Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ὅτι κάποτε μελετώντας τὸν Ἀββᾶ Ἰσαὰκ, ἔμεινε σὲ μία φράση του στοχαζόμενος καὶ προσευχόμενος γιὰ δύο ὁλόκληρες ὧρες!
Ὁ Ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης προτρέπει ὄχι μόνο τούς προχωρημένους Ἡσυχαστὲς νὰ μελετοῦν τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀρχαρίους. Γράφει σχετικά: «Πολὺ θὰ σὲ βοηθήσει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, διότι καὶ τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς δίνει νὰ καταλάβει κανείς, καὶ κάθε εἴδους μικρὸ ἢ μεγάλο κόμπλεξ καὶ ἐὰν ἔχει ὁ ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει στὸν Θεό, τὸν βοηθάει γιὰ νὰ τὰ διώξει. Η ὀλίγη... μελέτη στὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ, ἀλλοιώνει τὴν ψυχὴ μὲ τὶς πολλές της βιταμίνες».
Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Ἐπιστολές, ἔκδ. Ἱερ. Ἡσυχαστηρίου «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτὴ 1994, σελ. 69.
Κάθε πρόταση τῶν πατερικῶν κειμένων δὲν κρύβει ἕνα, ἀλλὰ πολλὰ νοήματα, καὶ καθένας τὰ καταλαβαίνει ἀνάλογα μὲ τὴν πνευματική του κατάσταση. Καλὸ εἶναι νὰ διαβάζη κανεὶς κείμενο καὶ ὄχι μετάφραση, ἐπειδὴ ὁ μεταφραστὴς ἑρμηνεύει τὸ πρωτότυπο ἀνάλογα μὲ τὴν δική του πνευματικότητα. Πάντως, γιὰ νὰ κατανοήση κανεὶς τοὺς Πατέρες, πρέπει νὰ σφίξη τὸν ἑαυτό του, νὰ συγκεντρώση τὸν νοῦ του καὶ νὰ ζῆ πνευματικά, γιατί τὸ πνεῦμα τῶν Πατέρων γίνεται ἀντιληπτὸ μόνο μὲ τὸ πνεῦμα. Ειδικά οἱ Ἀσκητικοὶ Λόγοι τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου πολὺ βοηθοῦν, ἀλλὰ χρειάζεται νὰ τοὺς μελετάη κανείς λίγο – λίγο, γιὰ νὰ ἀφομοιώνη τὴν τροφή.
Ὁ Ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης προτρέπει ὄχι μόνο τούς προχωρημένους Ἡσυχαστὲς νὰ μελετοῦν τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀρχαρίους. Γράφει σχετικά: «Πολὺ θὰ σὲ βοηθήσει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, διότι καὶ τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς δίνει νὰ καταλάβει κανείς, καὶ κάθε εἴδους μικρὸ ἢ μεγάλο κόμπλεξ καὶ ἐὰν ἔχει ὁ ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει στὸν Θεό, τὸν βοηθάει γιὰ νὰ τὰ διώξει. Η ὀλίγη... μελέτη στὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ, ἀλλοιώνει τὴν ψυχὴ μὲ τὶς πολλές της βιταμίνες».
Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Ἐπιστολές, ἔκδ. Ἱερ. Ἡσυχαστηρίου «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτὴ 1994, σελ. 69.
Κάθε πρόταση τῶν πατερικῶν κειμένων δὲν κρύβει ἕνα, ἀλλὰ πολλὰ νοήματα, καὶ καθένας τὰ καταλαβαίνει ἀνάλογα μὲ τὴν πνευματική του κατάσταση. Καλὸ εἶναι νὰ διαβάζη κανεὶς κείμενο καὶ ὄχι μετάφραση, ἐπειδὴ ὁ μεταφραστὴς ἑρμηνεύει τὸ πρωτότυπο ἀνάλογα μὲ τὴν δική του πνευματικότητα. Πάντως, γιὰ νὰ κατανοήση κανεὶς τοὺς Πατέρες, πρέπει νὰ σφίξη τὸν ἑαυτό του, νὰ συγκεντρώση τὸν νοῦ του καὶ νὰ ζῆ πνευματικά, γιατί τὸ πνεῦμα τῶν Πατέρων γίνεται ἀντιληπτὸ μόνο μὲ τὸ πνεῦμα. Ειδικά οἱ Ἀσκητικοὶ Λόγοι τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου πολὺ βοηθοῦν, ἀλλὰ χρειάζεται νὰ τοὺς μελετάη κανείς λίγο – λίγο, γιὰ νὰ ἀφομοιώνη τὴν τροφή.
Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου – Πνευματικὴ ἀφύπνιση, Λόγοι Β’
«Ἂν πήγαινε κανεὶς στὸ Ψυχιατρεῖο καὶ διάβαζε στοὺς ἀσθενεῖς τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ, θὰ γίνονταν καλὰ ὅσοι πιστεύουν στὸν Θεό, γιατί θὰ γνώριζαν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς».
Χαρακτηριστικὸς εἶναι ὁ διάλογος ποὺ εἶχε ὁ Γέροντας Παΐσιος μὲ τὸν ὅσιο Γέροντα ἀσκητή παπα-Τύχωνα. Νὰ πῶς διηγεῖται ὁ Γέροντας Παΐσιος τὸ περιστατικό:
«Μιὰ μέρα μὲ ρώτησε:
– Ἐσὺ παιδί μου, τί βιβλία διαβάζεις;
Τοῦ ἀπάντησα:
– Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
– Πά, πὰ, πὰ, παιδί μου, αὐτὸς ὁ Ἅγιος εἶναι μεγάλος! Οὔτε ἕναν ψύλλο δὲν σκότωνε ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ.
Ἤθελε μὲ αὐτὸ ποὺ εἶπε νὰ τονίση τὴν μεγάλη πνευματικὴ εὐαισθησία τοῦ Ἁγίου».
Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Ἁγιορεῖται Πατέρες καὶ ἁγιορείτικα, ἔκδ. Ἱερ.Ἡσυχαστηρίου «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτὴ 1993, σελ. 32.
Στὸν βίο, τέλος τοῦ Ὁσίου Παϊσίου διαβάζουμε: «Συνιστοῦσε καὶ στοὺς λαϊκοὺς νὰ τὸν διαβάζουν, ἀλλὰ λίγο-λίγο, γιὰ νὰ τὸν ἀφομοιώνουν. Ἔλεγε ὅτι τὸ βιβλίο τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ ἀξίζει ὅσο ὁλόκληρη πατερικὴ βιβλιοθήκη. Στὸ βιβλίο (τῶν ἀσκητικῶν του Ἁγίου Ἰσαὰκ) ποὺ διάβαζε, κάτω ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου, ποὺ κρατᾶ στὸ χέρι του ἕνα φτερὸ καὶ γράφει, σημείωσε: «Ἀββᾶ μου, δός μου τὴν πέννα σου νὰ ὑπογραμμίσω ὁλόκληρό το βιβλίο σου». (Ἀξίζει δηλαδὴ νὰ ὑπογραμμισθῆ ὁλόκληρό το κείμενο».
Χαρακτηριστικὸς εἶναι ὁ διάλογος ποὺ εἶχε ὁ Γέροντας Παΐσιος μὲ τὸν ὅσιο Γέροντα ἀσκητή παπα-Τύχωνα. Νὰ πῶς διηγεῖται ὁ Γέροντας Παΐσιος τὸ περιστατικό:
«Μιὰ μέρα μὲ ρώτησε:
– Ἐσὺ παιδί μου, τί βιβλία διαβάζεις;
Τοῦ ἀπάντησα:
– Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
– Πά, πὰ, πὰ, παιδί μου, αὐτὸς ὁ Ἅγιος εἶναι μεγάλος! Οὔτε ἕναν ψύλλο δὲν σκότωνε ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ.
Ἤθελε μὲ αὐτὸ ποὺ εἶπε νὰ τονίση τὴν μεγάλη πνευματικὴ εὐαισθησία τοῦ Ἁγίου».
Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Ἁγιορεῖται Πατέρες καὶ ἁγιορείτικα, ἔκδ. Ἱερ.Ἡσυχαστηρίου «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτὴ 1993, σελ. 32.
Στὸν βίο, τέλος τοῦ Ὁσίου Παϊσίου διαβάζουμε: «Συνιστοῦσε καὶ στοὺς λαϊκοὺς νὰ τὸν διαβάζουν, ἀλλὰ λίγο-λίγο, γιὰ νὰ τὸν ἀφομοιώνουν. Ἔλεγε ὅτι τὸ βιβλίο τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ ἀξίζει ὅσο ὁλόκληρη πατερικὴ βιβλιοθήκη. Στὸ βιβλίο (τῶν ἀσκητικῶν του Ἁγίου Ἰσαὰκ) ποὺ διάβαζε, κάτω ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου, ποὺ κρατᾶ στὸ χέρι του ἕνα φτερὸ καὶ γράφει, σημείωσε: «Ἀββᾶ μου, δός μου τὴν πέννα σου νὰ ὑπογραμμίσω ὁλόκληρό το βιβλίο σου». (Ἀξίζει δηλαδὴ νὰ ὑπογραμμισθῆ ὁλόκληρό το κείμενο».
(Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ ἁγιορείτου σελ. 248).
Γράφεται στὸν βίο τοῦ Ἁγίου Παϊσίου ὅτι ὁ Γέροντας ἄκουσε κάποτε τὶς γνωστές συκοφαντίες περὶ Νεστοριανισμοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰσαάκ. Λυπηµένος πολὺ καὶ προσευχόµενος, ἔλαβε ἄνωθεν πληροφορία περὶ τῆς ὀρθοδοξότητας τοῦ Ἁγίου.
«Καθισμένος στὸ πεζούλι ἔξω ἀπὸ τὴν Σταυρονικήτα συζητοῦσε ὁ Γέροντας μὲ προσκυνητές. Κάποιος θεολόγος ὑποστήριζε ὅτι ὁ Ἀββᾶς ὁ Ἰσαὰκ ὁ Σύρος ἦταν Νεστοριανός. Ἐπανελάμβανε δυστυχῶς τὶς γνωστὲς δυτικὲς ἀντιλήψεις.
Ὁ Ὅσιος Παΐσιος προσπαθοῦσε νὰ τοὺς πείσει ὅτι εἶναι ὄχι μόνο ὀρθόδοξος, ἀλλὰ καὶ Ἅγιος, καὶ ὅτι οἱ ἀσκητικοί του Λόγοι ἔχουν πολλὴ χάρι καὶ δύναμη, ἀλλὰ ματαίως. Ὁ θεολόγος ἐπέμενε πεισματικὰ στὶς ἀπόψεις του. Ἔφυγε ὁ Γέροντας γιὰ τὸ Καλύβι του λυπημένος καὶ προσευχόμενος.
Ὅταν προχώρησε λίγο καὶ ἔφθασε στὸ σημεῖο ποὺ εἶναι ὁ μεγάλος πλάτανος, «κάτι τοῦ συνέβη», ὅπως εἶπε, χωρὶς νὰ θελήσει νὰ ἐξηγήσει τί ἀκριβῶς ἦταν αὐτό. Σύμφωνα μὲ μαρτυρία εἶδε σε ὅραμα τὸν χορὸ τῶν Ὁσίων Πατέρων νὰ περνᾶ ἀπὸ μπροστά του. Κάποιος ἀπὸ αὐτοὺς σταμάτησε καὶ τοῦ εἶπε: «Εἶμαι ὁ Ἰσαὰκ ὁ Σύρος. Εἶμαι Ὀρθοδοξότατος. Πράγματι ὑπῆρχε στὴν περιοχή μου ἡ αἵρεση τοῦ Νεστορίου, ἀλλὰ ἐγὼ τὴν καταπολέμησα». Ἀδυνατούμε νὰ ἐπιβεβαιώσουμε ἢ νὰ ἀπορρίψουμε τὴν ἀξιοπιστία αὐτῆς τῆς μαρτυρίας. Πάντως ἀδιαμφισβήτητο εἶναι ὅτι τὸ «κάτι ποὺ συνέβη» στὸν ἅγιο Γέροντα ἦταν ὑπερφυσικὸ γεγονὸς ποὺ τὸν πληροφοροῦσε ξεκάθαρα περὶ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς Ἁγιότητος τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ». Μετὰ ἀπ’ αὐτὸ στὸ µηναῖο στὶς 28, ποὺ ἑορτάζεται ὁ Ἅγιος πρόσθεσε τὰ ἑξῆς: «…Ἰσαὰκ τοῦ µἐγάλου Ἠσυχαστοῦ καὶ πολὺ ἀδικηµένου».
Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὅρος 2008, σελ. 259-260.
Βίος Ὁσίου Ἰσαάκ
Ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα. Στὴν ἀκμὴ τῆς ἡλικίας του ἀπαρνήθηκε τὸν κόσμο καὶ ἀπεχώρησε μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του σὲ Κοινόβιο Μοναστήρι. Ἀφοῦ ἐνδύθηκε τὸ Ἀγγελικὸ Σχῆμα τῶν Μοναχῶν, καὶ γυμνάστηκε στοὺς ἀσκητικοὺς ἀγώνας καὶ πόνους, ἐπεθύμησε τὴν στερεά τροφή, τῆς βαθύτερης θεωρίας τοῦ πνεύματος. Ἀμέσως ἔφυγε ἀπὸ τὸ Κοινόβιο καὶ ἦλθε σὰν διψασμένο ἐλάφι στὶς πηγὲς τῶν ὑδάτων, σὲ ἐρημικὸ τόπο, μακριὰ ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ τὴν συναναστροφὴ τῶν πολλῶν. Κατοίκησε μέσα σὲ ἀπομονωμένο Κελλί, μόνος μόνῳ τῷ Θεῷ καὶ ἀπασχολούμενος μόνο μὲ τὴν νοερά προσευχή καὶ ἡσυχία.
Ὁ δὲ ἀδελφός του, ὅταν ἀνέλαβε τὴν Ἡγουμενία τοῦ Κοινοβίου, τοῦ ἔγραφε ἐπανειλημμένως καὶ τὸν παρακαλοῦσε μὲ πόνο νὰ ἐπανέλθει στὸ Μοναστήρι, ἀλλὰ ὁ Ὅσιος Ἰσαάκ, δὲν ἔδινε προσοχὴ στὶς παρακλήσεις τοῦ ἀδελφοῦ του, οὔτε συγκατατέθηκε ν’ ἀφήσει τὸ ἀμέριμνο καὶ ἀτάραχο τῆς Ἡσυχίας. Ἀφοῦ οἱ παρακλήσεις δὲν μπόρεσαν νὰ κατορθώσουν τὴν ἐπιστροφή του, μία Θεία ἀποκάλυψη τὸν προσκάλεσε στὴν Ἀρχιερατικὴ ἐπιστασία τῆς Ἐκκλησίας τῶν Νινευιτῶν. Καὶ ἐὰν φάνηκε ἀνένδοτος πρωτύτερα στὸν ἀδελφό του, ὕστερα ὅμως ἔσκυψε τὸν αὐχένα μὲ ταπείνωση στὴν Θεία φωνή. Ἀφήνει λοιπὸν τὴν ἔρημο καὶ τὴν ἡσυχία, ὁ φιλέρημος καὶ φιλήσυχος Ἰσαὰκ, καὶ προχειρίζεται Ἐπίσκοπος τῆς μεγαλουπόλεως Νινευῆ.
Αὐτὸ ὅμως διήρκεσε λίγο, διότι ἐξ ἐπόψεως διοικητῆς, ἄν καὶ ξεπρόβαλε φῶς στὸν ὁρίζοντα τῆς Ἐκκλησίας, γρήγορα κρύφτηκε καὶ πάλι στὴν ἔρημο. Αἰτία δὲ τῆς ἀμέσως ἀπὸ τὴν ἐπισκοπικὴ θέση ἀναχωρήσεως τοῦ Ὁσίου Ἰσαὰκ ὑπῆρξε τὸ ἑξῆς περιστατικό:
Ὅταν χειροτονήθηκε ὁ Ὅσιος καὶ κάθισε στὸ Ἐπισκοπεῖο του, παρουσιάστηκαν μπροστά του δύο Χριστιανοί. Ὁ ἕνας ἦταν δανειστής, ὁ ἄλλος ὀφειλέτης· καὶ ὁ μὲν δανειστὴς ἀπαιτοῦσε τὸ δάνειο, ὁ δὲ ὀφειλέτης ὁμολογοῦσε τὸ χρέος, μὴ ἔχοντας ὅμως πρὸς τὸ παρὸν τὰ χρήματα, ζητοῦσε μερικὲς ἡμέρες προθεσμία. Ἀλλὰ ὁ ἄσπλαχνος ἐκεῖνος δανειστής, εἶπε ὅτι ἐὰν δὲν τοῦ ἔδινε τὴν ἴδια μέρα αὐτὸς τὸ δάνειο, θὰ τὸν παρέδιδε ὁπωσδήποτε στὸν κριτή. Ὁ δὲ Ὅσιος πατὴρ Ἰσαὰκ τοῦ λέγει: «Τέκνο μου, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Εὐαγγελίου ὀφείλεις νὰ μὴ ζητεῖς νὰ σοῦ ἐπιστραφοῦν καὶ τὰ διὰ τῆς βίας ἀφαιρεθέντα πράγματα, πόσο μᾶλλον πρέπει νὰ περιμένεις λίγες μέρες αὐτόν, ὁ ὁποῖος σὲ παρακαλεῖ νὰ τοῦ δώσεις χρόνο»; Ὁ δὲ ἀνελεήμων ἐκεῖνος δανειστὴς τοῦ ἀπήντησε μὲ αὐθάδεια: «Ἄφησε τώρα, πάτερ, τὸ Εὐαγγέλιο» καὶ ἔφυγε ἀπὸ μπροστά του.
Μόλις ἄκουσε αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Ὅσιος Ἰσαάκ, συλλογίστηκε: «Ἐὰν αὐτοὶ δὲν ὑπακούουν στὰ προστάγματα τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ἐγὼ τί ἦλθα ἐδῶ νὰ πράξω»; Αὐτὰ μόνο ἀναλογίστηκε, καὶ εὐθὺς ἀνεχώρησε πάλι στὴν γλυκιά του ἔρημο. Ἰσχύει αὐτὸ ποὺ ἐλέχθη γιὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, ὁ ὁποῖος μόλις χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σασίμων, ἀμέσως σκέφθηκε τὴν φυγή. «Φαίνεται», σημειώνει ὁ διδάσκαλος τοῦ Γένους Ἱερομόναχος Νικηφόρος Θεοτόκης, ὄτι «δὲν ἦταν ἄξιος τοῦ ἀνδρὸς ὁ κόσμος»…
Ὁ Ἀββάς Ἰσαάκ συνέχισε τὸν ἀγώνα του κατοικώντας στὸ πρῶτο του Κελλί, ὅπου μέχρι θανάτου ἀνδρείως καὶ καρτερικῶς ὑπέμεινε νικηφόρα κάθε πειρασμό. Ἀνεδείχθη ὑφηγητὴς καὶ διδάσκαλος ὅλων των Μοναχῶν καὶ λιμὴν σωτηρίας πάντων.
Ὁ δὲ ἀδελφός του, ὅταν ἀνέλαβε τὴν Ἡγουμενία τοῦ Κοινοβίου, τοῦ ἔγραφε ἐπανειλημμένως καὶ τὸν παρακαλοῦσε μὲ πόνο νὰ ἐπανέλθει στὸ Μοναστήρι, ἀλλὰ ὁ Ὅσιος Ἰσαάκ, δὲν ἔδινε προσοχὴ στὶς παρακλήσεις τοῦ ἀδελφοῦ του, οὔτε συγκατατέθηκε ν’ ἀφήσει τὸ ἀμέριμνο καὶ ἀτάραχο τῆς Ἡσυχίας. Ἀφοῦ οἱ παρακλήσεις δὲν μπόρεσαν νὰ κατορθώσουν τὴν ἐπιστροφή του, μία Θεία ἀποκάλυψη τὸν προσκάλεσε στὴν Ἀρχιερατικὴ ἐπιστασία τῆς Ἐκκλησίας τῶν Νινευιτῶν. Καὶ ἐὰν φάνηκε ἀνένδοτος πρωτύτερα στὸν ἀδελφό του, ὕστερα ὅμως ἔσκυψε τὸν αὐχένα μὲ ταπείνωση στὴν Θεία φωνή. Ἀφήνει λοιπὸν τὴν ἔρημο καὶ τὴν ἡσυχία, ὁ φιλέρημος καὶ φιλήσυχος Ἰσαὰκ, καὶ προχειρίζεται Ἐπίσκοπος τῆς μεγαλουπόλεως Νινευῆ.
Αὐτὸ ὅμως διήρκεσε λίγο, διότι ἐξ ἐπόψεως διοικητῆς, ἄν καὶ ξεπρόβαλε φῶς στὸν ὁρίζοντα τῆς Ἐκκλησίας, γρήγορα κρύφτηκε καὶ πάλι στὴν ἔρημο. Αἰτία δὲ τῆς ἀμέσως ἀπὸ τὴν ἐπισκοπικὴ θέση ἀναχωρήσεως τοῦ Ὁσίου Ἰσαὰκ ὑπῆρξε τὸ ἑξῆς περιστατικό:
Ὅταν χειροτονήθηκε ὁ Ὅσιος καὶ κάθισε στὸ Ἐπισκοπεῖο του, παρουσιάστηκαν μπροστά του δύο Χριστιανοί. Ὁ ἕνας ἦταν δανειστής, ὁ ἄλλος ὀφειλέτης· καὶ ὁ μὲν δανειστὴς ἀπαιτοῦσε τὸ δάνειο, ὁ δὲ ὀφειλέτης ὁμολογοῦσε τὸ χρέος, μὴ ἔχοντας ὅμως πρὸς τὸ παρὸν τὰ χρήματα, ζητοῦσε μερικὲς ἡμέρες προθεσμία. Ἀλλὰ ὁ ἄσπλαχνος ἐκεῖνος δανειστής, εἶπε ὅτι ἐὰν δὲν τοῦ ἔδινε τὴν ἴδια μέρα αὐτὸς τὸ δάνειο, θὰ τὸν παρέδιδε ὁπωσδήποτε στὸν κριτή. Ὁ δὲ Ὅσιος πατὴρ Ἰσαὰκ τοῦ λέγει: «Τέκνο μου, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Εὐαγγελίου ὀφείλεις νὰ μὴ ζητεῖς νὰ σοῦ ἐπιστραφοῦν καὶ τὰ διὰ τῆς βίας ἀφαιρεθέντα πράγματα, πόσο μᾶλλον πρέπει νὰ περιμένεις λίγες μέρες αὐτόν, ὁ ὁποῖος σὲ παρακαλεῖ νὰ τοῦ δώσεις χρόνο»; Ὁ δὲ ἀνελεήμων ἐκεῖνος δανειστὴς τοῦ ἀπήντησε μὲ αὐθάδεια: «Ἄφησε τώρα, πάτερ, τὸ Εὐαγγέλιο» καὶ ἔφυγε ἀπὸ μπροστά του.
Μόλις ἄκουσε αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Ὅσιος Ἰσαάκ, συλλογίστηκε: «Ἐὰν αὐτοὶ δὲν ὑπακούουν στὰ προστάγματα τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ἐγὼ τί ἦλθα ἐδῶ νὰ πράξω»; Αὐτὰ μόνο ἀναλογίστηκε, καὶ εὐθὺς ἀνεχώρησε πάλι στὴν γλυκιά του ἔρημο. Ἰσχύει αὐτὸ ποὺ ἐλέχθη γιὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, ὁ ὁποῖος μόλις χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σασίμων, ἀμέσως σκέφθηκε τὴν φυγή. «Φαίνεται», σημειώνει ὁ διδάσκαλος τοῦ Γένους Ἱερομόναχος Νικηφόρος Θεοτόκης, ὄτι «δὲν ἦταν ἄξιος τοῦ ἀνδρὸς ὁ κόσμος»…
Ὁ Ἀββάς Ἰσαάκ συνέχισε τὸν ἀγώνα του κατοικώντας στὸ πρῶτο του Κελλί, ὅπου μέχρι θανάτου ἀνδρείως καὶ καρτερικῶς ὑπέμεινε νικηφόρα κάθε πειρασμό. Ἀνεδείχθη ὑφηγητὴς καὶ διδάσκαλος ὅλων των Μοναχῶν καὶ λιμὴν σωτηρίας πάντων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου