Menu

31 Ιουλ 2010

Ῥωμηοσύνη καί Φραγκωσύνη – Ὁ «ἀόρατος» πόλεμος

«Σβήνοντας ἕνα κομμάτι ἀπό τό παρελθόν, σβήνει κανείς κι ἕνα ἀντίστοιχο κομμάτι ἀπό τό μέλλον.» (Σεφέρης)
1. ΔΝΤ – Διεθνής Νέα Ταπείνωση

Ἐάν κρίνουμε ἀπό ὅσα συμβαίνουν τριγύρω μας, ἐντός καί ἐκτός τῶν τειχῶν, τότε μᾶλλον «μεταβαίνωμεν πρός Ἱεροσόλυμα, διά τό παθεῖν». Ἡ τόσο ἔντονη καί ἐντατική πολυπολιτισμική πολεμική ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος καί τοῦ «’Ἑλληνο-Ὀρθόδοξου» ἰδεώδους, τῆς «Ρωμιοσύνης» δηλαδή, ἀπό τούς ποικιλώνυμους, ποικιλόμορφους καί «καμουφλαρισμένους» «φίλους» καί ἐχθρούς προβληματίζει πάντες, ἀκόμη καί αὐτούς πού χώνουν τά μυαλά τους σέ μία κάποια ἰδεολογία, ἰδεοληψία ἤ τέλος πάντων σέ μία ριψάσπιδα «ληθαργία». Ἀπό τήν ἐποχή τῶν Σταυροφοριῶν ἰδίως οἱ Ἕλληνες δέν κατανοοῦν, γιά δέν τούς κατανοοῦν οἱ «παροικοῦντες ἐν Ἱερουσαλήμ», εἴτε αὐτοί λέγονται εὐρωπαῖοι, εἴτε Τοῦρκοι, εἴτε Ἀμερικανοί, εἴτε «γείτονες», εἴτε βαλκάνιοι. Προσπαθεῖ ὁ ταλαίπωρος Ἕλληνας νά δεῖ τούς ἄλλους καί τόν ἑαυτό μέ τά γυαλιά πού τοῦ φόρεσε ἡ δυτικοφερμένη «φράγκικη» ἐκπαίδευση καί τό «ἀνήκομεν εἰς τήν Δύσιν»[1].
Ἐπειδή δέν γνωρίζει καί τήν πραγματική ἱστορική του ἰδιοπροσωπία προσπαθεῖ μιμητικά καί ἀπεγνωσμένα μέσω ἑνός καλά ἐνορχηστρωμένου «πολιτισμικοῦ καρναβαλιοῦ» (εἴτε στήν ὄψη, εἴτε στίς ἀπόψεις) νά γίνει ἀποδεκτός καί κατανοητός ἀπό τήν «πολιτισμένη Δύση»[2]. Τό μόνο πού εἰσπράττει καί θά εἰσπράττει πάντοτε εἶναι ὁ χλευασμός, ἡ ἀφ’ ὑψηλοῦ περιφρόνια, ἡ ὑποτίμηση καί …τό ΔΝΤ. Καί θά νόμιζε κανείς, ὅτι τό ΔΝΤ εἶναι κάτι καινούργιο...
Ὁ Ἑλληνικό-Ρωμαϊκός Πολιτισμός πέρασε ἀπό πολλά...«Δ.Ν.Τ.», ἀρχῆς γενομένης ἀπό τόν συστηματικό καί βαθμιαῖο χωρισμό τῆς Ἑλληνο-Ρωμαϊκῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Ἑλληνο-Ρωμαϊκῆς Δύσης, ἀπό τόν πρωτεργάτη καί ἀρχιαιρεσιάρχη, πρόγονο καί «πνευματικό πατέρα» τῶν σημερινῶν, Φράγκο-Εὐρωπαίων, τόν Καρλομάγνο. Ἀκλούθησαν οἱ Σταυροφορίες, ἡ Λατίνο-Φραγκοκρατία[3] (1204 – 1261 μ. Χ.) καί μετά ἡ Τουρκοκρατία[4]. Μετά ἦρθε τό «ΔΝΤ» τοῦ 1829-30, ὅπου ἡ «προστάτιδα» Ἀγγλία μᾶς ἔβαλέ τους «ἀντί-ρωμαίικούς» της ὅρους βοηθείας, γιά τήν ἵδρυση τοῦ νέου «ψευδό-ρωμαίικου» ἑλλαδικοῦ Βασιλείου, μέ βασιλέα, ποιόν παρακαλῶ, ἕναν Φράγκο[5]!:
- Ξεχάστε, μᾶς εἶπαν, τήν «Νέα Ρώμη[6]», δέν εἶστε ρωμιοί, ἀλλά Ἕλληνες, πηδήξατε ἀπό τό παγανιστικό παρελθόν κατευθείαν στήν «Ψῶρο-Κώσταινα».
- Σᾶς δίνουμε κράτος, εἶπαν, πού βέβαια δέν θά εἶναι κράτος, μέ σύνταγμα καί νόμους, παιδεία καί δρόμους, πού εἶναι μόνο χολιγουντιανές «εἰκονικές» πραγματικότητες. Κάναμε τόσο κόπο νά σᾶς διαλύσουμε…!
Αὐτό λοιπόν τό κρατικό μόρφωμα ἔχουμε σήμερα καί ἀποροῦμε γιατί ὁ τόπος μας, ἡ πατρίδα μᾶς εἶναι ἔτσι ὅπως εἶναι «…πιότερο φραγκική μητρυιά, παρά ρωμαίικη μάννα, καλογριά, ξενοδουλεύτρα μᾶλλον, τοῦ κάθε ΔΝΤα, παρά ἀφέντρα, ρωμαίικη κυρά».
Αὐτοί λοιπόν πάνω-κάτω καί χοντρικά ἦταν καί εἶναι οἱ ὄροι του τότε «Δ.Ν.Τ.», τό ὁποῖο ἔκανε πέρα καί τόν ἀλήστου μνήμης μεγάλο Ρωμιό Ἰωάννη Καποδίστρια. Ὅμως τά «ΔΝΤ-ἰκά» συνεχίζονται: Μικρασιατική Καταστροφή, Κύπρος, Μακεδονία, Αἰγαῖο καί οὕτω καθεξῆς. Θά τελειώσει ἄραγε κάποτε αὐτό τό δυσώνυμο Δ.Ν.Τ. καθεστώς, θά βγοῦμε ἄραγε κάποτε ἀπό τό τοῦνελ; Ναί, μᾶλλον! Ἐάν συμβοῦν δύο πράγματα, δηλαδή, ἕνα ἀπό τά δυό!
Πρῶτο: ἐάν καί ἐφόσον εὐθυγραμμιστοῦμε «πλήρως» μέ τήν δίκη τούς «Γραμματική Πολιτισμοῦ», γίνουμε δηλαδή «Φραγκόφωνοι» (γραφή, γλώσσα, παιδεία), «Φραγκοροκάδες» (ἤθη, πάθη, πολιτική, πολιτισμός) καί «Φραγκοταλιμπανάδες» (πίστη, θρησκεία, σύμβολα).
Δεύτερο: ἄν πετάξουμε τά «τρισδιάστατα» γυαλιά τους, τά 3 Φ καί τά ἀντικαταστήσουμε μέ τά δικά μας, τά 3 Ρ, δηλαδή τήν Ρωμαίικη Πίστη, τήν Ρωμαίικη Παιδεία καί τήν Ρωμαίικη Πολιτεία. Ἔτσι θά δοῦμε ποιοί πραγματικά εἴμαστε, δηλαδή «Ρωμιοί», δίχως νά εἴμαστε οὔτε Φράγκοι, οὔτε Ἀνατολίτες[7], ἀλλά τέκνα τῆς «κάθ ἠμᾶς Ἀνατολῆς»[8].
Ἡ μέχρι πρός τίνος ἀποστόμωση τῶν σκεπτόμενων ἀνθρώπων, ἀπό ὅλα τά φερέφωνα ὄργανα τοῦ «φράγκικου συστήματος ἐξουσίας» - κρυμμένων συνήθως πίσω ἀπό σχήματα ἐξουσίας, ὅλων τῶν πολιτικῶν ἀποχρώσεων - μέ κάθε προσφερόμενο μέσο, εἴτε μέ τήν ὠμή ἀπομάκρυνση ἀπό θέσεις καί «τοποθετήσεις», εἴτε μέ τήν σπίλωση τῆς προσωπικότητας, ἰδίως στόν τομέα τῆς ἐκπαίδευσης, ὅπως π. χ. «γραφικός», «ρατσιστής», «ξενοφοβικός», «ἀπόλυτος», πέρασε, τελείωσε!
Τώρα ἔρχεται καί ἤδη ἦρθε ἡ ἀποκάλυψη ὅλου αὐτοῦ του ἀμοραλίστικου πολιτικάντικου συρφετοῦ[9], πού «κάνουν τόν μπαρμπέρη, στοῦ κασιδιάρη τό κεφάλι» (Θ. Κολοκοτρώνης). Κανείς πλέον στήν Ἑλλάδα δέν τούς πιστεύει καί προπαντός δέν τούς ἐμπιστεύεται[10]. Δέν νομίζω νά χρειάζονται «πολλά μέτρα» ἀκόμα ἤ ἐξευτελιστικά «φῶτα στό τοῦνελ» γιά νά ἐκδηλωθεῖ ἔντονα πλέον ἡ ἀγανάκτηση τῶν πολιτῶν[11].
2. Οἱ σειρῆνες

Ἐάν ἡ ἐποχή μᾶς ἔχει ἕνα κάποιο ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό, τότε αὐτό θά πρέπει νά εἶναι μᾶλλον ἡ «ἄφθονη» παραπληροφόρηση μέσω τῶν «κλασσικῶν» μεσῶν - ἔντυπα καί ὀπτικοακουστικά μέσα - ἀλλά καί μέσω τῶν ἀσύλληπτων δυνατοτήτων τῆς πληροφορικῆς. Ἐνῶ ἡ ἀναζήτηση ὁποιασδήποτε πληροφορίας, στήν λεγόμενη «κοινωνία» τῆς πληροφόρησης καί τῆς πληροφορικῆς, ἔγινε τόσο εὔκολη καί γρήγορη, μέ τάση πρός τό μηδέν, ἡ «ἀνάκτηση» ὅμως «γνώσης» καί προπαντός της «ἐπίγνωσης» εἶναι δύσφορη καί δυστοκη.
Ἔτσι μοιάζουμε μέ κάποιον, πού ψάχνει καρφίτσα («γνώση») στόν ἀχυρώνα (πληροφορίες) τῆς «Βαβυλώνας» ἤ στόν «σταῦλο τοῦ Αὐγεία». Ἡ συνταγή δηλαδή τῆς «παραπληροφόρησης» φαίνεται νά εἶναι κάπως ἔτσι: «Ἐάν θέλεις νά καταστρέψεις τήν γνώση (ἀλήθεια), τότε δῶσε πολλές πληροφορίες». Ἐπειδή ὅμως τό «ζωγραφισμένο νερό» δέν ξεδιψᾶ, ἔτσι καί οἱ πάμπολλες (παρά)πληροφορίες δέν σβήνουν τήν ἔμφυτη δίψα τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν «ἀληθινή γνώση»[12]. Ἀπεναντίας τόν ἀποξηραίνουν ἀπό τούς εὐεργετικούς χυμούς της, τόν ἀγχώνουν, τόν παροπλίζουν καί τελικά τόν δένουν «μυαλοπόδαρα».
Τό φάρμακο ἐνάντια σέ αὐτήν τήν ἀρρωστημένη κατάσταση εἶναι ἐκείνη ἡ μετάδοση πληροφοριῶν[13], πού ἀπελευθερώνει τόν ἄνθρωπο, ἀπό τίς ἐμβόλιμες συγχύσεις τῶν μαζικῶν μέσων «ἀποχαύνωσης». Εἶναι ἕνα ἀπό τά ἀντίδοτα στήν ἀσθένεια τῶν «τριῶν πιθήκων». Δέν μποροῦμε λοιπόν νά σιωποῦμε, ὅταν οἱ ἄλλοι ξελαρυγγιάζονται στό ψεῦδος, στήν ἀνηθικότητα, στήν αἰσχρότητα, καί σέ ἄλλου εἴδους ποταπότητα[14]. Ἔτσι ἡ χρηστή ἐπικοινωνία εἶναι καί "κοινωνία" μέ τούς ἄλλους συνανθρώπους μας, μέ τούς κατά πνεῦμα (ἐν Χριστῷ), ἀλλά καί μέ τούς κατά σάρκα (ἐξ Ἀδάμ καί Εὕας), ἀδελφούς μας[15].
Ὅπως ἔλεγε καί κάποιος ἐκκλησιαστικός πατέρας τῆς πάλαι ποτέ «Ἑνωμένης Ρωμιοσύνης» (Δύσης) «ἕνας Χριστιανός, δέν εἶναι κανένας Χριστιανός". Ἔτσι ὅλοι μαζί εἴμαστε Χριστιανοί, ἔστω καί διαδικτυακά. Ὑπό αὐτήν τήν ἔννοια ἡ εὐθύνη τῶν "πνευματικῶν" ἀνθρώπων, ἰδίως τῶν (ἐκ)παιδευτικῶν ὅλων τῶν βαθμίδων εἶναι μεγάλη καί θά δώσουμε λόγο, εἴτε τό θέλουμε, εἴτε ὄχι. Μήν ἀπατᾶται κανείς ἀπό τίς σειρῆνες τοῦ «νῦν καιροῦ», διότι αὐτές «ἐξ ἀρχῆς» ἤσαν πάντοτε καταστροφικές[16].
Σήμερα τῶν ρόλο τῶν σειρήνων τόν ἔχουν ἀναλάβει τά μέσα μαζικῆς Πληροφόρησης καί Πληροφορικῆς. Εἶναι βέβαια λίγο πολύ γνωστό, τό ποιός κατέχει τά μαζικά μέσα «ἐνημέρωσης» καί τό πῶς ἐπηρεάζουν ὅλους τους ἁπλούς ἀνθρώπους, ὅλων τῶν λαῶν καί σέ ὅλες τίς χῶρες τοῦ κόσμου. Τό θέμα βέβαια δέν εἶναι τόσο ἡ «κατοχή» τῶν μέσων ἐνημέρωσης, ὅσο ἡ χρήση ἤ μᾶλλον εἰπεῖν ἡ κατάχρησή τους καί οἱ τελικά ἐπιδιωκόμενες σκοπιμότητές τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα «ἐν Ἑλλάδι» ἔχουμε πολλά καί δέν χρειάζεται νά κάνω μνεία περί αὐτῶν. Ὅταν ὅμως αὐτό γίνεται σέ ἄλλες χῶρες καί δή τῆς «εὐρωπαϊκῆς» ὑποτίθεται «οἰκογένειας», τότε τό θέμα ἀποκτᾶ ἄλλες διαστάσεις.
Ἔτσι τίς τελευταῖες ἰδίως ἑβδομάδες γίναμε ὅλοι μάρτυρες μίας πρωτοφανοῦς, ἀσυνήθιστης καί ἀχαρακτήριστης συνάμα ἀνθελληνικῆς τηλεπικοινωνιακῆς καί τηλεοπτικής «καμπάνιας» γιά γερμανικά δεδομένα – κάτι βέβαια πού ἔγινε καί στό παρελθόν, ἰδίως δέ σέ καιρούς κρίσιμων ἐθνικῶν θεμάτων!!! Σέ «σοβαρές» ὅμως χῶρες, ὅπως ἡ Γερμανία, ἐκπομπές τέτοιου εἴδους, δέν γίνονται τυχαία καί ὡς ἔλαχε. Σχεδόν πάντα ὑπάρχει μία σκοπιμότητα, ὅπως ἄλλωστε συμβαίνει καί στήν Ἑλλάδα. Ἰδίως ὅταν ἅπτονται διεθνῶν πολικῶν ἤ πολιτισμικῶν θεμάτων. Ὑπάρχουν βέβαια καί οἱ ἔντιμοι καί σοβαροί Γερμανοί, πού κλαῖνε γιά τό κατάντημα τῆς χώρας τους. Εἶναι αὐτοί, πού ὅταν ὁμιλοῦν γιά τόν Ὅμηρο καί τόν Ἀγαμέμνονα, τρέχουν δάκρυα στίς παρειές τους!
Σέ μία λοιπόν ἐκπομπή γερμανικοῦ καναλιοῦ, παρουσιάζεται μέ τρόπο τάχατες Ἀριστοφανικά «σατυρικό – εἰρωνικό», ἀλλά ὅμως μᾶλλον χυδαῖο καί ἀποκρουστικό, ἡ διαχρονική «προσφορά» τοῦ «ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. Τό πρόβλημα δέν εἶναι τόσο τό ὅποιο «περιεχόμενο» αὐτῶν τῶν ἐκπομπῶν - κανείς δέν σπιλώνει «κατώτερούς» του πολιτισμούς, οὔτε πετροβολάει κανείς «καρυδιά χωρίς καρύδια» - ἀλλά τό γεγονός, τό ὅτι γίνεται κάτι τέτοιο καί μάλιστα μέ θέμα τόν πολιτισμό. Διότι τό μέγα ἀνταγωνιστικό πλεονέκτημα τοῦ Ἑλληνισμοῦ εἶναι καί συνάμα τό μέγα μειονέκτημα τοῦ φράγκικου «Τευτονισμοῦ», δηλαδή τῆς «Ἁγίας Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας Γερμανικοῦ Ἔθνους».
Οἱ συνεχιστές τοῦ εἶναι τά σημερινά γνήσια τέκνα της, οἱ Τεύτονες = Γερμανοί καί Γάλλοι = Φραγκία, τά «νόθα» τέκνα της, δηλαδή οἱ «Λαμβάρδο-Φράγκοι», ὅπως ἡ Ἰταλία, τό Βέλγιο, ἡ Ὀλλανδία, τό Λουξεμβοῦργο[17], ἀλλά καί τά «υἱοθετημένα» της, ὅπως ἡ Αὐστρία («Anschluss») καί ἡ «χρυσοφόρος» Ἐλβετία. Εἶναι τά τέκνα τοῦ «ἄρχοντος τῶν αἱρεσιαρχῶν» καί καταστροφέα τῆς «ρωμαίικης[18]» ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τοῦ γνωστοῦ «Καρλομάγνου»[19].
Αὐτοί λοιπόν, ἡ «ὁμάδα τῶν ἔξι» (Γαλλία, Γερμανία, Ὀλλανδία, Βέλγιο, Λουξεμβοῦργο καί Β. Ἰταλία), ἵδρυσαν τήν Ε.Ο.Κ. καί τήν Ε. Ε., ποῦ μόνο «Ἕνωση» καί «εὐρωπαϊκή οἰκογένεια» δέν εἶναι.[20] Διότι στόν ἁπλό γερμανό λένε, ὅτι πληρώνουν γιά μᾶς «τά σπασμένα», τίς σπατάλες μᾶς[21]! Γιά τούς ἐξοπλισμούς ὅμως πού ἀγοράζουμε μέ τό τσουβάλι, ἀπό Δύση καί Ἀνατολή, οὔτε λέξη δέν λέγεται. Πόσα δίς εὐρώ ἄραγε θά ἐξοικονομούσαμε μέ μόνο 20% περικοπές στό τομέα αὐτό. Μᾶλλον δέν θά εἴχαμε κανένα ἤ ἕνα πολύ μικρό χρέος. Γιά νά μήν γίνει ποτέ αὐτό, ἐφτίαξαν τόν «μπαμπούλα» Τουρκία γιά τήν Ἑλλάδα καί τόν «ἀνθρωποφάγο» Κολοκοτρώνη γιά τούς Τούρκους[22].

3. Ἡ Ἁγία Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία Γερμανικοῦ Ἔθνους

Αὐτοί λοιπόν εἶναι ὁ λεγόμενος σκληρός πυρήνας τῆς Ε. Ε. Εἶναι ἀκριβῶς ἐκεῖνος ὁ ἱστορικός χῶρος, ὁ ὁποῖος περιῆλθε μετά τόν θάνατο τοῦ Καρλομάγνου στά τρία ἐγγόνια του, δηλαδή στά παιδιά τοῦ γιοῦ του, τοῦ Λουδοβίκου τοῦ Εὐσεβῆ (Ludwig der Fromme), μετά ἀπό συμφωνία στό (εὐρωπαϊκό) Στρασβοῦργο τό 842 μ. Χ. καί στό Βερντέν (843).
Ὁ δέ λεγόμενος «Ὅρκος τοῦ Στρασβούργου» ὑπογράφτηκε ἀπό τόν Κάρολο τόν Φαλακρό (Karl der Kahle), στήν γερμανική διάλεκτο (δέν ὑπῆρχε τότε οὔτε γερμανική, οὔτε γαλλική γλώσσα) καί ἀπό τόν Λουδοβίκο (Ludwig) τόν «Γερμανικό» στήν Γαλλική διάλεκτο. Χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι ἀκόμη καί διακόσια περίπου χρόνια ἀργότερα, τό 1095 μ. Χ., κατά τήν «σειρηνική Θελξιέπειο» ὁμιλία τοῦ πάπα Οὐρβανοῦ ὑπέρ μίας Σταυροφορίας κατά τῶν ἀπίστων, οἱ ὁποῖοι πῆραν «…τό βασίλειο τῶν Ἑλλήνων…καί στερήθηκε ἐδάφη τόσο ἀχανῆ σέ ἔκταση πού δέν μπορεῖ νά τά περιπατήσει κανείς οὔτε σέ δύο μῆνες» στό Κλερμόν τῆς νότιας Γαλλίας ὁ λαός φώναζε «ὁ Θεός τό θέλει», «Gott le volt», δηλαδή ἡ πρώτη λέξι εἶναι ἀπό τήν γερμανική διάλεκτο, οἱ ἄλλες ἀπό τήν γαλλική διάλεκτο.
Ὁ Κάρολος ὁ Φαλακρός (Karl der Kahle), πῆρε τίς δυτικές περιοχές (Γαλλία), ὁ Λουδοβίκος (Ludwig) ὁ «Γερμανικός», τά ἀνατολικά μέρη (Γερμανία) καί ὁ Λοθάριος (Lothar), τήν μεσαία λωρίδα γής, ἀπό τό στόμιο τοῦ Ρήνου μέχρι καί τήν Ρώμη, δηλαδή τά ὑπόλοιπα τέσσερα κράτη τῆς Ε.Ο. Κ. (Ὀλλανδία, Βέλγιο, Λουξεμβοῦργο, Β. Ἰταλία). Ἀργότερα ὅμως «μάτωσαν» οἱ Τεύτονες (μέ τούς διάφορους αὐτοκράτορες τούς Φρειδερίκο Βαρβαρόσα καί τόν γιό τοῦ Ἐρρίκο ΣΤ΄, 1190 – 1197 μ. Χ) νά πάρουν καί τό νότιο μέρος τῆς Ἰταλίας καί τήν Σικελία καί ἐπειδή δέν τά κατάφεραν (τούς ἐμπόδισε ὁ …πάπας) τήν βάφτισαν καί αὐτήν ὡς μία χώρα «χοῖρο» (PIGS = Potugal, Italien, Grιechenland, Spanien), διότι αὐτές οἱ χῶρες ἀκόμη καί σήμερα ξεχωρίζουν γιά τήν «ρωμιότροπο» πολιτισμό τους καί γιά αὐτό εἶναι καί οἱ ἑπόμενες, πού θά τίς ἐπισκεφτεῖ ὁ κακός ὁ λύκος (Δ.Ν.Τ.).
Ἡ «αὐτοκρατορία» τούς βέβαια δέν κράτησε πολύ, ἀλλά τό «ὄνειρο» παρέμεινε καί παραμένει καί ἐκφράζεται κατά καιρούς μέσω εἰδικῶν «ἀπεσταλμένων» τους, ὅπως ἦταν οἱ Σταυροφόροι, μέ στόχο κρούσης τήν «καθ’ ἠμᾶς Ἀνατολή», τόν ἐκλατινισμό τῶν ὀρθοδόξων ἀφενός καί τόν «πανισλαμισμό» τῶν μωαμεθανῶν ἀφετέρου. Μέχρι τότε ὁ λεγόμενος «ἰσλαμικός κόσμος», ὅπως τόν βιώνουμε σήμερα, δέν ὑπῆρχε, ἦταν μᾶλλον καταδιαιρεμένος, μέ πολλούς καί μικρούς τοπικούς ἀρχηγίσκους. Ἑνώθηκε ἀπό ἀνάγκη σέ αὐτό πού σήμερα λέμε «Ἰσλάμ» καί ἀπόκτησε τήν ἰσλαμική του ταυτότητα, μετά τήν «ἀνάβαση» τῶν Σταυροφόρων.
Οἱ αἱμοσταγεῖς ὀρδές τῶν Σταυροφόρων καί τῶν παπικῶν Ταγμάτων («Ναῖτες», τοῦ ναοῦ δηλαδή, «Ὀσπιταλίτες»[23], τοῦ νοσοκομείου δηλαδή), ἔσφαζαν τούς πάντες χωρίς διάκριση καί μέ πρωτοφανῆ μανία. Ἑκατόμβες θυμάτων ἀπό ὀρθόδοξους Ἕλληνες καί ὀρθόδοξους Ρωμιούς (Σύριοι, Παλαιστίνιοι, Ἄραβες), ἀλλά καί ἀπό Μωαμεθανούς, Ἑβραίους καί Ἀρμένιους προστεθῆκαν στό ἐνεργητικό τῶν «μαχητών τοῦ πάπα». Τούς ἔσφαζαν ὅλους χωρίς ἐξαίρεση μέσα σέ ναούς, τεμένη καί συναγωγές. Στήν περίπτωση μίας σφαγῆς ἑβραίων ἡ συναγωγή λέγεται ὅτι γέμισε μέ αἷμα ἕως τά γόνατα τῶν ἀλόγων (Runciman, S., 2001, Geschichte der Kreuzzuge).
Δυστυχῶς ὅμως μία μερίδα τότε Ἀρμενίων ἔγιναν κατόπιν τόσο «κολλητοί» τῶν Σταυροφόρων, τῶν ὁποίων οἱ ἀπόγονοι ἀκόμη καί σήμερα δημιουργοῦν μεγάλα προβλήματα, «τή ὑποδείξει τοῦ Βατικανοῦ» προφανῶς, στούς ὀρθόδοξους Ἁγιοταφεῖτες τῶν Ἁγίων Τόπων. Ἔχουν πρότυπό τους τόν πολύ «πεφωτισμένο οὐμανιστή» Πετράρχη (14ος), ὁ ὁποῖος γράφει (Φιλιππίδης, Α., 1997): «Οἱ Τοῦρκοι εἶναι ἐχθροί. Αὐτοί ἐδῶ ὅμως, οἱ Γραικοί, εἶναι σχισματικοί καί χειρότεροι ἀπό τούς ἐχθρούς, κι ἔτσι εἶναι προτιμότερο νά κατέχουν τά Ἱεροσόλυμα οἱ Τοῦρκοι παρά νά τά πάρουν οἱ Γραικοί.. ἀνυπομονῶ νά δῶ αὐτή τήν Αὐτοκρατορία, αὐτήν τήν πηγή τῶν αἱρέσεων, νά καταστρέφεται μέ τά ἴδια μᾶς τά χέρια». Γνήσιο τέκνο καί τοῦτος τῆς εὐρώ-οὐμανιστικῆς «Γραικό-ὑστερίας».
Οἱ Τεύτονες «σταυροφόροι» ἔβαλαν στό μάτι καί τόν «καθ’ ἠμᾶς Βορρᾶ», ἀλλά ἀπέτυχαν παταγωδῶς νά τόν κάνουν «παπική βορά», διότι ἀπέναντί τους εἶχαν τόν ἥρωα καί ἅγιό της ρώσικης γής, τόν ἅγιο Ἀλέξανδρο Νέφσκι ( 30 Μαΐου 1220 – 14 Νοεμβρίου 1263). Αὐτός ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος Νέφσκι[24] εἶχε νά παλέψει καί μέ τίς ὀρδές τῶν Τατάρων («Χρυσή Ὀρδή»). Σέ κάποια στιγμή μάλιστα σκέφτηκε νά ζητήσει βοήθεια ἀπό τόν πάπα. Τότε λοιπόν ἐμφανίζεται ἡ Παναγία μας καί τοῦ ὑπόσχεται μεγάλη νίκη, ἐάν δέν ζητήσει βοήθεια «ἀπό τούς ἐχθρούς του Υἱοῦ της», δηλαδή τούς παπικούς. Ὄντως ἡ νίκη ἦταν τόσο θριαμβευτική καί καθοριστική, πού οἱ Τάταροι δέν ξαναενόχλησαν ποτέ ξανά τήν «Ἁγία Ρωσία». Σέ ἀνάμνηση δέ αὐτῆς τῆς μεγάλης νίκης ἀπό τότε ὅλοι οἱ ναοί τῆς ρωσικῆς γής «φόρεσαν» τό «τουρμπάνι», δηλαδή ἔχουν τροῦλο, σάν τό κάλυμμα τῆς κεφαλῆς τῶν Τατάρων.[25]
Στό διάβα τῶν αἰώνων πέρασαν καί ἄλλοι, ὅπως ὁ «φραγκολάτρης» Ναπόλεων καί οἱ «δικτάτορες» Χίτλερ καί Μουσολίνι – ἰδίως ὁ Χίτλερ θέλησε νά κάνει αὐτό πού δέν κατάφερε ὁ «προκάτοχος» τοῦ Ναπολέων, ἀλλά καί αὐτός ἡττήθηκε μέ τόν ἴδιο τρόπο ἀπό τούς «στρατηγούς Χειμώνα, Λάσπη καί Ψύχος» (“General Winter, Dreck und Kaelte”), ὅπως εἶπε χαρακτηριστικά γερμανός στρατηγός τοῦ δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.
Γιά τήν «καθ’ ἠμᾶς Ἀνατολή» ὅμως βρῆκαν, μετά ἀπό μία περίοδο «ἀνταλλαγῆς ἀμοιβαίων κτυπημάτων», ἕναν ἰδανικό σύμμαχο, κομμένο καί ραμμένο στά μέτρα τους, ἰδίως ἀπό ἀπόψεως ψύχο-πνευματικῆς ἰδιοσυγκρασίας, τούς «Τούρκους». Καί οἱ δύο αὐτοκρατορίες εἶχαν ἕναν κοινό ἐχθρό τήν «Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία», τήν ὁποία οἱ «διαβασμένοι» καί «δασκαλεμένοι» τῆς Δύσης, τό 1562 ὁ Ἱερώνυμος Βόλφ (Hieronymus Wolf, δηλαδή «Λύκος», στό ἔργο τοῦ “Corpus Historiae Byzantinae”) καί τό 1680 ὁ Δουκάγκιος (Du Cange, Historia Byzantina), τήν «εὐτέλισαν» σέ «Βυζάντιο»[26], δηλαδή ἕνα νεόκοπο ὄνομα χωρίς ἱστορικό σῶμα, δηλαδή μία «ἀκάλυπτη ἐπιταγή», ἕνα πλαστό χαρτονόμισμα, γνήσιο προϊόν της διεστραμμένης φιλοσοφικῆς τους ἐπίδοσης τοῦ «Νομιναλισμοῦ», ἀλλά καί τῆς βιομηχανίας πλαστογράφησης τῆς ἱστορίας.

4. Ρωμιοσύνη – Φραγκωσύνη, ἡ ἀπαρχή ἑνός ἀοράτου πολέμου


Νωρίτερα οἱ Φράγκοι τοῦ ἑβδόμου / ὀγδόου αἰώνα, τό 650 μ. Χ. περίπου, τήν εἶπαν γιά πρώτη φορά καί «Γραικία»[27], μέ ὑβριστικό καί μειωτικό τρόπο – Grec, Griechenland, Greece - γιά νά ξεχωρίσουν σέ πρώτη φάση τούς «ρωμιούς» τῆς Ἀνατολῆς, ἀπό τούς «ρωμιούς» τῆς Δύσης. Σέ αὐτό τούς βοήθησε[28] τό ὅτι οἱ τότε «γραικοί» συνέπεσε νά εἶναι καί ἐπίσημα «εἰκονομάχοι», ἰδίως μέ τούς διωγμούς τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Ἐ’, κατά τῶν «εἰκονοφίλων», μετά ἀπό τήν Σύνοδο της Ἱέρειας, τό 754 μ. Χ.
Χαρακτηριστικό ἐπίσης εἶναι, ὅτι ὅταν οἱ γνήσιοι ρωμιοί, ὑπό τόν αὐτοκράτορα Κώνστα, τό 662 μ. Χ., πολεμοῦσαν γιά τήν ἀπελευθέρωση τῶν ρωμιῶν τῆς δύσης[29], ἀπό τούς Λογγοβάρδους, οἴ «δασκαλεμένοι» τους, ὅπως ὁ Παῦλος Διάκονος, ἀποκαλοῦσαν τόν αὐτοκράτορα Κώνστα «Γραικό». Μόλις ὅμως ἔφευγε ἀπό τήν Ἰταλία καί ἔφτανε στήν Πόλη, τότε ξαναγίνονταν «Ρωμαῖος» γιά αὐτούς!
Ἕνα μεγάλο ρόλο στίς σχέσεις Ἀνατολῆς – Δύσης ἔπαιξε καί ἡ περίφημη φράγκικη βιομηχανία πλαστογράφησης μέ τίς μνημειώδεις πλαστογραφήσεις της, ὅπως οἱ «Ψευδοισιδώρειες Διατάξεις» καί ἡ «Κωνσταντίνειος Δωρεά». Ἔφτασαν μάλιστα σέ τέτοιο θράσος, ὥστε νά ἀλλοιώσουν / ἀφαιρέσουν ἀκόμη καί τίς βιογραφίες ἐκείνων τῶν παπῶν (Liber Pontificalis – Βιβλίο τῶν Παπῶν), πού δέν ἦταν «δασκαλεμένοι» τους, ὅπως ὁ Ἰωάννης Ἡ΄, ὁ Μαρίνος Α’ καί ὁ Ἀδριανός Γ΄ (872-885).
Ἦταν ἐκείνη ἡ κρίσιμη περίοδος μέ τόν πατριάρχη Φώτιο, τόν ὁποῖο ἀπό τότε μισοῦν θανάσιμα μέχρι καί σήμερα, διότι τούς ἐμπόδισε στήν «πνευματική ἅλωση» τῆς ἀνατολῆς. Τό ἴδιο μίσος βέβαια ἔχουν καί γιά τόν Μέγα Κωνσταντῖνο, ἐπειδή αὐτός μετέφερε τήν «παλαιά» Ρώμη, στήν «Νέα Ρώμη», τήν Κωνσταντινούπολη. Ἔκανε δηλαδή τήν translatio urbis ἀπό τήν Δύση στήν Ἀνατολή καί ἔτσι «ὁ ἥλιος ἐστράφη εἰς τά ὀπίσω». Αὐτός εἶναι ἐπίσης ὁ λόγος πού δέν θά δοῦμε ποτέ ὄνομα φράγκου αὐτοκράτορα ἤ ἡγεμόνα μέ τό ὄνομα «Κωνσταντῖνος», οὔτε στό παρελθόν, ἀλλά οὔτε καί στό μέλλον!
Μέ τόν πάπα Ἰωάννη Ἡ’ ὅμως εἶχαν κάνει «εἰδική» μεταχείριση. Αὐτός ὁ πάπας ἦταν «ἀνυπότακτος» καί «γραφικός» σέ ἀρκετές κρίσιμες περιστάσεις. Αὐτός ἀνάγκασε τόν γνωστό μας Λουδοβίκο τόν Εὐσεβῆ, τόν γιό τοῦ Καρλομάγνου, νά ἀπελευθερώσει τόν συμπατριώτη μας, τόν ἀπόστολο τῶν Σλάβων ἅγιο Μεθόδιο, ἀπό τόν Σοχό Θεσσαλονίκης, ὅταν αὐτός ἦταν φυλακισμένος, στίς φυλακές τῆς Μοραβίας ἐπί τρία ἔτη. Ἔδωσε τό δικαίωμα στούς Σλάβους, ἐνάντια στούς ἀνένδοτους Φράγκους, νά τελοῦν τίς ἀκολουθίες τους στή γλώσσα τους. Οἱ Φράγκοι ὅμως ἐπέβαλαν τελικά - μέχρι καί τό 1960 - νά τελοῦνται οἱ ἀκολουθίες στά ἀκαταλαβίστικα λατινικά (κατ’ αὐτούς μία ἀπό τρεῖς «ἱερές» γλῶσσες, οἱ ἄλλες εἶναι τά ἑλληνικά καί τά ἑβραϊκά) σέ ὅλο σχεδόν τόν κόσμο[30].
Αὐτό πού ἔκανε ὅμως τούς Φράγκους νά φρίξουν ὅλως ἰδιαιτέρως, ἦταν ἡ συμμέτοχη τοῦ πάπα Ἰωάννη Ἡ΄, στήν Οἰκουμενική Σύνοδο, τό 879 μ. Χ., στήν Πόλη, ἐπί πατριαρχίας καί προεδρίας τοῦ ἁγίου Φωτίου. Σέ αὐτήν ὅμως τήν ὄγδοη οἰκουμενική σύνοδο καταδικαστῆκαν ὅλοι, ὅσοι δέν δέχονταν τήν Ζ’ Οἰκουμενική Σύνοδο (787 μ. Χ, Νίκαια). Αὐτό ὅμως σήμαινε καί καταδίκη τῶν Φράγκων, διότι αὐτοί τό 794 μ. Χ. , ἐπί Καρλομάγνου, στήν σύνοδο τῆς Φραγκφούρτης ἀπέρριψαν την Ζ’ Οἰκουμενική Σύνοδο, ὅπως θά φανεῖ καί πιό κάτω.
Καί πάλι μπῆκε σέ ἐνέργεια ὁ φράγκικος μηχανισμός πλαστογράφησης (ὅτι δῆθεν ὁ πάπας Ἰωάννης ὁ Ἡ΄ ἀφόρισε τόν πατριάρχη ἅγιο Φώτιο) καί ἔτσι «ἑδραίωσαν» τό μύθο τοῦ «Σχίσματος τῶν αἱρετικῶν Γραικῶν» μέχρι τό 1948. Δυστυχῶς ὅμως γιά αὐτούς καί ὅπως πάντα μέ τά μεγάλα ψέματα, ὁ ἱστορικός Dvornik (“The Photian Schism”) ἀπεκάλυψε περίτρανα τήν ἀπάτη τῶν Φράγκων.
Τόν Ἰωάννη Ἡ’ ὅμως οἱ Φράγκοι τόν ἔκαναν «Ἰωάννα», ὡς μή ἀνδρεῖο ἐννοεῖται, contra grecos καί γιά αὐτό «διέδωσαν» γιά αὐτόν τά περί «πάπισσας Ἰωάννας[31]» φαιδρά καί ὑβριστικά. Ἐξ ἀλλοῦ τόν ἴδιο διασυρμό δημιούργησαν καί μέ τόν ὀρθόδοξο κόμη Δράκουλα[32]. Εἶναι ἡ τακτική τους διαχρονικά, ὁ διασυρμός.
Ἀπό τό 830 μ. Χ. περίπου οἱ Φράγκοι αἰσθάνονται ἀρκετά σίγουροι καί ἀποκαλοῦν ἀπροκάλυπτα τόν αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο τόν ΣΤ’ ὡς «Αὐτοκράτορα τῶν Γραικῶν» (Einhard, Vita Caroli). Τότε μάλιστα οἱ Φράγκοι (ἀφοῦ πρῶτα εἶχαν συλλάβει τό σχέδιο τῆς «Φράγκικης Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας», περί τό 750 μ. Χ.) ἔκαναν καί τόν ὑπέρμαχο καί ὑπερασπιστή τῶν «ἁγίων εἰκόνων», ὅσο κρατοῦσε ἡ εἰκονομαχική ἔριδα, ἐνῶ μετά πῆραν ἀκριβῶς ἀντίθετη θέση καί ἔγιναν οἱ ἴδιοι «εἰκονομάχοι», ἀλλά καί «Νικαιομάχοι», διότι ἀπέρριψαν τήν Ζ’ Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Νίκαιας, μέ τό γνωστό «Capitulare adversus synodum» ἕως σήμερα.
Ὁ πάπας Ἀδριανός ὅμως στάθηκε στό ὕψος του καί δέν ὑπέκυψε στίς πιέσεις τους καί ἐξαπέλυσε ὡς ἀπάντηση τό ἐπίσης γνωστό «Hadrianum» μέ ἀποδέκτη τόν Καρλομάγνο. Τότε οἱ Φράγκοι, «τή προτροπή τοῦ Καρλομάγνου», προχώρησαν μόνοι τους σέ αὐτό πού γνώριζαν πολύ καλά: τήν πλαστογράφηση καί παραχάραξη τῆς καθιερωμένης σέ Ἀνατολή καί Δύση θεολογίας.
Ἔτσι δημιούργησαν μία νέα αἱρετική φράγκικη θεολογία, μέ τά ἐπίσης γνωστά «Libri carolini». Τότε ἦταν πού ἄλλαξε ὁ κόσμος ὁριστικά, τό 790 μ. Χ. καί ἡ Δυτική Εὐρώπη ἔχασε τήν «Ρωμιοσύνη» της καί ἔγινε «Φραγκωσύνη», τό πνεῦμα ὑποκαταστάθηκε ἀπό τήν σάρκα, ἡ ποιότητα ἀπό τήν ποσότητα καί τό ἀντικειμενικό «δίκαιο» ἔγινε ὑποκειμενικός «νόμος».
Τό 794 μάλιστα ἐπισημοποιήθηκε μέ τήν μεγάλη φράγκικη σύνοδο τῆς Φραγκφούρτης, ὅπου ἡ ρήξη ἔγινε (σκόπιμα) ἀμετάκλητη μέ τά ἑξῆς βασικά σημεῖα:
? ἐπισημοποιήθηκε ἡ αἱρετική φράγκικη θεολογία,
? ἡ λατρεία τῶν εἰκόνων ἀπαγορεύθηκε ὡς μή χριστιανική, δηλαδή μία ἐπαναβίωση τῆς «εἰκονομαχίας», στή φράγκικη πλέον Δύση,
? ἀπορρίφθηκε ἡ «οἰκουμενικότητα» τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τοῦ 787 μ. Χ.
? καί εἰσήχθηκε τό διαβόητο «filioque».

5. Ἀόρατος πόλεμος χωρίς τέλος
Πρός δικαίωση τῶν ἀγωνιστῶν παπῶν σημειώνεται, ὅτι παρόλες τίς ἀφόρητες πιέσεις καί ἀπειλές κανένας «ρωμαῖος» πάπας τῆς «Δυτικῆς Ρωμαϊκῆς» Ἐκκλησίας δέν συμφώνησε μέ τό «filioque». Αὐτό ἔγινε τό 983, ὅταν πάπας ἔγινε γιά πρώτη φόρα στήν ἱστορία ἕνας μή ρωμαῖος, φράγκος, ἐπί Ὄθωνος Β’, συζύγου τῆς Θεοφανῶς[33], τῆς ἀνιψιᾶς τοῦ Ἰωάννη Τσιμισκῆ καί μητέρας τοῦ ‘Ὀθωνος Γ’ . Μάλιστα ὁ πάπας Λέων ὁ Γ΄ (796 – 816) ἀναρτησε στόν Ἅγιο Πέτρο τό «Σύμβολο τῆς Πίστεως» – χωρίς τό «filioque» - γραμμένο σέ δύο ἀσημένιες πλάκες, μία στά Ἑλληνικά καί τήν ἄλλη στά Λατινικά.
Ἀργότερα ὅμως ὑπέκυψε στήν καταπίεση τῶν φράγκων καί ἐντελῶς «τυχαία», σχεδόν ἐκ «παραδρομῆς», ἔστεψε τόν, εὑρισκόμενο «συμπτωματικά», στόν Ἅγιο Πέτρο Ρώμης, Καρλομάγνο, στίς 25 Δεκεμβρίου τοῦ 800 μ. Χ., ὡς 68ο αὐτοκράτορα, μετά τόν 67ο Κωνσταντῖνο τόν ΣΤ’. Αὐτή τήν μᾶλλον καταναγκαστική, ἀλλά σίγουρα αὐθαίρετη στέψη τοῦ Καρλομάγνου τήν δικαιολογοῦν οἱ Φράγκοι μέχρι σήμερα μέ τό λεγόμενο Χρονικό «Laurerschein» τοῦ 9ου αἰώνα (Φιλιππίδης, 1997).
Πάντως πρέπει νά ἀναγνωρίσουμε καί ἕνα αἴσθημα «σοβαρότητας» στόν Καρλομάγνο. Ποτέ τοῦ δέν τόλμησε νά ὑπογράψει ὡς «Βασιλεύς Ρωμαίων» (“Imperator Romanorum”), ὅπως ἔκαναν οἱ αὐτοκράτορες στήν Πόλη, ἀλλά πάντοτε ὑπέγραφε ὡς «Διοικητής τοῦ βασιλείου τῶν Ρωμαίων» (“Romanorum gubernans imperium”) καί τέτοιοι «διοικητές»[34] ὑπῆρχαν ἀρκετοί τότε, μέ τήν ἀνοχή τοῦ αὐτοκράτορα στήν Πόλη ἐννοεῖται πάντοτε (Φιλιππίδης, 1997)!
Ἀπό τό 1009 μ. Χ. ὅμως καί μετά, δηλαδή μετά τόν τελευταῖο ὀρθόδοξο πάπα τῆς Ρώμης, τόν Ἰωάννη ΙΗ’, ἰδίως δέ ἀπό 1014 μ. Χ., ὅταν ὁ Ἰταλό-φράγκος πάπας Βενέδικτος Η’ (Brunno von Karntnen) πρόσθεσε ἐπίσημα τό «filioque» στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἡ «Ρωμαϊκή Ἐκκλησία» ἔπαψε νά ὑπάρχει καί σάν «ἐκκλησία», ἀλλά καί σάν «ρωμαϊκή». Ἀπό τότε δέν μνημονεύεται στά «Δίπτυχα» τῶν Ὀρθόδοξων Πατριαρχείων καί μέχρι σήμερα εἶναι ἁπλῶς μία «φράγκο-λατινική», μᾶλλον δέ «εὐρωπαϊκή» ἤ «Ἐοκική» αἵρεση καί σέ καμία περίπτωση «Ρωμαῖο-Καθολική».
Τέλος μεθόδευσαν καί γάμο μέ τήν αὐτοκράτειρα Εἰρήνη, γιά νά ἑνώσουν «τά ἐώα καί τά ἑσπέρια», ὅπως χαρακτηριστικά λέγει καί ὁ ἱστορικός Θεοφάνης, δηλαδή τήν φράγκικη «Εὐρώπη» τους, ὅπως τό ἔκαναν ὄντως, μετά ἀπό πολλές καί ἐπίμονες προσπάθειες δώδεκα αἰώνων.
Ἀλλά ὅπως καί τότε, ἔτσι καί τώρα καί πάντοτε «ἡ δύναμη τῶν φράγκων ἐμοίαζε πάντα ὕποπτη στά μάτια τῶν Γραικῶν καί τῶν Ρωμαίων» (Einhard). Δηλαδή μᾶς λέει ὁ προσωπικός ἱστοριογράφος τοῦ Καρλομάγνου, ὅτι ὁ ἀφέντης τοῦ ἦταν ἕνας ξένος κατακτητής στή «γῆ τῶν ρωμαίων» καί ὄχι δικός τους βασιλιάς. Ο Einhard ἀναφέρει μάλιστα καί τήν γραικική παροιμία «ἄν ἕνας Φράγκος εἶναι φίλος σου, τότε σίγουρα δέν εἶναι γείτονάς σου» (Φιλιππίδης, 1997).
Προφανῶς ὁ «ἀείμνηστος» Κωνσταντῖνος Καραμανλής (ὁ πρεσβύτερος) δέν τούς εἶχε γείτονες, καθώς τόν τίμησαν μέ τό βραβεῖο τους, τό «Βραβεῖο Καρλομάγνου», τό ὁποῖο ἀπονεμήθηκε (νομίζω), τό 1979, στό Ἄαχεν, ἀπό κοινοῦ σέ αὐτόν καί στό αὐστριακό σοσιαλιστή καγκελάριο Brunno Kreisky.
Τήν «Ρωμανία» τελικά τήν βάφτισαν καί «Ἑλλάδα», δηλαδή καχεκτικό ἤ καχέκτυπο, «ψευδό-ρωμαίικο» σῶμα, χωρίς ψυχή, ἕνας καλά στοχευμένος ἀποπροσανατολισμός ἀπό τά κληρονομικά δικαιώματα τῆς «Ρωμιοσύνης», γιά τήν ὁποία εἶχαν ξεσηκωθεῖ καί πολέμησαν οἱ Ἕλληνες, ἀρχῆς γινόμενης ἀπό τά σύνορά της αὐτοκρατορίας τους, τήν Μολδαβία, μέ ἀρχηγό τόν Α. Ὑψηλάντη, τόν καταγόμενο ἀπό τήν Ὑψηλή του Πόντου, μέχρι τῆς «ὑποδούλωσης» καί ἀποδοχῆς τῶν ὅρων τῆς Ἀγγλικῆς «προστασίας», τύπου Δ. Ν. Τ.
Δηλαδή τήν ἵδρυση, ὅπως ἀναφέρθηκε πιό πάνω, ἑνός κράτους[35], πού δέν εἶναι κράτος, μέ ἕνα Σύνταγμα πού δέν εἶναι Σύνταγμα, μέ δρόμους πού δέν εἶναι δρόμοι, μέ παιδεία πού δέν εἶναι παιδεία καί γενικά ἔστησαν ἕνα ἀντίσκηνο Χολιγουντιανῆς «εἰκονικῆς πραγματικότητας», τό ὁποῖο ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός σοφά τό ὀνόμασε «Ψευτό-Ρωμαίικον» καί κάποιοι ἄλλοι «Ψωρό-Κώσταινα». Νά τό χαιρόμαστε!
Σέ αὐτήν τήν γενική στρατηγική ἀποχαρακτήρισης «δασικῶν ἐκτάσεων» ἐντάσσονται καί τά συγγράμματα τοῦ ἀνθέλληνα καί μισέλληνα Φαλμεράγιερ (Falmerayer), ἀλλά καί οἱ σημερινές διεκδικήσεις τῶν γειτονικῶν μας χωρῶν. Τό χέρι τοῦ πάπα εἶναι πολύ μακρύ, τό βυθίζει στό ἐπίνειο τῆς Ρώμης, τήν Ὄστια καί τό βγάζει στόν Κεράτιο κόλπο. Ἔτσι οἱ φαινομενικές «κινήσεις» ἐξ ἀνατολῶν στήν πραγματικότητα ξεκινοῦν «ἐκ δυσμῶν».
Ἔτσι λοιπόν ἀνταλλάξαμε «τή βοηθεία» κάποιων ἐντόπιων καλαμαράδων[36] τήν οἰκουμενική Κωνσταντινούπολη, μέ τήν ἑλλαδική «ψῶρο-κώσταινα», τήν «ὀρθόδοξη ψυχή», μέ τό «εἰδωλολατρικό» χωριουδάκι, πού ἦταν τότε ἡ Ἀθήνα. Αὐτή ἡ ἐπιλογή εἶχε καί ἔχει ἄμεσες ἐπιδράσεις στήν μετέπειτα ζωή τοῦ ἔθνους καί τοῦ κράτους μας. Ἀποχριστιανοποίηση[37], εἰδωλολατρία, στείρα προγονολατρία, καθοδηγημένη «βυζαντινό-ἀπέχθεια» φαλμεραγιερινής κοπῆς σέ τέτοιο βαθμό, πού ἀκόμη καί ὁ ἐξαίρετος ἄγγλος βυζαντινολόγος Sir Steven Runciman παραπονέθηκε, μέ πολλή πίκρα, γιά τήν ἄδικη περιφρόνηση τῶν νέων ἑλλήνων ἀπέναντι σέ κάθε τί «βυζαντινό», σέ μία συνέντευξη τῆς κ. Χρύσας Ἀράπογλου (ΕΡΤ 3, 1992).
Χαρακτηριστικά ἀναφέρω μία περίπτωση ἀπό μία καθηγήτρια Τ.Ε.Ι., κοινωνιολόγου Γερμανικῆς «κατοχῆς» καί ποντιακῆς μάλιστα καταγωγῆς, μέ κάποια ὅμως «ἀριστερόστροφη» στάση ἤ πλύση ἐγκέφαλου, ἡ ὁποία μου ἔκανε μία ρητορική ἐρώτηση, δηλαδή ἄν «τό βυζάντιο ἔχει σχέση μέ τούς Ἕλληνες ἤ …μήπως ἔχει καί δέν τό γνωρίζω;» Τότε τῆς ἀνταπάντησα καί ἐγώ μέ μία ρητορική ἀντερώτηση: «Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σέ τί γλώσσα ἔκανε τά κηρύγματά του, στήν κατάμεστη Ἁγία Σοφία»;



6.
Τό «καθαρτήριο πῦρ» στή πράξη - Ἐθνικισμοί καί Ἐθνοκαθάρσεις στό «σῶμα» τῆς Ρωμανίας

Καί ἡ ἱστορία συνεχίζεται. Ἡ «Ἁγία Ρωμαϊκή Φραγκοκρατία» πνέει μένεα ὅπου καί ὅταν ἐντοπίζει ὁπουδήποτε ἀνταγωνιστικά «ρωμαϊκά» κατάλοιπα καί μορφώματα. Ὀνόμασαν δέ καί τήν σημερινή «Ρουμανία» μέ τό ὄνομα αὐτό τῆς «Ρωμανίας» τῶν Ποντίων (Romagna γιά τήν Δύση) , γιά νά μήν τούς πάρει κάποιος, πού τό δικαιοῦται πραγματικά. Μπορεῖ καί οἱ φίλοι Ρουμάνοι νά ἦταν καί αὐτοί μέρος τοῦ «Βυζαντινοῦ κόσμου», ἀλλά σέ καμία περίπτωση δέν μπορεῖ νά εἶναι οἱ ἀποκλειστικοί ἀποδέκτες ἑνός τόσο μεγάλου ὀνόματος. Τούς εἶναι πολύ μεγάλο τό καπέλο.
Ἤ μήπως ἡ μικρασιατική καταστροφή ἦταν τυχαῖο γεγονός, μήπως ἡ γενοκτονία τῶν λαῶν τῆς Τουρκίας ἦταν τυχαῖο γεγονός, ὄχι δέν ἦταν. Ὅλα ἔγιναν μέ συστηματικό τρόπο, μέ ὀργάνωση καί «τή ὑποδείξει» τοῦ «Τευτονό-Γερμανικοῦ»[38] ἐπιτελείου τοῦ Β’ Ράιχ. Τέτοια φαινόμενα στήν «Ρωμανία» ἦταν παντελῶς ἄγνωστα. Δέν ὑπῆρχαν φυλετικές, ἐθνικές ἤ ρατσιστικές διακρίσεις σέ βάρος ὁποιουδήποτε ρωμαίου ὑπηκόου. Ἡ διαφοροποίηση γινόταν πάντα μέ βάση τήν (πνευματική) ἀποδοχή ἤ ἀπόρριψη τοῦ ἑλληνορωμαϊκοῦ ὀρθόδοξου πολιτισμοῦ.
Ἔτσι ὁ οἰκουμενικός χαρακτήρας τῆς χριστιανικῆς αὐτοκρατορίας ἐξάλειψε κάθε εἴδους διακρίσεων καί ἔγινε «ἰδέα», ἔγινε «ψυχή» καί ὄχι «σῶμα», ὕλη καί ὀστᾶ, ὅπως κατάντησε νά εἶναι τό ἀντίπαλο μοντέλο πολιτισμοῦ, δηλαδή τό φράγκικο. Αὐτή ἡ διαφοροποίηση ἐνισχύθηκε καί ἀπό τό διαφορετικό νομικό ὑπόβαθρο τῶν γερμανικῶν φύλων. Ὁ νόμος τούς βασιζόταν στό ὑποκείμενο (πρόσωπο) καί ὄχι στό (ἀντί)κείμενο τοῦ νόμου αὐτοῦ καθ’ αὐτοῦ. Ἔτσι γινόταν μία νομικά ὑποβοηθούμενη φυλετική διάκριση μεταξύ φράγκων καί ρωμαίων.
Διότι οἱ μέν Φράγκοι δικάζονταν πάντα μέ τό φράγκικο δίκαιο, ὅπου κι ἄν ἦταν, ὅτι καί ἄν ἔκαναν, ἐνῶ οἱ «Ρωμαῖοι» δικάζονταν πάντα μέ τήν ἴδια κείμενη νομοθεσία γιά ὅλους καί γιά ὅλα. Αὐτή ἡ φράγκικη δυαρχική νομική πρακτική ὁδήγησε βαθμιαία στίς ἐθνικό-φυλετικές διακρίσεις, στά ἐθνικά κράτη, στήν ἱερά ἐξέταση, στό κάψιμο τῶν μαγισσῶν, στή ἐξαφάνιση τῶν Ἴνκας, Ἀζτέκων, Μάγια, Ἰνδιάνων, Ἀβοριγίνες, στόν Φαλμεράγιερ (σλαβικό σύνδρομο), στόν Νίτσε (ὑπεράνθρωπος), στόν Χίτλερ[39] (ἀντισημιτικό σύνδρομο), ἀλλά καί στίς ἐθνοκαθάρσεις καί γενοκτονίες τοῦ πρόσφατου παρελθόντος (Ἑβραῖοι, Ἀρμένιοι, Πόντιοι, Μικρασιάτες καί ἄλλοι πολλοί)[40].
Δικαιοσύνης ἕνεκεν, πρέπει νά ποῦμε, ὅτι καί ὁ τουρκικός λαός καί οἱ ἁπλοί ἡγέτες τοῦ – ἕκτος ἀπό τήν κλίκα τῶν «Γερμανό-Νεοτούρκων» βέβαια - ἦταν ἀντίθετοι μέ τίς «ἐθνοκαθάρσεις» καί δέν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι οἱ τοῦρκοι πατριῶτες, πού ἀντιστάθηκαν καί σφαγιάστηκαν ἀπό τούς ὁμοεθνεῖς τους «Νεοτούρκους». Αὐτό σάν μνημόσυνο στήν μνήμη αὐτῶν τῶν συνανθρώπων μας, καθώς ἀκόμη καί σήμερα συναντᾶς ἀνθρώπους στήν Τουρκία, οἱ ὁποῖοι μέ νόημά σου λένε «αἰώνια κατάρα σέ αὐτούς πού μᾶς χώρισαν», δηλαδή τούς Ἕλληνες ἀπό τούς Τούρκους.
Δυστυχῶς ἐδῶ πρέπει νά γίνει ἔστω καί μία μικρή μνεία τοῦ ρόλου πού ἔπαιξε ἡ τότε ἐπίσημη «ἔντιμος Ἑλλάς». Δέν μπορεῖ νά ἀποδειχθεῖ, μπορεῖ ὅμως βασίμως νά ὑποτεθεῖ, ὅτι καί ἡ χώρα μᾶς ἔκανε τόν «γερμανό» καί προπαντός φέρθηκε στούς προγόνους μᾶς Ποντίους καί Μικρασιάτες, ὄχι ἁπλῶς σάν «κακιά μητρυιά», ἀλλά σάν «Μήδεια», πού «κομματιάζει» τούς δικούς της. Ἀλλά αὐτό εἶναι μία εἰδική ὑπόθεση, πού ἴσως κάποιος, πιό ἐξειδικευμένος ἱστορικός του ἐγγύς μέλλοντος, νά μελετήσει αὐτό τό σκοτεινό σημεῖο τῆς ἱστορίας μας.
Τέλος θέλω νά παραθέσω μία προσωπική ἱστορία, γιά νά δοῦμε τί σημαίνει «Τεύτων». Ἦταν νομίζω Μάιος / Ἰούνιος τοῦ 1991. Εὐρισκόμενος στό Μόναχο τῆς Γερμανίας καί ἔχοντας λίγο χρόνο στή διάθεσή μου, πῆγα στό Ἀρχαιολογικό Μουσεῖο («Staatliche Antikensammlungen», Konigsplatz) καί μετά ἐπισκέφτηκα καί τήν τόσο διαφημισμένη μπυραρία («Lowenbrau Keller»), ὅπου πήγαινε ὁ Χίτλερ καί οἱ Ναζί του. Βρῆκα ἕνα μαγαζί, πού μόνο κάτι παλιό δέν θύμιζε, μία μπυραρία σάν ὅλες τίς ἄλλες. Βρῆκα ἕνα τραπέζι ἐντελῶς ἄδειο καί κάθισα.
Ἀφοῦ παρήγγειλα μία μπύρα μπῆκε ἕνας ψιλολιγνός κύριος μετρίου ἀναστήματος καί ἡλικίας γύρω στά σαράντα καί πέντε. Τόν εἶδα νά ψάχνει γιά ἄδειο τραπέζι, ἀλλά τέτοιο δέν ὑπῆρχε. Ὑπῆρχαν μόνο τριθέσια τραπέζια μέ κενές θέσεις, ἀλλά παντοῦ κάποιος καθόταν ἤδη. Τελικά κοίταξε πρός τό μέρος μου καί μέ τήν «τυπική», «καθωσπρεπιστική» εὐγένεια πού διακρίνει τόν δυτικό ἄνθρωπο, μέ ρώτησε ἄν μπορεῖ νά κάτσει στήν ἄδεια θέση (καρέκλα δηλαδή). Μετά τήν σχετική παραγγελία τῆς μπύρας καί μετά ἀπό μία περίοδο σχετικῆς ἀμηχανίας στό ἐπικοινωνιακό πεδίο, κοίταξε πρός τό μέρος μου προσπαθώντας νά καταλάβει ἀπό ποῦ ἄραγε νά «κρατεῖ αὐτουνοῦ ἡ σκουφιά».
Δέν θυμᾶμαι πώς καί ἀνοίξαμε ὄντως συζήτηση γιά τό τρέχον θέμα, τήν διένεξη τῶν Σέρβων μέ τούς Μωαμεθανούς τῆς Βοσνίας. Ἐπειδή ὅμως κατάλαβα ὅτι ἡ συζήτηση θά ἦταν ὅπως παντοῦ καί μέ κάθε σχεδόν γερμανό, μία ἀπό τίς ἴδιες, δηλαδή σέρβο-ἐχθρική, ἔκανα μία ἀπροσδόκητη πρόταση στά γερμανικά βέβαια. «Κύριε, δέν γνωρίζω τό ὄνομά σας καί δέν γνωρίζετε τό δικό μου. Θά πιοῦμε τήν μπύρα μας καί μετά θά φύγουμε, ὁ καθένας γιά τό μέρος του, χωρίς πιθανόν νά μήν ξαναϊδωθοῦμε ποτέ». «Σωστά», ἀπάντησε αὐτός. «Τότε λοιπόν,» συνέχισα, «θά σᾶς κάνω μία πρόταση καί ἄν τήν δεχτεῖτε, τότε νά συνεχίσουμε τήν κουβέντα μας, γιά τό Σέρβο-Βοσνιακό θέμα». «Δηλαδή;», εἶπε αὐτός. «Νά, προτείνω νά εἴμαστε ἀπόλυτα εἰλικρινεῖς, γιά ὀ,τιδήποτε μιλήσουμε καί γιά ὅσο χρόνο θά εἴμαστε μαζί». Μέ κοίταξε μέ ἔκπληξη καί ἀπορία, ἀλλά δέν ἄργησε πολύ καί εἶπε «Γιά, γκούτ, ἀŽνφερστάντεν», δηλαδή, ναί, συμφωνῶ.
Τόν ρώτησα λοιπόν ἀπό ποῦ ἔρχεται, διότι ἀπό τό Μόναχο μᾶλλον δέν θά ἦταν. «Σωστή παρατήρηση», μοῦ εἶπε μέ κάποιο θαυμασμό καί δήλωσε ὅτι ἔρχεται ἀπό τήν Βόννη, ὅτι εἶναι «ὑψηλόβαθμος κυβερνητικός ὑπάλληλος στήν Βόννη» (“Hoeherer Regierungsbeamter in Bonn”), καθώς τότε ἡ Βόννη ἦταν ἀκόμη πρωτεύουσα τοῦ γερμανικοῦ κράτους καί ἕδρα τῆς κυβέρνησης. Ὅταν τόν ρώτησα τί εἶναι βασικά οἱ γερμανοί «φιλοβόσνιοι», δηλαδή «μουσουλμανόφιλοι» ἤ «ἐχθροί τῶν Σέρβων» μου ἀπάντησε, «τό δεύτερο», δηλαδή ἐχθρικά διακείμενος πρός τούς Σέρβους – προσέξτε παρακαλῶ, δέν εἶπε «μουσουλμανόφιλοι».
Εἰλικρινά ἀπορημένος – τότε κάποια πράγματα δέν μποροῦσα ἀκόμη νά τά βάλω στό «πάζλ» - εἶπα μέ ἔντονο τρόπο «μά γιατί;» «Διότι ἔχουν ἄλλη Κουλτούρα», μοῦ εἶπε. «Δηλαδή;», εἶπα ἐγώ μέ εἰλικρινῆ ἀπορία; «Ἐπειδή εἶναι ὀρθόδοξοι», μοῦ εἶπε ὅσο πιό ξερά γινόταν. Μά τοῦ εἶπα τότε μέ κάποια δόση ἀφέλειας «μά αὐτοί εἶναι Κουμουνιστές!». Μέ κοίταξε καί γέλασε μέ ἕνα αἰνιγματικό χαμόγελο. «Ἕκτος αὐτοῦ», συνέχισα ἀμέσως «οἱ ὀρθόδοξοι εἶναι μία χούφτα» (ἀγνοοῦσα τότε καί τί εἶναι ὀρθοδοξία!), «αὐτούς φοβόσαστε;». Σηκώνοντας ταυτόχρονα τό χέρι του πρός τήν μεριά τοῦ Ὄμπερ (σερβιτόρος) καί ἐγκαταλείποντας τήν θέση τού μου εἶπε μέ σημασία καί μέ ἐμφανῆ τονισμό τῶν λέξεων
«Auch ein Streichholz kann einen Wald verbrennen!», δηλαδή «καί ἕνα σπίρτο μπορεῖ νά κάψει ἕνα δάσος».
Βασική Βιβλιογραφία
1. Ἀβραάμ, Ἁγιορείτης (2006), Ρωμαίικο Ὁδοιπορικό. Ἀναδρομή στίς ρίζες μας, τόμος Α΄, «Ὁ Ποιμενικός Αὐλός», Ἀθήνα
2. Γιαννακόπουλος, Κ. Ι. (1993), Μεσαιωνικός Δυτικός Πολιτισμός, Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη
3. Ἰερόθεος Βλάχος, Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί ἁγίου Βλασίου (2000), Γέννημα καί θρέμμα Ρωμηοί, Β’ ἔκδοση, Ἱερά Μονή, Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), Λεβαδειᾶ
4. Μεταλληνός, Γ. Δ. (2010), Τό ὄνομα ρωμιός καί ἡ ἱστορική του σημασία, ΕΡΩ, Τεῦχος 1
5. Σταματάκος, Ι. (1994), Λεξικόν Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσης, «Βιβλιοπρομηθευτική», Ἀθήνα
6. Φιλιππίδης, Ἄν. (1997), Ρωμηοσύνη ἤ Βαρβαρότητα, Β’ ἔκδοση, Ἱερά Μονή, Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), Λεβαδειᾶ
7. Thiess, F. (1960), Die Griechischen Kaiser. Die Geburt Europas, Zsolnay Verlag, Hamburg, Wien
8. Runciman, S. (2001), Die Kreuzzuge, C. K. Beck, Munchen


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου