Γράφει ὁ π. Διονύσιος Ταμπάκης
Ὁ κυρ-Κώστας ὁ τυφλὸς
ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ τῆς ἀπο-προσωποποιήσεως τοῦ ἀνθρώπου, θυμᾶμαι μορφὲς καὶ πρόσωπα ἱερά, γεννημένα στὴν Μικρὰ Ἀσία μας, ποὺ πέρασαν ἀπὸ τὴν ζωὴ ἐτούτη καὶ ζωγράφισαν μὲ τὸν Ἅγιο καὶ ἁπλό τους βίο τὸν χλωμὸ καμβὰ αὐτῆς τῆς ζωῆς. Θυμᾶμαι τὸν κυρ Κώστα τὸν τυφλό. Ἀόμματος ἐκ γενετῆς. Ἀπὸ τὰ μαρτυρικὰ Δαρδανέλια. Μαζὶ μὲ τὴν γλυκιὰ ἀγάπη τῆς μητέρας του εἶχε συντροφιὰ στὰ πικρὰ παιδικά του χρόνια καὶ τὴν Θεϊκὴ στοργὴ τῆς Παναγιάς μας, τῆς ὁποίας τὸ ἅγιο εἰκόνισμα,τὸ πιὸ ἱερὸ κειμήλιό τους, μαζὶ μὲ ἕνα τσουβαλάκι κουκιὰ, ἐφέρανε πρόσφυγες ἀπὸ τὴν πατρίδα τους, ἀφήνοντας ἐκεῖ περιουσίες μὲ κτήματα πολλὰ καὶ ἀρχοντικὰ ἀνώγια. Εἶχε διατελέσει μάλιστα καὶ πρόεδρος τοῦ συλλόγου «Ο ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ο ΕΝ ΔΑΡΔΑΝΕΛΙΟΙΣ».
Τὸν ἀναπολῶ στὶς κατανυκτικὲς θεῖες Λειτουργίες στὸν Ἅγιο Νικόλα στὴν προσφυγικὴ Νίκαια, ὅπου εὐτύχησα νὰ ζήσω ἁπλὰ στὰ παιδικά μου χρόνια, μὲ τους ἀπονήρευτους πρόσφυγες, νὰ διαβάζει βαθύφωνα, ὁλοκάθαρα καὶ κατανυτικότατα τὸ «ΠΙΣΤΕΥΩ», λὲς καὶ ἔβλεπες διάφανα νὰ....
περνοῦν ἀπὸ μπρός σου ὅλα τα Θεῖα γεγονότα τῆς σωτηρίας μας. Ἀλλὰ τὸν ἀναθυμοῦμε νὰ ἔρχεται καὶ σὲ ὅσους Γάμους μποροῦσε μὲ τὸ ἄσπρο μπαστουνάκι του.
Ἔψαλε στὸ Ἀναλόγι, καὶ μαζὶ ἠχογραφοῦσε σὲ κασέτα τὴν ἀκολουθία τοῦ Γάμου (πρὶν ἐπικρατήσουν τὰ βίντεο καὶ τὰ κινητὰ) σημειώνοντας παράλληλα καὶ τὰ στοιχεῖα τοῦ ζευγαριοῦ. Μετὰ ἀπὸ καιρὸ τοὺς ἐπισκεπτόταν στὸ σπίτι τους καὶ τοὺς παρέδιδε τὴν κασέτα γεμίζοντάς τους συγκίνηση καὶ στερεώνοντάς τους καὶ μὲ ἄλλες πνευματικὲς συμβουλές,σὰν Γέροντας , στὴν πορεία τῆς ἔγγαμης ζωῆς τους.
Κάποτε τὸν εἶχα ἐπισκεφθεῖ, ὅταν ἤμουν ἔφηβος, στὸ προσφυγικὸ σπιτάκι τοῦ ὅπου ἔμενε μὲ τοὺς μακαρίτες γονεῖς ἀπὸ τὸ 1922.
Πλέον μόνος, στὸ φτωχὸ τοῦτο ἠσυχαστήρι του, γεμάτο ἀπὸ Εἰκονίσματα, καὶ μία κιθάρα, ἐπάνω στὴν παλιὰ ξεθωριασμένη ντουλάπα(ἦταν καὶ μουσικὸς καὶ ἔτσι ἔβγαζέ τα πρὸς τὸ ζῆν του) τὸν συνάντησα ἀνήμπορο καὶ ἄρρωστο πάνω στὸ κρεβατάκι του νὰ ἀκούει στὸν Ραδ. Σταθμὸ τῆς Ἐκκλησίας τὴν Θεία Λειτουργία.
-Καλημέρα κὺρ-Κώστα, εἶμαι ὁ Διονύσης.
-Καλημέρα παιδί μου(εἶπε μὲ τὴν βαριά του στεντόρεια φωνὴ) δὲν μπορῶ τώρα νὰ σοῦ μιλήσω, ἔχει Λειτουργία, ἄνοιξε τὸ ψυγεῖο καὶ στὴν πόρτα πάρε χυμὸ νὰ πιείς.
Καὶ μεταρσιωμένος ἄκουγε ἀπορροφημένος μὲ ὅλη του τὴν ὕπαρξη τὰ λόγια τοῦ Ραδιοφώνου.
Θεώρησα ἀγένεια σὲ τούτη τὴν ἱερὴ στιγμὴ νὰ ἀνοίγω τὰ ψυγεῖα καὶ κάθησα ἀμήχανα σὲ μία παλιὰ καρέκλα. Η Θ.Λειτουργία προχωροῦσε κὰ ὅταν ἔφτασε στὸ "ΛΑΒΕΤΕ ΦΑΓΕΤΕ" βλέπω τὸν κυρ-Κώστα νὰ ἀνασηκώνεται μὲ ὅσες δυνάμεις του εἶχαν ἀπομείνει καὶ νὰ πέφτει μπρούμουτα καὶ ὁλόσωμα στὸ σκονισμένο πάτωμα, ἐνώπιόν τῆς ὑπέρτατης λογικῆς θυσία τοῦ Κυρίου μας.
Σὰν νὰ εἶχε διαβεῖ πλέον τὰ ἐπίγεια καὶ τὰ λυπηρὰ ποὺ μετάλαβε σὲ ὅλη τὴν πονεμένη ζωή του, στεκόταν τώρα πάνω στὸ σαρακοφαγωμένο πάτωμα, μὲ δέος ὡς Ἀγγέλου Χερουβίμ, μπροστὰ στὸν ὁλόφωτο Θρόνο τοῦ Ὑψίστου.
Τέτοιο πνευματικὸ συγκλονισμὸ σπάνια ἔνοιωσα στὴν ζωή μου.
Μικρασιάτες μπολιασμένοι ἀπὸ Χριστό, Παναγία, Ἐκκλησία καὶ ἱερὲς παραδόσεις. Ἄνθρωποι ποὺ μόνο ἡ θωριὰ τοῦ ἐξαγνισμένου τους προσώπου, τὸ βλέμμα τους καὶ ὁ σεμνός τους λόγος ἄξιζαν πιότερο ἀπὸ πολλὰ πνευματικὰ βιβλία.
Ὁ καλός μας Θεὸς ἃς τὸν ἀναπαύει μαζὶ μὲ ὅλους τους πονεμένους Μικρασιάτες στὸν εὐλογημένο τοῦ Παράδεισο…(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου