Menu

4 Αυγ 2012

Κυριακὴ Θ΄ Ματθαίου

Γράφει ὁ πατὴρ Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
 (Μάτθ. ΙΔ΄, 22 – 34)
Τὰ πλήθη εἶχαν χορτάσει ἀπὸ τὸ καταπληκτικὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ἄρτων καὶ δύο ἰχθύων, καὶ τώρα ζητοῦσαν νὰ κάνουν βασιλέα τοὺς τὸ μεγάλο Ραββί. Ὁ ἐνθουσιασμὸς ἦταν τόσο ἰσχυρός, ὥστε ἄρχισαν νὰ ἐπηρρεάζονται ἀκόμα καὶ αὐτοὶ οἱ μαθητές. Γι' αὐτὸ ὁ Κύριος δίνει ἐντολή “ηναγκασέν τους μαθητάς” να μποῦν στὸ πλοῖο νὰ φύγουν καὶ νὰ τὸν περιμένουν στὴν ἀπέναντι ὄχθη τῆς Καπερναούμ.
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος μᾶς περιγράφει κατὰ συγκλονιστικὸ τρόπο τὴ νυκτερινή τους περιπέτεια καὶ κυρίως αὐτὸ τὸ γεγονὸς ποὺ ἔζησε ὁ ἴδιος ὁ Ἄπ. Πέτρος καὶ ποὺ ἔχει τόσα νὰ πεῖ στὸν καθένα μας.
             Τί ἀκριβῶς συνέβη; Τὸ πλοῖο, μέσα στὴ νύχτα “ην βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων” λογώ του ὅτι ὁ ἄνεμος ποὺ ξέσπασε αἰφνιδίως ἦταν ἐνάντιος.
            Ἀλλὰ ἂς παρακολουθήσουμε κι ἐμεῖς μὲ κομμένη τὴν ἀνάσα τὰ περιστατικά, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Ματθαῖος τὰ ἔζησε καὶ μᾶς τὰ ἄφησε ὡς πολύτιμη παρακαταθήκη μέσα στὸ Εὐαγγέλιό του.
            “Κατά τὴν τετάρτη δὲ βάρδια τῆς νύχτας (ὥρα 3 ἕως 6) πῆγε πρὸς αὐτοὺς...
ὁ Ἰησοῦς περιπατώντας πάνω στὴ λίμνη. Καὶ ὅταν οἱ μαθηταὶ τὸν εἶδαν νὰ περιπατεῖ ἐπάνω στὰ νερὰ τῆς λίμνης, ταράχθηκαν νομίζοντας ὅτι εἶναι φάντασμα, καὶ ἀπὸ τὸ φόβο τοὺς ἔβγαλαν κραυγή. Ἀμέσως δὲ ὁ Ἰησοῦς τοὺς μίλησε λέγοντας: Ἔχετε θάρρος! Ἐγὼ εἶμαι. Μὴ φοβεῖσθε. Τότε ὁ Πέτρος τοῦ μίλησε καὶ εἶπε: “Κύριε, ἐὰν εἶσαι ἐσύ, διάταξε μὲ νὰ ἔλθω σὲ σένα (περπατώντας) πάνω στὰ νερά”. Αὐτὸς δὲ εἶπε: “Ἔλα”. Τότε ὁ Πέτρος κατέβηκε ἀπὸ τὸ πλοῖο καὶ περπάτησε πάνω στὰ νερά, γιὰ νὰ πάει στὸν Ἰησοῦ. Ἀλλὰ βλέποντας τὸν ἄνεμο ἰσχυρὸ φοβήθηκε, καὶ ἀρχίζοντας νὰ βυθίζεται φώναξε δυνατὰ καὶ εἶπε: “Κύριε, σῶσε μέ!”. Ἀμέσως δὲ ὁ Ἰησοῦς ἅπλωσε τὸ χέρι, τὸν ἐπίασε καὶ τοῦ λέγει: “Ὀλιγόπιστε! Γιατί φοβήθηκες;” καὶ ὅταν μπῆκαν στὸ πλοῖο, κόπασε ὁ ἄνεμος. Καὶ ὅσοι ἦταν στὸ πλοῖο ἦλθαν καὶ τὸν προσκύνησαν λέγοντας: “Ἀληθινὰ εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεού”. Ἔτσι, ἀφοῦ διαπεραιώθηκαν, ἦλθαν στὴν περιοχὴ τῆς Γενησαρέτ” (Μάτθ. ΙΔ΄, 25 – 34).
            Ἐντυπωσιάζει καὶ γεμίζει τὴν καρδιὰ μᾶς πίστη καὶ ἐλπίδα ὁ λόγος τοῦ Κυρίου: “Θαρρσεῖτε! Ἐγὼ εἰμί. Μὴ φοβεῖσθε”. Ἔχετε θάρρος! Ἐγὼ εἶμαι. Μὴ φοβάστε.
            “Εγώ εἰμί”!
            Αὐτὴ τὴ φράση ἐὰν θελήσουμε νὰ τὴν ἀναπτύξουμε σὲ ὅλο τὸ βάθος καὶ τὸ πλάτος, θὰ πρέπει νὰ γεμίσουμε ὁλόκληρα βιβλία, ἀφοῦ περικλείει τόσο δογματική, ὅσο καὶ πνευματικὴ – ἠθικὴ ἀποκαλυπτικὴ διδασκαλία!
            Τοῦτο μόνο σημειώνουμε τώρα στὸ “Ἐγὼ εἰμί”!
            Οἱ δύο αὐτὲς λέξεις δὲν εἶναι καθόλου τόσο ἁπλὲς ὅσο ἐνδεχομένως ὁρισμένοι τὶς ἐκλαμβάνουν. Ἀποκαλύπτουν τὴν Θεότητα καὶ τὴν πανταχοῦ παρουσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ!
            Ὅταν ἀποκαλύπτεται ὡς ἄσαρκος Λόγος στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ἀποκαλύπτεται ἀκριβῶς μὲ τὸ “Ἐγὼ εἰμί”.“Εγώ εἰμὶ ὁ Ὠν”! (Ἐξ. Γ΄, 13 – 15).
            Ἐγὼ εἶμαι Ἐκεῖνος δήλ. Ὁ Ὁποῖος ὑπάρχει. Ὑπάρχω μόνος μου, χωρὶς νὰ ἐξαρτῶμαι ἀπὸ κανέναν ἄλλον. Εἶμαι πάντα ὁ ἴδιος!
            Ἀλλὰ καὶ στὸν χῶρο τώρα τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὅταν ἔδινε στοὺς Ἰουδαίους ὁ Κύριος τὶς ὕψιστες μαρτυρίες περὶ τοῦ ἑαυτοῦ Του, μεταξὺ τῶν ἄλλων εἶπε: “Ἀμὴν ἀμὴν λέω ὑμίν, πρὶν Ἀβραὰμ γενέσθαι, ἐγὼ εἰμὶ” (Ἰωάν. Η', 58). Δηλαδή ἐν πάση ἀληθεία σᾶς λέγω ὅτι προτοῦ νὰ γίνει καὶ νὰ γενννηθεῖ ὁ Ἀβραάμ, Ἐγὼ εἰμί.(ὄχι ἤμην, ὄχι ὑπῆρχα) ἀλλὰ Ἐγὼ ὑπάρχω. Ἐγὼ εἶμαι. (Ἀϊδίως, συνεχῶς καὶ πρὸ τῶν αἰώνων)!
            Ἀλήθεια, χρειαζόμαστε τρανότερες ἀποδείξεις περὶ τῆς πανταχοῦ παρουσίας τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ; Ὁ ἴδιος δίνει τὴν μαρτυρία καὶ ἀποκαλύπτει τὴ Θεϊκή του φύση.
            Καὶ γιὰ νὰ μὴν μείνει οὐδεμία ἀμφιβολία περὶ τῆς δογματικῆς ἀληθείας ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτει ἡ φράση “Ἐγὼ εἰμί”, ἂς δώσουμε τὸν λόγο στὸν μαθητὴ τῆς Ἀγάπης. Ἂς μᾶς ὁδηγήσει στὰ ὕψη τῆς ἀποκαλύψεως ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. “...μὴ φοβοῦ, ἐγὼ εἰμὶ ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος” (Ἀποκ. Ά΄, 17). “...καὶ γνώσονται πᾶσαι οἱ ἐκκλησίαι ὅτι ἐγὼ εἰμὶ ὁ ἐρευνῶν νεφροὺς καὶ καρδίας, καὶ δώσω ὑμὶν ἐκάστω κατὰ τὰ ἔργα ὑμών” (Ἀποκ. Β΄, 23). “Εγώ τὸ Α καὶ τὸ Ὤ, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος, ἀρχὴ καὶ τέλος” (Ἀποκ. ΚΒ΄, 13).
            Πόσο πράγματι, θὰ πρέπει νὰ χαιρόμαστε, διότι ἀνήκουμε ὀργανικὰ στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στὴν Ἁγία μας δηλαδὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ποὺ διαφυλάττει ἀλλὰ καὶ ἑρμηνεύει αὐθεντικῶς τὸν ζωντανὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, τὴν Ἁγία Γραφή; Ἀλλὰ καὶ πόσες ἀπροσμέτρητες ὑποχρεώσεις συνεπάγεται γιὰ ἐμᾶς τώρα αὐτὴ ἡ ὄντως οὐράνια εὐλογία!
            Καὶ ναὶ μὲν ἡ δογματικὴ διδασκαλία εἶναι αὐτὴ ποὺ ἐδράζει ἀκλινῶς τὸ ὅλον οἰκοδόμημα τὴν Ὀρθοδόξου Πνευματικότητας. Διότι, ἐὰν ἀλλοιωθεῖ ἡ βάσις, τὸ οἰκοδόμημα, ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ καταρρεύσει. Καὶ ἡ βάση δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν πίστη στὴν Θεότητα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ δηλαδὴ ποὺ ὁμολόγησαν ὅσοι ἤσαν στὸ πλοῖο λέγοντας: “Ἀληθῶς Θεοῦ Υἱὸς εἴ”. Δηλαδή, εἶσαι Θεός. (Ὅπως ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι καὶ αὐτὸς ἄνθρωπος, ἔτσι καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, εἶναι Θεός).
            Ἀλλὰ ἂς περάσουμε τώρα νὰ δοῦμε ἕνα δίδαγμα χρησιμότατο ποὺ ξεπροβάλλει μπροστὰ στοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ νοός μας.
            Χωρὶς ἀμφιβολία, δὲν εἶναι πάντοτε ἤρεμη καὶ ἀκύμαντη ἡ ζωή μας, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ μὲ τὴ θάλασσα. Ἴσως μάλιστα, θὰ λέγαμε, ὅτι τὶς περισσότερες φορὲς ἡ θάλασσα τῆς ζωῆς ὑψώνει τὰ κύματά της γιὰ νὰ μᾶς καταπιεῖ καὶ ἐλάχιστη εἶναι ἡ γαλήνη κατὰ τὴν ὁποία μπορεῖ νὰ ἀπολαμβάνει κανεὶς τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὴν ἡσυχία.
            Νὰ ἀναφερθοῦμε σὲ περιπτώσεις καὶ παραδείγματα προσωπικῆς, οἰκογενειακῆς καὶ κοινωνικῆς ἀναταραχῆς ποῦ ὄντως ὁ ἄνεμος εἶναι ἐνάντιος; Μά, ὅλοι ζοῦμε μέσα στὴν κοινωνία καὶ θέλοντας καὶ μὴ βλέπουμε καὶ ἀναλόγως τὶς εὐαισθησίες μας, βιώνουμε τὶς φουρτοῦνες ἢ ἀλλοίμονο τὰ ναυάγια τῶν συγγενῶν τῶν φίλων καὶ τῶν γνωστῶν.
            Τί ἀσθένειες (ψυχικὲς καὶ σωματικές), τί οἰκονομικὲς στενοχώριες, τί συκοφαντίες, τί θλίψεις, τί ἐθνικὲς ἐπιπλέον περιπέτειες, ποὺ ἔρχονται νομοτελειακῶς, ὅταν ξεφεύγουμε ἀπὸ τὸ δρόμο τὸν ὀρθό... Ἀλλὰ ἐδῶ ἀκριβῶς χρειάζεται ἡ γενναιότητα καὶ τὸ θάρρος ποὺ μᾶς προστάζει ὁ Ἀρχηγός μας. Ναί, ὁ Ἀρχηγός μας. Διότι κάποιοι ἄλλοι, ἴσως ἔχουν ἐπιλέξει νὰ ἔχουν ὡς ἀρχηγοὺς ἀνθρώπους, ποὺ τὶς περισσότερες φορὲς τοὺς βλέπουν νὰ ἔχουν χαρίσματα ποὺ οὐσιαστικὰ εἶναι ἀνύπαρκτα. Ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος, ὅσο ἰσχυρὸς κατὰ κόσμο καὶ νὰ ἐμφανίζεται, δὲν εἶναι ἐπὶ τῆς οὐσίας, παρὰ ἕνας ἀδύναμος ἄνθρωπος ποὺ τρέμει “ὡς κάλαμος ὑπὸ ἀνέμου σαλευόμενος”, μπροστὰ στὶς ἀσθένειες καὶ στὸ φοβερὸ μυστήριο τοῦ θανάτου.
            Ἐμεῖς ὅμως Ἀρχηγὸ μᾶς ἔχουμε τὸ Θεάνθρωπο Κύριο. Τὸ Νικητὴ τοῦ θανάτου. Αὐτὸν διὰ τοῦ ὁποίου τὰ πάντα ἐγένοντο, ὅπως ὁμολογοῦμε καὶ στὸ Ἱερὸ Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας.
            Μόνο Αὐτὸς μπορεῖ νὰ μᾶς ἐμπνεύσει θάρρος καὶ νὰ μᾶς χαρίσει δυνάμεις γιὰ τὸν ὁμολογουμένως δύσκολο καὶ σκληρὸ ἀγώνα τῆς ζωῆς.
            Μόνο διὰ τοῦ Ἰησοῦ αἰσθανόμαστε ὅτι οἱ περιπέτειες καὶ οἱ δοκιμασίες τῆς ζωῆς εἶναι ζυγισμένες στὰ μέτρα μας καὶ στὶς ἀντοχές μας καὶ ὄχι παραπάνω ἀπὸ αὐτές.
            Καὶ μόνο ὅταν Τὸν ἀποδεχόμαστε, ὅπως πρέπει νὰ τὸν ἀποδεχτούμε “κοπαζει ὁ ἀνεμος” των θλίψεων καὶ τῶν ταραχῶν.
            Ἀλλὰ γιὰ τοὺς πιστοὺς ποὺ δοκιμάζονται στὸν ἀγώνα τῆς καθημερινότητας, συμβαίνει καὶ κάτι ἀκόμα ὑψηλότερο. Αὐτοὶ γνωρίζουν, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, καὶ ποιὸς εἶναι ὁ σκοπὸς αὐτῶν τῶν δοκιμασιῶν. Εἶναι σκοπὸς ἅγιος καὶ κατὰ πάντα ὠφέλιμος, ἔστω κι ἂν ἡ μυωπική μας συνείδηση δὲν μπορεῖ, στὴν ἀρχὴ τουλάχιστον, νὰ διακρίνει τὶς εὐλογίες ποὺ μᾶς ἐπιφυλάσσουν αὐτὲς οἱ δοκιμασίες τῆς ζωῆς καὶ οἱ περιπέτειες τοῦ βίου. Καὶ αὐτὴ ἡ ὠφέλεια δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν πρόοδο στὴν ὑπομονή. Ἀπὸ τὴν προκοπὴ στὸ δρόμο τῶν ἀρετῶν καὶ γενικῶς στὴν κατὰ Χριστὸν ζωή, ἡ ὁποία εἶναι αὐτὴ γιὰ τὴν ὁποία ἔχει δημιουργηθεῖ ὁ ἄνθρωπος.
            Εἶναι αὐτὴ ἡ ὁποία θὰ μᾶς χαριτώσει καὶ θὰ μᾶς χαρίσει αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ ποθεῖ καὶ λαχταρᾶ ἡ ψυχή μας. Δήλ. τὴν χαρὰ καὶ τὴν εὐτυχία. Τὸ νὰ εἴμαστε πάντοτε μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ!
            Τὸ θέμα λοιπόν, ἀγαπητοί, δὲν εἶναι ἐὰν θὰ ἔρθουν οἱ φουρτοῦνες καὶ οἱ ἐνάντιοι ἄνεμοι. Αὐτὸ εἶναι τὸ μόνο βέβαιο, καὶ ἂς εἴμαστε προετοιμασμένοι. Οὔτε πάλι θὰ πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ τὸ τί εἴδους δοκιμασίες θὰ μᾶς βροῦν.  Αὐτὸ εἶναι θέμα τοῦ Θεοῦ.
            Ἐκεῖνο ποὺ θὰ πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ εἶναι τὸ νὰ ἔχουμε τὰ ὦτα τῶν καρδιῶν μᾶς ἀνοιχτά, στὸ νὰ ἀκοῦμε πάντοτε τὴν φράση τοῦ Κυρίου: “Θαρρσεῖτε! Ἐγὼ εἰμί. Μὴ φοβεῖσθε”!
            Ταυτοχρόνως δὲ τὸ βλέμμα μας νὰ εἶναι προσηλωμένο καὶ ἀμετακίνητο σ' αὐτὸ τὸ βλέμμα τοῦ Κυρίου. Στὸ Θεανδρικὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, ἔστω κι ἂν κάτω ἀπὸ τὰ πόδια μας (ὅπως συνέβαινε καὶ μὲ τὸν Ἄπ. Πέτρο) χάσκει ἡ φοβερὴ ἄβυσσος ἕτοιμη νὰ μᾶς καταπιεῖ.
            Ναί, παντοῦ καὶ πάντοτε ἂς ἀκοῦμε τὴ θεία καὶ γλυκυτάτη φωνή Του ποὺ στὸ ἄκουσμά της γαληνεύουν τὰ πάντα: “Θαρρσεῖτε! Ἐγὼ εἰμί. Μὴ φοβεῖσθε”!
            Καὶ θὰ βρισκόμαστε πάντοτε μέσα στὸν λιμένα τῆς ἀληθείας ἐὰν συνειδητοποιήσουμε ὅτι: “Ὁ Χριστός, δὲν ἀποτελεῖ ὑπόσχεση γιὰ τὴ μὴ δημιουργία θύελλας. Ἀλλὰ ἀποτελεῖ ἀσφάλεια μέσα στὴ θύελλα!”
Ἀμήν.
Ἀρχιναδρίτης πατὴρ Ἰωὴλ Κωνστάνταρος, 
Ἱεροκῆρυξ Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δρ. Πωγωνιανής &Κονίτσης
e-mail: ioil.konitsa@gmail.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου