Menu

1 Οκτ 2022

Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Κουκουζέλης (1 Ὀκτωβρίου †)

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ψαλτης, ὁ καλούμενος Κουκουζέλης γεννήθηκε στο Δυρράχιο της Ἰλλυρίας (Ἀλβανίας), στίς ἀρχές τοῦ 12ου αιώνα. Σέ μικρή ἡλικία, ἔμεινε ὀρφανός ἀπό πατέρα. Ἡ μητέρα του ἦταν εὐσεβής καί τοῦ μετέδωσε ἐξ ἀρχῆς τό ζῆλο γιά τά ἱερά γράμματα. Βέβαια, εἶναι φυσικό ν΄ ἀντιμετώπιζε πολλές στερήσεις, μετά τό θάνατο τοῦ πατέρα του. Ὅταν, λοιπόν, τον ρωτοῦσαν οἰ συμμαθητές του τί τρώγει, ἐκεῖνος ἀπαντούσε τακτικά «κουκία καί ζέλια» (μπιζέλια) γιατί ἦταν φτωχός, ἀπάντηση πού τοῦ ἔδωσε τήν προσωνυμία «Κουκουζέλης». Ἦταν πολύ ἔξυπνος καί τόσο καλλίφωνος ἀπό μικρός, ὥστε τόν φώναζαν ἀγγελόφωνο. 
Ὅταν μεγάλωσε, ἡ μητέρα του τόν ἔστειλε στην Κωνσταντινούπολη, ὅπου προόδευσε τόσο πολύ στά γράμματα, καί ἀκόμη περισσότερο στήν ἱερή μουσική, ὥστε...ἀναδείχθηκε ἀρχιμουσικός τῶν αὐτοκρατορικῶν ψαλτῶν. Σέ λίγο καιρό, ἡ φήμη τοῦ ἐξαπλώθηκε καί πλῆθος μαθητῶν ἔρχονταν γιά νά διδαχθοῦν κοντά του τήν ἱερά ἐπιστήμη τῆς μουσικῆς.

Στό μεταξύ, ὁ αὐτοκράτορας, πού εἶχε ἐκτιμήσει τήν τέχνη του, ἤθελε νά τόν παντρέψει μέ τήν κόρη κάποιου μεγιστάνα. Ὅμως, ἡ ψυχή του ποθοῦσε περισσότερο τήν ἄσκηση καί ζητοῦσε κάποια ἀφορμή ν΄ ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικά στό Θεό. Μία μέρα, ἦρθε στό παλάτι τοῦ αὐτοκράτορα Αλεξίου Α' του Κομνηνοῦ, ὁ καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας, γιά κάποιες ὑποθέσεις τῆς Μονῆς.  Ιωάννης συνεζήτησε μαζί του καί πληροφορήθηκε γιά τή ζωή τῶν ἀσκητῶν στό Ἅγιο Ὅρος. Ἡ ψυχή τοῦ θέλχθηκε τόσο πολύ, ὥστε ἀποφάσισε νά δραπετεύσει ἀπό τό παλάτι καί νά ἐνταχθεῖ στήν ἀγγελική πολιτεία. Έτσι, ὁ Ἰωάννης πῆγε στόν τόπο τῆς γέννησής του γιά νά πάρει τάχα τή μητρική συγκατάθεση γιά τόν γάμο. Ὅμως, συνεννοήθηκε μέ φίλους του νά ποῦν στή μητέρα τοῦ ψέματα ὅτι εἶχε πεθάνει. Μάλιστα, καθώς βρισκόταν κρυφά μέσα στό σπίτι κι ἄκουγε τή μητέρα του νά κλαίει καί νά ὀδύρεται γιά τόν δῆθεν θάνατό του, μέλισε τή θρηνωδία (μοιρολόγι) μέ τίτλο «Βουλγάρα».

Ἀδιαφορεῖ, λοιπόν, γιά τή βασιλική εὔνοια, ἀλλάζει τά μεταξωτά μέ τρίχινα, φτωχικά ροῦχα, παίρνει ἕνα ραβδί καί ξεκινᾶ γιά τό Ἅγιο Ὅρος. Μέ αὐτήν τήν περιβολή, παρουσιάστηκε στό θυρωρό τῆς Μονής Μεγίστης Λαύρας, ὁ ὁποῖος τόν ρωτάει:

-Τί ζητᾶς καί ποιά τέχνη γνωρίζεις;

Κι ἐκεῖνος, κρύβοντας τήν πραγματική του τέχνη γιά νά μήν τόν ἀνακαλύψει ὁ βασιλιάς, ἀπαντά:

– Βοσκός εἶμαι καί ποθῶ νά γίνω μοναχός.

Ὅταν ὁ θυρωρός παρατήρησε ὅτι ἦταν πολύ νέος, ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε ταπεινά μέ τή ρήση του προφήτη Ιερεμία:

-Ἀγαθόν ἀνδρί, ὅταν ἄρη ζυγόν ἐν τῇ νεότητι αὐτοῦ.

Ὁ θυρωρός μετέφερε τήν παράκληση τοῦ Ἰωάννη στόν Καθηγούμενο καί ἐπειδή ἡ Μονή χρειαζόταν ἕνα τέτοιο ἄνθρωπο, ἐκεῖνος τόν δέχθηκε, τόν δοκίμασε γιά λίγο καιρό καί ἀφοῦ τόν ἔκειρε μοναχό, τόν ἔστειλε στό βουνό νά βόσκει τράγους. Έτσι, ὅ ὅσιος πραγματοποίησε τόν πόθο του καί, ἐκτελώντας τή διακονία του, προσευχόταν συγχρόνως ἀπερίσπαστος μέσα στήν ἀγαπημένη τοῦ ἡσυχία. Ὅπως ἦταν φυσικό, ὁ βασιλιάς τόν ἀναζήτησε, ἀλλά δέν μπόρεσε νά τόν βρεῖ πουθενά.

Μία φορά, ἔγινε ἀντιληπτός ἀπό ἕναν ἀσκητή, ὁ ὁποῖος κυριολεκτικά ἔμεινε ἄναυδος ἀπό τή γλυκύτατη φωνή του καί τήν παναρμόνια μελωδία του, ἐνῶ ταυτόχρονα παρατήρησε ὅτι οἱ τράγοι εἶχαν σταματήσει τή βοσκή καί παρακολουθοῦσαν ἐκστατικά τόν ἐξαίρετο ψάλτη! Ὁ ἀσκητής αὐτός ἀνήγγειλε ὅσα εἶδε καί ἄκουσε στόν Καθηγούμενο τῆς Μονῆς, ὁ ὁποίος αρχικά τόν ἐπιτίμησε πού δέν εἶχε ἀποκαλύψει ποιός ἦταν. Μάλιστα, ἔγραψε τά τεκταινόμενα στόν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος συμφώνησε νά μήν ἐνοχλήσει τό μουσικό πού εἶχε δραπετεύσει κυριολεκτικά ἀπό τό παλάτι.

Ἀπό τότε, ὁ Ἰωάννης ζοῦσε στή Λαύρα. Τίς Κυριακές καί ἑορτές ἔψαλλε στό δεξιό χορό τοῦ καθολικοῦ του Μοναστηριοῦ, μαζί μέ τούς ἄλλους ἱεροψάλτες. Δεν προσπαθοῦσε νά ἐντυπωσιάσει κάνοντας ἐπίδειξη τῶν φωνητικῶν του ἱκανοτήτων, ἀλλά ἔψαλλε προσευχόμενος, προκαλώντας στούς ἀκροατές κατάνυξη καί διάθεση γιά προσευχή. Σαγήνευε μέ τή μοναδική καί γλυκύτατη φωνή τοῦ μοναχούς καί λαϊκούς καί ὄχι μόνο ἀνέπεμπε, ἀλλά καί συνέθεσε πολυάριθμα μέλη.

Σέ κάποια παννυχίδα, ἡμέρα Σάββατο τοῦ Ἀκαθίστου, ἀφοῦ εἶχε ψάλλει τόν κανόνα καί τά ἰδιόμελα της Θεοτόκου με κατάνυξη, ἀποκοιμήθηκε γιά λίγο στό στασίδι, κουρασμένος ἀπό τήν ἀγρυπνία. Τότε ἐμφανίστηκε σ΄ἐκεῖνον ἡ Παναγία καί τοῦ εἶπε:

– Χαίροις Ιωάννη, τέκνον μοι. Ψάλλε μοί καί οὐ μή σ ἐγκαταλείπω.

Ταυτόχρονα, τοῦ ἔδωσε ἕνα χρυσό νόμισμα ἐπειδή εἶχε ψάλει πολύ κατανυκτικά τόν ὕμνο της. Αμέσως, ξύπνησε καί βρῆκε στό χέρι τοῦ τό δῶρο τῆς Θεοτόκου. Τό μισό νόμισμα, μαζί μέ τά ἱερά λείψανα τοῦ ὁσίου, βρίσκονται μέχρι σήμερα στό Μοναστήρι τῆς Μεγίστης Λαύρας, ὅπου καί θαυματουργοῦν. Τό ἄλλο μισό ἐζητήθη καί ἐστάλη στή Ρωσία. Ἔκτοτε, ὁ Ἰωάννης ὑπεραύξησε τό ζῆλο του πρός τήν ψαλμωδία καί ἔψαλε στό ναό καθημερινῶς, προσφέροντας τίς ὑπηρεσίες τοῦ στη Μητέρα του Κυριου, ἕως τό θάνατό του.

Τό μουσικό ἔργο τοῦ Ἰωάννου εἶναι πολύ σημαντικό. Ἔγραψε τό «Τέχνη ψαλτική και σημάδια ψαλτικά μετά πάσης χειρονομίας καί συνθέσεως, ποιηθέντα παρά τοῦ Μαΐστορος Ἰωάννου Κουκουζέλους», τό ὁποῖο ἀποτελεῖ θεωρητικό σύγγραμμα μουσικῆς. Συνέθεσε ἄσματα ἐκκλησιαστικά καί δημιούργησε ἕνα βιβλίο μέ τίτλο: «Βιβλίον σύν Θεώ αγιω περιέχον τήν ἅπασαν ἀκολουθίαν τῆς ἐκκλησιαστικῆς τάξεως, συνταχθεῖσαν παρα του Μαΐστορος Ἰωάννου Κουκουζέλους». Τό πιό σημαντικό ἴσως εἶναι ὁ μέγιστος κυκλικός τροχός, ὁ ὁποῖος ἔχει τέσσερις πιό μικρούς (δύο δεξιά – δύο ἀριστερά) καί πού παριστάνουν μέ μαρτυρίες τήν πλάγια πτώση τῶν τεσσάρων πλαγίων ἤχων ἀπό τούς ἀντίστοιχους κύριους ἤχους. Ἐκτός, ὅμως, ἀπο αυτά, ὁ Ἰωάννης συνέθεσε καί ἔγραψε χερουβικά, κοινωνικά, ἀνοιξαντάρια, πολυελέους, πασαπνοάρια, ἀλληλουάρια καί ἄλλα. Τέλος, γιά νά μάθουν οἱ ἐνδιαφερόμενοι νά ψάλλουν μέ βάση τή σημειογραφία του, ἔγραψε τό «Μέγα ἴσον» τῆς Παπαδικῆς. Κατόπιν αὐτῶν, ἄξια νομίζουμε ὀνομάστηκε δευτέρα πηγή τῆς Μουσικῆς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου