Menu

2 Οκτ 2022

Ποιές εἶναι οἱ «κόκκινες γραμμές» μας;

Γράφει ὁ Δημήτριος Νατσιός
«Ὅ,τι κάμομε, θά τό κάμομε μοναχοί καί δέν ἔχουμε καμμιά ἐλπίδα ἀπό τούς ξένους», ἔλεγε ὁ Κολοκοτρώνης. Ἔτσι καί τότε, πρίν ἀπό τήν «ἁγιασμένη Ἐπανάσταση», ἐλπίζαμε στούς ξένους νά μᾶς βοηθήσουν γιά νά ἀποτινάξουμε τόν ζυγό. Γιά ἀντιπερισπασμό οἱ λεγόμενες Μεγάλες Δυνάμεις, ὅταν  ἀντιμάχονταν τούς Τούρκους, μᾶς ξεσήκωναν. Καί πάντα εὐκολόπιστοι, κατασκοτωνόμασταν καί ὀνειρευόμασταν. Ἐλπίζαμε σέ ξανθά ἤ μελαχροινά γένη νά μᾶς ἐλευθερώσουν. Ὁ ἐπίλογος ἦταν ἐρείπια καί σφαγές, οἱ θηριωδίες τῶν Τούρκων κατά ἀνυπεράσπιστων γυναικῶν καί παιδιῶν. Ἀλλά «οὐδέν κακόν ἀμιγές καλοῦ». Συνειδητοποίησαν οἱ πρόγονοί μας... ὅτι ἡ λευτεριά εἶναι κάστρο καί τό παίρνεις μέ τό σπαθί σου.

«Ἄλλος σοῦ ἔκλαψε εἰς τά στήθια
Ἀλλ' ἀνάσασιν καμμιά
Ἄλλος σοῦ ἔταξε βοήθεια
Καί σέ γέλασε φρικτά», 

θρηνεῖ καί ὁ ἐθνικός μας ποιητής, γιά τήν ἀδιαφορία καί ἀπονιά τῶν ξένων. Καί συμπληρώνει στήν ἑπόμενη στροφή

«Σῦρε νάβρης τά παιδιά σου
Σῦρε, ἔλεγαν πολλοί». 

Ναί, μόνο μέ τά παιδιά της, καί ἄς ἔχει ἄλλο νόημα ὁ στίχος, ἡ πατρίδα μπορεῖ νά ὑπερασπιστεῖ τά ὅσια καί τά ἱερά της.

Δέν περνᾶ ἡμέρα πού δέν ἐξεμούν οἱ Τοῦρκοι τίς παρανοϊκές ἀπειλές τους. Μόνο ἡμερομηνία κηρύξεως τοῦ πολέμου δέν προσδιορίζουν. Κακῶς ἀπαντοῦμε μέσῳ πολιτικῶν ἀνακοινώσεων. Ἕνας ψυχίατρος θά ἦταν καταλληλότερος. Μᾶς κατηγοροῦν γιά θηριωδίες!! Ποιοί; Ἡ ἐγκληματικότερη φυλή τῆς ἱστορίας...

Καί ἄς σταματήσει ἐπιτέλους ἡ ἀποκοίμιση τοῦ λαοῦ μέ τό ἡττοπαθές καί ανεπέρεἱστο ἐπιχείρημα πώς ὅλα γίνονται γιά «ἐσωτερική κατανάλωση». Δικτάτορας εἶναι, «ἀνήρ λοιμός», πού ἔλεγαν καί οἱ ἀρχαῖοι καί ὅπως ὅλες οἱ μεγαλαυχεῖς καί πολεμοχαρεῖς «κουτσουλιές» τῆς ἱστορίας, θέλει νά τήν κηλιδώσει, αἰματοκυλώντας λαούς καί πρωτίστως τόν δικό του, πού εἶναι σίγουρο ὅτι κάποια στιγμή θά τόν κρεμάσει ἀνάποδα.

Τό λεξιλόγιό του, ἡ κατασυκοφάντηση τοῦ λαοῦ μας, παραπέμπει σέ ἐποχές πού κάποιος στρατός παρήλαυνε μέ τό «βάδισμα τῆς χήνας». (Ἔχουμε προσέξει τί βῆμα χρησιμοποιοῦν οἱ Τοῦρκοι στρατιῶτες στίς παρελάσεις τους καί  σκηνικά τίς περιβάλλουν; Παντοῦ σημαῖες, ἀκόμη καί στά κοτέτσια, καί ὄρθιος, ὁ Μπενίτο τῆς Ἄγκυρας, στήν ἐξέδρα, νά ὀνειροφαντάζεται ὀθωμανικές αὐτοκρατορίες καί ζωτικούς χώρους. Ἄν στήν θέση τοῦ «μισοφέγγαρου» βάλεις τήν «σβάστικα», μεταφέρεσαι στό Βερολῖνο τῆς δεκαετίας τοῦ '30).

Ἐθελοτυφλοῦν ὅσοι δέν βλέπουν τόν κίνδυνο ἤ, χειρότερα, περιμένουν ὅτι θά μᾶς σώσουν οἱ ξένοι. Τό κρίσιμο ἐρώτημα εἶναι ποιά εἶναι ἡ «κόκκινη γραμμή» μας. Ποιά ἐνέργεια τῶν Τούρκων θά προκαλέσει την ἀπό μέρους μας συντριπτική στρατιωτική ἀπάντηση; Θυμίζω πώς τό θλιβερό βράδυ τῶν Ὑμίων ὁ Σημίτης καί τό τετρομαγμένο καί ψοφοδεές ἐκσυγχρονιστικό κηφηναριό, ἐκλιπαροῦσε τούς Ἀμερικανούς γιά μεσολάβηση. Ποιός ξεχνᾶ τό ἀτιμωτικό «εὐχαριστῶ τούς Ἀμερικανούς», πού ψέλλισε ὁ Νενέκος ἀπό τό βῆμα τῆς Βουλῆς;

Αὐτό δέν τόν ξεχνοῦν καί οἱ Τοῦρκοι. Μιά ἀπόβαση τῶν Τούρκων σέ βραχονησῖδα ἑλληνική εἶναι αἰτία πολέμου γιά μας; Ἐπαναλαμβάνω ποιές εἶναι «οἱ κόκκινες γραμμές»; Ξεκαθάρισε ποτέ Ἕλληνας πρωθυπουργός τά ὅρια τοῦ κατευνασμοῦ μας; (Τό ρῆμα κατευνάζω παράγεται ἀπό τό κατά +εὐνή. Εὐνή σημαίνει κρεβάτι. Σύνευνος εἶναι ὁ σύζυγος. Κατευνάζω σημαίνει βάζω κάποιον στό κρεβάτι γιά ὕπνο, καθησυχάζω. Εἴμαστε σίγουροι ὅτι κοιμᾶται ἤρεμος, ὁ λυσσασμένος... Ἐρντογρούλ, μετά ἀπό τόσο κατευνασμό;).

Ἄν οἱ Τοῦρκοι καταρρίψουν ἑλληνικό πολεμικό ἀεροπλάνο ἤ χτυπήσουν ἕνα πλοῖο τοῦ Λιμενικοῦ, θά ἀνταποδώσουμε; Σέ περίπτωση πού ἐνσωματώσουν τά Κατεχόμενα, πῶς θά ἀντιδράσουμε; Ἄν στείλουν κάποιο ἐρευνητικό σκάφος, τό «Ὀρούτς Ρέϊς» γιά παράδειγμα στά ἡμέτερα χωρικά ὕδατα (τῶν 6 ναυτικῶν μιλίων), τί πράττουμε; Τό βυθίζουμε ἤ σπεύδουμε, γιά παρηγορία,  μυξοκλαίγοντας στόν ἀνεύθυνο ΟΗΕ ἤ στό ΝΑΤΟ τοῦ τουρκόδουλου Στόλτενμπεργκ; Ἄν οἱ Τοῦρκοι ἀποστείλουν τηλεσίγραφο, πού θά χρήζει ψυχιατρικῆς, ὅπως προεῖπα, ἀναλύσεως, γιά ἀποστρατιωτικοποίηση τῶν νησιῶν ἐντός ἑνός μηνός, γιά παράδειγμα, τί ἀποκρινόμαστε; Καί τί θά γίνει μέ τούς χιλιάδες λαθρόβιους Μωαμεθανούς, κυρίως Πακιστανούς, οἱ ὁποῖοι προέρχονται ἀπό κράτος ἐμφανῶς ἐχθρό τῆς Ἑλλάδας; Οἱ Ἀμερικανοί, ὅταν βομβάρδισαν οἱ Ἰάπωνες τόν στόλο τους στήν Χαβάη, στό Πέρλ Χάρμπορ, στίς 7 Δεκεμβρίου τοῦ 1941, συνέλαβαν ὅλους τούς ἰαπωνικῆς καταγωγῆς πολῖτες τους, δικαίους καί ἀδίκους, καί τούς ἔκλεισαν σέ στρατόπεδα, γιά νά ἀποφύγουν δολιοφθορές ἀπό τήν Πέμπτη Φάλαγγα. Ὑπάρχει κάποια πρόβλεψη γι' αὐτό τό κρισιμότατο θέμα;

Εἶναι γνωστό πώς σέ περίπτωση πολεμικῆς συρράξεως δέν πολεμοῦν μόνο οἱ ἔνοπλες δυνάμεις,  ἀλλά καί ὁ ἀπόλεμος λαός. Ἄν ὑπάρχει ἀνασφάλεια στά μετόπισθεν, μεταφέρεται καί στήν γραμμή πυρός, στό πεδίο, πρᾶγμα καταστροφικό γιά τούς μάχιμους.

Στήν γιγαντομαχία τοῦ '40, συμμετεῖχε, κυρίως μέ τό σθένος, τήν ἀποφασιστικότητα καί τήν πίστη στήν νίκη, ἑνωμένο ὁλόκληρο τό ἔθνος, πρᾶγμα πού εἶχε θετικότατο ἀντίκτυπο στό μέτωπο καί ἀναπτέρωνε τό ἠθικό.  Τό ἔχω ξαναγράψει, ἀλλά τό μεταφέρω καί πάλι. Εἶναι ἀπό τό πιό ἡρωικά γεγονότα, πού ἔχω διαβάσει τῆς ἱστορίας μας. Γιά νά ἀνασάνουμε λίγο...

Στόν πανηγυρικό λόγο πού ἐκφώνησε στήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, στίς 27 Ὀκτωβρίου τοῦ 1960, ὁ μεγάλος μας λογοτέχνης Στρατής Μυριβήλης, μεταξύ τῶν ἄλλων σπουδαίων ἀνέφερε καί ἕνα συγκλονιστικό γεγονός.

«Εἶχε ὀργανωθεῖ, κατά τή διάρκεια τοῦ ἀγῶνα ὑπηρεσία μεταγγίσεως αἵματος, ἀπ' τόν Ἐρυθρό Σταυρό τῆς Ἑλλάδος. Εἶχα καί ἕνα φίλο γιατρό, σ' αὐτή τήν ὑπηρεσία, λοιπόν πήγαινα κάπου-κάπου νά τόν δῶ καί νά τά ποῦμε. Ὁ κόσμος ἔκαμε οὐρά κάθε μέρα γιά νά δώσει τό αἷμα του γιά τούς τραυματίες μας. Ἦταν ἐκεῖ νέοι, κοπέλες, γυναῖκες, μαθητές, παιδιά πού περίμεναν τή σειρά τους. Μιά μέρα, λοιπόν, ὁ ἐπί τῆς αἱμοδοσίας φίλος μου γιατρός, εἶδε μέσα στήν σειρά τῶν αἱμοδοτῶν πού περίμεναν, νά στέκεται καί ἕνα γεροντάκι.

-Ἐσύ, παππούλη, τοῦ εἶπε ἐνοχλημένος, τί θέλεις ἐδῶ;

Ὁ γέρος ἀπάντησε δειλά:

-Ἦρθα κι ἐγώ, γιατρέ, νά δώσω αἷμα.

Ὁ γιατρός τόν κοίταξε αὐστηρά μέ ἀπορία καί συγκίνηση. Ὁ γέρος παρεξήγησε το δισταγμό του. Ἡ φωνή του ἔγινε πιό ζωηρή.

-Μή μέ βλέπεις ἔτσι, γιατρέ μου. Εἶμαι γερός, τό αἷμα μου εἶναι καθαρό, καί ἀκόμα ποτές μου δέν ἀρρώστησα. Εἶχα τρεῖς γιούς. Σκοτώθηκαν καί οἱ τρεῖς ἐκεῖ πάνω. Χαλάλι τῆς πατρίδας. Ὅμως μοῦ εἶπαν πώς οἱ δύο πῆγαν ἀπό αἱμορραγία. Λοιπόν, εἶπα στή γυναῖκα μου, θά 'ναι κι ἄλλοι πατεράδες, πού μπορεῖ νά χάσουν τά παλληκάρια τους, γιατί δέ θά 'χοῦν οἱ γιατροί μας αἷμα νά τούς δώσουν. Νά πάω νά δώσω κι ἐγώ τό δικό μου. Ἄιντε, πήγαινε, γέρο μοῦ μοῦ εἶπε κι ἄς εἶναι γιά τήν ψυχή τῶν παιδιῶν μας. Κι ἐγώ σηκώθηκα κι ἦρθα». («Ἡ 28η Ὀκτωβρίου 1940», πανηγυρικοί λόγοι ἀκαδημαϊκῶν, ἐπιμέλεια Πέτρος Χάρης, Ἀθήνα 1978, σ. 322).

Καί ἕνα τελευταῖο ἐρώτημα: Εἴμαστε σήμερα τέτοιος λαός;

Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος-Κιλκίς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου