Menu

25 Φεβ 2011

«Οἱ πρώην τρισόλβιοι πρόκριτοι ποὺ μεταβλήθησαν σὲ ἐπαῖτες».



Νατσις Δημήτρης 
δάσκαλος-Κιλκίς 
"Ρεσάλτο"
 Λέγεται μεταξ σοβαρο κα στείου τι «πατέρας» τς νεοελληνικς στοριογραφίας θεωρεται περιβόητος Γερμανς στορικς άκωβος – Φίλιππος Φαλμεράϋερ (1790-1861).

Ο Τ γινε γνωστς διότι μφισβήτησε τν συνέχεια το λληνικο θνους.ποστήριζε τι κατ τ τέλος το 6ου μ.Χ. αώνα ο λληνες ξαφανίστηκαν λόγω τν σλαβικν πιδρομν. Πολλο ξένοι λλ κα μέτεροι στορικοί, διαιτέρως Κωνσταντνος Παπαρρηγόπουλος, ντέκρουσαν τς ποβολιμαες κα μπαθες συγγραφές του κα κτοτε κανες δν ποδέχεται τν θεωρία του, πλν βεβαίως των νεογραικύλων τς σήμερον. 

σχύει, μως, πάντοτε είχλωρος λόγος τν προγόνων: «Οδν κακν μιγς καλο». Φαλμεράϋερ μς «γέννησε» τν Παπαρρηγόπουλο. μως κα ο τωρινο «Φαλμεράϋερ» φυπνίζουν τν λα κα ναγκάζουν πολλος γκριτους πιστήμονες ν στρέψουν τν προσοχή τους στν νδοξη ποχ τς Παλιγγενεσίας κα στνπροηγηθεσα θωμανοκρατία. 

πιπλέον στν ποχ τς θνικς κατήφειας κα τς τρομοκρατίας π τς πληστες συμμορίες τν πολυεθνικν πατεώνων κα τν μετέρων, γονατισμένων λακέδων πο τος δορυφορον, νασχόληση μ τος θάνατους ρωες το ’21, προσδίδει στν...
λα κάποιον νασασμό, ψήγματα θνικς περηφάνειας.

ρχ γινε μ τν κ. Ρεπούση, ο νν τηλεϊστορικο συνεχίζουν τ ργο της, τος εμαστε εγνώμονες. 
Τ ψεύδη κα ο πιστημονικοφανες σαχλαμάρες τος «γεννον» τν «καλ νησυχία», πως θ λεγε γέροντας Παΐσιος.  
λας κατανοε τ μέγεθος τς πνευματικς «ποπλάνησης», θυμται τι πάρχει κα ελογημένη μελέτη, χι μόνο τ τηλεκοπρίσματα, διότι «ταλαίπωρος γρ τος πολλος ζήτησις τς ληθείας κα π τ τομα μλλον τρέπονται». (Θουκυδίδης). Εναι σίγουρο τι μία νέα γενι θνικν στορικν κκολάπτεται. 

Τώρα. Στ πρτο πεισόδιο τς τηλεϊστορίας κούστηκε π τν «ξεναγ» τς Τατσόπουλο τι τ τρία δεινά της θωμανοκρατίας ταν ο Τορκοι, ο παπάδες κα ο κοτζαμπάσηδες.

Γι τος παπάδες, τν λληνοσώτειρα κκλησία, τν κιβωτ το Γένους ...χουν γραφτε κα θ γραφον πολλά.τοιμάζει γκύκλιο κα ερ Σύνοδος. (Εναι σατανικ τ μίσος τος κατ τς ρθόδοξης κκλησίας. Συγκρίνουν, ξισώνουν μλλον, τν γιο Κοσμ τν Ατωλ μ τος αμοσταγες μπέηδες τς Τουρκίας. Επαμε «πς φρων μαίνεται…»). 

Γι τος κοτζαμπάσηδες, τος πρόκριτους, τος Δημογέροντες, τος επορους λληνες τς ποχς δν κούγεται μως οτε νας λόγος περάσπισης. Γι ν μν παρεξηγηθ. Σίγουρα τν περίοδο τς σκλαβις πολλο ξ ατν δειξαν χειρίστη διαγωγή, κατάντησαν τσιράκια κα συνεργάτες τν Τούρκων, καταπίεζαν κα λήστευαν τος μοεθνες τους. μως, ν δν πρόσφεραν ο πρόκριτοι κα κυρίως ο «οκοκυραοι» τν τριν ναυτικν νήσων, δρας, Σπετσν κα Ψαρν, λο «τ εναι» τους γι τς νάγκες το γώνα, πανάσταση δύσκολα θ πετύχαινε. Νομίζω πς κα ο ψηλάντες πρόκριτοι, Φαναριτες ταν, λλ «θυσίασαν πρτα ζωή, πλούτη? κα θυμνται Θεόν, πατρίδα κα θρησκεία» γράφει Μακρυγιάννης. Πρόκριτος ταν κα Χρστος Καψάλης, πο νατίναξε τν πυριτιδαποθήκη στν ξοδο. 

Γι τν συνέχεια χρησιμοποιώ ενα ξαιρετικ ρθρο το είμνηστου Τάσου Λιγνάδη, πο περιέχεται στ βιβλίο το«Καταρρέω», κδόσεις «κρίτας», σέλ. 197, μ τίτλο: «Ο πρώην τρισόλβιοι (=πάμπλουτοι) πρόκριτοι πο μεταβλήθησαν σ πατες».

Λιγνάδης καταφευγει σ’ στορικ λόγο πο κφώνησε στν Βουλ τν λλήνων βουλευτς Φθιώτιδος Μιλτιάδης Χουρμούζης, μία π τς πι ντιμες μορφς τς στορίας μας, γωνιστς διος της πανάστασης κα θεατρικς συγγραφέας, πο ταν φησε τ σπαθί, πίασε τν πένα γι ν χτυπήσει τν βαυαροκρατία. 

Στν πρώτη γόρευσή του, τ 1852,  Χουρμούζης ναφέρεται στος προκρίτους τν νήσων «οτινες δι τν πατριωτισμν τν λησμόνησαν κα τέκνα κα γονες κα συζύγους κα γένοντο παται σήμερον ατο κενοι, ο πολλάκις, ντ μμου κα λίθων, μεταχειρισθέντες ς ρμα τν ργυρον». ξηγε Λιγνάδης: 

«ναφέρω πλς τι γι ν κπλεύσουν ο στόλοι κατ τν διάρκεια τς παναστάσεως ταν παραίτητο ν προκαταβληθον στ πληρώματα ο μισθο δύο μηνν. Τ διπλ ατ μηνιαα καταβάλλονταν π τος προκρίτους πο ταν κα πλοιοκττες. προσωριν Διοίκηση δινε σ ντάλλαγμα γγραφα ναγνωρίσεως, πο τ μόνο τος ντίκρισμα ταν κποίηση θνικς γής, ποία μόνο στ μέλλον πρόκειτο ν ποκτήσει κάποια σημασία. τσι γέμισαν π χαρτι τς στέρνες τους πο τς δείασαν π τ τάλληρά τους ο καραβοκυραοι». Σ λλη γόρευσή του τ διο τος Χουρμούζης πιτίθεται κατ τν βουλευτν πο νέχονταν ν παίρνουν τ ψηλ πιμίσθια τν στιγμ πο «λιμμώτουν σήμερον α χραι κα τ ρφανά του Γιατράκου, το Νικηταρ, το Κολανδρούτσου, το Λυκούργου (Λογοθέτη) κα μυρίων λλων τούτων».

Τ 1855 πανέρχεται λέγοντας μεταξ λλων:

«…. Παναγιώτης Κρεββατς, τν ποον διάσημοι πλαρχηγο βλέποντες μακρόθεν ρχόμενον, « ρχοντας, λεγον, ρχεται» κα μετ σεβασμο ρθιοι τν πεδέχοντο, ποθανν φκε τν σύζυγόν του πορον, διότι τν πλοτον το δαπάνησε κα ατς φειδς ες τς ναγκας τς πατρίδος. Το Κρεββατ λοιπν σύζυγος λαμβάνει σύνταξιν 20 μόνον δραχμν κατ μήνα. ποία βρις κατ το παρελθόντος…Σέκερης κα Λεβέντης, προσωποποιημένη ατη δυς το κραιφνος πατριωτισμο, θυσίασαν περιουσίαν κολοσσιαίαν δι τς πατρίδος τν πελευθέρωσιν κα μως α χραι κα τ ρφαν τν σπανίων τούτων νδρν διαγουσιν ς δουλοπάροικοι ντός της λευθέρας λλάδος, μ χοντα οχ πέντε στρέμματα γής, οχ καλύβην λλ’ οδ’ ρτον. Ες τν ατν δ κατηγορίαν ερίσκονται κα α χραι κα τ ρφανά του Λυκούργου, το Θ. Δεληγιάννη, το Περούκα, το ω. Βλάχου, το Μακρή, το Κεφάλα, το ναγνωσταρ κα τοσούτων λλων διασήμων γωνιστν…. Συμφέρει βεβαίως ες τινς ν λησμονήσωμεν τ παρελθν μν, περ μως δύνατον. Χειμν δριμς το, τε κατ τ 1822 παρεδόθη κροκόρινθος, πλεστα δ λάφυρα περιλθον ες χείρας μν, μεταξ τν ποίων πολλα βαρύτιμοι μηλωτα (= πενδύτες π μαλλ προβάτου). τρεμεν κ το ψύχους διάσημός της Πελοποννήσου πλαρχηγός….Παναγιώτης Γιατράκος κα ντ ν θέση π τν μων το μίαν τν μηλωτν κείνων, γραψεν ες τν οκογένειάν του, τις τ πέστειλε μίαν παλαιοκαζάκαν. Παραδόξως φάνη…κα ες τν Γαβριλ μανίτην κα ες τν Γεώργιον Σπυρίδωνος (τν κ δυσπραγίας παραφρονήσαντα κα ποβιώσαντα πρ τινς χρόνου νταύθα) κα ες τν λίαν Μπισπίκην κα ες ατν τι τν γορεύοντα (νν. τν αυτ το) νεανίαν τότε, τοιαύτη το στρατηγο διαγωγή? ρωτώμενος δ περ ταύτης λεγε: δελφούλιά μου, ν σω χω φορέματα ες τ σπίτι μου οκονομομαι? ταν δ τελειώσουν, ς εναι καλ Πατρίς. Ναί, είμνηστε στρατηγ Γιατράκε, πατρς εναι καλ δι τος μ μετασχόντας τν γώνων σου, λλ’ σύζυγός του…πολλάκις νστις κοιμήθη… θυγάτηρ σου οδ ν στρέμμα λαβε δι προίκα… υός σου χει πρ πολλο ς νέχυρον τν πολύτιμον σπάθην, τν ποίαν παρ το Κιαμήλεπεκ λαβες…»».

Στν γόρευση ατ το Χουρμούζη ηταν παρν κα πρωθυπουργς (σήμ. Βούλγαρης) πρς τν ποο πευθυνόμενος βουλευτς Φθιώτιδος τν ρώτησε ρητορικς γι τ πόση σύνταξη παιρναν ο χρες του πρώην ναυάρχου τς λλάδος ακώβου Τομπάζη, το «λεοντόκαρδου» Μιαούλη, το Βόταση, το Σαχτούρη, το ποστόλη κα το ναστασίου Τσαμαδο, πο πεσε στ Σφακτηρία. μνεία το νόματος το ναστασίου Τσαμαδο κανε τν Χουρμούζη ν θυμίσει στ Βουλ τν ξς περίπτωση: 

«Περ τν Μάρτιον, νομίζω το 1825, παρουσιάσθη νάγκη ν κκινήση μέσως λληνικς στόλος κατ το μπραμ Πασ. Συνλθον τότε ν τ μοναστηρίω ο μεγάθυμοι οκοκυραοι τς δρας κα πεφάσισαν ν συνεισφέρουν κα τ τελευταία τάλληρα τν πρς κκίνησιν το στόλου, τέσσαρες δ χιλιάδες ταλλήρων νελογίσθησαν ες τν γέροντα Τσαμαδόν: «δελφοί, επε τότε ες τος λλους, τάλληρα πλέον δν μο μειναν, διότι σα εχα τ δαπάνησα (σήμ. εχε δαπανήσει γι τν γώνα 150.000 τάλληρα) ? χω μως τν ζωήν μου κόμη κα δο πιβαίνω το πλοίου μου ς ναύτης». Κα τατα επν, κίνησε τρέμοντας πόδας γηραις οκοκύρης τς δρας, πως θυσιάσει δι τν πελευθέρωσιν τς πατρίδος ,τι εσέτι τ μενε: τν ζων το ατήν… Τούτου δ υἱὸς Λάζαρος λθν ες θήνας δι ν ζητήση περίθαλψιν παρ τς κυβερήσεως κα μ εσακουσθες κατέβη πεζς ες Πειραιά, διότι κα τς δραχμς στερετο δγώγιον, κα μεταβς ες δραν δωρεν δι τινς δραϊκο πλοιαρίου ατοχειριάσθη δυσποτμος»! (Δυσποτμος= δυσ+πότμος. Πότμος εναι ατ πο πέφτει στν καθένα, μοίρα. Δυσποτμος εναι κακότυχος). 

Κα συνέχισε Χουρμούζης:

«Ες κ τν πρώτων οκοκυραίων τς δρας, Θεόδωρος Γκίκας, προσήνεγκεν λην ατο τν χρηματικν κατάστασιν, συνισταμένην ες 900.000 δραχμς ες τς ναγκας τς πατρίδος? κα λέγω λην, διότι μετ τν θάνατον ατο σύζυγος πεκαλέσθη τς κυβερνήσεως τν συνδρομν κα μ εσακουσθεσα κατέφυγεν ες τν εεργετικν ρωγν τν πτ ρνίθων της, τν ποίων τ ὠὰ πωλοσα γόραζεν τν ρτον τς μέρας, δ Παπαμιχαλάκης, ερες τς νοριακς της κκλησίας νάληψις, συνήθροιζεν π’ νόματί της κατ Κυριακν δι το δίσκου λίγα λεπτά, τινα διδεν ες τν χήραν του βαθύπλουτου Γκίκα, ως ο δυσπραγία κα λύπη δωκαν τέλος ες τ βάσανά της».

Στ πόνημά του «πς δε στορίαν συγγράφειν», Λουκιανς γράφει τι στορικς πρέπει ν εναι «φοβος, δέκαστος, λεύθερος παρρησίας κα ληθείας φίλος». Τ ν λς τι λοι ο πρόκριτοι ταν περίπου μάστιγα το λαο, ψεύδεσαι.

κ. Τατσόπουλος κα ο σν ατ δν ρκονταν στν σημαντότητά τους, θελαν πωνυμία. μως, πως λέει κα θυμόσοφος λαός μας, «σο ψηλότερα πηδάει μαϊμο τόσο περισσότερο φαίνεται κλος της». 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΕΔΩ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου