Κείμενο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρών κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Ἔχει καταντήσει τῆς «μόδας» τὸν τελευταῖο καιρὸ νὰ ἀκούγονται κάποιες ἀπαξιωτικὲς φωνές, περὶ τοῦ ρόλου τῆς Ἐκκλησίας στὴν κοινωνία καὶ τὸ σύγχρονο γίγνεσθαι.
Μάλιστα σὲ κάποιες τελετὲς ὁρκωμοσίας τῶν νέων αἱρετῶν Ἀρχόντων, ὑπῆρξαν τινές, οἱ ὁποῖοι ἐτόλμησαν νὰ εἴπουν, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἴτε δὲν ἔχει θέση στὶς τελετὲς αὐτὲς (βλ. Δημητσάνα, ὅπου ἀντέδρασε καὶ δικαίως, ὁ ἄξιος Μητροπολίτης της, ἐπικροτούμενος ἀπὸ τὸ σύνολο τοῦ εὐσεβοῦς Λαοῦ), εἴτε ὅτι ἡ Ἐκκλησία, καιρὸς εἶναι, νὰ ἀσχοληθῆ μὲ τὰ τοῦ οἴκου της, εἴμαστε ὑπὲρ τοῦ πλήρους χωρισμοῦ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας κ.λ.π. (βλ. Πάτρα, ὅπου ἀμέσως ἀπαντήσαμε περὶ τοῦ ρόλου καὶ τῆς προσφορᾶς τῆς Ἐκκλησίας στὸ κοινωνικὸ σύνολο). Βεβαίως ὁ λόγος μᾶς ἦτο συνετὸς καὶ οὐσιαστικὸς καὶ δὲν ἀπέβλεπε στὸ νὰ δημιουργήση ταραχὴ στὴν τόσο ὡραία Ἐκδήλωση τῆς Ὁρκωμοσίας τοῦ ἀγαπητοῦ μας πρώτου Αἱρετοῦ Περιφερειάρχου Δυτικῆς Ἑλλάδος κ. Ἀποστόλου Κατσιφάρα καὶ τοῦ Περιφερειακοῦ Συμβουλίου. Ὅμως ἡ πρόκληση δὲν ἔπρεπε νὰ μείνη χωρὶς ἀπάντηση.
Ὅλα αὐτά, μᾶς ἐδημιούργησαν καὶ μᾶς δημιουργοῦν πόνο ψυχῆς, διότι λέγονται ἀπὸ....
χείλη ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἐγεννήθησαν καὶ ἀνετράφησαν καὶ ζοῦν σὲ ἕνα χῶρο καὶ σὲ ἕνα κλίμα τὸ ὁποῖο διαποτίστηκε μὲ τὰ νάματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ἀναπνέουν τὸν ἀέρα τῆς ἐλευθερίας, τὸν ὁποῖο μὲ ἀγῶνες ἐκέρδισε αὐτὸς ὁ Λαὸς ποῦ εἶχε καὶ ἔχει βαθειὰ ριζωμένη στὴν καρδιὰ τοῦ τὴν πίστη στὸν μόνο Ἀληθινὸ Θεό, ὁ Ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος γιά μας. Αὐτὴ ἡ πίστη στὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης, ἔκανε αὐτὸ τὸν Λαὸ νὰ ἀγκαλιάζη χωρὶς διακρίσεις ὅλους τους ἀνθρώπους καὶ νὰ μπορῆ νὰ θυσιάζεται γιὰ τὶς πανανθρώπινες ἀξίες καὶ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα, τὰ ὁποῖα βάναυσα οἱ ἐπικριτὲς τῆς Ἐκκλησίας καταπατοῦν, ἐκφράζοντας γιὰ τὴν Πατρίδα μας, τὴν δημοκρατικὴ Ἑλλάδα, ἕνα ἐπικίνδυνο ρατσισμό, εἰς βάρος αὐτῆς ταύτης τῆς ὑποστάσεως τοῦ Ἔθνους μας, τῆς Πατρίδος μας. Τοῦτο τὸ γεγονὸς εἶναι πρωτοφανὲς καὶ πρωτάκουστο, μάλιστα ὅταν οἱ πάντες, ὅπου γής, ὑπερασπίζονται (καὶ καλῶς, κάλλιστα πράττουν) τὴν ἰδιοπροσωπεία τους καὶ τὶς ἀξίες τῆς παραδόσεως καὶ τοῦ τόπου τους.Ἐπὶ χρόνια τώρα, στὴν Πατρίδα μας, αὐτὲς οἱ φωνὲς δηλητηριάζουν τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, τῶν Νεοελλήνων, οἱ ὁποῖοι τὰ τελευταία ἔτη μεγάλωσαν καὶ διαπαιδαγωγήθηκαν δυστυχῶς, μέσα σὲ ἕνα τέτοιο κλίμα, ὅπου ἀκούγονται τέτοιες θέσεις ἀκυρωτικὲς τῶν θεσμῶν, τῶν προσώπων καὶ τῶν ἀξιῶν. Τὰ ἀποτελέσματα ἐμφανῆ. Ἀποδιοργάνωση τῆς κοινωνίας, διάλυση τῶν οἰκογενειῶν, διάλυση τῆς παιδείας, ἀπαξίωση τῶν θεσμῶν, καταρράκωση τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητας καὶ αὐτῆς ταύτης τῆς ζωῆς.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, δυστυχῶς, ὑπάρχει μία ἀπάθεια καὶ ἕνας «ὠχαδερφισμός», πράγματα ἐπικίνδυνα γιὰ τὴν πορεία τῶν κοινωνικῶν μας πραγμάτων.
Ἡ ὅποια ὑγιὴς ἀντίδραση θεωρεῖται ὡς προσπάθεια φίμωσης τῆς ἐλευθερίας.
Φαίνεται ὅτι, μερικοί, θεωροῦν ἐλευθερία, τὸ νὰ μιλᾶνε μόνο ὀλίγοι καὶ νὰ λένε ὅ,τι θέλουν, προσβάλλοντας θεσμοὺς καὶ πρόσωπα καὶ ρίχνοντας λάσπη σὲ ἀξίες διαχρονικές, χωρίς, κατ’ αὐτούς, νὰ ἔχη τὸ δικαίωμα κάποιος νὰ ἀντιδράση ἢ νὰ διαμαρτυρηθῆ ἢ νὰ ὑπερασπιστὴ τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν θεσμὸ ποῦ ὑπηρετεῖ.
Ἡ στοχοποίηση καὶ γνωστὴ εἶναι καὶ ἐπαναλαμβάνεται κατὰ καιρούς, εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία Ἐκκλησία εἶναι τὸ λίκνο αὐτοῦ του Λαοῦ, ἡ κρηπίδα του, τὸ θεμέλιό του δηλαδή, αὐτὴ ταύτη ἡ ὑπόστασή του.
Ἡ τακτικὴ γνωστή. Κάθε τόσο καὶ ἕνα πλῆγμα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ συγκεκριμένα κέντρα, τὰ ὁποῖα πάντοτε ἐστόχευαν στὸ νὰ ἀποδυναμώσουν τὴν σχέση τοῦ Λαοῦ μὲ τὴν πνευματική του μάνα, καὶ τροφό.
• Τὴν μία φορὰ μὲ τὸ παραμύθι περὶ τῆς «ἀμυθήτου» Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, γιὰ τὴν ὁποία πολλάκις ἔχομε μιλήσει, ἐνημερώνοντας τὸν εὐσεβῆ Λαό μας, ἀλλὰ καὶ ὅποιον ἄλλον ἔχει ἐρωτήματα ἐπ’ αὐτοῦ, ὅτι δηλαδὴ ἡ ὑπόθεση αὐτὴ εἶναι μία αἰσχρὴ προπαγάνδα εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ μόνο τὸ 4% ἔχει ἀπομείνει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ περιουσία, ἀπὸ τὶς κατὰ καιροὺς ἀπαλλοτριώσεις της ἀπὸ τὸ κράτος γιὰ τοὺς «κοινωφελεῖς» σκοπούς του, καὶ ἀπὸ τὸ ἐναπομεῖναν μέρος τῆς περιουσίας αὐτῆς κάποιο τμῆμα εἶναι δεσμευμένο ὡς δασικὸ καὶ κάποιο ἄλλο γιὰ διαφόρους λόγους δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀξιοποιηθῆ. Ἀπὸ αὐτό, τὸ ἐναπομεῖναν μέρος τῆς περιουσίας της, ἡ Ἐκκλησία στηρίζει αὐτὸν τὸν Λαό, τὸν πονεμένο, τὸν προδομένο, τὸν ἀδικημένο καὶ πολλάκις ἐμπαιζόμενο.
Ἀπὸ αὐτὰ ἡ Ἐκκλησία ἐπιτελεῖ τὸ τεράστιο κοινωνικὸ ἔργο τῆς στηρίζοντας τὰ λαϊκὰ στρώματα, ποῦ ἁπλώνουν τὸ χέρι τους, εἰδικὰ σήμερα γιὰ ἕνα πιάτο φαγητὸ καὶ γιὰ μία ἐργασία, προκειμένου νὰ ἐξασφαλίσουν τὰ πρὸς τὸ ζεῖν, τὰ ὁποία δυστυχῶς τοὺς στερεῖ καθ’ ἡμέραν τὸ σύστημα.
Ποιὸς περίμενε, ὅτι θὰ φτάσωμε στὸ σημεῖο, ὥστε ἀρχὲς τοῦ 2011, νὰ λειτουργοῦν συσσίτια στὶς Ἐνορίες καὶ νὰ ἔρχονται κάθε ἡμέρα καὶ περισσότεροι ἄνθρωποι νὰ χορτάσουν τὴν πείνα τους καὶ νὰ βροῦν παρηγοριὰ καὶ ἀπαντοχή. Ναί, κάθε ἡμέρα καὶ περισσότεροι προσέρχονται μὲ ἐμπιστοσύνη στὴν μάνα τους, ποῦ λέγεται Ἐκκλησία καὶ τὴν ὁποία βάναυσα πλήττουν οἱ ἐχθροί της. Εἶναι σὰν νὰ σκοτώνουν τὴν μάνα, ὥστε νὰ μὴν μπορῆ νὰ θηλάση τὸ παιδί της καὶ νὰ ζήση. Ποιός, λοιπόν, εἶναι ἐναντίον τῶν λαϊκῶν στρωμάτων, ἡ Ἐκκλησία ἢ ἐκεῖνοι ποῦ τὴν πλήττουν θέλοντας νὰ στερήσουν ἀπὸ τὸν Λαὸ τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς;
• Τελευταία ἀκούγονται πλεῖστες ὅσες, ἀνεύθυνες γνῶμες περὶ τοῦ θέματος τῆς μισθοδοσίας τῶν Κληρικῶν.
Μία ἄλλη αἰσχρὴ προπαγάνδα τῶν γνωστῶν κύκλων ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Δυστυχῶς, βομβαρδίζονται οἱ ἄνθρωποι μὲ συνθήματα ἐναντίον τῶν Κληρικῶν μας, τῶν ἡρώων αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι καθ’ ἡμέραν ἀναλίσκονται γιὰ νὰ ζήση αὐτὸς ὁ τόπος, γιὰ νὰ βρίσκουν λόγον ἀγάπης καὶ παραμυθίας οἱ ἄνθρωποι στὶς πόλεις μας καὶ στὰ δύστυχα χωριά μας, τὰ ὁποῖα ἡ πολιτικὴ τῶν τελευταίων ἐτῶν, τὰ ρήμαξε καὶ τὰ ἐνέκρωσε.
Αὐτοί, οἱ Ἱερεῖς μας, τώρα, ποῦ δὲν ὑπάρχει τίποτε στὴν Ὕπαιθρο χώρα, οὔτε σχολεῖα, οὔτε δάσκαλοι, οὔτε κάποια ἀρχὴ νὰ νοιάζεται γιὰ τὸν τόπο, ὅπου γέροντες πολλάκις ἐγκαταλελειμμένοι ζῶντες μὲ σύνταξη τῆς πείνας, ἀγωνίζονται νὰ κρατηθοῦν ἀξιοπρεπὼς στὴν ζωή, αὐτοὶ οἱ Ἱερεῖς μᾶς μένουν πιστοὶ στὸ χρέος κάθε ἡμέρα «φυλάσσοντες τὸν τόπο» καὶ στηρίζοντας ὅ,τι ἔχει ἀπομείνει, ἀπὸ τὶς ψυχὲς μέχρι τὴν πολιτιστικὴ καὶ ἱστορική μας παράδοση καὶ κληρονομιά.
Σ’ αὐτοὺς τοὺς Ἱερεῖς μας, οἱ ὁποῖοι ἐργάζονται νύχτα καὶ ἡμέρα στὶς πόλεις καὶ τὰ χωριά μας, παρέχεται ὁ μισθός, αὐτὸς ποῦ παρέχεται, ὡς μία συμβατικὴ ὑποχρέωση τοῦ κράτους γιὰ τὴν περιουσία, τὴν ὁποία ἔχει κατὰ διαστήματα πάρει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Καὶ ὅμως, αὐτὸ ἀποσιωπᾶται τεχνηέντως, ὥστε νὰ ρίχνεται λάσπη συνεχῶς στὰ πρόσωπα τῶν Ἱερέων μας, οἱ ὁποῖοι εἶναι οἱ φρυκτωροὶ αὐτοῦ του τόπου καὶ οἱ ὑπηρέτες τοῦ Λαοῦ. Ὅλοι αὐτοὶ ποῦ ὑποστηρίζουν τὴν διακοπὴ τῆς μισθοδοσίας τοῦ Κλήρου, πρέπει νὰ γνωρίζουν, ὅτι γιὰ νὰ γίνη αὐτό, πρέπει νὰ καταργηθοῦν οἱ συμβάσεις, βάσει τῶν ὁποίων, τὸ Κράτος κατὰ καιροὺς ἀπαλλοτρίωσε τὴν Ἐκκλησιασικὴ περιουσία, ἀναλαμβάνοντας τὴν ὑποχρέωση τῆς μισθοδοσίας τοῦ Κλήρου, νὰ ἐπιστραφῆ ἡ περιουσία αὐτὴ (καὶ ἐφ’ ὅσον αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸν ὡς ἀντιλαμβάνεσθε), νὰ ἀποτιμηθῆ ἡ ἀξία της μὲ τὰ νῦν δεδομένα καὶ νὰ δοθοῦν τὰ χρήματα στὴν Ἐκκλησία γιὰ τὴν μισθοδοσία τῶν Κληρικῶν.
Τὸ θέμα αὐτὸ χρειάζεται πολλὴ σύνεση, ὥστε νὰ μὴ δημιουργοῦνται λανθασμένες ἐντυπώσεις στὴν κοινωνία μας. Πιστεύομε ὅτι ἔτσι χειρίζεται ἡ πολιτεία ἀνέκαθεν τὰ ζητήματα αὐτά, μὲ σωφροσύνη δηλαδή, ὥστε νὰ μὴ δημιουργηθοῦν μεγάλες ἀδικίες εἰς βάρος ἑνὸς μεγάλου τμήματος τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ, μὲ τεράστιες ἐπιπτώσεις στὸ κοινωνικὸ σύνολο.Ὅμως ἂς εἶναι. Ὁ «κλῆρος» τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου εἶναι τὸ μαρτύριο καὶ τὸ «ὄνειδος» γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δόξα καὶ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
• Τὸ τρίτον ποῦ θὰ ἤθελα νὰ σημειώσω. Ἀπόηχος ὅλων τῶν παραπάνω εἶναι ὅσα λέγονται περὶ τοῦ περιλαλήτου χωρισμοῦ Ἐκκλησίας – Πολιτείας. Ἡ Ἐκκλησία νὰ ἀσχολῆται μὲ τὰ τοῦ οἴκου της, μᾶς λένε, καὶ νὰ ἀφήση τὴν Πολιτεία νὰ κάνη τὴν δουλειά της. Βέβαια, ὅλοι αὐτοὶ ποῦ μιλᾶνε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, δὲν γνωρίζουν οὔτε τί εἶναι Ἐκκλησία, οὔτε ποιὸς εἶναι ὁ οἶκος της. Δὲν θέλουν νὰ ἀντιληφθοῦν, διότι αὐτὸ τοὺς καίει καὶ τοὺς πονάει, ὅτι Ἐκκλησία δὲν εἶναι τὰ κτήρια τῶν Ναῶν, ἀλλὰ ὁ Λαός, οἱ ἄνθρωποι, ὅλοι αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι ἐμπιστεύονται τὴν Ἐκκλησία γιατί εἶναι μέλη της. Ὅπως ἕνα μέλος δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ζήση μακράν του σώματος, ἀλλὰ αὐτονομούμενον ἢ ἀποκοπτόμενον, ξηραίνεται, ἔτσι καὶ ὅποιος ἀποκόπτεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία εἶναι καταδικασμένος στὴν ἀπώλεια, στὸν θάνατο. Ὁ Λαὸς ἀπεχθάνεται τὸν θάνατο, γιατί εἶναι ὁ ἐχθρός της ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. Ὁ Λαὸς ἀγαπάει τὴν ζωὴ καὶ γι’ αὐτὸ παραμένει ἑνωμένος μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἐσφαγμένου Ἀρνίου, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ρίζα του καὶ ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς του. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο καὶ βαθὺ καὶ οὐσιαστικὸ στοιχεῖο τῆς σχέσεως τοῦ Λαοῦ μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ γι’ αὐτὸ «πύλαι ἅδου, οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς», κατὰ τὸν Ἅγιον Ἰωάννην τὸν Χρυσόστομο.
Τὸ δεύτερον στοιχεῖο ποῦ καίει καὶ τσουρουφλίζει ὅλους αὐτούς, οἱ ὁποῖοι πιπιλίζουν ὡς καραμέλα καὶ ἐπαναλαμβάνουν ὡς ἀνούσιοι καὶ κουραστικοὶ παπαγάλοι, τὰ περὶ χωρισμοῦ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας εἶναι ὅτι ὁ Λαός, γιὰ τὸν ὁποῖον λένε ὅτι κόπτονται, εὐτυχῶς γνωρίζει τί ἔκανε ἡ Ἐκκλησία κατὰ καιρούς, ὥστε νὰ μὴ χάση τὴν αὐτοσυνειδησία του, τὴν ἰδιοπροσωπεία του καὶ τὴν ταυτότητά του.
Ἀγωνίστηκε ἡ Ἐκκλησία, αὐτὸς ὁ Λαὸς τὸν ὁποῖον χρησιμοποιοῦν ὅλοι οἱ παραπάνω, γιατί ἐπαναλαμβάνω, αὐτὸς ὁ Λαὸς εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἀγωνίστηκε γιὰ ὅ,τι ἱερὸ καὶ ὅσιο σ’ αὐτὸ τὸν τόπο, τὰ ὁποία δυστυχῶς τώρα κάποιοι δὲν σέβονται, ἄλλοι τὰ ξεπουλοῦν καὶ ἕτεροι τὰ ὑβρίζουν καὶ τί κρίμα «μιλᾶνε» ἐξ’ὀνόματος τοῦ Λαοῦ.
Ἂν ρωτήσης κάποιον ἀπ’ αὐτούς, «τί ἐννοεῖς ὅταν λέγης χωρισμὸ Ἐκκλησίας ἀπὸ τὴν Πολιτεία;» , δὲν γνωρίζει νὰ σοὺ ἀπαντήση. Ὅλους αὐτούς, τὴν θλιβερὴ μειοψηφία τοῦ Λαοῦ, τοὺς πείραξε καὶ τοὺς πειράζει τὸ γεγονός, ὅτι μέσα σὲ μία ἐποχὴ ποικίλης κρίσεως, τὴν ὁποία διέρχεται ἡ χώρα μας, αὐτὸς ὁ Λαὸς «κατακλύζει» τοὺς Ἱεροὺς Ναούς, ποῦ εἶναι ὁ δικός του οἶκος γιὰ νὰ ὁμολογήση τὴν πίστη του στὸν Θεὸ καὶ τὴν ἀφοσίωσή του στὴν Ἐκκλησία. Νὰ λοιπόν, ποιὸς εἶναι ὁ οἶκος τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸς ὁ Λαὸς εἶναι. Τὰ παιδιά της, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, πλούσιοι καὶ πτωχοί, ὅπως συνεχῶς εὐαγγελίζεται. Εἶναι ὅλοι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι ψηφίζουν, ἐκφράζονται καὶ ἀποφασίζουν μέσα σὲ μία δημοκρατικὴ Χώρα.
Καὶ ὅμως, ὅσοι μιλοῦν γιὰ χωρισμὸ Ἐκκλησίας – Πολιτείας, ἐκεῖνο ποῦ θέλουν εἶναι νὰ καταπνίξουν τὴν φωνὴ τῶν πολλῶν, νὰ τοὺς δέσουν τὰ μάτια, νὰ τοὺς κλείσουν τὸ στόμα καὶ νὰ τοὺς βουλώσουν τὰ αὐτιά. Έ, αὐτὸ μόνο δημοκρατία δὲν εἶναι καὶ αὐτὸ ὁ Λαὸς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὸ ἀφήση νὰ περάση.
Ἐπὶ τοῦ θέματος αὐτοῦ δὲν εἶναι τῆς παρούσης νὰ ἀσχοληθοῦμε ἐκτενῶς. Πετώντι καλάμω μόνο θὰ σημειώσωμε τὰ ἑξῆς:
Πρῶτον. Ἐννοοῦν ὅσοι ἰσχυρίζονται γιὰ χωρισμό, τὸν χωρισμὸ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὰ μέλη τοῦ Κράτους; Ἀλλὰ τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ταυτόχρονα καὶ πολίτες τοῦ Κράτους, ἀκόμα καὶ Ἡγέτες τοῦ Κράτους. Πῶς θὰ χωρίσουν λοιπόν;
Δεύτερον. Ἐννοοῦν τὴν παράδοση τῆς Ἑλληνικῆς Κοινωνίας; Ὅμως λησμονοῦν ὅτι αὐτὴ ἡ παράδοση ἔχει γίνει ἕνα μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, εἶναι τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα τῶν πολιτῶν αὐτῆς τῆς Χώρας. Οἱ πολίτες, λοιπόν, τηροῦν αὐτὲς τὶς παραδόσεις ποῦ εἶναι ἡ ἴδια τοὺς ἡ ζωή. Πῶς εἶναι δυνατὸν ἡ Πολιτεία νὰ μὴ τὸ λάβη ὑπ’ὄψη τῆς αὐτό;
Τρίτον. Τὸ ἄλλο σημεῖο τὸ ὁποῖο ἴσως ἐννοοῦν οἱ θιασῶτες τοῦ χωρισμοῦ Ἐκκλησίας – Πολιτείας εἶναι, τὸ θέμα τοῦ χωρισμοῦ τῆς διοίκησης τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὴν διοίκηση τοῦ Κράτους. Ἀλλὰ αὐτὸ ἰσχύει, ἀφοῦ ἔχομε διακριτοὺς ρόλους, οἱ ὁποῖοι τυγχάνουν σεβασμοῦ. Ὅποτε καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ χρειάζεται πολὺ μεγάλη σύνεση καὶ ὅ,τι λέγεται, πρέπει νὰ ἀντέχη στὸν διάλογο καὶ τὴν κριτική. Ἐπ’ αὐτοῦ θὰ ἐπανέλθωμε ἐκτενῶς, ὅταν χρειασθῆ.
• Ἀλλὰ ἂς προχωρήσωμε καὶ σὲ ἕνα ἄλλο σημεῖο. Ἐνοχλοῦνται κάποιοι, ὅταν ἡ Ἐκκλησία μιλάη. Θέλουν ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα, ὅλοι νὰ ἔχουν λόγο, (καὶ καλῶς ἔχουν), ἐπὶ παντὸς θέματος, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὴ πρέπει νὰ σιωπᾶ. Μᾶς ἀμφισβητοῦν ἢ καλύτερα θέλουν νὰ μᾶς στερήσουν τὸ δικαίωμα νὰ μιλᾶμε καὶ νὰ παρεμβαίνομε στὰ κοινωνικὰ δρώμενα. Ὁ κάθε πολίτης αὐτῆς τῆς χώρας δικαιοῦται καὶ ὑποχρεοῦται, καὶ γνώμη νὰ ἔχη καὶ στὰ δρώμενα νὰ μετέχη καὶ νὰ κρίνη μὲ σύνεση καὶ εὐπρέπεια καὶ νὰ ἀγωνίζεται γιὰ καλύτερο μέλλον, γιὰ καλύτερη διαβίωση, παιδεία, ἐργασία κ.λ.π.
Οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ Ἱερεῖς, σύμφωνα μὲ τοὺς ὀλίγους, δὲν ἔχουν δικαίωμα νὰ ἐκφέρουν γνώμη, γιατί «πολιτικολογοῦν». Ἀλήθεια, τί ἄδικο εἴπαμε, τί ἀντιλαϊκόν, τί ἀντιδημοκρατικόν; Ἢ τί κακὸν λέγομεν, ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὴν κοινωνικὴ ἀδικία, γιὰ τὴ φτώχεια, γιὰ τὴν καταπίεση τῶν ἀδυνάτων, γιὰ τὶς ἐξαρτήσεις τῶν νέων ἀπὸ τὶς ποικίλες μάστιγες, γιὰ τὴν καταρράκωση τῶν ἀξιῶν, γιὰ τὴν ἀπαξίωση τῶν θεσμῶν, γιὰ τὴν ἀνεργία, γιὰ τὸ μεταναστευτικό; Δὲν εἶναι θέματα αὐτά, ποῦ καῖνε ὅλους τους πολίτες;
Κάποιοι προχωροῦν ἀκόμα πιὸ πέρα. Ναί, σὰν ἄτομα νὰ μιλᾶτε, ἀλλὰ ὄχι σὰν Ἐκκλησία, σὰν σῶμα δηλαδή. Ἄλλο καὶ αὐτὸ καινοφανὲς καὶ παράλογο. Ὅλοι οἱ σύλλογοι κάνουν ψηφίσματα, διαμαρτυρίες, κ.λ.π. Ἐμεῖς ἡ Ἐκκλησία, πρέπει νὰ ἔχομε τὸ στόμα μᾶς κλειστό. Αὐτοὶ ποῦ μιλᾶνε γιὰ τοὺς λαϊκοὺς ἀγῶνες, θέλουν ἔξω ἀπὸ τὸν ἀγωνιστικὸ χῶρο, τὴν Ἐκκλησία. Τί ἀδικία ὅμως. Δυστυχῶς αὐτοαποκαλύπτονται.
• Ἀλλὰ ἂς θίξω καὶ ἕνα ἄλλο σημεῖο. Ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα περισσότερα, ὁδηγοῦν στὸ συμπέρασμα, ὅτι θέλουν ἕνα ἄθεο κράτος. Γι’ αὐτὸ γίνεται ὅλη αὐτὴ ἡ ὑπόγεια ἢ ἐμφανὴς πολεμικὴ ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Θέλουν ἕνα μοντέλο, τὸ ὁποῖο δυστυχῶς ἔχει παρακμάσει καὶ ἔχει ἀποβληθεῖ πρὸ πολλοῦ ἀπὸ ἄλλους λαούς, ποῦ τὸ εἶχαν κάποτε υἱοθετήσει.
Ναί, αὐτὸ θέλουν ὅλοι οἱ παραπάνω καὶ οἱ πάτρωνές τους. Γι’ αὐτὸ κάθε τόσο καὶ κάτι ἀνασύρεται ἀπὸ τὰ συρτάρια τους. Μία τὸ θέμα γιὰ τὰ σύμβολα, μία τὸ ζήτημα γιὰ τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, μία ἐκεῖνο γιὰ τὸν ὅρκο, τὴν ἄλλη γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ περιουσία καὶ τόσα ἄλλα.
• Πρὸς ὅλους αὐτοὺς ἀπαντοῦμε μὲ τὴ γλώσσα τῆς ἀλήθειας, τῆς εὐθύνης ἔναντί του Λαοῦ, τὸν ὁποῖον μᾶς ἐνεπιστεύθη ὁ Θεὸς καὶ ἔναντι αὐτῶν τῶν ἰδίων. Ἀπαντοῦμε μὲ τὴ γλώσσα τῆς ἀγάπης.
Ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν Πολιτεία ἔχουν διακριτοὺς ρόλους καὶ αὐτὸ τυγχάνει σεβασμοῦ ἀπὸ ὅλους μας. Ὅλοι μας ἀγωνιζόμαστε γιὰ αὐτὸ τὸν τόπο, τὸν τόσο βασανισμένο καὶ πολυαγαπημένο, γιὰ τὴν Ἑλλάδα. Ὅλοι μας ἐργαζόμεθα καὶ δὲ θὰ φεισθῶμεν οὐδὲ αὐτῆς τῆς ζωῆς μας γιὰ τὰ δίκαια τοῦ Λαοῦ μας. Γιὰ τὴν πνευματική του τροφὴ καὶ τὴν σωτηρία τοῦ πρωτίστως, ἀλλὰ καὶ γιὰ κοινωνικὴ δικαιοσύνη, γιὰ σωστὴ παιδεία, γιὰ τὴν καταπολέμηση τῶν κοινωνικῶν ἀνισοτήτων, γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς βίας, τῆς πείνας καὶ ὅποιας ἄλλης ἀδικίας ἀπειλεῖ τὸν Λαό μας καὶ τὴν Πατρίδα μας.
Ἡ θέση μᾶς εἶναι μέσα στὴν κοινωνία, θέση πνευματική, θυσιαστικὴ γιὰ τὴν ἔξοδο τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὴν ἀπελπισία, τὴν κρίση θεσμῶν καὶ ἀξιῶν καὶ τὴν ὀδύνη ποῦ δοκιμάζει καθημερινά.
Τώρα εἶναι ἡ ὥρα τῆς Ἐκκλησίας. Τώρα καλούμεθα ὡς Ἐκκλησία, νὰ προσφέρωμε, ὅπως πάντοτε, ἀλλὰ ἀκόμα περισσότερο τὸν ἀληθινὸ Θεό, τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς μόνη σωτηρία τοῦ κόσμου. Τώρα καλούμεθα νὰ στηρίξωμε μὲ ὅλες μας τὶς δυνάμεις τὸν Λαό μας, νὰ τὸν βοηθήσωμε, νὰ τοῦ δώσωμε τὴν χαμένη ἐλπίδα, τὸ μήνυμα τῆς ζωῆς.
Ἡ φωνή μας, δυνατή, προφητική, οἱ λόγοι μᾶς ἔκφραση ἀγωνίας καὶ πλήμμυρα ἀγάπης γιὰ αὐτὸ τὸν Λαό. Ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει γιὰ νὰ ζήση ὁ Λαὸς καὶ ψυχικὰ καὶ σωματικά. Ὅ,τι ἔχομε ἀνήκει στὸν Λαό. Γιὰ νὰ τὸν στηρίξωμε πνευματικὰ καὶ νὰ τὸν ψωμίσωμε σωματικά. Σ’ αὐτὸ τὸ πνεῦμα κινούμεθα ὅλοι οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅλος ὁ Ἱερὸς Κλῆρος. Ὁ ρόλος μας δὲν εἶναι ἡ ἠττοπάθεια καὶ ὁ λόγος μας θὰ εἶναι πάντοτε ἀφυπνιστικός, οὐσιαστικός, φωτιστικός, παραμυθητικός, λόγος ἐλπίδος, ἀλλὰ καὶ ἐλεγκτικὸς σὲ κάθε περίπτωση ποῦ διαπράττονται ἀδικίες ἀπὸ ὁποιονδήποτε εἰς βάρος αὐτοῦ του Λαοῦ καὶ τῶν ἱερῶν καὶ ὁσίων του Γένους μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου