Menu

25 Ιαν 2018

Σύντομη ἀναφορὰ στὸ Σκοπιανὸ ζήτημα

Ἱερὰ Μητρόπολις Πειραιῶς, γραφεῖο ἐπὶ τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν παραθρησκειῶν
Ὅπως διακηρύσσει ὁ μέγας Παῦλος, «ἠμῶν γάρ, [τῶν Χριστιανῶν], τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ’ οὐ καὶ σωτήρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν» (Φιλιπ. 3,20). Καὶ τοῦτο διότι «οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ.13,14). Πραγματικὴ καὶ αἰώνια πατρίδα μας εἶναι ὁ οὐρανός, ἡ ἑτοιμασμένη «ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» Βασιλεία τοῦ Θεοῦ (Ματθ. 25,34), «τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν» (Ρωμ.8,28). Στὸ πρωτοχριστιανικὸ κείμενο «Πρὸς Διόγνητον Ἐπιστολή», ὁ ἄγνωστος συγγραφέας του, ἀναφέρει ὅτι οἱ Χριστιανοὶ «πατρίδας οἰκούσινιδιας, ἀλλ’ ὡς πάροικοι· μετέχουσι πάντων ὡς  πολίται, καὶ πανθ’ ὑπομένουσιν ὡς ξένοι· πάσα ξένη πατρὶς ἐστιν αὐτῶν, καὶ πάσα πατρὶς ξένη» (κεφ. V,4-5).
Ὡστόσο ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἔφερε «ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι», γιὰ νὰ ζήσουμε στὴ γῆ τὴ σύντομη ζωή μας, μᾶς χάρισε καὶ μία ἄλλη, ἐπίγεια πατρίδα, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ...
ἐπιτύχουμε τὸν προορισμό μας, νὰ γίνουμε, δηλαδή, «σύσσωμοι καὶ σύμμορφοι» τοῦ Χριστοῦ μας. 

Ἡ Πατρίδα ὡς ἔννοια καὶ ὡς περιεχόμενο, ὡς τόπος κατοικίας ἑνὸς λαοῦ, μὲ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά, μὲ γλώσσα, μὲ ἱστορία καὶ παραδόσεις, δὲν ἀπαξιώνεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἀντίθετα μάλιστα ἀποτελεῖ ἀξία, ἡ ὁποία βρίσκει θέση στὸν αἰώνιο λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἤδη στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, στὸ βιβλίο τοῦ Δευτερονομίου ἀναφέρεται ὅτι: «ὄτε διεμέριζεν ὁ Ὕψιστος ἔθνη, ὡς διέσπειρεν υἱοὺς Ἀδάμ, ἔστησεν ὅρια ἐθνῶν κατὰ ἀριθμὸν ἀγγέλων Θεοῦ» (32,8). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν ὁμιλία του στὸν Ἄρειο Πάγο ἀναφέρει ὅτι «ἐποίησέ τε ἐξ’ ἑνὸς αἵματος πᾶν ἔθνος ἀνθρώπων κατοικείν ἐπί πᾶν τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, ὁρίσας προστεταγμένους καιροὺς καὶ τὰς ὁροθεσίας τῆς κατοικίας αὐτῶν» (Πράξ. 17,26). 

Ἐπίσης ὁ Χριστὸς κλαίει γιὰ τὴν Ἱερουσαλήμ, τὴν πρωτεύουσα τῆς ἐπιγείου Πατρίδος Του, ἐκφράζοντας τὸ παράπονό Του γιὰ τὴν ἀμετανοησία τῶν κατοίκων της, πράγμα ποὺ δείχνει τὸ πατριωτικό Του συναίσθημα: «Καὶ ὡς ἤγγισεν, ἰδὼν τὴν πόλιν ἔκλαυσεν ἐπ΄ αὐτὴ» (Λουκ. 19,41). Τὸ ἴδιο παράπονο ἐκφράζει καὶ σὲ ἄλλη περίπτωση: «Ἱερουσαλήμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὂν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τὰ νοσσία ἐαυτῆς ὑπό τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε. ἰδοὺ ἀφίεται ὑμὶν ὁ οἶκος ὑμώνερημος» (Ματθ. 23,37-38). Ἐὰν λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἀγαποῦσε τὴν ἐπίγεια πατρίδα Του, γιατί δὲν θὰ πρέπει καὶ ἐμεῖς νὰ ἀγαποῦμε τὴ δική μας;

Ἰδιαίτερα ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες ἔχουμε βαθειὰ ἀποτυπωμένη στὴν ἰδιοσυγκρασία μας τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν πατρίδα καὶ τὴν ἐλευθερία. Οἱ προαιώνιοι καὶ διαχρονικοὶ ἀγῶνες τῶν προγόνων μας γιὰ τὴν ἐλευθερία, ἀλλὰ καὶ ὁ ἐθνικός μας ὕμνος, ποὺ εἶναι ἕνας ὕμνος πρὸς τὴν ἐλευθερία, γραμμένος ἀπὸ τὸν ἐθνικό μας ποιητὴ Διονύσιο Σολωμό, καταδεικνύουν αὐτὴ τὴν ἀγάπη, ἡ ὁποία βεβαίως οὐδόλως ἀντιτίθεται στὴν παγκοσμιότητα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας.

Πέρα ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν ἐλευθερία ἔχουμε ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες βαθιὰ ριζωμένη μέσα στὴν ὕπαρξή μας, μέσα στὰ γονίδια τῆς ἐθνική μας αὐτοσυνειδησίας καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν ἀλήθεια. Ὅταν δὲ αὐτὴ ἡ ἀλήθεια ἦρθε στὸν κόσμο καὶ σαρκώθηκε ὡς Αὐτοαλήθεια, ὡς ὁ σαρκωμένος Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἐμεῖς Τὸν πιστεύσαμε, Τὸν ἀγαπήσαμε καὶ Τὸν ἐγκολπωθήκαμε περισσότερο ἴσως ἀπὸ κάθε ἄλλον λαὸ τῆς οἰκουμένης, Τὸν κρατήσαμε ὡς πολύτιμο θησαυρὸ καὶ Τὸν μεταλαμπαδεύσαμε καὶ σὲ ἄλλους λαούς. 

Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς εὐλόγησε τὸ ἔθνος μας μ’ ἕνα ξεχωριστὸ τρόπο. Ἡ ἰδιαίτερη εὐλογία του φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι εὐδόκησε νὰ γραφτεῖ τὸ Εὐαγγέλιο ἀπὸ τοὺς θεόπνευστους συγγραφεῖς της, δηλαδὴ ὅλα τὰ βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης, στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, ποὺ ἦταν ἡ παγκόσμια γλώσσα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, (1ος αἰώνας μ.Χ.). Εὐδόκησε ὁ Θεὸς ὥστε τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς παγκόσμιας Πατερικῆς Γραμματείας νὰ ἔχει γραφεῖ ἀπὸ ἕλληνες Πατέρες. Εὐδόκησε ὁ Θεὸς τὸ εὐλογημένο ἔθνος μας νὰ ἀναδείξει μυριάδες ἁγίων μαρτύρων καὶ ὁσίων καὶ τὸ χῶμα αὐτὸ ποὺ πατοῦμε σήμερα ἐμεῖς οἱ νεοέλληνες, νὰ εἶναι ποτισμένο μὲ αἵματα ἁγίων καὶ ἡρώων τῆς πίστεως καὶ τῆς πατρίδος μας. 

Δυστυχῶς ἡ κεντρικὴ καὶ μεγάλης γεωστρατηγικῆς σημασίας θέση της στὴν ὑφήλιο, στὸ σταυροδρόμι τριῶν ἠπείρων, μᾶς ἔταξε νὰ περιστοιχιζόμαστε ἀπὸ λαούς, οἱ ὁποῖοι στὸ διάβα τῶν αἰώνων, τὴν ἐπιβουλεύονται καὶ τὴν ὑπονομεύουν. Τὶς τελευταῖες δεκαετίες ἕνας ἀκόμη ἐπίβουλος γειτονικός μας λαὸς ἀμφισβητεῖ τὴν ἐδαφικὴ ἀκεραιότητά της. Πρόκειται γιὰ τὸ τεχνητὸ κρατίδιο τῶν Σκοπίων, στὰ βόρεια σύνορά μας, τὸ ὁποῖο δημιουργήθηκε τὸν 20ο αἰώνα, γιὰ νὰ προωθήσει διεθνῆ συμφέροντα στὸν εὐρύτερο χῶρο τῆς Βαλκανικῆς. Ὁ λαὸς αὐτός, παρ’ ὅτι ἀδύναμος, (ἀριθμητικά, οἰκονομικά, πολιτισμικά, κλπ.), προβάλλει ἀπίστευτα παράλογες ἀξιώσεις εἰς βάρος τῆς ἐθνικῆς μας ἱστορίας καὶ τῆς ἐδαφικῆς μας ἀκεραιότητας.

Ἐπειδὴ στερεῖτο ἱστορικῆς παραδόσεως, σφετερίστηκε τὴ δική μας καὶ τὴν οἰκειοποιήθηκε, γιὰ νὰ ἔχει τὴν ψευδαίσθηση ὅτι ἔχει «λαμπρὰ ἱστορικὴ συνέχεια». Σφετερίστηκε τὴν ἱστορικὴ μνήμη καὶ παράδοση τῆς ἑλληνικῆς μας Μακεδονίας, παραβλέποντας πὼς δὲν ἔχει τὴν παραμικρὴ σχέση μὲ τὴν ἀρχαία Μακεδονία τοῦ μεγάλου Ἀλεξάνδρου καὶ τῶν διαδόχων του, ποὺ ἦταν γνήσιοι ἕλληνες καὶ ὁμιλοῦσαν τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα. Καὶ τοῦτο διότι ὁ λαὸς αὐτὸς εἶναι οὐσιαστικὰ σλαβικός, ὁ ὁποῖος ἐγκαταστάθηκε περὶ τὸν 7ο μ. Χ. αἰώνα σὲ περιοχὴ τῆς εὐρύτερης ἀρχαίας Μακεδονίας. Ἀποσιωπώντας τὸ γεγονὸς αὐτὸ καὶ παραχαράσσοντας τὴν ἱστορία, ἐμφανίζεται ὡς «μακεδονικὸς» μὲ δική του «μακεδονικὴ γλώσσα», ὥστε νὰ κατασκευάσει «μακεδονικὴ ἐθνότητα». Καὶ τὸ χειρότερο, καλλιεργεῖ ἀλυτρωτικὴ ἰδεολογία, στοχεύοντας στὴν «ἀπελευθέρωση τῶν ἐδαφῶν», ποὺ βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ κυριαρχία καὶ στὴν ἐνοποίησητης Μακεδονίας στὶς ἀρχαῖες ἐδαφικές της διαστάσεις ὑπὸ τὴ δική του κυριαρχία.

Στὶς παράλογες ἐθνικιστικές του πρακτικὲς ἐνέπλεξε καὶ τὴν τοπικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ποὺ βρίσκεται στὰ γεωγραφικὰ ὅρια τοῦ σημερινοῦ κράτους τῶν Σκοπίων. Πρόκειται γιὰ τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ὀχρίδας, ἡ ὁποία προέκυψε ἀπὸ τὴν διάσπαση τῶν τριῶν νοτιοτέρων ἐπαρχιῶν τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τῶν Μητροπόλεων Σκοπίων, Ζλετόβου - Στρωμνίτσας, Ἀχρίδας– Βιτωλίων, τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1958. Μὲ τὴν ἵδρυσή της, τὸ 1958, βρισκόταν σὲ κανονικὴ ἑνότητα μὲ τὸ Σερβικὸ Πατριαρχεῖο. Τὸ 1967 ὅμως ἀνακήρυξε τὸ αὐτοκέφαλό της μὲ ἀποτέλεσμα ἡ ἔκτακτη Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας, τὸ Σεπτέμβριο τοῦ ἴδιου ἔτους, νὰ κηρύξει τὴν ἡγεσία τῆς Σλαβομακεδονικῆς Ἐκκλησίας σχισματική. Ἔκτοτε καὶ μέχρι σήμερα παραμένει σχισματική, ἀφοῦ καμιὰ τοπικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν τὴν ἀναγνώρισε.

Τὸ κρατίδιο τῶν Σκοπίων ἕλκει τὴν ὕπαρξή του ἀπὸ τῆς συστάσεως τῆς Λαϊκῆς Δημοκρατίας τῆς Γιουγκοσλαβίας, (29.11.1943), μὲ τὴν νίκη τῶν παρτιζάνων κομμουνιστῶν, ὑπὸ τὴν ἡγεσία τοῦ Κροάτη Τίτο. Γιὰ νὰ ἀποδυναμωθεῖ ἡ Σερβία, ἡ ὁποία ἦταν καὶ τὸ μεγαλύτερο ἀπὸ τὰ κράτη τῆς ὁμοσπονδιακῆς Γιουγκοσλαβίας, ἀποφασίστηκε ἡ δημιουργία ἑνὸς ἀκόμα κρατιδίου, στὰ νότια σύνορά της, στὴν περιοχή, ἡ ὁποία εἶχε τὴν ὀνομασία Βαρδανία. Ὀνομάστηκε δὲ ὡς «Δημοκρατία τοῦ Βαρδάρη». Ὅμως ἀμέσως μετὰ τὰ κομμουνιστικὰ κόμματα τῆς περιοχῆς υἱοθέτησαν τὸν πανσλαβισμὸ καὶ τὸν χρησιμοποίησαν γιὰ νὰ ἐλέγξουν τὴν Βαλκανική. Ὁ ἴδιος ὁ Τίτο, ἀφοῦ ἀποστασιοποιήθηκε ἀπὸ τὴν Σοβιετικὴ Ἕνωση, ὁραματίστηκε τὴ δική του κομμουνιστικὴ ἕνωση τῶν Βαλκανίων, μὲ αὐτὴ τῶν ἔξι κρατῶν καὶ ἕντεκα ἐθνῶν καὶ πολλῶν μικροτέρων ἐθνοτήτων τῆς Γιουγκοσλαβίας.

Θέλησε νὰ δημιουργήσει τὴ δική του «ὑπερδύναμη», μὲ τὸν «τρίτο δρόμο πρὸς τὸ σοσιαλισμό». Μία ἀπὸ αὐτὲς ἦταν καὶ ἡ «μακεδονικὴ ἐθνότητα», ἡ ὁποία ἐκτείνονταν σὲ τρία κράτη, τὴν Βαρδανία, τὴν Βουλγαρία καὶ τὴν Ἑλλάδα. Ἡ Βαρδανία καὶ Βουλγαρία ἦταν ὑπὸ κομμουνιστικὴ ἐπιρροή. Τὸ πρόβλημα ἦταν ἡ Ἑλλάδα. Γι’ αὐτὸ μετονόμασε τὴ Βαρδανία σὲ «Μακεδονία», γιὰ νὰ μπορέσει ἔτσι νὰ προωθήσει τὴν κυοφορούμενη «μακεδονικὴ ἐθνότητα», ἡ ὁποία θὰ προήρχετο ἀπὸ τὴν μελλοντικὴ ἐνοποίηση τῆς Μακεδονίας. Ἄλλος μεγάλος ὁραματισμὸς τοῦ Τίτο ἦταν ἡ ζωτικὴ ἔξοδος πρὸς τὸ Αἰγαῖο. Γι’ αὐτὸ ἡ ἑλληνικὴ Μακεδονία ὀνομάστηκε καὶ «Μακεδονία του Αἰγαίου».Τὰ κομμουνιστικὰ κόμματα τῆς Βαλκανικῆς υἱοθέτησαν αὐτὴ τὴν ἐνέργεια. Τὸ ΚΚΕ, τάχθηκε ἐνθουσιωδῶς ὑπὲρ τῆς «αὐτοδιάθεσης τοῦ μακεδονικοῦ λαοῦ»!

Δυστυχῶς οἱ μεταπολεμικὲς ἑλληνικὲς κυβερνήσεις δὲν ἔδωσαν ἰδιαίτερη σημασία στὸ ἐθνικὸ πρόβλημα, τὸ ὁποῖο ὅμως μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἔπαιρνε ὅλο καὶ μεγαλύτερες διαστάσεις. Προφανῶς, ἐπειδὴ ὁ Τίτο ἀπολάμβανε τὴν ὑποστήριξη τῶν δυτικῶν κυβερνήσεων, λόγω τῆς ἀποστασιοποίησής του ἀπὸ τὴ Σοβιετικὴ Ἕνωση, οἱ ἑλληνικὲς κυβερνήσεις «ἔπαιρναν γραμμὴ» νὰ μὴ δημιουργήσουν προβλήματα σ’ αὐτόν. Μετὰ τὴ διάλυση τῆς Γιουγκοσλαβίας τὸ 1991 φάνηκε ἀκόμη πιὸ ξεκάθαρα ἡ σοβαρότης τοῦ προβλήματος καὶ ἡ ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη ὑπεύθυνης καὶ ὁριστικῆς ἐπιλύσεώς του.

Τὸ ἀνεξάρτητο πιὰ κρατίδιο τῶν Σκοπίων ἀπαίτησε νὰ ἀναγνωρισθεῖ ἀπὸ τὴν διεθνῆ κοινότητα, ὅπως εἶχε δημιουργηθεῖ ἀπὸ τοὺς τέως πάτρωνές του κομμουνιστὲς ὡς «Δημοκρατία τῆς Μακεδονίας», ὡς «μακεδονικὸ ἔθνος», μὲ γλώσσα του τὴ «μακεδονική». Τὸ χειρότερο ἀπ’ ὅλα, ψήφισε Σύνταγμα, στὸ ὁποῖο γίνεται λόγος γιὰ «ἀπελευθέρωση ἀλύτρωτων μακεδόνων» καὶ γιὰ «κατεχόμενα μακεδονικὰ ἐδάφη». Δυστυχῶς καὶ πάλι οἱ ἑλληνικὲς κυβερνήσεις, ἀκόμη καὶ μετὰ ἀπὸ τὶς ἀνησυχητικὲς αὐτὲς ἐξελίξεις, δὲν μπόρεσαν νὰ ἀξιολογήσουν τὴ σοβαρότητα τοῦ προβλήματος καὶ νὰ προχωρήσουν στὶς δέουσες ἐνέργειες μὲ ἀποφασιστικότητα καὶ ὑπευθυνότητα, ὥστε νὰ τὸ ἀντιμετωπίσουν μὲ ἐπιτυχία.

Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν ὅτι προϊόντος τοῦ χρόνου ἡ διεθνὴς κοινότητα ἔβλεπε πλέον «μὲ καλὸ μάτι» τὶς ἀξιώσεις τῶν Σκοπίων. Ὅλα σχεδὸν τὰ κράτη ἀναγνώρισαν τὴν κρατική του ὀντότητα μὲ τὸ ὄνομα «Μακεδονία». Ἐμεῖς ἀρκεστήκαμε στὴν ὑβριδικὴ ὀνομασία «Πρώην Γιουγκοσλαβικὴ Δημοκρατία τῆς Μακεδονίας». Ὁ λαὸς μας ἔκαμε «λαοσυνάξεις», οἱ ὁποῖες ὅμως ἐλάχιστα ὠφέλησαν τὸ ἐθνικὸ ζήτημα. Ἀντίθετα οἱ σκοπιανοὶ ἄρχισαν μία γιγαντιαία προσπάθεια, μὲ θρασεῖς ἐνέργειες, γιὰ νὰ προωθήσουν τὶς ἀξιώσεις τους. Ταυτόχρονα, μία πληθώρα ἑλλήνων ἐπιχειρηματιῶν μετακόμισαν τὶς δραστηριότητές τους στὸ κρατίδιο αὐτό, διότι τοὺς παρεῖχε μεγαλύτερες δυνατότητες γιὰ μεγαλύτερα κέρδη.

Τὸν τελευταῖο καιρὸ τὸ κρατίδιο ἀντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα καὶ γιὰ νὰ ἐπιβιώσει ζητὰ νὰ ἐνταχθεῖ στὸ Ν.Α.Τ.Ο. καὶ τὴν Ε.Ε. Ἀλλὰ οἱ ἐκκρεμότητες μὲ τὴν Ἑλλάδα τὸ ἐμποδίζουν. Γι’ αὐτὸ καὶ ξεκίνησε πρόσφατα ἕνας νέος κύκλος διαπραγματεύσεων, οἱ ὁποῖες ἐπικεντρώνονται κυρίως στὸν καθορισμὸ τοῦ ὁνόματος. Ἡ ἑλληνικὴ κυβέρνηση «στριμωγμένη» ἀπὸ τὴν διεθνῆ κοινότητα, ἄρχισε συνομιλίες, ὑπὸ τὴν διαμεσολάβηση τοῦ ἐκπροσώπου τοῦ ΟΗΕ Μ. Νίμιτς. Συζητοῦν κάποιας μορφῆς ὄνομα, τὸ ὁποῖο θὰ συμπεριλαμβάνει τὸ ὄνομα τῆς Μακεδονίας. Τὸ πρόβλημα ὅμως εἶναι ὁ ἀλυτρωτισμός, ποὺ ἐμπεριέχεται στὸ Σύνταγμα τοῦ κρατιδίου, στὴν ἐθνικότητα καὶ στὴν βουλγαρικὴ διάλεκτο, ποὺ ἐμφανίζεται ὡς δῆθεν μακεδονικὴ γλώσσα.

Ὁ λαός μας ὅμως ἀντέδρασε καὶ διοργάνωσε πρὶν ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες (21.1.2018) μεγαλειῶδες συλλαλητήριο στὴ Θεσσαλονίκη, στὸ ὁποῖο συγκεντρώθηκαν περισσότερο ἀπὸ 300.000 λαοῦ, διακηρύσσοντας ὅτι «ἡ Μακεδονία εἶναι μία καὶ εἶναι ἑλληνικὴ» καὶ διαφωνώντας κάθετα σὲ ὁποιαδήποτε ὀνομασία, ποὺ θὰ περιέχει τὸν ὄρο «Μακεδονία». Παράλληλα μὲ τὴν μαζική του συμμετοχὴ ἔστειλε ἕνα ξεκάθαρο μήνυμα στὸ γειτονικὸ λαό, ὅτι οἱ ὁραματισμοὶ καὶ οἱ φιλοδοξίες του γιὰ ἀπελευθέρωση «ἀλύτρωτων πατρίδων» δὲν πρόκειται νὰ «περάσουν».

Κλείνοντας ἐπισημαίνουμε γιὰ μία ἀκόμη φορᾶ τὶς τεράστιες εὐθύνες τῶν πολιτικῶν μας ἡγετῶν τῶν τελευταίων δεκαετιῶν. Ἄφησαν ἕνα πρόβλημα νὰ ἀνδρωθεῖ, χωρὶς νὰ τὸ ἀντιμετωπίσουν ἐν τῇ γενέσει του. Ἀλλὰ καὶ στὴ σημερινὴ χρονικὴ συγκυρία συνεχίζουν τὰ λάθη τους. Συνεχίζουν νὰ χρησιμοποιοῦν τὰ ἐθνικά μας θέματα γιὰ μικροπολιτικὰ παιχνίδια. Δὲν θέλουν νὰ δοῦν ὅτι τὸ πρόβλημα ὕπαρξης τὸ ἔχουν τὰ Σκόπια καὶ ὡς ἐκ τούτου θὰ ἔπρεπε νὰ παραμείνουν ὅλες οἱ πολιτικὲς παρατάξεις σύσσωμες καὶ σταθερὲς ἀπένατι στὶς παράλογες ἀπαιτήσεις τῶν σκοπιανῶν.

Ἐλπίζουμε ὁ κυβερνητικὸς συνασπισμὸς ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ καὶ τὰ ἄλλα κόμματα τοῦ πολιτικοῦ φάσματος νὰ ἀρθοῦν στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων καὶ νὰ προασπίσουν τὰ ἐθνικά μας συμφέροντα, διότι ἡ ἱστορία δὲν συγχωρεῖ λάθη καὶ τὸ χειρότερο, ἀμέλειες καὶ ὑποχωρήσεις. Τὸ τρισχιόχρονο ὄνομα τῆς Ἑλληνικῆς Μακεδονίας μας, τὸ ὁποῖο μαρτυρεῖται περίτρανα ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, (βιβλίο Μακκαβαίων), ἀπὸ τὰ ἀρχαιολογικὰ εὐρήματα τῆς Βεργίνας, ὅπου καὶ οἱ τάφοι τοῦ βασιλέως τῆς Μακεδονίας Φιλίππου τοῦ Β΄, (καὶ ἄλλων Μακεδόνων βασιλέων), καὶ τὰ διαχρονικὰ ἑλληνικὰ ἔργα τοῦ Ἀριστοτέλους καὶ τοῦ Πρωταγόρα, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἱστορία μας, δὲν εἶναι κτῆμα καμιᾶς κυβερνήσεως, καὶ δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ τὸ πουλήσει σὲ κανέναν! 

Ἐκ τοῦ Γραφείου ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων καὶ τῶν Παραθρησκειῶν
Ἐν Πειραιεῖ τῇ 25ῃ Ἰανουαρίου 2018

1 σχόλιο: