
Ἡ θεραπεία τοῦ παραλύτου της Βηθεσδᾶ.
Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη δυσκολία ἀπὸ τὸ νὰ ἀδυνατεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐξυπηρετήσει τὶς ἀνάγκες τοῦ σώματός του, καὶ δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη δυστυχία ἀπὸ τὸ νὰ βρίσκεται μαζὶ μὲ τὸ σῶμα καὶ αὐτὴ ἡ ψυχὴ σὲ κατάσταση παραλυσίας. Μία τέτοια κατάσταση μᾶς παρουσιάζει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης στὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὅπου θὰ ἀναγνωστεῖ στοὺς Ἱερούς μας Ναοὺς τὴν «Δ΄ Κυριακὴ ἀπὸ τοῦ Πάσχα» ὅπως χαρακτηριστικὰ ὀνομάζεται ἡ Κυριακὴ αὐτή.
Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη δυσκολία ἀπὸ τὸ νὰ ἀδυνατεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐξυπηρετήσει τὶς ἀνάγκες τοῦ σώματός του, καὶ δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη δυστυχία ἀπὸ τὸ νὰ βρίσκεται μαζὶ μὲ τὸ σῶμα καὶ αὐτὴ ἡ ψυχὴ σὲ κατάσταση παραλυσίας. Μία τέτοια κατάσταση μᾶς παρουσιάζει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης στὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὅπου θὰ ἀναγνωστεῖ στοὺς Ἱερούς μας Ναοὺς τὴν «Δ΄ Κυριακὴ ἀπὸ τοῦ Πάσχα» ὅπως χαρακτηριστικὰ ὀνομάζεται ἡ Κυριακὴ αὐτή.
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς, ἀνέβηκε στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου ἑορταζόταν πιθανότατα ἡ ἑορτὴ τῶν Πουρίμ, ποὺ συνέπιπτε ἕνα περίπου μήνα πρὸ τοῦ Πάσχα. (Ἡ ἑορτὴ τοῦ Πουρίμ, ἑορταζόταν εἰς ἀνάμνησιν τοῦ γεγονότος, ὅτι ἡ Ἐσθίρ, ἡ Ἑβραία σύζυγος τοῦ Πέρση βασιλιᾶ, ἔσωσε τὸ λαό της. Τὸν 5ο π.Χ. αἵ., ἀπέτρεψε ἕνα συνωμοτικὸ σχέδιο τῶν Περσῶν, ποὺ εἶχε ὡς στόχο τὴν ἐξόντωση τῶν Ἰουδαίων.).
Ἐκεῖ κοντὰ στὴν προβατικὴ πύλη τῶν τειχῶν, ὑπῆρχε μία μικρὴ λίμνη «κολυμβήθρα», τὴν ὁποία ὀνόμαζαν Βηθεσδά. Στὸ μέρος ἐκεῖνο, καὶ κάτω ἀπὸ τὰ ὑπόστεγα ποὺ ὑπῆρχαν, μποροῦσε νὰ δεῖ κανεὶς συγκεντρωμένο ὁλόκληρο τὸν ἀνθρώπινο πόνο. Ἀσθενεῖς, χωλοί, τυφλοὶ καὶ γενικῶς ἄνθρωποι μὲ ὅλες τὶς μορφὲς τῆς...
ἀναπηρίας...Ἀλλὰ ὅλοι γνώριζαν πὼς ὁ κόσμος αὐτὸς βρισκόταν ἐκεῖ γιὰ νὰ βρεῖ θεραπεία.
Ὁ τρόπος βέβαιά της θεραπείας, ἦταν ἔξω ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα δεδομένα «ἄγγελος γὰρ κατὰ καιρὸν κατέβαινεν ἐν τὴ κολυμβήθρα, καὶ ἐτάρασσε τὸ ὕδωρ, ὁ οὒν πρῶτος ἐμβᾶς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος, ὑγιὴς ἐγίνετο ὢ δήποτε κατείχετο νοσήματι». (Ἰωάννου Ἐ΄4). (μετάφραση: Ἄγγελος κατὰ διαστήματα κατέβαινε στὴ δεξαμενή, καὶ ταρασσόταν τὸ νερό. Ἐκεῖνος δέ, ποὺ ἔμπαινε σ’ αὐτὴ πρῶτος μετὰ τὴν ταραχὴ τοῦ νεροῦ, γινόταν ὑγιὴς ἀπὸ ὁποιοδήποτε νόσημα καὶ ἂν κατεχόταν).
Ἀκριβῶς στὸ σημεῖο αὐτὸ παρακολουθοῦμε τὸν Ἰησοῦ, καὶ μὲ κομμένη τὴν ἀνάσα διακρίνουμε ἕναν ἀνήμπορο συνάνθρωπό μας ποὺ βρίσκεται καὶ αὐτὸς ἐκεῖ.
Τὸ θέαμά του εἶναι ἄκρως συγκινητικό, καὶ μᾶς συγκλονίζει τόσο πολύ, ἀφοῦ ἐπάνω στὸ πρωτόγονο ἀναπηρικό του κρεβάτι, βρίσκεται ἀκίνητος μία ὁλόκληρη ζωή.
Τριανταοκτῶ ὁλόκληρα χρόνια δὲν εἶναι καθόλου ἁπλὴ ὑπόθεση νὰ περιμένει κανεὶς πότε θὰ προλάβει νὰ πέσει μέσα στὴν κολυμβήθρα μετὰ τὴν «ταραχὴν τοῦ ὕδατος».
Ὅμως τὸ περισσότερο δραματικὸ στὴν ὑπόθεση, δὲν εἶναι τόσο αὐτὴ καθ’ ἐαυτὴ ἡ πολυετὴς τετραπληγική του ἀναπηρία, ἀλλὰ τὸ ὅτι ἐνῶ βρισκόταν ἀνάμεσα σὲ τόσους ἀνθρώπους, δὲ βρέθηκε μία ψυχή, τόσα ἔτη νὰ τὸν βοηθήσει.
Πόσο σφίγγεται ἡ καρδιὰ μᾶς ἀκούγοντας ὡς ἀπάντηση τὸ δίκαιο παράπονο τοῦ παραλύτου στὸν Ἰησοῦ «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω» (Ἰωάν. Ἐ΄ 7), ὅταν ὁ Χριστὸς τὸν ρώτησε ἂν θέλει νὰ γίνει ὑγιής.
Μὰ εἶναι δυνατόν; Μέσα σὲ τόσο κόσμο νὰ μὴ βρίσκεται ἕνας «εὐαίσθητος» ἄνθρωπος ὥστε νὰ τοῦ δείξει καὶ τὸ ἐλάχιστο ἐνδιαφέρον; Καὶ ὅμως αὐτὴ εἶναι ἡ σκληρὴ πραγματικότητα ποὺ ἐλέγχει ὄχι μόνο ἐκείνη τὴν ἐποχή, ἀλλὰ δυστυχῶς ἀποκαλύπτει καὶ τὴν δικὴ τραγικὴ ἀναλγησία καὶ ἠθικὴ ἀναισθησία, σήμερα ποὺ θὰ περίμενε κανείς, τὰ πράγματα, τουλάχιστον στὸν εὐαίσθητο αὐτὸ χῶρο τῆς ψυχικῆς καὶ σωματικῆς ὑγείας, νὰ εἶναι καλύτερα...
Δὲν γνωρίζω φίλοι μου πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς συναντοῦμε στὴν καθημερινότητα παρόμοιες περιπτώσεις ἀνήμπορων ἀνθρώπων ἢ πόσοι συνοικοῦμε μὲ ἀδελφούς μας ποὺ ἀντιμετωπίζουν παρομοίου εἴδους προβλήματα, εἰδικῶν ἀναγκῶν, ὅπως συνήθως τὰ χαρακτηρίζουμε. Αὐτὸ ὅμως ποὺ δὲν θὰ πρέπει ποτὲ νὰ χάνουμε ἀπὸ τὸ καντρὰν τῆς συνειδήσεώς μας, εἶναι ὅτι ποτὲ δὲν ἀποκλείεται, τόσο κάποια ἀπὸ τὰ δικά μας ἀγαπημένα πρόσωπα, ὅσο καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, κάποτε νὰ βρεθοῦμε σὲ παρόμοια ἢ καὶ σὲ χειρότερη ἀκόμα κατάσταση...
Ἴσως καὶ μόνο ἡ συγκλονιστικὴ ἀλλὰ ρεαλιστικὴ αὐτὴ σκέψη, νὰ κατορθώσει νὰ ραγίσει τὴ σκληρὴ κρούστα τοῦ πάγου, ποὺ ἔχει κάνει, δυστυχῶς, ἀνάπηρες τὶς καρδιές μας, στὸ νὰ προσφέρουν ἀγάπη...
Ἂν εἶναι ἀλήθεια, καὶ σίγουρα εἶναι, ὅτι ἡ μεγαλύτερη δυστυχία γιὰ ἕναν ἄνθρωπο εἶναι νὰ μὴ μπορεῖ νὰ προσφέρει λίγη ἀγάπη καὶ βοήθεια, ὅταν ὁ ἄλλος ἔχει ἀνάγκη, τότε μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε σὲ τί τραγικὸ ὄντως ἐπίπεδο ἔχει καταλήξει ἡ κοινωνία μας. Ναί, βλέποντας τὴν κοινωνικὴ πραγματικότητα μέσα ἀπὸ τὴ διάσταση τῶν πονεμένων ἀδελφῶν μας ποὺ διψοῦν λίγες σταγόνες συμπαραστάσεως μέσα στὸ πικρὸ δοχεῖο τοῦ πόνου τους, εἶναι ἀνάγκη νὰ προσγειωθοῦμε στὴν πραγματικότητα καὶ νὰ ἀπεγκλωβιστοῦμε ἀπὸ τὸν σκληρὸ ἐγωκεντρισμό μας...
Βέβαια, θὰ ἰσχυριστοῦν κάποιοι, τώρα ποὺ ὁ λόγος αὐτὸς κεντᾶ τὴν τουλάχιστον ἀμβλυμμένη συνείδησή τους, ὅτι σήμερα ὑπάρχει ἡ κρατικὴ πρόνοια, τὰ ἱδρύματα καὶ οἱ «καθ’ ὕλην ἁρμόδιοι», καὶ ἄλλα τέτοια, ποὺ τὸ μόνο τὸ ὁποῖο κατορθώνουν, εἶναι νὰ δείξουν τὴν ρηχότητα τῆς συνειδήσεώς τους καὶ κυρίως νὰ περισώσουν τὸν «ἀδάπανο χριστιανισμό τους»... Μὲ δυὸ λόγια, ἀντιγράφουν οἱ τύποι αὐτοί, τὰ ὅσα ἰσχυρίζονταν ὅσοι τριγύριζαν ἐπὶ τριανταοχτῶ ἔτη, γύρω ἀπὸ τὸν παραλυτικό της Εὐαγγελικῆς περικοπῆς. «Μὰ ἔχει τὸ κρεββάτι του, ἐξοικονομεῖ τὴν καθημερινή του τροφή, βρίσκεται κάτω ἀπὸ στέγαστρο, ε, τί ἄλλο θέλει;».
Ἴσως πάλι κάποιοι ποὺ ἔχουν ξεπεράσει τὴν ἄμβλυνση καὶ ἔχουν «κατορθώσει» νὰ ἀγγίξουν τὰ ὅρια τῆς πωρώσεως, ἰσχυριστοῦν ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ ἀνάπηροι συνάνθρωποί μας, σὲ κάποιες περιπτώσεις εὐθύνονται γιὰ τὸ κατάντημά τους. Κυρίως ὅταν οἱ εἰδικὲς ἀνάγκες ἔχουν προέλθει ἀπὸ δυστυχήματα, λόγω ὑπερβολικῆς ταχύτητας, λόγω καταχρήσεων κλπ.
Ἀλλὰ θὰ συμφωνήσουμε ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ ἀπαράδεκτα γιὰ χριστιανοὺς καὶ πολιτισμένους ἀνθρώπους, τὸ μόνο ποὺ καταδεικνύουν, εἶναι ἡ ἄμεση ἀνάγκη θεραπείας ποὺ χρήζει ἡ κοινωνία μας. Εἶναι πράγματι ἀνάγκη νὰ θεραπευθοῦμε ὥστε νὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία, νὰ πονοῦμε μὲ τὸν πόνο τοῦ ἀδελφοῦ καὶ νὰ γινόμαστε οἱ «ἄνθρωποι» τῶν συνανθρώπων μας.
Ὁ Χριστὸς ὁ ὁποῖος «διῆλθεν εὐεργετῶν», καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ τοῦ παραλυτικοῦ, μὲ τὸ παντοκρατορικὸ τοῦ πρόσταγμα, ἐνεργεῖ ἀμέσως τὴν θεραπεία καὶ δίνει τὴν ἐντολή: «ἔγειρε, ἄρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει» (Ἰωάν. Ἐ΄ 8).
Ταυτοχρόνως ὅμως ὁ Κύριος, ἐπισημαίνει καὶ ἕνα πολὺ λεπτὸ ἀλλὰ καὶ τόσο καθοριστικὸ σημεῖο ποὺ θὰ πρέπει νὰ μὴ τὸ χάνουμε ποτὲ ἀπὸ τὸ συνειδησιακὸ ὀπτικό μας πεδίο, τόσο ὅσοι νομίζουν ὅτι εἶναι ὑγιεῖς, ὅσο καὶ αὐτοὶ ποὺ μὲ εἰλικρίνεια ἀποδέχονται τὴν ἀδυναμία τους. Καὶ τὸ σημεῖο αὐτὸ ποὺ ἀποτελεῖ ἀποκαλυπτικὸ λόγο Τοῦ Θεανθρώπου γιὰ τὴν περίπτωση εἶναι, τὸ «ἴδε ὑγιὴς γέγονας, μηκέτι ἁμάρτανε, ἴνα μὴ χεῖρον σοὶ τί γένηται» (Ἰωάν. Ἐ΄ 14) Δήλ. (Κοίταξε, ἔγινες καλά. Νὰ μὴν ἁμαρτάνεις πλέον, γιὰ νὰ μὴ σοὺ συμβεῖ τίποτε χειρότερο).
Ἀνάγκη λοιπὸν ἀδελφοί μου, ἀφ’ ἑνὸς μὲν ὡς τέκνα Θεοῦ νὰ ἔχουμε τὴ διάθεση νὰ προσφέρουμε τὴν ἀγάπη μας, μὲ ὁποιοδήποτε κόστος στοὺς συνανθρώπους μας, ποὺ μᾶς δίνουν τὴ δυνατότητα νὰ δείξουμε ὅτι δὲ λησμονοῦμε πὼς εἴμαστε καὶ εἶναι εἰκόνες Θεοῦ, ἀφ’ ἑτέρου δέ, νὰ γινόμαστε περισσότερο προσεκτικοὶ στὴν πνευματική μας ζωή, στὴν καθημερινότητα, διότι ἀρκετὲς φορὲς «ἀπὸ τῶν πολλῶν μας ἁμαρτιῶν, ἀσθενεῖ τὸ σῶμα, ἀλλὰ ἀσθενεῖ καὶ αὐτὴ ἡ ψυχή».
Εἴθε ὁ Κύριός μας, ὁ Μεγάλος Ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων, νὰ χαρίζει σὲ ὅλους μας, ὑγιεῖς καὶ μή, τὴν κατ’ ἄμφω ὑγείαν, νὰ προσθέτει δὲ ὑπομονὴ καὶ ἐλπίδα στοὺς πάσχοντας ἀδελφούς μας, ὅπως ἐπίσης καὶ στοὺς οἰκείους τους, καὶ τέλος νὰ δωρίζει στὶς ὑπάρξεις μας τὸ ὄμορφο καὶ εὐεργετικὸ χάρισμα τῆς προσφορᾶς καὶ τῆς ἀγάπης.
Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου