Θεολόγου τοῦ Ε.Κ.Π.Α.
Κάθε 14η Σεπτεμβρίου ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μεγάλη δεσποτικὴ ἑορτὴ τῆς Χριστιανοσύνης τὴν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Ζωοποιοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μία ἐνδιαφέρουσα ἱστορικὴ ἀναφορὰ γιὰ τὸ ἀπολυτίκιο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ παρουσιάζει ὁ Ρενὲ Πυώ, ἀναφορικὰ μὲ ὅσα εἶδε καὶ ἄκουσε στὸ Ἀργυρόκαστρο στὶς 11 Μαΐου 1913.
Ἀξίζει νὰ ἐπισημανθεῖ ὅτι ὁ Ρενὲ Πυὼ (Rene Puaux 1878-1937), ἦταν Γάλλος φιλέλληνας ἱστορικὸς καὶ δημοσιογράφος. Ὁ Πυὼ κατὰ τὴν διάρκεια τῶν Βαλκανικῶν Πολέμων 1912-1913 διετέλεσε ἀρθρογράφος τῆς γαλλικῆς ἐφημερίδας «Le Temps» («Ὁ Χρόνος»). Ἐν συνεχείᾳ, συνέγραψε τὸ βιβλίο: ‘’LA MALHEUREUSE EPIRE’’, μτφ: «Δυστυχισμένη Βόρειος Ἤπειρος» (Ὁδοιπορικὸ 1913 – Ἀπελευθέρωση – Αὐτονομία), ὅπου κατέγραψε μὲ στοιχεῖα τὸν Βορειοηπειρωτικὸ ἀγῶνα τῶν ἐτῶν 1912-1914 καὶ τὴν ἀδικία ποὺ ὑπέστη ἡ Ἑλλάδα μὲ τὴν μὴ ἐνσωμάτωση τῆς Βορείου Ἠπείρου.
Ὁ Πυὼ γράφει ὅτι:
«Στὸ Ἀργυρόκαστρο μόλις κάναμε τὴν ἐμφάνισή μας στὴν εἴσοδο... τοῦ μεγάρου ξεσηκώθηκε μία ἀπέραντη βοή. Τὸ θέαμα ἦταν μαγευτικό. Χιλιάδες μικρὰ φῶτα κινοῦνται στὸ σκοτάδι. Εἶναι κεριὰ ποὺ τὰ ἄναψαν, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸ φώς τους. Μπροστά μας δύο σημαιοφόροι ἔδεσαν ἀπὸ μία ἄκρη δύο σημαῖες, μία ἑλληνικὴ καὶ μία γαλλικὴ καὶ ἀνοίγουν τὸ δρόμο.
Οἱ Ἕλληνες ψάλουν ὕμνους. Εἶναι ἀκριβῶς Ἀναστάσιμος Ὕμνος «Χριστὸς Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος».
Κατόπιν ἀρχίζουν ἕναν ὕμνο, τὸν ὁποῖον ψάλλουν μὲ περισσότερη θέρμη, καθὼς περιέχει ὑπαινιγμοὺς σχετικοὺς μὲ τὴν παροῦσα κατάσταση:
Ἀξίζει νὰ ἐπισημανθεῖ ὅτι ὁ Ρενὲ Πυὼ (Rene Puaux 1878-1937), ἦταν Γάλλος φιλέλληνας ἱστορικὸς καὶ δημοσιογράφος. Ὁ Πυὼ κατὰ τὴν διάρκεια τῶν Βαλκανικῶν Πολέμων 1912-1913 διετέλεσε ἀρθρογράφος τῆς γαλλικῆς ἐφημερίδας «Le Temps» («Ὁ Χρόνος»). Ἐν συνεχείᾳ, συνέγραψε τὸ βιβλίο: ‘’LA MALHEUREUSE EPIRE’’, μτφ: «Δυστυχισμένη Βόρειος Ἤπειρος» (Ὁδοιπορικὸ 1913 – Ἀπελευθέρωση – Αὐτονομία), ὅπου κατέγραψε μὲ στοιχεῖα τὸν Βορειοηπειρωτικὸ ἀγῶνα τῶν ἐτῶν 1912-1914 καὶ τὴν ἀδικία ποὺ ὑπέστη ἡ Ἑλλάδα μὲ τὴν μὴ ἐνσωμάτωση τῆς Βορείου Ἠπείρου.
Ὁ Πυὼ γράφει ὅτι:
«Στὸ Ἀργυρόκαστρο μόλις κάναμε τὴν ἐμφάνισή μας στὴν εἴσοδο... τοῦ μεγάρου ξεσηκώθηκε μία ἀπέραντη βοή. Τὸ θέαμα ἦταν μαγευτικό. Χιλιάδες μικρὰ φῶτα κινοῦνται στὸ σκοτάδι. Εἶναι κεριὰ ποὺ τὰ ἄναψαν, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸ φώς τους. Μπροστά μας δύο σημαιοφόροι ἔδεσαν ἀπὸ μία ἄκρη δύο σημαῖες, μία ἑλληνικὴ καὶ μία γαλλικὴ καὶ ἀνοίγουν τὸ δρόμο.
Οἱ Ἕλληνες ψάλουν ὕμνους. Εἶναι ἀκριβῶς Ἀναστάσιμος Ὕμνος «Χριστὸς Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος».
Κατόπιν ἀρχίζουν ἕναν ὕμνο, τὸν ὁποῖον ψάλλουν μὲ περισσότερη θέρμη, καθὼς περιέχει ὑπαινιγμοὺς σχετικοὺς μὲ τὴν παροῦσα κατάσταση:
«Σῶσον Κύριε τὸν λαόν Σου
καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν Σου,
Νίκας τοῖς βασίλευσι
Κατὰ βαρβάρων δωρούμενος
Καὶ τὸ Σὸν φυλάττων
Διὰ τοῦ Σταυροῦ Σοῦ πολίτευμα.»
καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν Σου,
Νίκας τοῖς βασίλευσι
Κατὰ βαρβάρων δωρούμενος
Καὶ τὸ Σὸν φυλάττων
Διὰ τοῦ Σταυροῦ Σοῦ πολίτευμα.»
Εἶναι ἕνας παλαιὸς ὕμνος, τὸν ὁποῖον ἔψαλλαν ἤδη ἀπὸ τοὺς βυζαντινοὺς χρόνους. Οἱ τουρκικὲς ἀρχὲς δὲν συμπαθοῦσαν αὐτὸν τὸν ὕμνο καὶ ὑποχρέωναν τοὺς πιστοὺς νὰ μεταβάλλουν τὰ λόγια καὶ νὰ μὴν προφέρουν τὶς λέξεις «τοῖς βασιλεῦσι». Τοὺς εἶχαν ἀναγκάσει νὰ τὶς ἀντικαταστήσουν μὲ τὶς λέξεις «τοῖς πιστοῖς». Τώρα ὅμως, ἡ ψυχὴ μπορεῖ ἐλεύθερα νὰ ἐκφραστεῖ, οἱ Χριστιανοὶ μὲ ἐνθουσιώδη πίστη ψάλλουν:
«Νίκας τοῖς βασιλεῦσι, κατὰ βαρβάρων δωρούμενος!»
Μόλις δύο μῆνες ἔχουν περάσει ἀπὸ τὴν ἐκκένωση τοῦ Ἀργυροκάστρου ἀπὸ τὸν τουρκικὸ στρατὸ καὶ τὴν εἴσοδο τοῦ ἑλληνικοῦ. Ἀλλὰ ἡ πόλη κυριολεκτικὰ ἄλλαξε ὄψη»[1].
Ἀπὸ τὴν ἀνωτέρω ἱστορικὴ ἀναφορὰ τοῦ Γάλλου φιλέλληνα συγγραφέα, προκύπτει ἀναντίρρητα ὅτι γιὰ τοῦ Χριστιανοὺς ἡ σκέψη καὶ ἡ ἐλπίδα τους ἦταν πάντοτε στραμμένη στὴ δύναμη τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Εἰδικότερα, ὁ πονεμένος καὶ βασανισμένος βορειοηπειρωτικὸς Ἑλληνισμὸς πάντοτε στήριζε τὶς ἐλπίδες του στὸν Τριαδικὸ Θεὸ γιὰ τὴ λύτρωση τῶν δεινῶν του.
Ὁ Χριστὸς μὲ τὸν σταυρικό του θάνατο ἔγινε ἡ αἰτία γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ πεπτωκότα ἀνθρώπου. Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ὁ σταυρὸς ἀπὸ σύμβολο θανάτου μετατράπηκε σὲ σύμβολο σωτηρίας καὶ ζωῆς. Ὅπως τονίζει καὶ Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν Παῦλος στὴν Α΄ ἐπιστολὴ τοῦ πρὸς Κορινθίους (Α’ Κορ. 18-24): «τοῖς δὲ σωζομένοις ὑμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστί», δηλαδὴ γιὰ τοὺς πιστοὺς ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι δύναμη τοῦ Θεοῦ.
Ἀπὸ τὴν ἀνωτέρω ἱστορικὴ ἀναφορὰ τοῦ Γάλλου φιλέλληνα συγγραφέα, προκύπτει ἀναντίρρητα ὅτι γιὰ τοῦ Χριστιανοὺς ἡ σκέψη καὶ ἡ ἐλπίδα τους ἦταν πάντοτε στραμμένη στὴ δύναμη τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Εἰδικότερα, ὁ πονεμένος καὶ βασανισμένος βορειοηπειρωτικὸς Ἑλληνισμὸς πάντοτε στήριζε τὶς ἐλπίδες του στὸν Τριαδικὸ Θεὸ γιὰ τὴ λύτρωση τῶν δεινῶν του.
Ὁ Χριστὸς μὲ τὸν σταυρικό του θάνατο ἔγινε ἡ αἰτία γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ πεπτωκότα ἀνθρώπου. Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ὁ σταυρὸς ἀπὸ σύμβολο θανάτου μετατράπηκε σὲ σύμβολο σωτηρίας καὶ ζωῆς. Ὅπως τονίζει καὶ Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν Παῦλος στὴν Α΄ ἐπιστολὴ τοῦ πρὸς Κορινθίους (Α’ Κορ. 18-24): «τοῖς δὲ σωζομένοις ὑμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστί», δηλαδὴ γιὰ τοὺς πιστοὺς ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι δύναμη τοῦ Θεοῦ.
[1] Rene Puaux, Δυστυχισμένη Βόρειος Ἤπειρος» (Ὁδοιπορικὸ 1913 – Ἀπελευθέρωση – Αὐτονομία), ἔκδ. Τροχαλία, Ἀθήνα, σελ.: 111-113.
Σήμερα θα μπορούσαμε να παραλλάξουμε την φράση του Πυώ ως εξής: "Οἱ Ελληνικές ἀρχὲς δὲν συμπαθοῦσαν αὐτὸν τὸν ὕμνο καὶ ὑποχρέωναν τοὺς πιστοὺς νὰ μεταβάλλουν τὰ λόγια καὶ νὰ μὴν προφέρουν τὶς λέξεις «τοῖς βασιλεῦσι». Τοὺς εἶχαν ἀναγκάσει νὰ τὶς ἀντικαταστήσουν μὲ τὶς λέξεις «τοῖς ευσεβέσι»!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή