Menu

31 Μαρ 2012

Κυριακή Ε΄ Νηστειῶν


Γράφει ὁ π. Ἰωήλ Κωνστάνταρος
Ὁ Κύριος, βλέποντας ὅτι πλησιάζουν οἱ ἡμέρες τοῦ ἑκουσίου του Πάθους, τοῦ Σταυροῦ, τῆς Ταφῆς καί τῆς ἐνδόξου Ἀναστάσεως, προετοιμάζει τούς μαθητές του, ὥστε νά γνωρίζουν καί νά μή σκανδαλιστοῦν γιά τά ὅσα θά συμβοῦν σέ Αὐτόν. Ὅμως, οἱ μαθητές, ἔχοντας μέσα στή συνείδησή τους, διαφορετικές θεωρίες καί ἀντιλήψεις περί τοῦ Σωτῆρος καί τοῦ Μεσσίου τοῦ Ἰσραήλ, παρεξηγοῦν τούς λόγους, μέ ἀποτέλεσμα νά ζητοῦν πράγματα ἐντελῶς ἀπαράδεκτα.
Ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς τούς ξεκαθαρίζει ὅτι «οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε» δηλ. δέν γνωρίζετε τί ζητᾶτε. Ἀλλά καί πάλι, ὁ δυσκίνητος στά πνευματικά νοῦς, τῶν ἀφωτίστων ἀκόμα μαθητῶν, δέν κατορθώνει νά συλλάβει τό μέγεθος τῆς θυσίας τοῦ Θεανθρώπου, γί αὐτό καί ὁ ὅμιλος τῶν μαθητῶν, ἀγανακτεῖ μέ τούς δύο αὐταδέλφους, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη, φοβούμενοι ὅτι αὐτοί οἱ δύο θά λάβουν ὑπεροχική θέση στήν κοσμική βασιλεία πού δῆθεν ἑτοίμαζε ὁ Ἰησοῦς.
Ἀλλ’ ἄς σταθοῦμε γιά λίγο ἀδελφοί μου στό σημεῖο αὐτό. Ἀλήθεια, πόσοι καί πόσοι στό διάστημα τῶν τόσων αἰώνων πού πέρασαν, ἕως τήν στιγμή αὐτή, δέν ἔχουν ὑποπέσει στό ἴδιο λάθος τῶν μαθητῶν, παρεξηγώντας τήν καθαρή εὐαγγελική διδασκαλία, μέ ἀποτέλεσμα νά....
 βλέπουν τήν Χριστιανική ζωή ὡς ἐφαλτήριο κοσμικῆς δόξας καί τιμῆς;
Πόσοι καί πόσοι, ἀκόμα καί διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων δέν ἀστόχησαν περί τήν πίστην, φανταζόμενοι ὅτι ἀκολουθώντας τόν πτωχόν Ἰησοῦν, θά κατόρθωναν προσωπικές κατακτήσεις στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, καί γιατί ὄχι, ὁρισμένες φορές, ὄχι μόνο τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά καί τῆς Πολιτείας; Ἡ ἱστορία στό σημεῖο αὐτό εἶναι γεμάτη ἀπό μελανές σελίδες, λές καί ἡ σημερινή Εὐαγγελική περικοπή, περνοῦσε καί περνᾶ ἀπαρατήτητη ἀπ’ ὅσους ἴσως διαθέτουν καί κάποια χαρίσματα, ἤ ἄν ὄχι χαρίσματα, ἀρκετή δόση κουφότητας.
Καί μόνο ἡ περίπτωση τῆς παπικῆς αἱρέσεως εἶναι πολύ χαρακτηριστική καί ἀποδεικνύει τό ἕως ποιό κατάντημα εἶναι δυνατόν νά ξεπέσει ὁ ἄνθρωπος ἤ ὁλόκληρη τοπική ἐκκλησία, ὅταν μέ τόν μανδύα τοῦ Εὐαγγελίου προσπαθεῖ νά καλύψει τό χειρότερο πάθος πού ὀνομάζεται ἐγωισμός καί ὑπερηφάνεια. Καταντᾶ  δέ κωμικοτραγικό, ὅταν βλέπει κανείς πώς ὁ «ἀλάθητος» πάπας, πονηρά σκεπτόμενος, ἐπιζητεῖ νά «θεμελιώσει» τήν ἀνόητη θεωρία τοῦ πρωτείου του στή σημερινή Εὐαγγελική περικοπή. Τί ἰσχυρίζεται λοιπόν ὁ «ἀλάθητος»; Παίρνει τόν λόγο τοῦ Κυρίου, ὅπως θά δοῦμε καί στή συνέχεια, πού τονίζει ὅτι «ὅς ἐάν θέλει γενέσθαι μέγας ἐν ὑμίν, ἔσται ὑμῶν διάκονος». Λέει τώρα λοιπόν ὁ ἀρχηγός τῆς pax vaticana: «Εἶμαι ὁ τελευταῖος ὅλων σας. Ἀφοῦ λοιπόν εἶμαι ὁ τελευταῖος καί σᾶς διακονῶ, ἄρα τώρα, θείω δικαίω, εἶμαι ὁ πρῶτος. Λοιπόν, δεῦτε προσπέσατε καί προσκυνήσατε τήν ἐμβάδα ἠμῶν»! ( Ὄντως,  καί ἡ περίπτωση αὐτή τοῦ «διαδόχου του Πέτρου» εἶναι ἀπό τίς περιπτώσεις πού περνᾶμε ἀπό τήν κωμωδία στό δράμα).
Ἐπειδή λοιπόν εἶναι πολύ λεπτό καί κομβικό γιά τήν πνευματική ζωή τό σημεῖο αὐτό, διά τοῦτο ὁ Ἰησοῦς: «προσκαλεσάμενος αὐτούς, λέγει αὐτοῖς. Οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καί οἱ μεγάλοι αὐτῶν, κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν. Οὔχ οὕτω δέ ἔσται ἐν ὑμίν, ἀλλ’ ὅς ἐάν θέλει γενέσθαι μέγας ἐν ὑμίν, ἔστε ὑμων διάκονος, καί ὅς ἐάν θέλει ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔστε πάντων δοῦλος» (Μάρκου Ἰ΄ 42-44). Δηλ. Ὁ Ἰησοῦς τούς κάλεσε καί τούς λέγει: «Γνωρίζετε, ὅτι ἐκεῖνοι, πού ἀρέσκονται νά κυβερνοῦν τά ἔθνη, ἀσκοῦν ἀπόλυτη κυριαρχία ἐπάνω τους, καί οἱ μεγάλοι ἀξιωματοῦχοι τούς τά καταδυναστεύουν. Σέ σᾶς ὅμως, δέν πρέπει νά συμβεῖ ἔτσι. Ἀλλ’ ὅποιος θέλει νά γίνει μεγάλος μεταξύ σας, πρέπει νά εἶναι ὑπηρέτης σας. Καί ὅποιος ἀπό σᾶς θέλει νά γίνει πρῶτος, πρέπει νά γίνει δοῦλος ὅλων».
Ἄμεσος καί ἀποκαλυπτικός, ὅπως πάντοτε βεβαίως, ὁ λόγος τοῦ Θεανθρώπου. Ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά σημαντικότερα κεφάλαια τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς πνευματικότητας!
Ξεκάθαρα πράγματα λοιπόν. Οἱ φιλοδοξίες καί μάλιστα αὐτές πού περιπλέκονται μέ τά καθ’ αὐτό πνευματικά θέματα, ἀποτελοῦν ἐκτροχιασμό τῆς Εὐαγγελικῆς ζωῆς. Ἀντιθέτως ἡ ταπείνωσις πού ἐκφράζεται καί μέ τήν διακονία τῶν ἀδελφῶν, ἀποτελεῖ δεῖγμα γνησίας πνευματικότητας καί Χριστιανικῆς ὡριμάνσεως.
Ἀλλά, τί χρείαν ἔχομεν μαρτύρων, ἀδελφοί μου, ὅταν αὐτό τό αἰώνιο πρότυπό μας, ὁ «Υἱός τοῦ ἀνθρώπου», μᾶς ὁμολογεῖ γιά τόν ἑαυτόν του ὅτι «οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι, καί δοῦναι τήν ψυχήν αὐτοῦ λύτρον ἀντί πολλῶν»; (Μάρκ. Ἰ΄ 45). Δηλ. Ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου (δηλ. τῆς Παναγίας), δέν ἦλθε νά ὑπηρετηθεῖ, ἀλλά νά ὑπηρετήσει καί νά δώσει τή ζωή του σάν λύτρο γιά πολλούς (γιά ὅλους δηλ. ἀρκεῖ νά τό θέλουν). 
Ἀδελφοί μου, ἄς τό ὁμολογήσουμε ἐν ταπεινώσει. Εἶναι τόσο ἀπροσμέτρητα τά Θεϊκά αὐτά λόγια, πού ὄχι ἁπλῶς δέν μποροῦμε νά τά ἐξαντλήσουμε καί νά τά κατανοήσουμε στό ὅλο τους βάθος, ἀλλά κινδυνεύουμε, λόγω ἀδυναμίας ἐάν δέν προσέξουμε, ἀλλοίμονο, νά τά παρεξηγήσουμε.
Εἶναι καί πάλι τό σημεῖο πού ἡ λογική μας σταυρώνεται διότι δέν μπορεῖ νά ἐννοήσει τήν ὁδόν τοῦ Κυρίου.
Ὁμολογουμένως, ἡ ἀνθρωπίνη, ξεπεσμένη λογική, συμφωνεῖ μέ τό αἴτημα τῶν δύο υἱῶν Ζεβεδαίου. Τό αἴτημά τους, τό βρίσκει ὡς φυσιολογικό καί ἀπολύτως λογικό. Ὅμως, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, μᾶς κάνει, ὄχι νά σκεφθοῦμε τό προσωπικό μας συμφέρον, ἀλλά νά ταπεινωθοῦμε, νά ἀναγνωρίσουμε τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, καί νά διακονήσουμε γνήσια τους ἀδελφούς μας, ἀναλόγως τῆς ἰδιοσυγκρασίας ἀλλά καί τῆς χάρης πού ἔχει ὁ καθένας μας. Καί ὅταν συμβαίνει αὐτό, τότε πραγματικά ὠφελούμαστε καί ὄντως στό ἐπίπεδο αὐτό μπορεῖ νά γίνεται λόγος περί ὀρθοῦ καί χριστιανικοῦ συμφέροντος.
Αὐτή εἶναι καί ἡ ὁδός τῶν ἁγίων. Ἡ ταπείνωσις! Αὐτόν ἀκριβῶς τόν δρόμο καλούμαστε νά βαδίσουμε ὅλοι βεβαίως οἱ πιστοί, ἀνεξαρτήτως τοῦ ποιά ἔκφραση ὀρθοδόξου ζωῆς, ἔχουμε ἐπιλέξει γιά τήν σωτηρία μας. Καί ὁ δρόμος αὐτός ἔχει τόσα μυστικά, καί ἀποκαλύπτει τέτοιες οὐράνιες καταστάσεις, πού μόνο ὅσοι γεύτηκαν τήν ταπείνωση-τό δῶρο αὐτό τοῦ Θεοῦ-μποροῦν νά αἰσθανθοῦν καί νά ἐπιβεβαιώσουν τοῦ λόγου τό ἀσφαλές.
Ἀγαπητοί μου. Τό ἄστοχο αἴτημα τῶν δύο μαθητῶν, ὄχι μόνο δέν θά πρέπει νά μᾶς ἀποθαρρύνει στό νά ἐπικοινωνοῦμε μέ τόν Θεό, ἀλλ’ ἀντιθέτως, θά πρέπει νά μᾶς κάνει νά τόν δοξάζουμε, νά τοῦ ζητοῦμε συγχώρεση γιά τά λάθη μας καί τίς ἀστοχίες μας. Τοῦτο δέ ἄς γίνεται ἀκορέστως καί διηνεκῶς. Ἐκεῖ πού χρειάζεται ὅμως προσοχή, εἶναι στό τί ἀκριβῶς θά αἰτούμεθα, «προσεγγίζοντας τῷ θρόνω τῆς χάριτος»(Ἑβρ.Δ΄16).
Τά αἰτήματά μας νά διέπονται ἀπό τήν συναίσθηση τῶν δυνάμεων ἀλλά καί τῶν ἀδυναμιῶν μας, καί κυρίως νά τά διαποτίζει ἡ ἔννοια τοῦ σταυροῦ καί τῆς ταπεινώσεως, ἐάν θέλουμε πραγματικά νά δοξαστοῦμε.
«Παρακάλεσα τόν Θεό –ἔλεγε μία εὐσεβής ψυχή- νά μοῦ δώσει δύναμη γιά νά κατορθώσω μεγαλύτερα πράγματα στήν ζωή μου. Ἐκεῖνος ὅμως μέ ἄφησε στήν ἀδυναμία, γιά νά πραγματοποιήσω καλύτερα πράγματα. Τοῦ ζήτησα πλούτη γιά νά κατακτήσω τήν ζωή. Μέ ἄφησε ὅμως σέ φτώχεια, γιά νά φιλοσοφήσω ἐπάνω στή ζωή. Τοῦ ζήτησα ἰσχύ γιά νά εἶμαι ἀνεξάρτητος, ἀλλ’  Ἐκεῖνος μέ ἄφησε σέ ἀδυναμία γιά νά εἶμαι ἐξαρτημένος ἀπό Αὐτόν»! 
Δόξα σοί Κύριε, δόξα σοί!
Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου