγάλης εκκλησίας εν τοις Χαλκοπρατείοις».
Να αναφέρουμε, λοιπόν, ότι ο Ιωακείμ ήταν γιος του Ελιακείμ από τη φυλή του Ιούδα και απόγονος του Δαβίδ. Έκπτωτος του θρόνου, ιδιώτευε στην Ιουδαία και το περισσότερο χρονικό διάστημα στην Ιερουσαλήμ, όπου είχε μέγαρο με βασιλικό κήπο. Παντρεύτηκε την Άννα, θυγατέρα του Ματθάν Ιερέως από τη φυλή του Λευίκαι της Μαρίας, γυναικός αυτού, από τη φυλή του Ιούδα. Επειδή οι φυλές, Βασιλική και Ιερατική, συγγένευαν μεταξύ της, διότι η Βασιλεία εθεωρείτο ίση με την Ιεροσύνη, δεν έδιναν ούτε έπαιρναν θυγατέρες από της φυλές που θεωρούνταν κοινές. Έτσι λοιπόν, αφού θεάρεστα πέρασε τη ζωή του το άγιο αυτό ζευγάρι, της της πληροφορούν τα βιογραφικά σημειώματα των εορτών της 25ης Ιουλίου, 8ης Σεπτεμβρίου και 9ης Δεκεμβρίου, ο μεν Ιωακείμ πέθανε οκτώ χρόνια από τα Εισόδια της κόρης του Θεοτόκου σε ηλικία 92 ετών, η δε Άννα 11 μήνες μετά τον θάνατο του Ιωακείμ, σε ηλικία 83 ετών.
Απολυτίκιο. Ήχος πλ. α΄.
Η δυάς η αγία και θεοτίμητος, Ιωακείμ και η Άννα ως του Θεού ανχιστείς, ανυμνείσθωσαν φαιδρώς ασμάτων κάλλεσιν· ούτοι γαρ έτεκον ημιν, την τεκούσαν υπέρ νουν, τον άσαρκον βροτωθέντα εις σωτηρίαν του κόσμου· μεθ’ ής πρεσβεύουσι σωθήναι ημάς.
Κοντάκιον. Ήχος β΄.
Ευφραίνεται νύν η Άννα της στειρώσεως λυθείσα δεσμών, και τρέφει την πανάχραντον, συγκαλούσα άπαντας ανυμνήσαι τον δωρησάμενον εκ νηδύος αυτής τοις βροτοίς την μόνην Μητέρα και απείρανδρον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου