28 Σεπ 2020

Ρῆγμα στὶς σχέσεις Θεολογίας καὶ Ἐπιστήμης, ἡ συνεχιζόμενη ἀπὸ Ἐπιστήμονες ἀποϊεροποίηση τῆς Θ. Εὐχαριστίας


Ἡρακλῆς Ρεράκης, Καθηγητὴς Θεολογίας ΑΠΘ 

Μετὰ ἀπὸ τόσες θεολογικὲς ἐμβαθύνσεις ποὺ ἀκούστηκαν καὶ δημοσιεύτηκαν γιὰ τὴ Θ. Εὐχαριστία, ἀνίερη, ἀσεβὴς καὶ ἀσύμφωνη μὲ τὴν ἐπιστημονικὴ δεοντολογία ἐκλαμβάνεται η συνεχιζόμενη ἐπίθεση κάποιων Ἐπιστημόνων, μὲ τὴν εὐθεία ἀμφισβήτηση τοῦ Μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας ἀπὸ Ἕλληνα Καθηγητὴ Γενετικῆς του Πὰν/μίου τῆς Γενεύης, αὐτὴ τὴ φορά, ὁ ὁποῖος ὑποστήριξε ὅτι, λόγω τοῦ κορονοϊοῦ, «θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχει σταματήσει (ἡ Θεία Κοινωνία)».
Ἀπὸ κοινωνικῆς πλευρᾶς, ὁ συνάδελφος θὰ μποροῦσε νὰ ἔχει λάβει ὑπόψη τὴν πνευματικὴ παράδοση καὶ τὰ πιστεύω τοῦ λαοῦ, ἐντός του ὁποίου ἀνατράφηκε πολιτισμικὰ καὶ ὄχι νὰ...
ἔρχεται σὲ εὐθεία ἀντίθεση μαζί του, ὡς Ἐπιστήμονας, ποὺ λειτουργεῖ ἐντός της κοινωνίας καὶ γιὰ τὴν κοινωνία. 

Ἀπὸ πλευρᾶς ἐπιστημολογίας, ἐπίσης, ὡς Ἐπιστήμονας, εἶναι ἀνάγκη νὰ σέβεται καὶ νὰ ὑπηρετεῖ συνειδητὰ τὴν ἐπιστήμη του, ἀλλὰ νὰ δείχνει τὸν ἀπαιτούμενο σεβασμὸ -καὶ ὄχι ἀσέβεια καὶ περιφρόνηση- στὶς ἄλλες ἐπιστῆμες. 

Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία εἶναι μία ἐξαιρετικὰ ἀνεπτυγμένη ἐπιστήμη, ἡ ὁποία ἔχει ἀποδείξει ἐπιστημονικὰ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα λειτουργίας ἐξελίξεως καὶ λειτουργίας της, ἀποτελεῖ μια αντικειμενικᾶ καὶ ἱστορικὰ ὑπαρκτὴ πραγματικότητα καὶ ὄχι μία θρησκευτικὴ φαντασίωση ἢ μία φιλοσοφικὴ ἢ ὀρθολογικὴ ἐπινόηση, ὅπως ὑποστηρίζει ἡ φιλοσοφία τοῦ ὀρθολογικοῦ Διαφωτισμοῦ. 

Ἡ Ἐπιστήμη τῆς Θεολογίας, ποὺ εἶναι ἀπὸ τὶς πρῶτες Ἐπιστῆμες στὴν Εὐρώπη, ὡς θεραπαινίδα τῆς Ἐκκλησίας, ἐρευνᾶ τὰ φαινόμενα «Ἐκκλησία» καὶ «πίστη», στὰ σημεῖα ποὺ εἶναι δυνατὴ ἡ ἔρευνα καὶ ἡ ἐπιστημονική τους μελέτη καὶ ἔχει καταθέσει ἑκατομμύρια τεκμηριωμένων θέσεων καὶ ἑρμηνειῶν, διὰ μέσου τῶν αἰώνων, τόσο γιὰ τὴ Θ. Εὐχαριστία ὅσο καὶ γιὰ ἄλλα ἐκκλησιαστικὰ θέματα. 

Ἡ ἀπόψεις κάποιων λoιμωξιολόγων, ποὺ ὑποστήριξε καὶ ὁ ἐν λόγω γενετιστὴς ὅτι ἡ συμμετοχὴ στὴ Θ. Εὐχαριστία μεταδίδει τον ιὸ covid 19, εἶναι αἴολη καὶ δὲν ἔχει ἐπιβεβαιωθεῖ στατιστικὰ καὶ ἐπιστημονικά. 

Οἱ λοιμωξιολόγοι δὲν λαμβάνουν ὑπόψη τὸ ὅλον, ἀλλὰ τὸ μέρος τῆς Ἐπιστήμης, ἀφοῦ ἀγνοοῦν ἀδικαιολόγητα τὸ γεγονὸς ὅτι ἐντός της ἀνθρώπινης ζωῆς, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ λογικὸ καὶ τὸ ὑλικὸ ποὺ ἐρευνοῦνται, ὑπάρχει καὶ τὸ ὑπερλόγο, τὸ πνευματικὸ καὶ τὸ θεϊκό, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἐρευνηθεῖ, μὲ τὰ περιορισμένα μέτρα τῆς λογικῆς ποὺ διαθέτει ἡ Ἐπιστήμη, παρὰ μόνον μὲ τὴν ἐμπειρία καὶ τὸ βίωμα τῆς πίστεως, ποὺ βρίσκονται καὶ αὐτὰ ἐντός της ἀνθρώπινης ὕπαρξης καί, ἑπομένως, εἶναι ὑπαρκτά. 

Έτσι, οἱ Ἐπιστήμονες δὲν δικαιοῦνται, ἐπιστημονικά, νὰ ἀρνοῦνται καὶ να απορρίπτουν ὅσα δὲν γνωρίζουν, δὲν κατανοοῦν καὶ δὲν ἀποδεικνύονται διὰ τῆς λογικῆς. 

Ἀντίθετα, ὀφείλουν νὰ γνωρίζουν, ταπεινά, τὸ σωκρατικὸ «ἐν οἶδα ὅτι οὐκ οἶδα», ἀφοῦ εἶναι δεδομένο, ἐπιστημονικά, ὅτι περίπου τὸ 80% τῶν στοιχείων ποὺ ἀπαρτίζουν τὸ μεγαλύτερο θαῦμα τῆς ζωῆς, τὸν ἄνθρωπο, εἶναι ἄγνωστα μέχρι σήμερα στὴν Ἐπιστήμη καὶ ὅτι ἐκείνη, παρὰ ταῦτα, προσπαθεῖ νὰ τὰ γνωρίσει καὶ δὲν τὰ ἀμφισβητεῖ οὔτε τὰ ἀφαιρεῖ ἀπὸ τὶς ἐρευνητικές της προσπάθειες. 

Ἡ θρησκευτικὴ πίστη, μὲ ὅλες τὶς λειτουργίες της, ἀποτελεῖ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα καὶ δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἀφοῦ τὰ ζῶα, ὡς γνωστό, οὔτε πιστεύουν, οὔτε ἐκκλησιάζονται, οὔτε κοινωνοῦν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. 

Ὡστόσο, τὸ μέγεθος καὶ οἱ δυνατότητες τῆς πίστεως τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι ὅπως αὐτὴ παρουσιάζεται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ στοὺς τελευταίους στίχους τοῦ κατὰ Μάρκον Εὐαγγελίου, βρίσκεται, ἐν δυνάμει γνώσεως καὶ ἐμπειρίας, στὸν κάθε ἄνθρωπο, διότι ἀφορᾶ στὰ ἄγνωστα θεϊκὰ καὶ θαυματουργικὰ χαρίσματα, ποὺ ἔρχονται ἄνωθεν σὲ αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν στὸν Χριστὸ καὶ στὸ Εὐαγγέλιό Του (Μάρκ. 16, 15-18). 

Αὐτά, ὡς δῶρα πίστεως, δὲν κατανοοῦνται, οὔτε ἑρμηνεύονται λογικά, οὔτε γίνονται ἀποδεκτὰ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ δὲν πιστεύουν, διότι βρίσκονται στὶς μετὰ τὴ λογική, ὑπερλογες γνωστικὲς ἱκανότητες τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ παίρνουν σάρκα καὶ ὀστᾶ, μόνον μέσω τοῦ ὑπερλόγου στοιχείου τῆς πίστεως. 

Ὅλοι οἱ ἐγκλωβισμένοι στὸν Διαφωτισμικὸ ὀρθολογισμὸ εἶναι βέβαιο ὅτι, ὅσο παραμένουν στὰ περιοριστικὰ ὅρια τῆς φυλακῆς τῆς λογικῆς, στεροῦν στὴν ὕπαρξή τους ἀπὸ τὰ δῶρα τῆς πίστεως ποὺ προκαλεῖ καὶ ἑρμηνεύει τὸ Θαῦμα. 

Ἡ πίστη στὸν Ἀληθινὸ Θεὸ – Δημιουργὸ καὶ στὸν Υἱὸ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστὸ ἀπελευθερώνει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἀνεβάζει σὲ ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο, ἐκεῖνο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς «λογικῆς», θὰ λέγαμε, τῆς πίστεως. 

Ἑκατομμύρια θαύματα ἔχουν γίνει καὶ συνεχίζουν νὰ γίνονται στὴν Ἐκκλησία μας καὶ στὴ ζωή μας μὲ τὴ δύναμη τῆς πίστεως, ποὺ ἡ λογική, ὡστόσο, δὲν ἔχει τὰ ἐργαλεῖα νὰ τὰ προσεγγίσει καὶ νὰ τὰ ἑρμηνεύσει. 

Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι τὸ Θαῦμα τῆς Θ. Εὐχαριστίας. 

Τί σημαίνει ὅμως αὐτό; Ὅτι τὸ Θαῦμα, ἐπειδὴ δὲν κατανοεῖται μὲ τὸ μυαλό, ἀπορρίπτεται; 

Τότε ἡ Ἐπιστήμη δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι Ἐπιστήμη, διότι ὑποβιβάζεται σὲ ἰδεολογία, ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἀνατρέψει ὅ, τί δὲν ἔχει ποτὲ ἀνατραπεῖ ἐπιστημονικά, ὅπως εἶναι οἱ θαυμαστὲς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, μία ἀπὸ τὶς ὁποῖες εἶναι καὶ τὸ Μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας. 

Διότι ὅσο καὶ νὰ ἀπορρίπτεται τὸ ὑπαρκτὸ Πνεῦμα καὶ ἡ θαυματουργικὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τοὺς φυλακισμένους στὴ λογική τους ὀρθολογιστὲς τοῦ ἄθεου Διαφωτισμοῦ, δὲν ἀφανίζεται, ἀλλὰ συνεχίζει νὰ ὑπάρχει καὶ μετὰ τὴ δική τους ἄρνηση. 

Οἱ Ἐπιστήμονες, μάλιστα, ὀφείλουν νὰ γνωρίζουν καὶ νὰ σέβονται τὸ γεγονὸς ὅτι καὶ ἡ Θεολογία, ποὺ μελετᾶ καὶ ἐρευνᾶ ὅλα τὰ θέματα τῆς χριστιανικῆς πίστεως εἶναι Ἐπιστήμη καὶ ὄτι δεν ἀποτελεῖ δεῖγμα ἐπιστημονικῆς δεοντολογίας, ἡ ἰδεολογικὰ ἐπενδυμένη προσπάθεια, ὁρισμένων ἀπὸ αὐτούς, νὰ ἀφανίσουν τὸ πνευματικὸ στοιχεῖο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴ ζωή, ὅταν μάλιστα γνωρίζουμε καλῶς ὅτι οὔτε ἡ ἀρχαιοελλληνικὴ οὔτε ἡ μετέπειτα χριστιανικὴ Σοφία, Ἐπιστήμη καὶ Παράδοση ἐπιχείρησε ποτὲ κάτι τέτοιο. 

Ἡ συμμετοχὴ στὴ Θεία Εὐχαριστία, ὡς πρακτικὴ ἔκφραση καὶ ἐφαρμογὴ της πίστεως, ἀποτελεῖ ἐντολὴ καὶ ὁδηγία τοῦ ἴδιου του Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι πρόκειται γιὰ τὴ μετάληψη τοῦ Ἁγίου Του Σώματος καὶ Αἵματος καὶ γιὰ τὴν ἀποδοχὴ τῆς ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου σταυρικῆς Του θυσίας. 

Ἡ Ἐκκλησία ὀνομάζει Μυστήριο τὸ Θαῦμα ποὺ ἐπιτελεῖται στὸ Ποτήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας. 

Πῶς, ἑπομένως, ἕνας Ἐπιστήμονας ἐπιχειρεῖ, μὲ λογικὰ καὶ νοητικὰ ἐργαλεῖα καὶ κριτήρια, νὰ προσεγγίσει ἕνα Μυστήριο καὶ νὰ ἀποφαίνεται γι’ αὐτό; 

Ὁ Ἐπιστήμονας, μπροστὰ σ’ αὐτὸ τὸ παράδοξο καὶ ξένο γιὰ τὸν ἀνθρώπινο λόγο Μυστήριο καὶ σ’ αὐτὴν τὴν ἄκτιστη καὶ ἀνερμήνευτη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, στέκεται σιωπηλὸς καὶ δὲν προσπαθεῖ νὰ τὸ κρίνει καὶ νὰ τὸ ἀξιολογήσει, ὅπως τὰ ἄλλα φυσικὰ γνωστικὰ φαινόμενα καὶ ἀντικείμενα. 

Η Θ. Εὐχαριστία προσεγγίζεται, ἀποκλειστικὰ καὶ μόνον, μὲ τὴ «γνώση» τῆς πίστεως, ποὺ χορηγεῖται μόνον ἀπὸ τὸν Θεό. 

Ὁ ἴδιος ὁ λειτουργὸς καλεῖ τοὺς πιστοὺς νὰ κοινωνήσουν τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου «μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης» καὶ ἐκεῖνοι, μετὰ τὴν Θ. Μετάληψη ἀναφωνοῦν: 

«Εἴδομεν τὸ Φῶς τὸ Ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα Ἐπουράνιον, εὔρομεν πίστη ἀληθῆ». 

Αυτό εἶναι καὶ αὐτὸ προσφέρει στὸν ἄνθρωπο ἡ Θ. Εὐχαριστία: 

Ἀληθινὸ Φῶς, Πνεῦμα ἐπουράνιο καὶ Πίστη ἀληθινή. 

Καὶ ὅμως κάποιοι σύγχρονοι Ἕλληνες Ἐπιστήμονες καὶ Πολιτικοί, τόσο εὔκολα, ἀδιάκριτα καὶ ἀσεβῶς, ἀμφισβητοῦν τὰ τῆς πίστεως, βασιζόμενοι δῆθεν στὴ λογική της Ἐπιστήμης, ὡς νὰ εἶναι ἡ Θ. Εὐχαριστία ἕνα ἐπιστητὸ καὶ κτιστὸ γεγονὸς ποὺ ἐξηγεῖται λογικά. 

Πώς, ὅμως, ἡ Ἐπιστήμη μπορεῖ νὰ ἀνατρέψει, λογικὰ καὶ ἐπιστημονικά, τὸ γεγονὸς ὅτι στὴν ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας δὲν ὑπῆρξε ποτὲ περίπτωση μετάδοσης ὁποιουδήποτε ἰοῦ μέσω τῆς συμμετοχῆς στὴ Θ. Εὐχαριστία; 

Πῶς μπορεῖ νὰ ἑρμηνευτεῖ, ἐπιστημονικά, τὸ πρόσφατο, γνωστὸ σὲ ὅλους, γεγονὸς ὅτι, παρὰ τὴν ἰσχυρὴ συκοφάντηση ποὺ δέχτηκε ἡ Θ. Εὐχαριστία καὶ τὶς δικαστικὲς διώξεις, ποὺ ὑπέστησαν ὁρισμένοι Κληρικοὶ ποὺ τὴν τελοῦσαν, κοινωνώντας τοὺς πιστούς, ἀπὸ τὸν Μάρτιο ἕως τὸν Μάϊο τοῦ 2020, ἤδη ἀπὸ τὶς 18 Μαΐου 2020, ποὺ ἐπιτράπηκε ξανὰ ἡ συμμετοχὴ στὴ Θ. Εὐχαριστία καὶ ἐνῶ ὑπῆρξε ἀθρόα συμμετοχὴ ἑκατομμυρίων πιστῶν σ΄ αὐτήν, δὲν ὑπῆρξε οὔτε μία περίπτωση μετάδοσης τοῦ ἰοῦ μέσω τῆς Θ. Κοινωνίας τόσο σὲ Κληρικοὺς ὅσο καὶ σὲ πιστούς;

2 σχόλια:

  1. Τα χάπια σας παρακαλώ ! Μην τα παραλείπετε !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Διάβασα προσεκτικά το παραπάνω πράγματι αξιόλογο άρθρο και μετά διάβασα με έκπληξη και το σχόλιο του ανώνυμου και ήθελα να του πω ότι το να απαντάς σε ένα κείμενο με θέσεις και προτάσεις με ύβρεις και λάσπη δείχνει και το επίπεδό σου. Αν νομίζεις ότι οι θέσεις του άρθρου δεν είναι σωστές ας τις αποκρούσεις με επιχειρήματα και ας εμπλουτίσεις τον διάλογο με κριτική. Το χαμηλό επίπεδο των ύβρεων που χρησιμοποιείς δείχνει μόνον κακοήθεια και φυσικά καθόλου σεβασμό και ανοχή στον οποιοδήποτε συγγραφέα. Αλίμονο, αν σε ένα πολιτισμένο διάλογο φτάσουμε στο σημείο να βρίζουμε έτσι τον κάθε ένα που γράφει και εκφράζει την άποψή του. Γι αυτό μάλλον θεωρώ ότι ο ανώνυμος έχει ανάγκη από χάπια, μήπως συνέλθει και σκεφτεί πώς να φέρεται ως πολιτισμένος άνθρωπος και τι σημαίνει ελευθερία του λόγου και του διαλόγου. Περαστικά σου ανώνυμε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.