Menu

13 Μαρ 2023

«Ἐφηβεία. Τὸ τέλος ἢ ἡ ἀρχὴ τῆς ἐπανάστασης»;

Απομαγνητοφωνημένη ὁμιλία 
τοῦ πρωτοπρεσβύτερου 
πατρός Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, 
ποὺ ἔγινε στὴν Πανελλήνια Ἕνωση Γονέων, στὴν Ἁγία Παρασκευὴ τοῦ ὁμωνύμου προαστίου Ἀθηνῶν, τὴν Παρασκευὴ στὶς 20-2-2009.

Καρδιακὲς εὐχαριστίες στοὺς πατέρες τῆς Ἐνορίας γιὰ τὴν τιμητικὴ πρόσκληση, πραγματικὰ γι’ αὐτὸ τὸ πολὺ σπουδαῖο θέμα.
Πράγματι, τὸ θέμα ὅταν τὸ καθορίσαμε ἦταν ἐπηρεασμένο ἀπὸ τὰ γεγονότα ποὺ συνέβησαν τότε στὴν Ἀθήνα καὶ τὸ γενικότερο κλίμα ποὺ ἄρχισε στὸν χῶρο τῆς νεολαίας. Ὑπῆρχε ὅμως, αὐτὸς ὁ ἐπηρεασμός. Ἐπέλεξα τὸ θέμα, ὄχι ἔτσι ξεκρέμαστα, ἀλλὰ γιατί εἶμαι ἐπηρεασμένος καὶ ἀπὸ τὴν ὁρολογία τῶν Πατέρων πάνω σε αὐτὰ τὰ θέματα. Θὰ δεῖτε σὲ λίγο, πῶς ἡ Πατερική μας Θεολογία στὰ θέματα τὰ παιδαγωγικά, πιάνει τὸ... θέμα τῆς ἐπαναστατικότητας. Καὶ μάλιστα, τὸ κέντρο τοῦ θέματος ὅπως τὸ ὁρίσαμε, «ἡ ἐφηβεία εἶναι ἡ ἀρχὴ ἢ τὸ τέλος τῆς ἐπαναστάσεως»;
Ἄρα, εἴχαμε δύο δομικὰ στοιχεῖα τὰ ὁποῖα καθορίζουν τὸ γενικότερο πλαίσιο αὐτῆς τῆς ὁμιλίας. Τὸ πρῶτο λοιπόν, τὰ γεγονότα καὶ τὸ δεύτερο ἡ Πατερικὴ Θεολογία.
Νὰ ξεκινήσω ἀπὸ τὸ πρῶτο, ὅπου θὰ πῶ - γιὰ ἕνα-δυὸ λεπτὰ - μερικὰ πράγματα γι’ αὐτὸ ποὺ συνέβη τὸν Δεκέμβριο στὴν Ἀθήνα. Γιατί ὅλη ἡ ὑπόλοιπη ὥρα θὰ ἀναλωθεῖ στὸ κοίταγμα ποὺ κάνουν οἱ Πατέρες μας κι ἡ παράδοσή μας, στὸ θέμα αὐτὸ τῆς ἐπαναστατικότητας.
Πολὺ συμπιληματικὰ ἢ πολὺ συνοπτικά, ὀμιλώντας γιὰ τὰ γεγονότα τὰ ὁποῖα ἐμφανίστηκαν στὸ κέντρο τῆς Ἀθήνας, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πολὺ οὐσιαστικὰ καὶ γλαφυρὰ μιλώντας καὶ βάζοντας πινελιές, ἀλλὰ οὐσιαστικές, ὅτι αὐτὴ ἡ διαμαρτυρία, αὐτὴ ἡ ἐπανάσταση, ἐξέφραζε ἕνα μεγάλο κενὸ ποὺ ὑπῆρχε στὶς καρδιὲς τῶν παιδιῶν μας. Θὰ δοῦμε σὲ λίγο, ποῦ ὀφείλεται αὐτὸ τὸ κενό. Ἦταν ἕνα κενό. Κι αὐτὸ τὸ κενό, ἔφερε ἕνα ξέσπασμα. Καὶ τὸ ξέσπασμα, στράφηκε κατεξοχὴν κι ὅσο δὲν τὸ φανταζόμαστε στὰ σύμβολα τοῦ πολιτισμοῦ ποὺ τοὺς ἔχει φθείρει, τοὺς ἔχει καταστρέψει. Ἢ στὰ σύμβολα τοῦ πολιτισμοῦ ποὺ τοὺς ἄφησε κενούς. Κι αὐτὰ τὰ σύμβολα μπορεῖ νὰ εἶναι οἱ βιτρίνες. Νὰ εἶναι ὁ πολιτισμὸς τοῦ ἐμπορίου. Ἀκόμα μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ ἡ ἀστυνομία ποὺ δὲν φταίει σὲ τίποτα, ἀλλὰ εἶναι ἕνα σύμβολο διατηρήσεως μιᾶς τάξης, χωρὶς ὅμως νὰ ὑπάρχει ἐσωτερικὴ τάξη μέσα στὸν ἄνθρωπο. Αὐτὰ τὰ γεγονότα λοιπόν, τῶν συμβόλων ποὺ εἶναι ὁ ἀστυνομικὸς ποὺ δὲν φταίει πραγματικά, οἱ βιτρίνες, τὰ καταστήματα, τὸ ἐμπόριο. Ποῦ εἶναι ὁ πολιτισμὸς ὁ σημερινός, τῆς τάξεως, τῆς ἀσφαλείας, τῆς νόμου ἀκρατοῦς πολιτείας, τοῦ ἐμπορίου, τῆς κινήσεως τῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου, καὶ ταυτόχρονά τὸ παιδί μας νὰ βρίσκεται κενὸ καὶ ἄδειο μέσα, τὸ φέρνει σὲ ἕνα σημεῖο νὰ διαμαρτυρηθεῖ. Καὶ δὲν ἔχει καὶ τρόπο νὰ διαμαρτυρηθεῖ.
Ἔτσι λοιπόν, βλέπουμε μιὰ ἐπαναστατικότητα ἡ ὁποία, καὶ δὲν ὁρίζεται ἄμεσα, ἂν δὲν μελετήσουμε τὴν παράδοσή μας, καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὴν χαλιναγωγήσουμε, νὰ τὴν θεραπεύουμε. Μὲ μέτρα ἀστυνομεύσεως δὲν θεραπεύεται κάτι βαθύ. Ἡ ἀσθένεια πάντα θέλει χειρουργεῖο. Δὲν θέλει ἀστυνόμευση. Αὐτὸ τὸ θέμα, λοιπόν, θὰ προσεγγίσουμε σήμερα, χρησιμοποιώντας κατεξοχὴν ἐλάχιστά τὸν λόγο μου, ὁ ὁποῖος θὰ εἶναι καθοδηγητικός, συνδετικὸς ἀνάμεσα στὰ κείμενα τὰ ὁποῖα θὰ σᾶς διαβάζω. Πατερικὰ κείμενα καὶ ταυτόχρονα βιβλικὰ κείμενα.

«Ἦταν μιὰ μικρὴ πόλη μὲ λίγους κατοίκους. Ἕνας πανίσχυρος βασιλιὰς ἦρθε ἐναντίον της. Τὴν περικύκλωσε. Καὶ κατασκεύασε γύρω της, μεγάλους μηχανισμοὺς πολιορκητικοὺς καὶ πύργους μεγάλους γιὰ νὰ τὴν ἐκπορθήσει. Σὲ αὐτὴν τὴν πόλη, ζοῦσε ἕνας ἄνθρωπος φτωχὸς ἀλλὰ σοφός. Κι αὐτὸς μὲ τὴν σοφία του, ἐλευθέρωσε τὴν πόλη. Κανένας ὅμως δὲν θυμᾶται πιά, ἐκεῖνον τὸν φτωχό. Λέγεται ὅτι περισσότερο ἀξίζει ἡ σοφία, ἀπὸ τὴν δύναμη. Διαπιστώνουμε ὅμως, ὅτι κανένας δὲν ὑπολογίζει τὴν σοφία ἑνὸς φτωχοῦ. Οὔτε δίνει προσοχὴ στὰ λόγια του. Εἶναι προτιμότερο, νὰ ἀκούει κανεὶς τὰ ἤρεμα λόγια ἑνὸς σοφοῦ ἀνθρώπου, παρὰ τὶς κραυγὲς ἑνὸς ἄρχοντα σὲ μιὰ παρέα μὲ ἀνόητους. Ἡ σοφία εἶναι καλύτερη ἀπὸ τὰ ὅπλα τοῦ πολέμου. Ἀλλά, ἕνα μονάχα σφάλμα ἐκμηδενίζει πολλὰ καλὰ πράγματα ποὺ γίνονται».
Σᾶς διάβασα ἕνα κείμενο βιβλικό. Δὲν ξέρω ἂν τὸ γνωρίζετε. Εἶναι ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἐκκλησιαστῆ. Κι αὐτὴ ἡ εἰσαγωγὴ εἶναι συγκλονιστική. Γιατί μιλάει γιὰ τὸν φτωχό, γιὰ τὸν ἄσημο ποὺ εἶναι τόσο δυνατὸς γιὰ νὰ ἀλλάξει μιὰ πόλη, νὰ τὴν σώσει, κι ὅλοι οἱ ἄρχοντες ποὺ μιλοῦν καὶ λένε διάφορα πράγματα, νὰ μὴν κάνουνε τίποτε. Αὐτὸ ἔνιωσα κι αὐτὸ τὸ κείμενο θυμήθηκα στὴν δίνη ἐκείνων τῶν γεγονότων. Ὅλοι μιλοῦσαν, ὅλοι ἀνέλυαν, ὅλοι ἔλεγαν τὶς ἀπόψεις τους, ὅλοι κάτι ἔλεγαν. Ὅλοι οἱ δυνατοί τῆς γῆς. Καὶ οἱ σοφοί, οἱ μεγάλοι σοφοί, ἦταν στὸ περιθώριο. Γι’ αὐτὸ ἐγὼ θὰ προτιμήσω, νὰ ἀκούσουμε τοὺς φτωχοὺς καὶ μεγάλους σοφούς. Ποὺ ἐμεῖς τοὺς ξέρουμε, ἀλλὰ ἀπὸ ὅτι φαίνεται, ἡ παιδεία αὐτοῦ τοῦ κόσμου τοὺς ξέχασε. Θὰ διαβάζω κατεξοχήν, κείμενα πατερικά. Γιὰ νὰ δεῖτε τὴν σοφία τους καὶ νὰ πάρετε ἀπαντήσεις. Καὶ στὸ γιατί τῆς ἐπαναστατικότητας τοῦ Δεκέμβρη, καὶ στὸ πῶς μπορεῖ νὰ ὁρίσουμε τὴν ἐπαναστατικότητα τῶν παιδιῶν μας καὶ ταυτόχρονα νὰ πάρουμε ἀπάντηση.

Ἡ ἐφηβεία εἶναι ἡ ἀρχὴ ἢ τὸ τέλος τῆς ἐπανάστασης; Διαβάζω κάτι ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο: «Θέλω νὰ μιλήσω λέει, γιὰ τὰ πρῶτα 21 χρόνια τοῦ ἀνθρώπου». Νὰ ξέρετε, ὅτι κι ὁ Βασίλειος κι ὁ Χρυσόστομος θεωροῦν ποὺ ἡ ἐφηβικὴ ἡλικία κρατάει μέχρι τὰ 21. Δὲν ξέρω ἂν εἶναι τυχαῖο, τὸ ὅτι συμφωνεῖ μὲ αὐτὸ τὸν ὁρισμὸ τῆς ἐφηβείας καὶ ὁ Ἀριστοτέλης ὁ ἴδιος. Δὲν μᾶς νοιάζει τόσο ὁ Ἀριστοτέλης, ἀλλὰ κι αὐτὸς παιδαγωγὸς ἤτανε καὶ κάπου ἔτσι, ἔχει καὶ κάποια σημασία κι ἡ γνώμη του. Οἱ Πατέρες λοιπόν, οἱ Μεγάλοι, ὁρίζουν τὴν ἐφηβεία σὲ 21 χρόνια. Καὶ μάλιστα, ὁ Μέγας Βασίλειος μᾶς δίνει μιὰ ἀνάλυση τῶν 21 ἐτῶν αὐτῶν, ποὺ τὰ χωρίζει σὲ τρεῖς ἑπταετίες. Λέει, «στὶς τρεῖς πρῶτες ἑπταετίες, ὑφίσταται ὁ ἄνθρωπος τὶς ἀλλοιώσεις καὶ μεταβολὲς ἡλικιῶν καὶ βίων. Καὶ σὲ κάθε ἑπταετία, ὑπάρχει ἰδιαίτερο ὅριο ποὺ διαχωρίζει τὸν παρελθόντα καὶ κάνει φανερὰ τὴν μεταβολὴ ποὺ συντελέστηκε».

Λοιπόν, ὅταν τελειώνουν τὰ ἑφτὰ χρόνια περίπου, ὑπάρχουν κάποια ὅρια καὶ κάποια χαρακτηριστικά, λέει ὁ Μέγας Βασίλειος. «Ἡ νηπιακὴ ἡλικία, περιορίζεται στὴν πρώτη ἑπταετία κι ἔχει ὡς χαρακτηριστικὸ γνώρισμά της, τὰ σωματικὰ μεγέθη. Μεγαλώνει τὸ σῶμα. Καὶ τὸ παιδὶ παραμένει ἤρεμο, πέρα ἀπὸ μικρὲς μικροεκρήξεις, γιατί ἐγωιστικὰ δὲν τοῦ δίνουνε κάτι τὸ ὁποῖο θέλει. Ἀκολουθεῖ, ἡ παιδικὴ ἡλικία ποὺ φτάνει μέχρι τὴν ἐφηβεία. 14 χρόνια κρατάει αὐτὴ ἡ ἱστορία, κατὰ τὴν ὁποία, τὸ παιδὶ εἶναι ἱκανὸ νὰ μάθει γράμματα. Ἡ ἐφηβεία ἀρχίζει ἀπὸ κεῖ καὶ ἐπεκτείνεται μέχρι τὸ 21ο ἔτος. Ὅταν λοιπόν, δεῖς ἕναν ἄντρα νὰ μὴν αὐξάνει πλέον στὸ ἀνάστημα, νὰ εἶναι σταθερὸς στὴν σκέψη καὶ νὰ μὴν παρουσιάζει κανένα ἴχνος τῆς νεότητας, θὰ θεωρήσεις ὅτι ἡ ἐφηβεία τέλειωσε». Ἀκούστε αὐτὸ τὸ τέλος. «Τελειώνει ἡ σωματικὴ ἀνάπτυξη μέν, ποὺ δὲν εἶναι τὸ πρωτογενὲς μέγεθος, ἀλλὰ εἶναι σταθερὸς στὴν σκέψη καὶ δὲν παρουσιάζει κανένα ἴχνος ἀπὸ τὴν ἐπαναστατικότητα τῶν προηγουμένων δεκαετιῶν ἢ ἑπταετιῶν». Ἐδῶ ὁρίζει ὁ Μέγας Βασίλειος πὼς ἡ ἐπανάσταση σταματάει στὰ 21. Ποὺ σημαίνει αὐτό, ἡ ἐπανάσταση ἀρχίζει ἀπὸ τὴν ἀρχή. Τὸ παιδὶ εἶναι ἀνεκπαίδευτο, ἀνερμάτιστο καὶ πρέπει ὅλα του τὰ ἤθη κι ὅλες του οἱ ὁρμὲς νὰ χαλιναγωγηθοῦν. Ἄρα, τὸ παιδὶ βρίσκεται σὲ μιὰ πορεία συνεχοῦς ἀναπτυσσόμενης ἐπαναστάσεως. Ποὺ ἂν στὴν πορεία τοῦ χρόνου, σὲ αὐτὰ τὰ 21 χρόνια, αὐτὴ ἡ ἐπαναστατικότητα δὲν χαλιναγωγηθεῖ, τότε ἡ ἐπαναστατικότητα θὰ ἀνακυκλώνεται συνεχῶς καὶ θὰ διατηρηθεῖ μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του.

Οὐσιαστικὰ λοιπόν, κατὰ τὸ λόγο τὸν πατερικό, καὶ δίνω ἀπάντηση ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὸ ἐρώτημα ποὺ θέσαμε στὸ θέμα μας. Αρχή ἢ τὸ τέλος; Ἡ ἐφηβεία στὰ 21, πρέπει νὰ εἶναι τὸ τέλος. Κατά τὰ μέτρα ποὺ εἴχαμε παιδαγωγία, ἡ ὁποία θὰ σταματήσει τὴν ἐπαναστατικότητα γιὰ νὰ γίνει ὥριμος ἄνδρας, προχωρεῖ τὰ βήματα τῆς ἁγιότητας. Ἂν δὲν τὸ κάνουμε, ἡ ἐπανάσταση συνεχίζεται μέχρι νὰ πεθάνει. Καὶ μετά, τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ μετάνοια μποροῦν νὰ ἀλλάξουν τὰ πάντα. Ἄρα, ἔχουμε μιὰ εὐθύνη. Νὰ ξέρουμε, ποὺ τὸ παιδὶ εἶναι ἐπαναστατημένο μέσα ἀπὸ τὰ πάθη τὰ ἀνερμάτιστα καὶ ἡ εὐθύνη μας καὶ ἡ παιδαγωγία μας καὶ ἡ παιδεία μας εἶναι το πῶς θὰ συγκρατήσουμε αὐτὰ τὰ ἤθη, τὰ ὁποῖα ἔχει τὸ παιδί μας καὶ τὸ κάνουν νὰ ἐπαναστατεῖ.

Οἱ ὁρισμοὶ λοιπὸν τῶν Πατέρων εἶναι σαφέστατοι. «Ὅσον καιρὸν λοιπόν, ὁ καθένας ἀπὸ ἐμᾶς βρίσκεται στὴν μικρὴ ἡλικία, ἐπιδιώκει τὴν πρόσκαιρη ἀπόλαυση. Καὶ δὲν φροντίζει καθόλου γιὰ τὸ μέλλον». Βλέπετε, ἕνα μικρὸ παιδάκι δὲν ἔχει ὁρισμοὺς τοῦ μέλλοντος. Σκέφτεται πῶς θὰ περάσει καλά. Καὶ μάλιστα, οἱ ὁρισμοὶ τοῦ μέλλοντος ὑπάρχουνε, ὄχι ἁπλῶς (ὅμως) γιὰ νὰ σκέπτεται πόσο μεγάλα πράγματα θὰ κάνει στὸ μέλλον. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε τὸ χάρισμα καὶ τὴν δυνατότητα νὰ σκεπτόμαστε τὸ μέλλον, πράγμα ποὺ δὲν τὸ κάνουνε τὰ ζῶα, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ σκεφτόμαστε τὸν Παράδεισο, λένε οἱ Πατέρες τὶς Ἐκκλησίας μας. Ἄρα λοιπόν, τὸ παιδί, τὸ μέλλον δὲν τὸ σκέπτεται, οὔτε ξέρει τὸν Παράδεισο. Ζεῖ πρόσκαιρα. Μεγαλώνοντας τὸ παιδί, ἂν δὲν τοῦ καταλύσουμε τὸ πρόσκαιρο, αὐτὸ ποὺ ζεῖ - πῶς νὰ χαρεῖ αὐτὴ μόνο τὴν στιγμὴ - καὶ δὲν τοῦ ἀνοίξουμε τὰ ὁράματα στὸ μέλλον - τὰ ὁποῖα ὁράματα δὲν εἶναι ὁράματα, εἶναι πρακτικὲς βιωματικὲς ποὺ μπορεῖ νὰ δεῖ στὸ περιβάλλον του - τὸ παιδὶ ἂν δὲν δεῖ ἀνθρώπους ποὺ ζοῦνε ἀπὸ τώρα τὸ μέλλον, δὲν πείθεται μὲ τίποτε. Καὶ ξέρει, ποὺ ὅλα αὐτὰ εἶναι ψέματα κι εἶναι μιὰ ἐπίπλαστη κοινωνία, ποὺ ὁμιλεῖ γιὰ μελλοντικὰ πράγματα, πιθανῶς γιὰ τὸν Παράδεισο, ἀλλὰ ποτὲ δὲν τὸν ἀποκαλύπτει στὰ μάτια του, κατὰ τὰ μέτρα τὰ ἀνθρώπινα. Ἔτσι λοιπόν, στὴν μικρὴ ἡλικία ἀκόμη, πρὶν νὰ φτάσει τὸ παιδὶ στὴν ἐφηβεία, κι ἀκόμη περισσότερο στὴν μεγαλύτερη, τὸ παιδὶ ἂν δὲν παιδαγωγηθεῖ μὲ τὴν πρακτικὴ ἐφαρμογὴ τοῦ μέλλοντος, μπορεῖ κάποιοι νὰ ζοῦν μέτρα Παραδείσου στὴν ζωή τους, ὅσο μπορεῖ νὰ γίνει, κι αὐτὸ νὰ ἀποκαλύπτεται στὸ παιδί; Ἕνας δάσκαλος, ὁ γονιός, ἕνας ὁποιοσδήποτε ἀκουμπάει τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ μας. Τὸ παιδί, θέλει νὰ πάρει μιὰ γεύση τοῦ μέλλοντος. Τὸ παιδί, θὰ ἀκούει ὅλα αὐτὰ σὰν ψεύτικα λόγια, σὰν μερικὲς κουταμάρες ποὺ λένε οἱ γύρω του καὶ θὰ ψάχνει ποῦ εἶναι τὸ μέλλον του. Ἀρχίζει ἡ ἐπαναστατικότητα. Γιατί ξέρει ποὺ τὸ μέλλον του θὰ εἶναι πεπερασμένο. Κι ἂν θὰ ἔχει μέλλον. Τί ΄λέγαν τὰ παιδιὰ αὐτὲς τὶς μέρες; Ἡ γενιὰ τῶν 700 εὐρώ; Γιατί τοὺς μάθαμε νὰ περιορίζουν τὸ μέλλον τους, στὸ μισθὸ ποὺ θὰ πάρουνε. Αὐτὸς ἤτανε ἕνας συγκλονιστικὸς ὁρισμός, γιὰ ἐκεῖνον ποὺ εἶχε μελετήσει τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ποὺ τὸ πρόλαβαν αἰῶνες πρὶν νὰ τὸ ὁρίσουν. Ἦταν ἡ γενιὰ τῶν 700 εὐρώ; Τόσο φτηνὸ εἶναι τὸ μέλλον του; Αὐτὰ τὰ παιδιὰ ἀκούσανε γιὰ μελλοντικὴ ζωή, ἀκούσανε πολλὰ πράγματα. Τὸ βλέπουν ἀποκαλυπτόμενο; Ἢ βλέπουνε μπροστά τους μιὰ βία; Ἤ καὶ μιὰ ἀστυνόμευση. Προσπαθεῖ νὰ περιστείλει τὴν ἐπαναστατικότητά τους χωρὶς νὰ δίνει πρακτικὰ ἐρείσματα. Αὐτὸ ποὺ εἶναι τὸ μέλλον του. Βλέπετε τὸ λέει ὁ ἴδιος ὁ Μέγας Βασίλειος: «Ἡ ἐπαναστατικότητα, τῆς νεότητας καὶ ἡ ἀσυγκράτητη ὁρμή της, πρέπει νὰ συγκρατηθεῖ. Τί εἶναι πιὸ ἀνόητα ἀπὸ τὴν παθιασμένη σάρκα; Κι ἀπὸ τὴν ἀσταθῆ καὶ παράφορη νεότητα; Μὴ φροντίζετε γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἀτάκτων καὶ παρανόμων ἐπιθυμιῶν τῆς σαρκός».

Λέει λοιπόν, ὁ Μέγας Βασίλειος: «πὼς ἡ βασικὴ αἰτία τῆς ἐπαναστατικότητας εἶναι ἡ ἱκανοποίηση τῆς σάρκας καὶ τῶν ὁρμῶν». Το παιδὶ τὰ ἔχει ὅλα αὐτὰ μέσα του. Ἂν δὲν περάσει ἀπὸ τὴν Θεολογία, τότε τὸ παιδὶ ἀρχίζει καὶ παλινδρομεῖ. Καὶ πέρα ἀπὸ τὸ μέλλον, βάζει ὁ Μέγας Βασίλειος μιὰ πολὺ μεγάλη κουβέντα γιὰ τὴν φαντασία τῶν παιδιῶν. Νὰ ποῦμε μερικὰ πράγματα. «Ἢ μήπως δὲν εἶναι φυσικὴ ἡ ἀρρώστια αὐτὴ στοὺς νέους; Τὸ νὰ νομίζουν δηλαδὴ ἀπὸ ἀπερισκεψία, ὅτι κατέχουν κιόλας, αὐτὸ ποὺ ἐλπίζουν νὰ ἀποκτήσουν στὸ μέλλον. Ὅταν δηλαδή, σὲ κάποια στιγμὴ ἠρεμήσουν ἢ κατὰ τὴν νυκτερινὴ ἡσυχία πλάθουν μὲ τὴν φαντασία τους ἀνύπαρκτα πράγματα. Γιατί μὲ τὴν εὐκολία τῆς σκέψης, μεταφέρονται σὲ ὅλα. Παντοῦ. Φαντάζονται, δηλαδή, βίο ξακουστό, λαμπροὺς γάμους, καλὰ παιδιά, βαθιὰ γεράματα, τιμὲς ἀπὸ ὅλους. Ἔπειτα, ἐπειδὴ δὲν μποροῦν νὰ σταματήσουν πουθενὰ τὶς μάταιες ἐλπίδες τους, ἀλαζονεύονται γιὰ αὐτὰ ποὺ θεωροῦνται μεγάλα καὶ σπουδαία, ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Ἀποκτοῦν μὲ τὴν φαντασία τους καλὰ καὶ μεγάλα σπίτια. Γεμάτα καὶ διάφορα κειμήλια. Φαντάζονται ὅτι κατέχουν τόσα κτήματα, ὅσα ἡ ματαιότητα τῶν λογισμῶν τοὺς παραχωρεῖ. Πάνω σε ὅλη τὴν ἐπιφάνεια τῆς γῆς. Πάλι τὰ πλούσια εἰσοδήματα ἀπὸ αὐτὰ τὰ κτήματα, τὰ ἀποθηκεύουν στὶς ἀποθῆκες τῆς ματαιοδοξίας τους. Κοντὰ σὲ αὐτά, προσθέτουν ζῶα. Ἄπειρο πλῆθος ὑπηρετῶν. Πολιτικὰ ἀξιώματα. Ἀρχηγία ἐθνῶν. Τὸ ἀξίωμα τοῦ στρατηγοῦ. Πολέμους, νίκες. Ἀκόμη καὶ τὴν ἴδια τὴν βασιλεία. Ὅλα αὐτά, ἀφοῦ τὰ διατρέξουν μὲ τὴν ἐλαφριὰ φαντασία τους, νομίζουν λόγῳ τῆς ὑπερβολικῆς μωρίας τους ὅτι τὰ ἀπολαμβάνουν. Σὰν νὰ εἶναι κιόλας παρόντα καὶ βρίσκονται μπροστὰ στὰ πόδια τους. Ἐνῶ, ἁπλῶς ἐλπίζουν ὅτι θὰ τὰ ἀποκτήσουν στὸ μέλλον. Τὸ νὰ βλέπει κανεὶς ὄνειρα ἐνῶ εἶναι ξύπνιος, εἶναι ἀρρώστια τῆς ψυχῆς. Ὁ θεῖος λόγος γιὰ νὰ καταπιέσει λοιπὸν αὐτὴν τὴν ἀποχαύνωση τοῦ νοῦ καὶ τὸν πυρετὸ τῶν λογισμῶν, καὶ γιὰ νὰ συγκρατήσει σὰν μὲ κάποιο χαλινάρι αὐτὴν τὴν ἀστάθεια τῆς διανοίας παραγγέλλει τὸ μεγάλο καὶ σοφὸ τοῦτο παράγγελμα λέγοντας, «πρόσεχε σεαυτῷ». Πρόσεχε τὴν ψυχή σου. Νὰ μὴν φαντάζεσαι τὰ ἀνύπαρκτα, ἀλλὰ νὰ διαθέτεις ὅσα τώρα κατέχεις πρὸς τὸ συμφέρον σου, τώρα». 

Ἕνας λόγος ἐκτεταμένος καὶ συγκλονιστικὸς καὶ οὐσιαστικά μᾶς ἐλέγχει. Μπορῶ νὰ φανταστῶ μιὰ παιδεία καὶ τὸ κάνει. Γονικὴ παιδεία καὶ τὸ κάνει. Σχολικὴ παιδεία καὶ τὸ κάνει. Ποὺ λέει, νὰ γίνετε σπουδαῖοι ἄνθρωποι, νὰ γίνετε μεγάλοι ἄνθρωποι… αὐτὸ τὸ κατακρίνει ὁ Μέγας Βασίλειος. Γιατί ἐρεθίζουμε λανθασμένα, τὴν φαντασία τοῦ παιδιοῦ. Κι ὅπως τὸ μέλλον, κι ἡ φαντασία εἶναι φτιαγμένη γιὰ ἕνα πράγμα. Γιὰ νὰ φαντάζεται τὸ παιδὶ τὰ μέλλοντα ἀγαθά τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Γι’ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος ἔχει φαντασία. Καὶ σκέπτεται τὸ μέλλον. Ὅλα τα ἄλλα μὲ τὰ ὁποῖα φορτώνουμε τὸ παιδί μας, τὸ ὁποῖο βγῆκε στοὺς δρόμους νὰ φωνάζει, εἶναι ψεύτικα. Καὶ πιθανότατα νὰ μὴν τὰ ἀποκτήσει ποτέ. Μερικοὶ λίγοι τα ἀποκτοῦν. Ἀλλά, τὸ παιδὶ μας πέρασε ἀπὸ αὐτὴ τὴν παιδεία. Τὸ κορίτσι, πόσο καλὸ παλικάρι θὰ πάρει, πόσο πλούσια θὰ εἶναι, πόσο μεγάλη θὰ εἶναι, πόσο θὰ ἀναγνωρίζεται, πόσο ὄμορφη εἶναι, πόσο θὰ τὴν χειροκροτοῦν. Τὸ ἀγόρι, πόσο σπουδαῖος θὰ γίνει, πόσο θὰ κατακτήσει τὸν κόσμο, πόσο θὰ γίνει σπουδαῖος ἐπιστήμονας. Ἐμεῖς, αὐτὸ τὸ λέμε, «ἐρεθίσματα παιδείας». Κι ὁ Μέγας Βασίλειος τὸ λέει, «ἐρεθίσματα», γιὰ νὰ μὴν γιατρέψουμε ποτὲ τὴν ἐπαναστατικότητα τοῦ παιδιοῦ. Κι ἀντὶ νὰ τὴν καταστείλουμε, καταστέλλοντας τὰ πάθη τοῦ παιδιοῦ - ποὺ (τὸ παιδὶ) δὲν ξέρει πῶς νὰ τὸ κάνει - τὸ ἐρεθίζουμε. Καὶ δυστυχῶς, αὐτὰ τὰ ὁράματα δὲν εἶναι εὔκολα πραγματοποιήσιμα. Κι ἂν πραγματοποιηθοῦν, θὰ πραγματοποιηθοῦν μὲ πολὺ βαρὺ κόστος. Καὶ τὸ παιδὶ παραμένει κενό. Γι’ αὐτὸ φωνάζανε τὰ παιδιά. Ἡ γενιὰ τῶν 700 εὐρώ; Αὐτὴ εἶναι ἡ ἱστορία; Μερικοὶ ἔκαιγαν τὰ πτυχία τους. Οἱ ὑπόλοιποι ἔσπαζαν τὶς βιτρίνες. Τὸ ἀποτέλεσμα ἑνὸς πολιτισμοῦ ποὺ ἦταν ὅραμα, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ κατακτηθεῖ.

Βλέπετε, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι συγκλονιστικοί, στὴν εἴσοδο τῆς ψυχῆς τοῦ παιδιοῦ μας καὶ τοῦ ἐφήβου. «Πολλὲς φορές, κάποιος ἀπὸ ἐμᾶς, κατὰ τὴν νεότητά του, ἐπεδίωξε τὴν σωφροσύνη, τὴν ἁγνότητα. Ἔπειτα μπῆκε κρυφὰ ἡ ἡδονή. Ἐξεγέρθηκαν οἱ φυσικὲς ἐπιθυμίες. Ἐξασθένησε ἡ προσευχή. Ἐπιβλήθηκε στὴν νεότητα, τὸ κρασί. Χάθηκε ἡ ἁγνότητα. Κι ἔγινε διαφορετικὸς ἄνθρωπος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἔπρεπε. Ἔτσι οἱ ἀλλαγὲς γίνονται, ἐπειδὴ δὲν ἀντιστεκόμαστε στὰ πάθη μὲ γενναῖο φρόνημα». Ὄσο δὲν κάνουμε ἀγωγή, συνεχῆ ἀγωγή, καθημερινὴ ἀγωγή, προσέξτε, ἀπὸ παιδαγωγοὺς ποὺ εἶναι καὶ οἱ ἴδιοι παιδαγωγημένοι σὲ αὐτὰ τὰ μεγέθη. Γιὰ νὰ κάνεις ἀγωγὴ περιστολῆς τῶν παθῶν, ὅπου θὰ γιατρευτεῖ ἡ ἐπαναστατικότητα τοῦ παιδιοῦ, πρέπει ὁ ἴδιος νὰ εἶσαι παιδαγωγημένος σὲ αὐτὴ τὴν ἐγκράτεια. Καὶ τὸ παιδί, ζεῖ σὲ μιὰ κοινωνία ποὺ εἶναι ἀκρατής. Ἢ ἀκόμη κι ἂν εἶναι ἐκ τῶν πραγμάτων ἐγκρατὴς ἀπὸ τὴν βία - γιατί μπορεῖ νὰ ἔχει ἀποκτήσει ἄλλα ὁ γονιὸς ποὺ θέλει πάρα πολὺ - βλέπει τὸν πόθο, τὴν ἐπιθυμία καὶ τὸν ζῆλο τῶν γονέων ἢ τῆς κοινωνίας γιὰ νὰ ἀποκτήσουνε. Θεωρεῖται μεγάλη κατάρα ἀπὸ τὴν κοινωνία μας, νὰ ἔρχεται - ξέρω ΄γῶ - μιὰ οἰκονομικὴ κρίση. Μᾶς βάζει σὲ μιὰ ἐγκράτεια. Ὁ Μέγας Βασίλειος πιάνει τὸ θέμα κι ἀντὶ νὰ διαμαρτυρηθεῖ γιὰ ὁποιαδήποτε οἰκονομικὴ κρίση, ἀνέχεια, δὲν τὴν θέλει. Λέει, αὐτὴ εἶναι ἡ κατάσταση. Τὰ παιδιά μας νὰ μάθουνε νὰ ζοῦνε ταπεινά, ὅπως ζεῖ ὅλη ἡ κοινωνία μας. Για τὸν Μέγα Βασίλειο δὲν ὑπάρχει κρίση. Ὑπάρχει κρίση παθῶν.

Ἂν εἶχα ἄλλο καιρὸ - δὲν εἶναι τοῦ παρόντος - θὰ ἀνέλυα τὴν λεγόμενη σύγχρονη οἰκονομικὴ κρίση, ὅτι εἶναι μιὰ φούσκα μεγάλη κι ἕνα μεγάλο ψέμα. Κατὰ τὰ μέτρα τῆς Πατερικῆς σοφίας. Τὰ παιδιὰ μας τί ἀκοῦνε κάθε μέρα; Ἀγωνιώδεις φωνὲς στὰ κανάλια. «Οἰκονομικὴ κρίση, ἔπεσε τὸ ἕνα, ἔπεσε τὸ ἄλλο. Καταστρεφόμαστε. Θὰ διαλυθοῦμε». Τὸ παιδὶ μπαίνει σὲ μιὰ ἀγωνία. Καὶ τοῦ λένε κατ’ ἀνάγκη, θὰ σφίξουμε τὰ ζωνάρια. Ὅταν ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νὰ νηστέψουμε, λέει, νὰ σφίξουμε τὰ ζωνάρια; Μᾶς βάζει νὰ κάνουμε μιὰ οἰκειοθελῆ ἀρετή. Μιὰ ἄσκηση ἀρετῆς. Γιὰ τὸν κόσμο αὐτὸ εἶναι τραγωδία. Γιὰ τὸν κόσμο αὐτὸ εἶναι κρίση. Γιὰ τὸν κόσμο μιὰ ἄσκηση, ἡ νίψη, ἡ νηστεία, ἡ ἐγκράτεια εἶναι τραγωδία. Εἶναι κρίση. Κι ἐμεῖς ἁρπάξαμε αὐτὸ τὸ μπαλάκι καὶ δὲν καταλάβαμε πὼς εἶναι πολὺ ἐπικίνδυνο νὰ τὸ παίξουμε στὰ χέρια μας. Καὶ λέμε κρίση, κρίση, κρίση, πῶς θὰ τὰ βγάλουμε πέρα; Καὶ τὸ παιδὶ ἀποκτᾶ αὐτὰ τὰ ἀκούσματα συνεχῶς. Καὶ λέει, «τί κρίμα; Ἡ κοινωνία μὲ καταπιέζει. Μὲ βάζει, νὰ μὴ μπορῶ νὰ ἐκφραστῶ ὅπως θέλω. Μοῦ περιορίζει τὶς αἰσθήσεις. Μὲ βάζει σὲ ἐγκράτεια». Καὶ τὸ παιδὶ εἶναι διαμαρτυρόμενο, ἐπαναστατημένο, μὲ μιὰ κοινωνία ποὺ τὸ ὑποχρεώνει νὰ εἶναι σὲ μιὰ κρίση. Αὐτὸ ἀκούει τὸ παιδὶ μας κάθε μέρα. Πῶς τὸ σημερινὸ παιδί, θὰ μάθει κάποτε, νὰ μαζέψει τὴν ἐπαναστατικότητά του; Γιατί ἀδικεῖται ἀπὸ τὴν κρίση. Αὐτὸ εἶναι θέμα ἀγωγῆς, λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ βλέπετε πόσο ἐπίκαιροι εἶναι. Καὶ λέει, «κάθε φορᾶ ποὺ δὲν κάνουμε τὴν ἀγωγὴ τῆς ἐγκράτειας, καλλιεργοῦμε καὶ βάζουμε νὰ ἀναπτύσσεται νέα ἐπαναστατικότητα».

Γι’ αὐτὸ λέει «σήμερα, ὅτι λέει ἡ Παράδοσή μας ἔχει περιφρονηθεῖ. Οἱ ἀποστολικὲς Παραδόσεις ἔχουν ἐξευτελιστεῖ». Ακόμη, τολμάει νὰ πεῖ ὁ Μέγας Βασίλειος, «στὶς Ἐκκλησίες εἰσάγονται ἐπινοήσεις νεωτεριστῶν ἀνθρώπων». Βλέπετε, ἡ ἐκκοσμίκευση εἶναι φαινόμενο γενικότερο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀκόμη καὶ μέσα στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, μπορεῖ τὸ παιδὶ νὰ δεῖ αὐτὴ τὴν προσπάθεια. Ὅτι ὁ σπουδαῖος, ὁ δυνατός, αὐτὸς ποὺ θὰ γίνει μεγάλος ἐπιστήμονας κτλ. εἶναι ὁ πιὸ καταξιωμένος. Γιατί θὰ παίρνει πολλά, θὰ κερδίζει πολλά, θὰ εἶναι ὁ δυνατός. Αὐτὸ τὸ θεωρεῖ ἐκκοσμίκευση ὁ Μέγας Βασίλειος.

«Οἱ ἄνθρωποι τώρα πλέον, τεχνολογοῦν. Δὲν θεολογοῦν. Ἡ κοσμικὴ σοφία κατέχει πλέον τὰ πρωτεῖα, ἀφοῦ ἀπώθησε τὸν Σταυρὸ ποὺ εἶναι τὸ καύχημα τῶν Χριστιανῶν. Αὐτὰ ἐδῶ τα ἀνθρώπινα ἀγαθά, εἶναι ἀσθενέστερα ἀπὸ τὴν σκιὰ καὶ ἀπατηλότερα ἀπὸ τὰ ὄνειρα. Γιατί κι ἡ νεότητα καταρρέει γρηγορότερα ἀπὸ τὰ ἀνοιξιάτικα ἄνθη. Κι ἡ σωματικὴ ὀμορφιὰ μαραίνεται. Εἴτε ἀπὸ τὴν ἀσθένεια, εἴτε ἀπὸ τὸν χρόνο. Κι ὁ μέν, πλοῦτος εἶναι ἀβέβαιος. Ἡ δέ, δόξα, εὔκολα ἀνατρέπεται. Οἱ ἐνασχολήσεις μὲ τὶς τέχνες, τερματίζονται μὲ τὴν ἐπίγεια ζωή. Ἀλλὰ κι ἐκεῖνο ποὺ θεωροῦν ὅλοι ὡς τὸ σπουδαιότερο, οἱ λόγοι οἱ ρητορικοί, ἔχουν χάρη μόνο γιὰ λίγο καιρὸ ὅσο ἀκούγονται». Αρχίζει καὶ μπαίνει ὁ Μέγας Βασίλειος στὸν τρόπο ποὺ δὲν κάνουμε παιδεία στὰ παιδιά μας γιὰ νὰ ξεπεράσουν τὴν ἐπαναστατικότητά τους, ποὺ ἤδη φαίνεται ποὺ εἶναι, ἡ μὴ περιστολὴ τῶν παθῶν καὶ τῶν ἐκρηκτικῶν ὁρμῶν τῶν παιδιῶν μας. «Ἡ ψυχὴ λοιπόν, πρέπει νὰ ὁδηγεῖται στὴν ἄσκηση κάθε ἀγαθοῦ ἔργου. Ἀπὸ τὰ πρῶτα βήματα τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ὁπότε εἶναι ἀκόμη εὔπλαστη κι ἁπαλὴ καὶ μαλακὴ σὰν τὸ κερί. Κι εὔκολα διαμορφώνεται, σύμφωνα μὲ τὶς μορφὲς καὶ τὰ σχήματα ποὺ παρουσιάζονται σὲ αὐτήν, ἀπὸ τοὺς πνευματικοὺς ὁδηγούς της. Ὥστε, ὅταν ὡριμάσει τὸ λογικὸ καὶ ἡ ἱκανότητα τῆς διακρίσεως, νὰ μπορεῖ νὰ βρεῖ τὸν δρόμο της, μὲ βάση τὰ πρῶτα στοιχεῖα, τὰ πρῶτα μαθήματα καὶ τὰ παραδείγματα τῆς εὐσεβείας ποὺ τοὺς ἔχουν παραδοθεῖ. Ἀφοῦ τὸ μὲν λογικὸ θὰ τῆς ὑπαγορεύει νὰ ἐπιδιώκει τὸ ὠφέλιμο. Ἐνῶ ἡ συνήθεια θὰ κάνει εὔκολη τὴν ἐπιτυχία. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν παιδεία, ἔρχεται τὸ παιδὶ σὲ μιὰ ὡριμότητα. Ἡ ἄσκηση, ὁδηγεῖ πάντα τὸ παιδὶ στὴν ὡριμότητα. Πρέπει νὰ δεχόμαστε τὴν ὑπόσχεση κι ὁμολογία τοῦ νέου ὅτι θέλει νὰ ἀκολουθήσει - μάλιστα κι αὐτὸ εἶναι μεγάλη μας εὐθύνη - νοῦ παρθενικό». Προσέξτε, νοῦ παρθενικό. Καὶ μέσα σὲ αὐτό, συνδέεται καὶ ἡ ἔννοια τῆς παρθενίας τῆς σωματικῆς. Ἡ ἀγωγὴ τῆς παρθενίας ποὺ εἶναι παντελῶς ἐλλιπὴς στὴν κοινωνία μας. Ὄχι μόνο στὰ μεγέθη τὰ σεξουαλικά. Ἀλλὰ παντελῶς. «Νοῦς παρθενικός. Πῶς θὰ διακρατεῖ τὸν νοῦ του τὸ παιδί. Γιὰ νὰ εἶναι πλέον σταθερὴ ἡ ὁμολογία αὐτή. Καὶ νὰ γίνεται δική του ἀπόφαση καὶ βασικὸ δομικὸ στοιχεῖο παιδείας».

Ἔτσι λοιπόν, ἡ ἐπαναστατικότητα καλλιεργεῖται κάθε μέρα σὲ αὐτὴν τὴν κοινωνία τὴν ἀνερμάτιστη, τὴν τρελή. Γράφει, κάπου σε ἕνα γράμμα ὁ Μέγας Βασίλειος - εἶναι μιὰ ἐπιστολὴ - τὴν ἀπευθύνει σὲ κάποια χήρα ποὺ ἔχει κι ἕνα κοριτσάκι. Πέθανε ὁ ἄντρας της, καὶ λέει πῶς νὰ παιδαγωγήσει τὴν κορούλα της. «Χαιρετίζω τὴν εὐγενεστάτη θυγατέρα σου διὰ σοῦ, καὶ τὴν παρακαλῶ πολύ, νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὴν μελέτη τῶν λόγων τοῦ Κυρίου. Γιὰ νὰ τρέφει τὴν ψυχή της, μὲ τὴν ἀγαθὴ διδασκαλία. Καὶ νὰ προκόβει σὲ αὔξηση καὶ μέγεθος, περισσότερο. Καὶ νὰ μεγαλώνει ὁ νοῦς της, στὰ πράγματα τοῦ Χριστοῦ. Νὰ τρέφεται καὶ τὸ σῶμα της, βέβαια. Ἀλλὰ ἂν τρέφεται καὶ ὁ νοῦς της, ἀκόμη καὶ τὸ σῶμα ποὺ τρέφεται θὰ μαζευτεῖ περισσότερο». Και συνεχίζει, κάπου ἀλλοῦ, ὁ Μέγας Βασίλειος ποὺ κάνει νουθεσία σὲ ἕνα δάσκαλο, κάποιον σχολαστικό. Σχολαστικοί, λεγότανε αὐτοί, ποὺ ἀνέλυαν τὰ θέματα. Ἀναφέρεται σὲ κάποιο Μάξιμο σχολαστικό· τοῦ λέει, «πράγματι, δὲν εἶναι μικρό το κέρδος νὰ μεταπηδήσει κανεὶς στὸν εὐαγγελικὸ βίο καὶ νὰ χαλιναγωγήσει μὲ τὸν λογισμὸ τὰ σκιρτήματα τῆς νεότητας». «Πρόσεξε», ὅμως τοῦ λέει, «αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο ἔργο ποὺ θὰ κάνεις. Νὰ μπορεῖς, μὲ ἤρεμο τρόπο νὰ χαλιναγωγήσεις τὰ σκιρτήματα τῆς νεότητας. Μὲ τὸν ἴδιο λογισμό, νὰ ὑποτάξεις τὰ πάθη τῆς σάρκας. Νὰ ἀκολουθήσεις, τὴν ζωὴ τῆς ταπεινοφροσύνης ποὺ ἁρμόζει στοὺς Χριστιανούς». Αὐτό πῶς γίνεται; Μὲ μιὰ καθημερινὴ πράξη ζωῆς. Κι αὐτὸ ἐξαρτᾶται, ἀπὸ τὸ τί βλέπει καὶ τὸ παιδὶ μας γύρω μας. Προκαλεῖ τὸν Μάξιμο τὸν σχολαστικό, νὰ εἶναι ὁ ἴδιος ἀσκητής. Καὶ τοῦ λέει, «μὰ πῶς θὰ διδάξεις ἐγκράτεια, ἂν δὲν εἶσαι ἐγκρατής; Πῶς θὰ διδάξεις σωφροσύνη, ἂν δὲν ἔχεις σωφροσύνη;» Καλεί μιὰ κοινωνία νὰ ὑποστεῖ μιὰ καλὴ ἀλλοίωση, γιὰ νὰ ὑποστεῖ τὸ παιδὶ μας αὐτὴ τὴν καλὴ ἀλλοίωση, ὡς θέμα βιωματικῆς ἐκφράσεως καὶ κατανοήσεως τοῦ χώρου ποὺ ζεῖ. «Ἂν δίδεται ἐντολὴ στὸν μεγαλύτερο κατὰ τὴν ἡλικία καὶ ἐμπειρότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ γνωστὸ γιὰ τὴν μακροθυμία του…» δηλαδή, ποιὸς γίνεται καλύτερος παιδαγωγός; Αὐτὸς ποὺ εἶναι ἐμπειρότερος, ἔχει μακροθυμία, δὲν θυμώνει μὲ τὰ παιδιά, δὲν μαλώνει μὲ τὰ παιδιά. Ἐδῶ λέει, εἶναι μεγάλο θέμα. «Ἂν ὁ κόσμος δίνει τέτοιες ἐντολὲς στοὺς δασκάλους ποὺ εἶναι ἔμπειροι, ἔχουνε πολυχρόνια ἐμπειρία στὴν παιδαγωγία, ἐμεῖς πῶς θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ αὐτὸ τὸ θέμα; Ἀκοῦστε γιατί σᾶς ὁμιλῶ. Μιλῶ γιὰ ἀνεκτικότητα καὶ ὑπομονὴ πρῶτα-πρῶτα. Μιλῶ γιὰ εὐσπλαχνία κι ὀρθὲς παιδαγωγικὲς μεθόδους». Βλέπετε, ὁ Μέγας Βασίλειος καλεῖ σὲ ὑπομονή. Τὸ ἔργο εἶναι μακροχρόνιο. Καλεῖ σὲ ἀνεκτικότητα. Καλεῖ σὲ εὐσπλαχνία. Ἀλλὰ ποιὸν καλεῖ; Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἤδη ἐκ προοιμίου, ἀσκητὴς καὶ νηπτικός. Καὶ λέει, «αὐτὰ ποὺ ζεῖς τώρα, πρέπει πρωτογενὼς νὰ τὰ ἐφαρμόσεις πάνω στὰ παιδιά».

Εἶναι ἀλήθεια ποὺ ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅπως οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, δὲν φοβήθηκε ποτὲ τὰ γράμματα. Δὲν φοβήθηκε ποτὲ τὴν γνώση. Ἀλλὰ ὑπέταξε τὴν γνώση, σὲ αὐτὴν τὴν κατεξοχὴν παιδεία τῆς περιστολῆς τῶν παθῶν καὶ δή τῆς ἐπαναστατικότητας. Καταλαβαίνετε αὐτὸ ποὺ σᾶς λέω τώρα, γιατί ἡ σημερινὴ κοινωνία ἔχει ἀντιστρέψει τὰ μεγέθη. Ὅλο το μέγεθος τῆς παιδείας εἶναι ἡ γνώση. Τὰ προγράμματα, οἱ εἰσαγωγικὲς ἐξετάσεις, ἕνα τραγελαφικὸ σύστημα ποὺ ἀναζητεῖ τὴν γνώση. Ποὺ αὐτὴ ἡ γνώση, δὲν ὁδηγεῖ πουθενά. Εἶναι μιὰ γνώση ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ καταστρέψει. Τί νὰ κάνω τὴν γνώση; Τί νὰ κάνω τὸν ἀνεπτυγμένο ἐγκέφαλο; Ἂν τὸ παιδὶ δὲν μπορεῖ νὰ συγκρατήσει τὸν νοῦ του. Ἂν δὲν μπορεῖ νὰ μαζέψει τὸν νοῦ του. Ποὺ αὐτὸ θὰ γίνει μέσα ἀπὸ τὴν ἀσκητικὴ παιδεία τῆς περιστολῆς τῶν παθῶν. Ἂν δὲν μπορεῖ νὰ περιστείλει τὴν φαντασία του κι ἐγὼ τὴν καλλιεργῶ τὴν φαντασία του. Πραγματικά, ἡ σημερινὴ παιδεία εἶναι τραγικὴ καὶ μόνο γιὰ αὐτὸ τὸ μέγεθος. Καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ βγῆκαν στοὺς δρόμους, στὰ μέσα τοῦ Δεκέμβρη, αὐτὴν τὴν παιδεία εἴχανε. Φορτωμένοι μαθήματα, μὲ φροντιστήρια, χωρὶς μιὰ ἀνάσα νὰ πάρουνε. Οὔτε νὰ μποροῦν τὰ παιδιὰ καὶ νὰ λειτουργηθοῦν καὶ νὰ προσευχηθοῦνε. Ὅλα τα ὡράρια εἶναι γεμάτα. Καὶ τὸ παιδὶ μεγαλώνει μονομερῶς. Μεγαλώνει μόνο μιὰ πτυχή. Ὁ ἐγκέφαλός του. Κι ὁ Μέγας Βασίλειος γιὰ αὐτὸ διαμαρτύρεται. Καὶ λέει, «θὰ ὑποταγεῖ αὐτὴ ἡ γνώση, αὐτὴ ἡ παιδεία, στὴν γνώση τῆς ἐν Χριστῷ παιδείας». Χωρίς αὐτό, ἔχετε μιὰ χαμένη γενιὰ νέων, ἔχετε ἀλλεπάλληλες χαμένες γενιὲς νέων καὶ καλλιεργεῖτε συνεχῶς τὴν ἐπαναστατικότητα τοῦ παιδιοῦ. Αὐτὸ τὸ παιδὶ θὰ γίνει σαράντα, πενῆντα, ἑξῆντα, ἑβδομῆντα καὶ συνέχεια θὰ ἐπαναστατεῖ. Σὲ ὅλα, μὲ ὅλα. Θὰ διαλύει τὰ σπίτια του, τὴν οἰκογένειά του, τὸ γραφεῖο του, τὴν ἐπιχείρησή του. Τὰ πάντα θὰ διαλύει. Γιατί πῆρε μιὰ ἀντίστροφη, ὀγκώδη, καρκινογενὴ παιδεία, ποὺ καλλιεργοῦσε μονάχα τὸν ἐγκέφαλό του κι ὄχι ἄλλα δεδομένα.

Καὶ πάλι, ὁ Μέγας Βασίλειος λέει, «αὐτὸς ποὺ εἶναι παιδαγωγός, πρέπει νὰ διορθώνει ὅσους κατέχονται ἀπὸ πάθη. Ὅπως οἱ γιατροὶ θεραπεύουν τοὺς ἀρρώστους». Προσέξτε τί πρέπει νὰ ἔχει. «Ὁ δάσκαλος σημαίνει γονιός, κι ὅποιος παιδαγωγεῖ νὰ μὴν ὀργίζεται. Ὅπως ὁ γιατρὸς δὲν ὀργίζεται κατὰ τῶν ἀσθενῶν του. Ἀλλὰ νὰ καταπολεμᾶ τὴν ἀρρώστια. Νὰ στέκεται ἀντιμέτωπος πρὸς τὰ πάθη καὶ νὰ θεραπεύει τὸ νόσημα τῆς ψυχῆς. Ἂν χρειαστεῖ μὲ ἐπιμονὴ μακροχρόνια. Καὶ κοπιαστικὴ προσπάθεια». Π.χ. προσέξτε δίνει καὶ τρόπους θεραπείας διαφόρων παθῶν, δειγματοληπτικά. Εἶναι ἕνα καταπληκτικὸ σύγγραμμα θεραπευτικῆς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. «Νὰ θεραπεύει τὴν ματαιοδοξία, ἀπαιτώντας ταπεινὲς ἐργασίες. Τὴν ἀργολογία, τὰ μάταια λόγια μὲ τὴν σιωπή. Τὸν ὑπερβολικὸ ὕπνο μὲ λίγο προσευχούλα, λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν ὕπνο. Τὴν τεμπελιὰ μὲ κάποια ἔργα ποὺ ἔχουνε λίγο κόπο σωματικό. Τὴν λαιμαργία μὲ τὴν νηστεία. Τὸν γογγυσμὸ μὲ τὸ σταμάτημα τῆς κοινωνίας τῆς ἄμεσης μὲ αὐτὸν ποὺ συνέχεια γογγύζει. Ἀπὸ τοὺς ἄλλους κανεὶς νὰ μὴ ζητάει τίποτε. Ἀλλά, ἐμεῖς νὰ προσέχουμε νὰ ἀλλάζουμε. Καὶ πιθανῶς νὰ ἀλλάξουν κι οἱ ἄλλοι. Μὴν προσέχετε μόνο τὰ ἐξωτερικὰ» λέει ὁ Μέγας Βασίλειος. «Νὰ μπεῖτε στὴν καρδιὰ τοῦ παιδιοῦ. Ὑπομονή, ταπείνωση, μακροχρόνια ἀπαντοχή, ἀνεκτικότητα. Τί εἶναι ὁ πατέρας; Τί εἶναι ὁ διδάσκαλος; Ὅλοι αὐτοὶ δὲν εἶναι παιδαγωγοί; Ἀφοῦ ὅλοι αὐτοί, ἀσκοῦν πρῶτα το πνεῦμα καὶ μετὰ τὸ σῶμα τοῦ παιδιοῦ. Προσέξτε αὐτό. Τὸν νοῦ τοῦ παιδιοῦ, τὸ πνεῦμα τὸ ἐν Χριστῷ. Γιατί ὁ πατέρας εὔχεται καὶ σκέπτεται νὰ πράξει μὲ ζῆλο ὅ,τι καλύτερο μπορεῖ γιὰ τὸ παιδί του. Καὶ ποιὸ εἶναι τὸ καλύτερο; Τὸ παιδὶ νὰ χαλιναγωγήσει τὰ πάθη του καὶ νὰ μαζευτεῖ. Τί εἶναι τὸ καλύτερο γιὰ τὸν δάσκαλο; Τὸ παιδὶ νὰ μάθει πῶς θὰ καλλιεργήσει, τὸ μεῖζον ἀγαθὸ ποὺ ἔχει ἐπάνω του. Τὴν ψυχούλα του». Η εὐθύνη δηλαδή, συγκλονιστικὰ δοσμένη ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο σὲ ὅλους μας.

Ὁ Σολομῶν ποὺ γνώριζε καλὰ τὴν ὠφέλεια τῆς παιδαγωγίας καὶ τῆς τιμωρίας μᾶς συμβουλεύει: «Μὴν τὸ ἀποφύγεις νὰ παιδαγωγήσεις τὸ ἀνήλικο παιδί σου. Νὰ τὸ παιδαγωγήσεις. Δὲν θὰ ἀφησθεῖς παιδαγωγιῶν. Ἀλλὰ μὲ τὰ μεγέθη ποὺ εἴπαμε. Γιατί ὑπάρχει κανένας γιὸς ποὺ δὲν τὸν παιδαγωγεῖ ὁ πατέρας του; Ἡ παιδαγωγία αὐτὴ εἶναι γιὰ αὐτοὺς ποὺ σκέπτονται ὀρθά. Κι εἶναι πολυτιμότερη ἀπὸ πολλὰ χρήματα». Γιὰ αὐτὸ λέει ὁ Σολομῶν, «διάλεξε τὴν θεία παιδαγωγία, καὶ τότε πραγματικά το ἀποτέλεσμα θὰ εἶναι πολὺ ὄμορφο».

Νὰ ἀκούσουμε λίγο τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, ποὺ ἀκουμπάει τὸ ἴδιο θέμα, μὲ τὰ δικά του τὰ λόγια καὶ βρίσκεται στὸ ἴδιο πλαίσιο μέσα. Ἀκοῦστε μιὰ καταπληκτικὴ ἀνάλυση ποὺ κάνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος γιὰ τὸ σχολεῖο. Τὸ κρατικὸ σχολεῖο τῆς ἐποχῆς του. Ἀκοῦστε πόσο τὰ πράγματα εἶναι ὁλόιδια. Ἔχουν περάσει 17 αἰῶνες! «Τὰ σχολεῖα εἶναι γεμάτα ἀπὸ κάθε ἀσέβεια, ἀπὸ τότε ποὺ γεννιοῦνται τὰ παιδιά. Καὶ γεμίζουν τὸ μυαλὸ τῶν παιδιῶν μὲ τὸ κακό, διδάσκοντας αὐτὰ ἀπὸ τὴν ἀρχή, νὰ περιφρονοῦν τοὺς κόπους γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς. Καὶ τὰ ὁδηγοῦν σὲ πολλὰ πράγματα ποὺ εἶναι τυραννίες. Γιὰ αὐτὸ τὰ προβλήματά μας ἔχουν τώρα περιέλθει στὴν ταραχὴ καὶ τὴν σύγχυση. Κι οἱ μαθητὲς ἀφοῦ καταλήφθησαν ἀπὸ ἐγωιστικὸ φρόνημα, ἀνέτρεψαν τὴν τάξη κι ἔγιναν ὅλα ἄνω-κάτω». 17 αἰῶνες πρίν, παρακαλῶ. «Κι ἂν τοὺς κατηγορήσει κανεὶς γιὰ τὸ παραμικρό, περιφρονοῦν καὶ τοὺς ἄρχοντες. Γιατί ἐμεῖς τοὺς παιδαγωγήσαμε κακῶς. Ἐμεῖς ποὺ εἴμαστε οἱ ἄρχοντες». 

Ἕνα συγκλονιστικὸ κείμενο. Διαχρονικὸ κείμενο. Καὶ μπαίνει στὸ κέντρο καὶ στὸν πυρήνα τοῦ προβλήματος. Ὅσοι παιδαγωγοῦν, κάνουν μιὰ παιδαγωγία ποὺ γεμίζει τὸ μυαλὸ τῶν παιδιῶν μὲ πράγματα ποὺ δὲν θὰ καλλιεργήσουν τίποτε, ἂν δὲν καλλιεργήσουν τὴν ψυχούλα τους. «Οἱ ἅγιοι, ὄχι μόνο δὲν γνώριζαν τὶς τέχνες τοῦ κόσμου καὶ τὴν ρητορικὴ τέχνη, ἀλλὰ εἶχαν πολλὰ τέτοια προσόντα. Ὅλα αὐτὰ τὰ προσόντα, τὰ ὑπέταξαν στὴν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς τους. Νὰ ξέρετε πὼς τὰ παιδιὰ δὲν ἔχουν ὑπομονὴ νὰ φροντίζουν γιὰ τίποτε χρήσιμο πολλὲς φορές. Ἐνῶ ἐμεῖς τὴν ὥρα ποὺ αὐτὰ δὲν ἀσχολοῦνται μὲ κάτι χρήσιμο, ἀργολογοῦμε καὶ διαλεγόμαστε γιὰ πράγματα περιττὰ ποὺ τὰ θεωροῦμε σπουδαῖα». 

Ἀκούει τὸ παιδὶ ποὺ γίνονται μεγάλα θέματα στὴν κοινωνία. Ἀκούει συζητήσεις στὴν Βουλή. Ἀκούει, πάρα πολὺ μεγάλα θέματα. Κι ὅπως τὰ βλέπει τὸ παιδί, ὁ ἔφηβος μάλιστα, 14 μὲ 21, βλέπει ὅτι αὐτὰ εἶναι ἀστεία γιὰ αὐτόν. Μαλώνουν στὴν Βουλὴ γιὰ διάφορα πράγματα. Τοῦ λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «μαλώνουνε γιὰ πράγματα ποὺ τὰ θεωροῦνε σπουδαῖα κι εἶναι πολὺ μικρὰ γιὰ ἐμᾶς». Καὶ λέει ὁ ἔφηβος, «μὰ γιὰ αὐτὸ μαλώνουν; Αὐτὴ εἶναι ἡ ἱστορία; Κάτι πιὸ σπουδαῖο δὲν ἔχουν νὰ κουβεντιάσουν»; Καὶ δὲν τοῦ δίνουν ἀπαντήσεις. Καὶ λέει, «μὰ πιὸ σπουδαῖο δὲν ἔχει αὐτὴ ἡ κοινωνία; Ἔχει μόνο αὐτό, κι αὐτό, κι αὐτό»; Κι ὅλα εἶναι σαθρά, κι ὅλα εἶναι ψεύτικα. Καὶ τὸ παιδὶ θέλει ἄλλες ἀπαντήσεις. Κανεὶς δὲν ἀπαντᾶ, αὐτὸ ποὺ θέλει τὸ παιδὶ (νὰ ἀκούσει), χωρὶς νὰ τὸ ξέρει. Τὸ πῶς θὰ ζήσει ὄμορφα. Τὸ πῶς θὰ μπορεῖ νὰ ἀγαπήσει. Κι ἀκούει ψεύτικες κουβέντες. «Σοβαροφανεῖς κουβέντες», λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ποὺ δὲν ἔχουν μέσα τους καμία ζωή. Τὸ παιδὶ τὶς ἀκούει καὶ γελάει. Καὶ μετὰ τραβάει τὸν δικό του δρόμο. Καὶ μετὰ γκρεμίζει τὰ σύμβολα αὐτῆς τῆς κοινωνίας. Ποὺ τόσο μεγαλοπρεπῶς καὶ μεγαλοφώνως ὁμιλεῖ γιὰ πράγματα τὰ ὁποῖα εἶναι τόσο ψεύτικα.

«Δὲν μᾶς ἐπιτίθενται πάντοτε ὅλα μαζί τὰ πάθη. Ἀλλὰ σιγὰ-σιγά». Ἄρα, ἔχουμε καιρὸ γιὰ τὰ παιδιά μας. Τὰ πάθη ἔρχονται σιγὰ-σιγά. Ὅλα μαζὶ ποτὲ δὲ θὰ εἶναι. Ἀλλά, ἂν ξέρουμε προϊούσης τῆς ἡλικίας, τί πάθη ἀναπτύσσονται, θὰ δώσουμε ἔμφαση θεραπευτικὴ στὸ κάθε πάθος». Πράγματι. Ὅλες οἱ ἀρρώστιες δὲν μᾶς ἔρχονται μαζί. Λίγες-λίγες ἔρχονται. Μιὰ τὴν γρίπη, μιὰ τὴν ἱλαρά, μιὰ τὴν κοκίτιδα. Ἔτσι λοιπόν, ὁ γονιὸς θὰ εἶναι ἕτοιμος νὰ ἀντιμετωπίσει τὰ πάθη. Μὲ πολὺ βαθιὰ ὑπομονὴ καὶ πολὺ βαθιὰ καρτερικότητα. Κι ἕνα πράγμα εἶναι σπουδαῖο. Πρῶτα-πρῶτα - πάντα το λένε οἱ Πατέρες - αὐτὸς θὰ καλλιεργεῖ τὴν ἀσκητικότητα. «Τίποτε δὲν ρέπει τόσο πολὺ πρὸς τὴν ἐπιθετικότητα, ὅσο ἡ ἀνώριμη νεανικὴ σκέψη. Ἐπειδή, δηλαδή, τὸ πάθος εἶναι ἀποτέλεσμα παραλογισμοῦ καὶ εἶναι πολὺς ὁ παραλογισμὸς καὶ μεγάλη ἡ ἔλλειψη λογικῆς σὲ αὐτὴν τὴν ἡλικία, εἶναι φυσικὸ νὰ τυραννιέται τὸ παιδί. Ἀπὸ τὸν θυμό. Ἀπὸ τὴν ὀργή. Κι εἶναι τόσο μεγάλη ἡ τυραννικὴ αὐτὴ δύναμη, ὥστε πολλὲς φορές, ὅταν τὰ παιδιὰ σκοντάψουν καὶ σηκωθοῦν ἢ χτυποῦν τὸ γόνατο ἀπὸ ἀγανάκτηση ἢ καταστρέφουν ὅ,τι βρεθεῖ κάτω ἀπὸ τὰ πόδια τους. Ἔτσι, ἀπὸ θυμὸ καὶ νεῦρο». Αὐτό συμβαίνει. Ἐσὺ τί θὰ κάνεις ἐκείνη τὴν ὥρα; Θὰ θυμώσεις μὲ τὸ παιδὶ ποῦ θυμώνει; Ἢ ἔχεις ἄλλη δυνατότητα ἀγωγῆς; Ἢ ἐπειδὴ ἐσὺ στὰ δύσκολα θυμώνεις, τὸ παιδὶ ἔμαθε νὰ θυμώνει ὅταν τοῦ ἔρθουνε τὰ δύσκολα;

Καὶ κάτι νὰ προσέξετε, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. «Δὲν βλέπεις ὅτι καὶ στὶς παραμάνες μας, στὶς νταντάδες, δίνουμε ἐντολὴ νὰ μὴν κρατοῦν συνεχῶς τὰ παιδιὰ στὴν ἀγκαλιά τους. Γιὰ νὰ μὴν κακοσυνηθίσουν καὶ γίνουν μαλθακά. Γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο, οἱ νέοι ποὺ ἀνατρέφονται μὲ τὴν ἄμεση καὶ συνεχῆ φροντίδα τῶν γονιῶν τους, γίνονται ἀσθενικοί. Γιατί ἡ ἄκαιρη καὶ ὑπερβολικὴ ἐπιμέλεια, καταστρέφει τὴν ὑγεία τους». Και θὰ πεῖτε ἐσείς «μὰ κάναμε τὰ πάντα. Τοὺς τὰ δώσαμε ὅλα». Μήπως αὐτὸ εἶναι τὸ πρόβλημα, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος; Τὰ πάντα; Τὰ ὅλα; Ἐδῶ εἶναι τὸ πρόβλημα. Ἂν τοὺς τὰ δώσατε ὅλα: ψωμί, νερό, φαγητό, ἐκδρομή, διασκέδαση, σπουδές, γράμματα, μπαλέτο, τάε-κβὸν-ντό, ὅ,τι θέλετε. Βάλτε στὸν νοῦ σᾶς ὅλα αὐτά. Τοὺς τὰ δώσατε ὅλα. Καὶ μετὰ τὸ παιδί; Ἐπαναστατεῖ. Κι εἶναι στοὺς δρόμους καὶ πετάει πέτρες στὰ τζάμια. Θὰ πεῖτε, «ἐγὼ αὐτό σοῦ ἔμαθα;» Θὰ πεῖ, «ὄχι. Δὲν μοῦ ἔμαθες ποτέ, γιατί νὰ μὴ σπάσω τὰ τζάμια. Ἁπλῶς μὲ φόρτωσες. Μὲ τάϊζες. Κι ἐγὼ εἶμαι ἄδειος». 

Τὰ λέω μὲ δικά μου λόγια, προλαβαίνοντας τὸ ἐκτεταμένο κείμενο τοῦ Χρυσοστόμου. Βλέπετε; Ἡ συνεχὴς ἔννοια. Ἡ κατὰ κόσμον ἔννοια τῶν πραγμάτων. Κι αὐτὴ εἶναι ἡ ἔννοια τῆς κοινωνίας. Μιλοῦν συνέχεια γιὰ τὰ παιδιά μας. Γιὰ τὸ θέμα τῆς παιδείας. Τὸ πῶς θὰ κάνουν τὸ καλύτερό τους γιὰ τὰ παιδιά μας. Μήπως, ἀλλιῶς εἶναι τὰ πράγματα; Μήπως, κάπου ἀλλοῦ βρίσκεται τὸ μαργαριτάρι; Μήπως αὐτὴ ἡ συνεχὴς ἐνασχόληση καταστρέφει τὰ παιδιά μας; Τοὺς δώσαμε τόσα πολλά. Κι ἐκεῖνα διαμαρτύρονται. Καὶ θὰ πεῖ τὸ παιδί σου, «γιατί μοῦ τὰ ἔδωσες τόσα πολλά; Γιὰ νὰ σοῦ πῶ εὐχαριστῶ; Ἄρα θέλεις νὰ πληρωθεῖς. Ἔ, δὲν θὰ πληρωθεῖς ἀπὸ ἐμένα. Νὰ σὲ πληρώσει κάποιος ἄλλος. Ἀπὸ ἐμένα ὄχι». Τὰ δίνουμε ὅλα καὶ ζητᾶμε ἀνταλλάγματα γιὰ αὐτὸ ποὺ δώσαμε. Μὰ γιατί ἀντιδροῦν ἔτσι; Τὸ λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. «Γιατί τοὺς δώσαμε πράγματα φορτικὰ ποὺ ἔθρεψαν πάρα πολύ τὸν νοῦ τους, καὶ τὸ σῶμα τους, καὶ τὴν διάνοιά τους, κι ὄχι τὴν ψυχή τους. Καὶ τὰ παιδιὰ ἃς εἶναι ἔτσι, ἄξια σεβασμοῦ, ὥστε νὰ διακρίνονται περισσότερο ἀπὸ τὴν σεμνότητα καὶ τὴν σωφροσύνη. Γιὰ νὰ ἐπαινοῦνται πολὺ καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους κι ἀπὸ τὸν Θεό».

Δὲν ἀρκεῖ νὰ τοὺς ἐπαινοῦν οἱ ἄνθρωποι. Νὰ ποῦμε στὰ παιδιά μας, ξέρεις ἂν σὲ ἐπαινέσουν οἱ ἄνθρωποι μὴν τὸ πάρεις ἐπάνω σου. Ξέρεις μὲ τί θὰ χαρῶ; Ἂν ἦταν ἐδῶ ὁ Χριστὸς καὶ σὲ ἐπαινοῦσε ἐκεῖνος. Αὐτὸ λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. «Ἃς συνηθίσουνε νὰ εἶναι ἐγκρατῆ. Νὰ ἀποφεύγουν τὴν πολυτέλεια. Νὰ κάνουν οἰκονομία, νὰ εἶναι φιλόστοργα. Νὰ μάθουνε νὰ ὑπακούουν. Γιατί ἔτσι θὰ μπορέσουν νὰ κάνουν τοὺς γονεῖς τοὺς ἄξιους, νὰ λάβουν μισθὸ ἀπὸ τὸ Θεό». Ὄχι ἀπὸ τὰ παιδιά. Μὴν περιμένεις τίποτε λέει. Θὰ τὸ κάνεις τσάμπα. Θὰ τὸ κάνεις δωρεά. Καὶ μὴ φοβᾶσαι, ὁ Κύριος θὰ τὸ ἀνταποδώσει αὐτὸ ποὺ ἔκανες. Ἂν ἦταν οὐσιαστικό. Ἀκόμη καὶ τὴν καλύτερη παιδαγωγία νὰ κάνεις, μὴν περιμένεις ἄμεσα ἀνταπόδοση ἀπὸ τὸ παιδί. Κι αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσιαστικὴ ἀνατροφή. Εἶναι πτυχὲς καταπληκτικὲς ἀπὸ τὴν παιδεία αὐτὴ ποὺ σᾶς διάβασα.

Καὶ νὰ ὁλοκληρώσω αὐτὴν τὴν σύντομη ἀναφορά μου, ἐπανερχόμενος σὲ κάποια κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Καταθέτω μερικὲς γνῶμες γραφικῶν κειμένων ποὺ βεβαιώνουν καὶ τὴν πατερικὴ σοφία καὶ δίνουν ἀπαντήσεις γιὰ τὴν ἐπαναστατικότητα καὶ ἐπιθετικότητα τῶν παιδιῶν μας. Θυμάστε πάντοτε, ποὺ ἡ ἐπανάσταση καλλιεργεῖται πάντοτε, συνεχῶς μέχρι τὰ 21, καὶ ἂν δὲν περισταλεῖ, θὰ συνεχίσει μέχρι τὸ τέλος. Εἶναι ἀρχὴ ἢ τὸ τέλος. Δὲν ἔχει οὔτε ἀρχή, οὔτε τέλος, ἂν δὲν ὑπάρχει παιδεία. Γράφει τὸ βιβλίο τῶν Παροιμιῶν στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. «Μὴν ξεχνᾶς, γιέ μου, τὴν διδασκαλία μου. Καὶ ἡ καρδιά σου νὰ φυλάσσει τὶς ἐντολὲς αὐτές. Στὸν Κύριο νὰ ἐμπιστεύεσαι, μὲ ὅλη σου τὴν καρδιὰ καὶ μὲ ὅλη σου τὴν σύνεση. Ὅτι κι ἂν κάνεις, Αὐτὸν νὰ σκέπτεσαι. Καὶ σὲ Αὐτὸν νὰ ἐλπίζεις. Μὴν ἐλπίσεις σὲ τίποτε». Ποὺ σημαίνει, τὰ παιδιά μας νὰ μὴν μάθουν νὰ ἐλπίζουν σὲ ἄλλα πράγματα, στὸ ὑπουργεῖο, στὸ κράτος, σὲ ἐμᾶς, στὶς δομὲς τοῦ κόσμου. Καλὰ εἶναι ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα. Ἀλλὰ εἶναι δευτερεύοντα. «Γιέ μου, μὴν ἀρνηθεῖς νὰ κάνεις τὸ καλὸ σὲ αὐτὸν ποὺ τὸ ἔχει ἀνάγκη, ὅταν τὸ χέρι σου μπορεῖ νὰ τὸ κάνει. Μὴν πεῖς στὸν διπλανό σου, φύγε καὶ ξανὰ ἔλα καὶ αὔριο θὰ σοῦ δώσω. Τὸ σήμερα μετράει. Ἐνῶ μπορεῖς νὰ τὸν βοηθήσεις τώρα. Μὴν σχεδιάσεις τὸ κακὸ στὸ διπλανό σου, ὅταν μαζί σου κατοικεῖ καὶ σοῦ ἔχει ἐμπιστοσύνη. Χωρὶς αἰτία, μὴν φιλονικεῖς μὲ ἄνθρωπο ποὺ δὲν σοῦ κάνει κακό. Τὸ ἄδικο μὴν ζηλεύεις ποτέ. Καὶ πάντα ὅλα αὐτὰ νὰ τὰ κάνεις, τώρα». Αὐτή ἡ παιδεία τοῦ νῦν ποὺ θὰ γίνει κάποτε καὶ ἀεί.

Λέγει πάλι, τὸ βιβλίο τῶν Παροιμιῶν, «εἶναι ἕξι πράγματα ποὺ τὰ μισεῖ ὁ Κύριος. Μάλιστα, ἑφτά, ποὺ εἶναι ἀδύνατο νὰ τὰ δεχθεῖ». Ἀκούστε, τί λέει τὸ κείμενο τῆς Γραφῆς. «Μάτια ἀλαζονικά, γλώσσα ποὺ λέει ψέματα, χέρια ποὺ ἀθώα χύνουν αἷμα, μυαλὸ ποὺ μηχανεύεται σχέδια ἁμαρτωλά, πόδια ποὺ τρέχουν στὸ κακό, μάρτυρα ψεύτη ποὺ διαδίδει ψέματα, καὶ ἐκεῖνον ποὺ διχόνοιες σπέρνει ἀνάμεσα στοὺς ἀδελφούς». Σύντομη, γλαφυρὴ καὶ οὐσιαστικὴ παιδεία.

Στὴν Σοφία Σειράχ, προσθέτοντας στὰ λόγια τῶν Πατέρων μας, βλέπω νὰ γράφονται τὰ ἑξῆς γιὰ τὴν παιδαγωγία. «Ὅποιος τὸ γιὸ του ἀγαπάει, τὸν τιμωρεῖ συχνά, γιὰ νὰ μπορεῖ στὰ τελευταῖα του, νὰ χαίρεται γιὰ ἐκεῖνον. Αὐτὸς ποὺ δίνει ἀγωγὴ καλὴ στὸν γιό του, θὰ πάρει ἀπὸ αὐτὸν χαρὰ καὶ θὰ περηφανεύεται γιὰ αὐτόν. Αὐτὸς ποὺ νουθετεῖ τὸν γιό του, θὰ κάνει τὸν ἐχθρό του νὰ ζηλέψει καὶ θὰ καμαρώνει γιὰ αὐτὸν μπροστὰ στοὺς φίλους του. Ἂν πέθανε ὁ πατέρας του, εἶναι σὰν νὰ μὴν πέθανε, γιατί ἄφησε πίσω του ἕνα γιὸ ποὺ τοῦ μοιάζει. Ὅσο ζοῦσε, τὸν ἔβλεπε καὶ χαιρότανε. Μπροστὰ στὸν θάνατο, δὲν εἶχε λύπη. Ἀφήνει πίσω, κάποιον ποὺ θὰ πάρει ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του ἐκδίκηση. Καὶ στοὺς φίλους του μὲ τὴν καλοσύνη του θὰ ἀνταποδώσει». Ἐκδίκηση ἐννοεῖ τὴν καλοσύνη. «Τὸν γιὸ του ὅποιος τὸν κακομαθαίνει, θὰ φτάσει νὰ τοῦ δένει τὶς πληγές του. Καὶ θὰ εἶναι γεμάτος πληγές. Καὶ ποτὲ δὲν θὰ γιατρεύονται. Τὸ ἄλογο ποὺ δὲν δαμάστηκε, γίνεται δύστροπο. Κι ὁ γιὸς ποὺ στὸν ἑαυτὸ του ἀφέθηκε, θὰ γίνει αὐθάδης. Παραχάϊδεψε τὸ παιδί σου καὶ θὰ σὲ τρομάξει. Παῖξε μαζί του, χωρὶς νὰ καταλαβαίνεις τί κάνεις καὶ θὰ σὲ κάνει νὰ λυπηθεῖς».

Καὶ πάλι Σοφία Σειράχ, στὰ παιδιὰ καὶ στοὺς νέους. Πάντα λέει «γιέ μου, φύγε μακριὰ ἀπὸ τὸ ἄδικο καὶ αὐτὸ θὰ φύγει ἀπὸ κοντά σου. Γιέ μου, μὴ σπέρνεις μέσα στὰ αὐλάκια ἀδικίες, γιὰ νὰ μὴν ὑστερήσεις ἑπτὰ φορὲς περισσότερες. Μὴ ζητᾶς ἀπὸ τὸν Κύριο ἀξιώματα ψηλά, οὔτε τιμητικὲς θέσεις ἀπὸ τὸν Βασιλιά. Τὸν δίκαιο μὴν παρασταίνεις μπρὸς στὸν Κύριο. Οὔτε καὶ τὸν σοφό. Μὴν ἐπιδιώξεις νὰ γίνεις δικαστής. Μήπως καὶ δὲν μπορέσεις τὴν ἀδικία νὰ ξεριζώσεις. Μήπως ἀπὸ ἕναν ἰσχυρὸ ἐπηρεαστεῖς καὶ κινδυνέψεις νὰ χαθεῖ ἡ ἀκεραιότητά σου. Μὴ γίνεσαι ἄδικος ἀπέναντι στὶς πόλεις, στοὺς κατοίκους. Μὴν πέσεις δεύτερη φορὰ σὲ ἁμαρτία. Γιατί ἀκόμα καὶ γιὰ μιὰ φορὰ ποὺ ἔπεσες εἶσαι ἔνοχος. Μὴν ἀποκάνεις νὰ προσεύχεσαι. Καὶ μὴν παραμελεῖς τὴν ἐλεημοσύνη. Μὴν περιγελᾶς τὸν πικραμένο ἄνθρωπο, γιατί ὑπάρχει ὁ κίνδυνος πάντοτε ποὺ ταπεινώνει καὶ ὑπερυψώνει. Μὴν ἐφευρίσκεις ψέματα καὶ νὰ εἶσαι μόνο ἀληθινός. Παιδί μου, ἂν στὴ δούλεψη θὲς νὰ μπεῖς τοῦ Κυρίου, γιὰ δοκιμασίες φρόντισε νὰ ἑτοιμαστεῖς». 

Σοφία Σειράχ! Αὐτὸ τὸ κείμενο εἶναι πολὺ σπουδαῖο γιὰ τὰ παιδιά μας. «Ὅπλισε τὴν καρδιά σου μὲ κουράγιο καὶ μὴν πορεύεσαι μὲ βία στοὺς δύσκολους καιρούς. Σὲ ἐκεῖνον ποὺ προσκολλᾶσαι, πρόσεξε ποιὸς εἶναι αὐτός. Κι ὅτι κι ἂν σὲ βρεῖ, δέξου το γιατί θὰ ἔρθουν σπουδαῖες ἀναποδιὲς στὴν ζωή σου. Ἀλλὰ πάντοτε νὰ ἑτοιμάζεσαι γιὰ δυσκολίες καὶ πειρασμούς». Ποιὸς ἑτοιμάζει τὰ παιδιά μας γιὰ δυσκολίες καὶ πειρασμούς; Ποιὸς τὰ εἶπε αὐτὰ τὰ λόγια; «Ὅσο τὸν Κύριο σέβεστε, νὰ προσμένετε τὸ ἔλεός Του. Ἀλλοίμονο, στὶς ἄτολμες καρδιὲς καὶ στὰ παραλυμένα χέρια ποὺ δὲν ἔχουν κουράγιο νὰ ἀντισταθοῦν στὴν ἀδικία τοῦ κόσμου. Ἐμπρὸς λοιπόν, νὰ χαροῦμε τὴν ζωή. Ὅλα τοὺς, λέει, νὰ τὰ ἀπολαύσουμε σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο. Καὶ ἐκεῖνα μὲ τὴν ἀνεμελιὰ τῆς νιότης τους, αὐτὸ κάνουν. Ἃς τρέξει ἄφθονο τὸ ἐκλεκτὸ κρασὶ καὶ τὰ ἀρώματα ἃς μὴν χάσουμε. Κανένα. Γιορντάνια ἃς φτιάξουμε μὲ ροδοπέταλα, πρὶν μαραθοῦν. Κανένας νὰ μὴν μείνει ἔξω ἀπὸ αὐτὸ τὸ τρελλὸ ξεφάντωμα. Παντοῦ ἃς ἀφήσουμε τὰ ἴχνη τῆς ξέφρενης χαρᾶς μας. Γιὰ αὐτὸ εἴμαστε πλασμένοι στὴν ζωή; Τί κι ἂν καταπιέσουμε λένε, τὸν φτωχὸ ποὺ ζεῖ σύμφωνα μὲ τοῦ Θεοῦ τὸ θέλημα; Ποιὸς γιὰ τὴν χήρα νοιάζεται ἢ γιὰ τὸν γέροντα τὸν ἀσπρομάλλη; Ἡ δύναμή μας εἶναι νόμος ποὺ ρυθμίζει τὸ δίκαιο. Ἐμεῖς ὅμως μάθαμε στὰ παιδιά μας γιὰ τὸ κρασί, τὸ ξέφρενο γλέντι καὶ μόνο τὴν χαρά. Κι ἔτσι τὰ παιδιά μας, ἀπὸ αὐτὸ ζοῦν κι ἀπὸ αὐτὸ τρέφονται». «Ἀπόφευγε τὶς ἐπιθυμίες τῆς νεότητας».

Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸν Τιμόθεο. «Νὰ ἀγωνίζεσαι γιὰ τὴν δικαιοσύνη, τὴν πίστη, τὴν ἀγάπη, τὴν εἰρήνη. Μαζὶ μὲ ἐκείνους ποὺ ὁμολογοῦν μὲ καθαρὴ καρδιὰ ὅτι ἀνήκουν στὸν Κύριο. Μὴν παίρνεις μέρος σὲ ἀνώφελες καὶ ἀνόητες συζητήσεις, γιατί ξέρεις ὅτι θὰ καταλήξουν σὲ φιλονικίες. Κι ὁ δοῦλος τοῦ Κυρίου δὲν πρέπει νὰ φιλονικεῖ. Ἀλλὰ νὰ εἶναι ἤπιος ἀπέναντί σὲ ὅλους. Πρόθυμος νὰ διδάξει καὶ ἀνεκτικός. Πρέπει νὰ παιδαγωγεῖ μὲ πραότητα τοὺς ἀντίθεους, γιὰ νὰ τοὺς δώσει κάποτε ὁ Θεὸς μετάνοια νὰ καταλάβουν τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ συνέλθουν, ξεφεύγοντας ἀπὸ τὴν παγίδα τοῦ διαβόλου. Νὰ ξέρεις ἀκόμη καὶ τοῦτο. Στὶς ἔσχατες μέρες, θὰ ἔρθουν δύσκολοι καιροί. Γιατί οἱ ἄνθρωποι θὰ εἶναι φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλαζόνες, ὑπερήφανοι, βλάσφημοι, ἀπειθεῖς στοὺς γονεῖς τους, ἀχάριστοι, ἀσεβεῖς, ἄστοργοι, ἀδιάλλακτοι, συκοφάντες, ἄσωτοι, ἄγριοι, ἐχθροί του καλοῦ. Προδότες, αὐθάδεις, φουσκωμένοι ἀπὸ ἐγωισμό. Θὰ ἀγαπᾶνε πιὸ πολὺ τὶς ἡδονὲς παρὰ τὸν Θεό. Θὰ δείχνουν ὅτι ἔχουν εὐσέβεια, ἀλλὰ θὰ ἔχουν ἀρνηθεῖ τὴν δύναμή της, μὲ τὶς πράξεις τους». Προσέξτε τα αὐτά. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ παιδεία, ἡ οὐσιαστική. «Θὰ ᾿ρθεῖ καιρός, ποὺ οἱ ἄνθρωποι δὲν θὰ ἀνέχονται τὴν σωστὴ διδασκαλία. Ἀλλά, θὰ συγκεντρώνουν γύρω τους πλῆθος ἀπὸ δασκάλους, ποὺ νὰ ταιριάζουν μὲ τὶς ἐπιθυμίες τους, γιὰ νὰ ἀκοῦνε αὐτὰ ποὺ τοὺς ἀρέσουν. Θὰ κλείνουν τὰ αὐτιά τους στὴν ἀλήθεια καὶ θὰ στρέφονται στὰ παραμύθια. Ἐσὺ ὅμως, νὰ ἔχεις ξεκαθαρισμένη κρίση γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσεις ὅλα αὐτά. Νὰ κακοπαθήσεις. Νὰ ἐργαστεῖς γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Νὰ ἐκπληρώσεις τὸ καθῆκον σου, στὴν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ μας».

Καὶ τέλος, θὰ τελειώσω πάλι μὲ ἕνα κείμενο τοῦ Ἐκκλησιαστῆ, ὅπως τὸ ἔκανα στὴν ἀρχή. «Γλυκὸ εἶναι τὸ φῶς καὶ εὐχάριστο στὰ μάτια νὰ βλέπουν τὸν ἥλιο. Ἀλλὰ ὅσο πολλὰ κι ἂν ζήσεις χρόνια, νὰ ἀπολαμβάνεις τὴν κάθε μέρα σου καὶ νὰ θυμᾶσαι πὼς οἱ σκοτεινὲς μέρες θὰ εἶναι περισσότερες. Δὲν ὑπάρχει τίποτε νὰ ἀποζητήσει κανεὶς τότε. Ἀπόλαυσε, νέε μου, τὰ νιάτα σου. Ἡ καρδιά σου ἃς χαίρεται, ὅλες της νιότης σου τὶς μέρες. Μπορεῖς νὰ ἀποκτήσεις ὅ,τι ἐπιθυμεῖ ἡ καρδιά σου καὶ ἡ ψυχή σου καὶ τὰ μάτια σου. Ἀλλὰ νὰ ξέρεις, ὅτι γιὰ ὅλα αὐτά, ὁ Θεὸς θὰ σὲ κρίνει. Διῶξε τὴν λύπη ἀπὸ τὴν καρδιά σου, τὸν πόνο ἀπὸ τὸ σῶμα σου, γιατί τὰ νιάτα καὶ τὰ μαῦρα τὰ μαλλιὰ δὲν διαρκοῦν πολύ. Θυμήσου, τὸν Δημιουργό σου στῆς νιότης σου τὶς μέρες, πρὶν ἔρθουνε οἱ μέρες οἱ κακὲς καὶ φτάσουνε τὰ χρόνια ἐκεῖνα ποὺ δὲν θὰ μπορεῖς νὰ ἀπολαύσεις, αὐτὰ ποὺ νόμιζες σπουδαῖα. Τότε, ἂν δὲν ἔμαθες νὰ ζεῖς μὲ τὰ μικρὰ καὶ τὰ ταπεινά, θὰ σκοτεινιάσει ὁ ἥλιος καὶ τὸ φῶς καὶ τὸ φεγγάρι καὶ τὰ ἀστέρια. Κι ὅλα θὰ στέκονται καὶ θὰ εἶναι μικρὰ καὶ σκοτεινά. Κι ὅλα θὰ εἶναι μέσα στὴν βροχή. Τότε τὰ χέρια σου, ποὺ σὲ προστάτευαν ὡς τώρα, θὰ τρέμουν. Τὰ πόδια σου ποὺ σὲ κρατοῦσαν, θὰ κλονίζονται. Τὰ δόντια σου ποὺ ἀλέθανε, θὰ λιγοστέψουν. Θὰ ἀρχίσουνε τὰ αὐτιά σου νὰ μὴν ἀκοῦν. Θὰ ἑξασθενίσει ἡ φωνή σου καὶ θὰ τρέμει. Θὰ σὲ ξυπνάει καὶ τοῦ πουλιοῦ τὸ λάλημα ἀκόμη. Τότε, τοῦ δρόμου ἡ ἀνηφοριὰ θὰ σὲ τρομάζει καὶ θὰ λιγοψυχᾶς σὲ κάθε σου βῆμα. Ἐδῶ, θὰ ἀλλάξουν οἱ ἐποχὲς τοῦ χρόνου. Δὲν θὰ καταλαβαίνεις τίποτε. Θυμήσου, λοιπόν, τὸν Δημιουργό σου ποὺ μόνο αὐτὸς μπορεῖ νὰ τὰ ξεπεράσει. Βγῆκαν, λοιπόν, στὸν δρόμο κιόλας οἱ μοιρολογίστρες; Ἀπὸ τώρα βγῆκαν, γιατί εἶσαι πεθαμένος, ἀπὸ τώρα. Θυμήσου, λοιπόν, τὸν Δημιουργό σου. Πρὶν τὴν ζωή σου σπάσει ἡ ἀσημένια ἁλυσίδα καὶ τὸ χρυσὸ λυχνάρι συντριφθεῖ . Πρὶν τσακιστεῖς στὴν στάμνας τὴν πηγὴ καὶ σπάσει τὸ μαγκάνι στὸ πηγάδι. Τότε, τὸ σῶμα, πίσω θὰ γυρίσει στὸ χῶμα, ποὺ ἀπὸ ἐκεῖνο πλάστηκε. Καὶ ἡ πνοὴ τῆς ζωῆς, θὰ ἐπιστρέψει στὸν Θεὸ ποὺ τὴν ἔδωσε». 

Ὅλα εἶναι μάταια στὸ ἔπακρο. Τὰ πάντα εἶναι μιὰ μονάχα ματαιότητα, ἂν τὰ δοῦμε μέσα ἀπὸ τὸ θάνατο. Καὶ καταλήγει αὐτὴ ἡ παιδεία ἡ συγκλονιστικὴ μὲ τὴν παιδεία τοῦ θανάτου. Πότε τὰ παιδιὰ μας μάθανε τὴν παιδεία τοῦ θανάτου; Ὅλοι μιλᾶμε γιὰ τὸ πῶς θὰ ζήσουμε. Ποιὸς ἔμαθε στὰ παιδιά μας, γιὰ τὸ πῶς θὰ πεθάνουμε! Εἶναι μάθημα σχολείου; Δὲν ὑπάρχει. Εἶναι μάθημα τοῦ σπιτιοῦ; Ἀπωθεῖται. Τὸ ἀποκορύφωμα αὐτῆς τῆς παιδείας, ὅπου το παιδί, πιθανότατα, μέσα ἀπὸ μιὰ μακροχρόνια, ὑπομονετικὴ παιδεία θὰ περιστείλει τὴν ἐπαναστατικότητά του εἶναι - τώρα τὸ λέμε - νὰ δεῖ καὶ τὸ μέλλον του. Ποῦ εἶναι τὸ μέλλον τὸ περαιτέρω. Θὰ περάσει μέσα ἀπὸ τὸ σταμάτημα ὅλων τῶν ἡδονῶν τοῦ σώματος κι ὅλων των δυνατοτήτων ποὺ ἔχει τὸ σῶμα. Καὶ τὸ παιδί, αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ κατανοήσει. Μᾶς λείπει παντελῶς ἡ παιδεία θανάτου.

Τὰ παιδιὰ ἐξεγέρθηκαν, γιατί πέθανε ἕνας φίλος τους, ὁ Ἀλέξης. Μπρὸς στὸν θάνατο ἐξεγέρθηκαν. Δὲν ξέρω κατὰ πόσο ὠφελήθηκαν. Εἶμαι σίγουρος, πὼς ὄχι. Γιατί ἁπλῶς, διαμαρτυρήθηκαν γιὰ τὸν θάνατο. Ποιὸς ἅρπαξε τὸν θάνατο τοῦ Ἀλέξη, νὰ κάνει μιὰ παιδαγωγία θανάτου; Ἄλλοι, στάθηκαν πολιτικὰ κοντά τους γιὰ νὰ φανοῦν ποὺ εἶναι φίλοι τους. Ἄλλοι, ἀπώθησαν τὸ θέμα. Κι ἄλλοι, προσπάθησαν νὰ τὸ ἐξηγήσουν νομικά. Καὶ νὰ δικαιολογήσουν μὲ χίλιους τρόπους, τὴν διαμαρτυρία τῆς νεολαίας μας. Ἂν ἡ παιδεία μας, δὲν καταλήξει στὰ μοντέλα αὐτά, τὰ ὁποῖα ἀναλύσαμε πρὶν ἀπὸ λίγο, τὰ παιδιὰ συνεχῶς θὰ ἐπαναστατοῦν. Κι ἀκόμη δὲν ἔγινε τίποτε. Κι ἀκόμη δὲν εἴδαμε τίποτε. Γιατί ὅσο βαθαίνει ἡ τραγωδία κι ὅσο βαθαίνει ὁ καρκίνος, τόσο ἡ μπόχα θὰ φαίνεται περισσότερο. Καὶ μπορεῖ πιὰ νὰ μὴν εἶναι κάποια τζάμια σπασμένα, στὶς βιτρίνες τῶν ἐμπορικῶν καταστημάτων τῆς Ἀθήνας. Νὰ εἶναι πολὺ πιὸ βαρύ το κόστος. Σίγουρα, θὰ εἶναι μὲ ξόφλημα στὶς σπασμένες καρδιὲς τῶν παιδιῶν μας. Καὶ στὴν σπασμένη συνέχεια αὐτοῦ τοῦ τόπου κι ὅλων τῶν τόπων τῆς γῆς.

Ἐφηβεία, τὸ τέλος ἢ ἡ ἀρχὴ τῆς ἐπαναστάσεως; Πρέπει νὰ εἶναι τὸ τέλος, κανονικά. Ἂν δὲν σταματήσει, ἡ εὐθύνη εἶναι δική μας. Καὶ τότε, ἡ ἐπαναστατικότητα δὲν ἔχει οὔτε ἀρχή, οὔτε τέλος.
Αὐτὰ ἤθελα νὰ σᾶς πῶ, χρησιμοποιώντας κατεξοχὴν τὰ λόγια τῶν Πατέρων μας καὶ τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Δὲν εἶχα ἄλλο λόγο νὰ μιλήσω, γιὰ αὐτὸ τὸ τόσο σπουδαῖο θέμα, παρὰ μόνο νὰ ἀναφερθῶ σὲ αὐτούς. Ἂν τώρα ὁ παππούλης, μᾶς δίνει χρόνο σχετικὸ νὰ ἀκούσουμε ἐρωτήσεις, θὰ τὶς ἀκούσουμε.
 
Ἐρώτηση: Πῶς μπορεῖ σὲ μιὰ οἰκογένεια ποὺ ὑπάρχουν ἀδέλφια καὶ ποὺ πάνω-κάτω πιστεύουμε ὅτι ἐμεῖς σὰν γονεῖς μπορεῖ νὰ διαφέρουμε στὴν διαπαιδαγώγηση ἀπὸ πρῶτο, δεύτερο, τρίτο παιδί. Παρόλα αὐτὰ βλέπουμε μεγάλες ἀποκλίσεις στὸ μεγάλωμα τῶν παιδιῶν. Τί φταίει ἐκεῖ;

Ἀπάντηση: Θὰ ἀπαντήσω πάλι μὲ ἕνα λόγο πατερικό. Δὲν τὰ διάβασα ὅλα τὰ κείμενα. Εἶναι πάρα πολλά. Διάβασα μερικά. Ὅταν ὁ γεωργὸς πάει στὸ χωράφι, πετάει νερό. Τὰ λουλούδια ποὺ καλλιεργοῦνται στὸ χωράφι, εἶναι πάρα πολλά. Κι οἱ ποικιλίες τῶν φυτῶν εἶναι πάρα πολλές. Ὁ γεωργὸς κάνει ἁπλὴ κίνηση. Ἀνοίγει αὐλάκια καὶ πετάει νερό. Αὐτὸ τὸ νερό, τὸ προσλαμβάνει μέσα ἀπὸ τὸ χῶμα τὸ κάθε λουλούδι καὶ μέσα ἀπὸ τὴν δική του διεργασία, πλάθει τὸ δικό του χρῶμα καὶ τὴν δική του ἰδιότητα. Ξέρετε αὐτὸ τί σημαίνει; Ἂν ἔχετε μιὰ βασικὴ παιδεία ὅπως τὴν ἀνέφερα, ἀνοίγω ἕνα αὐλάκι ποὺ ἔχει ταπείνωση καὶ βάζω νερό. Τὸ νερὸ τί εἶναι; Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν». Κι ἂν αὐτὸ βιωθεῖ σὰν μέγεθος - τὰ ποικίλματα τῆς ἰδιοσυγκρασίας τῶν παιδιῶν φυσικὰ ὑπάρχουνε - θὰ προσλάβουν τὰ ἴδια ἁπλὰ μεγέθη πρὸς δικό τους προσωπικὸ ὄφελος. Ὅλα τα ἄλλα, εἶναι λεπτομερεῖς ἀναλύσεις ποὺ μπορεῖ νὰ ἐξατομικεύουμε τὴν παιδεία μέν, ἀλλὰ ὑπάρχει κίνδυνος μεγάλος νὰ δώσουμε σημασία σὲ ἕνα παιδὶ περισσότερο, ἀπὸ τὸ ἄλλο καὶ νὰ βγοῦν ἄλλες ἀνωμαλίες. Ἂν ἔχει ἡ παιδαγωγία αὐτὸ τὸ βασικὸ μέγεθος. Τὰ εἶπα: Ἀνεκτικότητα, ὑπομονή, ἀγάπη, ταπείνωση, προσδοκία, προσμονή. Κι ὁ γονιός, ὁ παιδαγωγὸς ζεῖ αὐτὴ τὴν ταπείνωση. Τοῦ βάζει τὸ νερό. Τὸ βιώνει. Θὰ τὸ πάρει τὸ κάθε φυτό, τὸ κάθε παιδὶ θὰ τὸ κάνει αὐτὸ ποὺ θέλει. Αὐτὸ ποτὲ μὴν τὸ ξεχάσετε. Ἂν καταλήξουμε στὸ ἄλλο τὸ ἄκρο, πῶς εἶναι αὐτὸ τὸ παιδὶ κι εἶναι ἔτσι; Καὶ δώσουμε μόνο σημασία ἐκεῖ, θὰ γίνει μεγάλη διάκριση καὶ μεγάλη ἀναταραχή. Καὶ δὲν συγκρατεῖται πιὰ τίποτε. Θὰ κάνετε μερικὰ πράγματα περισσότερα σὲ ἕνα παιδί, θὰ πεῖ καὶ τὸ ἄλλο τὸ παιδί, μὰ γιατί κι ἐγὼ ἐπειδὴ δὲν ἤμουνα ἄρρωστος καὶ ἤμουνα καλὸ παιδὶ δὲν μοῦ φερθήκατε ἔτσι; Δὲν μὲ προσέξατε; 

Αὐτὰ λένε οἱ Πατέρες μας. Τὰ κείμενα ποὺ διαβάζω εἶναι συγκλονιστικά. Διάβασα ἕνα ἐλάχιστο ψῆγμα αὐτῆς τῆς παιδαγωγίας κι ἀπορῶ καὶ διερωτῶμαι. Γιατί αὐτὴ ἡ παιδαγωγία, ποὺ εἶναι τόσο ἀποκαλυπτικὴ καὶ πιάνει τὰ δεδομένα τοῦ σήμερα, δὲν εἶναι τόσο φανερούμενη στὰ χέρια τῶν παιδαγωγῶν, δηλαδή; Καὶ μετά, πετᾶμε τὸ παιδὶ σὲ ἕνα χωριστὸ ψυχολόγο γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὰ προβλήματά του. Ἔ, θὰ μᾶς τρελάνουν ὅλους, δηλαδή. Ὅλοι (δηλαδὴ) πρέπει νὰ περάσουμε ψυχολόγο πιά, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὶς ἰδιαιτερότητες τοῦ παιδιοῦ! Ὄχι, λένε οἱ Πατέρες.
 
Ἐρώτηση: Οἱ ἴδιοι γονεῖς μεγαλώνουν (τὰ παιδιά τους) μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ βλέπουμε πόσο διαφορετικά… ἀντιδροῦνε.

Ἀπάντηση: Προσέξτε. Δὲν ξέρω τί ἐννοεῖτε ἴδιο τρόπο. Ἔχει σημασία αὐτὸ ποὺ σᾶς λέω. Τὸ «ἴδιο τρόπο» εἶναι πολὺ σχετικό. Ἐγώ, σᾶς ἔδωσα κοινὰ μεγέθη. Εἶπα μερικά. Εἶπα τὸ αὐλάκι τί εἶναι. Τὸ εἶπα μὲ πέντε – ἕξι λέξεις. Ποῦ εἶναι τὰ βασικά. Μπορεῖ νὰ γίνουν καὶ λάθη, ἃς ποῦμε, - ὅπως εἶπα - διαφοροποιήσεως τῆς ἀγωγῆς. Ἕνα παιδί, ποὺ εἴδαμε ποὺ ἔχει ἕνα ἔλλειμμα, νὰ σταθήκαμε πιὸ πολὺ πάνω του καὶ νὰ διαταράχθηκε ὁ ἴδιος ὁ τρόπος. Κάνουμε μὲ ἀγάπη αὐτὸ ποὺ πρέπει. Φυσικά, τὸ μωρὸ θὰ τὸ ταΐσω μὲ μπιμπερό. Τὸ παιδὶ τὸ δέκα χρονῶν δὲν θέλει μπιμπερό. Ἄρα, γίνεται διαφοροποίηση στὰ μεγέθη τὰ σωματικά. Ἀλλὰ νὰ ὑπάρχει ἡ σταθερότητα τοῦ γονιοῦ, σὲ βασικὰ μεγέθη. Ἡ ταπείνωση, ἡ ὑπομονή, ἡ ἀνεκτικότητα, ἡ ἴδια ἀντιμετώπιση τῶν ἴδιων ἁμαρτημάτων. Δηλαδή, ἂν τοῦ βάλεις μιὰ τιμωρία, πῶς θὰ βάλεις τιμωρία. Ἴδιος τρόπος νὰ εἶναι. Καὶ τὰ παιδιὰ ἀνάλογα θὰ ἀντιδράσουν. Ἀλλὰ εἶναι ἴδιος ὁ τρόπος πάντοτε; Ἢ μᾶς ξεφεύγει; Ἢ στὸ πρῶτο εἴχαμε ἄλλο τρόπο καὶ μετὰ στὸ τρίτο κουραστήκαμε, ξέρω γῶ. Κι ἀντιμετωπίζαμε ἀλλιῶς τὰ πράγματα. Ἢ τὸ πρῶτο παιδὶ νιώθει τὴν ἔλλειψη; Δώσαμε τόση φορτικὴ ἀγωγὴ κι ἀγάπη στὸ πρῶτο παιδί, ποὺ δὲν χωράει νὰ εἶναι ἡ ἴδια ἀγωγὴ στὸ τρίτο πιά. Ὁ χρόνος εἶναι περιορισμένος. Βλέπετε, αὐτὸ ποὺ σᾶς λέω εἶναι σπουδαῖο. Εἶχα ἕνα παιδὶ κι ἔδωσα ὅλον τὸν χρόνο μου ἐκεῖ. Ὅταν ἔχω τρία παιδιά, θὰ εἶναι διὰ τρία ὁ χρόνος μου. Τὸ πρῶτο παιδί, θὰ νιώθει τὴν ἔλλειψη πιά. Γιατί ἔκανα λάθος στὸ πρῶτο παιδί. Ἔδωσα ὅλον μου τὸν χρόνο ἐκεῖ. Καὶ τὸ λέει ἐδῶ το κείμενο. Μὴν τὸ κάνεις λέει. Ἤδη, δὲν εἶναι πιὰ ἡ ἴδια ἀγωγὴ βλέπετε; Ἂν ἔκανα τὸ λάθος νὰ τὰ δώσω ὅλα. Ὅλοι, οἱ γονεῖς, οἱ γιαγιάδες, οἱ παπποῦδες πάνω στὸ πρῶτο παιδὶ εἶναι. Τὸ τρίτο, τὸ τέταρτο παιδὶ νιώθει ποὺ δὲν παίρνει τὴν ἴδια ἀγάπη καὶ ζηλεύει κι ἀρχίζει ἡ ἀναταραχή. Κι ἀρχίζει ἡ ἐπανάσταση. Μὴν τὰ δίνετε ὅλα. Τὰ παιδιὰ θὰ εἶναι ἀσκητικά, δηλαδή. Μὴν εἶναι φορτικὴ ἡ ἀγωγή. Μὴν τὰ πνίξουμε στὰ καλὰ πράγματα ποὺ τοὺς κάνουμε. Τὸ εἶπε τὸ κείμενο. Ὄχι πολλὰ πράγματα. Ἀσκητικὴ ζωή. Ὅσο μποροῦμε.
 
Ἐρώτηση: Πόσο καθοριστικὴ εἶναι γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ ἡ κακὴ διαπαιδαγώγηση τῶν γονέων;

Ἀπάντηση: Τὸ ἀπήντησα στὴν πορεία τῆς ὁμιλίας. Ὅλα εἶναι πιὰ στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος, ξέρει τί θὰ κάνει γιὰ ὅλους μας. Ἀλλά, μιλᾶμε γιὰ τὴν δική μας τὴν εὐθύνη. Ὁ Θεὸς δὲν κάνει πάντοτε τὸ μεῖζον; Καὶ νὰ πῶ, τὸ καλύτερο, εἶναι λάθος αὐτὸ ποὺ θὰ πῶ. Κάνει τὸ πᾶν ἀπὸ τὸ καλύτερο. Δὲ θέλει κανεὶς νὰ χαθεῖ. Κι Ἐκεῖνος θὰ παρέμβει ἐκεῖ, ποὺ πρέπει νὰ παρέμβει. Ξέρει τί θὰ κάνει Ἐκεῖνος. Ἡ δική μου εὐθύνη ποιὰ εἶναι; Δὲν θέτω σὲ ἀμφιβολία τὸ τί θὰ κάνει ὁ Θεός. Ἀλλὰ οὔτε νὰ ἀφεθῶ καὶ νὰ πῶ, θὰ τὰ κάνει ὅλα ὁ Θεός. Τί μᾶς ἔκανε ὁ Θεός; Συνεργάτες του δὲν μᾶς ἔκανε; Εἰδάλλως, θὰ γεννοῦσε τὰ παιδιὰ μὲ δικό Του τρόπο, θὰ τὰ ἀναλάμβανε Ἐκεῖνος. Οἱ γονεῖς εἶναι συνεργάτες Του. Ὅταν παντρεύτηκαν κι ἔχουν τὴν προοπτικὴ νὰ κάνουν παιδιὰ - ποὺ εἶναι μέσα στὸν γάμο ἡ προοπτική των παιδιῶν - ἀναλαμβάνουν αὐτὴν τὴν συνεργασία μὲ τὸν Θεό. Ποῦ ὁ Θεὸς δίνει τὰ παιδιά, ἀκριβῶς γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο. Παίρνουν τὴν εὐθύνη τῆς παιδαγωγίας τους. Τὰ ἀναθέτει στὰ χέρια τους. Ἔχει μεγάλη σημασία αὐτὸ τὸ μέγεθος. Ἄρα, μὴν ποῦμε, ὁ Θεὸς θὰ κάνει τὰ ὑπόλοιπα. Ἐγὼ τί κάνω τότε; Τοῦ δίνω νερό, ψωμὶ καὶ παιδεία καὶ τελειώσαμε; Αὐτὸ εἶναι τὸ λάθος. Νομίσαμε ποὺ τελειώσαμε ἐκεῖ. Καὶ δὲν ἀρχίσαμε κἄν. Αυτό εἶναι τὸ πιὸ φοβερό, ποὺ δὲν ἀρχίσαμε κἄν στὴν βάση, αὐτὴν τὴν παιδεία τῶν παιδιῶν. Γιατί πιθανότατα, ἐμεῖς, νὰ μὴν ἀρχίσαμε ποτὲ αὐτὴν τὴν παιδεία. Μὴν θέτετε λοιπὸν σὲ ἀμφιβολία τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ νὰ θέσετε σὲ ἀμφιβολία, τὴν δική σας συνεργασία μὲ τὸν Θεό.
 
Ἐρώτηση: Μπορεῖτε νὰ μᾶς δώσετε κάποιες ὁδηγίες γιὰ παιδιὰ ποὺ εἶναι ἑπτὰ ἐτῶν. Τί μποροῦμε νὰ κάνουμε γιὰ τὰ παιδιὰ αὐτῆς τῆς ἡλικίας;

Ἀπάντηση: Τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς ὁμιλίας μου, ἀναφερόταν στὴν ἐφηβικὴ ἡλικία 14 μὲ 21. Ὑπῆρχαν μερικὰ ἀπαυγάσματα γιὰ τὶς προηγούμενες ἡλικίες, ὡς προετοιμασία γιὰ τὴν ἐφηβεία. Ὅ,τι λοιπὸν ἔλεγα ὡς παιδαγωγικὸ ἀξίωμα, ἀναφερόταν καὶ σὲ προηγούμενες ἡλικίες. Ἀλλά, ἐπειδὴ τὸ παιδὶ στὰ δεκατέσσερα πιά, ἔχει μιὰ πλήρη ἔννοια λογικῆς κατανοήσεως, ἀναλύσεως τῶν ἐννοιῶν, εἶναι μία καίρια στιγμὴ πιά. Ὅπου, ὅ,τι μπῆκε προηγουμένως σὰν σπόρος, πρέπει ἐπιμελημένως νὰ καλλιεργηθεῖ. Ἄρα, ὅ,τι εἴπαμε στὰ 14-21, μέσα στὸ σπέρμα στὴν ἀρχὴ ὑπάρχει ἡ ταπείνωση κτλ., ἡ ὁποία θὰ καρποφορήσει μετά. Βλέπετε, αὐτὲς οἱ τρεῖς ἑπταετίες εἶναι καθοριστικές. Κι αὐτὸ τὸ καθοριστικὸ σημαίνει, βάζεις σπόρο ποὺ σιγὰ – σιγὰ καλλιεργεῖται καὶ πιὰ στὰ 14-21 αὐτὸ μεγαλώνει ἢ στραβὰ ἢ σωστὰ ἐκδηλώνεται. Ἀλλά, πρέπει ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ τὸν βάλεις τὸν σπόρο. Νὰ μὴν τὸν βάλεις μετά. Κι ἐπ’ εὐκαιρία ἐπειδὴ ἀναφερθήκαμε σὲ αὐτὲς τὶς ἡλικίες, ὑπάρχουν θεωρίες σύγχρονες παιδικῆς ψυχολογίας ποὺ κάνουν τὸ ἑξῆς. Ποὺ εἶναι σφάλμα σὲ σχέση μὲ αὐτὸ τὸ δίδαγμα τῶν Πατέρων. Λένε ὅτι ὁ ἄνθρωπος - ἐμεῖς εἴπαμε τρεῖς ἑφταετίες - ἔχει ὀχτὼ ἢ ἐννιὰ ἑφταετίες στὴν ζωή του. Αὐτὸ εἶναι λάθος, γιατί; Θεωροῦν τὸν ἄνθρωπο, τὸν ζωώδη. Ποὺ συνεχῶς κάνει ἐπαναστάσεις. Βλέπετε, ἕνας ποὺ φτάνει στὰ 55 του, θέλει νὰ ἀλλάξει γυναίκα. Παράδειγμα, σᾶς λέω. Καὶ τότε ἐπιβεβαιώνεται ἡ σύγχρονη ψυχολογία γιὰ τὸν ἄνθρωπο, τὸν ζωώδη. Ποὺ κάθε ἑφτὰ χρόνια κάνει μιὰ ἐπανάσταση. Κάτι καινούριο θέλει. Ἀλλάζει δουλειά, ἀλλάζει τὰ πάντα. Κάνει συνεχῶς ἄλλα πράγματα. Ενώ στὰ 21, σταματάει ἡ ἐπανάσταση μὲ τὴν ἀγωγὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Κι ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται στὴν ἁγιότητα πιά. Ὁριστικὰ στὴν ἁγιότητα. Ἀπὸ τὰ 21. Είναι φοβεροὶ ὁρισμοὶ αὐτοὶ καὶ ἡ συγκριτική μᾶς ἐνδιαφέρει. Ἄρα, βάζουμε τὸ σπέρμα, πολεμοῦμε τρεῖς ἑφταετίες καὶ μετὰ τὸ παιδὶ καλλιεργούμενο πιά, ἀποκτάει καὶ τὴν ἐλευθερία του. Καὶ τὸν τρόπο νὰ διαχειρίζεται καὶ τὸν ἑαυτό του. Καὶ νὰ παιδαγωγεῖ καὶ τοὺς ἄλλους μὲ τὸν τρόπο του, μὲ τὴν ταπείνωσή του καὶ μὲ τὸν ἁγιασμένο βίο του.
 
Ἐρώτηση: Ἄκουσα ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος λέει, ὅτι θὰ συνεχίσετε νὰ λέτε, νὰ λέτε, νὰ λέτε στὸ παιδί. Κι ἂν αὐτὰ δὲν ἔχουν ἀποδώσει μέχρι τὰ 21, θὰ συνεχίζουμε παιδαγωγικὴ μετὰ τὰ 21;

Ἀπάντηση: Κάνουμε μιὰ παιδαγωγία συνεχῆ μέχρι τὰ 21. Τὸ 21 γιὰ μᾶς, φαίνεται πολὺ προχωρημένο, ἀλλὰ εἶναι λογικό το 21. Ὅπου ἔχουμε μιὰ ἔννοια γιὰ τὸ παιδί μας, νὰ τὸ παιδαγωγήσουμε κατὰ μέτρα τῆς ψυχῆς του. [Μετὰ] παίρνει πιὰ τὴν εὐθύνη του πάνω του. Δὲν παύουμε ποτὲ νὰ προσευχόμαστε γιὰ αὐτὸ καὶ νὰ κάνουμε ἀδιαλλείπτως τὸ σωστὸ ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε, γιὰ τὴν προσωπική μας ζωὴ καὶ τὶς συμβουλὲς ποὺ δίνουμε. Ἀπὸ ἕνα σημεῖο καὶ μετά, εἶναι σχετικὴ πιὰ ἡ χρήση τοῦ λόγου. Ἐὰν τὸ παιδὶ θέλει τὸν λόγο. Ἐὰν δὲν τὸν θέλει, ἡ περαιτέρω παρέμβαση εἶναι ἀλογία. Προτιμῶ, λοιπόν, τὴν σιωπὴ ἀπὸ τὴν ἀλογία. Ποὺ εἶναι τὸ ἄλογο, τὸ παράλογο. Καὶ θὰ λειτουργήσει πιὰ ἡ προσευχή. Τὰ ὑπόλοιπα τὰ ξέρει ὁ Θεός. Γιὰ αὐτό σὲ ἕνα παιδὶ ποὺ ξεπέρασε τὴν ἐφηβεία - κατὰ τὰ μέτρα τῶν Πατέρων ξεπέρασε τὴν ἐφηβεία - σταμάτησε ἡ ἐπαναστατικότητα καὶ βλέπεις ὅτι ὑπάρχουνε ἐρείσματα ἐπαναστατικότητας ἀκόμη, σταματᾶς νὰ μιλᾶς, γιατί θὰ φέρει ἀντίθετο ἀποτέλεσμα. Γιὰ αὐτό, ὁ Μέγας Βασίλειος εἶναι ὁριστικὸς στὰ 21. Στὰ κείμενά του τὰ παιδαγωγικά, ἐλάχιστες νύξεις κάνει γιὰ περαιτέρω πορεία. Τὰ ὑπόλοιπα τὰ ἀφήνει στὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, στὸν Πνευματικό, στὴν Ἐκκλησία καὶ στὴν προσευχὴ τοῦ γονιοῦ. Καὶ στὴν ἀπαραίτητη συμπαράσταση, ὅταν τοῦ ζητηθεῖ. Οἱ ἄλλες παρεμβάσεις εἶναι ἐνοχλητικὲς κι ὁδηγοῦν σὲ χειρότερο ἀποτέλεσμα. Γιατί πιά, αὐτός, θεωρεῖ ποὺ μεγάλωσε. Κι ἃς εἶναι ἀκόμη λανθασμένος στὸν νοῦ του. Ἐκεῖ, παρέμβαση δὲν γίνεται. Ἐξάλλου, τὸ κείμενο τὸ λέει τόσο συμβολικὰ «μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ». Τί θὰ πεῖς σὲ ἕνα παιδὶ μεγαλύτερο ἀπὸ τὰ 21; Δὲν θὰ σὲ ἀκούσει. Παρὰ μόνο ἂν θέλει νὰ ἀκούσει. Ἀλλὰ ἔχεις νὰ πεῖς πολλά, μὲ τὴν προσευχή σου καὶ μὲ τὴν ἁγιασμένη ζωή σου. Κι ἂν ὡς τώρα δὲν ἤτανε, κι ἂν ἀπέτυχε τὸ παιδί, γιατί ἐσὺ εἶχες ἀποτύχει, ἄλλαξε τώρα ζωή. Εἶναι εὐκαιρία, ἀφοῦ βλέπεις ὅτι ἀπέτυχε ἡ παιδαγωγία σου, γιατί ἐσὺ δὲν ἤσουνα παιδαγωγημένος, δὲν ἔζησες σὲ αὐτὰ τὰ μεγέθη. Τώρα στὰ 21 τοῦ παιδιοῦ σου ποὺ βλέπεις, ποὺ ὅλα πήγανε στράφι καὶ βγῆκε τὸ παιδί σου κι ἔσπασε τὰ τζάμια στὴν Ἀθήνα, ἔ, τώρα ἄλλαξε ζωή. Δὲν πειράζει. Εἶναι εὐκαιρία νὰ σταματήσει πιά, ἡ δική σου ἐπαναστατικότητα. Στὰ 50, στὰ 55, δὲν ξέρω στὰ πόσα. Αὐτὸ λέει τὸ κείμενο, αὐτὴ εἶναι ἡ προσέγγιση.
 
Ἐρώτηση: Πάτερ, ὅταν τὸ παιδὶ δὲν θέλει πιὰ νὰ συμμετάσχει σὲ αὐτὸ ποὺ εἶναι πιὸ καλὸ γιὰ αὐτόν, τὸ νὰ συνεχίζει ὁ γονέας, εἶναι ἀλογία. Ὅμως, μετὰ ἀπὸ τὸ ὅριο τῶν εἴκοσι ἑνός, ὁ γονέας δὲν θὰ ἔχει τύψεις ὅτι ἄφησε τὸ παιδί του; Ἅμα τὸ παιδὶ δὲν συνετιστεῖ, δὲν θὰ ἔχει ἐπίπτωση αὐτὸ στὸ γονέα ἀλλὰ καὶ στὴν κοινωνία γύρω του;

Ἀπάντηση: Δὲν εἶπα ποὺ ἀφήνουμε τὸ παιδί. Ἀπὸ ἕνα σημεῖο καὶ μετά, σταματάει ὁ λόγος ποὺ ὡς τώρα ὑπῆρχε. Κι ὁ ἄλλος δὲν δέχεται πιὰ τὸν λόγο. Δὲν σταματᾶμε ὡς ἀγωγή. Οὔτε τῆς προσευχῆς, οὔτε τῆς ἀγαπητικῆς προσεγγίσεως τοῦ γονιοῦ πρὸς τὸ παιδί, χωρὶς νὰ λέει λόγια. Ὁ Θεὸς δὲν σταματάει ποτὲ νὰ μᾶς ἀγαπάει. Ὅταν ἁμαρτάνουμε τί κάνει; Βγαίνει καὶ μᾶς δέρνει; Βγαίνει καὶ μᾶς φωνάζει; Συνεχίζει καὶ μᾶς ἀγαπάει καὶ κάνει μιὰ ἄλλη ἀγωγὴ συγκλονιστικὰ σιωπηλή. Ποὺ ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ τὴν κάνουμε τόσο, ὅσο Ἐκεῖνος. Ἐμεῖς, λοιπόν, λέμε ὅσο πρέπει καὶ σταματᾶμε ἀπὸ ᾿κεῖ ποὺ πρέπει τὸν λόγο. Καὶ προσέξτε, ἀγωγὴ δὲν εἶναι μόνο ὁ λόγος.

Νὰ ἀνοίξεις τὸ πρωτότυπο κείμενο τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου. Τὸ πρωτότυπο. Ἔχει σημασία. Ἐκεῖ στὴν ἀρχὴ τοῦ 5ου κεφαλαίου, ὁ Χριστὸς ἀρχίζει νὰ ὁμιλεῖ στὴν ἐπὶ τοῦ ὅρους ὁμιλία. Μιὰ πολὺ σπουδαία ὁμιλία. Πρὶν νὰ ἀναλύσει τὰ κείμενα, ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος λέει τὰ ἑξῆς, στὸ πρωτότυπο. Ὅτι ὁ Χριστὸς πῆγε στὸ ὅρος αὐτὸ καὶ ἀνοίξας τὸ στόμα Αὐτοῦ εἶπε αὐτά. Προσέξτε τί λέει. Ἄνοιξε τὸ στόμα Του καὶ μίλησε. Μά, περιττὸ δὲν εἶναι; Γιὰ νὰ μιλήσεις, πρέπει νὰ ἀνοίξεις τὸ στόμα σου. Γιατί τὸ λέει αὐτὸ τὸ κείμενο; Ἄνοιξε τὸ στόμα Του καὶ μίλησε. Ἂν πεῖτε τώρα, ξέρετε, ὁ πατὴρ Κωνσταντῖνος μίλησε σήμερα. Καὶ θὰ πεῖτε ἄνοιξε τὸ στόμα του καὶ μίλησε. Μίλησε. Ἀκοῦστε, τί λένε οἱ ἑρμηνευτὲς Πατέρες. Ὁ Χριστὸς μιλοῦσε. Κι ὅταν μιλοῦσε κι ὅταν δὲν μιλοῦσε. Μιλοῦσε μὲ τὴν ζωή Του. Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο τώρα, μίλησε μὲ τὸ στόμα Του. Ὅταν δὲν μιλοῦσε μὲ τὸ στόμα Του, μιλοῦσε μὲ τὴν ζωή Του. Ἄρα, ἡ ἀγωγή, εἶναι συνεχής. Ἀλλὰ κάποια στιγμή, σταματοῦμε ὅπως κι ὁ Χριστός μας. Σταμάτησε καὶ θυσιάστηκε. Μὴν ξεχνᾶς, ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία στὴν ὁποία καὶ συμμετέχεις πιστεύω, τὸ πρῶτο μέρος λέγεται ἡ Λειτουργία τοῦ Λόγου. Μέχρι ἐκεῖ ποὺ εἶναι τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ μετὰ ὑπάρχει ἡ Λειτουργία τῆς Θυσίας. Σταματᾶνε ὅλα καὶ ὁ Χριστὸς θυσιάζεται. Αὐτὴ εἶναι ἡ ζωή μας! Ἡ Λειτουργία τοῦ Λόγου κι ἡ Λειτουργία τῆς Θυσίας. Μήπως αὐτό, νὰ τὸ μεταφέρουμε στὴν ζωή μας; Τοῦ Λόγου καὶ τῆς Θυσίας. Φαντάσου, ὁ Χριστὸς νὰ μιλοῦσε καὶ νὰ μὴν θυσιαζόταν. Λέει στοὺς μαθητές του, πρὶν νὰ σταυρωθεῖ, «μὴν βγεῖτε ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τοῦ Ἰσραήλ. Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε. Καὶ εἰς χώρα Σαμαρειτῶν μὴ εἰσέλθητε». Μὴν πᾶτε στοὺς ξένους, λέει. Ξέρετε γιατί; Γιατί θὰ πᾶνε νὰ κηρύξουν ἕναν Χριστὸ ποὺ λέει λόγια. Μετὰ ὅμως τὴν Σταύρωση, τὴν Ἀνάσταση, λέει νὰ βγεῖτε καὶ νὰ μιλήσετε. Γιατί τώρα θὰ μιλοῦν γιὰ ἕναν Χριστὸ ποὺ εἶπε λόγια, ἀλλὰ σταυρώθηκε κιόλας. Καταλαβαίνεις τί λέω, πιστεύω; Εὐχαριστῶ γιὰ τὸ ὡραῖο ἐρώτημα πάντως.
 
Ἐρώτηση: Εἶναι ὁ γιὸς [μου] τώρα 14μιση. Ἔχει ἀρχίσει καὶ ἀντιδρᾶ καὶ λέει, θὰ σοῦ πῶ ἐγὼ πότε θὰ πᾶμε [στὸν πνευματικὸ γιὰ ἐξομολογήση]. Καὶ θέλω νὰ μᾶς πεῖτε, μὲ πιὸ τρόπο τὰ προσεγγίζουμε στοὺς πνευματικούς, σὲ αὐτὲς τὶς ἡλικίες;

Ἀπάντηση: Τὸ γενικότερο τὸ ὁποῖο θὰ μποροῦσα νὰ πῶ εἶναι τὸ ἑξῆς. Ἔμαθε τὸ παιδί, ἤδη ἀπὸ μικρὰ ἡλικία καὶ πολὺ καλά, γιὰ τὸν πνευματικό, γιὰ τὴν ἐξομολόγηση. Τὸ ξέρει. Ὁ γονιὸς τὸ εἶπε. Πολὺ καλὰ ἔκανε. Δὲν χρειάζεται νὰ τὸ πεῖ ἄλλη φορᾶ, πιά. Τὸ παιδὶ βρίσκει εὐκαιρία γιὰ νὰ ἀντιδράσει. Θὰ πεῖ τὸ ξέρω. Μὲ θεωρεῖς μωρὸ ἀκόμη, δηλαδή; Καὶ ἐνῶ λέω κάτι καλὸ ποὺ τὸ ἔχω πεῖ χίλιες φορὲς ἀκόμη, τὸ ξέρει τὸ παιδί. Δὲν τὸ ξαναλέω. Δὲν ἀφήνω νὰ λειτουργήσει ἡ ἐλευθερία του. Καὶ ἀντὶ νὰ ἀφήσω τὴν πορεία τῆς ἐλευθερίας του νὰ λειτουργήσει, τὸ κάνω ἐπαναστατημένο τὸ παιδὶ μὲ λάθος τρόπο. Ἄλλο νὰ τὸ πῶ γιὰ πρώτη φορὰ κι ἄλλο νὰ τὸ πῶ γιὰ χιλιοστὴ φορά. Ποῦ ξέρει, ποῦ τὸ ἔζησε. Πήγαινε τὸ παιδί. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἱστορία ἡ μεγάλη. Δὲν μπορεῖς νὰ λὲς τὸ ἴδιο πράγμα, χίλιες φορές. Σὲ ἕνα παιδὶ 15 ἐτῶν πιά. Μπορεῖ νὰ συλλάβει μερικὰ νοήματα. Κι ὅσο τὸ λές, δὲν θὰ πηγαίνει. Τὸ ἴδιο πράγμα δὲν συμβαίνει, συγγνώμη, γιὰ τὰ μαθήματα στὸ σχολεῖο; Βάζουμε τὸ παιδὶ μὲ τὸ ζόρι - καλὰ κάνουνε μερικοὶ γονεῖς - νὰ διαβάσει τὸ βράδυ τὰ μαθήματά του. Κι εἶναι ἕνα ἰσχυρὸ ὅπλο στὰ χέρια τοῦ ἐγωισμοῦ τοῦ παιδιοῦ, νὰ ἀντιδρᾶ καὶ νὰ λέει δὲν θέλω νὰ μὲ διαβάσεις. Ὄχι ποὺ δὲν θέλει νὰ διαβάσει. Καὶ νοιάζεται αὔριο, ἂν θὰ πάρει κακὸ βαθμὸ ἢ ὄχι. Δὲν θέλει νὰ τοῦ φέρονται ἔτσι. Εἶναι ἐγωισμός. Κι οἱ γονεῖς ἐπιμένουνε. Ἐγὼ προτιμῶ τὸ ἄλλο. Ἐγὼ εἶμαι στὴν διάθεσή σου, μεταξὺ 5 καὶ 8 νὰ σοῦ διαβάσω. Τὶς πρῶτες μέρες θὰ τὸ γλεντήσει, τὴν ἐλευθερία του. Καὶ μπορεῖ νὰ πάρει κι ἄσχημους βαθμοὺς αὔριο στὸ σχολεῖο. Ἀλλὰ ξέρετε οἱ βαθμοὶ καὶ ἡ καταξίωση στὸ σχολεῖο, τὸ καῖνε ἕνα παιδί, ποὺ πάει στὸ δημοτικὸ ἢ στὶς πρῶτες τάξεις τοῦ γυμνασίου. Τὸ μεγάλο παιδὶ τοῦ λυκείου μπορεῖ νὰ ἀντιδράσει, νὰ μὴν τὸ νοιάζει. Ἡ καταπίεση λοιπόν, φέρνει ἀντίθετο ἀποτέλεσμα. Καὶ λέει δὲν θέλω νὰ μὲ βοηθήσεις. Ἀπὸ ἀντίδραση. Κι ἄφησε τὸ παιδί σου λοιπόν, ἀκόμη καὶ νὰ χτυπηθεῖ μόνο του, γιατί παίρνει κακὸ βαθμό. Καὶ νὰ καταλάβει, τὴν ἀνάγκη ποὺ ἔχει νὰ τὸ βοηθήσεις ἢ νὰ δουλέψει μόνο του. Ὅσο ἐπιμένουμε σὲ μερικὰ πράγματα, ὁδηγοῦμε σὲ μιὰ καταστροφή. Καλλιεργοῦμε λανθασμένη ἐπαναστατικότητα. Κάνουμε αὐτὸ ποὺ μποροῦμε. Καὶ τὰ ὑπόλοιπα εἶναι στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Καὶ ποτὲ μὴν ξύνουμε παραπάνω ἀπὸ ὅτι πρέπει τὸν ἐγωισμὸ τοῦ παιδιοῦ. Γιὰ καλό το κάνουμε, λάθος βγαίνει.
 
Ἐρώτηση: Πῶς νὰ χειριζόμεθα τὸν ἔπαινο σὰν παιδαγωγικὸ μέσο καὶ τὸ σωματικὸ πόνο, ξύλο…

Ἀπάντηση: Λυπᾶμαι ποὺ δὲν εἶχα χρόνο νὰ διαβάσω ὅλα τα κείμενα, ποὺ ἀναφέρονται σὲ αὐτὰ τὰ θέματα. Προσέξτε τὸν ἔπαινο. Γιὰ μὲν τὶς μικρὲς ἡλικίες, τὴν νηπιακὴ μέχρι τὴν παιδικὴ ἡλικία, τὴν πρώτη ἑφταετία μὲ τὴν παιδικὴ ποὺ εἶναι ἡ δεύτερη ἑφταετία, σχετικῶς πολὺ ἁπλὰ πραγματάκια. Ἄ, ὡραία ποὺ τὸ ἔκανες αὐτό. Ὄχι φορτικοὶ ἔπαινοι. Εἰδικά, δὲ γιὰ τὴν μεταγενέστερη ἡλικία, ὄχι. Ἁπλά, ἐντάξει πολὺ ὡραῖα. Ὅσο τὸ παιδὶ φορτίζεται ἀπὸ ἐπαίνους, θεωρεῖ ποὺ εἶναι κέντρο τοῦ κόσμου. Καὶ καταξιώνεται ὡς κέντρο τοῦ κόσμου. Καὶ μετὰ ἀπαιτεῖ οἱ ἄλλοι, νὰ τὸν θεωροῦν κέντρο τοῦ κόσμου. Βλέπετε, ἂν τὸ παιδὶ κάνει κάτι αὐτονόητο. Ὡς τώρα δὲν μάθαινε καλὰ νὰ κάνει μιὰ ἀφαίρεση καὶ τὴν ἔκανε τὴν ἀφαίρεση. Καὶ ποῦνε, μπράβο, συγχαρητήρια, θὰ σὲ πᾶμε καὶ βόλτα γιὰ αὐτὸ κτλ. τὸ παιδὶ θεωρεῖ ποὺ ἔκανε κάτι πολὺ μεγάλο. Νὰ πεῖ, μπράβο πολὺ ὡραία. Μετά, θὰ ζητεῖ ὅλο ἐπιβραβεύσεις, ποὺ ἐμεῖς κι ἂν τοῦ τὶς δίνουμε ἐπίπλαστα, γίνεται 15 χρονῶν καὶ θέλει ἐπιβραβεύσεις. Μετά, ἡ κοινωνία δὲν θὰ τὴν δίνει τὴν ἐπιβράβευση. Καὶ τὸ παιδὶ θὰ διαμαρτύρεται. Γιατί τὸ κάνουμε ἐγωιστή, ἤδη. Οἱ ἔπαινοι λοιπόν, πάρα πολὺ μαζεμένοι. Ἃς ἀφήσω καὶ τὴν λέξη ἔπαινος. Μπράβο, πολὺ ὡραία. Μιὰ ἀγαπητικὴ συμπεριφορά. Ποὺ νὰ περιστέλλεται ὅσο μποροῦμε, γιατί τὸ παιδὶ θὰ βρεθεῖ μπρὸς στὴν δυσκολία. Τί εἶπε τὸ κείμενο; Θέλεις νὰ βγεῖς, νὰ ζεῖς σωστὰ κατὰ τὸν Κύριο; Νὰ ἑτοιμαστεῖς νὰ σὲ χτυπήσουν οἱ πειρασμοί. Τὸ διάβασα πρὶν ἀπὸ λίγο το κείμενο. Γιὰ αὐτὸ θὰ εἶσαι ἕτοιμος. Τὸ παιδὶ εἶναι ἕτοιμο ἢ εἶναι καταξιωμένο; Ὅσον ἀφορᾶ τὸ ξύλο εἶναι καλύτερο νὰ ἀποφεύγεται μέν. Παρόλο ποὺ ὑπάρχει ἕνα κείμενο στὴν Ἁγία Γραφὴ ποὺ λέει, ἂν δὲν δεῖς τὸν γιό σου μαυρισμένο ἀπὸ τὸ ξύλο, λέει, δὲν παιδαγωγήθηκε. Δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ λέτε μονάχα.
 
Ἐρώτηση: Ποῦ ὑπάρχει αὐτό;

Ἀπάντηση: Στὰ Σοφιολογικὰ κείμενα. Σοφία Σειράχ, Σοφία Σολομῶντος. Μαυρισμένος, λέει. Καὶ τὸ ξύλο ξέρετε, οἱ Πατέρες καὶ ἡ Γραφὴ τὸ χρησιμοποιοῦνε μὲ ἄλλες ἔννοιες. Εἶναι ἡ ἄλλη παιδαγωγία. Δὲν εἶναι τὸ ξύλο, ἁπλῶς νὰ τὸ δέρνεις τὸ παιδὶ μόνο. Ἡ στέρηση. Δὲν ἀρνούμεθα τὴν τιμωρία ποτέ. Ἡ τιμωρία. Ἀλλὰ ἂν εἶναι πάντα το ξύλο, γιατί τὸ ξύλο εἶναι πάντοτε κι ἕνας ἐξευτελισμὸς τοῦ παιδιοῦ, ἀπὸ μιὰ ἡλικία καὶ μετά. Καὶ τὸ παιδὶ ἀντιδρᾶ, πάντοτε, μὲ τὸ ξύλο. Καλύτερα οἱ στερητικὲς ἀγωγὲς καὶ τὸ στερητικὸ ξύλο. Ξέρετε, τὸ παιδὶ θὰ τὸ δείρεις, θὰ γελάει μαζί σου. Καὶ θὰ τὸ κάνει ἐπίτηδες καὶ θὰ γελάει μαζί σου. Ἐνῶ, ἂν τοῦ πεῖς γιὰ κάτι ποὺ τὸ καίει, δὲν θὰ πᾶμε τώρα βόλτα, δὲν θὰ φᾶς σοκολάτα. Εἶναι τὸ χειρότερο ξύλο. Τὸ ἔδειρες ἐκεῖ ποὺ πρέπει. Ναί, στὴν παιδαγωγία καὶ ναὶ στὴν τιμωρία. Τὸ ξύλο πολὺ σχετικὸ κι ἀποφευκτέο ὅσο μποροῦμε νὰ τὸ κάνουμε. Μέχρι ἐκεῖ πιά, ποὺ ἕνα παιδὶ δὲν καταλαβαίνει κάτι. Βάζει τὰ χέρια του στὴν φωτιὰ κτλ. τοῦ χτυπᾶς τὸ χέρι νὰ τὸ κατεβάσει κάτω. Ἀλλὰ ναί, τὸ παιδὶ θὰ φάει ξύλο παιδαγωγικό. Κι ὅταν λέμε «ὃν ἀγαπᾶ ὁ Κύριος παιδεύει»; Μας δέρνει; Μᾶς τσακίζει στὸ ξύλο, ὁ Κύριος; Μᾶς παιδεύει ὅμως. Γιὰ νὰ παιδαγωγηθοῦμε. Ἄρα, παιδαγωγία χρειάζεται καὶ τιμωρία χρειάζεται κι ἐκεῖ ποὺ θὰ ἀγγίζουμε τὸ παιδὶ ὅσο μποροῦμε. Ἀλλὰ ὁπωσδήποτε τὸ ξύλο ὡς μοναδικὸ μέσο ἀγωγῆς, θὰ ὁδηγήσει σὲ μιὰ τραγωδία. Θὰ εἶναι τὸ παιδί, τὸ ἐπαναστατημένο καὶ φυσικὰ ἐπειδὴ ἔμαθε ποὺ μόνο τὸ ξύλο δίνει λύση, μετὰ θὰ δίνει ξύλο. Γιατί ξέρει, ποὺ αὐτὴ εἶναι ἡ λύση τῆς τραγωδίας τοῦ κόσμου.
 
Ἐρώτηση: Γιὰ τὸ θέμα τῆς τιμωρίας ἤθελα νὰ ρωτήσω. Στοὺς ἔφηβους μερικὲς φορές, εἴτε στὸ σπίτι εἴτε στὸ σχολεῖο ἡ τιμωρία δὲν μετράει. Μπορεῖ νὰ τὴν ἐπιζητοῦν κιόλας. Εἴτε γιὰ νὰ προβληθοῦν, γίνονται ἥρωες πολλὲς φορές. Καὶ λές, ἂν τὸν τιμωρήσω, δὲν θὰ βγεῖ κάτι. Δὲν τὸν τιμωρῶ. Ἐπιλέγω κάτι ἄλλο. Αὐτὸ ὅμως, μπορεῖ νὰ ἔχει ἀντίκτυπο στὰ ἄλλα τὰ παιδιά. Εἴτε στὸ σχολεῖο εἴτε στὸ σπίτι. Τί κάνεις σὲ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις;

Ἀπάντηση: Σᾶς μίλησα, πρὶν ἀπὸ λίγο, γιὰ αὐτὸ ποὺ σᾶς εἶπα στερητικὴ τιμωρία. Ἀλλὰ ὅσο τὸ παιδὶ μεγαλώνει, οὔτε αὐτὸ πιάνει. Γιατί κι ἂν τοῦ πεῖς, δὲν θὰ βγεῖς βόλτα, θὰ πηδήξει ἀπὸ τὸ παράθυρο. Θὰ φύγει μόνο του, θὰ σπάσει τὴν κλειδαριά. Ἀπὸ ἕνα σημεῖο καὶ μετά, οὔτε αὐτὸ πιάνει γιὰ ἕνα μεγάλο παιδί. Ἐγὼ μιλῶ, γιὰ ἕνα παιδὶ 21 ἐτῶν ποὺ εἶναι ἔφηβος ἀκόμη, γιὰ τὰ κείμενα αὐτά. Ἐδῶ φτάνει 18 ἐτῶν καὶ σοῦ λέει μεγάλος εἶμαι, τέλειωσα. Τί θὰ τοῦ πεῖς; Ἔχεις νὰ τοῦ πεῖς τίποτε; Ὅλα λοιπὸν αὐτὰ τὰ μέτρα τῆς τιμωρίας τὰ στερητικά, πιάνουν σὲ κάποια ἡλικία. Ἔστω σὲ κάποια ὅρια τῆς ἐφηβικῆς ἡλικίας. Δὲν πιάνουνε πολύ, δηλαδή. Κι ὅσο τὸ παιδὶ γίνεται ἐλεύθερο, θὰ κινηθεῖ ἐλεύθερα. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ μετά, εἶναι ἡ ἀγωγὴ ποὺ κάνει ὁ Χριστός μας. Τί ἔκανε μὲ τὸν Ἰούδα; Ἁπλῶς, μὲ ἀγαπητικὲς φράσεις προσπαθοῦσε νὰ τὸν ἀλλάξει. «Αὐτὸς ποὺ βάζει τὸ χέρι του ἐν τῷ τριβλίῳ μετ’ ἐμοῦ...» Κτλ. «Ἀλλοίμονο στὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνο...» Κτλ. Ἀγαπητικὲς κινήσεις προσευχῆς καὶ ἀγαπητικῆς προσεγγίσεως. Ἔτρωγε μαζί του φαγητὸ καὶ δὲν ἔλεγε τίποτε. Αὐτὴ ἡ συγκλονιστικὴ στάση τοῦ πατέρα τοῦ ἀσώτου, ποὺ σιωπᾶ συνέχεια. Ὁ πατέρας τοῦ ἀσώτου στὸ τέλος μετά, ὁμιλεῖ, πὼς θὰ ἐπιβραβευθεῖ ὁ γιὸς ποὺ γυρνάει. Εἶναι συνεχῶς σιωπηλός. Καὶ μὲ ἀνοιχτά τα μάτια περιμένει νὰ γυρίσει, νὰ τὸν δεῖ στὸν ὁρίζοντα. Εἶναι ἡ παιδαγωγία τῆς σιωπῆς γιὰ ἕνα μεγάλο παιδί, ὅπως εἶναι ὁ νεότερος γιὸς ποὺ εἶναι μεγάλος ὅμως. Δὲν ἔχουμε κάτι ἄλλο νὰ κάνουμε. Ἡ προσευχή, ἡ προσδοκία καὶ ἡ ἀγαπητικὴ προσμονή. Καὶ ἡ ἀγαπητικὴ ἀποδοχή, ἀκόμη καὶ ἡ ἀγαπητικὴ στάση πρὸς τὸ παιδὶ ποὺ ξέρεις ὅτι θὰ κάνει αὐτὸ τὸ πράγμα, μετὰ ἀπὸ λίγο. Θὰ πάει νὰ κάνει κάτι ποὺ δὲν πρέπει νὰ τὸ κάνει. Καὶ ξέρει ποὺ θὰ τὸ κάνει. Ὅσο νὰ μιλᾶς, δὲν θὰ γίνει τίποτα. Θὰ ἀντιδράσει. Βάλε προσευχὴ καὶ βάλε ἀγάπη ἐκείνη τὴν στιγμή. Αὐτὸ ποὺ κάνει ὁ Χριστὸς στὸν Ἰούδα. Ποὺ εἶναι σὲ μιὰ καίρια στιγμή, νὰ αὐτοκτονήσει. Δὲν τὸ ξέρει ὁ Χριστός; Τὸ ξέρει. Δὲν ἔχουμε ἄλλα μέτρα πιά. Εἶπα, λυπᾶμαι ποὺ αὐτὰ τὰ κείμενα ἐδῶ ἤτανε φτωχά, γιὰ νὰ καταλάβετε ὅλο αὐτὸ τὸ κάλλος τῆς ἐν Χριστῷ παιδαγωγίας. Ὅπως ἀποκαλύπτεται ἀπὸ τοὺς Πατέρες τὶς Ἐκκλησίας μας. Ὅλα αὐτὰ τὰ πιάνουμε. Κι αὐτὰ ποὺ σᾶς λέω τώρα ἐλεύθερα, ἀπὸ ἐκεῖ τα βρῆκα καὶ τὰ διάβασα.
 
Ἐρώτηση: Θέλω νὰ σᾶς ρωτήσω ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ. Στὰ σχολεῖα τὰ τελευταῖα χρόνια ἡ βία, ἡ αὐθάδεια, ἡ ἀσυδοσία, ὅλο καὶ περισσότερο αὐξάνει. Καὶ ὅλο καὶ περισσότερα παιδιὰ προβληματικά, μέσα στὶς τάξεις ἔχουμε. Θὰ ἤθελα νὰ μᾶς πεῖτε κάτι, ἔτσι δυὸ - τρία πράγματα.

Ἀπάντηση: Ὁ σημερινὸς ἐκπαιδευτικός, πράγματι, βρίσκεται σὲ ἕνα κολασμένο σχολεῖο. Ἀλλά, τὸ μόνο ποὺ ἔχω νὰ πῶ εἶναι τὸ ἑξῆς. Θὰ μπορεῖ νὰ πιάσει, κάτι ποὺ θὰ ἔχει τρομερὸ κόστος πάνω στὸν καθηγητή, ποὺ θὰ κάνει αὐτὸ τὸ κάτι. Ἐδῶ, χρειάζεται μιὰ τρέλα καὶ μιὰ σαλότητα. Τὸ παιδὶ εἶναι φορτωμένο ἀπὸ τὶς συνεχεῖς γνώσεις. Φόρτωμα γνώσεων. Βία, φροντιστήρια, μαθήματα, ἰδιαίτερα. Τὸ παιδὶ εἶναι κουρασμένο καὶ περιφρονεῖ τὸ σχολεῖο. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀντέξει ἄλλο τὸ σχολεῖο. Κακῶς, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ. Γιατί γίνεται κι ἀγωγὴ ὅπως εἶπα μονομερής· καλλιεργείας τοῦ ἐγκεφάλου κι ὄχι ὅλων των δεδομένων ποὺ λένε οἱ Πατέρες μας. Ποὺ εἶναι τὰ πρωτογενῆ μεγέθη. Ἐδῶ χρειάζεται μιὰ τρέλλα, πραγματικά. Μιὰ τρέλλα, ποὺ θὰ φέρει τὸν καθηγητὴ σὲ σύγκρουση καὶ μὲ τὸ πρόγραμμα καὶ μὲ τὸν διευθυντὴ καὶ μὲ ὅλες τὶς ἐκπαιδευτικὲς δομές. Χωρὶς τρέλλα, δὲν γίνεται τίποτα. Κι αὐτὴ ἡ τρέλλα ἔχει πολυποίκιλα μεγέθη. Μπορεῖ νὰ τὰ ἀλλάξει τὰ πάντα ὁ καθηγητής. Ἀλλὰ χρειάζεται μιὰ τρέλλα. Ὅπου ἀλλιῶς θὰ κοιτάξει νὰ προσεγγίσει τὰ παιδιά. Θὰ ἀλλάξει τὸ μοντέλο τοῦ μαθήματός του. Δὲν ἔχει κάτι ἄλλο νὰ κάνει. Θὰ ἀλλάξει δομές. Χρειάζεται μιὰ τρέλλα. Νὰ ἀρχίσει νὰ ἀποκρίνεται στὶς ἀπαιτήσεις τῶν παιδιῶν. Νὰ πεῖ, τί θέλετε μαζὶ νὰ κάνουμε σήμερα σὰν μάθημα; Τί θέλετε; Τὰ παιδιὰ ἔχουνε ξέρετε πέντε – δέκα [κλασικὰ] ἐρωτήματα. Ἀρχίστε ἀπὸ ἐκεῖ. Δὲν θέλετε νὰ ἀκούσετε μάθημα. Τὸ σέβομαι. Εἶστε κουρασμένοι. Ἀπὸ ποῦ θέλετε νὰ ἀρχίσουμε; Θὰ ποῦν ἀπὸ τὸν Ἀλέξη. Θὰ ποῦν ἀπὸ τὸ σέξ. Θὰ ποῦνε μιὰ τρέλλα. Θὰ ποῦν κάτι. Γιὰ νὰ ἔχετε τὴν τόλμη νὰ κάνετε κάτι, νὰ μπεῖτε στὴν καρδιὰ τῶν παιδιῶν. Καὶ πουλῆστε καὶ τὸ μάθημα. Πουλῆστε τὸ μάθημα, πραγματικά. Δὲν γίνεται ἀλλιῶς. Γιατί τὸ παιδὶ ἀναζητεῖ κάτι ἄλλο ἀπὸ τὸν δάσκαλό του. Καὶ μπαίνει ὁ καθένας μέσα καὶ λέει, μπλά, μπλά, μπλά. Ὡραία εἶναι αὐτὰ τὰ μπλὰ – μπλά. Τὸ παιδὶ δὲν ἀντέχει πιά. Καὶ δὲν βρίσκει αὐτὴν τὴν ἄλλη παιδεία. Καὶ τὸ περιμένει τὸ παιδί. Ἀλλὰ ὁ καθηγητὴς ποὺ θὰ κάνει τὴν τρέλλα, πρέπει νὰ ἔχει ἐν Χριστῷ παιδεία. Τρέλλα χωρὶς ἐν Χριστῷ παιδεία, δὲν γίνεται. Σαλότητα χωρὶς Χριστό, δὲν γίνεται. Οἱ ἄλλοι τρελλοὶ εἶναι γιὰ τὰ ψυχιατρεῖα. Μονάχα, οἱ διὰ Χριστὸν σαλοὶ δὲν εἶναι γιὰ τὰ ψυχιατρεῖα. Μπορεῖς νὰ κάνεις αὐτὴν τὴν τρέλλα; Ἐκεῖ ποντάρω καὶ ἐκεῖ τολμῶ, δηλαδή. Καὶ σᾶς τὸ λέω ἐμπειρικά, αὐτὸ τὸ πράγμα. Ἐμπειρικά. Θὰ κάνετε αὐτὴν τὴν τρέλλα. Καὶ θὰ ἀκουμπήσετε τὰ παιδιὰ τουλάχιστον. Καὶ προσέξτε, μὴν τολμήσετε, μαθητὴ ποὺ κάνει ἀταξία μέσα στὴν τάξη, νὰ τὸν βγάλετε ἔξω. Ὁ ἄρρωστος πρέπει νὰ μείνει μέσα. Ποῦ θὰ πᾶνε οἱ ἄρρωστοι; Τοὺς πετᾶμε ἔξω ἀπὸ τὸ παράθυρο; Κι ἀρχίζει μιὰ ἄλλη παιδεία πιά. Θέλει κόπο καὶ μόχθο καὶ τότε κάτι μπορεῖ νὰ γίνει. Ἀλλὰ αὐτὸ σημαίνει κόστος, γιὰ τὸν ἴδιο τὸν καθηγητὴ ποὺ τὸ κάνει. Πράγματι, σήμερα χωρὶς τρελλοὺς δασκάλους, ἡ παιδεία μας θὰ εἶναι ἀποτρελλαμένη. Καὶ θὰ γεμίζει τὰ παιδιά μας, γιὰ τὸ μέλλον τους, στὰ ψυχιατρεῖα.
 
Ἐρώτηση: Μοῦ λέει ἕνας δάσκαλος, δὲν ἔχω διδαχθεῖ καὶ δὲν ὑπάρχει γιὰ τὴν παιδαγωγική, τὸ μάθημα τῆς ἱστορίας. Πῶς, λοιπόν, ὁ δάσκαλος ποῪ δὲν θέλει νὰ διαβάσει, θὰ πείσει τὸν μαθητή του νὰ διαβάσει;

Ἀπάντηση: Πρῶτα, εἶναι ἀπόλυτο αὐτὸ ποὺ λέτε. Κι ἀπόλυτο ποὺ δὲν ἔχει διαβάσει. Ἀλλὰ καὶ νὰ ἔχει διαβάσει, ἀναλύει τὴν ἱστορία ὅπως πρέπει; Μὲ μιὰ τρέλλα ποῦ εἶπα; Ὄχι. Διδάχτηκαν ὅλοι ἱστορία. Ἀλλὰ ἡ ἱστορία εἶναι ἀπαρίθμηση γεγονότων; Ἢ εἶναι ἱστορία ποὺ ἐντάσσεται στὴν ἱστορία τοῦ Θεοῦ μέσα; Πάντα, νὰ ἔχουμε ἕνα ἄλλο κοίταγμα γιὰ τὰ πράγματα. Ἔτσι;
Πάλι, μοῦ ἔρχεται στὸν νοῦ μου, ἕνα παράδειγμα. Κοιτᾶτε, τὸ ὑπόδειγμα τῆς παιδείας. Ἤτανε 29 Μαΐου τοῦ 1953. Προσέξτε ἡμερομηνία. 29 Μαΐου 1953. Εἶναι ἀκριβῶς 500 χρόνια μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Πόλης. Μάϊος 29, ἤμουνα στὸ τέλος τῆς χρονιᾶς σὲ ἕνα δημοτικό, στὴν Κωνσταντινούπολη. Κάνανε οἱ Τοῦρκοι, μεγάλες γιορτὲς γιὰ τὴν ἅλωση. Μεγάλα πανηγύρια. Τὴν πρώτη ὥρα, μάθημα στὶς 8:30, εἴχαμε τούρκικα. Μπῆκε ἡ δασκάλα, ἡ Τουρκάλα καὶ μᾶς εἶπε, «παιδιά μου, σήμερα εἶναι μιὰ πολὺ μεγάλη μέρα γιὰ τὸν τόπο μας, γιατί καταλάβαμε τὴν Πόλη ἀπὸ τοὺς ἀπίστους». Ὀκτώμιση ὥρα ἤτανε τὸ μάθημα. Ὅλοι μας ἑλληνόπουλα τὰ παιδιά. Ἑλληνικὸ σχολεῖο. Ἐννιάμιση ἡ ὥρα, μπῆκε ἡ δασκάλα στὸ μάθημα τῶν ἑλληνικῶν. Εἴχαμε πολλὲς δασκάλες. Δὲν ἤτανε ὅπως τώρα, τὰ δημοτικὰ μὲ ἕνα δάσκαλο. Εἴχαμε πολλοὺς δασκάλους. Καὶ ἤτανε ἡ ποικιλία τῶν μαθημάτων καὶ τῶν γλωσσῶν καὶ ἔπρεπε νὰ ἔχουμε πολλοὺς δασκάλους. Ἐμεῖς μείναμε μὲ τὴν ἐντύπωση γιὰ αὐτὸ τὸ μεγάλο γεγονός. Καταλάβαμε τὴν Πόλη ἀπὸ τοὺς ἀπίστους καὶ μάλιστα, ἐπειδὴ γινότανε γιορτὲς πέφτανε καὶ κανονιοβολισμοὶ γύρω – γύρω. Ὅπως πετᾶνε ἀπὸ τὸ Λυκαβηττό, στὶς ἐθνικὲς γιορτές. Κι ἐμεῖς μπήκαμε σὲ ἕνα κλίμα ἐνθουσιαστικό, μιᾶς μεγάλης γιορτῆς. Παιδιά, πρώτης δημοτικοῦ ἤμασταν. Ἐννιάμιση ἡ ὥρα, μπῆκε ἡ δασκάλα, ἡ Ἑλληνίδα. Λέει, «παιδιά, σήμερα εἶναι μιὰ μέρα πολὺ λυπηρὴ γιὰ τὸ γένος μας. Σήμερα οἱ ἄπιστοι μᾶς πῆραν τὴν Πόλη». Τὸ σὸκ ἦταν συγκλονιστικό. Τώρα, ποιοὶ ἦταν ἄπιστοι; Ἐμεῖς; Ἐκεῖνοι; Οἱ ἄλλοι; Ποιοὶ ἄπιστοι; Μπλέξαμε τοὺς ἀπίστους καὶ τοὺς πιστοὺς τώρα. Κοιτάξτε. Γιὰ τὸ μυαλό μου, δὲν μετροῦσε ποὺ ἤμουνα Ἑλληνόπουλο καὶ Ρωμηός. Μετροῦσε, αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ δάσκαλος. Κι ὁ δάσκαλος, ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλον, εἶχε μιὰ ἀντίφαση. Ἐγώ, ἔπρεπε νὰ πάρω ἀπάντηση. Ὁ ἕνας θὰ μοῦ ἔλεγε αὐτοὶ οἱ ἄπιστοι κι ἄλλος θὰ ἔλεγε αὐτοὶ οἱ ἄπιστοι. Ἡ μάνα μου θὰ μοῦ ἔλεγε, σοῦ εἶπε ἀλήθεια ἡ δασκάλα ἡ Ἑλληνίδα. Ὁ περιπτεράς, ὁ Τοῦρκος, θὰ μοῦ ἔλεγε σοῦ εἶπε ἀλήθεια ὁ Τοῦρκος ὁ δάσκαλος. Ξέρετε ποῦ ἦταν ἡ ἀπάντηση; Γιὰ μένα προσωπικά, μετὰ ἀπὸ χρόνια; Αὐτοὶ οἱ δυὸ πολιτισμοί, ποὺ εἶχαν θυσίες καὶ μάρτυρες; Κι ἐγὼ τὰ βρῆκα, ἀπὸ τὴν μεριὰ ποὺ ἡ ἱστορία μου ἔπρεπε νὰ εἶμαι. Ὁ Θεὸς ἔτσι τὸ θέλησε. Καὶ τάχτηκα μὲ αὐτὴν τὴν μεριά. Ἂν ἡ δική μου ἡ ἱστορία δὲν εἶχε μάρτυρες, θὰ ἤμουν ἀπὸ κεῖ, πιστέψτε με. Ἐπειδή, ἡ ἄλλη λειτουργεῖ ἀλλοιώτικα λιγάκι, ἔ;
Ὅπως καὶ νὰ εἶναι. Βλέπετε ἀντίφαση παιδείας; Ποῦ εἶναι ὁ πόνος καὶ ποῦ εἶναι τὸ μαρτύριο; Καὶ ποῦ μέτρησε ἡ σιωπὴ ἑνὸς μαρτυρίου; Αὐτὸ μέτρησε γιὰ μένα καὶ τάχτηκα σὲ αὐτὸν τὸν πολιτισμὸ τὸν ὀρθόδοξο, γιατί ἔχει μάρτυρες. Καὶ χωρὶς μαρτυρία καὶ μαρτύριο, παιδεία δὲν γίνεται. Καὶ τὸ κατάλαβα, μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια. Ἀλλά, τὸ κατάλαβα σίγουρα! Αὐτὸ ἔχω νὰ σᾶς πῶ, σὰν ἐμπειρία παιδείας. Κρατῆστε το σὰν ὑπόδειγμα παιδείας. Περνοῦν τὰ λόγια, σπάζονται ὅλα καὶ μετὰ ἔρχεται ἡ σιωπὴ τοῦ μαρτυρίου. Καὶ ἔχουμε τὴν χώρα μὲ τοὺς τόσους μάρτυρες καὶ συγγνώμη ποὺ δὲν τοὺς ἀξιοποιοῦμε.
 
Ἐρώτηση: Μελετᾶται ἡ εἰσαγωγὴ ἀπὸ αὐτὸν τὸν χρόνο τὸν σχολικὸ ποὺ θὰ ἔρθει, τοῦ μαθήματος τῆς σεξουαλικῆς διαπαιδαγωγήσεως στὰ δημοτικὰ σχολεῖα. Νὰ τὸ σχολιάσετε ἁπλῶς.

Ἀπάντηση: Ναί. Μοῦ δίνετε μιὰ εὐκαιρία, καὶ θὰ σχολιάσω τὸ γεγονός, ἀλλὰ καὶ θὰ μπῶ, ἂν ἐπιτρέπετε, καὶ στὸ νομοθετικό του ὑπόβαθρο. Ὅταν αὐτὸ ἀκούστηκε πρὶν ἀπὸ ἕνα χρόνο καὶ ἑτοιμάζονται τὰ βιβλία γιὰ τὴν σεξουαλικὴ ἀγωγὴ - κάτι χυδαία βιβλία εἶναι - πιστέψτε με, τὸ ὑπουργεῖο μᾶς εἶπε τότε, ὅτι εἶναι ἐντολὴ τῆς ΕΟΚ. Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ γνωρίζει τὰ πράγματα καὶ εἶναι νομικὸς καὶ ἔχει πρόσβαση στὰ νομοθετήματα τῆς ΕΟΚ, πῆγε καὶ ρώτησε. Τί ἄκουσε, λοιπὸν καὶ ἔμαθε; Ὄτι πραγματι, ὑπῆρχε μιὰ ἀπόφαση τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως, νὰ γίνεται αὐτὸ τὸ μάθημα στὰ σχολεῖα τῆς Εὐρώπης. Κάποιοι γονεῖς, χριστιανοὶ ἀπὸ τὴν Δανία, ἔκαναν ἔνσταση στὴν ΕΟΚ καὶ εἴπανε δὲν θέλουμε τὸ μάθημα. Καὶ τότε ἡ ΕΟΚ, ἀπέρριψε αὐτὸ ποὺ ἔγινε γιὰ τὴν ΕΟΚ. Καὶ τὸ ὑπουργεῖο μᾶς εἶπε ψέματα. Ὑπῆρχε ἡ ἐπιθυμία, ἡ ὁποία ἀπερρίφθη ὅμως, λόγῳ τῆς ἐνστάσεως τῶν χριστιανῶν γονέων. Δὲν ἦταν ὀρθόδοξοι. Δὲν ἔχει σημασία. Ξεπέρασαν λοιπὸν τὴν ἔνσταση καὶ κράτησαν τὴν πρώτη θέση. Ἄρα μᾶς κορόϊδεψαν. Δεύτερο. Ἃς φανταστῶ ποὺ τὰ παιδιὰ μας πρέπει νὰ μάθουνε μερικὰ πράγματα. Ποιὸς θὰ τὰ διδάξει σεξουαλικὴ ἀγωγή; Συγγνώμη, ὅταν μπαίνει ὁ φυσικὸς στὴν τάξη, ἔχει σπουδάσει φυσική. Ὁ χημικός, χημεία. Ποιος σπούδασε σὲξ καὶ εἶναι εἰδικός; Ποῦ ἔγινε εἰδικός; Μπορεί νὰ εἶναι ἀφροδισιολόγος, νὰ εἶναι γυναικολόγος, δὲν ξέρω τί εἶναι. Εἶναι ἀπὸ ὅλα αὐτά; Συγγνώμη, ποῦ ἔμαθε τὸ σέξ; Τὴν λειτουργία τοῦ σέξ; Καὶ ποιὸς καθηγητὴς θὰ τὴν διδάξει αὐτὴν τὴν εἰδικότητα; Ποιὸς θὰ τὴν διδάξει; Εἶναι παράλογο, γιατί ὁ καθένας θὰ κατεβάζει, συγγνώμη, τὰ δικά του σεξουαλικὰ βίτσια στὰ παιδιά μας. Γιατί κανεὶς δὲν εἶναι εἰδικὸς ἀπὸ αὐτούς, σὲ αὐτὸ τὸ θέμα. Κι ἂν ἕνας εἶναι εἰδικός, εἰδικευμένος στὸ σέξ, καὶ δὲν ξέρω ἂν ὑπάρχουν εἰδικοὶ σεξολόγοι, ὑπάρχουν ἀφροδισιολόγοι ποὺ κάνουν καὶ μερικὰ ἄλλα πράγματα. Στὴν λειτουργία τοῦ σέξ, δὲν ξέρω ἂν ὑπάρχει εἰδικός. Κι ἂν ὑπάρχει ὁ ἕνας, ὅλοι οἱ ἄλλοι καθηγητὲς ποῦ θὰ διδάξουν στὰ δημοτικά, στὰ παιδιά μας, μέσα ἀπὸ τὸ χυδαῖο βιβλίο; Νὰ δεῖτε τὶς φωτογραφίες ποὺ ἔχουνε βάλει μέσα. Γιὰ παιδιὰ πρώτης δημοτικοῦ. Χυδαῖες φωτογραφίες, βάλανε μέσα. Ἐπιτρέπεται; Ποιὸς θὰ τὰ μάθει τὰ παιδιά μας; Οἱ γονεῖς τῆς Δανίας, εἶχαν τὸ κουράγιο νὰ κάνουν τὴν ἔνσταση. Δὲν ξέρουμε ἐμεῖς, τί κουράγια ἔχουμε. Αλλά μᾶς εἶπαν ψέματα, τουλάχιστον. Καὶ τὸ μάθημα εἶναι τραγικό. Ὅπως θὰ γίνεται, τουλάχιστον. Ἀπὸ ποιὸν δάσκαλο; Θὰ ξέρει χριστιανικὰ τίποτε ἢ θὰ λέει ὅ,τι θέλει. Θὰ λέει στὰ παιδιά μας, ἂν δὲν κάνεις σὲξ θὰ γίνεις ἄρρωστος. Τὰ γνωστὰ δηλαδή.
 
Ἐρώτηση: Περὶ εἰσαγωγῆς τῶν μεταφράσεων στὴν Θεία Λατρεία. Διότι τὰ παιδιὰ δὲν καταλαβαίνουνε. Πῶς τὸ σχολιάζετε αὐτό;

Ἀπάντηση: Τὸ ρωτᾶτε ὡς θέμα παιδαγωγίας καὶ ἀγωγῆς τὸ ἐρώτημα αὐτό, ἔτσι; Θὰ δώσω μιὰ ἀπάντηση, ἀλλὰ πρῶτα, νὰ τὸ ψάξετε ἐσεῖς αὐτό· γιατί ἡ Ἀρχιεπισκοπὴ μάζεψε ἄρον – ἄρον τὴν προσπάθεια ποῦ ἔκανε γιὰ νὰ διαβάζεται, ἔστω τὸ Εὐαγγέλιο στὴν δημοτική; Ἔβγαλε Ἐγκύκλιο καὶ τὸ μάζεψε ἄρον – ἄρον. Τὸ ἀφήνω στὴν ἄκρη αὐτό, γιατί τὸ μάζεψε. Ἐνῶ ἦταν μιὰ κίνηση σπουδαία, ἐπαναστατική, καὶ θὰ μαζεύονταν οἱ νέοι γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο καὶ μόνο. Τὸ ἀφήνω αὐτό. Ψάξτε το. Εἶναι μέσα στὸν χῶρο τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς, μπορεῖτε νὰ τὸ βρεῖτε εὔκολα γιατί τὸ μάζεψε ἄρον – ἄρον. Καὶ ἀρχίζουν τὰ δικά μου ἐρωτήματα. Ἡ Ἐκκλησία μας πρῶτα – πρῶτα δὲν ἀρνήθηκε ποτὲ τὶς γλῶσσες ποὺ μιλᾶμε σήμερα. Μὲ μιὰ προϋπόθεση. Τὰ κείμενα αὐτὰ τὰ λειτουργικὰ εἶναι κείμενα ποὺ εἶναι θεολογικὰ καὶ ποιητικὰ ταυτόχρονα. Εἶναι ἀμετάφραστα· [δηλαδὴ] δὲν μεταφράζονται. Ψάλλονται καὶ τραγουδιοῦνται μὲ τὸν ρυθμὸ ποὺ εἶναι γραμμένα. Ἂν σήμερα, ὑπάρχουνε μελωδοὶ καὶ χαρίσματα, ἃς γράψουνε στὴν γλώσσα τὴν σημερινή. Ἡ Ἐκκλησία ἀρνήθηκε ποτὲ νέους ποιητὲς καὶ μελωδούς; Ἐμεῖς φταῖμε ποὺ δὲν καλλιεργοῦμε τὰ χαρίσματα τὰ ἐκκλησιαστικά, γιατί τὰ παιδιὰ μας τὰ μάθαμε νὰ κάνουνε μιὰ τεχνολογικὴ παιδεία, ὅπως ἔλεγε ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἄρα, δὲν ἀρνούμεθα ὅτι ἔχουμε μοντέρνα γλώσσα. Νὰ βρεθοῦν ποιητὲς καὶ μελωδοί, θὰ γράφουνε στὴν σημερινὴ γλώσσα. Ἡ μετάφραση εἶναι ἀδόκιμη, γιατί θὰ ἀδικήσει τὰ κείμενα τὰ ἴδια. Κάτι ἄλλο. Εἶναι μόνο ἡ γνώση τῆς γλώσσας ποῦ μᾶς κάνει νὰ μετέχουμε στὴν Λειτουργία; Ἡ γνώση τῆς γλώσσας. Πρῶτα – πρῶτα εἶναι δική μας γλώσσα. Εἶναι ἑλληνικὴ γλώσσα μὲ μερικὲς παραλλαγές, γραμματικὲς καὶ συντακτικές. Πρῶτα – πρῶτα εἶναι ἡ ἴδια γλώσσα. Ἢ ἴδια γλώσσα μὲ μερικὲς παραλλαγές. Ἕνας ποῦ ξέρει ἀρχαία ἑλληνικὰ τέλεια, μετέχει στὴν Λειτουργία πλήρως; Ἂν δὲν μετέχει βιωματικά, μὲ μετάνοια καὶ καθαρότητα καρδιᾶς; Κι ἂν δὲν μετέχει ζυμωτικά, δηλαδή. Στὴν Ἐκκλησία μέσα ζυμώνεσαι. Μπαίνεις σὰν ἀναίσθητος. Ὁ ἀναίσθητος, δὲν ξέρει ποὺ πεινάει καὶ τοῦ βάζεις ὀρό. Δὲν καταλαβαίνει τί γίνεται ἐκεῖ πέρα μέσα. Μετὰ σιγὰ – σιγὰ καταλαβαίνεις τί γίνεται, ὅταν μετέχεις ἐκεῖ. Μπαίνεις καὶ ζυμώνεσαι. Καὶ ξέρεις τὰ λίγα ἑλληνικὰ ποὺ ξέρεις. Γίνεται ἡ μετάνοια καὶ ἡ ζύμωση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καθαρίζει ἡ καρδιά σου. Κι ἀρχίζεις καὶ καταλαβαίνεις καὶ τὰ δρώμενα καὶ καταλαβαίνεις καὶ μὲ τὰ λίγα ἑλληνικὰ ποὺ ξέρεις κι αὐτὰ τὰ λίγα ποὺ λένε ἐκεῖ. «Ἐν εἰρήνη τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν… Ὑπὲρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης... Ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν ἠμῶν». Ποιὲς λέξεις εἶναι ἄγνωστες; Νὰ μοῦ πεῖτε. Ἀλλὰ γίνεται μία ζύμωση. Καὶ ταυτόχρονα, μακροχρόνια καὶ μιὰ παιδεία γλωσσική. Πῶς τὸ παιδί μου, κάθεται καὶ μαθαίνει δέκα χρόνια ἀγγλικά; Ἀκούγοντας καὶ τὶς λέξεις τὶς ἑλληνικές, μαθαίνει καὶ ἑλληνικά. Μακάρι, νὰ ὑπάρχουν νέοι μελωδοί, νὰ γράψουνε στὴν σημερινὴ γλώσσα. Τὰ ἄλλα εἶναι περιττολογήματα ποὺ θὰ ἀδικήσουν τὴν ποίηση, τὴν θεολογία καὶ τὰ κείμενα τῶν ὕμνων αὐτῶν. Παππούλη, νὰ βρεῖτε γιατί ἡ Ἀρχιεπισκοπὴ τὸ μάζεψε. Ἄρον – ἄρον τὸ μάζεψε. Δὲν θὰ πῶ τίποτε ἄλλο. Πόσο μᾶλλον, τοὺς ὕμνους. Ἔτσι εἶναι ἡ ἀπάντησή μας. Νὰ καλλιεργήσουμε τὰ χαρίσματα, μέσα στὴν Ἐκκλησία μας. Καὶ φυσικά, στὴν Κίνα θὰ ψάλλουμε κινέζικα. Ἀλλὰ εἶναι ἡ δική μας γλώσσα. Καὶ ἡ Λειτουργία εἶναι γραμμένη μὲ ἕνα ἁπλὸ κείμενο. Τὰ ἁπλούστερα ἑλληνικὰ εἶναι. Τὸ παίρνω τὸ κείμενο, στὸ κατηχητικό, στὰ παιδιά μας καὶ λέω, γιὰ νὰ δοῦμε τί λέει. Τὰ παιδιὰ στὸ τέλος, ἂν τοὺς δείξω τὶς λέξεις, τὶς ξέρουν ὅλες. Ἐκτὸς ἀπὸ ἑξαιρέσεις. Τὸ δημοτικὸ σχολεῖο! Δοκιμάστε το νὰ δεῖτε. Ἀπὸ τὰ στοιχειώδη ἑλληνικὰ ποὺ ξέρει τὸ παιδί μου.

Τὸ δοκίμασα· προσέξτε, ἔχω γκροὺπ κατηχουμένων - ξένοι ἄνθρωποι - ἕνα γκροὺπ ποὺ ἔχω εἶναι ὅλοι Ἀλβανοί. Ξέρουν στοιχειώδη ἑλληνικά. Τοὺς λέω, τώρα πάρτε καὶ τὸ «Πιστεύω» στὰ ἀλβανικά, νὰ τὸ ξέρετε. Ἀλλά, θὰ σᾶς τὸ κάνω καὶ ἑλληνικά. Γιατί ἀφοῦ θὰ μείνετε στὴν Ἑλλάδα, νὰ τὸ ξέρετε καὶ ἑλληνικά. Στὴν πορεία τῆς ἀναλύσεως τοῦ κειμένου στὴν ἀρχή, δὲν καταλάβαιναν τίποτε. Ὅταν τοὺς προσδιόριζα τὶς λέξεις καὶ σκεφτότανε, ἀνακάλυπταν ποὺ ξέρουν ἑλληνικὰ χωρὶς νὰ ξέρουν. Λέξεις ποὺ δὲν φαντάζεστε. Γιατί ἐμεῖς νομίζουμε ποὺ δὲν ξέρουμε. Καὶ ἤτανε παιδιὰ ἀπὸ τὴν Ἀλβανία. Μεγάλα, 35 - 40 χρονῶν ἄνθρωποι. Μιὰ γλώσσα ξένη γιὰ αὐτούς. Κι ἀνακάλυπταν τὸ «Πιστεύω» ποὺ ἔχει καὶ δύσκολες λέξεις μέσα, ποὺ τὸ ξέρουνε. «Συνδοξαζόμενον», ποὺ τὸ ἀνακάλυψαν μόνοι τους. Τοὺς ἔμαθα κλειδιά. Κλειδιὰ ἑλληνικῶν. Τὸ «σὺν» καὶ τὸ «δόξα». Στὰ παιδιά μας, λίγα κλειδιὰ νὰ δώσουμε. Γιατί δὲν τὸ κάνουμε αὐτὸ τὸ πράγμα; Γιὰ αὐτὸ εἶμαι τελείως κάθετος κι ἀντίθετος μὲ τὴν νοοτροπία αὐτή. Και ἡ Ἐκκλησία δὲν θὰ χαθεῖ ἀπὸ αὐτὸ τὸ θέμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου