(Ρώμ. Β΄ 10-16)
Μεστό θείων νοημάτων τὸ Ἀποστολικὸ ἀναγνωσμα τῆςΒ΄ Κυριακῆς τοῦΜατθαίου, εὐλογημένοι ἀδελφοί.
Ὁ κήρυκας τῆς οικουμένης, γράφει ἀπὸ τήν Κόρινθο πρός τοὺς πιστούς τῆς Ρώμης καί τούς ἐκθέτει τὶς κεντρικὲς γραμμὲς τοῦ Χριστιανικοῦ κηρύγματος.
Στήν περικοπὴ αὐτὴ που θά ἀκούσουμε στούς ναούς μας, ἀναπτύσσει μεταξὺ των ἄλλων και ιδιαιτερο λογο για την συνείδηση. Για το δῶρο αὐτὸ τοὺ Θεοῦ, τὸ ὁποίο οταν λειτουργεῖ σωστά, ὁδηγεῖ τον άνθρωπο στην ὀδό του Χριστοῦ.
Αλλ’ ἂς δούμε σε σύγχρονη μεταφραση τους στίχους του Αποστολικου κειμενου, και στη συνέχεια θὰ σταθοῦμε στὸ μεγάλο κεφάλαιο τῆς συνειδήσεως:
«10. Δόξα, τιμὴ καὶ εἰρήνη προσμένουν ὅποιον κάνει τὸ καλό. Πρῶτα τὸν Ἰουδαῖο ἀλλὰ καὶ τὸν Ἐθνικό. 11. Γιατί ὁ Θεὸς δὲν κάνει διακρίσεις. 12. Ἔτσι, λοιπόν, ὅσοι ἁμάρτησαν χωρὶς νὰ ξέρουν τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, θὰ καταδικαστοῦν ὄχι μὲ κριτήριο τὸ νόμο. Κι ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὅσοι ἁμάρτησαν γνωρίζοντας τὸ νόμο, θὰ καταδικαστοῦν μὲ κριτήριο τὸ νόμο. 13. Γιατί στὸ θεϊκὸ δικαστήριο δὲν δικαιώνονται ὅσοι ἄκουσαν ἁπλῶς τὸ νόμο, ἀλλὰ μόνο ὅσοι τὸν τήρησαν. 14. Ὅσο γιὰ τ’ ἄλλα Ἔθνη, ποὺ δὲν γνωρίζουν τὸν νόμο, πολλὲς φορὲς κάνουν ἀπὸ μόνοι τους αὐτὸ ποὺ ἀπαιτεῖ ὁ νόμος. Αὐτὸ δείχνει πώς, ἂν καὶ δὲν τοὺς δόθηκε ὁ νόμος, μέσα τοὺς ὑπάρχει νόμος. 15. Ἡ διαγωγὴ τοὺς φανερώνει πὼς οἱ ἐντολὲς τοῦ νόμου εἶναι γραμμένες στὶς καρδιές τους, καὶ σ’ αὐτὸ συμφωνεῖ καὶ ἡ συνείδησή τους, ποὺ ἡ φωνὴ τῆς τοὺς τύπτει ἢ τοὺς ἐπαινεῖ, ἀνάλογα μὲ τὴ διαγωγή τους. 16. Ὅλα αὐτὰ θὰ γίνουν τὴν ἡμέρα ποὺ ὁ Θεὸς θὰ κρίνει διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τὶς κρυφὲς σκέψεις τῶν ἀνθρώπων, ὅπως λέει τὸ εὐαγγέλιό μου» (Ρώμ. Β΄ 10-16).
Ξεκάθαρος λοιπὸν ὀ λόγος του Θεου. Οὐδεμία ἐπιδέχεται ἀμφισβήτηση. Η συνείδησις εἴναι η φωνη του Θεού, που δίνει την ικανότητα στον ἄνθρωπο νὰ κρίνει αὐτὸς περὶ τῶν σκέψεων, τῶν ἐπιθυμιῶν, τῶν διαθέσεων καὶ πράξεών του. Εἶναι ἡ μοναδικὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ στὸ ὡραιότερο ἐκ τῶν δημιουργημάτων του, κατὰ τὴν ὁποία δωρεά, ὁ βασιλεὺς τῆς ὅλης δημιουργίας, ὁ ἄνθρωπος δηλαδή, μπορεῖ νὰ κρίνει τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό, τὸ δίκαιο καὶ τὸ ἄδικο, τὴν ἀπαστράπτουσα ἀλήθεια ἀπὸ τὸ ζοφερὸ ψεῦδος.
Βεβαίως, ὅπως εἴναι γνωστο, ἡ συνείδησις εἶναι κάτι τὸ δυναμικό. Μπορεῖ νὰ ἀναπτυχθεῖ ἢ νὰ ἀτροφήσει. Ὑπάρχουν διαβαθμίσεις στὴν ἔκτασή της καὶ στὴν ὀξύτητά της, ποὺ μπορεῖ νὰ ξεκινήσει ἀπὸ τὴν λεπτὴ λεγομένη συνείδηση, κατὰ τὴν ὁποία ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος αἰσθάνεται ὅσα ὁ πολὺς κόσμος δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιληφθεῖ, ἀλλὰ καὶ νὰ φθάσει ἕως καὶ τὴν πορωμένη, ἀλλοίμονο, συνείδηση. Τὴν ἀκραία μορφὴ αὐτῆς τῆς ἀρνητικῆς συνειδήσεως, κατὰ τὴν ὁποία αὐτὸς ποὺ τὴν ἔχει καταντήσει ἔτσι, μπορεῖ νὰ φτάσει νὰ ἐνεργεῖ ἀνενόχλητος, πράξεις οἱ ὁποῖες τὸν ὑποβιβάζουν πιὸ κάτω καὶ ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἄλογα κτήνη.
Υπάρχει ἢ «εὐρεία», ἢ «στενή», ἢ «περιδεής», ἢ «ἐλαστική», ἀκόμα και αυτη ἢ «φαρισαϊκὴ» λεγομένη συνείδησις.
Την κατάσταση δὲ τῆς συνειδήσεως ποὺ ἔχει νεκρωθεῖ καὶ δὲν ἐλέγχει τὴν θλιβερὴ ψυχικὴ κατάσταση, περιγράφει πολὺ δραματικὰ ὁ Προφητάναξ Δαυὶδ στὸν ΜΗ΄ Ψαλμὸ τοῦ «ἄνθρωπος ἐν τιμὴ ὧν οὗ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὠμοιώθη αὐτοῖς».
Πόσο πράγματι εἴναι αναγκη νὰ ἐρευνήσουμε ὀ καθένας τα βάθη τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κόσμου ὥστε νὰ ἐλέγξουμε ἂν τὸ «ὄργανο» αὐτὸ τῆς ψυχῆς, βρίσκεται στὰ ἐπίπεδα ποῦ θὰ πρέπει, γιὰ νὰ λειτουργεῖ σωστά;
Και ἀφοῦ ἔτσι ἔχουν τα πράγματα, μπορεῖ τώρα ὁ καθένας νὰ φανταστεῖ σὲ τί κατάσταση, ἀπὸ κάθε ἄποψη, βρίσκεται ὁ «χριστιανὸς» ὅταν, ἐνῶ στοὺς ἐθνικούς «ἐνδείκνυται τὸ ἔργον τοῦ νόμου γραπτὸν ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν»(στ. 15), ἀντιθέτως, στὸν ἴδιο τὸν «πιστὸ» ἡ ἐν γένει πολιτεία του, ἀποδεικνύει πὼς ἡ ζωὴ τοῦ εἶναι ἄκρως ἀντίθετη μὲ αὐτὸ τὸ πανάγιον θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τοῦτο δὲ συμβαίνει ἀκριβῶς, διότι ἔχασε τὴν ἐπαφή του μὲ τὸν σωτήριο συνειδησιακό του ἔλεγχο.
Τι νὰ πούμε επισης για το ὅτι στὸ προσκήνιο τῆς ἱστορίας, παρουσιάζονται Ἔθνη τὰ ὁποῖα ἐπισήμως μὲν δὲν γνώρισαν τῶν Χριστό, παρ’ ὅλα αὐτὰ ὅμως «φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιεῖ»; Ἐξ’ ἀντιθέτου δέ, Ἔθνη μὲ παράδοση καὶ ἱστορία χριστιανική, νομοθετοῦν κατὰ τέτοιο τρόπο ποὺ τὸ μόνο ποὺ ἀποδεικνύουν εἶναι ὅτι οἱ νομοθέτες καὶ οἱ ἀνεχόμενοι αὐτοὺς πολίτες, ἔχουν «καυτηριασμένη τὴν συνείδησή τους» (Ἃ΄ Τίμ. δ΄2).
Τώρα, ἐάν συμβαινει να ὑφίστανται καὶ περιπτώσεις κατα τις οποῖες, πρόσωπα, που λόγω της θέσεώς τους, ὡς φρυκτωροί, δήλ. καλλιεργητὲς καὶ ἀφυπνιστὲς συνειδήσεων ποὺ χρειάζεται νὰ εἶναι, καταντοῦν κονφορμιστές, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προσφέρουν «μαξιλαράκια» στὶς ἔνοχες συνειδήσεις, τοῦτο, τὸ μόνο ποὺ ἀποδεικνύει στὴν πράξη εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἀνάγκη στὸ νὰ λειτουργεῖ σωστὰ ὁ ἔλεγχος αὐτῆς τῆς καθαρῆς συνειδήσεως.
Της συνειδήσεως που εκφραζεται μὲ ζωντανὸ και αυθεντικό λογο ὀ οποῖος, στοὺς μὲν ἀγωνιστὲς ποὺ βιώνουν τὴν πίστη ἠχεῖ ὡς «οὐράνια ἁρμονία», ἀντιθέτως σ’ ὅσους ἔχουν σχέση μὲ ὁτιδήποτε ἀντιχριστιανικό, εἰσπράτεται ὡς «βροντή». (Ἐννοεῖται ὅτι γιὰ νὰ ἀκουστεῖ ὁ λόγος τοῦ ἰθύνοντος ὡς βροντή, θὰ πρέπει πρῶτα ἡ ἴδια τοῦ ἡ ζωὴ νὰ λάμπει ὡς ἀστραπή). Καὶ φυσικά, τὰ παραπάνω ἰσχύουν γιὰ ὅλους τους τομεῖς καὶ σ’ ὅλα τὰ ἐπίπεδά της ζωῆς. Ἀπὸ τὴν οἰκογενειακὴ δήλ. ζωὴ καὶ τὸ σχολεῖο, ἕως καὶ τὶς ὑψηλότατες κορυφὲς τῆς πολιτείας, ἀλλὰ καὶ αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας. Κυρίως θὰ πρέπει νὰ ἰσχύουν αὐτὰ γιὰ τὸν χῶρο τῆς τελευταίας.
Αναμφιβόλως θὰ βρισκόταν κανεις ἐκτός πραγματικοτητας ἐάν δεν δεχοταν οτι και τὸ σημερινὸ κατάντημα, σὲ ὁλους τους τομεῖς της κοινωνίας μας, ἔχει ἐπέλθει διότι ὅλοι μας ἔχουμε στείλει τὴν συνείδηση σὲ «μόνιμες διακοπές».
Αδελφοί μοῦ, δεν υπάρχει χειροτερο πραγμα ἀπό το νὰ μεταβάλλεται τὸ φως σε σκοτάδι και κατ’ ἐπέκτασιν το ἀλάτι να χάνει την αλιστικη τοὺ ἰδιότητα. Και δεν υπάρχει χειροτερο κατάντημα, ἀπὸ τὸ νὰ θωπεύει κανεὶς κοιμισμένες συνειδήσεις, γιὰ νὰ μὴ ξυπνήσει μαζὶ μ’ αὐτὲς καὶ ἡ ὑπνώττουσα δική του. Πιὸ ἁπλά, τίποτε ἄλλο δὲν κάνει τόσο μεγάλο κακὸ στὴν κοινωνία ἀπὸ τὸ νὰ ἀρνούμαστε ν’ ἀκοῦμε καὶ νὰ προσαρμοζόμαστε στὴν καθάρια φωνὴ ποὺ ἔχει ἐμφυτεύσει μέσα στὴν καρδιά μας ὁ Δημιουργός. Καὶ ὁπωσδήποτε, τίποτε ἄλλο δὲν μᾶς διασφαλίζει τόσο, ὅσο τὸ νὰ συμπεριφερόμαστε μὲ τὶς ὑποδείξεις τῆς φωτισμένης Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς συνειδήσεώς μας.
Αυτό λοιπὸν πρέπει νὰ εἴναι το καθήκον μας που ἐν προκειμένω παρουσιάζει δύο ὄψεις. α) Νὰ φροντίζουμε γιὰ τὸν ἐπιπλέον διαφωτισμὸ τῆς συνειδήσεως μέσω τοῦ ἀγῶνος καὶ τῆς συνειδητῆς μυστηριακῆς ζωῆς καὶ β) νὰ συμμορφωνόμαστε πρὸς τὶς ὑποδείξεις αὐτῆς τῆς φωνῆς, ἔστω κι ἂν χρειάζεται νὰ τὰ χαλάσουμε μὲ τὸν κόσμο ἢ νὰ ἔρθουμε σὲ ρήξη μὲ πρόσωπα τὰ ὁποῖα ἀποχρωματίζουν καὶ ἀποδυναμώνουν τὴν ὀρθὴ ἀντίληψη περὶ Χριστιανικῆς συνειδήσεως. Μὲ ἀνθρώπους δήλ. ποῦ ἐκφέρουν κηρύγματα καὶ ὑποδεικνύουν τρόπους ζωῆς ποὺ φαντάζουν καινούργιοι, πλὴν ὅμως εἶναι παλαιωμένοι καὶ συνάμα πλανεμένοι καὶ μὲ ἀπόλυτη ἀκρίβεια ὁδηγοῦν στὴν καταστροφή.
Προσοχή τὸ λοιπόν, ἄγρυπνη προσοχη καὶ ταυτοχρόνως, καταξιωμένος Εὐαγγελικὸς τρόπος ζωῆς, διότι ἐπιτέλους, ἔρχεται ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία «κρινεῖ ὁ Θεὸς τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (στ. 16).
Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου