Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου.
«Γιὰ τοὺς ἐξορκισμοὺς»- Γέροντα, σήμερα ἔφεραν μία δαιμονισμένη καὶ παρακάλεσαν νὰ ποῦμε στὸν ἱερέα νὰ τῆς διαβάση ἐξορκισμούς. Τί νὰ κάναμε;
- Σ' αὐτὴν τὴν περίπτωση καλύτερα νὰ λέγατε νὰ τὸ κανονίση ὁ πνευματικός της. Γιὰ νὰ εἶναι ὁ διάβολος μέσα της, θὰ πῆ ὅτι ἡ αὐτὴ ἔκανε κάποια σοβαρὴ ἁμαρτία ἡ οἱ γονεῖς της, καὶ ἔδωσαν δικαιώματα, γιατί ἡ ἁμαρτία φέρνει τὸν διάβολο. Ἂν δὲν μετανοήσουν καὶ δὲν ἐξομολογηθοῦν, δὲν φεύγει ἡ ἁμαρτία, ἑπομένως δὲν φεύγει καὶ ὁ διάβολος. Ἡ μπορεῖ καὶ γιὰ κάποιον ἄλλον λόγο νὰ ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ δαιμονισθῆ.
- Βοηθιοῦνται, Γέροντα, οἱ δαιμονισμένοι μὲ τοὺς ἐξορκισμούς;
- Ἀνάλογα. Οἱ ἐξορκισμοὶ βοηθοῦν, ὅταν διαβάζονται σὲ ἕνα παιδάκι δαιμονισμένο ποὺ δὲν ἔδωσε δικαιώματα καὶ δὲν ξέρει ἀπὸ ἐξομολόγηση ἡ σὲ ἕναν μεγάλο ποὺ ἔχασε τὰ λογικά του καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἐξομολογηθῆ.
Ὅταν ἔχη τὰ λογικά του ὁ δαιμονισμένος, πρέπει πρῶτα νὰ βοηθηθῆ νὰ βρῆ σὲ τί ἔφταιξε καὶ δαιμονίσθηκε, νὰ μετανοήση, νὰ ἐξομολογηθῆ καὶ μετά, ἂν χρειασθῆ, νὰ....
τοῦ διαβάσουν ἐξορκισμούς. Γιατί καὶ μόνο μὲ τὴν συγχωρητικὴ εὐχή, μπορεῖ νὰ φύγη τὸ δαιμόνιο.
τοῦ διαβάσουν ἐξορκισμούς. Γιατί καὶ μόνο μὲ τὴν συγχωρητικὴ εὐχή, μπορεῖ νὰ φύγη τὸ δαιμόνιο.
Μερικοὶ ἱερεῖς μαζεύουν καὶ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν δαιμόνιο καὶ ἄλλους ποὺ ἔχουν κάποια ἀρρώστια καὶ τοὺς διαβάζουν ὅλους μαζὶ ἐξορκισμούς. Ἕνας εἶχε πάρκινσον καὶ τοῦ διάβαζαν ἐξορκισμούς.
Νά, καὶ σήμερα, ἔφεραν ἕναν ἡλικιωμένο ποὺ ἔλεγαν ὅτι εἶναι δαιμονισμένος. Τὸ ἀριστερό του χέρι πάει πέρα-δώθε. Τὸν πιάνουν καὶ κρίσεις. «Ἀπὸ πότε, τὸν ρωτάω, εἶσαι ἔτσι;».
«Ἀπὸ μικρός», μοῦ λέει. Ἀπόρησα. Πρόσεξα μετὰ ὅτι τὸ κεφάλι του, στὸ ἀριστερὸ μέρος, ἦταν λίγο ζουληγμένο. Στὴν γέννα, φαίνεται, κάτι εἶχε πάθει καὶ ὕστερα εἶχε πρόβλημα. Νὰ ἔχη ὁ ἄλλος τὸν πόνο του καὶ νὰ τοῦ λένε πὼς ἔχει δαιμόνιο, νὰ τοῦ διαβάζουν ἐξορκισμούς, ἔξελθε, ἀκάθαρτον πνεῦμα..., καὶ νὰ γίνεται ρεζίλι καὶ στὸν κόσμο! Δὲν κάνει! Πόσα παιδιὰ ποὺ τὰ θεωροῦν δαιμονισμένα, δὲν ἔχουν δαιμόνιο!
Μοῦ ἔφεραν ἕνα παιδὶ εἴκοσι πέντε χρόνων ποὺ ἔλεγαν ὅτι εἶναι δαιμονισμένο. Τοῦ ἔδωσα νὰ πιῆ ἁγιασμὸ καὶ τὸ καημένο δὲν ἀντέδρασε καθόλου. «Τί κάνει τὸ παιδί; ρωτάω τὸν πατέρα του. Ἀπὸ πότε τὸ ἔπαθε;». «Ἀπὸ ἔξι χρόνων, μοῦ λέει. Τότε εἶχαν φέρει σκοτωμένο τὸν παππού του στὸ μαγαζὶ καὶ τὸ παιδί, μόλις τὸν εἶδε, ἔπαθε». Εἶχε πάθει τὸ καημένο ἕναν νευρικὸ κλονισμό. Ἐδῶ, καὶ σὲ μεγάλον ἂν συμβῆ αὐτό, μπορεῖ νὰ πάθη, πόσο μᾶλλον ἕνα παιδάκι! Ἄντε, τώρα, νὰ τὸ ἔχουν γιὰ δαιμονισμένο!
- Γέροντα, οἱ ἐξορκισμοὶ διαβάζονται καὶ νοερῶς;
- Νοερῶς εἶναι καλύτερα. Βασικὰ οἱ ἐξορκισμοὶ πρέπει νὰ διαβάζωνται μὲ πόνο, μὲ ταπείνωση, ὄχι μὲ ὑπερηφάνεια. Ὅταν οἱ ἱερεῖς λένε δυνατὰ καὶ ὑπερήφανα τὸ ἔξελθε, πνεῦμα ἀκάθαρτον, ἀγριεύει ὁ διάβολος, θυμώνει, ἐκμεταλλεύεται τὸν ἐγωισμὸ τοῦ δαιμονισμένου καὶ μπορεῖ νὰ τοῦ πῆ: «γιὰ δές, σὲ κάνει ρεζίλι στὸν κόσμο, κοπάνα τὸν αὐτὸν τὸν παπά», ὅποτε ὁ δαιμονισμένος ἀρχίζει νὰ χτυπάη τὸν παπά.
Ἔτσι δὲν φεύγει τὸ δαιμόνιο, ἀλλὰ φεύγει ὁ παπὰς μὲ τὸ εὐχολόγιό του... Μία φορὰ ἕνας ἱερέας εἶπε σὲ ἕναν δαιμονισμένο: «Σὲ διατάζω, ἀκάθαρτο πνεῦμα, νὰ φύγης ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο!». «Έ, γι' αὐτὸ κι ἔγω δὲν φεύγω...», τοῦ λέει ὃ διάβολος μὲ τὸ στόμα τοῦ δαιμονισμένου. Γι' αὐτὸ λέω στοὺς ἱερεῖς, ὅταν διαβάζουν ἐξορκισμούς, ποτὲ νὰ μὴ φωνάζουν: ἔξελθε, ἀκάθαρτον πνεῦμα..., λὲς καὶ τὰ δαιμόνια δὲν ἀκοῦν!
Ἄλλα καὶ οἱ συγγενεῖς του δαιμονισμένου δὲν χρειάζεται νὰ ποῦν σὲ ἄλλους ὅτι θὰ καλέσουν τὸν παπὰ νὰ διάβαση ἐξορκισμούς. Καλύτερα νὰ ποῦν ὅτι θὰ διάβαση μία παράκληση, καὶ ἂς διάβαση τοὺς ἐξορκισμοὺς μὲ χαμηλὴ φωνή.
«Μαρτύριο περνοῦν οἱ δαιμονισμένοι»
Πάντως πολὺ ταλαιπωροῦνται ὅσοι ἔχουν δαιμόνιο, γιατί καὶ ταπεινώνονται, ἄλλα καὶ βασανίζονται ἀπὸ τὸν διάβολο! Μία φορὰ εἶχα συναντήσει στὴν Μονὴ Σταυρονικήτα ἕνα παλληκάρι εἴκοσι τριῶν ἐτῶν ποὺ εἶχε δαιμόνιο. Ἦταν πετσὶ καὶ κόκκαλο. Ἔξω ἔκανε παγωνιά, στὸν ναὸ ἔκαιγε σόμπα, καὶ αὐτὸς φοροῦσε ἕνα λεπτὸ κοντομάνικο πουκάμισο καὶ καθόταν πίσω στὴν λιτή. Δὲν ἄντεξα, πάω, τοῦ δίνω ἕνα μάλλινο ροῦχο. «Φόρεσε τὸ αὐτό, τοῦ λέω. Δὲν κρυώνεις;». «Τί νὰ κρυώσω, πάτερ, μοῦ λέει, ἔγω καίγομαι». Ἒ νά, αὐτὸ εἶναι κόλαση.
Σὲ μερικοὺς μάλιστα δαιμονισμένους, ποὺ ἀπὸ τὴν φύση τοὺς εἶναι εὐαίσθητοι, τὸ ταγκαλάκι τοὺς λέει ὅτι δὲν θὰ σωθοῦν καὶ τοὺς βάζει νὰ αὐτοκτονήσουν. Φοβερό! Δὲν εἶναι μικρὸ πράγμα! Ἤξερα κάποιον δαιμονισμένο ποὺ καὶ οἱ παπάδες τὸν εἶχαν βαρεθῆ τὸν καημένο.
Πήγαινε νὰ τοῦ διαβάσουν ἐξορκισμοὺς καὶ τὸν ἐδίωχναν.
Ὕστερα ὁ διάβολος τοῦ ἔλεγε καὶ γιὰ μένα: «μὴν πᾶς καὶ σ' αὐτὸν οὔτε αὐτὸς θὰ σὲ δεχθῆ», καὶ τὸν εἶχε ρίξει στὴν ἀπελπισία. Ἕναν ἄλλον, ποὺ εἶχε γίνει καλὰ μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἅγιου Ἀρσενίου, τί τὸν ἔκανε ὁ διάβολος! Εἶχε ἔρθει ἐδῶ, γιὰ νὰ προσκύνηση τὰ Λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου, ἄλλα ἦταν κλειστὸ τὸ Μοναστήρι.
Τοῦ παρουσιάζεται λοιπὸν ὃ διάβολος μὲ τὴν μορφὴ τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου κάτω στὴν πόρτα καὶ τοῦ λέει: «Νὰ μὴν ξαναπατήσης ἐδῶ οὔτε ἔγω σὲ θέλω οὔτε ὁ Παΐσιος». Τὸν ἐδίωξε.
Κατάλαβες; Ἄρχισε μετὰ καὶ ἔβριζε τὸν Ἅγιο, ἔβριζε κι ἔμενα. Καλά, ἔγω εἶμαι γιὰ βρίσιμο, ἄλλα ὁ Ἅγιος!... Ὅποτε ὁ ταλαίπωρος δαιμονίσθηκε πάλι.
Ἐδῶ, μόνο μὲ ἀναίδεια ἂν φερθῆ κανείς, ἀπομακρύνεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, πόσο μᾶλλον νὰ βρίζη τοὺς Ἁγίους. Ἦρθε καὶ στὸ Καλύβι καὶ φώναζε: «Τί σου ἔκανα καὶ δὲν μὲ θέλεις; Γιατί κι ἔσυ δὲν μὲ βοηθᾶς; Θέλεις νὰ βασανίζωμαι;». Καὶ νὰ τοῦ λέω: «εὐλογημένε, ὁ διάβολος ἦταν αὐτὸς ποὺ σ' ἐδίωξε, δὲν ἦταν ὁ Ἅγιος· ὁ Ἅγιος δὲν διώχνει», καὶ νὰ μὴν ἄκουη. Πίστευε στὸν λογισμό του. Ξέρετε τί ταλαιπωρία, τί μαρτύριο περνοῦν κάθε μέρα οἱ καημένοι;
Ἄλλα καὶ πολλοὶ δαιμονισμένοι ταλαιπωροῦνται, γιὰ νὰ βάλουν μερικοὶ ἄλλοι μυαλό. Γιατί, ὅταν τοὺς βλέπουν πόσο βασανίζονται, προβληματίζονται, ἔρχονται σὲ συναίσθηση καὶ μετανοοῦν. Μὴ νομίζετε δηλαδὴ ὅτι ὅσοι δαιμονίζονται ἔχουν περισσότερες ἁμαρτίες. Ἐπιτρέπει ὅμως ὁ Θεὸς νὰ δαιμονίζωνται, ὅποτε ἐξευτελίζονται, ταπεινώνονται, ξοφλᾶνε ἁμαρτίες, παίρνουν αὐτοὶ μισθό, ἄλλα βοηθιοῦνται καὶ ὅσοι τοὺς βλέπουν νὰ ταλαιπωροῦνται.
Βέβαια θὰ πῆ κανεὶς ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ κάνουν ἕνα σωρὸ ἁμαρτίες καὶ δὲν δαιμονίζονται, πῶς γίνεται αὐτό; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχη φθάσει σὲ τελεία πώρωση, τότε δὲν προσβάλλεται ἀπὸ τὸν δαίμονα, γιατί βλέπει ὀΘεὸς ὅτι δὲν θὰ βοηθηθῆ. Πρέπει νὰ ξέρουμε ὅτι καὶ ἡ προσβολὴ ἀπὸ δαιμονικὴ ἐνέργεια εἶναι, κατὰ κάποιον τρόπο, δῶρο τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο, γιὰ νὰ ταπεινωθῆ, νὰ μετανοήση καὶ νὰ σωθῆ.
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὶς σελίδες 204-208 τοῦ βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου