Μαρτυρία τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Λεμεσοῦ κ.κ. Ἀθανασίου
γιά τον
† Γέροντα Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη (1924-1994)
Κατ’ ἀρχάς ἐπειδή ποτέ δέ διανοήθηκα ὅτι θά ἔρθει κάποια ὥρα πού θά διηγηθῶ τή ζωή τοῦ πατρός Παϊσίου -καί ὁ ἴδιος ποτέ δέ διηγόταν τή ζωή τοῦ συνεχόμενη- γι' αὐτό μπορεῖ νά ὑπάρχουν μερικά κενά στίς ἡμερομηνίες καί στήν ἰστο¬ρία τῶν πραγμάτων. Ἐγώ ἁπλῶς, ἀπό εὐγνωμοσύνη γιά τόν Γέροντα, δέχτηκα νά ἔρθω ἐδῶ κ. Νικολαΐδη, στόν τηλεοπτικό σταθμό, γιά νά δώσω μία δική μου μαρτυρία γιά τήν ὅσια ζωή του, τήν παρουσία του στήν Ὀρθοδοξία, στήν Ἐκκλησία μας, γιά ὅσα πράγματα εἶδα ἀπό τήν παραμονή μου στό Ἅγιον Ὅρος καί ὅσα ἄλλοι ἀξιόπιστοι ἄνθρωποί μου διηγήθηκαν. Αὐτά θά προσπαθήσω νά πῶ αἰσθανόμενος, βέβαια, ὅτι τό νά διηγεῖται κανείς τή ζωή ἁγίων ἀνθρώπων εἶναι ἕνα πολύ δύσκολο ἔργο. Εἶναι ἰδιαίτερα δύσκολο. γιατί ὁ Γέροντας ἦταν ἅγιος ἄνθρωπος πραγματικά, καί ἐμεῖς δέν ἤμαστε τίποτα καί ἐλάχιστα πράγματα καταλάβαμε. Ἄς εὐχηθοῦμε τουλάχιστον νά βοηθήση ὁ Θεός, νά μεταφέρουμε τά γεγονότα ὅπως τά εἴδαμε καί οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι τά ἀκοῦν, νά τά ἀξιολογήσουν μέ τή δική τους διάθεση.
Ἐγνώρισα τόν πατέρα Παΐσιο τό 1976, τό Σεπτέμβριο. Πρώτη φορά πήγαινα στό...
Ἅγιον Ὅρος καί ἐκεῖ μαζί μέ ἄλλους συμφοιτητές μου ἐπισκεφθήκαμε τό Γέροντα, ὅταν εὐρίσκετο στό καλυβάκι του, στόν Τίμιο Σταυρό, κοντά στή Μονή Σταυρονικήτα. Ἐγώ ἐκεῖ τόν ἐγνώρισα. Μπορῶ νά πῶ ὅτι πήγαμε μέ διαθέσεις περιέργειας νά δοῦμε τό Γέροντα, γιά τόν ὁποῖον τόσα εἴχαμε ἀκούσει. Μᾶς ἐδέχθηκε μέ πολλή ἀγάπη καί μπορῶ νά πῶ ὅτι ἡ πρώτη συνάντηση, στήν ἀρχή, μέ ἀπογοήτευσε λίγο, γιατί δέν ἤξερα τά μυστικά αὐτῶν τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων. Ὅταν εἶδα τό Γέροντα, ὁ ὁποῖος μέ τόση ἁπλότητα μᾶς δέχτηκε, μᾶς κερνοῦσε διάφορα πράγματα καί μᾶς ἔλεγε ἀστεία καί γελοῦσε, ἄρχισα νά ἀμφιβάλλω ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι τόσο ἅγιος, ὅσο εἶχε λεχθεῖ. Διότι οἱ ἅγιοι νόμιζα ὅτι πρέπει νά εἶναι σιωπηλοί, ἀμίλητοι καί σκυθρωποί. Αὐτή τήν ἐντύπωση εἶχα. Ὅμως στή συνέχεια ἡ πραγματικότητα μᾶς διέψευσε, διότι ὁ Γέροντας μιλοῦσε γιά πράγματα πρωτάκουστα γιά μας καί εἶχε τή μαρτυρία τῆς προσωπικῆς του ζωῆς.Τό δέ πρῶτο γεγονός, πού τό καταθέτω μέ πάσαν εἰλικρίνεια, εἶναι ὅτι, τήν ὥρα πού βγήκαμε νά τόν ἀποχαιρετήσουμε καί φιλήσαμε τό χέρι του, ἔγινε ἕνα γεγονός πού ἤτανε πραγματικά μία ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, διότι ὅλα τά βουνά, ὅλη ἡ ἀτμόσφαιρα τριγύρω ἐξεχύλισαν ἀπό μία ἄρρητον εὐωδία. Εὐωδίαζε ὅλος ὁ τόπος. Ὁ Γέροντας κατάλαβε αὐτό τό πράγμα καί ἀμέσως μᾶς συνέστησε νά φύγουμε, ἐνῶ ἐκεῖνος κατευθύνθηκε στό κελλί του. Ἐμεῖς, τά τρία παιδιά πού ἤμασταν, χωρίς νά καταλαβαίνουμε τί γινόταν, φύγαμε γιά τίς Καρυές, ἐνῶ μέσα μᾶς ἐπικρατοῦσε μία ἀνέκφραστη χαρά, ἡ ὁποία δέν εἶχε ἐξήγηση. Οὔτε γιατί τρέχαμε καταλαβαίναμε, οὔτε γιατί εὐωδίαζαν τριγύρω μας τά βουνά, ὁ ἀέρας, οἱ πέτρες, τά πάντα. Αὐτό ἦταν κάτι τό συγκλονιστικό πού ἔζησα, ὅταν συνάντησα γιά πρώτη φορά τόν πατέρα Παΐσιο.
Διαβάστε τή συνέχεια: Ι.Μ.Παντοκράτορος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου